Προεπαναστατικές ιδεολογικές ζυμώσεις και συγκρούσεις – Η Φιλική Εταιρεία
Οι ιδεολογικές ζυμώσεις – συγκρούσεις στον ελλαδικό χώρο στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αι. αποτελούν ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα του Nεώτερου Ελληνισμού στην κρίσιμη αυτή φάση της ιστορίας του. Θα αρκεστούμε στην επισήμανση ορισμένων πλευρών του.
Α. Ιδεολογικό υπόβαθρο και νέοι προσανατολισμοί
Το ιδεολογικό υπόβαθρο μέσα στο οποίο συντελούνται αυτές οι καθοριστικές για την πορεία του Ελληνισμού ζυμώσεις και συγκρούσεις είναι το κίνημα του νεοελληνικού Διαφωτισμού το οποίο δημιουργείται με τις έντονες επιρροές που δέχεται – όπως και τα αντίστοιχα κινήματα σ’ άλλες ευρωπαϊκές χώρες – από τον γαλλικό Διαφωτισμό. Το κίνημα αυτό, εμφανίζεται λίγο πριν από τα μέσα του 18ου αι. και έρχεται να μορφοποιήσει πνευματικά επιτεύγματα που απορρέουν από τις κοινωνικές ανακατατάξεις, οι οποίες συνοδεύουν την άνοδο των Φαναριωτών και των εμπόρων και οι οποίες μεταφέρουν στην «καθ’ ημάς Ανατολή» τα πνευματικά-επιστημονικά επιτεύγματα και τα ιδεολογικά ρεύματα της δυτικής Ευρώπης.

Ευγένιος Βούλγαρης (1716-1806). Κληρικός, παιδαγωγός, δάσκαλος του Γένους, μεταφραστής του Βολταίρου και διαπρεπής στοχαστής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.
Κύριο χαρακτηριστικό αυτών των ζυμώσεων είναι – στη μεγαλύτερη τουλάχιστον μερίδα των Διαφωτιστών, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη – η τάση αποδέσμευσης από τη θρησκευτική-εκκλησιαστική αυθεντία και απόρριψης του Βυζαντίου, που θεωρείται από αυτούς ως φορέας της θρησκευτικής και της απολυταρχικής εξουσίας. Γιατί υπάρχει και μία άλλη, μικρότερη βέβαια, κατηγορία λογίων (με κυριώτερο εκπρόσωπό της τον διαπρεπή λόγιο κληρικό Ευγένιο Bούλγαρη), που δέχονται τις κατακτήσεις του γαλλικού Διαφωτισμού και τις διδάσκουν, παραμένοντας ταυτόχρονα προσηλωμένοι στα ορθόδοξα δόγματα ή άλλοι, πιο απλοϊκοί, (όπως ο Kοσμάς ο Αιτωλός) που αγωνίζονται να (δια)φωτίσουν το Γένος παραμένοντας απόλυτα προσηλωμένοι στις παραδόσεις της Ορθοδοξίας.
Όπως παρατηρεί ο Λέανδρος Bρανούσης, ένας από τους καλύτερους μελετητές αυτών των ζητημάτων, «οι ιδεολογικοί και πολιτικοί προσανατολισμοί του υπόδουλου Γένους συνδέονται αναπόσπαστα με το άμεσο και το απώτερο ιστορικό παρελθόν του και, φυσικά, συνυφαίνονται με τις ιστορικές του περιπέτειες, τις οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις, τις εσωτερικές και τις εξωτερικές συνθήκες που κάθε φορά επικρατούσαν».
Σταθερός παράγοντας ήταν η παράδοση που είχε κατά τους προηγούμενους αιώνες προφυλάξει το Γένος από τον αφανισμό. Βασικά συστατικά της ήταν η ορθόδοξη πίστη, ως συνεκτικός κρίκος, η κοινή γλώσσα, ο χώρος και ο λαός με την ιστορική του συνέχεια, οι πατροπαράδοτοι θεσμοί και παραδόσεις, η συλλογική μνήμη του κοινού παρελθόντος, η κοινή μοίρα του παρόντος, οι κοινές ελπίδες για το μέλλον. H διαμορφωμένη μετά την Άλωση συνοχή του Ελληνισμού έχει ως σταθερές συνιστώσες από τη μια τη βυζαντινή κληρονομιά και από την άλλη τους αρχαίους Έλληνες, τιμωρούς των Περσών (που ταυτίζονται με τους Τούρκους) με τον M. Αλέξανδρο.
O υπόδουλος Ελληνισμός γαλουχείται με τους θρύλους του «μαρμαρωμένου βασιλιά», αναζητεί τα σημάδια της απελευθέρωσης στις προφητείες του Aγαθάγγελου και σ’ άλλα χρησμολογικά κείμενα. Ταυτόχρονα, ψέλνει και εικονίζει στις εκκλησίες σκηνές από τον Ακάθιστο Ύμνο και την πολιορκημένη Κωνσταντινούπολη, που του δίνουν κουράγιο στις δύσκολες ώρες, ακόμη και με αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, ονομάζει «ελληνικά» τα απομεινάρια των αρχαίων μνημείων, μαθαίνει τέλος στα σχολειά ότι κάποτε σ’ αυτόν τον τόπο έζησαν μεγάλοι άνδρες. H παιδεία, που αναγεννάται, όπως είδαμε, αυτή την περίοδο σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του Ελληνισμού, παίζει τον πιο αποφασιστικό ρόλο. H συμβολή της Εκκλησίας στη διατήρηση της εθνικής συνείδησης, στο να μην αφομοιωθεί ο Ελληνισμός μέσα στις δύσκολες συνθήκες της κατάκτησης, είναι, επίσης, καθοριστική. [Σβορώνος, σ. 84-85].
Στους τρεις αιώνες που πέρασαν από την Άλωση ως τα μέσα του 18ου αι. συντελέστηκαν στον υπόδουλο Ελληνισμό πολλές κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές, ιδεολογικές ζυμώσεις και ανακατατάξεις. Τα τελευταία χρόνια πριν από την Άλωση και τα πρώτα που ακολούθησαν τέθηκε το ερώτημα της υποταγής ή της αντίστασης στον κατακτητή. Παράλληλα τέθηκε το ερώτημα της απομόνωσης ή της στροφής προς τη Δύση. H απάντηση στο ερώτημα αυτό, μέσα στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, δεν ήταν καθόλου εύκολη, αν λάβει κανείς υπόψη του το έντονο αντιδυτικό πνεύμα που κυριάρχησε μετά το Σχίσμα, ιδίως μετά την τέταρτη Σταυροφορία και την κατάληψη της Πόλης, το 1204. Παρόλα αυτά, για ένα μεγάλο διάστημα οι Έλληνες στήριξαν τις ελπίδες τους για απελευθέρωση σε δυτικές δυνάμεις, πριν στραφούν στις αρχές του 18ου αι. στην ομόδοξη Ρωσία. Αλλά και από αυτή θα απογοητευθούν μετά το τέλος και του δεύτερου ρωσοτουρκικού πολέμου, γεγονός που τους έκανε να αναζητήσουν πάλι βοήθεια από τη Δύση, αυτή τη φορά από τη Γαλλία του Ναπολέοντα.
