Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Αρχαιολογία’

Το Αργειακό εργαστήριο κεραμικής, κατά την Πρωτογεωμετρική και Γεωμετρική περίοδο – Δημήτριος Αθ. Κούσουλας, Αρχαιολόγος


 

 

Α Εισαγωγή: Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί σε μία συνοπτική θεώρηση των κυρίων χαρακτηριστικών του Πρωτογεωμετρικού (ΠΓ) και γεωμετρικού αργειακού εργαστηρίου [1] κεραμικής. Η διαμόρφωση ενός ιδιάζοντος κεραμικού ρυθμού στο Άργος και τις όμορες περιοχές, κατ’ αυτήν την περίοδο, βασίζεται στην μειξογενή απόδοση εγχωρίων και εισηγμένων στοιχείων. H αργειακή ΠΓ και Γεωμετρική παράδοση, τόσο στην αγγειοπλαστική όσο και στην αγγειογραφία, έχει τις ρίζες της στην αντίστοιχη της Μυκηναϊκής (ΥΕ) και Υπομυκηναϊκής περιόδου.

 

Α.1 Μυκηναϊκός πολιτισμός: Ο πρώτος, βεβαιωμένα ελληνικός πολιτισμός θεωρείται ότι είναι ο Μυκηναϊκός, ο οποίος εμφανίζεται μετά το τέλος της ΜΕ περιόδου (γύρω στο 1650 π. Χ) [2]. Ο Μυκηναϊκός πολιτισμός οφείλει την ονομασία του στο σημαντικότερο κέντρο της περιόδου, τις Μυκήνες στην Αργολίδα. Εκτείνεται χρονολογικά κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, δηλ. μεταξύ 1650 και 1120 π. Χ. Η περίοδος αυτή καλείται Υστεροελλαδική (ΥΕ), στην ηπειρωτική Ελλάδα. Γι’αυτόν τον λόγο, ο όρος «μυκηναϊκή περίοδος» χρησιμοποιείται συχνά έναντι του ορθοτέρου ΥΕ.

 

Κατ’ αντιστοιχία με τον Μινωικό πολιτισμό [3], ο Μυκηναϊκός εξαπλώθηκε συνεπεία του κεντρικού συστήματος διακυβερνήσεως, καθώς ο διοικητικός και οικονομικός έλεγχος ασκείται από το ανάκτορο, την έδρα του τοπικού ηγεμόνα (ἄνακτος) [4]. Οι ανασκαφικές έρευνες κατέδειξαν ότι τα σπουδαιότερα ΥΕ ανακτορικά κέντρα βρίσκονταν στις Μυκήνες, την Πύλο (εικ. 1), την Τίρυνθα, την Ασίνη και τον Ορχομενό (εικ. 2), ενώ σημαντικές εγκαταστάσεις των ΥΕ χρόνων έχουν βρεθεί σε ολόκληρο τον αιγαιακό χώρο (εικ. 3). Την ύπαρξη διοικητικής οργάνωσης στα μυκηναϊκά ανάκτορα επιβεβαιώνουν τα αρχεία πινακίδων Γραμμικής Β΄, που αφορούν κυρίως οικονομικούς καταλόγους και καταγραφή εμπορευμάτων [5]. Τα εκτενέστερα αρχεία βρέθηκαν στην Κνωσσό και την Πύλο.

 

Εικ.1: Ζωγραφική αναπαράσταση της αίθουσας του θρόνου, στο ανάκτορο της Πύλου (κατά: Kruse 1999, 69 εικ. 5).

Εικ.1: Ζωγραφική αναπαράσταση της αίθουσας του θρόνου, στο ανάκτορο της Πύλου (κατά: Kruse 1999, 69 εικ. 5).

 

Εικ. 2: Χάρτης με τις μυκηναϊκές θέσεις στην ΒΑ. Πελοπόννησο (κατά: Eder 1998, 26 εικ. 3).

Εικ. 2: Χάρτης με τις μυκηναϊκές θέσεις στην ΒΑ. Πελοπόννησο
(κατά: Eder 1998, 26 εικ. 3).

