Ναύπλιο: το Ενετικό κτίριο και το Πρώτο Τυπογραφείο της Διοικήσεως
Στα νότια της μητρόπολης του Αγίου Γεωργίου σώζεται σε ερειπωμένη κατάσταση ένα μοναδικό διώροφο ενετικό κτίριο. Το κτίριο αυτό σε σχήμα Γ είναι μεταγενέστερο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, με την οποία δεν έχει καμία επικοινωνία, κλείνει ασφυκτικά τη νότια πλευρά της με πρόσοψη στην οδό Παπανικολάου και δυτικά στην πάροδο Γενναδίου και χρονολογείται στη Β’ Ενετοκρατία (1686-1715). Δεν μας είναι γνωστή η αρχική του χρήση. Το βορειοδυτικό τμήμα του κτιρίου σε μήκος 5,50μ. Β-Ν που απέχει λίγα μέτρα από τον Άγιο Γεώργιο είχε κάθετα καταρρεύσει και έχει ξανακτισθεί. Η κάθετη κατάρρευση του βορειότερου τμήματος του κτιρίου, κατά την άποψή μας, οφείλεται στην υποχώρηση του υπεδάφους της θεμελίωσης, το οποίο ήταν προσχωσιγενές, όταν οι Βενετσιάνοι μπάζωσαν τη θάλασσα και μεγάλωσαν την πόλη στα 1500 μ. Χ., ενώ το νοτιότερο μεγαλύτερο τμήμα του κτιρίου προφανώς είναι θεμελιωμένο πάνω στο φυσικό στέρεο βραχώδες υπέδαφος. Στην νότια πλευρά (οδός Παπανικολάου), στο ισόγειο έχουν γίνει μεταγενέστερες τροποποιήσεις των ανοιγμάτων και αλλαγή στο δυτικότερο παράθυρο του α’ ορόφου.
Ο μικρός πληθυσμός της πόλης του Ναυπλίου κατά την εποχή της Β’ Ενετοκρατίας δεν ενισχύει την άποψη ότι πρόκειται για Λόντζια. Πιθανότερη φαίνεται η άποψη ότι κτίστηκε από τους Ενετούς ως Ενετική Σκουόλα (Scuola), δηλαδή ως κτίριο αδελφότητας, κομπανίας, όπου συγκεντρώνονταν οι αξιωματούχοι, οι έμποροι και η ανώτερη τάξη της πόλης. Έχει εκφραστεί επίσης η λιγότερη πιθανή άποψη ότι το κτίριο είχε κτισθεί ως μοναστήρι Δομηνικανών. Το κτίριο στην εσωτερική του αυλή φέρει χαμηλή αψιδωτή μαρμάρινη στοά.
Από το μνημειακό αυτό ενετικό σωζόμενο κτίριο, εκτός από την αποθήκη του Στόλου (Αρχαιολογικό Μουσείο), σώζονται μόνο οι τοίχοι, ενώ ένα τμήμα του στην εσωτερική αυλή έχει καταρρεύσει.
Το κτίριο εικονίζεται σε μνημειακή απεικόνιση σ’ ένα σχέδιο με μολύβι του αρχιτέκτονα Leon von Klenze [1], το 1834 μαζί με την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και τα βορειότερα της εκκλησίας κτίρια. Μεταξύ της εκκλησίας και του ενετικού κτιρίου εικονίζεται το κατώτερο σωζόμενο τμήμα μιναρέ, όταν ο Άγιος Γεώργιος είχε μετατραπεί σε τζαμί, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ενώ σήμερα σώζεται μόνο η ψηλή ορθογώνια βάση του.

Ενετικό κτίριο δεξιά, ο Άγιος Γεώργιος και βορειότερα κτίσματα. Σχέδιο σε μολύβι του αρχιτέκτονα Λέο φον Κλέντσε (Leo von Klenze 1784-1864).