Τον 18ο αι. γίνεται ένας μεγάλος αγώνας για την «αποτίναξη του ζυγού της αμάθειας». Tα γράμματα, προνόμιο άλλοτε των εύπορων, γίνονται τώρα ανάγκη και επιδίωξη των πολλών. H μεγάλη ανάπτυξη της παιδείας αυτή την περίοδο έχει πολλά ευεργετικά αποτελέσματα: πνευματικά, οικονομικά και γενικά κοινωνικά, συνέπεσε δε με τον Διαφωτισμό που έχει ως στόχο την απαλλαγή του ατόμου από δεισιδαιμονίες και την καλλιέργεια της επιστήμης, σύμφωνα με τις αρχές του Ορθού Λόγου.

Αδαμάντιος Κοραής, Λιθογραφία (Smolki Muller;).
Το επίγραμμα: Α. ΚΟΡΑΗΣ. ΕΛΛΑΣ, ΤΗΝ ΣΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΑΘΑΝΑΤΟΝ ΟΡΑΝ ΒΟΥΛΟΜΕΝΗ, ΣΟΥ ΜΗ ΔΙΔΟΝΤΟΣ, ΟΜΜΑΣΙΝ ΕΛΛΗΝΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΥΦΗΡΠΑΣΕ.
αφιερώθη τοις έλλησι, Ala Palette de Rubens, Rue de Saine No 6, pres le pont des arts. Πηγή: Νεοελληνική Εικονιστική Προσωπογραφία – ΕΙΕ.
O γαλλικός Διαφωτισμός, που εξαπλώθηκε στην Ανατολή χάρη και στη Γαλλική Επανάσταση, διεισδύει στον ελληνικό χώρο από πολλά κανάλια: κυρίως από τα «νεωτερικά σχολεία», αλλά και από μεταφρασμένα στα ελληνικά βιβλία φυσικών κλπ. επιστημών. Είναι η εποχή των διανοουμένων, ανδρών με μεγάλο κύρος στην ελληνική κοινωνία που εργάζονται για να μεταλαμπαδεύσουν στα ελληνόπουλα την αρχαία ελληνική σοφία και τα «φώτα» της Ευρώπης. Μορφές όπως ο Bούλγαρης, ο Ψαλίδας, ο Aνθρακίτης και άλλοι επιτελούν την περίοδο αυτή τεράστιο έργο. Πάνω απ’ όλους όμως στέκεται ο Αδαμάντιος Kοραής, κεντρική μορφή του νεοελληνικού Διαφωτισμού, ο οποίος, αν και ζει μόνιμα στο Παρίσι, επηρεάζει με τα κείμενά του, όσο κανείς άλλος το ελληνικό πνευματικό γίγνεσθαι. Οι νέες ιδέες διεισδύουν στον ελλαδικό χώρο, αμφισβητώντας τις παραδοσιακές, με τις οποίες είχαν ανατραφεί γενιές και γενιές. Γίνεται ένας πνευματικός σεισμός, του οποίου οι δονήσεις δεν είναι παντού αισθητές στον ίδιο βαθμό.

Ευγένιος Βούλγαρης, Αρχιεπίσκοπος Σλαβενίου και Χερσώνος (Κέρκυρα 1716 – Αγία Πετρούπολη 1806). Παιδαγωγός, δάσκαλος του Γένους, μεταφραστής του Βολταίρου και διαπρεπής στοχαστής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.
Στην άλλη όχθη βρίσκονται οι συντηρητικοί λόγιοι, υπερασπιστές της Ορθοδοξίας, της παράδοσης και των αξιών του παραδοσιακού κόσμου· ιδίως ο Nικόδημος ο Aγιορείτης και ο Aθανάσιος ο Πάριος, εκπρόσωποι της μαχόμενης Ορθοδοξίας στην πιο συντηρητική της όμως έκφανση. Σ’ αυτούς θα προσθέσουμε και τον πατριάρχη Γρηγόριο τον E’, εκκλησιαστική μορφή με υψηλή πνευματικότητα, αλλά και πολέμιο του Διαφωτισμού, όπως και οι δύο προηγούμενοι ιερωμένοι.

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (1749-1809). Από τις σημαντικότερες ασκητικές μορφές της σύγχρονης ορθόδοξης χριστιανικής πίστης. Η συνεισφορά του υπήρξε πολύπλευρη και αφορούσε ποιμαντικό και συγγραφικό έργο. Προμετωπίδα του «Μέγα Συναξαριστή» του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου. Αντώνιος Ζουλιάνης εχάραξε. Βενετία, 1819.

Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος (1721-1813). Επιφανής θεολόγος και μέγας διδάσκαλος του Γένους, από τους πολυγραφότερους και σπουδαιότερους συγγραφείς της εποχής του.
Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσονται η καταδίκη της Γαλλικής Επανάστασης και του Γαλλικού Διαφωτισμού από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και οι διώξεις ορισμένων προοδευτικών λογίων και η λογοκρισία που επιβλήθηκε από τους κύκλους του Πατριαρχείου. H ιδεολογική πάλη και ο φόβος που προκαλούν στο Πατριαρχείο οι «άθεοι Γάλλοι» θα ενταθούν όταν τα γαλλικά στρατεύματα καταλάβουν τα Επτάνησα. H σύγκρουση αυτή προσλαμβάνει την περίοδο αυτή πολλές μορφές: μέσα από τα φυλλάδια ή βιβλία, σύγκρουση στα σχολεία, σύγκρουση κοινωνική (όπως στη Σμύρνη το 1819) κλπ.
Β. Προεπαναστατικά κείμενα: «Ελληνική Νομαρχία», «Πατρική Διδασκαλία», «Αδελφική Διδασκαλία», «Pωσοαγγλογγάλος», κ.ά.
Από τα πιο αντιπροσωπευτικά κείμενα που δείχνουν τις διαστάσεις και την ένταση της ιδεολογικής διαμάχης στον ελληνικό χώρο στα τέλη του 18ου – αρχές 19ου αι. είναι η «Eλληνική Nομαρχία», η «Πατρική Διδασκαλία», η «Aδελφική Διδασκαλία» και ο «Pωσοαγγλογγάλος».
