Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Οδυσσέας Κουμαδωράκης’

Παραδοσιακά διατηρητέα κτίρια του Άργους | † Οδυσσέας Κουμαδωράκης


 

 Για τα παραδοσιακά κτίσματα και τη νεοκλασική αρχιτεκτονική Άργους έχουν δημοσιευτεί αρκετές μελέτες. Η δική μας εργασία είναι συνοπτική. Περιοριζόμαστε σε λίγα μόνο στοιχεία, ικανά να δώσουν κάποια εικόνα και να βοηθήσουν τον αναγνώστη να γνωρίσει σε γενικές γραμμές τα παραδοσιακά κτίσματα της πόλης μας.

 

Νεοκλασική αρχιτεκτονική

 

Ο νεοκλασικισμός ως αρχιτεκτονική έκφραση εμφανίζεται στη χώρα μας την εποχή του Καποδίστρια, ενισχύεται την εποχή του Όθωνα και διαρκεί μέχρι τη δεκαετία του 1910, για εκατό σχεδόν χρόνια.

Την Καποδιστριακή εποχή εμφανίζονται οι πρώτοι μεγάλοι αρχιτέκτονες, όπως ο περίφημος Σταμάτης Κλεάνθης (1802-1862), ο οποίος διορίστηκε από τον κυβερνήτη μηχανικός του δημοσίου και συνέβαλε στην οικοδόμηση της Αθήνας, και ο Σταμάτης Βούλγαρης (1774-1842), ο οποίος σχεδίασε τη ρυμοτομία της Πάτρας και της Τρίπολης. Επίσης, λίγο αργότερα εμφανίζονται ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου (1812-1885), ο Παναγιώτης Κάλκος (1810-1875), ο Δημήτρης Ζέζος (†1857) και άλλοι, οι οποίοι έκτισαν πολλά δημόσια και ιδιωτικά νεοκλασικά κτίσματα και ναούς στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις και έθεσαν μαζί με τους δυο πρώτους τη σφραγίδα της προσωπικής τους δημιουργίας στον χώρο της αρχιτεκτονικής. Παράλληλα έρχονται στη χώρα μας και πολλοί Ευρωπαίοι.[1]

Ο ευρωπαϊκός νεοκλασικισμός προηγείται του ελληνικού. Εμφανίζεται στα τέλη του 18ου αιώνα, μετά το 1770, όταν υποχωρεί και σιγά σιγά χάνεται ο «ρυθμός Μπαρόκ», ο οποίος διακρινόταν για την επιβλητικότητά του και τον οποίο είχε επιβάλει στον χώρο της τέχνης, ιδίως στην αρχιτεκτονική, η καθολική εκκλησία. Από πολλούς θεωρείται ότι η νεοκλασική αρχιτεκτονική επιβλήθηκε από αντίδραση προς τον «ρυθμό Μπαρόκ».

Πάντως, βέβαιο είναι ότι η νέα τέχνη επηρεάζεται από την αρχιτεκτονική της αρχαίας Ελλάδας. Ευρωπαίοι αρχιτέκτονες και αρχαιολόγοι και άλλοι περιηγητές και μελετητές, λάτρεις της κλασικής αρχαιότητας, επισκέπτονται την τουρκοκρατούμενη ακόμη Ελλάδα, παρατηρούν, μελετούν, δημοσιεύουν μελέτες ή τις «περιηγήσεις» τους και μεταφέρουν στην Ευρώπη αρχιτεκτονικά πρότυπα.

 

Αρχοντικό Ηλία Κωνσταντόπουλου, Δαναού 29. Γενική άποψη πριν την αποκατάσταση (Λήψη φωτογραφίας 1985). Δημοσιεύεται στο: Ξηνταρόπουλος Πέτρος – «Η Αρχιτεκτονική της Κατοικίας στο Άργος το 19ο αιώνα», Έκδοση Πνευματικού Κέντρου Δήμου Άργους, 2006.

 

Η ευρωπαϊκή νεοκλασική αρχιτεκτονική είναι εν μέρει αναβίωση της αρχαίας ελληνικής. Για την Ελλάδα έχει επισημανθεί ένας πρόσθετος λόγος αναβίωσης, η σύνδεση του ελληνικού έθνους με τις ρίζες του, σε μια προσπάθεια αναζήτησης και προσδιορισμού της πολιτισμικής και εθνικής μας ταυτότητας.

