Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Μοιρολόγια’

«Κανονιστικές πειθαρχίες» και «τεχνολογίες της βίας» στη νότια Πελοπόννησο. Ξαναδιαβάζοντας το φαινόμενο της αντεκδίκησης (γδικιωμού) στον προφορικό-λαϊκό πολιτισμό της Μάνης*- Γιώργος Ανδρειωμένος


 

Εισαγωγικά

 

Ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα, και μοναδικά ως προς τον τρόπο της εξέλιξής τους, έθιμα της ελληνικής γης είναι εκείνο της αντεκδίκησης (πιο γνωστό με τη βενετσιάνικη ονομασία του: βεντέτα), το οποίο εντοπίζεται σε πολλές περιοχές της υφηλίου, αλλά και του ελληνισμού – προεξαρχουσών της Μάνης και της Κρήτης. Μάλιστα, στη λωρίδα της νότιας Πελοποννήσου, που εκτείνεται, χονδρικά, από τη Βέργα του νομού Μεσσηνίας, στη δυτική πλευρά, και από το Γύθειο του νομού Λακωνίας, στην ανατολική, καταλήγοντας στο ακρωτήριο Ταίναρο, υπό τη σκιά του Ταϋγέτου, και αποκλήθηκε από τους ιστορικούς, τους μελετητές και τους περιηγητές Μάνη, το έθιμο αυτό αποκαλείται από τους ντόπιους γδικιωμός – με την έννοια ότι καλείται κάποιο μέλος της ευρύτερης οικογένειας να πάρει το αίμα του πίζου, ώστε να (γ)δικιωθεί, μέσω της (αντ)εκδίκησης, ο φόνος ενός συγγενικού προσώπου, του οποίου το αίμα που χύθηκε ζητά δικαίωση και αποκατάσταση της τρωθείσας οικογενειακής τιμής.

Το φαινόμενο, βέβαια, αυτό έχει, πλέον, σχεδόν εκλείψει ανάμεσα στους Μανιάτες, ειδικά μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, στη διάρκεια του οποίου συντελέστηκαν τόσα πολλά και ακραία εγκλήματα, λόγω πολιτικών (πρωτίστως) αλλά και προσωπικών (δευτερευόντως) διαφορών, ώστε παλαιότεροι πολιτισμικοί κώδικες, που επικρατούσαν επί αιώνες στην άγονη και άνυδρη αυτή περιοχή, ανάμεσα στους οποίους και το έθιμο του γδικιωμού, σταδιακά εκφυλίστηκαν ή, τέλος πάντων, έχασαν την πρότερη δραστικότητά τους και σημασία τους.

Βέβαια, σε αυτό το τελευταίο συνετέλεσαν και μια σειρά από άλλοι παράγοντες, όπως η ίδρυση σχολείων και η μείωση του αναλφαβητισμού, η σταδιακή ανάπτυξη του συγκοινωνιακού δικτύου και η επαφή με άλλες περιοχές, η εμπέδωση ενός κράτους δικαίου και η επίλυση των διαφορών μέσω των δικαστηρίων, η αλλαγή της στάσης των πολιτικών του τόπου που έπαψαν να ενθαρρύνουν ακόμη και να υποστηρίζουν με παρεμβάσεις τους στη δικαιοσύνη) τις προσωπικές διαμάχες προκειμένου να αποκτήσουν οι ίδιοι οφέλη, η μετανάστευση των Μανιατών σε άλλες περιοχές της ημεδαπής και της αλλοδαπής με αποτέλεσμα την ουσιαστική ερήμωση των χωριών κ.λπ.

 

Τάσσος, «Το στιλέτο» (περ. Νεοελληνικά Γράμματα, 16–11–1940). Το χαρακτικό κοσμεί το εξώφυλλο των πρακτικών του Συνεδρίου «Βία και εξουσία: ίχνη στο σώμα της λογοτεχνίας», όπου φιλοξενείται και η παρούσα ανακοίνωση.

 

Ωστόσο, όπως έδειξε πρόσφατη τηλεοπτική σειρά («Η γη της ελιάς»), αλλά και διάφορα λογοτεχνικά έργα, ο γδικιωμός συνεχίζει να κινεί την προσοχή και να προξενεί την εντύπωση του σύγχρονου κοινού, το οποίο, σε γενικές γραμμές, είναι ανενημέρωτο ως προς το συγκεκριμένο έθιμο, που στις παλαιότερες εποχές δέσποζε στη Μάνη, σε τέτοιον βαθμό, ώστε να μην είναι υπερβολικό να υποστηριχθεί πως η περιοχή βρισκόταν, για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, σε έναν διαρκή πόλεμο μεταξύ των οικογενειών της. Μάλιστα, ο πόλεμος αυτός ήταν πραγματικός, με τους δικούς του κανόνες και με αρχές που προσιδιάζουν σε μιαν αληθινή πολεμική σύρραξη.

