Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Στράβωνας’

Άργος – Ετυμολογία του Ονόματος


 

Α΄ Ονοματολογικά. Το όνομα Άργος είναι αρκετά παλαιό. Συναντάται κατά πρώτον στα πρώτα λογοτεχνικά κείμενα της αρχαίας μας Γραμματείας, τα ομηρικά έπη. Η σημασία όμως του ονόματος σ’ αυτά είναι σχεδόν πάντοτε ευρυτέρα της συγκεκριμένης πελοποννησιακής πόλεως. Δηλαδή το όνομα άλλοτε δηλώνει όλο τον ελλαδικό χώρο, άλλοτε την Πελοπόννησο και ενίοτε την Αργολίδα άπασα. Η πολυποίκιλη αυτή εννοιολογική χρήσις του ονόματος συνεχίστηκε και σε κείμενα της μεταγενέστερης των ομηρικών επών γραμματείας.

Για να γίνωμε πιο συγκεκριμένοι, ο όλος ελλαδικός χώρος δηλώνεται στα χωρία της Ιλιάδος I 246 (ενί Τροίη εκάς Άργεος ιπποβότοιο = στην Τροία, μακριά από το αλογοτρόφο Άργος), Μ 70 (νωνύμους απολέσθαι απ’ Άργεος ενθάδε Αχαιούς = ανώνυμοι Αχαιοί από το Άργος χάθηκαν εδώ), Ν 227, Ξ 70, και της Οδυσσείας ω 37 (ός θάνες έν Τροίη εκάς Άργεος = ο οποίος πέθανε στην Τροία μακριά από το Άργος), και στα Γεωγραφικά του Στράβωνος VIII, p. 369. Ως Πελοπόννησος δηλώνεται στο Ο 372 της Ηλιάδος, στο α 344 της Οδύσσειας (καθ’ Ελλάδα και μέσον Άργος), στις Ικέτιδες 15 του Αισχύλου, στον Πλούτο 601 του Αριστοφάνη, στον Αρίσταρχο, σχόλιο στο Δ 171 της Ηλιάδος, στα Γεωγραφικά του Στράβωνος.

Συγκεκριμένα, στον Στράβωνα διαβάζομε: «Οίμαι δ’ ότι και Πελασγιώτας και Δαναούς, ώσπερ και Αργείους, η δόξα της πόλεως ταύτης και τούς άλλους Έλληνας καλείσθαι παρεσκεύασεν = Νομίζω ότι και τους Πελασγούς και τους Δαναούς, όπως ακριβώς και τους ίδιους τους Αργείους και τους άλλους Έλληνες η δόξα αυτής της πόλης τους έκανε να αποκαλούνται Αργείοι» (VIII, p. 371). Και πάλι γράφει o Στράβων: «Άργος την Πελοπόννησον λέγει = Ονομάζει την Πελοπόννησο Άργος » (sc. Όμηρος) (VIII, p. 371). H στενότερη έννοια του ονόματος Άργος στα ομηρικά έπη ευρίσκε­ται στη χρήσι της ως χώρου της ηγεμονίας του Αγαμέμνονος (Ίλ. Β 108, 287, I 141, 283, Όδ. γ 251, 262), δηλώνεται δηλ. όλη η Αργολίδα.

Η πόλις του Άργους σε προϊστορικά και σε πρώιμα ιστορικά χρόνια είχε και άλλες ονομασίες, όπως Φορωνικόν άστυ, Αιγιάλεια, Ιάσιον. Το Φορωνικό άστυ οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν ως την πρώτη πόλιν του κόσμου.

Το Άργος στα κείμενα χαρακτηρίζεται Αχαϊκόν, Ιππόβοτον, το Πελοποννήσιον, το κοίλον, πολυψίδιον, Άργος Ήρας ή Αργεία Ήρα κ.α. Το Άργος ρητώς ως πόλις της Πελοποννήσου αναφέρεται από τον Αριστο­φάνη: «Ώ πόλις Άργους, κλύεσθ’ οία λέγει = Ω! πόλη του Άργους άκου, όσα λέγει». (Πλούτος, σ. 601, Ιππής, σ. 813).Το όνομα αυτοτελές δεν έχει επισημανθή στις πινακίδες με γραμμική γραφή Β. Απαντά όμως εμμέσως, ως δεύτερο συνθετικό, στα ονόματα Πόδαγρος, Στόμαργος και Στύμαργος.

