Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Ancient river’

Ελευθέριον Ύδωρ (Αρχαίος ποταμός)


 

Ύδωρ καθαρτήριο

 

Ανάμεσα στο Άργος και στις Μυκήνες, στην πλαγιά μικρού υψώματος στις υπώρειες του λόφου της Εύβοιας, στην περιοχή της προϊστορικής πόλης Πρόσυμνας, απλώνονται ερείπια αρχαίων οικοδομημάτων, με κυριότερο απ’ όλα τον ναό της Ήρας, που έδωσε το όνομα Ηραίο στο γύρω χώρο. Ο Παυσανίας [1]  μαρτυρεί ότι στο δρόμο από Μυκήνες για Ηραίο, ρέει ύδωρ Ελευθέριον καλούμενον. Ο ίδιος συμπληρώνει ότι οι ιέρειες του Ηραίου χρησιμοποιούν το νερό για καθαρτήριες τελετές στις απόρρητες θυσίες. Tέτοια χρήση του νερού ήταν συχνή στην αρχαία θρησκεία. Μάλιστα, η όποια πηγή δεν ήταν υποχρεωτικό να είναι άφθονη, όπως προκύπτει από το παρακάτω επίγραμμα Ελληνιστι-κής εποχής:

Αγνή να είναι η ψυχή εκείνου που

μπαίνει σ’αυτό τον αγνό τόπο

και εδώ το χέρι του πλένεται σε διαυγές νερό.

Τον καλό μία σταγόνα θα καθαρίσει,

αλλά για τον ποταπό,

ούτε ο Ωκεανός επαρκεί

με όλα του τα κύματα [2].

 

Μας είναι γνωστό [3] ότι το Άργος επιδαψίλευε ιδιαίτερες τιμές στη Θεά, και στη γιορτή των Ηραίων σχηματιζόταν μεγάλη πομπή με επικεφαλής την ιέρεια από την πόλη στον ναό, ενώ θυσιάζονταν βόδια και το κρέας τους διανεμόταν στους πιστούς.

 

Αρχαιολογικός χώρος Ηραίου, Άργος. Φωτογραφία από τον διαδικτυακό τόπο «Περιήγηση στα Μνημεία της Αργολίδας», Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας.

 

Η πηγή Κυνάδρα

 

Το Ελευθέριον ύδωρ το συναντάμε και στους άθλους του Ηρακλή. Συγκεκριμένα ο ήρως, όταν απήγαγε τον φοβερό Κέρβερο, αφού τον πήγε στον βασιλιά του Άργους Ευρυσθέα, δεν τον επέστρεψε στον Άδη, αλλά τον απελευθέρωσε κοντά στην πηγή Κυνάδρα, στον δρόμο που συνδέει τις Μυκήνες με το Ηραίο. Από τότε το νερό ονομάστηκε Ελευθέριον και ήταν έθιμο να πίνουν από εκεί νερό οι δούλοι που απελευθερώνονταν [4].

 

Ηρακλής και Κέρβερος (1636). Έργο του Peter Paul Rubens (1577–1640). Prado National Museum.

 

Ο Ησύχιος γράφει: Ελεύθερον ύδωρ εν Άργει από της συναγείας πίνουσι κρήνης ελευθερούμενοι των οικετών, διά το και τον Κέρβερον κύνα, ταύτη διαδράναι και ελευθερωθήναι. Υπήρχε μάλιστα στους αρχαίους η παροιμία που λεγόταν μεταξύ δούλων: Ει δε μη μηδέποθ’ ύδωρ πίοιμι ελευθέριον, αφού μόνο απελευθερούμενοι μπορούσαν να πιούν νερό από εκεί [5]. Και ο λόγιος αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ευστάθιος (12ος αι.) σχολιάζει: Το εν Κυνάδρα Ελευθέριον ύδωρ πίνει [6].

Ο Ιούλιος Ονώριος μνημονεύει ομώνυμο ποταμό Ελευθέριο, που πηγάζει στη Συρία και χύνεται στο Αιγαίο [7].

 

Η χαράδρα του Ελευθέριου

 

Στο δρόμο από τις Μυκήνες προς το Ηραίο, ο αρχαίος διαβάτης περνούσε διαδοχικά από τις χαράδρες του Χάβου, του παραπόταμού του Βαθύρεμα, της ρεματιάς  Πλέσια [8], του Κατσικορέματος, της Συκιάς, του ρέματος Αλωνάκι και του Ρέματος του Κάστρου. Σε πολλά από αυτά, ανώνυμα και σε διαδικασία εξαφάνισης σήμερα, ο Steffen βρήκε ερείπια κυκλώπειων γεφυριών, απομεινάρια της πολυσύχναστης οδού.