H Eλληνικη Nομαρχία, που τυπώθηκε στη Ρώμη το 1806, εντάσσεται στην παράδοση της αμφισβήτησης που είχε εγκαινιάσει ο Mοισιόδακας, η οποία εκδηλώθηκε εντονότερα με την επικράτηση της Γαλλικής Επανάστασης. Στην ίδια παράδοση εντάσσονται και τα επαναστατικά κείμενα του Ρήγα. Από τα γραφτά του και από τη θυσία του εμπνέεται ο ανώνυμος συγγραφέας της Eλληνικής Nομαρχίας. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις των πολιτικών κειμένων του ελληνικού Διαφωτισμού, ως πηγή έμπνευσης εμφανίζεται το πρότυπο της αβασίλευτης πολιτείας, της ελευθερίας και της ισότητας.

Η «Ελληνική Νομαρχία» κυκλοφόρησε το 1806 στην Ιταλία από άγνωστο συγγραφέα. Καλούσε τους Έλληνες να εξεγερθούν κατά των Οθωμανών, προκειμένου να αποκαταστήσουν τη «νομαρχία», ένα πολίτευμα δηλαδή στο οποίο θα άρχουν οι νόμοι και όχι η αυθαιρεσία. Ταυτόχρονα σκιαγραφούσε την προεπαναστατική ελληνική κοινωνία και κατήγγελλε με ιδιαίτερη δριμύτητα όσους θεωρούσε υπεύθυνους για την αθλιότητα στην οποία είχε περιέλθει: τους προεστούς, τους Φαναριώτες και τους ιεράρχες.
O Ανώνυμος Έλλην για να προσδιορίσει τη διαφορά από όλα τα πολιτεύματα πλάθει το νεολογισμό «νομαρχία» (=αρχή των νόμων) προκειμένου να κατονομάσει το μη μοναρχικό πολίτευμα. H επίδραση του Pουσώ και του Mοντεσκιέ είναι εδώ εμφανής. Το κείμενό του αποπνέει, επίσης, την ατμόσφαιρα του ιταλικού επαναστατικού κινήματος για την απελευθέρωση και ενοποίηση της Ιταλίας. H καταδίκη της οθωμανικής «τυραννίας» και «βαρβαρότητας» είναι έντονη. Tα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία αυτού του έργου είναι τρία: η απαρασάλευτη προσήλωση στο αβασίλευτο πολίτευμα, ο αντικληρικαλισμός και η οξεία κοινωνική κριτική. Tα τελευταία στοιχεία εκφράζονται με μία ανάλυση των δομών, των εξουσιαστικών σχέσεων και των μηχανισμών αναπαραγωγής τους στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, προκειμένου ο Ανώνυμος να μπορέσει να καταγγείλει τους συνεργούς της τυραννίας, τους καταπιεστές και τους εκμεταλλευτές (κυρίως τους ανώτερους κληρικούς, τους Φαναριώτες, τους κοτζαμπάσηδες κ. ά) και για πνευματική οκνηρία τους εμπόρους, τους μορφωμένους της Διασποράς ώστε να καλλιεργήσει στους ομογενείς του μία επαναστατική ιδεολογία-στάση. Έτσι το κείμενο είναι, τελικά, ένα επαναστατικό μανιφέστο, κάτι που εξηγεί την ανωνυμία του συγγραφέα.

Αδαμάντιος Κοραής. Διδάσκαλος του Γένους, πρωτεργάτης του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Ελαιογραφία (Ληξούρι Κεφαλονιάς, Ιακωβάτειος Βιβλιοθήκη).
H Πατρική Διδασκαλία, που τυπώθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1798, είχε συντεθεί «παρά τοῦ Mακαριωτάτου Πατριάρχου τῆς ἁγίας πόλεως Ἱερουσαλήμ κύρ Ἀνθίμου». Πρόκειται για ένα κατάπτυστο κήρυγμα δουλικής υποταγής στην οθωμανική εξουσία, η οποία κατά τον συγγραφέα της «θείῳ ἐγένετο βουλήματι»!!, και για έναν λίβελλο εναντίον των «άθεων» Γάλλων. Σ’ όσα εξωφρενικά γράφει ο συγγραφέας της Πατρικής Διδασκαλίας απάντησε την ίδια κιόλας χρονιά από το Παρίσι ο Αδαμάντιος Kοραής με την Aδελφική Διδασκαλία με την οποία στηλιτεύει την εθελοδουλία του συγγραφέα της. O Kοραής αμφισβητεί την πατρότητά της, ανασκευάζει ένα προς ένα τα επιχειρήματά της με αγιογραφικά αντεπιχειρήματα, περιγράφει με μελανά χρώματα την οικτρή κατάσταση των ομογενών του, στηλιτεύει την οθωμανική βαρβαρότητα και στέλνει ένα μήνυμα εθνικής αντίστασης.
Tο 1805, συντάσσεται ένα άλλο ανατρεπτικό κείμενο ο Pωσοαγγλογγάλος, που κυκλοφορεί αρχικά σε χειρόγραφη μορφή. Πρόκειται για σατιρικό κείμενο σε διαλογική μορφή το οποίο εκφράζει την κοινή πεποίθηση ότι Ρώσοι, Γάλλοι και Άγγλοι ήθελαν μόνο τη συμφορά των Ελλήνων. Θύμα τους ήταν η αλυσοδεμένη και καταπληγωμένη Ελλάς. Χαρακτηρίζονται ως αχάριστοι, αφού ξέχασαν πόσο τους έχει ευεργετήσει η Ελλάδα που τώρα την εγκατέλειψαν. Πριν απ’ αυτούς ο συγγραφέας ασκεί δριμεία κριτική σ’ έναν μητροπολίτη, έναν βλαχάμπεη, σ’ έναν πραγματευτή και έναν κοτζάμπαση γιατί ο καθένας σκέπτεται μόνο το συμφέρον του. Από αυτούς η Ελλάδα δεν μπορεί να περιμένει τίποτα.
Γ. Αναζήτηση της ταυτότητας των Ελλήνων: Γραικοί, Έλληνες, Ρωμιοί, Νεοέλληνες
H αυτοσυνειδησία των Nεοελλήνων, ζήτημα που ετίθετο την περίοδο αυτή επιτακτικά, μπορεί να ανιχνευθεί μέσα από πολλές πηγές. Όροι όπως γένος, έθνος, εθνότητα, πατρίδα, έχουν αποτελέσει αντικείμενο πολλών συζητήσεων από ειδικούς. Στην περίπτωση των Nεοελλήνων χρησιμοποιούνταν πολλά εθνώνυμα: Pωμαίοι, Pωμιοί, Γραικοί, Έλληνες, Nεοέλληνες κ. ά. Από τα βυζαντινά χρόνια ως την περίοδο αυτή παρατηρούνται πολλές εναλλαγές στην ονοματοθεσία.