Στα αρχαία χρόνια υπήρχαν και εκφράσεις στις οποίες το όνομα Άργος αποκτούσε κάποια ιδιαίτερη σημασία. Συγκεκριμένα, Άργους γαία = Ελλάς, Άργεος μυχός= τα ενδότερα της Πελοποννήσου. Παροιμιώδης ήταν η έκφρασις «Άργους λόχος ή λόφος», πού εσήμαινε κατά τον Αποστόλιο (III 75) τη δεινή συμφορά λόγω σφαγής πού έλαβε χώρα εκεί. Επίσης, κατά τον Ζηνόβιο, υπήρχε έκφρασις «ως την Άργει ασπίδα καθελών σεμνύνεται» (VI 52). Και παροιμίες: «Αργείοι φώρες»= οι προδήλως πονηροί (Αριστο­φάνη Ανάργυρος), «Αργείους οράς» για οξυδερκείς (Σούδα) κ.ά.

Άλλοι τύποι του ονόματος: Ως εθνικό το όνομα έχει τον τύπο Αργείος, προερχόμενο εκ του Αργέσ-jος, και απαντάται κατά πρώτον στα ομηρικά έπη, όπου Αργείοι= Έλληνες.

Υπάρχει όμως και δεύτερος τύπος Αργόλας, πού απαντάται στον Ευριπίδη (Ρήσος, σ. 41) και τον Αριστοφάνη (Αποσπ. 284). Ο Ευριπίδης γράφει: «πυραίθει στρατός Αργόλας = ο αργειακός στρατός ανάβει φωτιές». Υπάρχουν ακόμη και οι τύποι Αργείωνες, Αργειώται και Αργειάδαι. Στα νεώτερα χρόνια επεκράτησε ο τύπος Αργίτης. Το όνομα Αργόλας εσήμαινε και είδος όφεων εξ Άργους, κατά το λεξικό της Σούδας. Υπάρχει όμως και θηλυκός τύπος Αργολίς, για να δηλωθή η Αργεία γυναίκα (Πολύαινος) και ή χώρα (Παυσανίας II 15 4). Ο Στέφανος ο Βυ­ζάντιος (6ος αι. μ.Χ.) γράφει: «Αργολίς η χώρα και η γυνή». Η λέξις Αργολίς στις δύο αυτές σημασίες είναι ούσιαστικοποιημένο επίθετο με εννοούμενες τις λέξεις γη και γυνή.

Η λέξις όμως Αργολίς απαντάται και ως επίθετο σε αρχαία κείμενα. Έτσι έχομε το Αργολίς εσθής στον Αισχύ­λο (Ικέτιδες, σ. 236) και στον Ηρόδοτο Αργολίς μοίρα (I 82).

Κτητικό του ονόματος Άργος είναι το επίθετο Αργολικός, πού απα­ντάται κατά πρώτον στον Ηρόδοτο (VI 152). Υπάρχει και τύπος Αργολιστικός, πού υπάρχει στα Ελληνικά Οξυρύγχια (τ. IV, σ. 272, 10). Στα νεώτερα χρόνια επεκράτησε ο όρος Αργίτικος, πού σημαίνει περισσότερο τα τής Αργολίδος γης και λιγότερο τα του Άργους.

Επιρρήματα από το όνομα Άργος έχουν επισημανθή τρία στην αρχαία και Βυζαντινή γραμματεία: α) Αργόθεν= εκ του Άργους και απαντάται στο Σοφοκλή (Αντιγ., σ. 106) και τον Ευριπίδη (Ιφιγ. εν Ταύροις, σ. 70). β) Αργολιστί= κατά τον τρόπο των Αργείων, και απαντάται στον Πίνδαρο (Ισθ. 5 86) και στον Σοφοκλή (Αποσπ. 411). γ) Αργολικώς, πού χρησιμοποιείται από τον Ευστάθιο Θεσσαλονίκης (722, 63).

Υπάρχει και το ρήμα Αργολίζω, είμαι με το μέρος των Αργείων, και απαντάται στον Ξενοφώντα (Έλλην. IV 8 34) και τον Έφορο (Στεφ. Βυζ. λ. Άργος).

Το όνομα Άργος στην αρχαιότητα είχε ευρεία διάδοση. Δηλαδή πέραν του Πελοποννησιακού Άργους, καλουμένου υπό του Ομήρου Αχαϊκού Άργους, υπήρχαν και: Άργος Πελασγικόν (στη Θεσσαλία), Άργος Ορεστικόν (στη Μακεδονία), Άργος Αμφιλοχικόν (στην Αμφιλοχία), Άργος Κυπριακόν, και επίσης άλλες πόλεις ή θέσεις με το όνομα αυτό, όπως στην Κιλικία, Θράκη, Τροιζήνα, Καρία, Νίσυρο, Κάσο, Κάλυμνο, Ρόδο, Ήπει­ρο, Καλαβρία, Απουλία τής Ιταλίας κ.ά.

Για όλες αυτές τις τοποθεσίες υπάρχουν αναφορές στα κείμενα τής αρχαίας Γραμματείας και ο ενδιαφερόμενος μπορεί να τις βρή στις μεγάλες αρχαιογνωστικές Γραμματολογίες.