Ο Ευστάθιος [9] θεωρεί πως το Ελευθέριον ήταν μια βραχώδης χαράδρα. Πράγματι, δυτικά της πλαγιάς όπου είναι τα ερείπια του Ηραίου, υπάρχει η χαράδρα Ρέμα του κάστρου, που σβήνει βαθμιαία σε ασήμαντο ρυάκι. Αυτή πρέπει να είναι ο Ελευθέριος, στον οποίο βρέθηκαν τα ίχνη μυκηναϊκής γέφυρας 300μ. B.Δ. από τον χώρο του Ηραίου. Ο Finlay ανακάλυψε το 1831 στην κοίτη αυτής της χαράδρας ένα υπόγειο υδραγωγείο, λαξευμένο στους βράχους, που πιθανόν μετέφερε το νερό της πηγής του Ελευθέριου.

Το 1892 Αμερικανοί αρχαιολόγοι εξερεύνησαν το υδραγωγείο αυτό, χωρίς όμως να φτάσουν στον προορισμό του. Λογικό είναι να υποθέσουμε ότι όδευε προς το Ηραίο, μεταφέροντας τα νερά της Κυνάδρας. Το μειονέκτημα αυτής της χαράδρας είναι πως δεν διαθέτει νερό άλλο από αυτό της βροχής. Θα μπορούσε βέβαια, να υπήρχε πηγή, που κάποια στιγμή στέρεψε. Θα μπορούσε ίσως πέντε δεξαμενές της αριστερής όχθης, ίχνη των οποίων διακρίνονται μέχρι σήμερα στην περιοχή του Ηραίου ή 200 μέτρα από τον ναό, να τροφοδοτούσαν με νερό το υδραγωγείο. Είναι όμως δύσκολο να υποθέσει κανείς πως οι τελετές του ναού γινόντουσαν με τα στάσιμα νερά μιας δεξαμενής, εκτός κι αν υπήρχε συνεχής φυσική τροφοδοσία της.

Η αναζήτηση της Κυνάδρας οδήγησε τον Steffen, ένα χιλιόμετρο Β.Δ. του Ηραίου, στον αρχαίο δρόμο για τις Μυκήνες, σε πηγή κοντά σε μικρό ρέμα, η οποία ήταν περιφραγμένη από αρχαίο κτίσμα στην περιοχή του εγκαταλελειμμένου μικροοικισμού  Βραζέρκα (Ν.Α από το Μοναστηράκι), ενώ λίγο πιο πάνω, στο εκκλησάκι της Παναγίας της Ζωοδόχου πηγής, υπάρχει νεότερη δεξαμενή, τροφοδοτούμενη από βρύση, που κι αυτή έχει ίχνη αρχαίας μαρμάρινης δόμησης. Ο Steffen πιθανολογεί πως είναι η πηγή του Ελευθερίου. Ο Αρβανιτόπουλος είδε εδώ αβαθές πηγάδι κοντά σε εκκλησάκι που ονομάζει Γέννηση της Παναγίας, όπου αναβρύζει νερό που μεταφέρεται με υπόγειο υδραγωγείο από τα βουνά και καταθέτει μια σημαντική μαρτυρία. Οι κάτοικοι του Κουτσοποδίου, αν και το νερό δεν έχει καμία ιδιάζουσα γεύση, το θεωρούν άριστο καθαρτικό και έρχονται εδώ να το προμηθευτούν. Η εξέλιξη μιας βάσιμης παράδοσης, θα πουν κάποιοι και πιθανόν να έχουν δίκιο.

O Kurzgefaste γράφει πως το Ελευθέριο χυνόταν στον Αστερίωνα, πράγμα λογικό, αν κρίνουμε από την κατεύθυνση του ρέματος του Κάστρου, αν και για τα υπόλοιπα ρέματα του δρόμου των Μυκηνών φαίνεται λογικότερο να υποθέσουμε πως κατάφερναν να φτάσουν ως τον Ίναχο, ή να έσβηναν όπως και σήμερα.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] 2, 17, 1. [«Παυσανίου – Ελλάδος περιήγησις, Αττικά, Κορινθιακά, Λακωνικά, Αρκαδικά, Μεσσηνιακά, Αχαϊκά, Ηλειακά», Ν.Δ. Παπαχατζή, Εκδοτική Αθηνών, 1976, 1979,  1980].

