Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Ζωγραφική’

Η σφαγή της Χίου – Ευγένιος Ντελακρουά, 1824


 

 Η Σφαγή της Χίου (Scène des massacres de Scio), 1824. Ευγένιος Ντελακρουά (Eugène Ferdinand Victor Delacroix) (1798 – 1863). Παρίσι, Μουσείο Λούβρου.

Η ανανεωμένη διεθνής προσοχή για την Ελληνική επανάσταση, για την οποία κατέφθαναν πληροφορίες όλο και πιο ανη­συχητικές, θα πρέπει με κάποιον τρόπο να είχε εντυπωσιάσει ιδιαίτερα τον Ντελακρουά, ώστε την άνοιξη του 1823 σημείω­σε: «Αποφάσισα να ζωγραφίσω για το Σαλόνι κάποιες σκηνές από τη σφαγή της Χίου». Ήταν ένα από τα πιο ωμά γεγονότα του πολέμου, που συνέβη το προηγούμενο έτος, τον Απρίλιο του 1822, όταν οι Τούρκοι έσφαξαν περίπου είκοσι χιλιάδες Έλληνες στο νησί της Χίου, αναγκάζοντας τους επιζώντες να τραπούν σε φυγή.

 

Ο ζωγράφος είχε ήδη σκεφτεί την ελληνική επανάσταση, αλλά τώρα η κλιμάκωση της κρίσης και η δημοσίευση όλο και πιο λεπτομερών σχολίων και ειδήσεων (ακόμη και από συντάκτες του επιπέδου του Φρανσουά Ρενέ ντε Σατομπριάν και του Λόρδου Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον) πρόσφεραν στον Ντελακρουά αυτήν τη δυνατή εικόνα που αναζητούσε. Γι’ αυτό, στις 12 Ιανουαρίου του 1824, μέσω του κουνιάδου του Ρεϊμόν ντε Βερνινάκ, ο ζωγράφος γνώρισε το συνταγματάρχη Ολιβιέ Βουτιέ, έναν εθελοντή υποστηρικτή του Ελληνικού ζητήματος, ο οποίος τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε την τύχη να ανακαλύψει στο νησί της Μήλου το περίφημο άγαλμα της Αφροδίτης, που στη συνέχεια αγοράστηκε από τους Γάλλους.

 

Η Σφαγή της Χίου (λεπτομέρεια), 1824. Ευγένιος Ντελακρουά, ελαιογραφία σε μουσαμά. Παρίσι, Μουσείο Λούβρου.

Η Σφαγή της Χίου (λεπτομέρεια), 1824. Ευγένιος Ντελακρουά, ελαιογραφία σε μουσαμά. Παρίσι, Μουσείο Λούβρου.

 

Ο Βουτιέ, συγγραφέας του έργου Memoires sur lα guerre actuclle des grecs, διηγήθηκε στον Ντελακρουά ιστορίες και λεπτομέρειες από τον πόλεμο. Την ίδια ημέρα ο Ντελακρουά ξεκίνησε να δουλεύει τον πίνακά του, αρχίζοντας με μια σειρά από μελέτες εκ του φυσικού. Οι συνεχείς επισκέψεις στο Μουσείο του Λού­βρου, προκειμένου να αναλύσει τον Ρούμπενς, τον Βελάσκεθ, τον Μιχαήλ Άγγελο, τον Αντρέα ντελ Σάρτο, ενίσχυαν όλο και περισσότερο τη φαντασία του καλλιτέχνη, που μετέφραζε τις εντυπώσεις που λάμβανε με ένα προσωπικό λεξικό.

 

Η Σφαγή της Χίου (Scène des massacres de Scio), 1824. Ευγένιος Ντελακρουά (Eugène Ferdinand Victor Delacroix) (1798 - 1863) ελαιογραφία σε μουσαμά. Παρίσι, Μουσείο Λούβρου.

Η Σφαγή της Χίου (Scène des massacres de Scio), 1824. Ευγένιος Ντελακρουά (Eugène Ferdinand Victor Delacroix) (1798 – 1863) ελαιογραφία σε μουσαμά. Παρίσι, Μουσείο Λούβρου.

 

Ακόμη και η ζωγραφική του Ζερικό, που πέθανε μέσα στον ίδιο εκείνο μήνα, συνέχιζε να ασκεί γοητεία, ενώ «η εξαιρετική Σχεδία του» αποτελούσε την πιο άμεση αναφορά στην επιλογή ενός σύγχρονου θέματος, όπως η σφαγή της Χίου, που δου­λεύτηκε σύμφωνα με τις προδιαγραφές ενός ιστορικού πίνακα, μεγάλου μεγέθους. Οι κριτικοί εντόπισαν επίσης μια αναφορά στην Επίσκεψη του Ναπολέοντος στο Σανατόριο του Τζάφα του Γκρο, ως προς την ανακατασκευή των κοστουμιών και την πλαστική απόδοση των γυμνών σωμάτων.

Μέσα στους επόμενους έξι μήνες, συνεπαρμένος από «μια δημιουργική μέθη», ο Ντελακρουά προχώρησε τη μελέτη του, φροντίζοντας με μεγάλη προσοχή την απεικόνιση της κάθε μορφής, πολλές φορές ξανασχεδιάζοντάς την από την αρχή.

 

Η Σφαγή της Χίου (λεπτομέρεια), 1824. Ευγένιος Ντελακρουά, ελαιογραφία σε μουσαμά. Παρίσι, Μουσείο Λούβρου.

Η Σφαγή της Χίου (λεπτομέρεια), 1824. Ευγένιος Ντελακρουά, ελαιογραφία σε μουσαμά. Παρίσι, Μουσείο Λούβρου.

 

Μία από τις πιο συγκινητικές σκηνές, είναι εκείνη της μητέρας με το μωρό που προσπαθεί να αρπάξει το στήθος της, σκηνή παρμένη από μια μαρτυρία του βιβλίου του Βουτιέ. Για τους άλλους εξωτικούς χαρακτήρες, ο Φράνσις Χάσκελ – που ερμήνευσε τη γένεση του πίνακα – τόνισε την προσφυγή του Ντελακρουά στις ολοένα και πιο πολυάριθμες εικονογραφήσεις των ταξιδιωτικών βιβλίων που κυκλοφορούσαν, με σκοπό να αποφύγει μια σχολαστική και αυτάρεσκη καταγραφή της φρίκης.

 Όπως προκύπτει από την αναθεώρηση της 7ης Μαΐου: «Ο πίνακάς μου περιλαμβάνει μια συστροφή, μια ενεργητική κίνηση, που θα πρέπει οπωσδήποτε να ενσωματωθεί». Ο Ντελακρουά ανησυχούσε για το συνολικό αποτέλεσμα του έργου για το αν θα κατάφερνε να απεικονίσει την επική διάσταση των σύγχρονων γεγονότων. Και ο στόχος του επιτεύχθηκε, καθώς με το άνοιγμα του Σαλονιού, τον Αύγουστο του 1824 το κοινό – το οποίο ήταν συγκινημένο από το θάνατο του Λόρδου Μπάιρον, που συνέβη λίγους μήνες πριν στην Ελλάδα – έμεινε βαθύτατα εντυπωσιασμένο από τον πίνακα, ο οποίος κέρδισε ένα μετάλλιο και αγοράστηκε για το Λουξεμβούργο στη ση­μαντική τιμή των 6.000 φράγκων.

Πηγή: Carolina Brook, «Delacroix», Βιβλιοθήκη Τέχνης – Οι Μεγαλοφυΐες, τόμος 20, National Geographic, 2013.  

 

Read Full Post »

Σωματογραφίες – Σύγχρονη Ελληνική Ζωγραφική από τη Συλλογή Σωτήρη Φέλιου


 

Το Παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου στο Ναύπλιο διοργανώνει την έκθεση «ΣΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ – Σύγχρονη ελληνική ζωγραφική από τη Συλλογή Σωτήρη Φέλιου», όπου παρουσιάζονται έργα καλλιτεχνών που έχουν ήδη κατακτήσει μια σημαντική θέση στην εικαστική σκηνή του τόπου μας.

 

Εδουάρδος Σακαγιάν - Βόλτα νυχτερινή, 2002-2003, λάδι σε μουσαμά, 160 × 150 εκ.

Εδουάρδος Σακαγιάν – Βόλτα νυχτερινή, 2002-2003, λάδι σε μουσαμά, 160 × 150 εκ.

 

Στα έργα της έκθεσης πρωταγωνιστεί το ανθρώπινο σώμα όπως υποδηλώνει και ο τίτλος της. Το σώμα απασχόλησε τους καλλιτέχνες όλων των λαών και όλων των εποχών. Οι μεταμορφώσεις του ενσαρκώνουν με εμβληματικό τρόπο το πνεύμα της εποχής, την κοσμοθεωρία, την ιδεολογία, την αισθητική της και βέβαια τον προβληματισμό και την αγωνία του δημιουργού.

 

Γιώργος Ρόρρης – Μπλε Αλεξάνδρα, 2005-2006, λάδι σε μουσαμά, 221Χ231 εκ.

Γιώργος Ρόρρης – Μπλε Αλεξάνδρα, 2005-2006, λάδι σε μουσαμά, 221Χ231 εκ.

 

Στην έκθεση παρουσιάζονται επτά καλλιτέχνες: Στέφανος Δασκαλάκης (1952), Μιχάλης Μανουσάκης (1953), Τάσος Μαντζαβίνος (1958), Χρήστος Μποκόρος (1956), Χρόνης Μπότσογλου (1941), Γιώργος Ρόρρης (1963) και Εδουάρδος Σακαγιάν (1957). Το κύριο γνώρισμα της τέχνης τους είναι ο ανθρωποκεντρικός της χαρακτήρας και ιδιαίτερα η προσήλωσή τους στο ανθρώπινο σώμα, που γίνεται στο έργο τους ευπαθής φορέας και μάρτυρας της υπαρξιακής τους αγωνίας.

 

Χρόνης Μπότσογλου - Μια προσωπική Νέκυια (26 πίνακες) αρ. 15, 1993-2000 λαδοπαστέλ, σκόνες αγιογραφίας και ξηρό παστέλ σε χαρτί κολλημένο σε μουσαμά, 152,5×150 εκ. Ο τίτλος "Νέκυια", αναφέρεται στη λ' ραψωδία της Οδύσσειας, στην οποία περιγράφεται η κάθοδος του Οδυσσέα σε έναν τόπο όπου δεν υπάρχει φως και όπου μέσα από μια τελετή "νεκρομαντείας" συναντά και συνομιλεί με τις σκιές των πεθαμένων. Στη δική του προσωπική Νέκυια, ο καλλιτέχνης προσπάθησε να καταλάβει και να εικονίσει το πώς θυμάται κάποια πρόσωπα που δεν υπάρχουν σήμερα, και παίξανε σημαντικό ρόλο στη ζωή του. Το έργο αυτό φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα εικαστικό δοκίμιο πάνω στη μνήμη. Ανήκει στη συλλογή Λάρυς και Σωτήρη Φέλιου.

Χρόνης Μπότσογλου – Μια προσωπική Νέκυια (26 πίνακες) αρ. 15, 1993-2000
λαδοπαστέλ, σκόνες αγιογραφίας και ξηρό παστέλ σε χαρτί κολλημένο σε
μουσαμά, 152,5×150 εκ.
Ο τίτλος «Νέκυια», αναφέρεται στη λ’ ραψωδία της Οδύσσειας, στην οποία περιγράφεται η κάθοδος του Οδυσσέα σε έναν τόπο όπου δεν υπάρχει φως και όπου μέσα από μια τελετή «νεκρομαντείας» συναντά και συνομιλεί με τις σκιές των πεθαμένων. Στη δική του προσωπική Νέκυια, ο καλλιτέχνης προσπάθησε να καταλάβει και να εικονίσει το πώς θυμάται κάποια πρόσωπα που δεν υπάρχουν σήμερα, και παίξανε σημαντικό ρόλο στη ζωή του. Το έργο αυτό φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα εικαστικό δοκίμιο πάνω στη μνήμη. Ανήκει στη συλλογή Λάρυς και Σωτήρη Φέλιου.

 

Ο Σωτήρης Φέλιος ανήκει σε μια ιδιαίτερη κατηγορία συλλεκτών. Το συλλεκτικό του πάθος δεν πυροδοτείται από αλλότρια κίνητρα. Δεν συλλέγει για να επενδύσει, αλλά γιατί ερωτεύεται τα έργα που αγοράζει και επιθυμεί να τα αποκτήσει για να τα απολαμβάνει διαρκώς. Διατηρεί φιλικές σχέσεις με τους δημιουργούς των  έργων της συλλογής του, πράγμα που του επιτρέπει να διεισδύει στα άδυτα της ποιητικής τους, να αποκτά μια βαθύτερη κατανόηση του έργου τους, να οξύνει το κριτήριό του στις επιλογές του. Η παραχώρηση των έργων της συλλογής του στο παράρτημα της ΕΠΜΑΣ στο Ναύπλιο επιβεβαιώνει την επιθυμία του να μοιραστεί με το ευρύ κοινό την απόλαυση που του χαρίζουν τα έργα της συλλογής του.

Xορηγός της έκθεσης είναι το Ίδρυμα «Η άλλη Αρκαδία».

Διάρκεια έκθεσης: 12 Ιουλίου-14 Οκτωβρίου 2013
Ώρες λειτουργίες του Μουσείου:
Δευτέρα, Πέμπτη, Σάββατο: 10.00-15.00
Τετάρτη, Παρασκευή: 10.00-15.00 & 17.00-20.00
Κυριακή: 10.00-14.00
Τρίτη: κλειστά
Δευτέρα: είσοδος ελεύθερη
Για περισσότερες πληροφορίες: Λαμπρινή Καρακούρτη-Ορφανοπούλου,
Επιμελήτρια της ΕΠΜΑΣ στο Ναύπλιο – Τηλ. 27520 21915

 

Read Full Post »

Ο θάνατος του Λάμπρου Τζαβέλα – Donato Francesco de Vivo


 

  

Ο θάνατος του Λάμπρου Τζαβέλα, πριν το 1855, Donato Francesco de Vivo.

Λάδι σε μουσαμά, 107 χ 132 εκ. Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

 

Ζωγράφος καταγόμενος από οικογένεια καλλιτεχνών, ο Francesco de Vivo έζησε στη Νάπολη κατά την εποχή της άνθισης εκεί της ιστορικής ζωγραφικής και της επίδρασης που άσκησε σ’ αυτήν ο ζωγράφος ιστορικών σκηνών και καθηγητής στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Νάπολης Tommaso de Vivo (1790 – 1884), πατέρας, ίσως, του Francesco, αφού η προσθήκη της λέξης figlio αυτό πιθανώς υποδηλώνει. Ελάχιστα Βιογραφικά στοιχεία του καλλιτέχνη είναι γνωστά. Πάντως, σύμφωνα με βιβλιογραφικές αναφορές, είναι βέβαιο ότι στο μέσο του 19ου αιώνα βρισκόταν στη Νάπολη, όπου και παρουσίασε το 1855 τον πίνακα που βλέπετε[1].

 

Ο θάνατος του Λάμπρου Τζαβέλα  - Donato Francesco de Vivo

Ο θάνατος του Λάμπρου Τζαβέλα – Donato Francesco de Vivo

 

Το έργο προκάλεσε μεγάλη εντύπωση για το αγωνιστικό φρόνη­μα που εξέφραζε, αλλά και τη δραματική ένταση της σκηνής. Την εποχή αυτή η ακαδημαϊκή παράδοση της ζωγραφικής της Νάπολης βρίσκεται σε ανανέωση, καθώς υπό την επιρροή της γαλλικής καλασικιστικής ζωγραφικής, το πιο ζωντα­νό ρεύμα της εποχής, καλείται να εκφράσει ένα ηρωικό, προτρεπτικά αγωνιστι­κό φρόνημα το οποίο βρίσκει ανταπόκριση στην Ιταλία εξαιτίας των επαναστατικών εξεγέρσεων.

Στον πίνακα απεικονίζεται ο θάνατος του Λάμπρου Τζαβέλα (Σούλι 1745 – 1795) τη στιγμή που πληγωμένος πέφτει στο πεδίο της μάχης. Η γυναίκα του Μόσχω προσπαθεί να τον συγκρατήσει ενώ αριστερά, ανάμεσα σε πτώματα, καπνούς και συντρίμμια, έντρομος ο γιος τους Φώτος προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει.

Ο ζωγράφος δίνει έμφαση στις δύο κύριες μορφές, οι οποίες καταλαμβάνουν ως σύμπλεγμα το πρώτο μέρος του πίνακα. Ο χώρος με τα ογκώδη ερείπια και τα κτίρια αρι­στερά ανάγει σε κάποιο τόπο φανταστικό, ενώ και η ίδια η σκηνή δεν είναι δυνα­τόν να αποδοθεί σε κάποιο συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός. Είναι γνωστή η ανδρεία που επέδειξαν ο Λάμπρος Τζαβέλας και η γυναίκα του κατά την επίθε­ση του Αλή Πασά εναντίον των Σουλιωτών, το 1792, και κατά τη διάρκεια των μαχών που διεξήχθησαν στην Κιάφα του Σουλίου όπου τραυματίστηκε βαρύτατα ο Λάμπρος. Όμως ο Τζαβέλας δεν πέθανε κατά τη διάρκεια εκείνων των μαχών, αλλά λίγα χρόνια αργότερα, γύρω στο 1795.

Ο ζωγράφος, ακολουθώντας τα πρότυπα απεικόνισης του θανάτου ηρώων που πληγώθηκαν στη μάχη πολεμώντας για την Ανεξαρτησία, δεν ενδιαφέρεται τόσο για το ακριβές ιστορικό γεγονός, όσο για την πράξη ηρωισμού και θυσίας που επιτελείται από άνδρες και γυναίκες.

 


 

[1] Spetsieri-Beschi στο Risorgimento greco e filellenismo italiano 1986, σ. 321

 

Όλγα Μεντζαφού – Πολύζου

Από το λεύκωμα, «1821 Μορφές & Θέματα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη ζωγραφική του 19ου αιώνα». Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Read Full Post »

Γιατράκος Παναγιώτης – Σπυρίδων Προσαλέντης (1830-1895)


 

 Προσωπογραφία του αγωνιστή Παναγιώτη Γιατράκου, έργο του Σπυρίδωνα Προσαλέντη.

Λάδι σε μουσαμά, 93 χ 72 εκ. Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, Παράρτημα Ναυπλίου.

 

Σπυρίδων Προσαλέντης, γιος του γλύπτη Παύλου Προσαλέντη, μετά την επιστροφή του το 1865 στην Ελλάδα από τη Βενετία, όπου είχε μεταβεί για συνέ­χιση των σπουδών του στην εκεί Ακαδημία και όπου είχε διακριθεί, ασχολήθηκε σχε­δόν αποκλειστικά με την προσωπογραφία. Ευνοούμενος των Ανακτόρων και καθη­γητής στη Σχολή Καλών Τεχνών, δέχτηκε μετά από ανάθεση να εκτελέσει σειρές προ­σωπογραφιών πνευματικών ανθρώπων, καθηγητών ή ηρώων του 1821, για το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Υπουργείο Στρατιωτικών και το Υπουργείο Ναυτικών.

 

Προσωπογραφία του αγωνιστή Παναγιώτη Γιατράκου, έργο του Σπυρίδωνα Προσαλέντη. Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, Παράρτημα Ναυπλίου.

Προσωπογραφία του αγωνιστή Παναγιώτη Γιατράκου, έργο του Σπυρίδωνα Προσαλέντη. Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, Παράρτημα Ναυπλίου.

 

Το ενδιαφέρον του για την απεικόνιση αγωνιστών της Ανεξαρτησίας μαρτυρείται ήδη από τα χρόνια της μαθητείας του ακόμα, αφού το 1858 φιλοτέχνησε την προσωπο­γραφία του Ανδρέα Ζαΐμη[1], ενώ το 1870, αμέσως μετά την οριστική του εγκατάστα­ση στην Αθήνα τιμήθηκε με Χρυσό Βραβείο Β’ Τάξεως στην Έκθεση των Β’ Ολυμπίων για την προσωπογραφία του στρατηγού Καλλέργη[2].

Η προσωπογραφία που εκτίθεται απεικονίζει τον Παναγιώτη Γιατράκο, γόνο περιώνυμης οικογένειας της Πελοποννήσου, που έπαιξε σημαντικό ρόλο κατά την Επανάσταση του 1821 και διακρίθηκε επανειλημμένως για την τόλμη και τη γενναιότητά του. Ο Σπυρίδων Προσαλέντης ζωγραφίζει τον Γιατράκο, ντυμένο με την επίσημη στολή, σύμφωνα με το πνεύμα της εξιδανικευτικής αντίληψης της ιστορικής ζωγραφικής και μόνο στην απεικόνιση του προσώπου διακρίνεται κάποια ρεαλιστική διάθεση, που αποδίδει τον χαρακτήρα του αγωνιστή με το σπινθηροβόλο και κάπως περιπαικτικό βλέμμα. Ωστόσο η ζωγραφική του Προσαλέντη δεν παύει να κινείται στο πλαίσιο μιας ακαδημαϊκής ακαμψίας που οδηγεί στην τυποποίηση, χωρίς διάθεση ερμηνείας της προσωπικότητας των απεικονιζόμενων.

  

Υποσημειώσεις


 

[1] Μπαρούτας 1990, σ. 31

[2] Ολύμπια του 1870, Περίοδος Δευτέρα, Αθήναι 1872, σ. 7. Μπαρούτας, ό. π. σ. 43

 

Όλγα Μεντζαφού – Πολύζου

Από το λεύκωμα, «1821 Μορφές & Θέματα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη ζωγραφική του 19ου αιώνα». Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Σχετικά θέματα:

  

Read Full Post »

Μάχη στα στενά των Δερβενακίων  – Θεόδωρος Βρυζάκης (1819-1878)


 

 

Μάχη στα στενά των Δερβενακίων,  πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη, λάδι σε μουσαμά, 53 χ 71 εκ. Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Στον πίνακα αυτό ο Βρυζάκης απεικονίζει τη Μάχη στα Δερβενάκια, κατά την οποία ο τουρκικός στρατός αποδεκατίστηκε από τα παλικάρια του Κολοκοτρώνη, που κατόρθωσε να τον παγιδεύσει στα στενά στις 26 Ιουλίου 1822. Ο καλλιτέχνης αποδίδει τη σκηνή της μάχης, μ’ έναν τελείως διαφορετικό τρόπο από ό,τι συνήθως, θέτοντας ως προτεραιότητα την απεικόνιση μιας γενικής άποψης της συμπλοκής και όχι των συγκεκριμένων αγωνιστών. Γι’ αυτό δεν διαγράφει καθαρά τα χαρακτηριστικά τους εμμένοντας στην απόδοση της περιγραφικής λεπτομέρειας.

Η προσπάθεια του Βρυζάκη εστιάζεται στην απεικόνιση του χώρου όπου διαδραματίζεται το γεγονός και μόλις υποδεικνύει τις θέσεις των αντιμα­χομένων με ένα σύμπλεγμα Ελλήνων αγωνιστών, στο πιο κοντινό προς τον θεατή επίπεδο και τον στρατό των Τούρκων μόλις να διαφαίνεται στο άνοιγμα των δύο βουνών, μέσα από τους καπνούς της μάχης.

 

Μάχη στα στενά των Δερβενακίων  - Θεόδωρος Βρυζάκης

Μάχη στα στενά των Δερβενακίων – Θεόδωρος Βρυζάκης

 

Πιθανόν το θέμα να προέρχεται από κάποιο πρόχειρο σχέδιο του ζωγράφου κατά το ταξίδι του στην Ελλάδα, όταν επι­σκέφθηκε τους τόπους όπου συντελέσθηκαν τα γεγονότα του Αγώνα, για να έχει πληρέστερη εικόνα των συμβάντων, και που δεν μεταφέρθηκε ποτέ σε πίνακα μεγάλων διαστάσεων.

Σ’ αυτό συνηγορεί και η πανοραμική θέα του χώρου, όσο και η τοποθέτηση των μορφών όπως σε πρόχειρο σημείωμα, καθώς απεικονίζονται ενδεικτικά ένας αγωνιστής με το όπλο προτεταμένο, ένας άλλος να σκαρφαλώνει στον Βράχο, ένας τρίτος αριστερά να πέφτει πληγωμένος στα χέρια μιας γυναίκας, ενώ πιο πίσω ομάδα αγωνιστών, ανάμεσά τους και ένας ιερωμένος, είναι έτοιμη να επιτεθεί. Ο προπαρασκευαστικός χαρακτήρας του έργου αναδεικνύει μία άλλη πλευρά της ζωγραφικής του Βρυζάκη, στην οποία κυριαρχεί η άμεση και αυθόρμητη εκτέλεση τόσο στην απόδοση του τοπίου όσο, κυρίως, των μορφών.

 

Όλγα Μεντζαφού – Πολύζου

Από το λεύκωμα, «1821 Μορφές & Θέματα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη ζωγραφική του 19ου αιώνα». Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

 

Read Full Post »

Προσωπογραφία Αθανασίου Λιδωρίκη – Διονύσιος Τσόκος (1820-1862)


 

 

 Η ανάγκη μορφοποίησης της νωπής ιστορικής μνήμης οδήγησε, κατά τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, στην απεικόνιση των αγωνιστών, καθώς κοινό ήταν το αίτημα για την αποτύπωση του ιστορικού γίγνεσθαι μέσα από την εμπειρία του παρόντος. Η προσωπογράφηση των πρωταγωνιστών του Αγώνα, τα πρώτα τουλά­χιστον χρόνια, αποτελούσε άμεσο Βίωμα, αφού οι ζωγράφοι της εποχής που ανέ­λαβαν να διατηρήσουν την εικόνα των αγωνιστών, είχαν προσωπική επαφή με τους απεικονιζομένους ή γνώριζαν τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά τους από σύγχρονα σκίτσα ή λιθογραφίες.

 

Προσωπογραφία Αθανασίου Λιδωρίκη, 1855. Λάδι σε μουσαμά, έργο του Διονυσίου Τσόκου. Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου

Προσωπογραφία Αθανασίου Λιδωρίκη, 1855. Λάδι σε μουσαμά, έργο του Διονυσίου Τσόκου. Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου

 

Η προσωπογραφία του Αθανασίου Λιδωρίκη φιλοτεχνήθηκε από τον Τσόκο το 1855, εποχή της μεγάλης ακμής του καλλιτέχνη ως προσωπογράφου και ιδιαίτερα του κύκλου των αγωνιστών. Ο Αθανάσιος Λιδωρίκης, προεστός από τη Δυτική Ελλάδα και την Ήπειρο και από τους πρωτεργάτες της Φιλικής Εταιρείας, ανέπτυξε πολιτική δράση στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε το 1835 μετά την ανάδειξή του στα αξιώματα του Συμβούλου Επικρατείας και του Γερουσιαστή.

Στο έργο, ο Λιδωρίκης φορά τη χαρακτηριστική αμφίεση, φουστανέλα που μόλις διακρίνεται, αφού έχει απεικονισθεί από τη μέση και πάνω, που­κάμισο, χρυσοποίκιλτο σεγκούνι και φέσι.

Ο Τσόκος αποδίδει τη μορφή του αγω­νιστή εξαντλώντας όλα τα εκφραστικά του μέσα αφού η ρεαλιστική απεικόνιση τόσο στο πλάσιμο του προσώπου όσο και στην απόδοση των λεπτομερειών συν­δυάζεται με την ιδεαλιστική απεικόνιση που στηρίζεται στην ακαδημαϊκή παιδεία του καλλιτέχνη στη Βενετία κοντά στον Lodovico Lipparini (1800-1856), ζωγράφο με ιδιαίτερη επίδοση στην προσωπογραφία. Η μετωπική σχεδόν σε προτομή στάση, η χρωματική αρμονία, η πλαστικότητα, η ευαισθησία της γραμμής συμ­βάλλουν στην επιβλητικότητα της μορφής, ενώ το βαθύ Βλέμμα μεταφέρει κάτι από την ψυχολογία του απεικονιζόμενου.

Όλγα Μεντζαφού – Πολύζου

Από το λεύκωμα, «1821 Μορφές & Θέματα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη ζωγραφική του 19ου αιώνα». Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Read Full Post »

Λιδωρίκη ΑσήμωNicolas Louis François Gosse (1787-1878)


 

 Προσωπογραφίες

Λιδωρίκη Ασήμω (Γκούρενα) – Η μάχη της Ακρόπολης, 1827, Nicolas Louis François Gosse (1787-1878). Λάδι σε μουσαμά, 40 χ 27,5 εκ., Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

 

Στο έργο απεικονίζεται η Ασήμω Λιδωρίκη, σύζυγος του Ιωάννη Γκούρα, η «Κυρά του Κάστρου της Ακρόπολης» η οποία μετά τον θάνατο του συζύγου της αντιστάθηκε γενναία κατά την πολιορκία του ιερού βράχου από τις οθωμα­νικές δυνάμεις του Κιουταχή το 1827. Συνεχίζοντας την παράδοση των γυναικών του Σουλίου, της Μόσχως Τζαβέλαινας, της Δέσπως Μπότσαρη, των γυναικών του Μεσολογγίου, η Ασήμω απεικονίζεται στα ερείπια του αρχαίου ναού, έχοντας το ένα χέρι λαβωμένο και κρατώντας με το άλλο το σπαθί, να πατά πάνω στο λάβαρο με την ημισέληνο που κρατά ο σκοτωμένος Τούρκος.

 

Η μάχη της Ακρόπολης, 1827, Λιδωρίκη Ασήμω (Γκούρενα). Nicolas Louis François Gosse (1787-1878) - Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Η μάχη της Ακρόπολης, 1827, Λιδωρίκη Ασήμω (Γκούρενα). Nicolas Louis François Gosse (1787-1878) – Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

 

Η πολιορκία της Ακρόπολης από τους Τούρκους και η πεισματική από­φαση των Ελλήνων να την υπερασπισθούν έως εσχάτων ήταν από τα γεγονότα της Επανάστασης που αναζωπύρωσαν το φιλελληνικό ενδιαφέρον μετά την Έξοδο του Μεσολογγίου και ιδιαιτέρως των γάλλων καλλιτεχνών.

Η ολοένα διογκούμενη απαίτηση των φιλελεύθερων διανοουμένων στη Γαλλία, στα χρόνια 1825-1826, για μεγαλύτερη παρέμβαση υπέρ των Ελλήνων, η οποία συμβάδιζε με τις πεποιθήσεις της αντιπολιτευόμενης παράταξης στο συντηρητικό καθε­στώς των φανατικών Βασιλοφρόνων, συνετέλεσε στην ανάπτυξη μιας φιλελληνι­κής ρητορικής τόσο στην πολιτική όσο και στην ποίηση και τις τέχνες.

Ο Nicolas Gosse ζωγράφος ιστορικών σκηνών και ευαίσθητος στα γεγονότα της εποχής του, όπως αποδεικνύεται και από τις μετέπειτα θεματικές προτιμήσεις του επιλέγει τη συγκεκριμένη εικόνα από την πολιορκία της Ακρόπολης των Αθηνών για να εκφράσει το κοινό αίσθημα κάθε σκεπτόμενου πολίτη, την προ­σωπική δύναμη του καθενός για τη διαμόρφωση του κοινού πεπρωμένου. Η Ασήμω στέκει αγέρωχη και ατρόμητη καταπατώντας τα σύμβολα του εχθρού μέσα στον αρχαίο ναό, που έμελλε αργότερα να γίνει ο τάφος της.

Ο Gosse αποδε­χόμενος τις αντιλήψεις της εποχής του που θριάμβευσαν μέσα στο πνεύμα του ρομαντισμού, απεικονίζει την Ασήμω ως μια αλληγορία της αγωνιζόμενης Ελλάδας, όμοια με την Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου του Delacroix του 1826 ή νωρίτερα ακόμη με την Αφύπνιση της Ελλάδας του Ange-René Ravault (1766-1845) του 1822. Δεν είναι αυτό καθεαυτό το ιστορικό γεγονός που ενδια­φέρει τον Gosse, το οποίο απλώς υποδηλώνεται με μια σκηνή μάχης στο βάθος δεξιά του πίνακα, όσο η ίδια η θριαμβευτική παρουσία της γυναίκας με το λαμπερό κόκκινο της φούστας που προβάλλει εμπρός στους κίονες του αρχαί­ου ναού και το σπαθί που κρατά στο χέρι να κυριαρχεί στην παράσταση, προ­δικάζοντας τις διαθέσεις της.

Έστω και λαβωμένη, καταπατά τα σύμβολα μιας ολόκληρης αυτοκρατορίας που σέρνεται ηττημένη στα πόδια της. Έτσι η Ασήμω γίνεται το σύμβολο των αγώνων του λαού αναπόσπαστο κομμάτι του αρχαίου μνημείου, φορέας του διαχρονικού μηνύματος για ελευθερία, ιδανικό του αρχαί­ου ελληνικού κόσμου που ενσαρκώνει. Φαίνεται ότι το έργο είχε μεγάλη απήχηση στο κοινό, όπως αποδεικνύ­ει και η μεταφορά του σε χαρακτικό που ένα αντίτυπο του διασώζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας.

 

Όλγα Μεντζαφού – Πολύζου

Από το λεύκωμα, «1821 Μορφές & Θέματα του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας στη ζωγραφική του 19ου αιώνα». Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. Παράρτημα Ναυπλίου.

Read Full Post »

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με Συνθηματικό. Για να το δείτε, παρακαλώ εισάγετε το Συνθηματικό παρακάτω.

Read Full Post »

3η ατομική έκθεση ζωγραφικής της Μαρκέλλας Καπογιάννη στο θέατρο «Τριανόν», στο Ναύπλιο


 

Την τρίτη ατομική έκθεση ζωγραφικής της Μαρκέλλας Καπογιάννη φιλοξενεί το θέατρο « Τριανόν » στην πλατεία Συντάγματος, στο Ναύπλιο. Η έκθεση θα εγκαινιαστεί το Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου στις 20.00 και θα διαρκέσει έως  την Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου.

 

Έκθεση ζωγραφικής

 

Η έκθεση περιλαμβάνει 62 έργα, στα οποία, με κύριο εργαλείο τα χρώματα το φως και τις σκιές, εικόνες της φύσης και ανθρώπινες φιγούρες αποδίδονται αφαιρετικά και με ρομαντική διάθεση.  Μέσα από την ονειρική προσέγγιση των μορφών και της φύσης, αναζητούν την απλή και ευαίσθητη πλευρά της ψυχής, χρησιμοποιώντας ως κύριο μέσο έκφρασης τη λιτότητα των γραμμών και τη δύναμη των χρωμάτων.

Τα έργα βασίζονται σε μια ποικιλία τεχνικών και υλικών με κυριότερα από αυτά το κάρβουνο, το παστέλ, το λάδι και το γύψο δουλεμένα πάνω σε ξύλο, καμβά και χαρτόνι.

 

Έκθεση ζωγραφικής

 

Η Μαρκέλλα Καπογιάννη, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα και από το 1999 ζει και εργάζεται στο Ναύπλιο. Έχει σπουδάσει παιδαγωγικά στο Αθηναϊκό Κέντρο Παιδαγωγικών Σπουδών, Ευρωπαϊκό πολιτισμό  στη σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ανοιχτού Πανεπιστημίου και χρωματοθεραπεία ως σύμβουλος στο σύστημα  Αura – Soma ενώ παράλληλα  έχει παρακολουθήσει  σεμινάρια και μαθήματα εικαστικής.

Χώρος: Θέατρο «Τριανόν», Πλατεία Συντάγματος, Ναύπλιο

Διάρκεια της έκθεσης: 8 -16 Σεπτεμβρίου 2012

Ώρες λειτουργίας: 11.00-14.00 & 19.00-23.00

Είσοδος ελεύθερη

Read Full Post »

Η «Γενιά του’30» στην αναζήτηση της ελληνικότητας


 

Το Παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου στο Ναύπλιο διοργανώνει την έκθεση «Η Γενιά του’30 στην αναζήτηση της ελληνικότητας», με στόχο να επισημάνει τις διαφοροποιήσεις της ελληνικής τέχνης τη δεκαετία 1930-1940.

Πορτρέτο κυρίας, Ν. Κοντόπουλος

Αυτή την περίοδο τα προβλήματα γίνονται ανθρωποκεντρικά, αλλάζουν μορφή και οι καλλιτέχνες αναζητούν στην παράδοση, αξίες που γίνονται πρότυπα. Ανακαλύπτουν το συμβολικό κόσμο της βυζαντινής ζωγραφικής και την αφαιρετικότητα των εικόνων της, τη διακοσμητικότητα της λαϊκής τέχνης και τη γεωμετρική υφή των μορφών της καθώς και την αρμονία και ισορροπία της κλασικής τέχνης.

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, οι καλλιτέχνες μελετούν το ελληνικό τοπίο, ανακαλύπτουν το Αιγαίο και τα ελληνικά νησιά, αναζητούν στη λιτότητα το απολλώνιο πνεύμα της αρχαίας ελληνικής τέχνης, σπουδάζουν τη βυζαντινή τέχνη και προβάλλουν τη λαϊκή τέχνη. Σε αυτήν την παράδοση ψάχνουν να διατηρήσουν την αυθεντικότητά τους, την «ελληνικότητά τους» συμπαρατάσσοντας ή διαχωρίζοντας στοιχεία από την σύγχρονη ευρωπαϊκή τέχνη.

Βασικό  γνώρισμα της καλλιτεχνικής δημιουργίας της περιόδου αυτής είναι η κυριαρχία της νόησης πάνω στην αίσθηση, που εκδηλώνεται με ισχυρές σχηματοποιήσεις στη σύνθεση και το σχέδιο, ενώ το χρώμα απομακρύνεται από τη φύση και γίνεται πιο πνευματικό. Το ώριμο έργο του Κωνσταντίνου Παρθένη μαρτυρεί αυτές τις αλλαγές.

Στις αλληγορικές και θρησκευτικές συνθέσεις του συγχωνεύονται επιδράσεις από την Αρχαιότητα, το Βυζάντιο και τα νεότερα ρεύματα. Ο Μικρασιάτης Φώτης Κόντογλου αναζητεί πηγές έμπνευσης αποκλειστικά στο Βυζάντιο και στην ανατολική παράδοση, απορρίπτοντας κάθε επαφή με την δυτική τέχνη. Η προσωπικότητα και οι ιδέες του θα επηρεάσουν πολλούς καλλιτέχνες της Γενιάς του ’30. 

 

Άγιοι Σαράντα, Φώτης Κόντογλου

 

Ο Γιάννης Τσαρούχης επίσης κατανοεί το αδιέξοδο της διδασκαλίας του Κόντογλου και ανοίγει έναν γόνιμο διάλογο με πολλές παραδόσεις (ελληνιστική ζωγραφική, Βυζάντιο, Αναγέννηση, λαϊκή τέχνη ), πάντα μέσα από τον προβληματισμό της σύγχρονης τέχνης, ιδιαίτερα του Ανρί Ματίς. Μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της ελληνικής τέχνης του 20ου αιώνα ανήκουν σ’ αυτή την ομάδα: Διαμαντής Διαμαντόπουλος, Σπύρος Βασιλείου, Νίκος Εγγονόπουλος, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας και οι νεότεροι Γιάννης Μόραλης και Νίκος Νικολάου.

 

Επίδαυρος, Κ. Παρθένης

 

Για την Γενιά του ’30, παράδοση και Μοντερνισμός, λειτούργησαν, σαν αμφίδρομοι καταλύτες. Καθένας βοήθησε στη βαθύτερη κατανόηση και οικειοποίηση του άλλου.

 

Ν. Εγγονόπουλος. Μακέτα σκηνικών για το έργο «Καίσαρ και Κλεοπάτρα».

 

Η έκθεση αντιπροσωπεύεται από πίνακες των: Κ. Παρθένη, Γ. Γουναρόπουλου, Γ. Μπουζιάνη, Θ.Τριανταφυλλίδη, Ν. Νικολάου, Γ. Τσαρούχη, Θεόφιλου, Σ. Βασιλείου,  Ν. Χατηκυριάκου–Γκίκα, Α. Αστεριάδη, Γ. Μόραλη, Α. Κοντόπουλου, Γ. Στέρη. Ν. Εγγονόπουλου και γλυπτά του Μ. Τόμπρου και της  Μπ. Ραφτοπούλου.

 

Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου – Παράρτημα Ναυπλίου

Σιδηράς Μεραρχίας 23

Διάρκεια έκθεσης:  25 Μαΐου –15 Οκτωβρίου 2012

Read Full Post »

« Newer Posts - Older Posts »