 

Αρχαίο Θέατρο Άργους, E. Rey 1843

 

Β’ Ετυμολογικά


 

Ως προς την στην ετυμολογία του ονόματος, το τοπωνύμιο Άργος συνήθως προσδιορίζεται από τους γλωσσολόγους ως λέ­ξις αβέβαιας ετυμολογίας.

1. Ετυμολόγησις του ονόματος έχει ήδη επιχειρηθή από τα αρχαία χρόνια: Τον πρώτο π.Χ. αιώνα ο γεωγράφος Στράβων έγραφε στα «Γεω­γραφικά» του: «Άργος δε και το πεδίον λέγεται παρά τοις νεωτέροις, παρ’ Ομήρω δ’ ούδ’ άπαξ. Μάλιστα δ’ οίονται Μακεδονικόν και Θετταλικόν είναι». (VIII, p. 372). Δηλαδή, η λέξις Άργος σημαίνει το πεδίον, την πε­δινή χώρα, και η λέξις είναι Μακεδονική – Θεσσαλική, δηλ. πελασγική – προελληνική.

Το ότι η λέξις Άργος σημαίνει πεδίον επανέλαβε σε μεταγενέστερα χρόνια, τον 6° μ.Χ. αιώνα, ο Στέφανος ο Βυζάντιος, γράφων στα «Εθνικά» του: «Άργος σχεδόν πάν πεδίον κατά θάλασσαν» (λ. Άργος). Τη θέσιν ότι το όνομα είναι προελληνικό υπεστήριξαν κατά τους νεώτερους χρόνους ορισμένοι γλωσσολόγοι, όπως ο V. Windevens, στο έργο του Le Pelasgique (Louvain 1952, σ. 18 κ.έ.) και ο γλωσσολόγος – συντάκτης του έγκυρου γερμανόφωνου ετυμολογικού λεξικού, με τίτλο Griechisches etymo­logisches Wortebuch, Η. Frisk (Heidelberg 1960-1972, λ. Argos). Αμφότεροι παραπέμπουν σε ινδοευρωπαϊκή ρίζα ark- από την οποία παράγεται το ελληνικό ρήμα αρκέω (= διασφαλίζω, προφυλάσσω) και το λατινικό όνομα arx (= ακρόπολις, φρούριο). Αξιοπρόσεκτο είναι ότι στον Όμηρο το ρήμα αρκέω σημαίνει προφυλάσσω, αποκρούω. Την έννοια επαρκώ για πρώτη φορά συναντούμε στους τραγικούς ποιητές.

2. Από τα αρχαία χρόνια έρχεται και η άποψις ότι το τοπωνύμιο Άργος είναι κυριώνυμο. Λέγεται δηλαδή ότι ο Άργος ο τρίτος βασιλιάς της πόλεως του Άργους, πού έως τότε λεγόταν φορωνικόν άστυ, μετονό­μασε την πόλιν, δίδοντας σ’ αυτήν το όνομά του.

Λέγει σχετικά ο Παυσα­νίας: «Άργος δε, Φορωνέως θυγατριδούς, βασιλεύσας μετά Φορωνέα ωνόμασεν αφ’ αυτού την χώραν = Ο Άργος, ο γυιός του Φορωνέως, που βασίλευσε μετά τον Φορωνέα, ονόμασε την χώρα από το δικό του όνομα» (II 16 1). Άλλες μεταγενέστερες καταγραφές, όπως π.χ. αυτή του Μεγάλου Ετυμολογικού, λεξικού του 11ου αιώνα, θεωρούν ως ονοματοδότη της πόλεως άλλον Άργον μεταγενέστερο. Συγκεκριμένα, τον δισέγγονο του προμνημονευθέντος Άργου, πού έμεινε γνωστός ως Άργος ο πανόπτης. Αυτός ο Άργος, κατά τις αρχαίες αναφορές είχε 100 οφθαλμούς και ήταν φύλακας της Ιούς. Ο Λουκιανός λέγει ότι υπήρχε και αρχαία παροιμία «οξύτερον του Άργου οράν» (Ιστορ. 18), ενώ ο Θε­μίστιος αναφέρει άλλη «Άργου πλείονας έχει οφθαλμούς».

Άλλο Βυζαν­τινό λεξικό, του 11ου επίσης μ.Χ. αιώνος, το Γουδιανό, αναφέρει Άργον, πολυόμματον κύνα. Γράφει το λεξικό: «Άργος, χώρα Πελοποννήσου, από του Άργου του πολυομμάτου κυνός ωνομασμένη». Από τα ανωτέρω συ­νάγεται ότι ο Παυσανίας και ορισμένα Βυζαντινά λεξικά αναζητούν κάποιον ονοματοδότη της πόλεως, διαφοροποιούνται όμως στον προσδιορισμό του συγκεκριμένου ονοματοδότη. Οι θέσεις πάντως αυτές δεν αντιμε­τωπίζουν το πρόβλημα της ρίζας του ονόματος.