[2] Nilsson Martin P., «H πίστη των Ελλήνων». Μτφρ. Ι. Κ.Μαζαράκης Αινιάν. Εκδ. Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα 1998.

[3]  Nilsson, «Gr. Feste», 42-45.

[4]  Ησύχιος λ. Ελευθέριον ύδωρ. Ευριπίδη, «Ηρακλής» 614 κ.ε.

[5]  Georgiev V., «Die Altgriechischen Flussnamen», Sofia 1958,  σ. 18.

[6]  «Παρεκβ. εις Όμηρον», 1747, 10.

[7] «Cosmographia», Β, 12, από τους «Geographi Latini minores» του Riese.

[8] Από εγκαταλελειμμένο χωριουδάκι, Β. Α. του σημερινού χωριού Μοναστηράκι (τ. Πρίφτιανι).

[9] Οδύσσεια, xiii, 408.

 

Κωνσταντίνος Π. Δάρμος

 Κωνσταντίνος Π. Δάρμος, «Οι Αρχαίοι Ποταμοί της Αργολίδας». Έκδοση: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Άργος, Δεκέμβριος, 2013.

 

Διαβάστε ακόμη:

Αρχαίοι Ποταμοί Αργολίδας

Read Full Post »

Ποντίνος (Κρόι)


 

Ποντίνος. Αρχαίος ποταμός της Αργολίδας. Στα δυτικά της Λέρνας υπάρχει ένα βουνό ή μάλλον λόφος, Ποντίνος, με ερείπια του μεσαιωνικού κάστρου Κιβέρι και ενός τούρκικου πύργου [1] στην κορυφή του. Το βορειοανατολικό τμήμα του λόφου προσεγγίζει τον Αργολικό κόλπο. Ο Παυσανίας, προερχόμενος από το Άργος, πριν συναντήσει την Αμυμώνη και την Αλκυονία, λέει ότι το βουνό αυτό δεν αφήνει το νερό της βροχής  να τρέξει, αλλά το κρατάει μέσα του (προφανώς λόγω της ασβεστολιθικής του σύστασης) και από το βουνό αυτό ρέει ο ποταμός Ποντίνος [2]. Αναφέρεται [3] ότι τον περασμένο αιώνα κυλούσε με άφθονο νερό διασχίζοντας το δρόμο Μύλων – Άργους και παρακωλύοντας τη συγκοινωνία, αφού δεν υπήρχε στον τότε χωματόδρομο γέφυρα.

Πύργος Κιβερίου ή Πύργος Βασιλοπούλας. Φωτογραφία: Ηλίας Αντωνάκος.
Ο πύργος αυτός ονομάζεται από τους κατοίκους της περιοχής «πύργος της βασιλοπούλας» επειδή κατά την τοπική παράδοση σε παλαιότατα χρόνια ζούσε σ’ αυτόν μία βασιλοπούλα με εξαίρετη ομορφιά (ή κατ’ άλλους με ανυπόφορη ασχήμια), η οποία είχε κατασκευάσει μία υπόγεια δίοδο από τον πύργο της ως τη θάλασσα, για να κατεβαίνει και να κάνει απαρατήρητη το μπάνιο της.

Σήμερα όλο σχεδόν το νερό των πηγών του Ποντίνου που βρίσκονται στην είσοδο των Μύλων, αριστερά του δρόμου που έρχεται από το Άργος, δεσμεύεται για την υδροδότηση Άργους, Ναυπλίου και κοινοτήτων. Όσα περισσεύουν σχηματίζουν μικρό έλος που καταλήγει σε ρυάκι μήκους 400 μέτρων, το οποίο χύνεται στη θάλασσα, κυλώντας παράλληλα και μερικές εκατοντάδες μέτρα βορειότερα της Αμυμώνης.

Το 1698 οι Ενετοί περιέβαλαν με λιθόκτιστο τοίχωμα τις πηγές του Ποντίνου και της Αμυμώνης, οπότε δημιουργήθηκε τεχνητή λίμνη, της οποίας τα νερά κινούσαν ολόκληρο περιτειχισμένο συγκρότημα από μύλους, μεταξύ των οποίων και μπαρουτόμυλους. Το 1714, οπότε οι Οθωμανοί ανακατέλαβαν την περιοχή, η λειτουργία των μύλων συνεχίστηκε με Τούρκους μυλωνάδες.