Την εποχή του Καποδίστρια, στα πλαίσια της γενικότερης πολιτικής του για την ανασύσταση του κράτους, καταβάλλεται έντονη προσπάθεια πολεοδομικού σχεδιασμού και ανασυγκρότησης του Άργους και κτίζονται τα πρώτα δημόσια οικοδομήματα. Της ίδιας εποχής είναι και λίγα ιδιωτικά, αξιόλογα και χαρακτηριστικά δείγματα της τότε νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Στον πολεοδομικό σχέδιο του Άργους, που συνέταξε το Μάρτιο 1831 με εντολή του κυβερνήτη ο Ρούντολφ ντε Μποροτσύν (De Bonoszün) και το οποίο δεν εφαρμόστηκε δυστυχώς, σημειώνονται με έντονο μαύρο χρώμα τα τότε δημόσια κτίρια: το αλληλοδιδακτικό σχολείο (1831), δηλαδή το διδακτήριο του σημερινού 1ου Δημοτικού Σχoλείoυ, οι στρατώνες (1830), η οικία Καλλέργη (1830), όπου σήμερα στεγάζεται το μουσείο, γνωστή και ως «παλάτιον Καποδίστρια», και τα τότε δικαστήρια, δηλαδή το σημερινό Δημαρχείο (1830).

 

Σχέδιο Πόλης του Άργους.

Σχέδιο Πόλης του Άργους που συντάχθηκε το 1831 από τον Γάλλο αξιωματικό R. De Borronzun.
Ο συντάκτης του σχεδίου έχει σημειώσει με έντονο μαύρο χρώμα τα τότε δημόσια κτίρια του Άργους: Στρατώνες (9), το παλάτιον, δηλ. η οικία Καλλέργη, που τότε είχε περιέλθει στο δημόσιο (12), το αλληλοδιδακτικό σχολείο (20), και τα δικαστήρια, το μετέπειτα Δημαρχείο (17).
Σημειώνουμε μερικά από τα διατηρητέα μνημεία:
1. Οικία Γόρδωνος (1829).
2. Αρχοντικό Δημ. Τσώκρη (1829).
3. Ι.Ν. Αγ. Ιωάννου (1829).
4. Οικία Μακρυγιάννη (περ. 1830).
5. Θέση όπου οικοδομήθηκε η οικία Μ. Καραγιαννοπούλου (1912).
6. Θέση όπου οικοδομήθηκε η οικία Α. Σαλαπάτα (περ. 1900).
7. Θέση όπου οικοδομήθηκε η οικία Α. Μαραγκού (περ. 1890).
8. Θέση όπου οικοδομήθηκε η οικία Μαρίνου (1880).
9. Οι στρατώνες Καποδίστρια.
10. Θέση όπου κτίστηκε το κατάστημα Κωνσταντόπουλου (1896).
11. Θέση όπου κτίστηκε η δημοτική αγορά (1889).
12. Το Καλλέργειον ή «παλάτιον Καποδίστρια», σημερινό μουσείο (1830).
13. Θέση όπου οικοδομήθηκαν τρία νεοκλασικά κτίρια: Της Ιονικής-Λαϊκής Τράπεζας (Alpha Bank), το «Αέναον» και της Γενικής Τράπεζας.
14. Εμπορικό κέντρο Άργους (23 καταστήματα).
15. Ι. Ν. Αγίου Νικολάου της οικ. Περούκα. Κατεδαφίστηκε το 1859 από τον Επίσκοπο Παγώνη, για να κτιστεί ο ναός του Αγ. Πέτρου.
16. Θέση όπου οικοδομήθηκε το ξενοδοχείο Αγαμέμνων.
17. Το «πρωτόκλητον» και «ανέκκλητον» δικαστήριο (1830), σημερινό Δημαρχείο.
18. Θέση όπου οικοδομήθηκε η οικία Μαρίκου (1912).
19. Θέση όπου οικοδομήθηκε η οικία Θ. Μπόμπου (1880).
20. Το Καποδιστριακό αλληλοδιδακτικό σχολείο (1831).
21. Θέση όπου οικοδομήθηκε το μέγαρο Κωνσταντόπουλου (1912).
22. Οικία Σπ. Τρικούπη (1830).
23. Θέση όπου οικοδομήθηκε το αρχοντικό Καλλιάρχη (1899).
24. Το τζαμί, ο μετέπειτα Αγίου Κωνσταντίνος, με την ένδειξη «νοσοκομείο» (hôspitale), όπως λειτουργούσε επί Καποδίστρια.
25. Θέση όπου κτίστηκε ο σταθμός του τρένου (περ. 1885).

