Λαζάρου ή Ορλώφ
Μία μεγάλη οικογένεια, που τα μέλη της διακρίθηκαν τόσο για τους αγώνες εναντίον των Τούρκων όσο και για τις προσφορές τους στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821, είναι η οικογένεια Λαζάρου ή Ορλώφ. Εγκαταστάθηκε από τη Μάνη στις Σπέτσες, στις αρχές του 17ου αιώνα, γι’ αυτό και τα μέλη της, τα αποκαλούσαν «Μανιάτες».
Όταν το 1768 – κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο – σχεδιάστηκε στην Πετρούπολη η εκστρατεία των Ρώσων στη νότια Πελοπόννησο, οι αδελφοί Λαζάρου, Βασίλειος με το βρίκι του «Λυκούργος», Γκίκας με το βρίκι του «Θεομήτωρ» και Μανώλης με το βρίκι του «Τηλέμαχος», έθεσαν τους εαυτούς τους και τα πλοία τους, στη διάθεση του ρωσικού στόλου. Το γεγονός αυτό εκτίμησε ιδιαίτερα η Αυτοκράτειρα Αικατερίνη η Μεγάλη και πολύ σύντομα τους χάρισε την εύνοιά της.

Προσωπογραφία του Βασιλείου Ν. Λαζάρου – Ορλώφ. Ελαιογραφία σε μουσαμά του Βασιλείου Μαλλιάση. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Αρ. Ταυτότητας: 2725.
Υπηρέτησαν καθόλη τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου, κάτω από τις διαταγές των αδελφών Αλεξίου και Θεοδώρου Γρηγορίεβιτς Ορλώφ και, αφού ξεσήκωσαν και άλλους Σπετσιώτες, βοήθησαν με κάθε τρόπο το ρωσικό κίνημα, γιατί πίστεψαν ότι οι Ορλώφ μπορούσαν να συμβάλουν στην αποτίναξη του τουρκικού ζυγού από τη σκλαβωμένη Πατρίδα τους.
Ατυχώς, το κίνημα εκείνο των Ορλώφ – γνωστό ως «Ορλωφικά» – απέτυχε και οι Σπετσιώτες πλήρωσαν πολύ ακριβά τη συμμετοχή τους σ’ αυτό. Ο Οθωμανός στρατηγός Μπεκήρ Αγάς πέρασε στις Σπέτσες από την απέναντι πελοποννησιακή ακτή, την Κόστα, με 2000 τουρκαλβανούς, που «έθυσαν και απώλεσαν». Πολλοί από τους κατοίκους του νησιού, για να σωθούν, κρύφτηκαν σε μία μεγάλη σπηλιά, που βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά των Σπετσών, και που φέρει από τότε την ονομασία «σπηλιά του Μπεκίρη».
Οι αδελφοί Λαζάρου, μετά την αποτυχία του ρωσικού κινήματος, γύρισαν στο κατεστραμμένο νησί τους, που οι κάτοικοί του τους αποκαλούσαν «Ορλώφηδες». Έτσι, από τότε, το όνομα Ορλώφ παρέμεινε στους Λαζάρου, σαν επώνυμό τους.
Κατά την περίοδο της Επανάστασης του Εικοσιένα ο εξοπλισμός, η συντήρηση και ο πολεμικός εφοδιασμός των καραβιών των αδελφών Λαζάρου ή Ορλώφ γινόταν από τους ίδιους, με χρήματα δικά τους. Τη μεγάλη περιουσία τους, που απέκτησαν από τις εμπορικές επιχειρήσεις και μεταφορές, αλλά και κυρίως από τη θαρραλέα διάσπαση του Ευρωπαϊκού Ηπειρωτικού αποκλεισμού, που είχε κηρύξει η Αγγλία για να εμποδίσει τον εφοδιασμό του Ναπολέοντα, διέθεσαν για την ενίσχυση του Ιερού Αγώνα. Η τολμηρή αυτή τακτική τούς απέφερε όχι μόνο σημαντικά κέρδη αλλ’ αποτέλεσε γι’ αυτούς και τα πληρώματα των καραβιών τους άριστη εκγύμναση για τις μελλοντικές συγκρούσεις τους, κατά την περίοδο του απελευθερωτικού αγώνα.
Ο Βασίλειος Λαζάρου ή Ορλώφ, όταν εξερράγη η Επανάσταση του Εικοσιένα, πρόσφερε για τον αγώνα 500.000 τάλιρα και, μαζί με τα αδέλφια του και τα καράβια τους, έλαβε μέρος σε πολλές ναυμαχίες και πολιορκίες φρουρίων. Μετά τη λήξη του αγώνα έζησαν μέχρι τα βαθιά τους γηρατειά στο νησί, αφού η ελεύθερη πια πολιτεία τους είχε διακριτικά τιμήσει.
Πέθαναν και οι τρεις στις Σπέτσες και ο τάφος τους βρίσκεται στο κοιμητήριο των Αγίων Πάντων.[1]
Ο ναυτιλιακός οίκος Λαζάρου Ορλώφ
Ο ναυτιλιακός οίκος Λαζάρου Ορλώφ συγκροτήθηκε από μέλη της οικογένειας Λαζάρου που εγκαταστάθηκαν στις Σπέτσες πριν τα μέσα του 18ου αιώνα, με καταγωγή από την Μάνη.
Ο Λάζαρος Λαζάρου ή Μανιάτης γεννήτορας της οικογένειας απέκτησε δύο γιούς, τον Ιωάννη και τον Ανδριανό οι οποίοι εμφανίζονται να δραστηριοποιούνται ως καπετάνιοι σε πλοία από το 1756. Σημαντικότερη εμφανίζεται η τρίτη γενιά της οικογένειας προερχόμενη από τον κλάδο του Ιωάννη Λαζάρου, τα αδέρφια Αθανάσιος, Δημήτριος,[2] Γεώργιος και Νικόλαος.
Κατά την διάρκεια της ελληνικής επανάστασης η οικογένεια Λαζάρου Ορλώφ συμμετείχε στον πολεμικό στόλο του νησιού των Σπετσών με 8 ιδιόκτητα της πλοία, τα περισσότερα που διέθεσε οικογένεια πλοιοκτητών. Πολλά μέλη της οικογένειας υπηρετούν ως πλοίαρχοι και διοικητές των οικογενειακών τους πλοίων, ενώ την ίδια περίοδο ο Νικόλαος Δ. Λαζάρου τελεί τα καθήκοντα του διοικητή του σπετσιώτικου στόλου έως ένα άλλο μέλος της οικογένειας ο Ιωάννης Νικολάου Λαζάρου εκλέγεται το 1822 Μινίστρος των Ναυτικών.
Μετά την λήξη της Επανάστασης, η οικογένεια Λαζάρου Ορλώφ συγκροτεί τον ναυτιλιακό οίκο, στο πλαίσιο του οποίου, την περίοδο 1830-1870, δραστηριοποιούνται συνολικά 21 μέλη που αποτελούνται κυρίως από τους απογόνους του Δημητρίου Ιωάννου, Γεώργιο, Θεόδωρο, Νικόλαο, Αθανάσιο και Εμμανουήλ και τους υιούς τους, φτάνοντας ήδη τις πέντε γενιές πλοιοκτητών και καπετάνιων. Τα μέλη του ναυτιλιακού οίκου συμμετέχουν διαδοχικά στην ιδιοκτησία μεριδίων 25 πλοίων με βάση τα οποία συγκροτούν 41 ναυτιλιακές επιχειρήσεις κατέχοντας συνολική χωρητικότητα 8318 τόνων.
Η πλοιοκτησία του ναυτιλιακού οίκου Λαζάρου αφορούσαν κυρίως πλοία οικογενειακής ιδιοκτησίας και διαχείρισης που παρέμεναν στα χέρια των μελών της οικογένειας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού αποτελεί το πλοίο «Φιλοκτήτης» που κατασκευάστηκε για λογαριασμό του Εμμανουήλ Δημητρίου Λαζάρου το 1818 στις Σπέτσες. Το διάστημα 1818-1820, συνεχίζει να αποτελεί, κατά την πλειοψηφία των μεριδίων του, ιδιοκτησία του Εμμανουήλ Δημητρίου Λαζάρου, με συνιδιοκτήτες τους Δημητράκη Λαζάρου, Χατζηπαναγιώτη Πολίτη και Αναγνώστη Τροχάνη. Το πλοίο «Φιλοκτήτης» εξακολουθεί να ταξιδεύει, την περίοδο 1830-1844, με βασικό και σταθερό ιδιοκτήτη του τον Εμμανουήλ Δημητρίου Λαζάρου, ενώ περιστασιακά συμμετέχουν στην ιδιοκτησία του οι αδερφοί Κώνστας, Ιωάννης, Μιχαήλ και Παναγιώτης Τροχάνης και οι Κώνστας και Μιχαήλ Χατζηπαναγιώτης, απόγονοι των ιδιοκτητών του προεπαναστατικά.
Τα πολυάριθμα μέλη του ναυτιλιακού οίκου Λαζάρου Ορλώφ συγκροτούσαν πάνω από τις μισές ναυτιλιακές τους επιχειρήσεις σε συνεργασία με μέλη άλλων ναυτιλιακών οίκων, προερχόμενων από το στενό και ευρύτερο οικογενειακό και συγγενικό τους δίκτυο. Συνολικά η οικογένεια Λαζάρου Ορλώφ συνδέονταν με συγγενικές σχέσεις με 23 άλλες οικογένειες εκ των οποίων οι 9 αποτελούσαν τις σημαντικότερες ναυτιλιακές οικογένειες του νησιού, όπως η οικογένεια Κούτση, Μέξη, Μωριάτη και Μπόταση. Πέραν των σπετσιώτικων οικογενειών, συνδέονταν με συγγενικές σχέσεις με σημαντικές εμπορικές οικογένειες της Πελοποννήσου, όπως η οικογένεια Χατζηπαναγιώτη Πολίτη.[3]
Υποσημειώσεις
[1] Ηλίας Ν. Γαλέττας – Μαρίκα Β. Μπουζουμπάρδη, Σπέτσες, Ιστορία Λαογραφία, τόμος Ά, έκδοση, Ένωση Σπετσιωτών, 2004, σελ. 303.
[2] Σημείωση Βιβλιοθήκης: H Σκεύω, κόρη του Υδραίου ναυτικού Κόκκινη, χήρα του Υδραίου Σταυριανού Πινότση και μητέρα της Μπουμπουλίνας, είχε παντρευτεί, σε δεύτερο γάμο (1776), τον Σπετσιώτη πλοίαρχο Δημ. Λαζάρου ή Ορλώφ με τον όποιο χάρισε στην Λασκαρίνα οκτώ αδέλφια: έξη αγόρια και δύο κορίτσια.
[3] Ναυτιλιακή Ιστορία – Ιόνιο Πανεπιστήμιο (Τμήμα Ιστορίας)
Πηγές
- Ηλίας Ν. Γαλέττας – Μαρίκα Β. Μπουζουμπάρδη, Σπέτσες, Ιστορία Λαογραφία, τόμος Ά, έκδοση, Ένωση Σπετσιωτών, 2004.
- Ναυτιλιακή Ιστορία – Ιόνιο Πανεπιστήμιο.
Διαβάστε ακόμη:
Σχολιάστε