Ίσως η ονομασία του βουνού και του ποταμού να δηλώνει το ότι βρίσκονται πολύ κοντά στη θάλασσα, αν και πόντος συνήθως λεγόταν η ανοιχτή θάλασσα. Παρεμφερή ονομασία συναντάμε στα παραθαλάσσια Ποντίνια έλη («Paludi Pontine») της Ρώμης. Για την πηγή του Ποντίνου επιβιώνει στη μνήμη των γηραιότερων και η παλιά ονομασία Κρόι. Άλλοι αποδίδουν την ονομασία αυτή στην εγκατάσταση εκεί μεγάλου σταυρού – croix στη Γαλλική – ως ικεσία κατά της επιδημίας ελονοσίας, από τον ιερέα των γαλλικών πλοίων που ναυλόχησαν το 1871 στον Αργολικό κόλπο και άλλοι, που μάλλον έχουν δίκιο, τη θεωρούν αλβανικής προέλευσης [4].

Ο Ρος [5] βρήκε τον Ποντίνο να αναβρύζει από ισχυρή πηγή 100μ. Β. των Μύλων, να σχηματίζει ρυάκι και να χύνεται στη θάλασσα και διορθώνει τον Gell, που γράφει ότι η Λέρνα πηγάζει από τη συμβολή των ποταμών Φρίξου και Ερασίνου. Ο ίδιος προσθέτει: Ανάμεσα στη λίμνη και το ποταμάκι του Ποντίνου όπου βρισκόταν το αρχαίο άλσος των πλατάνων, βλέπει κανείς ποικίλα θεμέλια, καθώς επίσης και μερικά ερείπια στηλών από πυριτόλιθο, χρισμένα με στόκο, όπου σχηματίζονται οι ραβδώσεις. Ανήκαν πιθανώς σε ένα από τα Ιερά. Το άλσος έχει εντελώς εξαφανισθεί. Ένα μοναχικό κυπαρίσσι υψώνεται στη θέση του και αντικρίζει με λύπη τη χαμένη μεγαλοπρέπεια.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Πύργος Κιβερίου ή Πύργος Βασιλοπούλας. Ο πύργος αυτός ονομάζεται από τους κατοίκους της περιοχής «πύργος της βασιλοπούλας» επειδή κατά την τοπική παράδοση σε παλαιότατα χρόνια ζούσε σ’ αυτόν μία βασιλοπούλα με εξαίρετη ομορφιά (ή κατ’ άλλους με ανυπόφορη ασχήμια), η οποία είχε κατασκευάσει μία υπόγεια δίοδο από τον πύργο της ως τη θάλασσα, για να κατεβαίνει και να κάνει απαρατήρητη το μπάνιο της.

[2]  2, 36, 8. [«Παυσανίου – Ελλάδος περιήγησις, Αττικά, Κορινθιακά, Λακωνικά, Αρκαδικά, Μεσσηνιακά, Αχαϊκά, Ηλειακά», Ν.Δ. Παπαχατζή, Εκδοτική Αθηνών, 1976, 1979,  1980].

[3]  Κοφινιώτη Ι. Κ., «Ιστορία του Άργους από των αρχαιοτάτων χρόνων  μέχρις ημών», Αθήνα 1892, επαν. Εκδόσεις «Εκ προοιμίου», Άργος, 2008.

[4] Λαμπρόπουλου Δημ. Α., «Η Λέρνα», Αθήναι, 1959.

[5] Ρος Λουδοβίκος, «Αναμνήσεις και ανταποκρίσεις από την Ελλάδα», 1863. Αθήνα, 1976. Εκδ. Αφοί Τολίδη.

 

Κωνσταντίνος Π. Δάρμος

 Κωνσταντίνος Π. Δάρμος, «Οι Αρχαίοι Ποταμοί της Αργολίδας». Έκδοση: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Άργος, Δεκέμβριος, 2013.

 

Διαβάστε ακόμη:

Αρχαίοι Ποταμοί Αργολίδας

 

Read Full Post »

Χάραδρος (Ξεριάς) – Ποταμός Αργολίδας


 

 

«…κι ο Χάραδρος που κυλάει ογκόλιθους στο ρέμα του»

Στάτιου «Θηβαΐς» 4, 711.

Πάνω από το Άργος, υψώνεται ο λόφος όπου ήταν χτισμένη η ακρόπολη Λάρισα και σήμερα ορθώνονται τα καλοδιατηρημένα ερείπια μεσαιωνικού κάστρου. Από τις επάλξεις του, βλέπει κανείς το αργολικό πεδίο και την πλατιά κοίτη ενός μεγάλου χειμάρρου, που περιβάλλει τον λόφο και την πόλη από βορειοανατολικά. Είναι το ρέμα του Χάραδρου, αριστερού παραπόταμου του Ίναχου.