Επομένως, έχει αξία να επιχειρήσει κανείς να ανιχνεύσει τις βαθύτερες αιτίες που προκαλούσαν το αιματηρό αυτό έθιμο, ειδικά στη Μάνη, να αναλύσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και να εξηγήσει πώς λειτουργούσε μέσα στη μανιάτικη κοινωνία – μιας και, εκτός από προσωπικές, είχε, κυρίως, κοινωνικές προεκτάσεις, αφού εμπλέκονταν στον κύκλο του αίματος ολόκληρες οικογένειες και ο περίγυρος παρακολουθούσε εκ του σύνεγγυς τα δρώμενα και, ορισμένες φορές, παρενέβαινε με τρόπο αποφασιστικό είτε στην ανάπτυξη είτε στη διευθέτηση των διαφορών. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Από τους Κάρες στα … μοιρολόγια της Ερμιόνης – Γιάννης Μ. Σπετσιώτης


 

Οι Κάρες, ένας από τους λαούς που κατά τη 2η χιλιετηρίδα εγκαταστάθηκαν στα παράλια της Αργολίδας/Ερμιονίδας, άσκησαν ευεργετική επίδραση στους αυτόχθονες κατοίκους της. [1] Με αφορμή αυτή τη χρήσιμη πληροφορία επιθυμώ να σημειώσω τα παρακάτω.

Τους Κάρες, αρχαίο λαό της Μικράς Ασίας, που κατοικούσε Ν.Δ. της Ιωνίας στις απόκρημνες περιοχές της Μιλήτου και της Μυκάλης, τους αναφέρει ο Όμηρος αποκαλώντας τους βαρβαρόφωνους (ξενόγλωσσους) καθώς και ο Ησίοδος. Σύμφωνα με τα πορίσματα επιστημονικών ερευνών πρόκειται για φυλή Θρακική ή Πελασγική, ενώ κατ’ άλλους έχουν κοινή καταγωγή με τους αρχαίους Κρήτες. Στους χρόνους της μεγάλης τους ακμής, οι Κάρες, ήσαν θαλασσοκράτορες και εξαπλώθηκαν στις ακτές και τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους φθάνοντας μέχρι τον Εύξεινο Πόντο, όπου ίδρυσαν αρκετές πόλεις.

 

Η Καρία στην Μικρά Ασία.

 

Κάριος στρατιώτης στην υπηρεσία του στρατού των Αχαιμενιδών, λεπτομέρεια από τον τάφο του Ξέρξη Α΄.

Ενώ, όμως, κατά τους χρόνους της δόξας τους θεωρούνταν λαμπροί πολεμιστές, αργότερα απέκτησαν τη φήμη δολίων, ευτελών και κακών ανθρώπων. Απέφευγαν τις ευθύνες και τους κινδύνους επιφορτίζοντας άλλους με αυτούς, όπως αποδεικνύεται και από διάφορες παροιμίες και παροιμιώδεις εκφράσεις που διασώθηκαν. Λέγεται π.χ. για ανθρώπους που αποφεύγουν τον κίνδυνο και αφήνουν να κινδυνεύσουν άλλοι στη θέση τους: «εν Κάρι κινδυνεύεις». Επίσης για ανθρώπους που χαρακτηρίζονται δόλιοι, ευτελείς και χυδαίοι λέγεται η φράση «εν Καρός μοίρα». [2]

Στο έβδομο βιβλίο των «Νόμων» του Πλάτωνα ο Αθηναίος, ένα από τα κύρια πρόσωπα του έργου, θεωρεί αναγκαίο, μεταξύ άλλων, τον καθορισμό βασικών κανόνων και αρχών προκειμένου να τελούνται οι διάφορες γιορτές κατά τη διάρκεια του χρόνου, ώστε να επιτελούν τον βασικό σκοπό τους που είναι ο σεβασμός και οι τιμές προς τους θεούς. Επίσης κρίνει απαραίτητο τον ορισμό ύμνων, μελωδιών, τραγουδιών και χορών που προξενούν ευχάριστη διάθεση στους ανθρώπους. Στη συνέχεια ο Αθηναίος υποστηρίζει ότι:

 

«Κι αν κάποτε, χρειαστεί ν’ ακούσουν οι πολίτες τέτοια θρηνολογήματα, σε μέρες όχι καθαρές μα αποφράδες, τότε οφείλουμε να φέρουμε απ’ έξω χορωδίες με πληρωμή καθώς είναι εκείνοι που πληρώνονται για να συνοδεύουν με κάποια καρική μουσική τους πεθαμένους στις κηδείες».

 

Έτσι, επειδή η καρική μουσική ήταν πένθιμη και θρηνητική, οι Έλληνες συχνά χρησιμοποιούσαν Κάρες πληρώνοντάς τους για να συνοδεύουν με θρηνώδη τραγούδια και οδυρμούς τους νεκρούς. Αυτά τα τραγούδια θεωρούνταν μάλιστα, όχι μόνο ανάξια λόγου αφού τη μουσική τους τη χαρακτήριζαν βάρβαρη αλλά και επιβλαβή για την ψυχική υγεία των ανθρώπων. Για τον λόγο αυτό ο Ευριπίδης κατηγορήθηκε από τον Αισχύλο, καθώς στα έργα του παίζονταν σκοποί στον καρικό αυλό και έπαιρναν μέρος και μοιρολογίστρες.

 

Η Αρτεμισία Α΄ της Καρίας

Η Αρτεμισία Α΄ της Καρίας διευθύνει προσωπικά το στρατιωτικό σύνταγμα των Καρίων στην Ναυμαχία της Σαλαμίνας στο πλευρό των Αχαιμενιδών. Λεπτομέρεια από το έργο «Ναυμαχία της Σαλαμίνας» του Γερμανού ζωγράφου, Wilhelm von Kaulbach.

 

Ναυμαχία της Σαλαμίνας (1868). Έργο του Γερμανού ζωγράφου, Wilhelm von Kaulbach (1805-1874).

 

Τα τραγούδια εκείνα, που τα μουσικά τους ακούσματα χάθηκαν οριστικά και που μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί τεκμήρια της μουσικής γραφής τους, μπορούμε να τα παρομοιάσουμε με τα μοιρολόγια. Τη γνωστή και πολύ ενδιαφέρουσα κατηγορία των Δημοτικών μας Τραγουδιών που αποτελεί αντικείμενο μελέτης, μέχρι τις ημέρες μας, διαπρεπών μουσικολόγων Ελλήνων και ξένων. [3] Τέτοια «τραγούδια», μοιρολόγια, στην Ερμιόνη δεν βρέθηκαν. Στην ανέκδοτη μελέτη – συλλογή «Τα Δημοτικά Τραγούδια της Ερμιόνης» έχω καταγράψει δυο στροφές από μοιρολόγι, που μου τις είχε πει η μακαρίτισσα Ματίνα Μπουκουβάλα, χωρίς, ωστόσο, να θυμάται το σκοπό του.

 

«Μαύρος αητός επέρασε από το μαγερειό μας

κι εσκόρπισε το σπίτι μας και το νοικοκυριό μας!

Ο Χάρος θέλει σκότωμα με σιδερένιες μπάλες,

γιατί χωρίζει ανδρόγυνα, παιδιά απ΄ τις μανάδες».

 

Ως μοιρολόγια στην Ερμιόνη μπορούμε, επίσης, να θεωρήσουμε τις σύντομες αναφορές στη ζωή του νεκρού που έκαναν κλαίγοντας οι δικοί του άνθρωποι καθώς τον «ξενυχτούσαν». Η μητέρα μου στις σημειώσεις της έχει καταγράψει μερικές απ’ αυτές.

Πατέρα μας, το πανωφόρι που μου αγόρασες και το κρέμασα στην πρόκα δεν πρόφτασα να το φορέσω! Πάντα θα σε θυμάμαι!

Καλέ μου, νοικοκύρη μου, κουβαλητή μου, τα χρυσά σου χεράκια που δούλεψαν και μας μεγάλωσαν, θα τα φάει το χώμα!

Οι αναφορές αυτές είχαν το δικό τους ρυθμό και γίνονταν από γυναίκες που θρηνούσαν, σκυμμένες πάνω από το πρόσωπο του νεκρού. Άλλες φορές πάλι στέκονταν όρθιες, σήκωναν ψηλά τα λευκά μαντήλια με τη μαύρη περιμετρική κορδέλα, τα τραβούσαν ρυθμικά από τις δυο άκρες τους και ταυτόχρονα κλαίγοντας έλεγαν «τα μοιρολόγια τους». [4]

Τις ίδιες, ωστόσο, αναφορές σε νεκρούς έχουν κάνει κατά καιρούς και η Χριστίνα Ψαθά, η Μαρίνα Φασιλή και η Αικατερίνη Κοτταρά. Υποθέτω πως οι Ερμιονίτες (αντίθετα με τους κατοίκους άλλων περιοχών της Ελλάδας, π.χ. της Μάνης), ακολουθώντας, ίσως, το «παράδειγμα» των αρχαίων Ελλήνων, δεν είχαν τη διάθεση να εμπλουτίσουν, να παραλλάξουν, να αυτοσχεδιάσουν δημιουργώντας τραγούδια με θρηνητικό περιεχόμενο, καθώς δεν ταίριαζαν στην ιδιοσυγκρασία τους.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Γιάννη Αγγ. Ησαΐα, «Ιστορικές Σελίδες του Δήμου Ερμιόνης…», Αθήνα 2005

[2] Με τους Κάρες ασχολήθηκα για πρώτη φορά στη μελέτη μου «Μουσικοπαιδαγωγικές αναζητήσεις στα Πλατωνικά Κείμενα», που δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό Ελληνοχριστιανική Αγωγή» (Τεύχος 322, Δεκέμβριος 1984).

[3] Για τα μοιρολόγια οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να βρουν πλήθος πληροφοριών και ακουσμάτων στην υπάρχουσα βιβλιογραφία και δισκογραφία.

[4] Γιάννη Μιχ. Σπετσιώτη «Λαογραφικά θέματα της Ερμιόνης – Ο θάνατος», Προς έκδοση.

 

Γιάννης Μ. Σπετσιώτης

 

Read Full Post »

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με Συνθηματικό. Για να το δείτε, παρακαλώ εισάγετε το Συνθηματικό παρακάτω.

Read Full Post »