 

Προεπαναστατικά η νεοκλασική αρχιτεκτονική δεν έχει εμφανιστεί ακόμη. Τα σωζόμενα κτίσματα στο Άργος δεν είναι ικανά να μας φωτίσουν, γιατί είναι μεταγενέστερα, όπως τα νεοκλασικά του Τρικούπη, του Δ. Τσώκρη και του Γκόρντον, που είναι τα παλιότερα. Αν όμως ρίξουμε μια ματιά σε αρχοντικά άλλων περιοχών της προεπαναστατικής περιόδου, θα παρατηρήσουμε ότι τα αρχοντικά αυτά, αν και κτίζονταν κατά κανόνα σε σχήμα Π με προστώο (βεράντα) και διέθεταν απλόχωρη αυλή και περικλείονταν από υψηλό και ανθεκτικό περίβολο, το ίδιο το κτίσμα δεν είχε όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη νεοκλασική αρχιτεκτονική. Παρατηρούμε δηλαδή πως δεν υπήρχαν ούτε ακροκέραμα ούτε διακοσμητικές ταινίες ούτε ανάγλυφα κιονόκρανα ή ψευδοπεσσοί και τόσα άλλα. Παραδείγματα υπάρχουν άφθονα, όπως τα αρχοντικά της Μπουμπουλίνας και του Χατζηγιάννη Μέξη στις Σπέτσες και του Λάζαρου Κουντουριώτη στην Ύδρα. Τα σπίτια αυτά, παρά τον εσωτερικό τους πλούτο, τα πανάκριβα έπιπλα, τις πορσελάνες, τα μεταξωτά τους, παρά την ευρυχωρία τους, το πλήθος των δωματίων και των βοηθητικών χώρων, όπου εργάζονταν αρκετοί υπηρέτες, εξωτερικά είναι απλά και απέριττα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

«Ο Εξωλέστατος» – Οδυσσέας Κουμαδωράκης


 

Το ιστορικό μυθιστόρημα «Ο Εξωλέστατος», του Εκπαιδευτικού και συγγραφέα από τη Σαρακήνα Χανίων, Οδυσσέα Κουμαδωράκη, εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 1999, από τις  Εκδόσεις Δωρικός.

«Ο Εξωλέστατος» αναφέρεται  στην ζωή και τη δράση ενός αγνώστου για πολλούς αγωνιστή του 1821, του Υδραίου Αντώνη Οικονόμου, τον οποίο δολοφόνησαν  οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου και της Ύδρας στον ποταμό Χάραδρο του Άργους, γνωστότερο ως Ξεριά. Μνημείο του Αντώνη Οικονόμου βρίσκεται στη γέφυρα του Ξεριά Άργους.

 

Ο Εξωλέστατος

 

Ο Οικονόμου μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον μπουρλοτιέρη των ψυχών Παπαφλέσσα στην Κωνσταντινούπολη. Όταν επανήλθε στην πατρίδα του, φλογισμένος και μεθυσμένος από την ιδέα της επανάστα­σης, ξεσήκωσε το λαό της Ύδρας, παρά τη θέληση των προκρίτων, οι οποίοι έμεναν αδρανείς. Οι πρόκριτοι, οι ισχυροί εφοπλιστές της εποχής, οι οποίοι είχαν συσσωρεύ­σει αμύθητα πλούτη στα αρχοντικά τους και διοικούσαν το νησί ολιγαρχικά, δεν τον συγχώρησαν ποτέ. Αναγκάστηκαν, όμως, να αποδεχτούν το κίνημα του δημο­φιλή και ισχυρού τότε Οικονόμου, αλλά κάποια στιγμή τον ανέτρεψαν και τον εξόρισαν σε μοναστήρι της ορεινής Αχαίας, από όπου εκείνος δραπέτευσε, για να καταλήξει στη μονή Αγίου Γεωργίου Φενεού της ορεινής Κορινθίας.

Όταν άρχισαν οι εργασίες της A‘ Εθνοσυνέλευσης στο Άργος, ο Οικονόμου εγκαταλείπει τη μονή και με λίγους συντρόφους του κατευθύνεται προς το Άργος. Και τότε οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου και της Ύδρας αποφασίζουν να τον δολοφονήσουν.

Πέρα από την  περιπετειώδη και μυθιστορηματική βιο­γραφία του Άντώνη Οικονόμου, στο βιβλίο, παρακολουθούμε τις μεθοδεύσεις των προκρίτων να διατηρήσουν τα προνόμιά τους και να κυβερνήσουν ολιγαρχικά, καθώς επίσης και τη σύγκρουσή τους με τον αγνό και ανιδιοτελή Δημήτριο Υψηλάντη.

Αν και βασικός στόχος της μυθιστορίας είναι η ζωή και η δράση ενός συγκεκριμένου αγωνιστή, εντούτοις υπάρχει η αίσθηση ότι ο μέγας σηκωμός τώρα αρχίζει με όλο το πάθος και το γνωστό ενθουσιασμό.