 

Ο ποταμός στην αρχαιότητα

 

Η επικλινής ρεματιά του Χάραδρου συγκεντρώνει νερά από τα βουνά Κτενιάς – το αρχαίο Κρείον, ίσως το Κρεοπώλον του Στράβωνα – και Αρτεμίσιο, έχοντας μικρές πηγές στα χωριά Κρυονέρι και Κρύα Βρύση του πρώτου. Ορμητικός τον χειμώνα, προκαλεί καταστροφές απειλώντας, όπως και στην αρχαιότητα, τις παρυφές του Άργους, ενώ ξεραίνεται το καλοκαίρι, για τούτο και το νεώτερο όνομά του Ξεριάς, συνηθισμένη προσφώνηση πολλών χειμάρρων [1]. Βόρεια της πόλης, έχει ανασκαφεί αναλημματικός τοίχος, κατά μήκος της δεξιάς απότομης όχθης του, μήκους 2.350μ. ύψους 2,5μ. και πάχους 0,70μ. Πρόκειται για εντυπωσιακό αντιπλημμυρικό έργο κλασικής εποχής.

Ο ρόλος του Χάραδρου στη δημιουργία του επίπεδου χώρου, πάνω στον οποίο οικοδομήθηκε το προϊστορικό Άργος, υπήρξε καθοριστικός. Μεταφέροντας χαλίκι και χώματα, πρόσχωσε σταδιακά το χαμηλό έδαφος, ανυψώνοντας την επιφάνειά του από 1,5-5μ. και μετατοπίζοντας αναγκαστικά την κοίτη του όλο και ανατολικότερα. Η διαμόρφωση αυτή έγινε ανάμεσα στο 2800 έως το 2350 π.Χ. όπως προκύπτει από τελευταίες αρχαιολογικές έρευνες [2]. Η θέση Αμμούτσα [3], στη δεξιά του όχθη κάτω από τη Λάρισα, υποδεικνύει τις ποσότητες της άμμου που έχει εναποθέσει ο Χάραδρος στις κατεβασιές του.

Ο άνω ρους του ήταν παράλληλος στο αρχαίο πέρασμα της Πρίνου, μία από τις διεξόδους της Αργολίδας στην Αρκαδία. Ο Παυσανίας [4] τον αναφέρει σαν χείμαρρο, που κοντά του ήταν κτισμένη η πόλη Οινόη [5]. Η τελευταία εντοπίζεται νοτιοανατολικά του μικρού ορεινού χωριού Αρία (τ. Μάζι), όπου βρέθηκαν και λείψανα αρχαίου γεφυριού, πάνω από τον βορειότερο βραχίονα του Χάραδρου, για την εξυπηρέτηση του δρόμου Άργους- Οινόης – Μαντίνειας, ο οποίος ξεκινούσε από τη βορειοδυτική πύλη Δειράδα των αργείτικων τειχών απέναντι από τον ποταμό. Υπολείμματα της Οινόης σώζονται κοντά στη διασταύρωση του δρόμου για την Αρία στην αριστερή όχθη του ποταμού, στη θέση Αγριλιόβουνο, όπου εντοπίστηκαν και ίχνη αρματοτροχιών πριν και μετά τον οικισμό Μερκούρι, σημάδια της διέλευσης του παραποτάμιου δρόμου της Πρίνου [6].

Η διαδρομή του περί τα 18 Κm, είναι σε μεγάλο μέρος της ορεινή, με άδενδρες όχθες. Σχολιάζοντας ο Vischer την ξηρασία του Χάραδρου και του Ίναχου, παρατηρεί πως «Ούτε μπορεί κανείς να δει στις όχθες κανενός τους, τους θάμνους και τα φυτά, που πλαισιώνουν τις όχθες ακόμα και αδύναμων μικρών ποταμών». Στα μισά της πορείας του έχει ανατολικά του το όρος Λυκώνη. Παραρρέει το ύψωμα της Λάρισας, τον λόφο της Δειράδας (Προφήτης Ηλίας) και συμβάλλει στον Ίναχο ανατολικά του Άργους στην παλιά θέση Καρακάκτσα. Στο γρήγορο πέρασμά του από την Πελοπόννησο του 1859, ο Γάλλος Ernest Breton [7] στάθηκε λίγο εδώ: …διασχίσαμε το μικρό ποτάμι του Ίναχου, πατέρα της μυθολογικής Ιούς, και τον Ξεριά, τον αρχαίο Χάραδρο, αρκετά κοντά στο σημείο που τα δυο ισχνά ρέματά τους ενώνονται, για να πέσουν στην θάλασσα. Τις σπάνιες φορές όμως, που στις θεομηνίες του χειμώνα τα δυο ποτάμια πλημμυρίζουν, το μέρος αυτό μοιάζει με πεδίο αμφίρροπης μάχης δυο υγρών θηρίων για όποιον βρει το θάρρος και την αντοχή να πλησιάσει.