3. Αξιοπρόσεκτη είναι και η θέση του γραμματικού του 6ου μ.Χ. αιώνα Γεωργίου Χοιροβοσκού, ο οποίος δέχεται ότι το τοπωνύμιο Άργος παράγεται από τη λέξιν αργός πού σημαίνει δύο τινά: α) αργός= λευκός και β) αργός= ταχύς. Οι σημασίες αυτές πράγματι υπάρχουν στα ομηρικά έπη: Στο ο 161 της Οδύσσειας διαβάζομε: «αιετός αργήν χήνα φέρων», όπου το αργός= λευκός. Και στο Α 50 της Ηλιάδος γίνεται λόγος για «κύνας αργούς», δηλαδή ταχείς σκύλους.

Τις θέσεις αυτές επαναλαμβάνει το Μέγα Ετυμολογικόν (λεξικό του ενδεκάτου μετά Χριστόν αιώνος). Από τους νεώτερους γλωσσολόγους ο P. Chantraine, στο πολύ έγκυρο ετυμολο­γικό λεξικό του τής αρχαίας Ελληνικής, συσχετίζει, ως προς τη ρίζα, το όνομα Άργος με το επίθετο εναργής, οπότε το όνομα Άργος δηλώνει τον λευκό, τον λαμπρό. Ο συνάδελφος Γιώργος Μπαμπινιώτης επιχειρεί να ερμηνεύση την έννοια του λευκός και γράφει ότι «ίσως δηλώνει την όψη πού παρουσιάζει η αργολική πεδιάδα (= λευκή) την εποχή του θερισμού» (λ. Άργος). Στην περίπτωσιν δηλ. αυτή το τοπωνύμιο είναι περιγραφικό του χώρου, με συγκεκριμένη περιγραφή του χρώματος της περιοχής, όπως τούτο π.χ. γίνεται στα νεώτερα τοπωνύμια Ασπρόχωμα, Κοκκιναράς, Κοκ­κινιά κ.α.

4. Άλλοι ετυμολόγοι θεωρούν ότι το όνομα Άργος είναι η λέξις αγρός και παίρνει αυτόν τον τύπο από αναγραμματισμό των συμφώνων γρ, πού γίνονται ργ και αναβιβασμό του τόνου. Το τοπωνύμιο κατ’ αυτήν την ετυμολόγηση είναι περιγραφικό (appellativum), κατά τη γλωσσολογική ορολογία, και προσδιορίζει τη γεωλογική σύστασιν του εδάφους, όπως τούτο γίνεται λ.χ. στα νεώτερα τοπωνύμια Βράχος, Ράχες, Βουλιαγμένη, Πέντε Πηγάδια, Τράχωνες (τραχώνι= βράχος) κ.ά. Κατά τους νεώτερους χρόνους από τους πρώτους πού υιοθέτησαν την εκδοχή αυτή ήταν ο Άγγλος πολιτικός και λόγιος του 19ου αιώνα Γουίλιαμ Γλάδστων στην πραγματεία του Homeric Studies (Achaeis, παρ. 8).

5. Ως μία, τέλος, άλλη ετυμολογία του ονόματος είναι η προτεινόμε­νη από τον διαπρεπή γλωσσολόγο και ελληνιστή του 19ου αιώνα Γεώργιο Κούρτιο, κατά την οποία το όνομα πρέπει να συσχετισθή με το ρήμα ορέγω και το λατινικό regio και σημαίνει «μέρος της χώρας». Πριν ή τελειώσω τη σύντομη αυτή αναφορά στα ονοματολογικά και την ετυμολογία του ονόματος Άργος, θα πρέπει να δηλώσω και τη δική μου προτίμηση στις πολλές προταθείσες θέσεις.

Νομίζω, λοιπόν, ότι η παλαιότερη πρόταση φαίνεται να είναι και η πλέον έγκυρη. Είναι δηλαδή η πρόταση του Στράβωνα, σύμφωνα με την οποία το όνομα Άργος παράγεται από την λέξιν αγρός, στην οποία συμ­βαίνει αντιμετάθεσις των συμφώνων ργ και επίσης αναβιβασμός του τόνου, φαινόμενο αρκετά διαδεδομένο στην ελληνική γλώσσα, ήδη από τα προελ­ληνικά χρόνια (π.χ. ερχομενός > Ορχομενός, ξανθός > Ξάνθος, κοντός > Κόντος κ.λπ.).

* Η μετάφραση των αποσπασμάτων από τα αρχαία,  έγινε από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.