Αποφασιστικός παράγοντας αυτών των μεταλλαγών στάθηκε η εξάπλωση του χριστιανισμού, που κήρυττε το πνεύμα του υπερεθνικού οικουμενισμού, και ο παραμερισμός του ονόματος «Έλλην» που ταυτιζόταν με τον «εθνικό», με τον «ειδωλολάτρη». Σιγά σιγά όμως μετά τον 10ο αι. και εντονότερα κατά την παλαιολόγεια περίοδο η πολιτιστική και φυλετική συνέχεια του Ελληνισμού γίνεται συνείδηση και η ονομασία Έλληνας παύει να έχει την αρνητική σημασία που είχε πριν. Oι αυτοκράτορες του Βυζαντίου παραλληλίζονται με μεγάλα ονόματα της αρχαιότητας και οι Τούρκοι ονομάζονται Πέρσες.
Όπως τονίζει ο Nικ. Σβορώνος, σε συγγραφείς του τέλους του 14ου και των αρχών του 15ου αι. (λ.χ. στον Γεμιστό Πλήθωνα) η ιδέα της ελληνικής συνέχειας είναι πολύ καθαρή. H αντίληψη αυτή εκφράζεται και στην τέχνη (οι μορφές των αγίων θυμίζουν ελληνικά και ελληνιστικά πρότυπα) και στη λογοτεχνία. Ορθά λοιπόν πολλοί ιστορικοί, όπως ο Απόστολος Bακαλόπουλος, τοποθετούν την αρχή του Nέου Eλληνισμού στις αρχές του 13ου αι., μετά την κατάληψη της Πόλης από τους Σταυροφόρους. Oι Bυζαντινοί θεωρούσαν και ονόμαζαν την Κωνσταντινούπολη «Nέα Pώμη». Έτσι οι κάτοικοι της Aνατολικής Pωμαϊκής Aυτοκρατορίας επεκράτησε να λέγονται Pωμαίοι,/Ρωμιοί, ονομασία που απέκτησε εθνική και θρησκευτική σημασία υποδηλώνοντας τον χριστιανό ορθόδοξο. O όρος Pωμιός διατηρήθηκε σ’ όλη την Tουρκοκρατία. Το δε παράγωγό του ρωμιοσύνη φορτίστηκε ιδεολογικά εκφράζοντας τα υψηλά ιδανικά του Ελληνισμού. H ιδέα της ρωμαϊκότητας διατηρούσε πάντα ζωντανή την ιδέα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων, (1355-1452), κάτω αριστερά με τα γένια, λεπτομέρεια από τοιχογραφία στο παλάτι των Μεδίκων, Φλωρεντία, Ιταλία. Ένθερμος υπερασπιστής της φυσικής και πολιτισμικής συνέχειας του Ελληνισμού («εσμέν Έλληνες το γένος, ως η τε φωνή και η πάτριος παιδεία μαρτυρεί»), βαθύς γνώστης του πλατωνισμού.
Στα τέλη του 18ου – αρχές του 19ου αι. έγινε μεγάλη συζήτηση για το ποιος ήταν ο καταλληλότερος όρος για να προσδιοριστεί η ελληνική εθνότητα. Είναι η εποχή κατά την οποία οι Έλληνες διεκδικούν από τους περιηγητές την πατρογονική κληρονομιά, εποχή της εθνικής αφύπνισης που το όνομα Έλληνας κερδίζει συνεχώς έδαφος. Αυτό το όνομα χρησιμοποιούν οι συγγραφείς της Nεωτερικής Γεωγραφίας, αυτό ο Pήγας, αυτό και ο Aνώνυμος συγγραφέας της Eλληνικής Nομαρχίας. Βέβαια η επικράτησή του όρου αυτού δεν θα γίνει αμέσως. Ακόμη και ο Kοραής προτιμούσε τον όρο Γραικία, Γραικοί, πλησιέστερους προς τους αντίστοιχους όρους που χρησιμοποιούσαν οι Eυρωπαίοι: Grec, Greek κ. ά. H σύνδεση με την αρχαία Ελλάδα φθάνει τα χρόνια αυτά στο αποκορύφωμά της. Tούτο φαίνεται και από τα αρχαιοελληνικά ονόματα που παίρνουν πολλοί. Tο ρεύμα αυτό της «επιστροφής» στην αρχαία Ελλάδα θεωρείται επικίνδυνο από την Εκκλησία η οποία καταδικάζει όσους ενστερνίζονται και κηρύττουν τέτοιες ιδέες. Βέβαια στον οθωμανοκρατούμενο Ελληνισμό υπήρχαν διάφοροι βαθμοί εθνικής συνείδησης και ταυτότητας, ανάλογα με το μορφωτικό επίπεδο του καθενός.
Η συνειδητοποίηση της ελληνικότητας γίνεται όλο και πιο έντονη καθώς βαδίζουμε προς την Επανάσταση του 1821. Όπως παρατηρεί η Λουκία Δρούλια [«Eλληνική αυτοσυνειδησία», σ. 51-54.], ακόμη και στους πρώτους μήνες της Επανάστασης, οπότε δεν έχει παγιωθεί επακριβώς η ελληνική αυτοσυνειδησία, φανερώνεται μέσα από τον αυτοπροσδιορισμό των επαναστατών στις πρώτες πράξεις και στα πρώρα επίσιμα κείμενα του Αγώνα η συνειδητοποίηση της σχέσης των επαναστατών με τους αρχαίους προγόνους τους. Το όνομα Ελλάς υιοθετήθηκε αμέσως για να προσδιορίσει το νεοδημιουργηθέν έθνος-κράτος και το όνομα Έλληνες -αντί του Ρωμιοί, που το χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά οι Τούρκοι για να ονοματίζουν τους Έλληνες και μάλιστα υποτιμητικά- χρησιμοποιείται πλέον από όλους.
Δ. Προς την Επανάσταση του 1821 – Η ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας και το έργο της
Μυστικές οργανώσεις-εταιρείες, με πατριωτική-φιλελεύθερη δράση, δημιουργήθηκαν στην Ευρώπη μετά το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων (1815), όταν τα μηνύματα της Γαλλικής Επανάστασης είχαν ατονήσει και η Ιερή Συμμαχία κυριαρχούσε στην Ευρώπη, ως αντιδραστικός συνασπισμός της Μοναρχικής Παλινόρθωσης. Οι πιο σημαντικές μυστικές οργανώσεις είναι αυτές των Ιταλών Καρμπονάρων, που σχηματίστηκαν στη Νότια Ιταλία τον 19ο αιώνα και επηρέασαν πολλά επαναστατικά κινήματα (στην Ισπανία, στη Γαλλία) και παρόμοιες εταιρείες, όπως η Φιλική Εταιρεία, η οποία έθεσε τις βάσεις της οργάνωσης της ελληνικής Επανάστασης, υιοθετώντας τον ίδιο τύπο επαναστατικής οργάνωσης: τη μυστική επαναστατική αδελφότητα.

Αθανάσιος Τσακάλωφ, Νικόλαος Σκουφάς, Εμμανουήλ Ξάνθος. Οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας. Οδησσός, 1814. Ως ημέρα της ιδρύσεως της Φ. Ε. Καθιερώθηκε η 14η Σεπτεμβρίου. Ξυλογραφία, έργο Βάσου Φαληρέα, 1970. Συλλογή χαρακτικών ΕΙΜ.
Οι μυστικές αυτές εταιρείες συγκροτήθηκαν από πολιτικοποιημένα και με ριζοσπαστική ιδεολογία άτομα, που, στην αρχή τουλάχιστον, έβλεπαν την επανάσταση ως μία ενιαία επαναστατική δραστηριότητα πανευρωπαϊκής εμβέλειας, παρά ως ένα άθροισμα τοπικών απελευθερωτικών κινημάτων. Είχαν δε συγκεκριμένο τελετουργικό και αυστηρή εσωτερική ιεραρχία, καθώς είτε συνδέονταν με τεκτονικές στοές είτε μιμούνταν τον τρόπο οργάνωσής τους, είτε κάποια από τα μέλη τους υπήρξαν και μέλη τεκτονικών στοών, με τις οποίες όμως είχαν ριζικές διαφορές ως προς τους επιδιωκόμενους στόχους.
Η Φιλική Εταιρεία δεν ήταν η πρώτη μυστική εταιρεία που ιδρύθηκε στους κόλπους του Ελληνισμού ήταν όμως η πρώτη χωρίς εκπαιδευτικό σκοπό. Η παλαιότερη γνωστή ελληνική εταιρεία είναι το Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον, που ιδρύθηκε το 1809 στο Παρίσι, με φιλανθρωπικό χαρακτήρα. Αξίζει να σημειώσουμε τη συμμετοχή σ’ αυτή του Αθανάσιου Τσακάλωφ, φοιτητή τότε στο Παρίσι, ενός εκ των ιδρυτών της Φ. Ε. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1813, θα ιδρυθεί στην Αθήνα η Φιλόμουσος Εταιρεία, η πρώτη εταιρεία αυτού του είδους που ιδρύθηκε στον κατακτημένο ελλαδικό χώρο, με στόχο την προστασία των αρχαιοτήτων και την ενίσχυση των σχολείων της πόλης. Μέλη της έγιναν και μερικά από τα κατοπινά δραστήρια μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Την ίδια χρονιά με τη Φιλική Εταιρεία (1814) ιδρύθηκε στη Βιέννη η Φιλόμουσος Εταιρεία, ως παράρτημα της ομώνυμης εταιρείας των Αθηνών, από τον αρχιμανδρίτη Άνθιμο Γαζή και τον Ιωάννη Καποδίστρια, με την έγκριση μάλιστα του τσάρου.
Η ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας, το 1814 στην Οδησσό – πόλη με ισχυρή ελληνική εμπορική παροικία – από τρεις μεσαίων οικονομικών δραστηριοτήτων και κοινωνικού κύρους εμπόρους, τους Ηπειρώτες Νικόλαο Σκουφά και Αθανάσιο Τσακάλωφ και τον καταγόμενο από την Πάτμο Εμμανουήλ Ξάνθο, αποτελεί, όπως παρατηρεί εύστοχα ο ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος, τη σπουδαιότερη πολιτική ενέργεια του υπόδουλου Ελληνισμού, όπως η Επανάσταση αποτελεί το αποκορύφωμα μιας μακράς σειράς μικρότερων επαναστατικών κινημάτων για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού.
Η μεγάλη προσφορά της δεν συνίσταται μόνο στο ότι οργάνωσε με επιτυχία τον Αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας, αλλά και στο ότι το ζήτημα της εθνικής αποκατάστασης τέθηκε μέσα σε ένα πνεύμα νεωτερικότητας, με νέους όρους. Θεωρήθηκε δηλαδή η απόπειρα για την απόκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας ένα ζήτημα που έπρεπε να το φέρουν εις πέρας οι Έλληνες με το δικό τους αγώνα και όχι, όπως συνέβη πολλές φορές στο παρελθόν, στηριγμένοι στις υποσχέσεις ξένων Δυνάμεων. Όμως αυτό δεν θα είχε καμία πιθανότητα επιτυχίας αν δεν είχε προηγηθεί η ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης, οι μεγάλες κοινωνικές-οικονομικές αλλαγές που συντελούνται στον υπόδουλο Ελληνισμό και η προβολή ενός επαναστατικού αιτήματος επηρεασμένου από τα ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης και η διεκδίκηση της ίδρυσης ενός κράτους. Ήταν αυτό το αίτημα που έφερε στη Φιλική Εταιρεία έναν σημαντικό αριθμό μορφωμένων και φιλελεύθερων νέων.
Ασφαλώς, το έτος ίδρυσης της Εταιρείας δεν είναι καθόλου τυχαίο. Το 1812 είχε λήξει ο μακροχρόνιος ρωσο-τουρκικός πόλεμος (1805-1812), ο οποίος αφενός έδειξε τις στρατιωτικές αδυναμίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και αφετέρου ανανέωσε το αίσθημα των Ελλήνων ότι οι Ρώσοι ενδιαφέρονται για τις τύχες των χριστιανών που ζούσαν σ’ αυτή. Επίσης, καθοριστικό ρόλο φαίνεται ότι έπαιξε η απογοήτευση που βίωσαν οι Έλληνες πατριώτες από την ήττα του Ναπολέοντα στον πόλεμο με τη Ρωσία.
Το πιθανότερο είναι ότι η ιδέα για ίδρυση μιας μυστικής εταιρείας δημιουργήθηκε προοδευτικά, καθώς τρεις Έλληνες πατριώτες συζητούσαν στην Οδησσό το ζήτημα της απελευθέρωσης της υπόδουλης πατρίδας τους, και ο καθένας συνεισέφερε κάτι: ο Τσακάλωφ την πείρα του από το Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο του Παρισιού, ο Ξάνθος την οργάνωση των τεκτονικών στοών και ο Σκουφάς τον οργανωτικό νου. Είναι γεγονός ότι η Φιλική Εταιρεία διατύπωσε με σαφήνεια τον τελικό της στόχο: την απελευθέρωση της πατρίδας από την καταπίεση του τουρκικού ζυγού. Αντίθετα με τον κύκλο του Ρήγα, τους Καρμπονάρους στην Ιταλία, τους Δεκεμβριστές στη Ρωσία, και άλλες παρόμοιες οργανώσεις, που σχεδίασαν συντάγματα και έκαναν αναλύσεις της ιδεολογικής τους θέσης, η Φιλική Εταιρεία άφησε μια ασάφεια σ’ αυτά τα ζητήματα.
Ωστόσο, αυτή ακριβώς η ασάφεια ευνόησε τη συμμετοχή ατόμων από όλα σχεδόν τα κοινωνικά στρώματα και τις περιοχές του Ελληνισμού (ντόπιου ή παροικιακού). Δεν υπάρχουν σίγουρα στοιχεία που να μαρτυρούν άμεσες σχέσεις της Φιλικής Εταιρείας με άλλες μυστικές οργανώσεις. Δυστυχώς, πολλά σημεία της οργανώσεως και της ιστορίας αυτής της είναι ακόμη άγνωστα, λόγω της μυστηριώδους υπόστασή της, λόγω της εξαφάνισης πολλών εγγράφων από τους ίδιους τους εταίρους για λόγους ασφάλειας μετά την επανάσταση ή από αμέλεια των απογόνων τους.
Χαρακτηριστικά των τάσεων των αρχηγών της Φιλικής Εταιρείας των πρώτων βημάτων της είναι ότι προσπαθούν να μυήσουν εμπόρους ή τους γραμματικούς τους, δηλαδή αστούς και μικροαστούς είτε γιατί ήταν και οι ίδιοι έμποροι είτε γιατί ήταν πιο φιλελεύθεροι και οικονομικά ακμαίοι.
Οι γενικές αρχές της ήταν:
1ο. Μόνο γνήσιοι Έλληνες μπορούσαν να μπουν στη Φ. Ε. Αργότερα επετράπη η μύηση και άλλων Ορθοδόξων που κατοικούσαν στην Oθ. Αυτοκρατορία (Σέρβων, Pουμάνων, κ. ά).
2ο. Όποιος ήταν μέλος της Εταιρείας δεν μπορούσε να ανήκει σε άλλη μυστική οργάνωση. (Aποκλείονταν δηλαδή οι Pώσοι Δεκεμβριστές και οι Ιταλοί Καρμπονάροι).
3ο. Kάθε μέλος της μπορούσε να εκφράσει τις ιδέες του ή να γράψει στην Aρχή. Tα γράμματα έφθαναν διαδοχικά από το από μέλος ως την Ανώτατη Αρχή
4ο. Kάθε μέλος πρόσφερε, ανάλογα με τις οικονομικές του δυνατότητες, μια οικονομική ενίσχυση στην Aνώτατη Aρχή, με τον ίδιο τρόπο.
Οι ιδρυτές της Εταιρείας σκόπιμα άφηναν να εννοείται ότι πίσω της υπήρχε μία άλλη, ανώτερη Δύναμη, η ταυτότητα της οποίας δεν μπορούσε να φανερωθεί για ύψιστους λόγους. Ήταν το μεγάλο μυστικό που έπρεπε να προφυλαχθεί, πάση θυσία, με τη μυστικότητα της μύησης. Ο καθένας όμως αφηνόταν ελεύθερος να μαντέψει πια μπορούσε να ήταν αυτή η αόρατη Αρχή. Όλοι γνώριζαν τις παραδοσιακές σχέσεις των υπόδουλων Ελλήνων με τη Ρωσία και όλοι περίμεναν την εκπλήρωση των προφητειών περί ξανθού γένους, που έμελλε να απελευθερώσει τους ραγιάδες από τον τουρκικό ζυγό.
Ο αριθμός των μυηθέντων το 1815-1816 ήταν ακόμη πολύ μικρός, γιατί η Εταιρεία απέφευγε ν’ αναπτύξει δραστηριότητα. Κύριοι πόροι της ήταν οι καταβολές των μελών της κατά τη μύησή τους, που ποίκιλαν ανάλογα με την περιουσία τους και τον ενθουσιασμό τους, καθώς και οι εκούσιες εισφορές τους. Μετά τη μεταφορά της έδρας της Εταιρείας στην Κωνσταντινούπολη (τέλη 1817), με το ισχυρό ελληνικό στοιχείο και τις μεγαλύτερες δυνατότητες δράσης, τα οικονομικά της άρχισαν να βελτιώνονται γιατί άρχισαν να προσηλυτίζονται νέα μέλη. Με εισήγηση του Σκουφά, αποφασίστηκε να σταλούν σε διάφορες περιοχές του ελλαδικού χώρου απόστολοι για τη διάδοση των σκοπών της και τη μύηση νέων μελών. Πράγματι στάλθηκαν διάφοροι «απόστολοι» σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας ή εκεί όπου ζούσαν πολλοί Έλληνες στο εξωτερικό (π.Χ. στην Ιταλία). (Το 37%, περίπου, των μελών της Φ. Ε. ήταν Πελοποννήσιοι, το 14% από τα νησιά του Αιγίου, το 18% από την Ήπειρο και το 12% από τα Ιόνια νησιά).
Το έργο των αποστόλων της Φ. Ε. βρήκε ανταπόκριση μεταξύ των προοδευτικών αστών και λογίων, αλλά και μεταξύ των μικροεμπόρων και των πραγματευτάδων. Η μεγάλη είσοδος εμπόρων και άλλων που κινούνταν γύρω από το εμπόριο δεν πρέπει να είναι άσχετη με την ανεργία και, συνεπώς, με την οικονομική κρίση που πλήττει, κυρίως, τα ναυτικά νησιά. Όλοι αυτοί επιδιώκουν μέσα από την επανάσταση, για την οποία εργάζεται η Φ. Ε., μία ανατροπή της οθωμανικής εξουσίας και, ταυτόχρονα, μία οικονομική-κοινωνική αλλαγή. Η δημιουργία εθνικού κράτους φαινόταν ως η μόνη απάντηση στα αδιέξοδα.

Εφοδιαστικό της Φιλικής Εταιρείας. «Εις το όνομα της μελλούσης σωτηρίας Καθιερώνω Ιερέα Φιλικόν και αφιερώνω εις την αγάπην της Φιλικής Εταιρείας και εις την υπεράστησιν των Μεγάλων Ιερέων των Ελευσίνιων τον συμπολίτην κυρ Βαγγέλη Κεφαλληναίον, ετών τριάντα οκτώ, επαγγέλματος εμπορικού, ως θερμόν υπερασπιστήν της Εταιρείας και της πατρίδος κατηχηθέντα και ορκωθέντα παρ’ εμού (Σ.Κ.) 9, Πάτρα, έτει των Φιλικών, 24 Ιανουαρίου». Δημοσιεύεται στο Εμμ. Γ. Πρωτοψάλτης (επιμ.), «Η Φιλική Εταιρεία», Αθήνα, εκδ. Ακαδημία Αθηνών, 1964, σ. 159.
Την περίοδο αυτή οι Φιλικοί κάνουν μια προσπάθεια να προσεγγίσουν τον Καραγιώργη, ο οποίος, μετά την επικράτηση στη Σερβική Επανάσταση του 1815, βρισκόταν εξόριστος στη Βεσσαραβία, αλλά αυτός δολοφονήθηκε το 1817. Μεγάλη απώλεια για την Εταιρεία ήταν ο θάνατος του Σκουφά (1818), που ξεχώριζε για τα μεγάλα ψυχικά και πνευματικά του προσόντα.
Οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας είχαν πεισθεί ότι για να πετύχει το κίνημα έπρεπε να έχουν την οικονομική, ηθική και πνευματική σύμπραξη των ισχυρών οικονομικά τάξεων του έθνους, όχι μόνο του εξωτερικού αλλά και μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Συνεπώς, αυτές οι τοπικές ελίτ ήταν απαραίτητες προκειμένου να επιτευχθεί ο αντικειμενικός της στόχος. Όπως γράφει και ο Ξάνθος στα Απομνημονεύματά του, οι ιδρυτές της είχαν καταλάβει τη σημασία της συμμετοχής των προεστών, κυρίως των προεστών της Πελοποννήσου στην Επανάσταση, για την επιτυχία της. Η πολιτική τους εμπειρία, η οικονομική τους δύναμη και η μεγάλη επιρροή που ασκούσαν πάνω στο λαό καθιστούσαν τη μύηση και τη συμμετοχή τους μία εντελώς απαραίτητη προϋπόθεση. Γι’ αυτό οι απόστολοι της Εταιρείας, από το καλοκαίρι του 1818, άρχισαν να μυούν του προεστούς της Πελοποννήσου στο μυστικό της. Οι κατάλογοι των μελών της στην Πελοπόννησο δείχνουν καθαρά ότι η συμμετοχή τους ήταν πολύ μεγάλη.

Δημήτριος Υψηλάντης. Σχέδιο Adam Friedel. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία, Λονδίνο – Παρίσι, Ιανουάριος, 1827.
Οι αθρόοι προσηλυτισμοί εμπόρων και προεστών φαίνεται πως ανησύχησαν ορισμένα ριζοσπαστικά στοιχεία που αποτελούσαν την αριστερή, θα λέγαμε, πτέρυγα μέσα στη Φ. Ε. Κατά τον Γεώργιο Φράγκο, ο οποίος μελέτησε την κοινωνική-επαγγελματική προέλευση των μελών της Εταιρείας, πολλοί πρόκριτοι της Πελοποννήσου έγιναν μέλη της Εταιρείας γιατί πίστευσαν ότι έτσι εξασφάλιζαν έναν ξένο σύμμαχο (τη Ρωσία) που θα εγγυόταν για τα κεκτημένα συμφέροντά τους. Οι προεστοί επίσης γίνονται μέλη της χωρίς δηλαδή να εγκαταλείπουν τα προσωπικά τους συμφέροντα και χωρίς να ενστερνίζονται πραγματικά τους σκοπούς της οργανώσεως. Είναι γεγονός ότι από τον φόβο μήπως παραμεριστούν προσπάθησαν να ελέγξουν την Εταιρεία, απομονώνοντας τους αποστόλους της από την ανώτατη Αρχή. Γι’ αυτό, οι κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου αντιτάχθηκαν στον Δ. Υψηλάντη, σφοδρά και απροκάλυπτα, το καλοκαίρι του 1821: γιατί ερχόταν στην Πελοπόννησο ως εκπρόσωπος μιας οργάνωσης, η οποία στις διακηρύξεις της είχε εγείρει αξιώσεις ηγεσίας και ελέγχου του Αγώνα.
Ως τις παραμονές της Επανάστασης η Φιλική Εταιρεία είχε καταφέρει να προσελκύσει μέλη από όλες σχεδόν τις κοινωνικές τάξεις του Ελληνισμού. Σύμφωνα με τον κατάλογο των μελών της, που καλύπτει όμως μόνο ένα τμήμα της πραγματικής της δύναμης, το 53,7% περίπου (479 άτομα) ήταν έμποροι, το 13% ελεύθεροι επαγγελματίες, το 11% πρόκριτοι, κυρίως από την Πελοπόννησο, το 9% κληρικοί όλων των βαθμών και το 9% στρατιωτικοί (αρματολοί, κλέφτες). Ωστόσο, η πιο πολυάριθμη τάξη της ηπειρωτικής Ελλάδας, δηλαδή οι αγρότες, αποτελούσαν μόνο το 0,60% των μελών.
Στις συσκέψεις του Ισμαηλίου (Οκτ, 1820), στις οποίες συμμετείχαν πολλά στελέχη της Εταιρείας, διαμορφώθηκαν, ύστερα από πολυήμερες διαβουλεύσεις, οι βασικές γραμμές του επαναστατικού σχεδίου που προέβλεπαν άμεση έναρξη της επανάστασης από την Πελοπόννησο, με ταυτόχρονη λαϊκή εξέγερση στην Κωνσταντινούπολη, πυρπόληση του τουρκικού στόλου, εξέγερση των μισθοφορικών υπό ελληνική διεύθυνση φρουρών στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και συμμαχική προσέγγιση με τους Σέρβους. Αλλά από τα σχέδια αυτά λίγα εφαρμόστηκαν. Ο χρόνος όμως πίεζε και οι εξελίξεις ξεπέρασαν τα σχέδια. Η αποστολή της Φιλικής Εταιρείας είχε τελειώσει. Στη συνέχεια νέες δυνάμεις θα αναλάβουν το τεράστιο έργο της αποτίναξης του οθωμανικού ζυγού και της συγκρότησης ενός ελεύθερου έθνους – κράτους.
Επιλεγμένη ειδική βιβλιογραφία
- Aγγέλου A., Tων Φώτων. Όψεις του Nεοελληνικού Διαφωτισμού, τ. 1-2, Eρμής, Aθήνα 1988-1990.
- Aνώνυμος ο Έλλην, Eλληνική Nομαρχία ήτοι Λόγος περό Eλευθερίας, εν Iταλία 1806 (πολλές επανεκδόσεις).
- Aργυρίου A., Iδεολογικά ρεύματα στους κόλπους του Eλληνισμού και της Oρθοδοξίας κατά τους χρόνους της Tουρκοκρατίας, Λάρισα 1980.
- Bρανούσης Λ., «Iδεολογικές ζυμώσεις και συγκρούσεις», IEE, τ. IA’, σ. 433-451.
- Δημαράς K. Θ., Nεοελληνικός Διαφωτισμός, 4η έκδοση, εκδ. Eρμής, Aθήνα 1985.
- Δρούλια Λουκία, «Eλληνική αυτοσυνειδησία», INE, ό. π., τ. 2, σ. 39-54.
- Hλιού Φ., «Nεοελληνικός Διαφωτισμός», INE, ό. π., τ. 2, σ. 9-26.
- Kιτρομηλίδης Π., Nεοελληνικός Δοαφωτισμός. Oι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες, μτφρ. Στέλλας Nικολούδη, εκδ. MIET, Aθήνα 1996.
- Kιτρομηλίδης Π., «H πολιτική σκέψη του νεοελληνικού Διαφωτισμού», INE, ό. π., τ. 2, σ. 27-38.
- Kοραής Aδ., Aδελφική Διδασκαλία προς τους ευρισκομένους κατά πάσαν την οθωμανικήν επικράτειαν Γραικούς, Pώμη [Παρίσι] 1798.
- Kοραής Aδ., Πολιτικά φυλλάδια (1798-1831), εις. κείμενο Λ. Δρούλια, KNE/EIE, Aθήνα 1983.
- Μανδυλαρά Άννα – Νικολάου Γιώργος (επιμ.), Η Φιλική Εταιρεία. Επαναστατική δράση και μυστικές εταιρείες στη νεότερη Ευρώπη, εκδ. Ασίνη, Αθήνα 2017.
- Mεταλληνός Γ., π., Tουρκοκρατία: Oι Έλληνες στην Oθωμανική Aυτοκρατορία, Aκρίτας, Aθήνα 1988.
- Nούτσος Π., Nεοελληνικός Δοαφωτισμός. Tα όρια της διακνδύνευσης, εκδ. Eλληνικά Γράμματα, Aθήνα 2005.
- Tαμπάκη – Aργυροπούλου, «Nεοελληνικός Διαφωτισμός», Iστορία των Eλλήνων, τ. 8, σ. 404-441.
- Αρχείο Εμμανουήλ Ξάνθου, τ. 1-3, Αθήνα 1997-2002.
- Φιλήμων Ιωάννης, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας, Ναύπλιο 1834.
- Παναγιώτης Μιχαηλάρης, Οι Φιλικοί, στη σειρά Οι ιδρυτές της Νεότερης Ελλάδας, τ. 4ος, Αθήνα 2009.
- Παναγιωτόπουλος Βασ., «Η Φιλική Εταιρεία: οργανωτικές προϋποθέσεις της εθνικής επανάστασης», στου ιδίου (επιμ.), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, Ελληνικά Γράμματα, τ. 3ος, Αθήνα 2003, σ. 9-32 (όπου και άλλες μελέτες).
- Φράγκος Γεώργιος, «Φιλική Εταιρεία», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΑ΄ (Αθήνα 1975), σ. 424-432 και εκτενέστερα, Georges Frangos, Τhe Plilike Etaireia, 1814-1821: a social and historical analysiς, αδημοσίευτη διδ. διατριβή, Columbia University, 1971.
Γιώργος B. Nικολάου
Σημειώσεις, που βασίζονται στις παραδόσεις του μαθήματος «O ελλαδικός χώρος την περίοδο της οθωμανικής και της βενετικής κυριαρχίας II (τέλη 17ου – αρχές 19ου αι.)».
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Φιλοσοφική Σχολή – Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Ιωάννινα, Απρίλιος 2018.
*Οι εικόνες που παρατίθενται στο κείμενο, οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.
Σχετικά θέματα:
- Τεκτονισμός (Συμβολή στην επανάσταση του΄21)
- Η ανάθεση της αρχηγίας της Φιλικής Εταιρείας. Ιωάννης Καποδίστριας και Αλέξανδρος Υψηλάντης
- Φιλική Εταιρεία – Οι Πρωτεργάτες
- Αναγνωστόπουλος Κωνσταντίνος (Παπακωνσταντής 1770; – 1829;)
- Σέκερης Παναγιώτης, (Τρίπολη 1785 – Ναύπλιο 1847)
- Φιλική Εταιρεία – Ήταν ώριμη η Επανάσταση; – Γιώργος Καραμπελιάς
- Οι τέκτονες και η Φιλική Εταιρεία – Εμμανουήλ Ξάνθος και Παναγιωτάκης Καραγιάννης
- Απομνημονεύματα περί της Φιλικής Εταιρίας υπό Εμμανουήλ Ξάνθου
- Μέθοδος προσέγγισης και κατήχησης μελών της Φιλικής Εταιρείας
- «AN HPXIZE ΜΕΤΑ ΕΙΚΟΣΙ ΧΡΟΝΟΥΣ…» – Ο Κοραής, οι κοινωνικές ιδέες του Διαφωτισμού και η Ελληνική Επανάσταση
- «Ανώνυμου του Έλληνος, Ελληνική Νομαρχία» – Μια απόπειρα ερμηνείας
Ειναι λυπηρο να συνεχίζεται η αναπαραγωγή και διακίνηση του μυθεύματος των τριών φίλων εμπορων ως ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας. Μια προσεκτική ματια στην εποποιία της Λευκάδας 1806- 1807 και της συναντησης των οπλαρχηγών με τον Καποδίστρια το Πάσχα του 1819 στην Κέρκυρα θα φωτίσει διαφορετικά τα πραγματα./ Ακόμα μια ματια στο Ο ΑΓΜΩΣΤΟΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ./ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ 2011 όπως επισης Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣ. με υπότιτλο Ανατρέποντας τα κατά συνειδηση και τα κατα συνθήκη ψεύδη για το 21./ Επισης εκδοσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ 2021 μας δινουν μια άλλη εικόνα.
Ποιος ίδρυσε τη Φιλική Εταιρεία, και ποιος ήταν τελικά ο αρχηγός;