Ο αναγνώστης μεταφέρεται στο κλίμα της εποχής, ζει την αγωνία, το πείσμα και τον ενθουσιασμό, μετέχει στην ιδιωτική και δημόσια ζωή και γνωρίζει λεπτομέρειες από τον τρόπο του πολέμου μέχρι τη διοίκηση των μοναστηριών και την απόκτηση των τεράστιων περιουσιών τους.

Το βιβλίο αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα και βασίστηκε κυρίως σε επίσημα έγγραφα και σε μαρτυρίες των αγωνιστών, καθώς και σε εξειδικευμένες μελέτες, και αποκαλύπτει ορισμένες πτυχές της εποχής εκείνης, άγνω­στες ή ελάχιστα γνωστές για πολλούς από εμάς. Γι’ αυτό και ο χρόνος συγγραφής τον ήταν ιδιαίτερα μεγάλος.

 

«Ο Εξωλέστατος» Οδυσσέας Κουμαδωράκης

Σελίδες 352, σχήμα 14Χ20 – ISBN 978 9602 7940 43

Εκδόσεις Δωρικός, Αθήνα, Οκτώβρης, 1999.

 

Διαβάστε ακόμη:

 

Read Full Post »

Κανταρτζήδες στο Άργος


 

Οι κανταρτζήδες ή κανταριστές ήταν οι άνθρωποι που ζύγιζαν με το καντάρι οτιδήποτε, αλλά κυρίως αγροτικά προϊόντα: κοφίνια με πεπόνια ή ντομάτες, δέματα καπνού (τέγκια), τσουβάλια με δημητριακά και άλλα πολλά.

Ο κανταρτζής, φτωχός άνθρωπος με ελάχιστη ή καθόλου περιουσία, δούλευε όπου έβρισκε μεροκάματο, κι όταν τον καλούσαν οι δουλειές του ζυγίσματος, έπαιρνε το καντάρι του [είδος ζυγαριάς]  κι ένα μακρύ στρογγυλό ξύλο, τη μαναβέλα, κι έτρεχε στην πιάτσα.

Έβαζε τη μαναβέλα στον ώμο του και στον ώμο του παραγωγού ή του πελάτη, περνούσε τον κρίκο του κανταριού στη μαναβέλα, τέντωναν τα πόδια τους κι οι δύο, και το σακί με το σιτάρι – ας πούμε – που το είχανε αγκαλιάσει με τις αλυσίδες, σηκωνότανε στον αέρα. Τραβούσε ύστερα τα δράμια επάνω στον αριθμημένο βραχίονα μέχρι να ισορροπήσει κι ύστερα αναφωνούσαν: «Πενήντα οκάδες»!

 

Καντάρι. Φωτογραφία: Λαογραφική Συλλογή Νικολάου Απ. Μαρδάνη.

 

Ύστερα το επόμενο σακί κι ύστερα ο άλλος πελάτης. Και μαζεύονταν κάμποσοι κανταρτζήδες στη μικρή πλατεία, όπου γινόταν η αγοραπωλησία των σιτηρών, γι’ αυτό και η πλατεία αυτή ονομάστηκε Σιταροπάζαρο, στην οδό Κορίνθου στο Άργος. Πρόκειται για την πλατεία Δερβενακίων, όπως μετονομάστηκε αργότερα, αλλά οι Αργείοι προτιμούν την παλιά ονομασία, όπως την επέβαλε ο λαός και τη λένε Σταροπάζαρο ή Σιταροπάζαρο και κάποτε πλατεία Δερβενακίων.

Εκεί, λοιπόν, από πολύ παλιά, από τη δεκαετία 1930 κι ακόμη παλιότερα ίσως, έφταναν οι αγρότες με τα άλογά τους φορτωμένα με σιτάρι ή με τις άμαξές τους, για να πουλήσουν το σιτάρι που θα τους περίσσευε μετά τα αλωνίσματα. Γιατί πολλοί δεν είχαν σιτάρι ή ήταν η παραγωγή τους μικρή κι έπρεπε να εξασφαλίσουν ψωμί για την οικογένειά τους. Και δεν ήταν Αργείοι μόνο οι αγοραστές αλλά και πολλοί από τα γύρω χωριά, οι οποίοι προτιμούσαν να αγοράζουν σιτάρι από τον παραγωγό και όχι από τον έμπορο ή τον μυλωνά.

Τέτοιες μέρες η μικρή πλατεία στην οδό Κορίνθου ζωήρευε. Γινότανε χαμός με τα γαϊδορομούλαρα, τις άμαξες, τα τραχτέρια αργότερα, με τα στάρια και τις φωνές του κόσμου και προπαντός με τις φωνές και τους καβγάδες των κανταρτζήδων, που συναγωνίζονταν ποιος θα ζυγίσει περισσότερα, φυσικά με το αζημίωτο.

 

Πηγή


Read Full Post »