 

Αθανάσιος Βερτσέτης                                              

Ομότιμος Καθηγητής Παν/μίου Αθηνών                                            

Σταυρούλα Πετράκη – Βερτσέρη

Σχολική Σύμβουλος

Πρακτικά Γ’ Τοπικού Συνεδρίου Αργολικών Σπουδών, Ναύπλιο 18-20 Φεβρουαρίου 2005, Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών, Αθήναι, 2006.

Read Full Post »

Διομήδης  

 


  

 Ο Διομήδης, γιος του Τυδέα και σύζυγος της Αιγιάλειας, ανήκε στη γενιά των Επιγόνων μαζί με τον Σθένελο και τον Ευρύαλο. Οι τρεις τους έφτασαν στην Τροία με ογδόντα πλοία επανδρωμένα με άντρες από το Άργος.   

   

Διομήδης

Ο βασιλιάς του Άργους και άλλων αργολικών πόλεων είναι ο ευνοούμενος ήρωας του Ομήρου, ο οποίος αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος της Ε’ ραψωδίας για να εξυμνήσει τα ηρωικά κατορθώματά του. Ως μνηστήρας της Ελένης, είχε χρέος μετά την απαγωγή της να είναι κι αυτός παρών, όπως είχε υποσχεθεί με όρκο στον πατέρα της.  Η μορφή του κυριαρχεί από την αρχή της Ιλιάδας και συναγωνίζεται σε ανδρεία τον Αχιλλέα και τον Αίαντα, μετά τους οποίους θεωρείται «ο ανδρειότατος καν στρατηγικότατος των πάντων».  

Στις μάχες εισορμούσε στις εχθρικές φάλαγγες χωρίς να νοιάζεται αν τον ακολουθεί ο στρατός του και τις διέτρεχε σκορπώντας το θάνατο και διασκορπίζοντάς τες. Απελπισμένος ο Έκτωρ παρακαλούσε την Αθηνά να τον πάρει μακριά από τις μάχες.[1]   

Ο Όμηρος για να εξάρει την ανδρεία του, σε κανένα μέρος της Ιλιάδας δεν βάζει τον Αχιλλέα και τον Διομήδη να πολεμούν μαζί. Όταν διαπρέπει ο ένας στο πεδίο της μάχης, ο άλλος απουσιάζει είτε γιατί έχει τραυματιστεί, είτε για κάποια άλλη αιτία.  

Για την γενναιότητα του είχε διακριθεί επίσης και στην «εκστρατεία των επτά επιγόνων» κατά των Θηβών, όπως μνημονεύει επίσης ο Όμηρος {Ιλ. Δ, 405}.  

Στον Τρωικό πόλεμο πήρε μέρος με 80 πλοία και άνδρες από όλη την επικράτειά του, που εκτός από το Άργος επεκτεινόταν στην Τίρυνθα, την Ασίνη, την Ερμιόνη, την Αίγινα, την Επίδαυρο, την Τροιζήνα και άλλες πολιτείες:  

 

 «Οι δ’ Άργος τ’ είχον Τίρυνθα τε τειχιόεσσαν,  

Ερμιόνην Ασίνην τε, βαθύν κατά κόλπον εχούσας,  

Τροιζήν’ Ηϊόνας τε καί αμπελόεντ’ Επίδαυρον,  

οί τ’ έχον Αίγιναν Μάσητά τε κούροι Αχαιών,  

των αύθ’ ηγεμόνευε βοήν αγαθός Διομήδης  

και Σθένελος, Καπανήος αγακλειτού φίλος υιός».[2]   

 

Ο Διομήδης πληγώνει την θεά Αφροδίτη.

Όταν γύρισε από την Τροία, βρήκε και αυτός τον οίκο του αλλοτριωμένο. Ο γιος του Ναυπλίου Οίαξ είχε ξεκινήσει από την Κλυταιμνήστρα και την Αιγιάλη σύζυγο του Διομήδη, το εκδικητικό έργο του πατέρα του για τον άδικο θάνατο του Παλαμήδη. Στο διάβημά του αυτό ο Οίαξ βρήκε σύμμαχό του την Αφροδίτη, που ήθελε κι αυτή την τιμωρία του Διομήδη, γιατί στη διάρκεια μιας μάχης στην Τροία την είχε τραυματίσει. (Ιλιάς Ε 335).  

Έτσι και με θεϊκή επέμβαση, η Αιγιάλη, αφού συνδέθηκε με πολλούς εραστές, κατέληξε στον γιο του Σθένελου Κομήτη, στον οποίο ο Διομήδης είχε εμπιστευθεί την φροντίδα του οίκου του. Ο Κομήτης και η Αιγιάλη είχαν αποφασίσει να τον εξοντώσουν, στήνοντάς του ενέδρα μόλις γύριζε στο Άργος.  

Η πολεμική πείρα έσωσε τον Διομήδη από την προδοσία, όταν χωρίς τους συντρόφους του ξεκίνησε μόνος και επιφυλακτικός για το παλάτι. Εκεί δέχτηκε την αιφνιδιαστική επίθεση του Κομήτη και των φρουρών του. Απέκρουσε με το ξίφος του την παγίδα και οπισθοχωρώντας πρόλαβε και κατέφυγε ικέτης στον βωμό της Αθηνάς, όπου δεν τόλμησε να τον πλησιάσει ο Κομήτης. Όταν νύχτωσε βγήκε κρυφά για να βρει τους συντρόφους του, που περίμεναν στα πλοία.  

Θα ήταν πολύ εύκολο για τον πορθητή των Επτάπυλων Θηβών και τους παλαίμαχους άνδρες του να πολιορκήσουν το Άργος και να το κυριεύσουν, για να τιμωρήσει όπως τους άξιζε την άπιστη Αιγιάλη και τον αγνώμονα σφετεριστή του θρόνου του Κομήτη. Δεν βαστούσε όμως η καρδιά του να αιματοκυλίσει την δοξασμένη πόλη, που ήταν άλλοτε το βασίλειό του.  

Έτσι την ίδια νύχτα παίρνοντας μαζί του στα Αργείτικα πλοία όσους συντρόφους θέλησαν να αφήσουν και αυτοί την πατρίδα τους και να τον ακολουθήσουν, έφυγε αναζητώντας μια νέα γη για να εγκατασταθεί και να ιδρύσει ένα νέο βασίλειο στη μακρινή Εσπερία.  

Για το τέλος του υπάρχουν διάφορες παραδόσεις.  

Ο Γλαύκος και ο Διομήδης ανταλλάσσουν τον οπλισμό τους. Αττική πελίκη του «Ζωγράφου του Hasselmann», περ. 420 π.Χ.

Σύμφωνα με την επικρατέστερη παραλλαγή ο Διομήδης αποβιβάστηκε στην Απουλία, χώρα της Αδριατικής. Ο βασιλιάς της Δαύνος βρισκόταν σε πόλεμο με τους Μεσσάπιους και ζήτησε τις πολεμικές υπηρεσίες του. Σε αντάλλαγμα του υποσχέθηκε μέρος του βασιλείου του και την κόρη του Ευίππη για σύζυγο. Αφού έλαβε όμως τη βοήθεια, δεν τήρησε την υπόσχεση του.  

Τότε ο Διομήδης κυριεύει την χώρα μόνος του, σημαδεύοντας τα σύνορα του δυτικού βασιλείου του με πέτρες από τα τείχη της Τροίας, που τις είχε χρησιμοποιήσει για έρμα στα καράβια του. Εκεί ίδρυσε πόλεις και την πρώτη την ονόμασε Άργος Ίππιον, (Argirippa) τα δε κοντινά νησιά ονομάστηκαν Διομήδειαι νήσοι.  

Σύμφωνα με άλλη παράδοση, η διαμάχη του με τον Δαύνο απέβη μοιραία, αφού ο τελευταίος κατάφερε με δόλο να τον σκοτώσει. Ο Διομήδης θάβεται σ’ ένα κοντινό νησί που πήρε το όνομά του. Στον τάφο του χάραξαν το εξής επίγραμμα: «Τον πάντεσι κράτιστον επιχθονίοις Διομήδην ήδ’ ιερά κατέχει νήσος επωνυμίη».[3]   

Η Αθηνά όμως του χάρισε την αθανασία, και οι σύντροφοί του επειδή θρηνούσαν απαρηγόρητοι, μεταμορφώθηκαν από την θεά σε ερωδιούς: «έν ή καί τόν Διομήδη μυθεύουσιν αφανισθήναι τίνες καί τούς εταίρους απορνιθωθήναι…[4]  

Την παράδοση αυτή μνημονεύει και ο Πίνδαρος, ο οποίος τον αποκαλεί πολέμοιο νέφος (αστραποσύννεφο πολέμου): τον Διομήδη η γλαυκομάτα ξανθιά θεά, θεό τον κάνει…[5]   

Τα πουλιά – σύντροφοι του Διομήδη – πετούσαν πάνω από τα γύρω νησιά, που γι’ αυτό ονομάστηκαν Διομήδειαι νήσοι. Κάθε φορά – λέει η παράδοση – που αγκυροβολούσαν η περνούσαν από εκεί Ελληνικά πλοία, τα πουλιά πετούσαν χαρούμενα γύρω τους, πλησίαζαν τους Έλληνες ναύτες και άφηναν να τα χαϊδεύουν και να τα ταΐζουν, ενώ απέφευγαν τα πληρώματα των βαρβαρικών πλοίων:  

(Υπάρχει ένα νησί που λέγεται Διομήδεια, και έχει πολλούς ερωδιούς. Αυτοί, λένε, πως τους βαρβάρους ούτε αποστρέφονται αλλά ούτε και τους πλησιάζουν. Εάν όμως φθάσει εκεί Έλληνας ταξιδιώτης, σαν από θεία χάρη τον πλησιάζουν και απλώνοντας τα φτερά τους σαν χέρια, τους καλωσορίζουν και τους αγκαλιάζουν. Και όταν οι Έλληνες τους χαϊδεύουν, δεν φεύγουν αλλά κουρνιάζουν άφοβα στην αγκαλιά τους σαν να υποδέχονται αγαπητούς καλεσμένους.   

Λέγεται λοιπόν ότι αυτοί είναι οι σύντροφοι του Διομήδη, που πήραν μαζί του μέρος στον πόλεμο της Τροίας, και μετά αλλάξανε την προηγούμενη φύση τους και γίνανε πουλιά, αλλά ακόμη και τώρα διαφύλαξαν το να είναι Έλληνες και Φιλέλληνες).[6]  

Στη χώρα που κατέφυγε, σε πολλά μέρη των ανατολικών ακτών της Ιταλίας, στη Βενετία, στη Σαλαμίνα της Κύπρου, στην Κέρκυρα καν σε άλλα μέρη της Ελλάδας, λατρεύτηκε σαν θεός.  

Υπάρχει ακόμη και μια παράδοση που συναντούμε σε λατίνους συγγραφείς (Pompeious Trogus, Siculus Flaccus), ότι οι Κέλτες θεωρούν τον Διομήδη πρόγονό τους και μυθικό αρχηγό τους κατά τις μεταναστεύσεις τους προς την Απουλία.  

Συγκεκριμένα ο S. Flaccus στο έργο του «De condicio nibus agrorum» (= Περί της καταστάσεως των χωρών μας) γράφει: «Συνέβη μετά πλήθη ανθρώπων να βρίσκονται σε συνεχή μεταναστευτική κίνηση, συχνά αλλάζοντας τόπο στην Ιταλία και στις επαρχίες, όπως οι Τρώες στο Lazio, όπως ο Διομήδης με τους Γαλάτες στην Απουλία».[7]   

   

Ιωάννης Κ. Μπίμπης, «Αργολικά Παλαμήδης», Προοδευτικός Σύλλογος Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης», Ναύπλιο, 2003.    

   

Υποσημειώσεις  


[1] Αθ. Σταγειρίτου, Ωγυγία. Βίβλος Β’ σελ 425.  

[2] Ιλιάς, Β 559-564.   

[3] Αθ. Σταγερίτου, Ωγυγία, Βίβλος Β’, σελ.430.  

[4] Στράβωνος, Γεωγραφικά, C, 284, βιβλ. ΣΤ’  

[5] Νέμεα 10,8, Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, μετ. Β. Τάσσου:  «Διομήδεα δ’ άμβροτον ξανθά ποτέ Γλαυκώπις έθηκε θεόν…»  

[6] Κλαυδίου Αιλιανού (2ος αι μ.Χ), «Περί Ζώων Ιδιότητος», ελεύθερη απόδοση.  

«Καλείται τις Διομήδεια νήσος, καί ερωδιούς έχει πολλούς. Ούτοι φασί τούς βαρβάρους ούτε αδικούσιν ούτε αυτοίς προσίασιν˙ εάν δε Έλλην κατάρη ξένος, οί δέ θεία τινί δωρεά προσιάσι πτέρυγας απλώσαντες οιονεί χείρας τινές ές δεξίωσιν τε καί περιπλοκάς. Καί απτομένων των Ελλήνων ούχ υποφεύγουσιν, αλλ’ ατρέμουσι καί ανέχονται, καί καθημένων ές τούς κόλπους καταπέτονται, ώσπερ ούν επί ξένια κληθέντες. Λέγονται ούν ούτοι Διομήδους εταίροι είναι καί σύν αυτώ των όπλων των επί τήν Ίλιον μετασχηκέναι, είτα τήν προτέραν φύσιν ές τό των ορνίθων μεταβαλλόντες είδος, όμως έτι καί νύν διαφυλάττειν τό είναι Έλληνες καί Φιλέλληνες.  

 [7] Μηνιαίο περιοδικό «Αναγέννηση», τεύχη 272- 275, 2001.   

 

Read Full Post »

Κίος (μυθολογία) 

 

  

Η ίδρυση της Κίου ανάγεται στην μυθολογική εποχή και αυτό εξαιτίας της στρατηγικής γεωγραφικής θέσης και του σπουδαίου ρόλου που έπαιξε κατά την μακραίωνη ιστορία της αρχαίας και νεώτερης Ελλάδας. Ο μύθος της Αργοναυτικής εκστρατείας αναφέρει πως η Αργώ προσάραξε αναγκαστικά στον κόλπο του Κιανού ποταμού, γιατί το κουπί του ήρωα Ηρακλή, που ως είναι γνωστό αποτελούσε και αυτός μέλος του πληρώματος, είχε σπάσει και έπρεπε να βρεθεί κατάλληλος κορμός δέντρου στα απέραντα βαθύσκιωτα δάση της Βιθυνίας, για να λαξευτεί το κουπί του γίγαντα θεού. Στην ομάδα των ανδρών που μαζί με τον Ηρακλή ξεχύθηκαν για την αναζήτηση του κορμού ήταν ο αργοναύτης Πολύφημος και ο πανέμορφος νέος και πολύ αγαπητός σύντροφος του ήρωα θεού, ο ΄Υλας, που με χάλκινη στάμνα πήγε να φέρει νερό από την πηγή σε κάποια στιγμή, μετά την κοπιαστική μέρα.

Στην πηγή όμως βρίσκονταν οι νεράιδες και μια από αυτές η Κύπρις μόλις είδε τον γλυκό ΄Υλα, γοητεύθηκε, τον άρπαξε από τον λαιμό, τον φίλησε γλυκά και σφιχτά αγκαλιασμένοι χάθηκαν στο δάσος, μαγεμένοι για πάντα. Μάταια ο δυστυχής από τον χαμό του φίλου του Ηρακλής αναζητούσε νύχτες και ημέρες τον μοναδικό του φίλο. Το καθήκον όμως τον καλούσε να συνεχίσει την εκστρατεία, γιαυτό και άφησε πιστούς συντρόφους στην συνεχή αναζήτηση, με σκοπό να τους παραλάβουν όλους μαζί στην επιστροφή. Μεταξύ των αργοναυτών που παρέμειναν ήταν και κάποιος με το όνομα Κίος, αυτός που ίδρυσε την πόλη, γιατί η επιστροφή των αργοναυτών δεν έγινε από την Προποντίδα και έτσι οι ξεχασμένοι σύντροφοι αποτέλεσαν και τους πρώτους κατοίκους της Κίου. Η εξιστόρηση αυτή έγινε από τον Απολλώνιο τον Ρόδιο στα «Αργοναυτικά «του (295 π.Χ.). Σύμφωνα με άλλο μύθο η πόλη ιδρύθηκε από τον Ηρακλή και τον αργοναύτη Πολύφημο, που της έδωσε και τ΄ όνομα του παρακείμενου ποταμού Κίου.

  

 

Η ΑΡΠΑΓΗ ΤΟΥ ΥΛΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΝΥΜΦΕΣ.

Η ΑΡΠΑΓΗ ΤΟΥ ΥΛΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΝΥΜΦΕΣ.

 

 

Ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος (1ος αιών π.Χ.) σχολιάζοντας το έργο του Αριστοτέλη «ΚΙΑΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ» που έγραψε ειδικά για την Κίο, που δυστυχώς δεν σώθηκε, αναφέρεται στην ίδρυση της πόλης, αποδίδοντας την στους Μιλήσιους, που κατά την περίοδο της μεγάλης ακμής των 700-500 π.Χ. έκτισαν στον Βόσπορο πολλές αποικίες όπως Πρίαπος, Αρτάκη, Κολωναί, Κύζικος, Μιλητόπολις,΄Αβυδος, Προκόννησος, Αστακός, Καλχηδών.

Έτσι θεωρείται πιθανή χρονολογία ίδρυσης της το έτος 625 π.Χ.  Κατά τον Στράβωνα τ’ όνομα της πόλης οφείλεται στον Κίο, στρατηγό των Μιλησίων. Ακόμη από τον Αριστοτέλη πληροφορούμεθα πως η πόλη από αιώνες πριν κατοικήθηκε από τους Μυσούς και τους Κάρες.

 

 

 

 

Hylas and the Water Nymphs του Edouard Theophile Blanchard.

Hylas and the Water Nymphs του Edouard Theophile Blanchard.

 

 

Ο Ηρόδοτος (βιβλ Ε΄) αναφέρεται στην ίδρυση της Κίου, αποδίδοντας την στους Αργοναύτες. Τελικά φαίνεται πως η πόλη ιδρύθηκε από τους Αργοναύτες και κατόπιν ενισχύθηκε και ολοκληρώθηκε από τους αποίκους Μιλήσιους.΄ Ετσι από την Αργοναυτική εκστρατεία περίπου 1200 π.Χ. μέχρι το 1922 μ.Χ., αριθμούνται συνολικά 3122 χρόνια ελληνικότητας της Κίου.

 

 

 

Πηγή

 

Read Full Post »