 

Εικ. 3: Χάρτης με τις κύριες ΥΕ θέσεις στον Αιγαιακό χώρο (κατά: Badisches Landesmuseum Karlsruhe  2008, 59).

Εικ. 3: Χάρτης με τις κύριες ΥΕ θέσεις στον Αιγαιακό χώρο (κατά: Badisches Landesmuseum Karlsruhe 2008, 59).

 

Χρυσή Προσωπίδα "του Αγαμέμνονα"

Χρυσή Προσωπίδα «του Αγαμέμνονα»

Ιστορικά, η εξάπλωση των Μυκηναίων [6] οφείλεται στην παρακμή του γειτνιάζοντος μινωϊκού κράτους, προς τα τέλη της Νεοανακτορικής περιόδου (1700-1400 π. Χ.) και στην υπηρεσία των στην μακρινή Αίγυπτο ως μισθοφόρων [7]. Γύρω στο 1400 π.Χ., η περίφημη μινωϊκή θαλασσοκρατία καταρρέει, καθώς τα μινωϊκά ανάκτορα καταστρέφονται λόγω της εκρήξεως του ηφαιστείου της Θήρας (Σαντορίνη) [8]. Οι Μυκηναίοι άδραξαν την ευκαιρία και εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη, αναπτύσσοντας επαφές με την Αίγυπτο. Από την Αίγυπτο, εισήγαγαν πιθανώς τον χρυσό που βρέθηκε στον Ταφικό Κύκλο Α΄ των Μυκηνών (εικ. 4), ενώ εξήγαγαν, ως μεταπρατικό αγαθό, τάλαντα χαλκού (26.2 χγμ.), την αρχαιότερη, γνωστή σταθερή μονάδα οικονομικών συναλλαγών, στον Αιγαιακό χώρο (εικ. 5). Η εκμετάλλευση των μεταλλοφόρων κοιτασμάτων χαλκού συνέβαλε στην κατασκευή κραταιών μεταλλίνων όπλων, χάρη στα οποία οι Μυκηναίοι εξαπλώθηκαν στον Μεσογειακό χώρο.

 

Εικ. 5: Παράσταση του Αμένοφι Β΄, από τον ναό του Karnak στην Αίγυπτο. Εικονίζεται ο Αιγύπτιος Φαραώ να βάλλει με τόξο εναντίον ταλάντου Μυκηναϊκού τύπου ΙΙ. Χρονολόγηση: 1427-1401 π. Χ.  (κατά: Pulak - Slotta - Yalcin 2005, 135 εικ. 3).

Εικ. 5: Παράσταση του Αμένοφι Β΄, από τον ναό του Karnak στην Αίγυπτο. Εικονίζεται ο Αιγύπτιος Φαραώ να βάλλει με τόξο εναντίον ταλάντου Μυκηναϊκού τύπου ΙΙ. Χρονολόγηση: 1427-1401 π. Χ. (κατά: Pulak – Slotta – Yalcin 2005, 135 εικ. 3).

 

Ο θαυμασμός που προκαλεί η Μυκηναϊκή περίοδος στους συγχρόνους μελετητές έγκειται όχι μόνο στην αυστηρά δομημένη διοικητική διάρθρωση όσο και στα καλλιτεχνικά επιτεύγματα του. Η επιβλητική αρχιτεκτονική συνυπάρχει χρονολογικά με τοιχογραφίες και κεραμική εξόχου τέχνης. Στην αγγειογραφία της ΥΕ ΙΙΙ περιόδου, κυριαρχεί ο λεγόμενος εικονιστικός ρυθμός (Pictorial Style), ο οποίος χαρακτηρίζεται από την φυσιοκρατική απεικόνιση ανθρωπίνων κυρίως και ζωϊκών μορφών [9]. Χαρακτηριστικό δείγμα του ΥΕ εικονιστικού ρυθμού είναι ο λεγόμενος «Κρατήρας των Πολεμιστών» (εικ. 6), που απόκειται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών (αρ. ευρ. Π 1426). Στην κοιλιά του αγγείου, αποδίδεται εφόρμηση οπλιτών προς τα δεξιά. Μία αντίστοιχη στρατιωτική εφόρμηση περιγράφει ο Όμηρος, στην ραψωδία Δ της Ιλιάδας [10]:

 

«ὣς τότ’ ἐπασσύτεραι Δαναῶν κίνυντο φάλαγγες
νωλεμέως πόλεμον δέ· κέλευε δὲ οἷσιν ἕκαστος
ἡγεμόνων· οἳ δ’ ἄλλοι ἀκὴν ἴσαν, οὐδέ κε φαίης
τόσσον λαὸν ἕπεσθαι ἔχοντ’ ἐν στήθεσιν αὐδήν,      
σιγῇ δειδιότες σημάντορας· ἀμφὶ δὲ πᾶσι
τεύχεα ποικίλ’ ἔλαμπε, τὰ εἱμένοι ἐστιχόωντο.…»

Μτφρ. (Νικ. Καζαντζάκη – Ι. Θ. Κακριδή):

«Όμοια κι οι φάλαγγες οι αργίτικες απανωτές τραβούσαν

δίχως σωμό στη μάχη· στο ασκέρι το δικό του

κάθε ρηγάρχης· οι άλλοι αμίλητοι τραβούσαν (τόσα πλήθη

πως ακλουθούν ποτέ δε θα’λεγες κι έχουν φωνή στο στήθος)

βουβοί, από φόβο στους ρηγάρχες τους μπροστά· κι ολόγυρα τους

οι πλουμιστές αρμάτες έλαμπαν, που ως όδευαν φορούσαν….»

 

Εικ. 6: Ο λεγόμενος Κρατήρας των Πολεμιστών, από τις Μυκήνες. Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Αρ. ευρ. Π 1426. Τέλη ΥΕ ΙΙΙΒ (γύρω στο 1200 π. Χ.). (κατά: Marinatos - Hirmer 1959 πίν. 233).

Εικ. 6: Ο λεγόμενος Κρατήρας των Πολεμιστών, από τις Μυκήνες. Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Αρ. ευρ. Π 1426. Τέλη ΥΕ ΙΙΙΒ (γύρω στο 1200 π. Χ.). (κατά: Marinatos – Hirmer 1959 πίν. 233).

 

A.2 Υπομυκηναϊκή περίοδος: Η πτώση του Μυκηναϊκού ανακτορικού συστήματος, κατά την ΥΕΙΙΙΓ ύστερη φάση (1150-1120 π. Χ.), συνοδεύτηκε από παρακμή των καλών τεχνών. Ο αγγειογραφικός ρυθμός της ΥΕΙΙΙΓ, γνωστός ως «Ρυθμός του Σιτοβολώνος [11]», διακόπτεται απότομα και αντικαθίσταται από την ταπεινή καλλιτεχνικά, υπομυκηναϊκή κεραμική. Κύρια χαρακτηριστικά της είναι τα μη ισόρροπα σχήματα, η λιτότητα και προχειρότητα της διακόσμησης και η κακής ποιότητας βαφή, ενώ τα επιμέρους τμήματα του αγγείου δεν διαρθρώνονται τεκτονικά (εικ. 7). Tα σχήματα αγγείων που επικρατούν, κατά την υπομυκηναίκή περίοδο, είναι ο ψευδόστομος αμφορίσκος, ο αμφορέας (επιλαίμιος και επιγάστριος), η λήκυθος, ο σκύφος, ο κρατήρας, η οινοχόη και η οινοχόη με τριφυλλόσχημο στόμιο (εικ. 8).

 

Εικ. 7: Επιγάστριος αμφορέας υπομυκηναϊκών χρόνων, από τον Κεραμεικό. (κατά: Mountjoy 1994, 204 εικ. 259).

Εικ. 7: Επιγάστριος αμφορέας υπομυκηναϊκών χρόνων, από τον Κεραμεικό. (κατά: Mountjoy 1994, 204 εικ. 259).

 

Εικ. 8: Σχηματολόγιο αγγείων, κατά την ΥΕΙΙΙΓ και την υπομυκηναϊκή περίοδο (κατά: Badisches Landesmuseum Karlsruhe 2008, 212).