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο νάρθηκας (αψιδωτή στοά), ο γυναικωνίτης και το καμπαναριό του Αγίου Γεωργίου σύμφωνα με την μαρμάρινη επιγραφή ολοκληρώθηκαν το Φεβρουάριο του 1834 καθώς και ότι ο νάρθηκας του Αγίου Γεωργίου χρησίμευσε ως πρότυπο κατά την διαμόρφωση των σχεδίων, από τον Klenze, για την καθολική εκκλησία του Διονυσίου Αρεοπαγίτου στην Αθήνα. Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι ότι τα κιονόκρανα της στοάς του Αγίου Γεωργίου και της στοάς του Διονυσίου Αρεοπαγίτου έχουν ως πρότυπο τα κιονόκρανα της στοάς του Ενετικού κτιρίου. Μεταξύ του ενετικού κτιρίου και του καμπαναριού του Αγίου Γεωργίου εικονίζεται η κλίμακα ανόδου στο γυναικωνίτη. Το μικρό υπάρχον σήμερα πρόσθετο ισόγειο κατάστημα, καφενείο, μεταξύ του καμπαναριού και του ενετικού κτιρίου προφανώς φτιάχτηκε πριν από τον πόλεμο.
Ο Άγιος Γεώργιος ως γνωστόν κτίσθηκε ως τζαμί κατά την πρώτη Τουρκοκρατία στη θέση καθολικού ενετικού ναού. Στα χρόνια της Β’ Τουρκοκρατίας 1715-1821 το ενετικό κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως λατρευτικό κτίριο, τεκές,[2] των αιρετικών Μπεκτασήδων και συνυπήρχε με το διπλανό μουσουλμανικό τζαμί (Άγιο Γεώργιο). Μετά την απελευθέρωση το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας χωροφυλακής [3] και μερικοί χώροι χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς ως σχολείο της πόλης [4]. Αλλά στο κτίριο αυτό στεγάστηκε κατά την Ελληνική Επανάσταση το 1825 το «Τυπογραφείο της Διοικήσεως» [5] με διευθυντή τον Παύλο Πατρίκιο, ο οποίος φρόντισε μαζί με τον Αστυνόμο και βρήκε οίκημα «αρμόδιον δια την σύστασιν της ρηθείσης τυπογραφείας, κείμενον πλησίον του Υπουργείου των Εσωτερικών». Από τον Σεπτέμβριο του 1825 αποφασίστηκε η έκδοση της «Γενικής Εφημερίδας της Ελλάδας» με εφημεριδογράφο τον Θεόκλητο Φαρμακίδη. Την εποχή αυτή έφθασε στο Ναύπλιο και ένα καινούριο αγγλικό πιεστήριο των μηχανουργείων Τέϊλορ-Μαρτινό (Taylor-Martineau) με έκκεντρη κίνηση. Η τυπογραφία της Διοικήσεως διέθετε τρία τυπογραφεία και από την εποχή αυτή (1825) άρχισαν να τυπώνονται και διάφορα άλλα βιβλία.
Το 1827 το τυπογραφείο μεταφέρθηκε από την Αίγινα στον Πόρο και πάλι στο Ναύπλιο. Την έκδοση της «Γενικής Εφημερίδας» ανέλαβε ο Γ. Χρυσίδης, όπου εκδόθηκε το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδας» της Τροιζήνας και ο «Κώδιξ της Γ’ Συνελεύσεως». Για το ενετικό κτίριο στο Ναύπλιο όπου πρωτολειτούργησε προφανώς σύμφωνα με τα παραπάνω, το πρώτο «Τυπογραφείο της Διοικήσεως», στα χρόνια της Επανάστασης και επί Καποδίστρια το πρώτο τυπογραφείο του ελεύθερου Ελληνικού Κράτους ο Δήμος Ναυπλίου έχει ήδη εκπονήσει μελέτη αναπαλαίωσης σε συνεργασία με το Ε.Μ.Π. με σκοπό τη χρηματοδότηση από το Υπουργείο Πολιτισμού, προκειμένου να στεγασθεί σε αυτό το «Μουσείο της πόλεως Ναυπλίου», είναι αναγκαίο και ώριμο αίτημα των καιρών.
Ωστόσο η χρηματοδότηση για την αναπαλαίωση έχει δυστυχώς καθυστερήσει και το κτίριο κινδυνεύει να καταρρεύσει ολοσχερώς από τις καιρικές συνθήκες. Ο Δήμος Ναυπλίου σε συνεργασία με το ΥΠΠΟ ή με άλλο φορέα είναι αναγκαίο να προχωρήσει τις διαδικασίες για την αναπαλαίωση του κτιρίου το συντομότερο δυνατόν. Το Ναύπλιο, ως γνωστόν, έχει μακρά παράδοση στην τυπογραφία από τα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης.
Στην απαλλοτριωμένη νεοκλασική οικία του 1878, από το Υπουργείο Πολιτισμού, πρώην ιδιοκτησία Σ. Ε. Βίγγα, στην πλατεία Συντάγματος δίπλα στον Πλάτανο, όπου λειτουργούσε τυπογραφείο και εκδιδόταν τοπική εφημερίδα «ΑΡΓΟΛΙΣ» σώζονται δύο παλιές, παρόμοιες τυπογραφικές μηχανές του 1830 κατασκευασμένες στο Λονδίνο: α) Τυπογραφική μηχανή μάρκας Hopkinson 1830, Hopkinson COPE, Finnsbury London διαστ. 2,08X0,93μ. β) Τυπογραφική μηχανή John & Jep Barrett 1830, excorsor R. W. COPE, Finnsbury London, διαστ. 2,20X0,97 μ. Πρόκειται για γερές μεταλλικές κατασκευές όπου στηρίζονται σε τέσσερα πόδια διαμορφωμένα σε λεοντοπόδαρα.
Οι διαβρωμένες από την υγρασία μηχανές διατηρούνται σε κακή κατάσταση και πρέπει το συντομότερο να συντηρηθούν. Όταν λειτουργήσει το «Μουσείο της Πόλεως Ναυπλίου», στο ενετικό κτίριο της πόλης, το οποίο είναι ώριμο αίτημα των καιρών, πρέπει να εκτεθούν στο χώρο αυτό, όπου πρωτολειτούργησε το 1825 το «Τυπογραφείο της Διοικήσεως».
Υποσημειώσεις
[1] Σέμνη Καρούζου, Το Ναύπλιο 1979, εικ. 83. Μ. Κασιμάτη, Εθνική Πινακοθήκη, Αθήνα Μόναχο, Τέχνη και Πολιτισμός στη νέα Eλλάδα, 2000, 572-573, εικ. 281.
[2] Τάκης Μαύρος, Χάρτης Ναυπλίου α’ ημίσεως ΙΘ’ αιώνα, αρ. 8. Ναυπλιακά Ανάλεκτα VII, 2009.
[3] Μαύρος οπ. 8.
[4] Μ. Λαμπρυνίδης, Η Ναυπλία, Γ’ έκδοση 1975, 301.
[5] Αικ. Κουμαριανού, Ο Τύπος στη μαχόμενη Ελλάδα, «Ελευθεροτυπία», Ιστορικά, 1821 οι αθέατες όψεις, 25/3/2008, 145-148. Ιωάννη Κ. Μαζαράκη Αινιάν, Τα Ελληνικά Τυπογραφεία του Αγώνα, «Ελευθεροτυπία» Ιστορικά ο.π, 155-164, ειδικ. 162-163.
Χρήστος Πιτερός
Αρχαιολόγος Δ΄ ΕΠΚΑ Ναυπλίου
Ναυπλιακά Ανάλεκτα VII, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, Δεκέμβριος 2009.
Διαβάστε ακόμη:
- Τόμπρας Κωνσταντίνος – Ο πρώτος Έλληνας τυπογράφος στην Επανάσταση του 1821
- Ναύπλιο. Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, 1834
- Εφημερίδα της Κυβερνήσεως – Το Ναύπλιον γενέθλιος πόλις της εφημερίδος της Κυβερνήσεως
- Ελληνική Τυπογραφία στη διαδρομή πέντε αιώνων
Σχολιάστε