Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Κατοχή’

Όταν οι μικροί άνθρωποι γράφουν τη Μεγάλη Ιστορία: Τετράδιο Πολέμου 1940


 

Προδημοσίευση για το νέο βιβλίο του Κοινωνιολόγου Γεωργίου Κόνδη, «Τετράδιο Πολέμου 1940».

 

 «Εις τας 28/10/40 εκειρίχθη η επιστράτευση ημέρα Δευτέρα. Και στης 29/10/40 έφιγα για να πάο να καταταγώ. Αφού πήγα στο άργος στην πλατέα του αγίου Πέτρου εμπήκα στο αυτοκήνητο με άλα πολλά παιδιά και κατεβήκαμε στο Ναύπλιον. Εκεί πήγα με τον Γεώργιον Σωτηρόπουλον, τον Κωνσταντίνον Σοτηρόπουλον, τον Ιωάννην Παπαδόπουλον, τον Βασείλειον Μπούριν…»

«… αφού είχε νιχτόση καλά νάσου ένα φορτηγό το σταματάμε και μας πίρε και ολονυχτίς τον δρόμο τη να έβλεπες το ένα μέρος και το άλο του δρόμου ήταν γεμάτο αυτοκίνητα εγγλέζικα τουμπαριζμένα και πόσα σηναντάγαμε και έφευγαν για την καλαμάτα έος το άργος που ήρθα στην 1 η όρα και 500 θα απαντήσαμε. Εντέλη στην 1 η όρα κατέβηκα στο άργος και τόκοψα στα πόδια και το προΐ με τον ίλιο έφθασα στο χοριό στο σπίτι αλά ήταν όλη χομένη στης τρούπες από τους βονβαρδισμούς και τρόμαξα να τους ενθαρίνο να τους συνγγεντρόσο να μαζευτούν στο σπήτη. Και τεληόνη το βίος του ελινοϊταλικού πολέμου. Τέλος».

 

Δημήτριος Σιώτος: Κληρωτός του 1936, έφυγε για το μέτωπο όπως χιλιάδες άλλοι πατριώτες με την επιστράτευση (28/10/1940).

Αρχή και τέλος ενός μέρους της Μεγάλης Ιστορίας, γραμμένη από έναν απλό άνθρωπο, τον Δημήτριο Ι. Σιώτο από τα Σταθέικα του Δήμου Άργους – Μυκηνών. Η μαρτυρία για μια ένδοξη αλλά ξεχασμένη περίοδο της πάλης του ελληνικού λαού ενάντια στον φασισμό και τον ολοκληρωτισμό, δεν αποτελεί απλά ιστορικό γεγονός ή καταγραφή πολεμικών συμβάντων.

Ξεπερνά τα όρια των μεγάλων ιστορικών γεγονότων και δίνει το λόγο στους πρωταγωνιστές, σ’ εκείνους που ξεκινώντας με το χαμόγελο στα χείλη, από την Καρυά, τα Σταθέικα, τη Φρουσούνα, το Άργος και το Ναύπλιο, το Λυγουριό, το Κρανίδι και τα γύρω χωριά, όπως και από ολόκληρη τη χώρα, έδιναν σώμα και ψυχή σ’ έναν αγώνα που έμελλε να τους κατατάξει στους καταλόγους των Ηρώων της Μεγάλης Ιστορίας. Με όπλα των βαλκανικών πολέμων, με ελάχιστη τροφή, χιλιάδες Έλληνες πατριώτες αντιμετώπισαν νικηφόρα έναν ιταλικό στρατό ασύγκριτα πιο ισχυρό και οργανωμένο.

Ο Δημήτριος Ι. Σιώτος περιγράφει τις μάχες που δόθηκαν αλλά και πολλές λεπτομέρειες από την καθημερινότητα του μετώπου: την προσπάθεια εξεύρεσης τροφής, την αντιμετώπισή τους από τους ντόπιους πληθυσμούς, την άφιξη στον Πειραιά, τη νοσηλεία στην Αθήνα, την επιστροφή στο σπίτι που συμπίπτει, χωρίς να το γνωρίζει με την είσοδο του γερμανικού στρατού στο Άργος. Το τετράδιο του Δημητρίου Ι. Σιώτου συμπληρώνουν οι ενθυμίσεις ενός από τους επιζώντες μαχητές του Έπους της Αλβανίας, του Γεωργίου Νανόπουλου που δίνει συμπληρωματικές πληροφορίες για πρόσωπα και τοποθεσίες.

 

Τετράδιο Πολέμου 1940

 

Πρόκειται για μια κριτική έκδοση σημειώσεων για τον πόλεμο που γράφονται  «εν θερμώ». Είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιούνται πολλές από τις σημειώσεις ή τα ημερολόγια του 1940 που έχουν ήδη εκδοθεί σε μια κριτική έκδοση ενός «Τετραδίου Πολέμου».

Ενθύμιον από το Νοσοκομείο Τριπόλεως.

Από την άποψη αυτή, η έρευνα του Γεωργίου Κόνδη παρουσιάζει ένα πλούσιο βιβλιογραφικό υλικό που στηρίζεται στις καταγραφές των ίδιων των πρωταγωνιστών.  Η έρευνα του συγγραφέα επεκτάθηκε στα αρχεία του Δήμου Άργους και του τοπικού τύπου για την περίοδο αυτή. Παρατίθενται τα πρακτικά των Δημοτικών Συμβουλίων και οι πληροφορίες που προέρχονται από το Πρωτόκολλο του Δήμου, οι οποίες έχουν ταξινομηθεί σε θεματικές κατηγορίες. Το ίδιο συμβαίνει και με μια σειρά από άρθρα της εποχής που έρχονται στο φως για πρώτη φορά,  καθώς επίσης και στην αναζήτηση στοιχείων για Αργολιδείς που χάθηκαν στο μέτωπο.   

Η παρουσίαση του «Τετραδίου Πολέμου» υποστηρίζεται από κείμενα και φωτογραφίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα και έγραψαν γι’ αυτά καθώς επίσης και από την παράθεση στοιχείων αναζήτησης για όσους έμειναν στα βουνά της Αλβανίας. Τέλος για πρώτη φορά παρατίθεται ολόκληρο το «Τετράδιο» και η μεταγραφή του με κάποιες αλλαγές που υποβοηθούν την ανάγνωση.

Η έρευνα αποτελεί ένα μοναδικό ιστορικό αρχείο για την Αργολίδα του 1940 και εμπλουτίζει την εθνική βιβλιογραφία για την περίοδο αυτή. Είναι τέλος, ένας οφειλόμενος φόρος τιμής, ένα χρέος,  σε όσους αγωνίστηκαν για την ελευθερία και την πρόοδο της πατρίδας. Είναι ίσως το μόνο χρέος που δεν πρέπει να επιτρέψουμε να παραγραφεί.

  Γεώργιος Η. Κόνδης, «Τετράδιο Πολέμου 1940»,

 Εκδόσεις, Εκ Προοιμίου, Άργος.  

 

 

Read Full Post »

Δικτατορία του Μεταξά – 4 Αυγούστου 1936


  

Ιωάννης Μεταξάς

Ως στρατιωτικός ο Ιωάννης Μεταξάς, (Ιθάκη 12 Απριλίου 1871 – Αθήνα 29 Ιανουαρίου 1941), διακρίθηκε από τις σπουδές του κιόλας στην Πολεμική Ακαδημία του Βερολίνου. Συμμετείχε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και στους Βαλκανικούς, ενώ από το 1903 είχε τοποθετηθεί στο τότε νεοσύστατο κατά τα ξένα πρότυπα Γενικό Επιτελείο Στρατού, συμβάλλοντας σημαντικά στην οργάνωση των ενόπλων δυνάμεων.

Από νωρίς συνδέθηκε φιλικά με τη  βασιλική οικογένεια και όταν το 1910 ο Γεώργιος Α’ διόρισε πρωθυπουργό τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο Κρητικός του προσέφερε τη θέση του πρώτου υπασπιστού του. Έτσι, ο Μεταξάς έγινε ο σύνδεσμος μεταξύ Βενι­ζέλου και ανακτόρων. Η ρήξη μεταξύ τους ήρθε το 1915, όταν ο Μεταξάς με την παραίτησή του μετέπεισε τον Κων­σταντίνο A’ ως προς την είσοδο της χώρας στον πόλεμο, στο πλευρό των συμμάχων. Ο Βενιζέλος δεν τον συγ­χώρεσε ποτέ και, το 1917, τον εξόρισε στην Κορσική από όπου γύρισε ύστερα από την επιστροφή των βασιλικών στην εξουσία.

Όταν στις 25 Μαρτίου 1921 οι Πρωτοπαπαδάκης, Θεοτόκης και Γούναρης του προσέφεραν τη θέση του αντιστράτηγου της Μικράς Ασίας, ο Μεταξάς αρνήθηκε. Από το 1914 είχε καταθέσει υπόμνημα στο ΓΕΣ, με το οποίο προεξοφλούσε την ήτα του ελληνικού στρατού σε περίπτωση επέμβασης στην Ιωνία. Στις 12 Οκτωβρίου 1922 ίδρυσε το κόμμα των Ελευθεροφρόνων. Μετά τη δικτατορία Πάγκαλου, κατά την οποία φυλακίστηκε και εκτοπίστηκε, συμμετείχε στις εκλογές της 11ης Νοεμβρίου 1926. Κατέλαβε 51 έδρες και διορίστηκε υπουργός Συγκοινωνίας στην κυβέρνηση Ζαΐμη. Αργότερα υπηρέτησε και ως υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Τσαλδάρη. Ωστόσο, σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, οι Ελευθερόφρονες σημείωναν όλο και χειρότερες επιδόσεις. Όταν το 1936 κατέλαβαν επτά έδρες, όλα έδειχναν ότι η πολιτική σταδιοδρομία του Μεταξά έφτανε στο τέλος της. Ο Γεώργιος Β’ όμως είχε διαφορετική άποψη. 

  

Η υπονόμευση του κοινοβουλευτισμού

 

Τα πολιτικά πάθη, αποτέλεσμα της μακροχρόνιας έχθρας βενιζελικών και αντιβενιζελικών, υπονόμευσαν και α­ποδυνάμωσαν τον κοινοβουλευτισμό και οδήγησαν σε πολιτικό αδιέξοδο. Τον Νοέμβριο του 1935, μετά τη διεξαγω­γή «νόθου» δημοψηφίσματος, ο Γεώργιος Β’ επανήλθε στον θρόνο της Ελλάδας. Η παλινόρθωση της βασιλείας, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 1935, εγκαινίασε μια δραματική σειρά γεγονότων που κατέληξαν στη δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Μετά την ε­πιστροφή του, ο Γεώργιος αποπέμπει τον Κονδύλη και αναθέτει τον σχημα­τισμό κυβέρνησης στον Κωνσταντίνο Δεμερτζή, ενώ την 26η Ιανουαρίου διε­ξάγονται άψογες εκλογές που αναδει­κνύουν ισοδύναμες τις δύο μεγάλες παρατάξεις, με ρυθμιστή το Παλλαϊκό Κόμ­μα (δεσπόζουσα δύναμη το ΚΚΕ).

Όταν γίνεται γνωστή η μυστική συμφωνία (σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα) μεταξύ των Φιλελευθέρων και του ΚΚΕ, προ­καλούνται αναταράξεις στις ένοπλες δυ­νάμεις που δυσαρεστούν τον Γεώργιο, ο οποίος αποπέμπει τον Παπάγο από το Υπουργείο Στρατιωτικών και στη θέ­ση του διορίζει τον Ιωάννη Μεταξά.

Ιωάννης Μεταξάς – Γεώργιος Β΄

Με­τά τον θάνατο του Δεμερτζή, στις 13 Απριλίου, ο Μεταξάς αναλαμβάνει και τα καθήκοντα του πρωθυπουργού, ε­νώ στις 27 Απριλίου λαμβάνει ψήφο ε­μπιστοσύνης από τη Βουλή. Στις 8 Μαΐου, κατά τη διάρκεια καπνεργατικών διαδηλώσεων, ξέσπασαν τα γεγο­νότα της Θεσσαλονίκης που κατέληξαν στις πλέον βίαιες συγκρούσεις ανάμε­σα στους απεργούς και τη χωροφυλα­κή, στη διάρκεια των οποίων σκοτώθηκαν δώδεκα διαδηλωτές. Η ανακοίνωση για γενική απεργία στις 5 Αυγούστου 1936 προσέφερε στον Μεταξά, «ελέω του Γεωργίου Β’», την απαιτούμενη δικαιολογία για την εγκαθίδρυση της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, που ήταν το επιστέγασμα μιας σειράς εσωτερικών πολιτικών «ανωμαλιών» και αποτελούσε, σύμφωνα με τον Γεώργιο, μια «δυσάρεστη ανα­γκαιότητα».

Τα παραδοσιακά κόμματα, αποδυναμωμένα από τις έριδες και στε­ρημένα από τους ηγέτες τους (οι Κον­δύλης, Τσαλδάρης, Δεμερτζής και Βε­νιζέλος όλοι πέθαναν μέσα σε σύντο­μο χρονικό διάστημα) ήταν ανίκανα να κινητοποιήσουν τον λαό, που, κουρα­σμένος και απογοητευμένος από τους πολιτικούς, παρέμεινε απαθής. Εξάλλου, οι ιθύνουσες τάξεις είδαν στο πρόσω­πο του Μεταξά τον εκφραστή των συμ­φερόντων τους και τον εγγυητή ασφάλειάς τους έναντι του «επερχόμε­νου» κομμουνισμού. Παράλληλα, η θέση του Μεταξά διευκολύνθηκε την εποχή αυτή από τη διεθνή συγκυρία.

Η κομμουνιστική απειλή φάνταζε, το 1936, πολύ μεγαλύ­τερη από την κρίση του κοινοβουλευ­τισμού στην Ευρώπη και την επικράτηση του φασισμού και του ναζισμού. Τα καθεστώτα αυτά και οι εκφραστές τους ασκούσαν μια περίεργη γοητεία στους πληθυσμούς των ευρωπαϊκών κρατών, που παρακολουθούσαν με θαυμασμό τη νέα πειθαρχημένη δύναμη του ναζισμού και την προβολή του «χα­ρισματικού» αδιαφιλονίκητου ηγέτη του, Αδόλφου Χίτλερ, να προβάλλονται μέσα από τα βραβευμένα προπαγανδι­στικά φιλμ της Ρίφενσταλ, στα πολυ­πληθή ακροατήρια των μεγάλων ευ­ρωπαϊκών πόλεων.

Ο κομμουνιστικός κίνδυνος, υπό το φάσμα του ισπανικού εμφυλίου που μόλις είχε ξεσπάσει, α­νησυχούσε πολύ περισσότερο τους Ευρωπαίους, απ’ ό,τι η κατάληψη της αποστρατιωτικοποιημένης Ρηνανίας από τον Χίτλερ το 1936, και η αυξανο­μένη επιθετικότητα του Μουσολίνι, με­τά την εισβολή στην Αιθιοπία. Έτσι λοιπόν το διεθνές κλίμα και η έκρυθμη εσωτερική πολιτική κατά­σταση, που διευκολύνονταν από την έλλειψη εμπιστοσύνης του Γεωργίου προς τα αστικά πολιτικά κόμματα, «ευνοούσαν» την εγκαθίδρυση της Δι­κτατορίας. Γεγονός που επιβεβαιώνε­ται και από τις «χλιαρές» αντιδράσεις – με εξαίρεση το κίνημα των Χανίων – που εκδηλώθηκαν εναντίον της 4ης Αυ­γούστου.

 

Απολυταρχικό καθεστώς με λαϊκίστικες τάσεις και πρακτικές

  

Οι πρώτες ενέργειες του καθεστώτος, μετά την άρση των θεμελιωδών άρ­θρων του Συντάγματος και την κα­τάργηση της ελευθερίας του Τύπου, ο οποίος κατέστη προπαγανδιστικό ερ­γαλείο του καθεστώτος, με αντάλλαγμα πολλά προνόμια, ήταν η καταστολή του κομμουνιστικού κινδύνου, αλλά και του κομματικού κοινοβουλευτι­σμού, που αποτελούσαν τη «διπλή τυ­ραννία» του τόπου. Οι αθρόες συλ­λήψεις και οι εκτοπίσεις των αντι­φρονούντων, αλλά και οι αποτελε­σματικοί μηχανισμοί που αφορού­σαν την καθιέρωση του Πιστοποιη­τικού Κοινωνικών Φρονημάτων και των Δηλώσεων Μετανοίας (που α­νήλθαν σε 47.000, όταν η δύναμη του ΚΚΕ ήταν περίπου 15.000) εξουδετέ­ρωσαν κάθε εσωτερική απειλή και έ­δωσαν τη δυνατότητα στον Μεταξά να υλοποιήσει τα σχέδιά του.

 

Ο Ιωάννης Μεταξάς κατά την διάρκεια εκδήλωσης των Ταγμάτων Εργασίας. Στην κορυφή της σκάλας, ο Κώστας Κοτζιάς – ασκεπής με το καπέλο στο αριστερό χέρι – υπουργός Διοικήσεως Πρωτευούσης. Στο ίδιο σκαλοπάτι με τον κυβερνήτη, δεξιότερα, ο γενικός διευθυντής Γραμμάτων και Τεχνών του καθεστώτος, Κωστής Μπαστιάς. Φωτογραφία: Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο.

 

Πρωταρχικός σκοπός του καθεστώτος ήταν η ίδρυση ενός «Νέου Κράτους» που θα βασιζόταν στις υπέρτατες αξίες και στα ιδεώδη που είχαν πλέον χαθεί και θα οδηγούσε στην «Αναγέννηση της Ελλάδος» και στη δημιουργία του «Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού» που ήταν συνέχεια του Αρχαίου και του Βυζαντινού. Η έλλειψη λαϊκής βάσης ο­δήγησε τον Μεταξά, μιμούμενο ξένα φασιστικά και ναζιστικά πρότυπα, στην ίδρυση και οργάνωση ενός πα­νίσχυρου οργανισμού νεολαίας, της EON, που συμπεριέλαβε το σύνολο σχεδόν του νεανικού πληθυσμού της χώρας και αποτέλεσε το αποτελε­σματικότερο μέσον, αλλά και αποδέ­κτη της μεταξικής ιδεολογίας και προπαγάνδας, βασικότερο στοιχείο της οποίας αποτελούσε η λατρεία προς τον Ηγέτη, Ιωάννη Μεταξά.

 

Κοινωνική πολιτική

  

Φαλαγγίτισσες της «Εθνικής Οργανώσεως Νεολαίας» παρελαύνουν στη λεωφόρο Βασ. Όλγας, κατά τη διάρκεια εορτασμού της 4ης Αυγούστου.

Ωστόσο, παρά τις πρακτικές και τα χαρακτηριστικά των φασιστικών κα­θεστώτων που υιοθέτησε, η 4η Αυ­γούστου δεν ταυτίστηκε ποτέ με τη φασιστική ιδεολογία αλλά παρέμεινε ένα απολυταρχικό καθεστώς με φι­λολαϊκές τάσεις που συχνά οδηγούσαν σε λαϊκίστικες πρακτικές. Ο Μεταξάς, όπως συχνά προκύπτει μέσα από το ημερολόγιό του και τις ομιλίες του, ή­θελε να είναι ο ηγέτης του λαού και προστάτης των οικονομικά ασθενέ­στερων. Στο πλαίσιο αυτής της πα­τερναλιστικής στάσης που χαρακτή­ρισε ολόκληρη τη διακυβέρνηση του «χαρά μου οι φτωχοί και τα παιδιά», εφάρμοσε ένα εκτεταμένο πρόγραμ­μα κοινωνικής πολιτικής για την α­νακούφιση των ασθενέστερων τάξε­ων, όπως οι αγρότες και οι εργάτες. Τα πιο σημαντικά μέτρα στον τομέα της αγροτικής πολιτικής ήταν η ρύθ­μιση των αγροτικών χρεών, η μετα­βίβαση των τίτλων ιδιοκτησίας της γης και η κατάργηση της φορολογίας στο ελαιόλαδο.

Τα μέτρα για τους εργάτες περιε­λάμβαναν την καθιέρωση των συλ­λογικών συμβάσεων εργασίας και την αναγκαστική διαιτησία μεταξύ ερ­γατών και εργοδοτών, ενώ εφαρμό­ζεται ο νόμος για την κοινωνική α­σφάλιση με την ίδρυση του ΙΚΑ. Πα­ράλληλα, καθιερώνεται το οκτάωρο, καθορίζεται κατώτερο ημερομίσθιο και λαμβάνονται μέτρα για βελτίωση των συνθηκών υγιεινής και τον έλεγχο των ενδημικών νόσων με σημαντική αύ­ξηση στις δαπάνες υγείας.

 

Στρατιωτική θωράκιση για τον επερχόμενο πόλεμο

 

Η σημαντικότερη ωστόσο προσπάθεια του καθεστώτος επικεντρώθηκε από την αρχή στην αμυντική θωράκιση της χώρας. Δεμένος στο «παραδοσιακό άρμα» της φιλοβρετανικής εξωτερικής πολιτικής, παρά τη γερμα­νική του παιδεία και την οικονομική εξάρτηση της χώ­ρας από τη Γερμανία, ο Μεταξάς αναζήτησε, μέσα στο πλαίσιο της πολιτικής ουδετερότητας που του επέβαλαν η γεωπολιτική και η στρατιωτική του θεώρηση, στη Βρετανία, τη μεγαλύτερη ναυτική Δύναμη, τον σύμ­μαχο απέναντι στην αυξανόμενη ιταλική επιθετικότητα, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την Αιθιοπική Κρίση και τη συμμετοχή της Ελλάδας στις οικονομικές κυρώσεις κατά της Ιταλίας.

Παράλληλα άρχισε η μεγά­λη στρατιωτική και ψυχολογική προετοιμασία της χώ­ρας για την αντιμετώπιση πιθανής εισβολής από την Ιταλία, αλλά και τη Βουλγαρία, με την κατασκευή εντυπωσιακών οχυρωματικών έργων, όπως η Γραμμή Μεταξά και η ανασυγκρότηση του ελληνικού στρατού, ενώ είχε αρχίσει και ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αυτάρκειας και εξοικονό­μησης αγαθών.

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος βρή­κε την «ουδέτερη» Ελλάδα αμυ­ντικά προετοιμασμένη και απο­φασισμένη να αντισταθεί, ενώ εί­χε κηρυχθεί από τον Απρίλη του 1939 μερική επιστράτευση. Οι ιταλικές προκλήσεις ε­ναντίον της Ελλάδας το καλοκαίρι του 1940 είχαν ως αποκορύφωμα τον τορπιλισμό του ευδρόμου «Έλλη» στην Τήνο στις 15 Αυγούστου. Η εμπλοκή της Ελλά­δος στον πόλεμο ήταν πια βεβαία.

  

Πλήρης σύμπνοια

 

Το πρωινό της 28ns Οκτωβρίου 1940, στην οικία του Ιωάννου Μεταξά στην Κηφισιά άρχισε να γράφεται μια από τις πλέον ένδοξες σελίδες της νεώτερης ελληνικής ιστορίας. Η άρνηση του Μεταξά, «Alors c’est la guerre», να υποκύψει στις ιταλικές διεκδικήσεις απορρίπτοντας το ιταλικό τελεσίγραφο που του επέδωσε ο Γκράτσι δεν ήταν προϊόν στιγμιαίας εθνικής έξαρσης, αλλά, όπως προκύπτει από τις προσωπικές του και κρατικές μαρτυρίες, μια ώριμη, μελετημένη, ιστορική απόφαση η οποία οδήγησε την Ελλάδα σε στιγμές με­γαλείου και δόξας.

Ο ελληνικός λαός, ενωμένος, βρι­σκόταν για πρώτη ίσως φορά σε πλήρη σύμπνοια με τον αρχηγό του καθώς ξεχυνόταν στους δρόμους πα­νηγυρίζοντας με αληθινό ενθουσιασμό και εθνική υ­περηφάνεια. Ο Ιωάννης Μεταξάς πέθανε στις 29 Ια­νουαρίου 1941, «εν πλήρει δόξη», και η απώλειά του την κρίσιμη αυτή στιγμή απεδείχθη τραγική, δημι­ουργώντας μεγάλο στρατιωτικό και πολιτικό κενό. Η έλλειψη ικανού διαδόχου σε συνδυασμό με την ήττα και τη γερμανική κατοχή αναζωπύρωσαν τα πολιτικά πάθη του παρελθόντος οδηγώντας τη χώρα στον κα­ταστροφικό εμφύλιο.

 

Μαρίνα Πετράκη

Ιστορικός – Ερευνήτρια

Επιμέλεια: Στέφανος Χελιδόνης

 

Πηγή


  • Καθημερινή, «Η Δικτατορία του Μεταξά», Κυριακή 7 Μαρτίου 2010.

Read Full Post »

Άργος – Ο Βομβαρδισμός της 14ης Οκτωβρίου 1943 από τους συμμάχους


Το αεροδρόμιο του Άργους απετέλεσε πολλές φορές στό­χο των συμμαχικών αεροπλάνων, τα οποία επέδραμαν ενα­ντίον του, άλλοτε με μεγαλύτερη και άλλοτε με μικρότερη ε­πιτυχία, πάντα όμως χωρίς να αφήνουν περιθώρια στους Γερμανούς για εφησυχασμό. Η πρώτη επιδρομή που έχει καταγραφεί έγινε το Νοέμβριο του 1942. Προηγήθηκε νυχτε­ρινή επίθεση με αρκετές γερμανικές απώλειες και το πρωί, καθώς οι Γερμανοί του αεροδρομίου και του Αγίου Νικολά­ου (ναού) είχαν παραταχθεί για προσκλητήριο, δύο συμμαχι­κά αεροσκάφη (Hurricanes) – το ένα μέσα από την Πάνιτσα και το άλλο από τη Χούνη του Κάστρου – επέπεσαν εναντίον τους προκαλώντας μεγάλες απώλειες σε άνδρες και αερο­σκάφη (καταστράφηκαν 13 στούκας επί τόπου). Φήμες επέ­μεναν πως πιλότος του ενός αεροσκάφους ήταν ο Βαρβέρης από το Άργος. Άλλες δύο τουλάχιστον σοβαρές επιδρομές ε­ναντίον του αεροδρομίου έγιναν τον Απρίλιο και το Σεπτέμβριο του 1943. Τέλος ο μοιραίος βομβαρδισμός της 14.10. 1943. 

Τα θύματα αμέτρητα. Περί τους 100 οι νεκροί Αργείτες, πολύ περισσότεροι οι τραυματίες. Από τους Γερ­μανούς υπολογίζεται πως νεκροί και τραυματίες έφτασαν τους 75.

Ας δούμε πως περιγράφει τον βομβαρδισμό ο Ανδρέας Χριστόπουλος  στο βιβλίο του «Οι Ιταλογερμανοί στην Αργολίδα».

Βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης Douglas SBD-3 Dauntless του Αμερικανικού Ναυτικού.

« Βροντολογάνε οι κανονιές στις πλαγιές στα στενορύμια, στις κορφές, στις δημοσιές και στις ταράτσες της Αργολίδας. Λες κι άνοιξεν ο Άδης και σκορπάει σίδερο και φωτιά. Ο ουρανός έπηξε από καπνούς των αντιαεροπορικών.

Ο κροταλισμός των πολυβόλων, ο γδούπος των κανονιών και το υπόκωφο χτύπημα των ταχυβόλων ταράζει σύγκορμα τ’ ανθρώπινο κουφάρι και τα νεύρα σπάνε ανεπανόρθωτα.

Ένα σμήνος από καμμιά τριανταριά Αγγλοαμερικανικά αεροπλάνα, όλα δικινητήρια, πετάν μεγαλόπρεπα σε σχηματισμό χήνας πάνω από τη πόλη κι ο πληθυσμός περήφανα και με κρυφό καρδιοχτύπι τα καμαρώνει και καρτεράει με κρυφή χαρά να φτάσουνε έγκαιρα στ’ αεροδρόμι των Ούννων και να τους γαζώσουνε κυριολεκτικά, μια και κυριάρχησαν στον αέρα πια.

Κρυφογελάν οι ψυχές στ’ αντίκρυσμα τους και στο ξεφάντωμα τους αναδεύονται περήφανα οι Εθνικοί παλμοί κι ακαρτεράμε ανυπόμονα ν’ ανθίσουν τ’ ασπρογάλαζα λουλούδια της λευτεριάς.

Ποιος ξέρει …κει πάνου μπορεί νά ‘ναι κι Ελληνόπουλα… μας τόπε μια προκήρυξη της Μέσης Ανατολής – κι ως τόσο η καρδιά μας σκιρτάει διπλά γιατί πλάι στους μεγάλους μας Συμμάχους κρατάμε κι εμείς μια αντενίτσα του χρυσοκαραβιού, που άφοβα πλέει για το μεγάλο λιμάνι της Νίκης. Είναι περήφανη η Ελλάδα μας γι αυτό και κράτησε καλά ως τώρα τ’ όνομα της το παλιό.

Χίλιες φορές στο Ράδιο μάς είπανε οι Σύμμαχοι, πως χρωστάνε πολλά σε μας. Μα πάρα πολλά … κι’ ότι μα αδίκησαν στο παρελθόν, μα θα μας φτιάξουνε στο μέλλον. Η πικράδα που ποτίστηκε το 1922 η Ελληνική ψυχή ξεχάστηκε, απάλυνε μπρος στο μεγαλόπρεπο πανηγύρι της Αλβανίας και των Μακεδονικών οχυρών. Το Περθώρι σκιάσε τ’ Αρκάδι κι’ οι Σύμμαχοι μας υμνολόγησαν πολύ, τόσο, που τους πιστέψαμε απόλυτα.

Κι ως τόσο ο βομβαρδισμός τ’ Άργους αρχίζει. Πρώτος βάλλεται ο κάμπος κι η συνοικία των Ταμπάκικων. Δεύτερος ο Κραβασαράς, τα Ρεντζέϊκα, ο Πρόδρομος, το Κέντρο, ο Αρχοντομαχαλάς, τα Γεφύρια, ο Σταθμός, ο Ξεργιάς. Δέσμες – δέσμες θανάτου ξαπολύονται από Συμμαχικά χέρια και σκοτώνουν Έλληνες.

Κάθε μεριά, κάθε γωνιά, κάθε δρόμος, κάθε αυλή, κάθε σπίτι, κάθε χωράφι, κάθε πλαγιά και ριζοβούνι, δέχονται τις βολιδοφόρες των αεροπλάνων. Κόλαση Δάντι, νύχτα Αγίου Βαρθολομαίου, βομβαρδισμός Βελιγράδιου από τους Ούννους! Να η 14η Οκτωβρίου 1943 στ’ Άργος.

Χέρια πετάν στον αγέρα μ’ ορθάνοιχτα δάχτυλα. Ποδάρια τινάζουνται ψηλά βαριοχτυπάν στις πόρτες των σπιτιών. Μυαλά ανθρώπινα πιτσιλίζουν τους τοίχους σαν μυστριά χτιστάδων αλείβοντας τα τοιχώματα. Κουφάρια χιλιοτρυπημένα κυλιούνται σαν βρικόλακες στις αυλές και τους δρόμους. Κεφάλια αγνώριστα, μαυρισμένα, παραμορφωμένα, που ως χθες κρυφοκαμάρωναν για την ομορφιά τους, στριφογυρίζουνε στα ματωμένα χώματα σαν μπάλες ποδοσφαίρου. Αυλάκι τ’ αχνιστό Ελληνικό αίμα στα γκαλτερίμια, στις δημοσιές, στα σπιτικά, στις πλατείες, στα πεζοδρόμια. Μάνες ριγμένες στα σκοτωμένα τους παλικάρια, τραβολογιούνται ξεσκίζοντας τα μούτρα από πόνο κι απελπισία. Παιδιά θρηνολογάνε απαρηγόρητα, σπαραχτικά πάνου στις σκοτωμένες μάνες. Πατέρες μ’ αλλήθωρο μάτι, χαλκοπράσινο πρόσωπο και με στυγνή ψυχή απ’ τον πόνο γλυκοφιλάν τα πεθαμένα τους παιδιά. Τοίχοι και σκεπές σωριάζουνται τυλίγοντας πρόωρα πεθαμένους και τραυματισμένους. Μύρια βλήματα σέρνουνται σαν φίδια κατάχαμα και ξεσκίζουν ανθρώπινες σάρκες, κόβουν ποδάρια, σπάνε πλευρά, συντρίβουν κεφάλια και τα πεζοδρόμια κι οι δημοσιές πλημμυρίζουν κουφάρια ανθρώπινα.

Ένα πεζοδρόμι εκεί αυλακωμένο από άλυκο Ελληνικό αίμα. Ένα τοίχος με ψηφιδωτά από αίμα, κόκαλα και σάρκες ανθρώπινες. Ένα πλακόστρωτο πασαλιμένο μυαλά. Μια δημοσιά με χέρια και πόδια ανάμιχτα με συντρίμμια.

 Φουλ τα χειρουργεία και τα ιατρεία. Ο Δαναός επίσης και τα Γερμανικά νοσοκομεία ασφυχτικά γεμάτα Γερμανούς κι Έλληνες μαζί. Λες και γίναμε σύμμαχοι την ώρα του θανάτου, κι αγκαλιασμένοι εχθροί και φίλοι κάνουν ανθρωπιστικά το καθήκον τους.

Σπανίζουν τα φάρμακα στα Ελληνικά Ιατρεία και οι γιατροί μας μάταια αγωνίζονται να σώσουν τους λαβωμένους. Οι πιότεροι σε λίγο θα πεθάνουν από γάγγραινα. Καμιά βοήθεια δε φτάνει σήμερα, από πουθενά και μόνον ο Νομάρχης Γαρδίκης Π. φόρεσε το παπιγιόν του και έφτασε στο Άργος να πάρει αναφορά … χωρίς να φέρει ένα γιατρό απ’ τ’ Ανάπλι για βοήθεια κι ένα φάρμακο. Κι αυτός είναι Νομάρχης μας….

Τα νεκροταφεία γέμισαν σκοτωμένους. Κάθε μεταφορικό μέσο αρπάζει τους πεθαμένους απ’ τις συνοικίες και τους παρατάει αραδιαστά στα νεκροταφεία. Πομπές από δικούς, δυο τρεις γνωστούς παραστάτες, χωρίς παπά, δίχως σταυρό, κεριά και διάβασμα και βίρα για τον τάφο.

Μπουλούκια οι δικοί των σκοτωμένων στα κοιμητήρια κι’ ο σπαραγμός μεγάλος κι’ ανείπωτος. Οι νεκροθάφτες έχουν πολλή δουλειά σήμερα και μ’ άλλους πολλούς εργάτες των μαχαλάδων ανοίγουνε αδιάκοπα πρόχειρους λάκκους και χώνουνε κει μέσα για πάντα νέους, γέρους, νέες, παιδιά, μάνες κι’ αδέρφια, που σκοτώθηκαν από Συμμαχικά χέρια!

Είναι ανάπηροι της Αλβανίας μέσα κει, είναι παλικάρια, που τα σεβάστηκαν τα κανόνια των Ιταλών, είναι Ελληνόπουλα του Ρούπελ, του Περιθωρίου, της Καλαμπάκας, των Θερμοπυλών και του Ολύμπου κι’ ακόμα είναι άντρες του 18 του Κιλκίς, του «Ραβινέ» που πολέμησαν κι αυτοί για τη Συμμαχική ιδέα πλάι μ’ Αγγλοαμερικάνους και που ύμνησαν τη παλικαριά τους και την Ελληνοπρέπειά τους.

Τέτοιοι είναι οι σκοτωμένοι απ’ τα Συμμαχικά φτερά στ’ Άργος και οι ψυχές τους αιώνια θα πλανώνται στ’ άπειρο με το πικρό παράπονο στα χείλη για τον άδικο κι’ άσκοπο χαμό τους από χέρια φιλικά. Αιωνία σας η μνήμη!

Όλοι Εσείς που πέσατε στις 14 Οκτωβρίου ας είστε βέβαιοι, πως η αδέκαστη Ιστορία κάποτε θα μιλήσει για Σας και για τον άδικο χαμό Σας.

Πιστεύουμε ακράδαντα, πως κάποιο γλυκομύριστο ανοιξιάτικο πρωινό το περιστέρι της Ειρήνης και την Νίκης θα φέρει μαζί στους λουλουδένιους τάφους σας και το μήνυμα της μεγάλης Ελλάδας μας. Τότε οι ψυχές σας θ’ αγαλλιάσουν και το πικρό παράπονο σας θα σβηστεί μπρος στη χαρά και το ξεφάντωμα των ζωντανών».

* Διατηρήθηκε η ορθογραφία του πρωτοτύπου. 

  

Τα θύματα του βομβαρδισμού


Σε ένδειξη τιμής στη μνήμη των αθώων νεκρών εκείνου του βομβαρδισμού αναδημοσιεύουμε τα ονόματά τους, όπως τα διέσωσε ο Χριστόπουλος από κατάλογο που συνέταξε ο ιστοριοδίφης Αναστάσιος Τσακόπουλος :

Δημ. Γεωργόπουλος, Παναγ. Κράντας, Κωνστ. Σταύρου, Κωνστ. Μαρούσης, Κ Σκίκος, Σπυρ. Μαραγκός, Παύλος Βαρβάτης, Δ. Αθανασό­πουλος, Δανάη Χαντζηιωάννου, Νίτσα Ψωμά, Θεοδ. Χαντζής, Θεοδ. Τόμπρας, Σωτ. Αδρακτάς, Κ. Αδρακτάς, Ιω. Παπαδάτος, Κ. Μπολόσης, Κ. Μωράτσος, Τάκης Γκουμάκης, Πιπίνα Κούρου, Ιω. Λάμπρου, Κατίνα Πάγκα, Ελένη Αθηνιού, Δημ. Καραλής, Δημ. Σμυρλής, Μιχ. Παγώνης, Κ. Μαρίνης, Ιω. Κοροβέσης, Ελένη Μαραγκού, Φανή Γεωργαντά, Ιω. Μαρλαγκούτσος, Γεώργ. Βούλγαρης, Βασ. Γιαννάτος, Θεοφ. Κωτσαντής, Αναστ. Γεώργας, Παναγ. Ανέστης, Πόπη Γυφτοπούλου, Θεοφ. Καλαντζής, Καλαντζής Αντ., Ελένη Στεφανή, Άννα Γκαργκάσουλα, Θεοδ. Τσεκές, Αντ. Χαλέπας, Ευάγγ. Κλειώσης, Παν. Παπαϊωάννου, Νικόλ. Θεωνάς, Γεωργ. Κουρέτσου, Γεωργία Τρισπαγώνα, Κική Ανδριανόπουλου, Χρυσώ Κυριακοπούλου, Βασ. Σκλήρης, Πέτρος Πάγκας, Βασ. Χαμπίμπης, Κατίνα Κρητικού, Ν. Λιτσαρδάκης, Επαμ. Μαρούτσος, Γ. Αντωνακόπουλος, Αμαλία Πινάτση, Γεωργ. Κλεισάρη, Αθ. Καρούτας, Παναγ. Δανιήλ, Γεώργιος Στέκας, Δημ. Λαδάς, Πέτρος Σπυρόπουλος, Αθαν. Πιπιλάς, Ευάγ. Καραμαλίκης, Ιω. Τσίγγας, Δημ. Παΐσης, Αικατ. Χρυσικού, Κωστούλα Μαρλαγκούτσου, Φανή Μάγειρα, Ευάγγ. Καράμπελας, Νικόλαος Τόλιας, Δημ. Δήμας και Γεώργ. Τσιμπής.

Πηγές


  • Ανδρέας Χ. Χριστόπουλος, «Οι Ιταλογερμανοί στην Αργολίδα», Έκδοσις 1946, Τυπογραφείον Εφημερίδος «Σύνταγμα», Εν Ναυπλίω.
  • Περιοδικό « Αναγέννηση», Κώστας Δανούσης, «1944-1994: 50 χρόνια από την απελευθέρωση του Άργους από τους Γερμανούς», τεύχος 321, Άργος, Σεπτέμβρης 1994.

Διαβάστε ακόμη:

Read Full Post »

Οι Γερμανοί στην Αργολίδα 1941 


 

Κατοχή – προβλήματα επιβίωσης. Ο Βομβαρδισμός της 14ης Οκτωβρίου 1943. Ο λαός αντιστέκεται.

Το ΕΑΜ κύριος φορέας αντίστασης. Η περίπτωση Κουβελάκη. Μέρες οργής. Οι Γερμανοί φεύγουν.

 

Χριστούγεννα 1940-41, «κάπου στην Αλβανία». – Θάνος Μπόμπος, Τάκης Σαγκανάς – Γιάννης Λογοθέτης –

Οι επίστρατοι της Αργολίδας κατά τον πόλεμο του 1940 στελέχωσαν κυρίως το 8ο  Σύνταγμα Πεζικού Ναυπλίου, το ο­ποίο ανήκε στην IVη Μεραρχία. Το Σύνταγμα αυτό δραστη­ριοποιήθηκε στην περιοχή της Ηπείρου και ειδικότερα στους τομείς Αργυροκάστρου – Λιμποχόβου – Πρεμετής – Κλεισού­ρας και ήταν από τις ελάχιστες μονάδες, που συμπτύχθηκαν με τάξη μετά την οπισθοχώρηση και τη συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς. Έτσι στις 2.5.1941 έφτασε στη Ναύπακτο και στις 9/10.4.1941 διεκπεραιώθηκε στην Πελοπόννησο (Ψαθόπυργο), όπου και διαλύθηκε.

Οι Γερμανοί βέβαια έφτασαν στο ‘Αργος πολύ νωρίτερα, την ίδια ακριβώς μέρα που μπήκαν και στην Αθήνα. Ενώ οι συμμαχικές δυνάμεις υποχωρούσαν προς νότο με σκοπό την εκκένωση της χώρας, οι γερμανικές δυνάμεις ανέλαβαν δυο τολμηρές επιχειρήσεις, που στέφτηκαν με επιτυχία. Με τα­χεία κίνηση τμήματα της Μεραρχίας των SSLeibstandarteA.H.” (Σωματοφυλακή «Αδόλφος Χίτλερ») επέτυχαν τη νύχτα της 25/26.4.1941 να διεκπεραιωθούν στην Πελοπόννησο. Παράλληλα το 2° Σμήνος μάχης, ενισχυμένο από το 2° Σύν­ταγμα Αλεξιπτωτιστών, απογειώθηκε στις 25.4.1941 από τη Φιλιππούπολη της Βουλγαρίας για να φτάσει την ίδια μέρα στη Λάρισα. Από εκεί τις πρωινές ώρες της επόμενης ξεκίνη­σε για τον Ισθμό της Κορίνθου με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη της γέφυρας πριν την ανατινάξει το συμμαχικό τμήμα που είχε αναλάβει τη φύλαξή της.

Ναύπλιο. Πλατεία Συντάγματος 23 Μαρτίου 1941. Και τα παιδιά στη μάχη προστατευτικών έργων.

Ναύπλιο. Πλατεία Συντάγματος 23 Μαρτίου 1941. Και τα παιδιά στη μάχη προστατευτικών έργων.

Μέσα σε λίγες ώρες οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές είχαν γίνει κύριοι της περιοχής. Δυο νεαροί όμως Άγγλοι αξιωματικοί πρόλαβαν να ανατινά­ξουν με εκπληκτικό τρόπο την υπονομευμένη γέφυρα. Το II Τάγμα του Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών, χρησιμο­ποιώντας συμμαχικά οχήματα – λάφυρα, το πρωί της 27.4. 1941 κινήθηκε προς την κατεύθυνση του Ναυπλίου καταδιώ­κοντας τις συμμαχικές δυνάμεις που προσπαθούσαν να επι­τύχουν την αποχώρησή τους από λιμάνια της Πελοποννήσου. Ταυτόχρονα η γερμανική αεροπορία καταδιώκει ανελέητα, πολυβολώντας και βομβαρδίζοντας τις δυνάμεις που υποχω­ρούν.

Στις 26 και 27.4.1941 γερμανικά αεροσκάφη βομβαρδίζουν την πόλη του Άργους. Στις 27 όμως το πρωί τα γερμανικά στούκας έχουν σα στόχο τη Μονή της Κατακεκρυμμένης, ό­που ο π. Νικόδημος Βρέλλος τελεί την τελευταία ελεύθερη λειτουργία. Στο αργείτικο αυτό μοναστήρι είχαν συγκεντρω­θεί πολλοί ντόπιοι και κάποιοι στρατιώτες για να προστατευ­θούν από τους βομβαρδισμούς. Εκείνο το πρωινό στις 09.30 περίπου οι γερμανικές βόμβες θα στείλουν στο θάνατο δέκα άτομα. Ο συνολικός απολογισμός των δύο αυτών ημερών ήταν 40 Αργείτες νεκροί και 3 Άγγλοι στρατιώτες.

Στις 17.00’ της 27.4.1941, Κυριακής του Θωμά, ένα αυτο­κίνητο, προφανώς κι αυτό λάφυρο, με τη σημαία του αγκυλωτού σταυρού στο ένα φτερό και λευκή στο άλλο φτάνει στην πλατεία του Αγίου Πέτρου. Ο Γερμανός υπολοχαγός ρωτά αν η πόλη θα προβάλλει αντίσταση. Ο παρευρισκόμε­νος ανθυπολοχαγός Μπιζάνης του απαντάει αρνητικά. Ο Γερμανός δηλώνει ότι το πρωί της επόμενης θα καταλάβει την πόλη και αναχωρεί. Όμως οι κατακτητές σε μια ώρα θα μπουν στην πόλη. Τους επείγει η καταδίωξη των Άγγλων, Αυστραλών και Νεοζηλανδών. Το Τολό, το Ναύπλιο, οι Μύ­λοι κι άλλες παραλίες έχουν ορισθεί σαν τόποι επιβίβασης. Στο μυχό του Αργολικού κόλπου είναι διάσπαρτα συμμαχικά στρατεύματα, στόχος των γερμανικών στούκας.

Ο Διοικητής του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος στην Ελλάδα, στρατηγός Maitland Wilson, έχει μετακινηθεί με το στρατηγείο του στους Μύλους τη νύχτα της 25/25.4.1941 και τις πρωινές ώρες της 27ης αναχωρεί με υδροπλάνο για την Κρήτη, αναθέτοντας τη διοίκηση των στρατευμάτων που παρέμεναν στην Ελλάδα στον υποστράτηγο Β. Freyberg.

Ulster Prince (+1941). Βρετανικό επιβατηγό πλοίο. Ναυπηγήθηκε το 1930. Βομβαρδίστηκε και από γερμανικά stukas και βυθίστηκε στο Ναύπλιο το 1941.

Ulster Prince (+1941). Βρετανικό επιβατηγό πλοίο. Ναυπηγήθηκε το 1930. Βομβαρδίστηκε και από γερμανικά stukas και βυθίστηκε στο Ναύπλιο το 1941.

Τελικά από το λιμάνι του Ναυπλίου τη νύχτα της 24/25.4. 1941 επιβιβάσθηκαν 6.685 άνδρες, ενώ την επόμενη νύχτα από το ίδιο λιμάνι και εκείνο του Τολού άλλοι 4.527. Ο απηνής γερμανικός αεροπορικός βομβαρδισμός δυσχαίρανε την επιχείρηση εκκένωσης. Στις 24.4. 1941 προσάραξε στην είσοδο του λιμανιού του Ναυπλίου το ατμόπλοιο Ulster Prince και η ημιβύθισή του από τα στούκας κατέστησε σχε­δόν αδύνατη την προσέγγιση πλοίων στην προκυμαία της πό­λης.

Ναύπλιο. Αποχώρηση συμμαχικών δυνάμεων.

Ναύπλιο. Αποχώρηση συμμαχικών δυνάμεων.

Εγκαταλείφθηκαν έτσι στο Ναύπλιο και το Τολό 2.200 στρατιώτες του Εκστρατευτικού σώματος. Από αυτούς 400 περίπου κινήθηκαν παρά την ακτή με φορτηγίδα, η οποία ό­μως βυθίστηκε λίγο μετά από τους Γερμανούς. Άλλοι με πλοιάρια και βάρκες κινήθηκαν προς τα γειτονικά νησιά και τη Μονεμβασία, άλλοι διέφυγαν στο εσωτερικό, ενώ 1.300 περίπου συνελήφθησαν αιχμάλωτοι. Τις πρωινές ώρες της 28.4. 1941 οι γερμανικές εμπροσθοφυλακές κινήθηκαν προς την πόλη του Ναυπλίου. Ως το μεσημέρι η παραλία της πόλης εβάλλετο. Προβλήθηκε σποραδική αντίσταση. Τα βράδυ όλα είχαν ησυχάσει. Μια ησυχία νεκρική, που θα κρατούσε τρεισήμισι περίπου χρόνια…

 

Κατοχή – Προβλήματα επιβίωσης

 

Μετά από λίγες ημέρες έφτασαν στην πόλη του Άργους και ιταλικά στρατεύματα. Στην Πελοπόννησο είχε εγκατα­σταθεί, με έδρα το Ξυλόκαστρο, το 8° Ιταλικό Σώμα Στρατού με δύναμη 80.000 ανδρών. Οι γερμανικές μονάδες ήσαν δια­σκορπισμένες κυρίως στα χωριά. Στην Πυργέλα π.χ. είχε εγ­κατασταθεί μικρή μονάδα πυροβολικού. Στη Δαλαμανάρα, στο εργοστάσιο τοματοπολτού «Κύκνος» άλλη γερμανική μονάδα. Οι Γερμανοί έδειξαν άμεσο ενδιαφέρον για το αερο­δρόμιο Άργους, το οποίο οργάνωσαν εσπευσμένα και το εφοδίασαν με τα αναγκαία εφόδια, προκειμένου να το χρησι­μοποιήσουν για την επιχείρηση απ’ αέρος κατάληψης της Κρήτης. Οι παλαιότεροι ενθυμούνται τις αναχωρήσεις των α­εροσκαφών μετά τις 20.5. 1941 και τη θλιβερή κατάσταση ε­κείνων που επέστρεφαν, όσων βέβαια επέστρεφαν.

Για την άμυνα του αεροδρομίου, το οποίο απετέλεσε στόχο επανει­λημμένων συμμαχικών αεροπορικών επιδρομών, εγκατέστη­σαν αντιαεροπορικές μονάδες στην Κατακεκρυμμένη, τον Προφήτη Ηλία και το Κάστρο, ενώ στην παρυφή του χωριού Κουτσοπόδι είχαν εγκαταστήσει άλλες δυνάμεις με δύο αντιαεροπορικές πυροβολαρχίες, οι οποίες φύλαγαν απειρά­ριθμα βαρέλια καυσίμων. Τέλος δημιούργησαν και μικρό αε­ροδρόμιο αριστερά του δρόμου που οδηγεί από το Κουτσο­πόδι στα Φίχτια, στο οποίο στάθμευε σειρά αεροσκαφών στούκας. Η Γερμανική Διοίκηση Άργους – και φυσικά κλιμά­κιο της Γκεστάπο – είχε εγκατασταθεί στο μέγαρο Κωνσταντόπουλου στο Άργος (Δαναού 27). Οι Γερμανοί είχαν επί­σης εγκαταστήσει στην πόλη και άλλες Υπηρεσίες τους, ό­πως τη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων (αφορούσε κυρίως τα έργα του αεροδρομίου), ενώ είχαν ιδρύσει και δικό τους νο­σοκομείο.

 

Γερμανοί αξιωματικοί το 1941 στο ξενοδοχείο Σαγκανά (σημερινό κτίριο Alpha Bank), πλατεία Αγίου Πέτρου Άργος.

 

Οι Ιταλοί εγκαταστάθηκαν στους Στρατώνες της πόλης (ε­κεί υπήρχαν και αποθήκες τροφίμων), στο Σχολείο Πειρούνη και σε άλλα κτίρια. Στους Στρατώνες είχαν εγκατασταθεί και μονάδες μελανοχιτώνων. Στο σημερινό Δημαρχείο είχε ε­γκατασταθεί το Presidium Commando (η Ιταλική Διοίκηση), στο κτίριο Κωλέτη (Δαναού αρ. 33) η Ιταλική Μυστική Στρατιωτική Αστυνομία, η γνωστή Μιλίτσια, με επικεφαλής λοχα­γό, στην οδό Φείδωνος αρ. 6β η Καραμπινιερία με επικεφα­λής ανθυπασπιστή, ενώ στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Φρου­ραρχείο με επικεφαλής πάλι λοχαγό. Οι αρχές κατοχής έδω­σαν μεγάλη σημασία στη μετακίνηση του πληθυσμού. Για τη μετακίνηση χρειαζόταν άδεια από την Καραμπινιερία, η ο­ποία θεωρείτο στο Φρουραρχείο του Σταθμού.

Σε κάθε τρέ­νο υπήρχε επικεφαλής (Capo di treno) Ιταλός υπαξιωματικός με ανάλογη φρουρά. Οι Ιταλοί ανέλαβαν την οχύρωση των Μύλων και γενικά των παρακτίων περιοχών. Ιδιαίτερα μετά την έναρξη των διαδόσεων για συμμαχική απόβαση στον Αρ­γολικό έλαβαν δρακόντεια μέτρα. Μάλιστα ίδρυσαν και «αντιαποβατική» μονάδα. Στους Μύλους θα κατασκευάσουν α­ντιαρματική τάφρο, θα βάλουν συρματοπλέγματα, θα εγκα­ταστήσουν αντιαεροπορική μονάδα και πυροβολεία ως το Κιβέρι. Παράλληλα εγκαταστάθηκε τηλεφωνική γραμμή Μύ­λων – Αεροδρομίου ‘Άργους για την έγκαιρη ενημέρωση του δευτέρου σε περίπτωση συμμαχικής επιδρομής. Η κοπή των καλωδίων αυτής της γραμμής υπήρξε η πρώτη αντιστασιακή ενέργεια στην περιοχή μας.

Σώζονται ακόμη ερειπωμένα κτί­ρια στο Λαγοβούνι παρά το κέντρο του Όρμου Μύλων – Κιβεριού, καθώς επίσης και η βάση επάκτιου πυροβόλου στους Μύλους παρά τον πύργο της Μπουμπουλίνας. Ο φόβος της απόβασης ήταν τόσο έντονος, ώστε έφτασαν να τοποθετήσουν ναρκοπέδια και στο βράχο του Ιτς Καλέ (ένα παρά την άνο­δο και ένα στο ΝΔ άκρο). Το πρώτο επεισόδιο αμέσως μετά την είσοδο των Γερμα­νών στο Άργος δημιουργήθηκε, όταν οι ελληνικές αρχές προσπάθησαν να διανείμουν στους αρτοποιούς της πόλης ποσότητες αλεύρων του Εμπέδου Τάγματος, που φυλάσσονταν στις αποθήκες του Σιδηροδρομικού Σταθμού και τις οποίες οι Γερμανοί θεωρούσαν λεία πολέμου.

Οι ανάγκες του πολέμου, έλλειψη εργατικών χεριών εξ αι­τίας της επιστράτευσης και η απόκρυψη δημιούργησαν επισι­τιστικά προβλήματα στο Άργος, όπως και σ’ όλη την Ελλά­δα. Περισσότερο επλήγησαν οι εργάτες. Τον Ιούνιο του 1941 η κατάσταση στην πόλη έγινε εκρηκτική. Κατηγορήθηκε ο Διοικητής της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής ‘Άργους Μοί­ραρχος ΚΑΤΗΣ Σωτήριος για απόκρυψη τροφίμων σε απο­θήκη για ίδιο όφελος. Η διαμαρτυρία εξελίχθηκε σε εξέγερ­ση. Ο Δήμαρχος της πόλης ήταν ο πρώτος αποδέκτης της λαϊ­κής οργής. [Δήμαρχοι Άργους κατά την κρίσιμη περίοδο διετέλεσαν οι Κωνσταντίνος Μπόμπος ως το 1941, Ευθύμιος Σμυρνιωτάκης (1941-1943 και Γεώργιος Παπαγιαννόπουλος (1943-1944)].

Τελικά οι εξεγερθέντες με την ανοχή των Ιταλών άνοιξαν την αποθήκη – αλλά και σπίτια ιδιωτών- και άρπαξαν ό,τι βρήκαν. Οι Ιταλοί αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν βία για να επαναφέρουν την τάξη. Ο Μοίραρχος ΚΑΤΗΣ[Αργότερα, μετατέθηκε στην Καλαμάτα, όπου ως Ταγματάρχης ανέλαβε Διοικητής Διοίκησης Χωροφυλακής Μεσσηνίας. Στις 13 Οκτωβρίου 1943 επιστρέφοντας στην Καλαμάτα από την Μεσσήνη, στο Σταθμό Ασπροχώματος πυροβολήθηκε από άνδρες της τοπικής οργάνωσης του ΕΑΜ και εφονεύθη] προέβαλε την ολιγόωρη απουσία του από την πόλη για να δικαιολογη­θεί και απέδωσε την εξέγερση σε κομμουνιστικό δάκτυλο, ε­νώ οι Γερμανοί υποπτεύονταν ιταλική υποκίνηση. Το επισιτιστικό πρόβλημα της πόλης συγκέντρωσε το αμέ­ριστο ενδιαφέρον της Εκκλησίας και ειδικότερα του ιεροκή­ρυκα Αρχιμανδρίτη Χρυσόστομου Δεληγιαννόπουλου.

 

[Ο Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος μόλις είχε επιστρέψει από το μέτωπο, όπου υπηρέτησε ως στρατιωτικός ιερέας. Οι πολεμικές αναμνήσεις του έχουν δημοσιευτεί, ενώ αντίγραφο του σχετικού χειρογράφου φυλάσσεται στο αρχείο του Συλλόγου Αργείων « Ο Δαναός»].

 

Στα πλαίσια αυτά, σε σύσκεψη με δραστήριους πολίτες της πόλης, αποφασίζεται η ίδρυση Παραρτήματος του ΕΟΧΑ (Εθνικού Οργανισμού Χριστιανικής Αλληλεγγύης) στο Άργος, η ίδρυ­ση βρεφοκομικού σταθμού συσσιτίων και η διανομή στον πληθυσμό των αλεύρων και των φαρμάκων, που χορηγούσε ο Ερυθρός Σταυρός.

Τα τρόφιμα τα χορηγούσε ο Σουηδικός ΕΣ με υπεύθυνο για την Πελοπόννησο τον Άξελ Πέρσον, ε­νώ τα φάρμακα ο Ελβετικός ΕΣ με υπεύθυνη την κ. Πέρσον. Οι κάτοικοι της Πελοποννήσου θα θυμούνται πάντα με ευ­γνωμοσύνη το ζεύγος Πέρσον. Πρόεδρος του ΕΣ στο Άργος ήταν ο δραστήριος βιομήχανος Γεώργιος Ρασσιάς. Ιδρύθηκαν επιτροπές του ΕΟΧΑ για τις 5 ενορίες της πό­λης για την υλοποίηση των ανωτέρω στόχων. Οι προσπάθειες Εκκλησίας και πολιτών στέφτηκαν από επιτυχία. Ιδιαίτερη μάλιστα επιτυχία είχε η οργάνωση και διανομή συσσιτίου στα παιδιά, στις επίτοκες και τους υπερήλικες. Στο προαύλιο του Ι. Ν. Αγίου Ιωάννου είχαν στηθεί τα συνεργεία παρα­σκευής συσσιτίου με δυνατότητα διανομής 2.000 μερίδων την ημέρα. Στα νήπια, τα παιδιά μέχρι 14 ετών, τις επίτοκες και τους αρρώστους χορηγείτο και γάλα.

 

Κατοχή. Προαύλιο Ιερού Ναού Ιωάνου του Προδρόμου στο Άργος.

 

Ο Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος το καλοκαίρι του 1943 α­ναλαμβάνει με επιτυχία την προσπάθεια για την ίδρυση Ορ­φανοτροφείου. Η συμπαράσταση των πολιτών του ‘Άργους υ­πήρξε συγκινητική. Περισσότερα από 100 ορφανά βρήκαν εκεί στοργικό καταφύγιο. Το Ορφανοτροφείο λειτούργησε ως τα 1953. Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα που απετέλεσε άγος για την πόλη του ‘Άργους ήταν η αναγκαστική προσφορά εργασίας προς τις αρχές κατοχής. Τα εργατικά χέρια απορροφούσαν κατά κύριο λόγο τα έργα του αεροδρομίου και δευτερευό­ντως τα οχυρωματικά έργα των Μύλων και η βελτίωση του ο­δικού δικτύου. Οι αρχές κατοχής έστηναν μπλόκα στην πόλη, συνελάμβαναν όποιους έβρισκαν μπροστά τους, τους επεβίβαζαν στο φορτηγό αυτοκίνητο, που οι Αργείτες το ονόμα­σαν προσφυέστατα «Μπόγια», και τους έστελναν όπου είχαν ανάγκη. Η επιλογή των ατόμων αδιάκριτη.

Κάποτε συνέλα­βαν ένα ανάπηρο δικηγόρο, ενώ άλλη φορά θεώρησαν πε­ρισσότερο τελεσφόρο να «μπλοκάρουν» μια κηδεία. Ο Δή­μος ‘Άργους προσπάθησε να απαντήσει στο πρόβλημα με τη δημιουργία μιας Επιτροπής εξεύρεσης εργατικών χεριών, για την ορθολογική κατά το δυνατό κατανομή του βάρους αυτού. Η Επιτροπή λειτούργησε. Μέλη της όμως κατηγορή­θηκαν ότι εκμεταλλεύτηκαν τη θέση τους για την αποκόμιση ιδίου οφέλους. Άσχετα από την αλήθεια ή μη των κατηγο­ριών αυτών, η συγκρότηση της Επιτροπής αυτής υπήρξε αδή­ριτη ανάγκη, αφού κανείς πολίτης του ‘Άργους δεν μπορούσε να προγραμματίσει όχι την επαύριον αλλ’ ούτε την τρέχουσα ημέρα.

Οι σχέσεις που αναπτύχθηκαν ανάμεσα στους πολίτες του ‘Άργους και των χωριών με τους κατακτητές δεν ήταν πάντα εχθρικές. Ιδιαίτερα με τους Ιταλούς οι κάτοικοι της περιοχής είχαν καλύτερες σχέσεις. Εξ άλλου και η ιταλική στάση υ­πήρξε επιεικέστερη απέναντι στον ελληνικό πληθυσμό (π.χ. η στάση του Ιταλού Διοικητή κατά την εκτέλεση των Μαρλαγκούτσου – Βερζοβίτη – Κασιδάκη τον Αύγουστο του 1943). Ο Χριστόπουλος μας διέσωσε τις στενές σχέσεις του αυστρια­κής καταγωγής στρατιώτη Ούρχιλ Μπενιχάουζ, οδηγού στο αεροδρόμιο, με τους ντόπιους και συχνά γλέντια τους σε α­πόκεντρες ταβέρνες της πόλης, καθώς και σειρά από ροζ ιστορίες γυναικών του ‘Άργους με Ιταλούς στρατιώτες, «όχι πάντα εξ αιτίας της πείνας».

Δυστυχώς όμως υπήρξαν και στον τόπο μας άλλες, πραγ­ματικά άνομες και ανήθικες σχέσεις με τους κατακτητές. Κανείς δεν ξεχνά τον περιβόητο συνεργάτη των Ιταλών Μποζιονέλο ή Γράτσο, συνεργάτη του στυγνού καραμπινιέρου Domilio, κάποιον «επώνυμο αριστερό» αλλά συνεργάτη της Γκεστάπο [ όνομά του περιλαμβάνεται στην δημοσιευμένη με ημερομηνία 7.7.1945 αναφορά του Ανθυπομοιράρχου ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΚΟΥ, πληροφορία που επιβεβαιώνει και ο Χριστόπουλος ] καθώς και εσμό άλλων ατόμων αμφίβολης ηθι­κής που στήριξαν το έργο των αρχών κατοχής. «Δεν έμεινε κίναιδος ή μοιχαλίς πού να μη προσεκολλήθη στην Ιταλογερμανική υπηρεσία» γράφει ο Ανδρέας Χριστόπουλος. Αρ­γότερα πολλοί απ’ αυτούς, όσοι δεν «πληρώθηκαν» κατά το συνήθη τρόπο από τους Γερμανούς συνεργάτες τους, αντιμε­τώπισαν την αμείλικτη τιμωρία από μέρους των αντιστασια­κών οργανώσεων. Όσοι διέφυγαν, δυστυχώς εξασφάλισαν αναγκαίο το «συγχωροχάρτι» κατά τον εμφύλιο σπαραγμό.

Ο Χρυσόστομος Β’. Αύγουστος 1940, ως Ιεροκήρυξ Τριφυλίας και Ολυμπίας.

Οι Γερμανοί δεν απαιτούν καν αιτία για να εκτελέσουν ο­ποιοδήποτε πολίτη. Οι εκτελέσεις του Μπαρμπακαρόζη, του Ηλία Καφά, του Νικόλα Ανέστη, της Χρίσταινας Λιαγκρή, του γέρο Χρήστου Κολοβού, του Γιώργη Κακάκη και τόσων άλλων δε χρειάστηκαν καμιά αιτία. Σε 40 έως 50 ανέρχονται οι νέοι που εκτελέστηκαν κοντά στη γέφυρα του Ξεριά, παρά το μύλο του Παπαμπόμπου, έξω από το Ναό του Αγίου Βασι­λείου ή την Ξηρόβρυση, με την κατηγορία ότι ανήκαν στο Ε­ΑΜ.

Στις 17 Μαΐου 1944 οι Γερμανοί συγκέντρωσαν όλους τους άνδρες του ‘Άργους, από τα σπίτια και από τους δρό­μους, στην πλατεία του Αγίου Πέτρου για τη ανακάλυψη με­λών του ΕΑΜ. Την ίδια μέρα σε αντίποινα για τη δολοφονί­α από τους αντάρτες 4 ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας νό­τια και έξω από την πόλη, εκτέλεσαν 15 άτομα που βρήκαν τυχαία στο Βάλτο. Η εκτέλεση όμως που συγκίνησε την πόλη ήταν εκείνη των τριών παλικαριών Γ. Μαρλαγκούτσου, Ν. Βερζοβίτη και Δημ. Κασιδάκη.

Συνελήφθησαν αρχικά έξι νέοι με την κατηγορία της κακοποίησης Γερμανού στρατιώτη. Κινητοποιήθηκε όλη η πόλη, ενώ Επιτροπή από το Δήμαρχο Παπαγιαννόπουλο και τον Αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο προσπάθησε να μεταπείσει το Γερμανό Διοικητή. Αυτός υπήρξε ανένδοτος. Ο Ιταλός Διοικητής με τη δικαιολογία του συγκυριάρχου αποσπά τους τρεις για να «τους τιμωρήσει αυτός» και σώζονται. Παρακα­λεί και για τη σωτηρία των άλλων, παρακαλεί να τους αφή­σουν τουλάχιστον να κοινωνήσουν. Ο Γερμανός είναι αμετάπειστος. Ο Μητροπολίτης Αργολίδας Αγαθόνικος μετά αγω­νιώδη πορεία φτάνει στην Αθήνα, όπου ζητά την παρέμβαση του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Όλα μάταια. Τους οδη­γούν στο ανάχωμα της Πάνιτσας. Ο Μαρλαγκούτσος δε δέ­χεται να του δέσουν τα μάτια. Σε λίγο μια ομοβροντία. Μετά ησυχία θανάτου…

 

Ο Βομβαρδισμός της 14ης Οκτωβρίου 1943

 

Το αεροδρόμιο του Άργους απετέλεσε πολλές φορές στό­χο των συμμαχικών αεροπλάνων, τα οποία επέδραμαν ενα­ντίον του, άλλοτε με μεγαλύτερη και άλλοτε με μικρότερη ε­πιτυχία, πάντα όμως χωρίς να αφήνουν περιθώρια στους Γερμανούς για εφησυχασμό. Η πρώτη επιδρομή που έχει καταγραφεί έγινε το Νοέμβριο του 1942. Προηγήθηκε νυχτε­ρινή επίθεση με αρκετές γερμανικές απώλειες και το πρωί, καθώς οι Γερμανοί του αεροδρομίου και του Αγίου Νικολά­ου (ναού) είχαν παραταχθεί για προσκλητήριο, δύο συμμαχι­κά αεροσκάφη (Hurricanes) – το ένα μέσα από την Πάνιτσα και το άλλο από τη Χούνη του Κάστρου – επέπεσαν εναντίον τους προκαλώντας μεγάλες απώλειες σε άνδρες και αερο­σκάφη (καταστράφηκαν 13 στούκας επί τόπου). Φήμες επέ­μεναν πως πιλότος του ενός αεροσκάφους ήταν ο Βαρβέρης από το Άργος. Άλλες δύο τουλάχιστον σοβαρές επιδρομές ε­ναντίον του αεροδρομίου έγιναν τον Απρίλιο και το Σεπτέμβριο του 1943. Τέλος ο μοιραίος βομβαρδισμός της 14.10. 1943. 

Μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών (8.9.1943) οι Γερμα­νοί ήσαν αναγκασμένοι να αναπτύξουν και άλλες, σημαντι­κές, δυνάμεις στην Πελοπόννησο. Στα πλαίσια αυτής της α­νάπτυξης μια ισχυρή γερμανική φάλαγγα κινείτο με κατεύ­θυνση προς νότο και το πρωί της μοιραίας ημέρας είχε σταθ­μεύσει στη δενδροστοιχία (στην οδό Δαναού). Εδώ οι από­ψεις διίστανται. Η φάλαγγα αυτή ήταν ο στόχος ή το αερο­δρόμιο; Όπως όμως και αν είχαν τα πράγματα, όταν στις 11.ΟΟ’ το πρωί εκείνης της Πέμπτης στον ουρανό του ‘Αργους εμφανί­στηκε σμήνος αμερικανικών αεροσκαφών δέχθηκε καταιγι­στικά πυρά από την πόλη του Άργους και ειδικά από την πε­ριοχή της δενδροστοιχίας. Οι Αμερικανοί πιλότοι απάντησαν δυναμικά με βόμβες προσωπικού. Τα θύματα αμέτρητα. Πρώτα κτυπήθηκε ο κάμπος και τα «Ταμπάκικα»{ παρά τη συμβολή των οδών Φείδωνος και Θεάτρου}, μετά ο «Κραβασαράς»{ παρά την παλιά γειτονιά της Αρβανιτιάς;}, τα «Ρεντζέικα», ο Πρόδρομος, το κέντρο της πόλης, ο «αρχοντομαχαλάς»{ με το όνομα αυτό είναι γνωστή η γειτονιά των παρόδων της οδού Μουστακοπούλου, η οποία συγκέντρωνε εύπορες οικογένειες της πόλης. Η οδός Μουστακοπούλου αργότερα εκαλείτο περιπαιχτικά οδός « Μπέρτας» από τις μπέρτες των εύπορων κυριών}, τα «Γεφύρια», ο Σταθμός και ο Ξεριάς. Τα θύματα αμέτρητα. Περί τους 100 οι νεκροί Αργείτες, πολύ περισσότεροι οι τραυματίες. Από τους Γερ­μανούς υπολογίζεται πως νεκροί και τραυματίες έφτασαν τους 75.

 

«Φουλ τα χειρουργεία και τα ιατρεία», γράφει ο Χριστό­πουλος. «Ο Δαναός επίσης και τα γερμανικά νοσοκομεία ασφυκτικά γεμάτα Γερμανούς και Έλληνες μαζί. Λες και γίνα­με σύμμαχοι την ώρα του θανάτου, κι αγκαλιασμένοι εχθροί και φίλοι κάνουν ανθρωπιστικά το καθήκον τους». 

Τις δύσκολες εκείνες ώρες όλοι οι γιατροί του Άργους έ­δωσαν το «μεγάλο παρόν». Ξεχώρισε όμως σε κάθε είδους προσφορά ο αεικίνητος Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος και ο ιεροδιάκονος – μετέπειτα Μητροπολίτης Ιερισσού και Αγίου Όρους- Παύλος Σοφός, που φιλοξενού­σε ο Χρυσόστομος, ο οποίος κατείχε άριστες νοσηλευτικές γνώσεις.

Σε ένδειξη τιμής στη μνήμη των αθώων νεκρών εκείνου του βομβαρδισμού αναδημοσιεύουμε τα ονόματά τους, όπως τα διέσωσε ο Χριστόπουλος από κατάλογο που συνέταξε ο ι­στοριοδίφης Αναστάσιος Τσακόπουλος:

Δημ. Γεωργόπουλος, Παναγ. Κράντας, Κωνστ. Σταύρου, Κωνστ. Μαρούσης, Κ Σκίκος, Σπυρ. Μαραγκός, Παύλος Βαρβάτης, Δ. Αθανασό­πουλος, Δανάη Χαντζηιωάννου, Νίτσα Ψωμά, Θεοδ. Χαντζής, Θεοδ. Τόμπρας, Σωτ. Αδρακτάς, Κ. Αδρακτάς, Ιω. Παπαδάτος, Κ. Μπολόσης, Κ. Μωράτσος, Τάκης Γκουμάκης, Πιπίνα Κούρου, Ιω. Λάμπρου, Κατίνα Πάγκα, Ελένη Αθηνιού, Δημ. Καραλής, Δημ. Σμυρλής, Μιχ. Παγώνης, Κ. Μαρίνης, Ιω. Κοροβέσης, Ελένη Μαραγκού, Φανή Γεωργαντά, Ιω. Μαρλαγκούτσος, Γεώργ. Βούλγαρης, Βασ. Γιαννάτος, Θεοφ. Κωτσαντής, Αναστ. Γεώργας, Παναγ. Ανέστης, Πόπη Γυφτοπούλου, Θεοφ. Καλαντζής, Καλαντζής Αντ., Ελένη Στεφανή, Άννα Γκαργκάσουλα, Θεοδ. Τσεκές, Αντ. Χαλέπας, Ευάγγ. Κλειώσης, Παν. Παπαϊωάννου, Νικόλ. Θεωνάς, Γεωργ. Κουρέτσου, Γεωργία Τρισπαγώνα, Κική Ανδριανόπουλου, Χρυσώ Κυριακοπούλου, Βασ. Σκλήρης, Πέτρος Πάγκας, Βασ. Χαμπίμπης, Κατίνα Κρητικού, Ν. Λιτσαρδάκης, Επαμ. Μαρούτσος, Γ. Αντωνακόπουλος, Αμαλία Πινάτση, Γεωργ. Κλεισάρη, Αθ. Καρούτας, Παναγ. Δανιήλ, Γεώργιος Στέκας, Δημ. Λαδάς, Πέτρος Σπυρόπουλος, Αθαν. Πιπιλάς, Ευάγ. Καραμαλίκης, Ιω. Τσίγγας, Δημ. Παΐσης, Αικατ. Χρυσικού, Κωστούλα Μαρλαγκούτσου, Φανή Μάγειρα, Ευάγγ. Καράμπελας, Νικόλαος Τόλιας, Δημ. Δήμας και Γεώργ. Τσιμπής.

 

Ο Λαός αντιστέκεται…

 

Ιταλός καραμπινιέρος στις Μυκήνες: Η περίφημη «Πύλη των Λεόντων», φρουρείται από τα Ιταλικά στρατεύματα κατοχής. Ιστορικό Φωτογραφικό Αρχείο της Ιταλίας.

 Ο λαός, μετά το πρώτο σοκ, άρχισε να συνέρχεται. Είναι αλήθεια πως πολλοί είδαν τη γερμανική εισβολή ως λύση στο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετώπιζε η χώρα στο μέτωπο. Οι ελληνικές δυνάμεις είχαν βέβαια αποκρούσει την εαρινή α­ντεπίθεση των Ιταλών, όμως από πλευράς εφοδιασμού τους σε πολεμοφόδια η κατάσταση κάθε άλλο παρά αισιόδοξη ή­ταν. Η γερμανική εμπλοκή έδωσε «αξιοπρεπές» τέλος στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Η αντίσταση των οχυρών, σε αντίθεση με το γαλλικό «pour quoi«, αφενός διέσωσε την εθνική αξιοπρέπεια και αφετέρου ανάγκασε τους Γερμανούς να αναγνωρίσουν τη γενναιότητα των Ελλήνων πολεμιστών. Από την άλλη πλευρά είχε καλλιεργηθεί η αντίληψη ότι αυτός ο πόλε­μος αφορούσε περισσότερο την Αγγλία παρά την Ελλάδα (5η Φάλαγγα).

Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που υποστήριζαν δημόσια: «Ας πολεμήσουν επιτέλους και οι Εγγλέζοι, και όχι να βάζουν άλλους στον πόλεμο». Στον τομέα αυτό έπαιξαν σημαντικό ρόλο και οι γερμανόφιλες τάσεις που είχε καλλιεργήσει η δικτατορία του Μεταξά, ιδίως στο χώρο των αξιωματικών. Εί­ναι πλέον γνωστό ότι η θέση της χώρας παρά το πλευρό των Συμμάχων κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν κατά κύριο λόγο επιλογή του Θρόνου. Σαν πρώτη πράξη αντίστασης θα πρέπει να καταγραφεί η περίθαλψη, που πρόσφεραν οι κάτοικοι της περιοχής στους εγκλωβισμένους στρατιώτες του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος. Τα χωριά κυρίως της ορεινής Αργολίδας τους προσέφεραν ασφάλεια, ενώ τα παραλιακά συνέβαλαν με κά­θε τρόπο στη διαφυγή τους. Στον τομέα αυτό καθοριστική υ­πήρξε και οι βοήθεια των αστυνομικών αρχών παρά τον α­σφυκτικό ιταλικό έλεγχο.

[Το καλοκαίρι του 1941 ο Σταθμός Χωροφυλακής Μιδέας εφοδίασε με πλαστά δελτία ταυτότητας 7 Άγγλους στρατιωτικούς. Την ίδια εποχή ο διοικητής του Σταθμού Χωροφυλακής Ν. Επιδαύρου Ενωμοτάρχης Αντωνόπουλος με την βοήθεια των κατοίκων της περιοχής περιέθαλψε 48 Νεοζηλανδούς, τους οποίους αργότερα φυγάδευσε. Το ίδιο έκαμαν και οι Σταθμοί Χωροφυλακής Αλέας, Νέας Κίου και Θερμησίας, φυγαδεύοντας 120 Άγγλους και Νεοζηλανδούς. Επίσης στο Άργος ο Ανθυπομοίραρχος Δημ. Κουρκουλάκος συμβάλει καθοριστικά στη φυγάδευση συμμάχων στρατιωτικών. Βλέπετε Αποστόλου Β. Δασκαλάκη, Ιστορία Ελληνικής Χωροφυλακής 1936-1950 τόμος Α΄Αθήναι 1973, σελ.194-195].

Επίσης οι κάτοικοι της περιοχής συνέδραμαν με κάθε μέσο τους αξιωματικούς εκείνους του ελληνικού στρατού που κατευθύνονταν στην Μέση Ανατολή για τη συνέχιση του αγώνα. Μόνο αργότερα, μετά την άνδρωση του ΕΛΑΣ, άρχισε η συστηματική παρεμπόδιση της διαφυγής τους για ευνόητους λόγους.

 

Το ΕΑΜ κύριος φορέας αντίστασης

 

Το ΕΑΜ αναμφίβολα αποτέλεσε τον κορμό της αντίστα­σης στη χώρα μας κατά τη διάρκεια της γερμανοϊταλικής κα­τοχής. Αν και ξεκίνησε με πρωτοβουλία και κατεύθυνση αρι­στερών πολιτικών οργανώσεων, στους κόλπους του σύντομα συγκέντρωσε άτομα – κυρίως νέους  από όλο το πολιτικό φά­σμα, που επιθυμούσαν να αντισταθούν οργανωμένα στον κα­τακτητή.

Στο Άργος το αριστερό κίνημα πάντα υπήρξε ισχαιμικό. Επί πλέον η απηνής δίωξη των αριστερών, αλλά και πολλών δημοκρατικών στοιχείων, από το καθεστώς Μεταξά δεν επέ­τρεπε τη διάδοση ανάλογων ιδεών. Παρά ταύτα στα προπο­λεμικά χρόνια, και κάτω από το άγρυπνο μάτι της Αστυνομί­ας, χώρος κυοφορίας αριστερών ιδεών υπήρξε το καφενείο «Ο Παράδεισος» των αδελφών Ξακουστή στη διασταύρωση των οδών Δαναού και Καποδιστρίου (κυρίως για διανοούμε­νους, όπως π.χ. ο Θεόδωρος Βλασταράς).

Άλλοι χώροι διά­δοσης αριστερών ιδεών ήσαν το ζαχαροπλαστείο του Νίκου Πορταρίτη, στην οδό Κορίνθου λίγο πιο πάνω από το Σταροπάζαρο, και το κατάστημα (λευκοσιδηρών ειδών) του Βαγγέ­λη Δεσύλλα ή Κύκλωπα στην οδό Β. Σοφίας. Στα χωριά αρι­στεροί πυρήνες υπήρχαν κυρίως στα Φίχτια – το επικαλούμε­νο και μικρή Μόσχα – και τη Μιδέα. Στα Φίχτια οι αδελφοί Βαγγέλης, Κώστας και Σπύρος Τσετσέκου ήσαν μέλη του ΚΚΕ, από το 1932 ο πρώτος και το 1934 οι άλλοι. Στα χρόνια του Μεταξά ήσαν εκτοπισμένοι στον Άγιο Ευστράτιο και την Ανάφη. Μετά την κατάρρευση του Μετώπου δραπέτευσαν και επέστρεψαν στα Φίχτια, όπου ξανάρχισαν την κομματική δουλειά. Ο γιος του τελευταίου, Δημήτριος Σπύρου Τσετσέκος δραστηριοποιείται με επιτυχία στο χώρο της νεολαίας.

Στο Άργος παρά το έντονο συντηρητικό κλίμα πάρα πολ­λοί νέοι οργανώνονται στο ΕΑΜ. Στα πλαίσια αυτού του ορ­γανωτικού σχήματος εντάσσεται μία σειρά αντιστασιακών ε­νεργειών. Η κοπή των τηλεφωνικών καλωδίων που συνέδεαν την ιταλική φρουρά των Μύλων με το Αεροδρόμιο Άργους από τους Κώστα Κυριαζόπουλο και Νίκο Σαββέα, η αναγρα­φή συνθημάτων σε τοίχους του Άργους τη νύχτα της 12.4. 1943 από τους Σπύρο Λυμπριτάκη, Μίμη Λαλουκιώτη και Ορέστη Μπούκουρα και η κατάθεση στεφάνου στο Ηρώο του Άργους τη νύχτα της 24/25.3. 1943 από τους Αρίσταρχο Αναστ. Τσακόπουλο (Μπέη) και Πέτρο Μπλάτσιο.

Για την κατάθεση του στεφάνου, για αναγραφή συνθημάτων και δια­νομή προκηρύξεων καταδικάσθηκαν σε ποινές φυλάκισης 3 έως 10 χρόνων από το Ιταλικό Στρατοδικείο Τρίπολης οι Σάββας Καραλέκας, Αρίσταρχος Τσακόπουλος, Ανδρέας Κολορίζας, Πέτρος Μπλάτσιος, Απόστολος Λαδάς, Ορέστης Μπούκουρας και Στάθης Δέδες. Ο Κώστας Δεσύλλας και ο Νίκος Καλοπανάς απηλλάγησαν. Οι ανωτέρω παρέμειναν αρκετούς μήνες στις φυλακές. Μετά όμως τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας (8.9. 1943) και με ενέργειες συγγενών του Τσακόπουλου στις γερμανικές στρατιωτικές αρχές αφέθηκαν ε­λεύθεροι οι Τσακόπουλος, Κολορίζας, Μπλάτσιος και Μπούκουρας. Ο τελευταίος, λίγες ώρες πριν του ανακοινω­θεί η απελευθέρωσή του, απέδρασε από τις φυλακές της Α­κροναυπλίας.

 

 Η περίπτωση Κουβελάκη

 

Αν δεν υπήρξε ο πρώτος, αναμφίβολα υπήρξε από τους πρώτους Έλληνες που βγήκε αντάρτης στα βουνά της Πελο­ποννήσου. Πρόκειται για τον Υπενωμοτάρχη τότε Κουβελάκη Απόστολο του Σταύρου από το Μαυρομάτι Μεσσηνίας (1911 -;). Κατά την κατάρρευση του μετώπου ο Κουβελάκης υπηρετούσε ως Διοικητής του Σταθμού Χωροφυλακής Λυρ­κείας, πλην όμως με παρέμβαση των Γερμανών μετατέθηκε στο Σταθμό Χωροφυλακής Λιμνών. Ο χαμηλόβαθμος αυτός αστυνομικός υπάλληλος άρχισε με τη βοήθεια των κατοίκων να περιθάλπει περιπλανώμενους Άγγλους στρατιωτικούς. Τριάντα εννέα από αυτούς αφού εφοδιάσθηκαν με ελληνικά δελτία ταυτότητας, πολιτική περιβολή και τρόφιμα έφυγαν με κατεύθυνση τον Πόρο, την Επίδαυρο και το Λεωνίδιο.

Μαζί του έμειναν τρεις Άγγλοι και ένας Κύπριος. Το γεγονός προδόθηκε στις ιταλικές αρχές και ο Κουβελάκης στις 17.8. 1941, προκειμένου να αποφύγει τη σύλληψη, εγκατέλειψε το Σταθμό του και έχοντας μαζί του τους συμμάχους στρατιωτι­κούς και το μοναδικό Χωροφύλακα της δύναμής του Γεώργιο Πυσογιαννάκη, ο οποίος αργότερα εκτελέσθηκε από τους Γερμανούς, κατέφυγε στον ορεινό όγκο του Φαρμακά, σε μέρη γνώριμα από την προηγούμενη υπηρεσία του στη Λυρκεία. Έκτοτε η ομάδα Κουβελάκη συνδέεται με τους κατοί­κους της περιοχής και κινείται από την περιοχή της Αλέας μέχρι και εκείνη της Επιδαύρου.

Στις 22.2.1942 επιτυγχάνει την εξόντωση Ιταλού καραμπινιέρου στην περιοχή Στεφανίου – Αγγελοκάστρου Κορινθίας, ενός από τους πολλούς που είχαν σταλεί εναντίον του.

Στις 6.3.1942 στη Σκοτεινή, σε πολύωρη συμπλοκή με από­σπασμα Καραμπινιέρων, κατορθώνει χωρίς καμιά δική του απώλεια να εξοντώσει το διαβόητο Καραμπινιέρο Ντομίλιο (Domilio), γνωστό ως σαδιστή για τις βάναυσες μεθόδους του σε βάρος Ελλήνων με το παρεπώνυμο «Βαρδούκας», να τραυματίσει έ­ναν άλλον, καθώς και τον Έλληνα προδότη Παναγ. Μποζιονέλο ή Γράτσο. Η εξόντωση του Ντομίλιο και η εξουδετέρω­ση του Γράτσου ανακούφισε τα χωριά της περιοχής.

Την 29.9.1942 στην περιοχή Σκοτεινής – Κανδήλας συμπλέ­κεται με τους Έλληνες προδότες Χρ. Κάππο και Παναγ. Λακιαρδό, που υπό την ιδιότητα Ιταλών Καραμπινιέρων κινού­νται εναντίον του. Τραυματίζει τον ένα και αφοπλίζει αμφό­τερους. Φαίνεται πως ο Κουβελάκης κινείται με την κάλυψη των Σταθμών Χωροφυλακής των ορεινών περιοχών. Έτσι η Υποδιοίκηση Χωροφυλακής Άργους με την 878/97 20-ι από 20.4.1943 διαταγή της προς τον Σ. Χ. Λυρκείας επιπλήττει το Διοι­κητή του για την αδράνειά του, σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι: «Ο Διοικητής του ενταύθα Σταθμού της Ιταλικής Βασιλικής Χωροφυλακής μοι ανεκοίνωσεν σήμερον ότι ο εγκαταλείψας την θέσιν του υπενωμοτάρχης Κουβελάκης Απόστολος διένειμεν εις τους κατοίκους της Λυρκείας προκηρύξεις επα­ναστατικού περιεχομένου. Το γεγονός τούτο είναι απολύτως εξηκριβωμένον…». 

Τον Ιούλιο του 1943 μαζί με άλλους αξιωματικούς του τα­κτικού Στρατού από τις περιοχές Αργολίδας, Κορινθίας και Αρκαδίας συγκροτούν την Αντάρτική ομάδα του «Φαρμα­κά», η οποία θα διαλυθεί από τις δυνάμεις του ΕΛ.ΑΣ. Η ο­μάδα Κουβελάκη μετά τις επιθέσεις που δέχτηκε στις 25 και 26.9.1943 στην Κρύα Βρύση και στα νερά Αχλαδοκάμπου α­ναγκάστηκε να αποχωρήσει από την περιοχή.

Ο Κουβελάκης μεταβαίνει πλέον στην Αθήνα (Νοέμβριος 1994), οργανώνεται στο Εθνικό Κομιτάτο του Στρατηγού ΒΕΝΤΗΡΗ και στη συνέχεια (22.2.1944) διαφεύγει στη Μέση Ανατολή. Μετά την απελευθέρωση επέστρεψε στην Ελλάδα και αποστρατεύθηκε στα 1966 με το βαθμό του Αντισυνταγ­ματάρχη Χωροφυλακής.

 

Το 6ο  Σύνταγμα του ΕΛ.ΑΣ.

 

Μετά τη διάλυση της Ομάδας «Φαρμακά» από τις δυνά­μεις του ΕΛ.ΑΣ. και την προσχώρηση σε αυτόν του Ταγμα­τάρχη Εμμ. Βαζαίου, των ανθυπολοχαγών Κ. και Μιλτ. Στεργιόπουλου, Γ. Μαυραγάνη, Δ. Μαυρίδη, Στ. Ηλιόπουλου, και Ν. Τζαβέλα, του υποσμηναγού Παν. Γκέρκη, του Ενωμοτάρχη Ι, Τριανταφύλλου και άλλων 26 ανδρών, το αντάρτικο κίνημα στην Αργολιδοκορινθία φούντωσε. Το ίδιο έγινε και σε άλ­λες περιοχές της Πελοποννήσου από τη στιγμή που ο ΕΛ.ΑΣ. έμεινε μόνος κυρίαρχος στα βουνά, αφού διέλυσε οποιαδή­ποτε άλλη ανταρτική οργάνωση που δε υπήχθη σε αυτόν. Η διαμάχες των ανταρτικών οργανώσεων είναι ένα θέμα απέ­ραντο, που ξεφεύγει από τα όρια του άρθρου αυτού. Έτσι θα μείνουμε στη δράση του 6ου Συντάγματος του ΕΛ.ΑΣ. που δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της Αργολιδοκορινθίας [ έλαβε την ονομασία του από το προπολεμικό 6ο Σύνταγμα Πεζικού που είχε έδρα την Κόρινθο].

Στην Πελοπόννησο συγκροτήθηκε η III Μεραρχία του ΕΛ.ΑΣ., την οποία αποτελούσαν δύο Ταξιαρχίες, η VIII και η IX. Η VIII Ταξιαρχία απετελείτο από το 6° και 12° Σύνταγ­μα, ενώ η IX από το 8°, 9° και 10° Σύνταγμα και μία Μοίρα του ΕΛΑΝ. Η διοίκηση του 6ου Συντάγματος απετελείτο α­πό τον Ταγματάρχη Εμμανουήλ Βαζαίο, Στρατιωτικό Διοικητή, το Δι­κηγόρο Ευάγγελο Λέκκα, Πολιτικό, και το Λοχαγό ΠΖ Παναγιώτη Τούντα, Καπετάνιο. Τον Ιανουάριο του 1944 το II Τάγμα του 6ου Συντάγματος με επικεφαλής τον Έφεδρο Υπολο­χαγό Γεώργιο Δασόπουλο ή Γρίβα εκινείτο στην περιοχή της Αργολίδας, ενώ το IV Τάγμα με επικεφαλής τον Ανθυπο­λοχαγό Κονταλώνη στην περιοχή Ερμιονίδας. Βέβαια στη συνέχεια έγιναν πολλές οργανωτικές μεταβολές στις Μονά­δες ανάλογα τις ανάγκες.

Από τη δράση του 6ου Συντάγματος στο χώρο της Αργολί­δας αναφέρουμε τα ακόλουθα, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ίδιου του Στρατιωτικού Διοικητή του:

-Το πρώτο 10ήμερο Οκτωβρίου 1943 ο Λόχος Διοίκησης μετά από επισταμένη αναγνώριση και σε συνεργασία με τους Άγγλους αξιωματικούς, Αντισυνταγματάρχη Μακ Μάλεν, Ταγ/ρχη Τζέϊμς και Λοχαγού Φρέζερ οργάνωσε σαμποτάζ στο αεροδρό­μιο Άργους και κατέστρεψε 7 εχθρικά αεροπλάνα και 1 ο­δοστρωτήρα.

-Στις 22.3. 1944 ο 6ος Λόχος ανατίναξε τη σιδηροδρομική γέφυρα της Ανδρίτσας.

-Στις 17.5.1944 ο 6°ς Λόχος σε ενέδρα στη θέση «Νταούλι» Αχλαδοκάμπου, στο δημόσιο δρόμο Τρίπολης – Άργους, προσέβαλε με επιτυχία φάλαγγα 10 γερμανικών αυτοκινή­των, τα οποία μετέφεραν τη Σχολή Εφ. Αξιωμ. της 117ης  Με­ραρχίας. Νεκροί 50 Γερμανοί, πολλά λάφυρα.

-Στις 1.6.1944 ο 5ος Λόχος κατέστρεψε σιδηροδρομική γέφυρα ανάμεσα στα Φίχτια και τα Δερβενάκια. Την επόμενη ο ίδιος Λόχος προσέβαλε στα Δερβενάκια φάλαγγα γερμα­νικών αυτοκινήτων. 15 Γερμανοί νεκροί.

-Στις 3.8.1944 Τμήματα του II Τάγματος κτύπησαν φάλαγ­γα 300 Γερμανών στον αυχένα Δούκα – Τάτσι. 40 Γερμανοί νεκροί.

-Στις 3.9.1944 ο 6ος Λόχος κτύπησε τους Γερμανούς στη θέση «Λιμικό» Φιχτίων και εχθρικό φυλάκιο στα υψώματα του Κουτσοποδιού. Νεκροί 8 Γερμανοί. Ενώ

-Στις 5.9.1944 το I Τάγμα επετέθηκε κατά των Γερμανών στον Αχλαδόκαμπο. Νεκροί 3 Γερμανοί.

Το Νοέμβριο του 1943 ομάδα του II Τάγματος του Γρίβα πέρασε από το χωριό Προσύμνη (Μπερμπάτι). Οι κάτοικοι τους δέχτηκαν με ενθουσιασμό. Τη στιγμή όμως της υποδο­χής μια μικρή ομάδα Γερμανών έφτασε στο χωριά. Οι άν­δρες του Γρίβα την εξουδετέρωσαν αμέσως. Διέφυγε ένας και ειδοποίησε τη Μονάδα του. Το συμβάν ήταν αρκετό για να κάψουν οι Γερμανοί το χωριό και να λεηλατήσουν τους άτυχους Μπερμπατιώτες.

Στις 30.11. 1943 ο Φρίξος Ανδριανόπουλος από το Πικέρνι της Αρκαδίας με ένα Ιταλό στρατιώτη, που είχε αυτομολήσει στους αντάρτες, επιτέθηκαν εναντίον της φρουράς του Σιδ. Σταθμού Ανδρίτσας και έσφαξαν περί τους 10 Γερμανούς. Στη μάχη που ακολούθησε σκοτώθηκε ο Φρίξος Ανδριανό­πουλος και ο Κων/νος Α. Βρύνιος.

Την επόμενη οι Γερμανοί έζωσαν το χωριό. Συνέλαβαν 50 νέους κυρίως άνδρες, που τελικά τους κρέμασαν στα δοκάρια του υπόστεγου του Σταθ­μού, καθώς και σε παρακείμενα δένδρα στις 5.12. 1943. Πέθαναν για την ελευθερία οι Παναγιώτης Δ. Αγγελέτος, Χρή­στος Π. Αρτινιός, Διονύσιος Κ. Βάγιας, Ιωάννης Γ. Γαλάκης ή Σγουρίτσας, Δημ. Α. Ζάμπιας, Πλούταρχος Γιατράς, Γεώρ­γιος Γεωργίτσης, Γεώργιος Χρ. Δαλαμπίρης, Ιωάννης Γ. Δελής, Απόστολος Δαγρές, Αντώνιος Η. Δημάκος, Αθανάσιος Α. Δουκάκης, Θεόδωρος Ζαχαράκης, Ιωάννης Μ. Καράκος, Αθανάσιος Καρβούνης, Θεόδωρος Π. Κανακίδης, Πολυζώης , Ζ. Καρίλος, Παναγιώτης Κ. Καραλής, Βασίλειος Ε. Κοτσιώνης, Αναστάσιος Κουμαρέζος, Χρήστος Δ. Κουτσάρης, Θεοδ. Γ. Κωνσταντόπουλος, Βασίλειος Γ. Κωνσταντακόπουλος, Ευστράτιος Σ. Κωστάκης, Κων. Β. Λαζαρόπουλος, Ιωάν­νης Ν. Μαχαίρας, Θεοδ. Σ. Μελενίκος, Αναστάσιος Μητράκος, Κωνσταντίνος Κ. Μπεχράκης, Γεώργιος Π. Μούρτζινος, Παναγ. Κ. Μουτζούρης, Ιωάννης Γ. Μπογιατζόπουλος, Γε­ώργιος Π. Νικολαΐδης, Χρήστος Χ. Παναγούλιας, Δημ. Κ. Πετράκος, Ανδρέας Γ. Παπαναστασίου, Νικόλαος Γ. Παπαναστασίου, Νικόλαος Ράλλης, Αποστόλης Κ. Σιδέρης, Σπύ­ρος Λ. Σταυράκος, Λεωνίδας Δ. Σταυρόπουλος, Παρασκευάς I. Σταυρόπουλος, Μανώλης Τσαγγάρης, Παρα­σκευάς Γ. Τσούσης, Γεώργιος Ν. Φατούρος, Αναστ. Γ. Φλίντρας, Χαράλαμπος Δ. Χαραλάς, Χαράλαμπος Χαραλαμπόπουλος, Γεώργιος Α. Ψαρρός και Νικόλαος Σ. Κωστάκης [ από το ίδιο χωριό σκοτώθηκε το Μάιο του 1944 και ο Αγγελής Α. Μίλης}.

Το Μάιο του 1944 εξαιτίας καταστροφής από τους αντάρ­τες του δρόμου προς την Καρυά, παρά την Αγριλίτσα, οι Γερ­μανοί εκτέλεσαν τους: Πέτρο Β. Σπανό, Γεώργιο Σπανό, Η­λία Σπανό, Γεώργιο Ορφανό, Ευάγγελο Γαλάνη, Προκόπιο Καπετάνο, Θεοφάνη Παναγιωτόπουλο, Χρ. Γιαγό, Δημ. Π. Πατούρο, Γεώργιο Κορδώνη, Χρ. Κωστάκο, Βασ. Φλέσσα, Δημ. Μπουλατσιώτη, Δημ. Ξιάρχο, Κων. Κωσταρίκο και το γιο του, καθώς και τέσσερες ξένους κτηνοτρόφους. Οι εκτελέσεις, οι δηώσεις, οι λεηλασίες των αρχών Κατο­χής, κυρίως των Γερμανών οι οποίοι παρά τη σιδηρά πειθαρ­χία τους στον τομέα των κλοπών, των λεηλασιών, των εκβια­σμών και της δωροδοκίας ήσαν αμίμητοι, ξεπερνούν κάθε φαντασία, θα έπρεπε όμως, έστω και τώρα μετά από 50 χρό­νια, να γίνει μια ολοκληρωμένη καταγραφή των συμπατριω­τών μας που έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της νέας τάξης που επαγγέλλονταν οι Ναζί.

Όταν μετά την αυξημένη πίεση των ανταρτών οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να κηρύξουν την Πελοπόννησο πολεμική ζώνη από τις 18.00΄ της 18.5.1944, η ζωή των κατοίκων γίνεται προ­βληματική, θα αναφέρουμε ενδεικτικά μερικές μόνον απα­γορεύσεις. Απαγορεύτηκε η κυκλοφορία των πολιτών από 18.00΄ μέχρι 06.00′ καθημερινά, η κυκλοφορία πάνω από 5 α­τόμων μαζί, η μετάβαση από χωριό σε χωριό, η κυκλοφορία σε μη δημόσιους δρόμους, η προσέγγιση σε πρόποδες βου­νών, η κωδωνοκρουσία, οι λειτουργίες τις καθημερινές, κ.ά.

 

Μέρες οργής

 

Αν και το ΕΑΜ είχε συγκεντρώσει πολίτες όλων των πολι­τικών παρατάξεων, ο κορμός και η καθοδήγηση του ήταν στα χέρια του ΚΚΕ. Το ίδιο συνέβαινε και στον ΕΛ.ΑΣ., από τους άνδρες του οποίου μικρό ποσοστό ήταν κομμουνιστές. «Ο ΕΛΑΣ είχε βέβαια την κομμουνιστικήν του καθοδήγησιν, οι άνδρες του όμως κατά τα 3/4 δεν ήσαν κομμουνισταί, ήσαν αγροτόπαιδα, εθελονταί οι οποίοι κατετάσσοντο αθρόως διά να απελευθερώσουν την σκλαβωμένην Πατρίδα», γράφει ο Ταγματάρχης Βαζαίος.Από τα μέσα, όμως, του 1943 άρχισε να διαφαίνεται ο τα­ξικός χαρακτήρας του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Στελέχη του ΚΚΕ άρχι­σαν να μην κρύβουν πλέον τις μεταπελευθερωτικές τους προθέσεις, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση μη κομμουνιστών πολιτών.

«Στάθης», Θεόδωρος Ζέγκος

Η αντίδραση αυτή άρχιζε από μια στάση παθητική – ουδέτερη- για να φτάσει σε ένοπλη σύγκρουση. Και δεν ήταν δυστυχώς λίγες οι φορές που Έλληνες κατέφυ­γαν στη βοήθεια των αρχών Κατοχής για να αντιμετωπίσουν τις εναντίον τους απειλές. Από την άλλη πλευρά με το πρό­σχημα της περιφρούρησης του λαϊκού αγώνα από τους προ­δότες – σε εισαγωγικά και μη – και την «αντίδραση» άρχισαν τα έκτροπα και οι υπερβασίες. Η ΟΠΛΑ (Οργάνωση Περι­φρούρησης Λαϊκού Αγώνα) είχε πλέον τον πρώτο λόγο. Στην Κορινθία ο περίφημος Στάθης ξεπέρασε κάθε όριο, για να φθάσει ο Άρης Βελουχιώτης να πει στον Πελοπίδα: «…Τα έ­χουν κάμει θάλασσα οι πατριώται σου οι Κορίνθιοι, αφήκαν το Στάθη να αλωνίζη την περιοχήν εις βάρος του αγώνος… Ο Στάθης βέβαια καθαιρέθηκε και πιθανόν εκτελέστηκε. Οι ζημιές όμως που είχαν κάμει οι απανταχού «Στάθηδες» ήσαν φοβερές.

 

[ Ο Θεόδωρος Ζέγκος (Στάθης) καταγόταν από την περιο­χή της Λάρισας και ήταν υπάλληλος του οργανι­σμού των τριών ΤΤΤ (τηλεφώνων, τηλεγράφων και ταχυδρομείων), προ­δρόμου οργανισμού του OTE. Οι υπάλληλοι του ελέγοντο τριατατικοί. Είχε τα ψευδώνυμα Στάθης ή Τριαντάφυλλος. Το κα­λοκαίρι του 1944 ήταν περιφερειακός γραμματέ­ας για την Πελοπόννησο του ΚΚΕ, με έδρα το χω­ριό Καλύβια που σήμερα λέγεται Φενεός, εγγύς της Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου. Βεβαίως μετεκινείτο και σε άλλες πε­ριοχές. Με το ψευδώνυμο ΣΤΑΘΗΣ έγινε περιβόη­τος διότι επί των ημερών του έγινε στην «Τρύπα» η δραματική σφαγή. Το πε­ρίεργο είναι ότι δεν εφονεύοντο όλοι, όσοι οδηγούντο στο στρατόπεδο της Μονής. Μερικοί εκρατούντο για κάποιες ημέρες, ανεκρίνοντο και αναχωρούσαν. Δεν γνωρίζουμε τη διαδικασία εκδόσεως των καταδικαστικών αποφάσε­ων και πως εβεβαιούτο η ενοχή του καθενός ή η αθωότητά του. Ο Θεόδωρος Ζέγκος επεβίωσε και στο δεύτε­ρο αντάρτικο και τελικά κατέφυγε στην Πολωνία, όπου έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας. Εφημ. Αργειακό Βήμα, Γ.Κ.Ο.,  Τετάρτη 6/10/2010 ]

Για την κατάσταση αυτή κάθε άλλο παρά άμοιροι ευθυνών υπήρξαν οι Άγγλοι, οι οποίοι συστηματικά καλλιέρ­γησαν την εμφύλια σύγκρουση. Εδώ θα πρέπει να τονιστούν και οι μεγάλες ευθύνες των αστικών κομμάτων και των αξιωματικών του τακτικού στρα­τού, που αδράνησαν παντελώς και άφησαν το αντιστασιακό κίνημα υπό την καθοδήγηση του ΚΚΕ. Οι αξιωματικοί του στρατεύματος, όσοι δεν πέρασαν στη Μέση Ανατολή, έμει­ναν στις πόλεις για να «διανέμουν συσσίτια», κ.λπ. Και έτσι μοιραία έφτασαν στο τέλος να στελεχώσουν τα Τάγματα Ασφαλείας. Πιθανόν στην περίπτωση αυτή να συνετέλεσε το γερμανόφιλο κλίμα που είχε καλλιεργήσει το καθεστώς Με­ταξά. Παρατηρούμε ότι σχεδόν όλοι οι απότακτοι του ’35 και των προηγουμένων χρόνων στελέχωσαν το αντάρτικο κί­νημα και τις αντιστασιακές οργανώσεις (Στέφανος Σαρά­φης, Τσιγάντες, κ.α.).

Στην περιοχή του Άργους δραστηριοποιήθηκε κάποιο κομ­ματικό στέλεχος υπό το το παρώνυμο «Μήτσος ο Γκαβός«, μάλλον γκαρσόνι από το Λουτράκι, άνθρωπος του Στάθη της Κορινθίας, ο οποίος ακολουθούσε την ίδια ακριβώς πορεία. Κάτοικοι των ορεινών κυρίως χωριών άρχισαν να εγκαταλεί­πουν τις εστίες τους και να καταφεύγουν για να σωθούν στην πόλη του Άργους.

Ιάσων Μπούκουρας

Η πρακτική αυτή τον έφερε σε άμεση σύ­γκρουση με δυο Αργείτες αριστερούς διανοούμενους, το Θεόδωρο Βλασταρά και τον Ιάσονα Κων/νου Μπούκουρα. Ή­ταν αδιανόητο για τους δύο νέους αυτούς και μορφωμένους ανθρώπους να δεχθούν την τακτική της ανεξέλεγκτης τρομο­κρατίας. Μάλιστα ο Βλασταράς διαμαρτυρόταν έντονα για την ακολουθούμενη τακτική του «πας μη μεθ’ ημών, καθ’ η­μών». Έχοντας ο ίδιος μια πικρή εμπειρία στο Ελληνικό, ό­ταν τον κατεδίωξαν ένοπλοι και οργισμένοι χωρικοί, είπε σε προσκείμενο του πρόσωπο: «Κάναμε το χωριάτη της Καρυάς, που έχει ένα στρέμμα πέτρες, να πάρει το όπλο, για να προ­στατέψει την ιδιοκτησία του».

Ο «Γκαβός» πληροφορήθηκε τη στάση τους και προσπάθησε να τους «ξεγράψει«. Είναι σί­γουρο ότι η δολοφονία του Μπούκουρα στις 19.6. 1944, α­πό τα Τάγματα Ασφαλείας όταν επέστρεφε από την Εθνική Συνέλευση των Κορυσχάδων, υπήρξε αποτέλεσμα του κλίμα­τος τρόμου που επικράτησε. Ο Βλασταράς δολοφονήθηκε λί­γο αργότερα, θύμα κι αυτός του αδελφοκτόνου μίσους που προσπάθησε να αποτρέψει.

 

[Ο Ιάσων Κων/νου Μπούκουρας γεννήθηκε το 1914 (1919;) στη Λυρκεία ( Κάτω Μπέλεσι). Ο πόλεμος τον πρόλαβε να σπουδάζει νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Πολύ νωρίς οργανώθηκε στην Αντίσταση. Για τη δράση του αυτή κρατήθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Τρικάλων από τον Οκτώβριο του 1942 ως τον Απρίλιο του 1943. Εξελέγη αντιπρόσωπος από την Αργολίδα για τη Συνέλευση των Κορισχάδων μαζί με τον δάσκαλο Παναγιώτη Ξύδη ]. 

Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης με το διάγγελμά του προς τον Ελλη­νικό λαό, όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία, κήρυξε αναφαν­δόν τον πόλεμο ενάντια στις αντιστασιακές οργανώσεις. «Πρέπει καλώς πάντες να κατανοήσωμεν», τονίζει, «ότι διαξάγων ο Άξων σκληρόν αγώνα κατά του επαπειλούντος τον πολιτισμόν φοβερού κομμουνιστικού κινδύνου, δικαιούται να έχη τουλάχιστον την αξίωσιν όπως μη δημιουργή εις αυτόν ο Ελληνικός Λαός περιπλοκάς και όπως μη παρεμβάλλη εμπό­δια εις το βαρύτατον τούτο έργον του…

Στα πλαίσια αυτά, με τη συγκατάθεση πολλών πολιτικών και πιθανώς τη σιωπη­ρή έγκριση των Άγγλων, θα ιδρύσει τα Τάγματα Ευζώνων, του γνωστούς «τσολιάδες» ή το πιο συνηθισμένο «Γερμανο-τσολιάδες». Από την άλλη πλευρά το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής διατάσσει ρητά: Καταστρέφετε και σαμποτάρετε με παν μέσον το Κράτος του Ράλλη, εκτελούντες επί τόπου πάντα προδότην. Το σύνθημα της εμφύλιας σύγκρουσης είχε ήδη ριφθεί. Η ανεπάρκεια και μικρόνοια των πολιτικών ηγεσιών, ο αριβισμός των στελεχών και η έντεχνα καλλιερ­γούμενη από τους Άγγλους ένταση ήταν αδύνατον να αφή­σουν να ακουστούν οι ήρεμες και διαλλακτικές φωνές του Θεόδωρου Βλασταρά, του Ιάσονα Μπούκουρα ή του Ανθυπομοίραρχου Κουρκουλάκου.

Άρχισε έτσι ένας αμείλικτος πόλεμος εναντίον των Υπη­ρεσιών Χωροφυλακής, ως κατ΄ εξοχήν οργάνων του Ραλλικού κράτους. Στις 10.10. 1943 συμπτύχθηκαν οι Σταθμοί Χωροφυλακής Ν. Κίου στο Ναύπλιο και Λυρκείας και Κουτσοποδίου στο Άργος. Μαζί τους κατέφυγαν στο Άργος και πολλοί κάτοικοι των χωριών.

Η ΟΠΛΑ αρχίζει απαγωγές και εκτελέσεις κατοίκων του Άργους, με την κατηγορία της προδοσίας, της συνεργασίας με το Ραλλικό κράτος, κ.λπ. Στις 12.5. 1944 άνδρες της ΟΠΛΑ τραυματίζουν σοβαρά έξω από το σπίτι του με περίστροφο το Διοικητή του Αστυνομικού Τμήματος Άργους Μοίραρχο ΝΙΚΑ Θεοφάνη (1907 – 1986) και απαγάγουν τους Χωροφύλακες Παναγιώτη Τούμπανο και Κων/νο Παπαγιαννόπουλο, οι οποίοι είχαν διατεθεί σε υ­πηρεσία των αρχών Κατοχής (ειδοποίηση εργατών του αερο­δρομίου). Στο Άργος κυριαρχεί κλίμα ανασφάλειας. Ο Ανθυπομοίραρχος ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΚΟΣ Δημήτριος, που ανα­λαμβάνει τη διοίκηση του Τμήματος ζητά την ενίσχυση του ή τη σύμπτυξη της Υπηρεσίας του στο Ναύπλιο. Ουδεμία απά­ντηση του δόθηκε.

Ο Ανθυπομοίραρχος ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΚΟΣ Δημήτριος του Μιχαήλ από τον Πύργο Οιτύλου Μάνης (1900 -;) είχε τη φή­μη ήπιου και διαλλακτικού ανθρώπου, φήμη που επιβεβαιώ­νεται από όλες τις πλευρές αλλά και από τα γεγονότα. Προ­σπάθησε στο βαθμό του δυνατού να τηρήσει κάποιες ισορρο­πίες, ανάμεσα στις πιέσεις των αρχών Κατοχής και στο πα­τριωτικό του καθήκον. Περιέθαλψε πολλούς πατριώτες, ανε­ξάρτητα από ιδεολογία, που κινδύνευαν. Μπροστά στον κίν­δυνο συνέχισης των απαγωγών και εκτελέσεων συγκρότησε άτυπα Πολιτοφυλακή υπό τον Παναγιώτη Χιωτακάκο, αλλά στάθηκε μακριά από τα Τάγματα Ασφαλείας Άργους, τα ο­ποία τελούσαν υπό τις διαταγές του Ανθυπολοχαγού Βασι­λείου Γκόνου και αποτελούσαν τμήμα του 10ου Λόχου (Ναυ­πλίου) του Τάγματος Κορίνθου.

Ο Λόχος Ναυπλίου των Ταγμάτων Ασφαλείας συγκροτή­θηκε το Μάιο του 1994 με επικεφαλής το Λοχαγό Δημήτριο Μουστακόπουλο και αξιωματικούς τους Λοχαγό Σπυρ. Ρομποτή και Υπολοχαγό Βασίλειο Παπαγεωργίου. Στη δύναμη του εντάχθηκαν επίσης ο Λοχαγός Παναγιώτης Χριστόπου­λος, ο Ίλαρχος Βασίλειος Κωνσταντάς και ο Ανθυπολοχαγός Παναγ. Κολλιόπουλος. Είχε δύναμη 150 περίπου ανδρών α­πό το Ναύπλιο και τα χωριά Ασίνη, Δρέπανο και Αραχναίο. Αργότερα, προς τις μέρες της αποχώρησης των Γερμανών, τη διοίκηση των ανδρών του Τάγματος Ασφαλείας Άργους ανέλαβε ο Ίλαρχος Κωνσταντάς. Προκεχωρημένα φυ­λάκια των ΤΑ Άργους ήσαν στον Προφήτη Ηλία, στο Σχο­λείο Πειρούνη, στο σχολείο των Γεφυριών, κ.α. Ισχυρή δύνα­μη Ταγμάτων Ασφαλείας (Λόχος) είχε οργανωθεί στον Αχλαδόκαμπο. Υπήγετο όμως στο Τάγμα Ασφαλείας της Τρί­πολης. Τέλος στο Κουτσοπόδι οργανώθηκε μια μικρή ομάδα Ιππικού, που κατεδίωκε τους αντάρτες.

Δυνάμεις των Ταγμάτων Ασφαλείας εξαπέλυσαν μαζί με τους Γερμανούς εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κατά των α­νταρτών από τον Ιούνιο του 1944. Στην περιοχή ‘Άργους έ­χουν καταγραφεί οι εξής επιχειρήσεις:

–  Στις 21.5.1944 Γερμανοί και ΤΑ μεταβαίνουν στις Λίμνες και εκτελούν μεγάλο αριθμό πολιτών.

–  Στις 13.6.1944 Γερμανοί και ΤΑ με 7 αυτοκίνητα μεταβαί­νουν στο Μαλαντρένι, όπου εκτελούνται 4 πολίτες.

–  Στις 14.7.1944 Γερμανοί και ΤΑ κύκλωσαν τα χωριά Μιδέα, Μάνεση, Δενδρά, Αμυγδαλίτσα και Πουλακίδα.

Συνελήφθησαν 30 άτομα, που στάλθηκαν σε στρατόπεδα εργασί­ας.

–  Στις 22.8.1944 Γερμανοί και ΤΑ στο χωριό Χούνη δέχο­νται αιφνιδιαστική επίθεση από το III Τάγμα του 6ου Συντ/τος του ΕΛΑΣ.

–  Το Σεπτέμβριο 1994 τα ΤΑ εισέρχονται στη Μιδέα και κάνουν συλλήψεις. Οι συλληφθέντες εγκλείονται στην Ακρο­ναυπλία.

Ανεξάρτητα από τους λόγους, ιδεολογικούς και άλλους, που ώθησαν πολλούς άνδρες να στελεχώσουν τα Τάγματα Α­σφαλείας, δεν είναι σε καμιά περίπτωση δυνατό να δικαιολο­γήσει κανείς τις από κοινού με τους Γερμανούς εκκαθαρι­στικές επιχειρήσεις. Παράλληλα στοιχεία των ΤΑ συναγωνί­στηκαν αντάξια τη δράση της ΟΠΛΑ, ενώ δεν έλειψαν και οι λεηλασίες και άλλες εγκληματικές δραστηριότητες. Στο χορό αίματος, που είχε αρχίσει, δυστυχώς δεν υπήρχε τόπος για ουδετερότητα. Τις ώρες που το θαύμα συνυπάρχει με το άγος και η ωραιότητα με τη θηριωδία, αλίμονο σε εκείνους που, θέλοντας και μη, δε θα πάρουν θέση. Στις τραγικές αυ­τές στιγμές, που έζησε ο Μοριάς, ξαναζωντανεύει ο έγκριτος λογοτέχνης Θανάσης Βαλτινός στο τελευταίο βιβλίο του «Ορθοκωστά».

 

Οι Γερμανοί φεύγουν…

 

Στα τέλη του Αυγούστου ήταν πια κοινό μυστικό πως οι Γερμανοί ετοιμάζονταν να φύγουν. Η αναχώρηση τους ήταν πλέον θέμα χρόνου. Αυτό όμως δεν τους έκανε λιγότερο επι­κίνδυνους. Και οι κάθε είδους προφυλάξεις ήσαν αναγκαίες. Οι αντάρτες ήσαν έτοιμοι να μπουν στην πόλη. Από την άλ­λη πλευρά και τα ΤΑ είχαν αξιόλογη δύναμη. Η Πολιτοφυλακή δεν είχε αναλάβει επιθετικές ως τότε επιχειρήσεις. Είχε περιορισθεί σε ενέργειες αυτοπροστασίας. Η δύναμη τέλος της Χωροφυλακής ήταν αμελητέα.

Στις 10.9.1944 ο Ανθυπομοίραρχος Κουρκουλάκος, ο οποί­ος έχει έλθει διαμέσου του Δημ. Ζερβού σε επαφή με τους αντάρτες, ειδοποιεί τους Αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Δεληγιαννόπουλο, το βιομήχανο Γεώργιο Ρασσιά, τους δικηγό­ρους Στέφανο Μακρή και Μιχαήλ Στάμου, το φαρμακοποιό Νικόλαο Παναπανικολάου, και το συμβολαιογράφο Παν. Δασκαλόπουλο, ότι επελέγησαν σαν Επιτροπή αντιπροσω­πευτική της πόλης του Άργους, προκειμένου να έλθουν σε συνεννόηση με τις ανταρτικές δυνάμεις για την αναίμακτη εί­σοδο τους στο Άργος. Φαίνεται ότι η επιλογή έγινε από τον Κουρκουλάκο, ο οποίος είχε στενές σχέσεις με τους Αργείτες, με τη σύμφωνη όμως γνώμη των ανταρτών. Από ότι μπο­ρεί να διαγνωσθεί ανάμεσα από τις γραμμές των δημοσιευο­μένων στη συνέχεια εγγράφων, ο Κουρκουλάκος με τη με­τριοπάθεια του είχε το αναγκαίο κύρος για ένα τέτοιο εγχεί­ρημα, και μάλιστα κάτω από τη «μύτη» του «εσχάτως αφιχθέ­ντος» προϊσταμένου του από το Ναύπλιο, ανελαστικού Μοί­ραρχου Δημητρίου Παπανικολάου.

Η Επιτροπή στις 11.9.1944 μετέβη στη Μιδέα (Γκέρμπεσι), όπου συναντήθηκε με τους τοπικούς αντιπροσώπους του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ. Οι ανωτέρω έδω­σαν στην Επιτροπή έγγραφη διαβεβαίωση προς τους πολίτες του Άργους για τους όρους εισόδου τους στην πόλη, όρους που κανείς καλοπροαίρετος δε θα μπορούσε να χαρακτηρί­σει παράλογους. Η Επιτροπή επέστρεψε την επόμενη στο Άργος και στις 13.9.1944 – κάτω από τη μύτη των Γερμανών – γίνεται συγκέντρωση πολιτών και των επικεφαλής της Χωρο­φυλακής, των Ταγμάτων Ασφαλείας και της Πολιτοφυλακής στον Ι.Ν. Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.

Οι επικεφαλής των ΤΑ, της Χωροφυλακής και της Πολιτοφυλακής ήσαν άκα­μπτοι. Η απάντηση που δόθηκε στους αντάρτες – συντάχθηκε με ημερομηνία 14.9.1944 – έχει καθαρά «νομικίστικο» και πα­ρελκυστικό χαρακτήρα. Στο μεταξύ το βράδυ, γύρω σας 21.OO’, της 14ης Σεπτεμβρίου 1994 φεύγουν και οι τελευταίοι Γερμανοί από την πόλη. Η ένταση όμως που επικρατεί δεν ε­πιτρέπει στο λαό να χαρεί.

Οι αντάρτες ανταπαντούν στις 15.9. 1944 με γλώσσα σκληρή, κάνοντας γνωστή την πρόθεση τους για βίαιη είσοδο στην πόλη και καλούν τον πληθυσμό ή να εξέλθει στα χωριά ή να κρυφτεί στα  υπόγεια κατά τη διάρ­κεια των εχθροπραξιών. Φαίνεται όμως ότι δεν υπήρχαν ε­παρκείς δυνάμεις για την εξ εφόδου κατάληψη της πόλης. Έ­τσι έγιναν άλλες δυο συναντήσεις στις 16.9. 1944 – μια στα Φίχτια και μια στο Άργος – χωρίς να καταλήξουν σε αποτέλε­σμα. Όλοι ήσαν άκαμπτοι. Τη λύση τελικά την έδωσε η αιμα­τηρή μάχη του Αχλαδοκάμπου στις 18.9.1944 ανάμεσα στο 6° Σύνταγμα του ΕΛΑΣ και τον εκεί Λόχο των ΤΑ. Ο Αχλαδόκαμπος κατελήφθη. Τα θύματα πολλά και από τις δύο πλευ­ρές (52 Αχλαδοκαμπίτες νεκροί). Ευτυχώς η σύνεση του Ταγμ/ρχη Βαζαίου και του Πελοπίδα (Βασίλης Λάσκας από το Λουτράκι, 1915 – 1948) από τους πιο πιστούς Καπετάνιους του Άρη, περιόρισε το κακό.

Κάτω από το βάρος του αποτελέσματος της μάχης του Α­χλαδοκάμπου, τα ΤΑ και η Χωροφυλακή εγκαταλείπουν ε­σπευσμένα το Άργος το πρωί της 19.9.1944 και συμπτύσσο­νται στο Ναύπλιο. Επειδή δεν έχουν μέσα επικοινωνίας με το Ναύπλιο χρησιμοποιούν προβολέα κινηματογράφου σαν ηλιογράφο και με σήματα Μορς ζητούν από τα εκεί ΤΑ να καλύψουν τη σύμπτυξη τους με βολές πυροβολικού στο λόφο της Τίρυνθας, τον οποίο κατείχαν δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Το μήνυμα λήφθηκε και παρασχέθηκε η αιτηθείσα κάλυψη. Μα­ζί με τα ΤΑ και τη Χωροφυλακή μπήκαν στο Ναύπλιο και πολίτες -γυναικόπαιδα- που δε θεωρούσαν τους εαυτούς τους ασφαλείς στην πόλη του Άργους.

Οι αντάρτες εισήλθαν αμέσως πανηγυρικά στην πόλη. Την επόμενη έγινε δοξολογία, στην οποία χοροστάτησε ο Αρχι­μανδρίτης Χρυσόστομος, ο οποίος στην ομιλία του έκαμε αυ­στηρές συστάσεις στις ανταρτικές δυνάμεις να μην προβούν σε αντεκδικήσεις. Ακολούθησαν ομιλίες και στο τέλος από τον εξώστη του καφενείου του Μήλια ο Καπετάν Γρίβας α­νακοίνωσε τη σύνθεση της 25μελούς Λαϊκής Επιτροπής Αυ­τοδιοίκησης (δηλ. Δημοτικό Συμβούλιο) με Πρόεδρο – και Δήμαρχο – τον έγκριτο και μετριοπαθή πολίτη οδοντογιατρό Κων/νο Δωροβίνη. Ο λαός έδωσε διά βοής την έγκριση του. Στον κατάλογο της 25μελούς Επιτροπής υπήρχε αρχικά και το όνομα του Αρχιμ. Χρυσόστομου. Επειδή όμως η ομιλία του δυσαρέστησε τους αντάρτες, αντικαταστάθηκε την τελευ­ταία στιγμή από τον εφημέριο του Αγίου Πέτρου π. Δημήτριο Γεωργόπουλο. Ο Κων/νος Δωροβίνης, στενός συνεργάτης και φίλος του Αρχιμ. Χρυσόστομου, συνδύασε την αποδοχή του διορισμού του με την απελευθέρωση ομήρων.

 

Λόχος Άγγλων στρατιωτών στην Πλατεία Αγίου Πέτρου στο Άργος

 

Οι αντάρτες εγκατέστησαν τις δικές τους αρχές στην πόλη. Η Αστυνομία τους – η Εθνική Πολιτοφυλακή – με επικεφαλής το μετριοπαθή και διαλλακτικό Γιάννη Κότσιρα, εγκαταστά­θηκε στο σπίτι του Γεωργίου Θωμόπουλου (Αγγελή Μπόμπου και Μουστακοπούλου). Στην οικία Σπύρου Μαρίκου (Β. Σοφίας αρ. 31) εγκαταστάθηκε η Επιμελητεία του Αντάρ­τη (ΕΤΑ) με τον Καπετάν Αύγουστο, ενώ στο σημερινό Δη­μαρχείο ο Καπετάν Σίσυφος ενεργούσε σαν υπεύθυνος πό­λης.

Στην αρχή οι αντάρτες τήρησαν τις υποσχέσεις τους. Τα πράγματα όμως με τον καιρό άλλαξαν, ιδιαίτερα μετά τα Δε­κεμβριανά οπότε η Πολιτοφυλακή άρχισε τις ανακρίσεις και συλλήψεις. Η ΒΔ ισόγεια αίθουσα του «Δαναού» – στον οποί­ο είχε εγκατασταθεί το Εργατικό Κέντρο – μετατράπηκε σε κρατητήριο. Στο κέντρο της πόλης τα υπολείμματα της Πυρο­βολαρχίας Γκόνου.

Ο ανθυπομοίραρχος Κουρκουλάκος, προφανώς εσκεμμέ­να, δεν ακολούθησε την υπόλοιπη δύναμη χωροφυλακής κατά τη σύμπτυξη της στο Ναύπλιο. Αρχικά δεν ενοχλήθηκε α­πό κανένα. Αργότερα όμως μετά από καταγγελία πρώην Ενωμοτάρχη του, που είχε πλέον ενταχθεί στην Πολιτοφυλακή, συνελήφθη. Με επέμβαση, όμως, των Άγγλων απελευθερώ­θηκε και αναχώρησε για την Αθήνα. Σε αυτό συνετέλεσε και η θετική κατάθεση του Πέτρου Μπλάτσιου για την προσφο­ρά του Ανθυπομοίραρχου στον αγώνα της πατρίδας τις δύ­σκολες εκείνες ώρες.

Συνελήφθησαν επίσης τα μέλη της Πολιτοφυλακής, τα οποία δεν ακολούθησαν τα ΤΑ και τη Χω­ροφυλακή στη σύμπτυξη τους στο Ναύπλιο (Παν. Χιωτακάκος, κ.ά.). Καθ’ οδόν προς το Γυμνό έφθασε η είδηση της Συμφωνίας της Βάρκιζας και δε χύθηκε άλλο αίμα… Μετά τη Βάρκιζα η πρώτη διαχωριστική γραμμή μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και του ΕΛΑΣ στην Πελοπόννη­σο περνούσε από τους Μύλους. Οι λιγοστές δυνάμεις του Ε­ΛΑΣ που είχαν μείνει στην πόλη – ο κύριος όγκος είχε προω­θηθεί στην Αθήνα – απεχώρησαν δίνοντας τη θέση τους στις δυνάμεις της Εθνοφυλακής και των Άγγλων. Μια νέα εποχή άρχισε για τη χώρα και την πόλη μας…

 

Κώστας Δανούσης

Opuscula ArgivaXIII 

1944-1994: 50 χρόνια από την απελευθέρωση του Άργους από τους Γερμανούς του Κώστα Δανούση.

Περιοδικό « Αναγέννηση», τεύχος 321, Άργος, Σεπτέμβρης 1994.

 

Διαβάστε ακόμη:

 

 

Read Full Post »

Κόκκινος επιτάφιος 


 

epitafiosΣυγγραφέας: Παΐδούση – Παπαντωνίου Γιόνα Μικέ

Εκδότης: Βιβλιόραμα

ISBN: 960-8087-74-0

Έτος έκδοσης: 2008

 
Στο βιβλίο της λαογράφου Γιόνας Μικέ Παϊδούση ξεδιπλώνεται η καθημερινότητα  της Κατοχής στα χωριά της Ερμιονίδας στη βόρειο ανατολική Πελοπόννησο. Καμβά της διήγησης αποτελεί η σταδιακή ανάπτυξη της ΕΠΟΝ στις περιοχές εκείνες, οι ελπίδες και οι αντιδράσεις που γέννησε το εαμικό κίνημα, η ένταξη σε αυτό μελών οικογενειών από υψηλά κοινωνικά στρώματα, η στάση των τοπικών κοινωνιών.

Εκτός από την παρουσίαση της πολιτικής και πολιτιστικής δράσης των αντιστασιακών οργανώσεων, βασικό στοιχείο του βιβλίου είναι η δραματική σύγκρουση στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας κατά την περίοδο του πολέμου, η παρουσία και δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας στην περιοχή και η αλλαγή των ανθρωπίνων σχέσεων κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με το ταξίδι της συγγραφέα στην Αθήνα και την άφιξή της στις σκληρές ημέρες της δεκεμβριανής σύγκρουσης του 1944. Στοιχείο παρόν με τρόπο άμεσο και έμμεσο σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης, ο θάνατος του αδελφού της, η έλλειψη του πατέρα, η στάση της μάνας, η μάχη για τη διατήρηση της δικής της αξιοπρέπειας και της οικογένειάς της.

«Έχουν ξεκληριστεί οικογένειες. Βλέπει κανείς και θλίβεται κείνα τα παιδάκια με τα αδύνατα ποδαράκια και χεράκια, με τις φουσκωμένες κοιλίτσες από τον ερεθισμένο σπλήνα. Και το τελευταίο που θα σκεφτούν είναι ο γιατρός – και τούτο όταν είναι πια αργά. Τούτα τα πλάσματα δεν ξέρουν σχεδόν τίποτα από μαγειρεμένο φαγητό. Ένα κομμάτι ψωμί, κι αυτό μετρημένο, είναι όλο κι όλο για να χορτάσουν την πείνα τους. Το αβγό μόνο που το βλέπουν, γιατί τα στέλνουν οι μανάδες τους στον μπακάλη, να το δώσουν, για να πάρουν λίγο ρύζι. Με συγχωρείτε, σύντροφε Παπά, δεν μπορώ να συνεχίσω.»

Έσπασε η καρδιά μου. Με πήραν τα κλάματα. Ο σύντροφος μου έσφιξε το χέρι με κατανόηση.
«Καλά, και συ με ποιους δουλεύεις;» ρώτησε.

«Είναι πολύ δύσκολο. Για καλή τύχη υπάρχουν μερικοί νέοι, με γράμματα του δημοτικού, αλλά με ανοιχτό μυαλό. Αυτοί αποκτήσανε γρήγορα συνείδηση του αγώνα. Αυτοί φέρανε τις αδελφές τους στην ΕΠΟΝ και τις μανάδες τους στην Εθνική Αλληλεγγύη.»
«Φαντάζομαι την Αντίδραση που αντιμετωπίζεις».

«Η Αντίδραση είναι οργανωμένη. Μα δεν είναι μόνο αυτό, και κάνουν ακόμη τους Βασιλικούς με το μισό τσαρούχι… Αντιμετωπίζω επικρίσεις, ακόμη και απειλές. Τα σχόλια σε βάρος μου αφθονούν. Ήρθαν στιγμές που βρέθηκα σε αμηχανία. Μα σαν αντίκρισα αυτές τις μορφές, τις σκαμμένες από το μόχθο και τη στέρηση, σαν αντίκριζα τα χλωμά προσωπάκια των παιδιών με τα φθινοπωρινά μάτια, έπαιρνα κουράγιο και προχωρούσα. Φτάνει να σας πω, για να πάρετε μια ιδέα της ατμόσφαιρας που μέσα της ζω και δουλεύω, πως μια συγγένισσά μου με σταμάτησε στο δρόμο και οργισμένη μου είπε να ντρέπομαι που είμαι παλιοκόριτσο, που προσβάλλω τέτοιο σόι, που πάω με τους αντάρτες για να παντρευτώ χωρίς προίκα, αφού έχω προίκα, και πως θέλω να φέρω τους κομμουνιστές για να κλείσουν την εκκλησία. Μα σαν έρθει ο βασιλιάς, θα με βάλει να του φιλήσω τα πόδια. Οι άντρες είναι λιγότερο εκδηλωτικοί. Κάνουν πως δε με βλέπουν. Με προσπερνούν χωρίς να χαιρετήσουν. Μόνο ένας, προσπερνώντας με στο δρόμο, έλεγε μέσα από τα δόντια του, με τρόπο που να τ’ ακούσω: «Κρίμα τα γράμματα που έμαθες, κόρη του γιατρού».»

Read Full Post »

« Newer Posts