Εικ. 8: Σχηματολόγιο αγγείων, κατά την ΥΕΙΙΙΓ και την υπομυκηναϊκή περίοδο
(κατά: Badisches Landesmuseum Karlsruhe 2008, 212).

 

H ύπαρξη ενός ενιαίου υπομυκηναϊκού ρυθμού, στην παράδοση του αντιστοίχου της ΥΕ ΙΙΙΓ, αμφισβητείται, καθώς τα στρωματογραφημένα σύνολα διαφοροποιούνται ανά θέση. Στον Κεραμεικό, η κεραμική ακολουθία των υπομυκηναϊκών χρόνων επιβεβαιώνεται μέσα από τα ευρήματα των τάφων. Σημαντικά κέντρα παραγωγής υπομυκηναϊκών αγγείων εντοπίζονται στον Κεραμεικό, την Εύβοια και την Αργολίδα. Στο Άργος, ο εγχώριος υπομυκηναϊκός ρυθμός επιβεβαιώνεται μέσω μιας σειράς κτερισμάτων σε κιβωτιόσχημους τάφους, καθώς και σε ορισμένα ευρήματα από στρωματογραφημένα σύνολα. Την σύντομη χρονικά υπομυκηναϊκή περίοδο διαδέχονται οι Πρωτογεωμετρικοί χρόνοι, με μία ακμάζουσα κεραμική παράδοση που αναγνωρίζεται σε διάφορες θέσεις.

 

Β. Γεωμετρικοί Χρόνοι: Ο όρος «γεωμετρικός» χαρακτηρίζει την τέχνη των πρώιμων ιστορικών χρόνων, που ακολουθούν την κατάρρευση του μυκηναϊκού ανακτορικού συστήματος. Καθιερώθηκε από τον Γερμανό αρχαιολόγο Alexander Conze το 1870, λόγω της χρήσης γεωμετρικών μοτίβων στην διακόσμηση των αγγείων της περιόδου. Το κύριο χαρακτηριστικό των γεωμετρικών αγγείων, εκτός από την διακόσμηση με γεωμετρικά κοσμήματα, είναι η χρήση ταχύστροφου τροχού, το συμμετρικό σχήμα και η τεκτονική δομή των τμημάτων του αγγείου (βάση, πόδι, κοιλιά, ώμοι, σώμα, χείλος). Αυτό το χαρακτηριστικό γίνεται ιδιαιτέρως αντιληπτό, εάν συγκριθεί ένα γεωμετρικό αγγείο με ένα υπομυκηναϊκό (1150-1050/1020 π. Χ.), του ιδίου σχήματος (εικ. 9).

 

Εικ. 9: Πρώιμος ΠΓ αμφορέας από την Τίρυνθα, Τάφος 1974/3 (Κατά: Lemos 2002 εικ. 20.1).

Εικ. 9: Πρώιμος ΠΓ αμφορέας από την Τίρυνθα, Τάφος 1974/3 (Κατά: Lemos 2002 εικ. 20.1).

 

Οι Γεωμετρικοί χρόνοι έχουν χαρακτηριστεί ως «Σκοτεινοί Αιώνες» (Dark Ages), από τους Vincent R. d’ A. Desborough και Αnthony Snodgrass. Εν τούτοις, ο πλούτος των ευρημάτων της περιόδου, σε συνδυασμό με την ακμή του εξαγωγικού εμπορίου και προπάντων την σύνθεση των εναργεστέρων έργων της επικής ποιήσεως, της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, προς το τέλος της περιόδου, αποδεικνύουν την αστοχία του χαρακτηρισμού. Παρόλο που ο όρος «Γεωμετρικός» χρησιμοποιείται γενικευμένως για την ελληνική τέχνη μεταξύ 1050/1020 και 700/680 π.Χ., η περίοδος υποδιαιρείται σε ορισμένες εξελικτικές φάσεις (πίν. Ι), οι οποίες έχουν ιδιαίτερα γνωρίσματα. Τα ιδιαίτερα γνωρίσματα κάθε φάσεως αναλύω κατωτέρω. Οφείλω να επισημάνω ότι τα ως ανωτέρω χρονολογικά πλαίσια αφορούν το αττικό εργαστήριο, που είναι το καλλίτερα μελετημένο.

 

Β.1 Το αργειακό εργαστήριο κεραμικής των πρωίμων ιστορικών χρόνων: Ο αργειακός ΠΓ και Γεωμετρικός ρυθμός αναγνωρίζεται σε ευρήματα τόσο από την πόλη του Άργους, όσο και από τις όμορες θέσεις της Ασίνης, Τίρυνθας και Μυκηνών. Ωστόσο, θεωρείται πως το κέντρο της καλλιτεχνικής έμπνευσης του βρισκόταν στο Άργος. Πρέπει να επισημανθεί ότι οι επαφές με την Αττική έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην διαμόρφωση του ΠΓ ρυθμού στο Άργος, όπως γίνεται αντιληπτό μέσα από την σύγκριση ευρημάτων.

Paul Courbin

Paul Courbin

Η ακμάζουσα καλλιτεχνική παράδοση του αργειακού ΠΓ και Γεωμετρικού ρυθμού κεραμικής επιβεβαιώνεται από τα ευρήματα των πρώιμων ιστορικών χρόνων, τα οποία ήλθαν στο φως μέσω των ανασκαφικών ερευνών. Η χρονολόγηση τους βασίζεται αφ’ ενός στον τεχνοτροπικό συσχετισμό με τα αντίστοιχα δεδομένα από την Αθήνα, αφ’ ετέρου στα λιγοστά συνευρήματα αιγυπτιακής προελεύσεως, τα οποία δύνανται να χρονολογηθούν με ασφάλεια. Ο Paul Courbin (εικ. 10) αναφέρει τρείς σκαραβαίους σε γεωμετρικά στρώματα [12] – δύο από το Ηραίο και έναν από την Λάρισσα [13]– καθώς και ένα αγαλμάτιο του θεού Βήσα (ευρεθέν το 1954), για το οποίο, δυστυχώς, οι υπάρχουσες χρονολογικές ενδείξεις είναι ανεπαρκείς. Επομένως, πολύτιμος είναι ο τεχνοτροπικός συσχετισμός της αργειακής γεωμετρικής κεραμικής με καλλίτερα μελετημένα εργαστήρια, όπως το Αττικό, το Ευβοϊκό και το Κορινθιακό. Με βάση την εξελικτική πορεία του αργειακού ΠΓ και Γεωμετρικού ρυθμού, σχηματίζεται η ακολουθία των φάσεων (πίν.2), κατ’ αντιστοιχία με καλλίτερα μελετημένα εργαστήρια:

 

ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΕΣ ΦΑΣΕΙΣ ΠΡΩΤΟΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗΣ ΚΕΡΑΜΙΚΗΣ
ΑΘΗΝΑΪΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ         ΑΡΓΕΙΑΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ
ΠΕΡΙΟΔΟΙ-ΦΑΣΕΙΣ     ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ     ΠΕΡΙΟΔΟΙ-ΦΑΣΕΙΣ  
ΠΡΩΤΟΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 1050/1020-900 π. Χ.      
Πρώιμη ΠΓ φάση:           Πρώιμη ΠΓ φάση  
Ώριμη ΠΓ φάση:           Ώριμη ΠΓ φάση  
Ύστερη ΠΓ φάση:           Ύστερη ΠΓ φάση  
ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ:   900-700/680 π. Χ.      
Πρώιμη Γεωμετρική φάση:   900-850 π. Χ. Πρώιμη Γεωμετρική φάση
Μέση Γεωμετρική (ΜΓ) φάση Ι:   850-800 π. Χ. Μέση Γεωμετρική (ΜΓ) Ι φάση
Μέση Γεωμετρική (ΜΓ) φάση ΙΙ:   800-760 π. Χ. Μέση Γεωμετρική (ΜΓ) ΙΙ φάση
Ύστερη Γεωμετρική (ΥΓ) φάση Ια:   760-750 π. Χ. Ύστερη Γεωμετρική (ΥΓ) φάση Ια
Ύστερη Γεωμετρική (ΥΓ) φάση Ιβ:   750-735 π. Χ. Ύστερη Γεωμετρική (ΥΓ) φάση Ιβ
Ύστερη Γεωμετρική (ΥΓ) φάση ΙΙα:   735-720 π. Χ. Ύστερη Γεωμετρική (ΥΓ) φάση Ιια
Ύστερη Γεωμετρική (ΥΓ) φάση ΙΙβ:   720-700/680 π. Χ. Ύστερη Γεωμετρική (ΥΓ) φάση ΙΙβ

 

 

 

Κύριο χαρακτηριστικό της γεωμετρικής αγγειογραφίας είναι η χρήση κανόνα και διαβήτη με πολλαπλό πινέλο (εικ.11) στην διακόσμηση των αγγείων, εν αντιθέσει με την ελεύθερη απόδοση των γεωμετρικών κοσμημάτων της υπομυκηναϊκής περιόδου.

 

Εικ. 11: Χρήση διαβήτη με πολλαπλό πινέλο, στην διακόσμηση Γεωμετρικού αγγείου (Σχέδιο: Δημ. Αθ. Κούσουλας, 2014).

Εικ. 11: Χρήση διαβήτη με πολλαπλό πινέλο, στην διακόσμηση Γεωμετρικού αγγείου (Σχέδιο: Δημ. Αθ. Κούσουλας, 2014).

 

Προτού εξεταστούν χαρακτηριστικά ευρήματα από τις ανασκαφικές έρευνες στην Αργολίδα, κρίνεται σκόπιμο να παρουσιαστεί η ιστορία της έρευνας, με επισήμανση στις κυριότερες δημοσιεύσεις που αφορούν τον αργειακό ΠΓ και Γεωμετρικό ρυθμό.

 

Β.2 Ιστορία έρευνας: Οι αρχαιολογικές έρευνες στην Αργολίδα κατέδειξαν την ισχυρή παρουσία του γεωμετρικού ρυθμού, στα εργαστήρια της περιοχής. Τα ευρήματα προέρχονται από τις ανασκαφές της οικείας Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και των ξένων αρχαιολογικών αποστολών – Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, Σουηδικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο. Οι σχετικές μελέτες δημοσιεύτηκαν στις επιστημονικές επετηρίδες των φορέων. Το 1953, η Anne Roes δημοσίευσε το άρθρο Fragments de poterie géométrique trouvés sur les citadelles d’Argos, στο ΒCH [14]. Ο Γάλλος καθηγητής Αρχαιολογίας Paul Courbin, στον οποίο οφείλεται η πρώτη επέκταση του Αρχαιολογικού Μουσείου Άργους, κατά την δεκαετία του 1950, ανέλαβε την εποπτεία των γαλλικών ανασκαφών στην πόλη και ενδιαφέρθηκε ιδιαιτέρως για τα realia της γεωμετρικής περιόδου. To 1957, μελέτησε έναν γεωμετρικό τάφο του Άργους, στο εκτενές άρθρο του Une Tombe géométrique dArgos [15]. Το 1966, εξέδωσε την δίτομη μελέτη του, La Céramique géométrique de lArgolide. Στο έργο αυτό, παρουσίασε μία συνολική θεώρηση του αργειακού εργαστηρίου, κατά τους ΠΓ και Γεωμετρικούς Χρόνους, με βάση τα ευρήματα κυρίως των Γαλλικών Ανασκαφών. Το αργειακό εργαστήριο εξετάζει συνοπτικά και ο καθηγητής Αρχαιολογίας (University College London) Nicolas Coldstream στην μονογραφία του, Greek Geometric Pottery. A Survey on Ten Local Styles and their Chronology (1968). 6 χρόνια αργότερα, ο Courbin παρουσίασε τα ευρήματα της γεωμετρικής περιόδου από τους τάφους του Άργους, στο Tombes géométriques d’Argos I (1952-1958). Η μελέτη δημοσιεύθηκε στην σειρά Études Peloponnesiennes, στον τόμο 7.

 

Το 1987, η Άλκηστη Παπαδημητρίου υποστήριξε την διδακτορική της διατριβή, στο Πανεπιστήμιο του Freiburg, με θέμα Die früheisenzeitliche bemalte Keramik aus Tiryns. Die Phasen IIV. Το 1988, η ίδια συγγραφέας εξέτασε την κεραμική της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου από την Τίρυνθα, στο Archäologischer Anzeiger [16]. To 1997, η Isabelle Ratinaud εξεπόνησε την διδακτορική της διατριβή, από το Paris IV. Το θέμα της εργασίας είναι η Αργολίδα και η Πελοπόννησος, κατά τον 9ο και 8ο αι. π. Χ., δηλ. κατά την καθαυτό Γεωμετρική περίοδο.

 

Aπό την νεώτερη βιβλιογραφία, μία αξιόλογη παρουσίαση των ΠΓ ευρημάτων από τις διάφορες θέσεις της Αργολίδας σε συνάρτηση με την ΠΓ κεραμική άλλων περιοχών βρίσκεται στην μονογραφία της Καθηγήτριας Κλασικής Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ, Άννας Λαιμού, με τίτλο The Protogeometric Aegean. the archaeology of the late eleventh and tenth centuries BC. Σημαντική συμβολή στο θέμα γίνεται από την Άλκηστη Παπαδημητρίου, στο άρθρο της The early iron age in the Argolid: some new Aspects (2006). Το άρθρο δημοσιεύεται στον συλλογικό τόμο, Ancient Greece: from the Mycenaean Palaces to the Age of Homer (Edinburgh Leventis studies 3).

Β.3 Σχηματολόγιο του αργειακού κεραμικού ρυθμού, κατά την ΠΓ και Γεωμετρική περίοδο: Ήδη κατά την ΠΓ περίοδο, διαμορφώνεται το σχηματολόγιο των αγγείων, τόσο στο αττικό εργαστήριο όσο και στα υπόλοιπα. Οι τύποι αγγείων (εικ. 12α-β) που συναντούμε στην ΠΓ κεραμική του Άργους είναι ο μόνωτος σκύφος, ο δίωτος σκύφος με διακόσμηση από κυματοειδή γραμμή (γερμ. Wellenbandskyphos), ο σκύφος, ο αμφορέας (επιλαίμιος και επιγάστριος), ο κρατήρας, ο αβαθής κύαθος, ο κάλαθος, ο αμφορέας με λαβές στα χείλη, ο αμφορίσκος, η υδρία, η οινοχόη με τριφυλλόσχημο στόμιο, η λήκυθος, η πρόχους, η σφαιρική πυξίδα, η πυξίδα με ψηλές λαβές, ο πτηνόμορφος ασκός, ο τριποδικός κρατηρίσκος, ο πίθος και ο τριποδίσκος.

 

Εικ. 12α-β: Σχηματολόγιο του αργειακού ΠΓ και Γ κεραμεικού ρυθμού (© Δημἠτριος Αθ. Κούσουλας, 2014).

Εικ. 12α-β: Σχηματολόγιο του αργειακού ΠΓ και Γ κεραμεικού ρυθμού
(© Δημἠτριος Αθ. Κούσουλας, 2014).

 

Εικ. 12α-β: Σχηματολόγιο του αργειακού ΠΓ και Γ κεραμεικού ρυθμού (© Δημἠτριος Αθ. Κούσουλας, 2014).

Εικ. 12α-β: Σχηματολόγιο του αργειακού ΠΓ και Γ κεραμεικού ρυθμού
(© Δημἠτριος Αθ. Κούσουλας, 2014).

Γ. Εξελικτικές φάσεις του αργειακού ΠΓ και Γεωμετρικού ρυθμού

 

Εικ.13: Bernhard Schweitzer (1892-1966)

Εικ.13: Bernhard Schweitzer (1892-1966)

Γ.1 Πρωτογεωμετρικός Ρυθμός: Ο όρος «πρωτογεωμετρικός ρυθμός» εισήχθηκε από τον Γερμανό αρχαιολόγο Bernhard Schweitzer (εικ. 13), ο οποίος, το 1917, υποστήριξε την διδακτορική διατριβή του στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, με θέμα Untersuchungen zur Chronologie der geometrischen Stile in Griechenland I. