Δεληγιάννης Αναγνώστης (1771 -1856)
Πολιτικός του Αγώνα. Γεννήθηκε το 1771 στα Λαγκάδια της Γορτυνίας. Ήταν ο πρώτος από τους οκτώ γιους του Ιωάννη Παπαγιαννόπουλου – Δεληγιάννη, πλούσιου προκρίτου στην Καρύταινα της Αρκαδίας με σημαντική επιρροή σε όλη την Πελοπόννησο. Λόγω της μόρφωσής του, κατείχε το εκκλησιαστικό αξίωμα του αναγνώστη, το οποίο τελικά υποκατέστησε και το όνομά του, όπως συνηθιζόταν τότε. Χαίροντας της εκτίμησης των άλλων προεστών για την ευφυΐα και τη διπλωματική του ικανότητα, είχε σταλεί τουλάχιστον δύο φορές στην Κωνσταντινούπολη ως αντιπρόσωπος (βεκίλης) των προεστών της Πελοποννήσου, τους οποίους αντιπροσώπευε ήδη από τα 25 του χρόνια και έως το ξέσπασμα της Επανάστασης.
Μετά τον αποκεφαλισμό του πατέρα του από τους Οθωμανούς, ο Αναγνώστης Δεληγιάννης, αν και πρωτότοκος, δεν επιθυμούσε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη, όπου ήταν εγκατεστημένος, και να διεκδικήσει με τον αδελφό του Θεοδωράκη το αξίωμα του γενικού προκρίτου και επιτρόπου του Μοριά. Εκεί, στην Κωνσταντινούπολη μυήθηκε το 1818, μαζί με τα αδέλφια του Κανέλλο και Νικολάκη, στη Φιλική Εταιρεία. Το Μάρτιο του 1821 διέφυγε με σπετσιώτικο πλοίο και έφτασε στην Ύδρα και από κει στην Πελοπόννησο, όπου άρχισε την πολιτική του δράση, καθώς η ηλικία του δεν του επέτρεπε ενεργό συμμετοχή στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Υπήρξε από τους πρωτεργάτες της Συνέλευσης των Καλτετζών το Μάιο του 1821 (στα σχετικά κείμενα αναγράφεται ως Αναγνώστης Παπαγιανόπουλος) και έγινε μέλος της Γερουσίας που προήλθε από τη συνέλευση αυτή, υπό την προεδρία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Όταν ο Δημήτριος Υψηλάντης τον Ιούνιο του 1821 έφτασε στην Πελοπόννησο και θέλησε να θέσει την Επανάσταση υπό ενιαία στρατιωτική και πολιτική ηγεσία, ο Αναγνώστης Δεληγιάννης αντέδρασε, όπως και άλλοι πρόκριτοι, και το γεγονός αυτό αποτέλεσε την αφετηρία των συγκρούσεων των προκρίτων με τους στρατιωτικούς, που στο σύνολό τους σχεδόν έβλεπαν τον Υψηλάντη ως φυσικό τους ηγέτη.
Ποτέ δεν έκρυψε και την έχθρα του για το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ιδιαίτερα στην αρχή της Επανάστασης, όταν εκείνος είχε διοριστεί αρχιστράτηγος της Γορτυνίας, της ιδιαίτερης πατρίδας του. Ίσως γιατί ο Κολοκοτρώνης είχε διατελέσει κατά την προεπαναστατική περίοδο ένοπλος αρχηγός (κάπος) στην υπηρεσία των Δεληγιανναίων. Αργότερα, όταν οι πολιτικοί συσχετισμοί το ευνοούσαν, κατά τη Β’ Εθνοσυνέλευση του 1823 στο Άστρος, συμμάχησε μαζί του συνάπτοντας ακόμη και συγγενικές σχέσεις.
Συμμετείχε στην Ά Εθνοσυνέλευση στην Επίδαυρο και, στη συνέχεια, διορίστηκε μέλος του πενταμελούς Εκτελεστικού. Στη Β’ Εθνοσυνέλευση συμμετείχε ως πληρεξούσιος της Καρύταινας, την οποία εκπροσώπησε έπειτα στη Βουλή. Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου ο Δεληγιάννης υπήρξε ένας από τους ηγέτες της αντικυβερνητικής παράταξης, συγκρούστηκε με τον Παπαφλέσσα, προσπάθησε να καταλάβει την Τριπολιτσά, αλλά μετά την επικράτηση των κυβερνητικών κατέφυγε με τον αδερφό του Κανέλλο Δεληγιάννη στη Λακεδαίμονα, όπου ζήτησε άσυλο από τους παλιούς του φίλους, ενώ ο Κωλέττης με τα ρουμελιώτικα στρατεύματα μπήκε στα Λαγκάδια, πατρίδα των Δεληγιανναίων, και λεηλάτησε τις αποθήκες τους. Ο Αναγνώστης Δεληγιάννης, με τους αδερφούς του Κανέλλο, Δημήτριο και Νικόλαο, περιορίστηκε στο ‘Αργος και κατόπιν στο Ναύπλιο, μαζί με άλλους «αντάρτες». Μάλιστα ο ίδιος υπέστη διώξεις και κατά το δεύτερο εμφύλιο φυλακίστηκε με άλλους ηγέτες της Πελοποννήσου και τους αδελφούς του για να απελευθερωθεί το 1825.
Τότε, αν και ανήκε στο «γαλλικό» κόμμα, μπροστά στην κρισιμότητα της κατάστασης, ήταν ανάμεσα σε εκείνους που υποστήριξαν την επίσημη «προστασία» της Αγγλίας. Επανήλθε στην πολιτική ζωή μετά το τέλος του εμφυλίου και το 1826 στις έκτακτες συνθήκες που διαμόρφωσε η πτώση του Μεσολογγίου, εκλέχθηκε μέλος της Διοικητικής Επιτροπής της Ελλάδος από την Γ’ Εθνοσυνέλευση στην Τροιζήνα, στην οποία και μετείχε ως πληρεξούσιος.
Την περίοδο του Ιωάννη Καποδίστρια αρχικά υπήρξε μέλος του συμβουλευτικού οργάνου Πανελληνίου (1828-1829). Όμως η πολιτική του για μείωση της δύναμης των κοτζαμπάσηδων, τον οδήγησαν στο αντικαποδιστριακό στρατόπεδο. Το 1832 συμμετείχε και στην Δ’ Εθνοσυνέλευση ως πληρεξούσιος. Το 1835, κατά τη βασιλεία του Όθωνα, διορίστηκε μέλος του Συμβουλίου της Επικρατείας έως την κατάργησή του.
Περάτωσε την πολιτική του σταδιοδρομία ως μέλος της Γερουσίας, που ιδρύθηκε με την ψήφιση του Συντάγματος του 1844, ενώ διετέλεσε πρόεδρος της από τις 17 Σεπτεμβρίου 1847 έως τις 17 Οκτωβρίου 1853. Πέθανε το 1857 στην Αθήνα σε ηλικία 86 ετών, ύστερα από μακρά και επώδυνη ασθένεια. Από το γάμο του με τη Σμαράγδα Ταμπακοπούλου απέκτησε οκτώ παιδιά.
Πηγές
- «Πρόεδροι της Βουλής, Γερουσίας και Εθνοσυνελεύσεων 1821-2008», Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα, 2009.
- Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, «Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό», τόμος 3ος, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1985.
Σχολιάστε