Στον επιμήκη με βραχώδεις κορφές λόφο Μακρυρράχι ή Μακ(υ;)ροβούνι, κοντά στο Άργος στη δεξιά του όχθη, βρέθηκαν προς τη μεριά του ποταμού νεολιθικά ερείπια τείχους της 3ης χιλιετηρίδας και σημεία πύλης, καθώς και ενδείξεις ανακτόρου στα ενδότερα, που αποδόθηκαν στο Φορωνικό άστυ [8], την πρώτη πόλη στον κόσμο, σύμφωνα με τους αρχαίους. Στις όχθες του, όπως αναφέρει ο περιηγητής Πολέμων (2ος π.Χ. αι.), ο γιος της Νιόβης Άργος, που έφερε από τη Λιβύη το πρώτο σπέρμα πυρών (σιτηρών) και δημιούργησε έτσι το «πολύπυρον Άργος» [9], έχτισε ιερό της Δήμητρας Λίβυσσας, «εν τω Άργει εν Χαράδρα ούτω καλουμένω τόπω». [10]

Οι όχθες του στην περιοχή του Άργους, ήταν υπαίθριο δικαστήριο, όπου δικάζονταν τα στρατιωτικά αδικήματα, πριν ο στρατός των Αργείων μπει στην πόλη. Ο Θράσυλος, ένας Αργείτης στρατηγός που το 418 π.Χ. συνθηκολόγησε με τον εισβολέα Σπαρτιάτη βασιλιά Άγι, κατηγορήθηκε για προδοτικό ενδοτισμό και προτού καν δικαστεί στον Χάραδρο, ο όχλος άρχισε να τον λιθοβoλεί. Κατάφερε να γλιτώσει ζητώντας άσυλο σε βωμό [11].

Στο ίδιο σημείο σκοτώθηκε στις 24 Απριλίου του 1821 ο γιος της Μπουμπουλίνας Γιάννης Γιάννουζας, σε μάχη που δόθηκε από σώμα Αργείων και Σπετσιωτών, πολεμώντας: «…εις τον Ξεριάν τον Κεχαγιάν εμβαίνοντα εις το Άργος…» [12], ταμπουρωμένος πίσω από το «χτίριο», δηλαδή την αντιπλημμυρική μάντρα του ξεροπόταμου [13]. Λίγους μήνες αργότερα, ο Ξεριάς και η γέφυρά του θα γίνει ο τόπος, όπου διαδραματίστηκε ένα ακόμη θλιβερό επεισόδιο της επανάστασης του 1821, η δολοφονία του Yδραίου πλοίαρχου Aντώνη Oικονόμου. Αλλά και στην κατοχή έχουμε ηρωισμούς της Αντίστασης στον Ξεριά.

 

Ο Χάραδρος μπερδεύει τους περιηγητές

 

Πολλοί περιηγητές (Fourmont, Κινέ, Dodwell, Τραντ, Πουκεβίλ, Urquhart) πίστεψαν ότι η κοίτη του Ξεριά είναι ο Ίναχος, πράγμα φυσικό λόγω του εύρους της και της γειτνίασής της με το Άργος και αφού ο τελευταίος θεωρείτο ποταμός του Άργους. Εξυπακούεται ότι κανένας ντόπιος δεν θα είχε την παραμικρή δυνατότητα να λύσει την παρεξήγηση. Περιγράφει λοιπόν ο δεύτερος, μιλώντας ουσιαστικά για το Χάραδρο: Η πραγματική αρχαιότητα του Άργους είναι ο Ίναχος. Στα βόρεια της πόλης διασχίζεις μια ξέρα από βότσαλα στο ίδιο επίπεδο με την υπόλοιπη πεδιάδα και το πλάτος της είναι διακόσια δέκα βήματα. Τα βότσαλά του είναι ασβεστόλιθοι. Βρίσκεις και μερικά απομεινάρια από βασάλτη[14]. Παρόλο που ο χειμώνας ήταν πολύ βροχερός, δεν υπήρχε ούτε μια σταγόνα νερό, και αλλού δίνει μια ενδιαφέρουσα εικόνα για τα βότσαλα του Ινάχου, που πληγώνουν τα πόδια μιας νέας κοπέλας, που λυγίζει καθώς κουβαλάει ένα φορτίο της από πράσινο κριθάρι... Ο ίδιος μαρτυρεί ότι την εποχή του ταξιδιού του, κάποιος σχολαστικός αστυνόμος απαιτούσε από τους αγωγιάτες άδεια διάβασης από την κοίτη του.

Ο Πουκεβίλ βρήκε τους Αργείους να επισκευάζουν ένα μακρύ φράγμα στον ποταμό του Άργους, το οποίο είχαν κτίσει για να προστατέψουν την πόλη τους τόσο από τις πλημμύρες του, όσο και από τις αμέτρητες κροκάλες που παρασύρουν τα νερά του τις χειμωνιάτικες βροχές. Ίσως να πρόκειται για την ίδια τοποθεσία, όπου είδαμε πως υπήρχε το αρχαίο αντιπλημμυρικό ανάχωμα. Ενώ εδώ συγχέει τον ποταμό αυτόν με τον Ίναχο, λίγο πριν σωστά ταυτίζει τον Ξεριά με τον αρχαίο Χάραδρο, σημειώνοντας μάλιστα πως «διασχίζεται από ένα πέτρινο ανάχωμα με τρεις κάμαρες». Δυστυχώς, δεν δίνει περισσότερες λεπτομέρειες για το έργο αυτό. Με λίγη τόλμη θα μπορούσαμε να το συσχετίσουμε με το ρωμαϊκό υδραγωγείο, που έφερνε στο Άργος τα νερά του Κηφισού.

Ο Τραντ εξέδραμε από το Άργος, για να επισκεφτεί μια σπηλιά, άντρο ενός κλέφτη που τον έλεγαν Τζοκρίση. Όπως προκύπτει από την περιγραφή, η σπηλιά ήταν ανοιγμένη μέσα σε ψηλό κατακόρυφο βράχο πάνω από την κοίτη του κατά τον Τραντ Ίναχου, δυτικά και όχι μακριά από το Άργος. Όμως, ο τελευταίος για μεγάλο διάστημα, βόρεια αρχικά και δυτικά στη συνέχεια του Άργους, διαρρέει χώρο πεδινό, έτσι ώστε τέτοια σπηλιά δεν μπορεί να υπάρξει στις όχθες του, αντίθετα με τον Χάραδρο, που ανταποκρίνεται στην περιγραφή αυτή, όπως και στο χαρακτηριστικό της μεγάλης κατωφέρειας της κοίτης του. Αλλά να τι λέει ο Άγγλος:

 

αν κρίνουμε από το βάθος και το πλάτος, πρέπει να ήταν ποταμός μιας κάποιας σημασίας, αλλά ακόμα και τώρα στα μέσα του Γενάρη είναι αρκετά ξερός. Η κλίση του εδάφους είναι τόσο απότομη, που το νερό που συγκεντρώνεται από το λιώσιμο του χιονιού ή τη βροχή στα βουνά, μεταφέρεται σε λίγες ώρες και καθώς ορμάει κάτω με μεγάλη βία, σχηματίζεται ένα κανάλι, αρκετά δυσανάλογο με την ποσότητα του μεταφερόμενου νερού.

 

Ο Mure αφού πέρασε τον Ίναχο, φτάνοντας στο Άργος διηγείται βάζοντας τα πράγματα στη θέση τους: Η ξερή κοίτη του χειμάρρου που περάσαμε αμέσως πριν μπούμε στο Άργος, συνήθως κατά λάθος θεωρούμενου από τους ταξιδιώτες ως Ίναχος, παρ’ όλο το μεγαλύτερο εύρος της και τον ορμητικότερο χαρακτήρα του ρεύματός της, ευκαιριακά κατεβάζει νερό και δεν μπορεί να ανταγωνισθεί για την τιμή του ονόματος μ’ έναν γείτονα που η διαδρομή του είναι μακρύτερη και πιο μέσα στην καρδιά της περιοχής του Άργους (γιατί ο Ίναχος ήταν ποταμός όχι της πόλης αλλά της περιοχής) και τα νερά του οποίου αν όχι διηνεκή, σπάνια αφήνουν την κοίτη του ολότελα ξερή.

 

Χάραδροι και Χαράδρες

 

Το όνομα αυτό υπήρχε ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή, αφού σε εννέα πήλινες επιγραφές διαβάστηκε υπό τη μορφή Κα-ρα-ντο-ρο [15]. Η λέξη προέρχεται από το χαράσσω. Χάραδροι ποταμοί στην Ελλάδα υπήρχαν σε Αχαΐα, Μεσσηνία, Αρκαδία, Φωκίδα και Ήπειρο [16]. Με τους δυο τελευταίους συνάπτονται και ομώνυμες πόλεις. Αναφέρεται και χάραδρος, που πρέπει να ήταν παραπόταμος του Ευρώτα. Τέλος, ο Στράβων [17] αναφέρει τοπωνύμιο της Μεσσηνίας, ο Εκαταίος [18] Χάραδρο ποταμό της Ασίας, ο δε Στ. Βυζάντιος λιμάνι της Κιλικίας.

Συναφές τοπωνύμιο είναι η Χαράδρα. O Hσύχιος εξηγεί: Χαράδρα: χείμαρρος, ποταμός, κατάγει δε ούτος παντοία εν τω ρεύματι και κατασύρει” και Χαράδραι: αι χαράξεις του εδάφους και οι κοίλοι τόποι από των καταφερομένων ομβρίων υδάτων. Ο Σουΐδας: Χαράδρα: Διώρυξ πηλού μεστή, όλεθρον ουχ ύδωρ έχουσα και Χαράδραι: αι διαιρέσεις κατά σχίσματα και οι χείμαρροι γης. Έτσι αποκαλούνταν στην αρχαιότητα ο ποταμός Νεμέα, το ρέμα του Μαραθώνα, η ρεματιά του Αμφιαράειου στον Ωρωπό, ο χείμαρρος του αρκαδικού Ορχομενού που καταλήγει στον παραπόταμο του Λάδωνα τον Τράγο και όπως είδαμε, ο ίδιος ο αργολικός Χάραδρος.

 

Υποσημειώσεις


[1] Κορίνθου, Μαντινείας, Κυνουρίας (παραπόταμος Τάνου), Βυτίνας (π. Μαλοίτας), Αργολίδας (παραπόταμος Ποταμιάς), Λακωνίας (παραπόταμος του Ευρώτα) κ.ά.

[2] Βλ. «Το Μυκηναϊκό Άργος», άρθρο του αρχαιολόγου Χ. Ι. Πιτερού στην Καθημερινή της 31-5-’98.

[3] Το τοπωνύμιο συναντάμε και στον Ίναχο, στην περιοχή της Στέρνας.

[4] 2, 25, 2.

[5] Είναι αξιοσημείωτο το ότι και στον αττικό Χάραδρο του Μαραθώνα, υπήρχε πόλη Οινόη.

[6] Γ.Α. Πίκουλα «Οδικό δίκτυο και άμυνα», εκδόσεις Horos, Αθήνα, 1995.

[7] 1812-1875. Συγγραφέας αρχαιολογικών και ιστορικών βιβλίων.

[8] Α. Σ. Αρβανιτόπουλος (Πρακτ. Αρχ. Εταιρείας 1917).

[9] Ιλ. Ο, 372.

[10] Απ. XII. F.H.G. III 119. Ο εκδότης των αποσπασμάτων του Πολέμωνα Preller πιστεύει πως πρόκειται για το Χάραδρο.

[11] Θουκιδίδης 5, 60. Ο κορυφαίος Αθηναίος ιστοριογράφος, αναφέρει αυτά στον «Πελοποννησιακό πόλεμο».

[12] Φωτάκος.

[13] Σ. Παναγιωτόπουλου «Λάρισα η Αργεώτις», Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, 1959.

[14] Πέτρωμα σκοτεινού χρώματος και μεγάλης αντοχής.

[15] Πινακίδες της Πύλου. Ventris-Chadwick 148, α. Το πιθανότερο είναι να πρόκειται για αναφορά στο μεσσηνιακό Χάραδρο.

[16] Πρόκειται αντίστοιχα για τους χειμάρρους Βελβιτσιάνο, Τζαμή (παραπόταμο του Παμίσου), Βρασιάτη, ένα παραπόταμο του φωκικού (ή και βοιωτικού) Κηφισού   και τον ποταμό Λούρο.

[17] 8, 360.

[18] F.H.Graec. I Hecataei, 251.

 

Κωνσταντίνος Π. Δάρμος

Κωνσταντίνος Π. Δάρμος, «Οι Αρχαίοι Ποταμοί της Αργολίδας». Έκδοση: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Άργος, Δεκέμβριος, 2013.

 

 

Read Full Post »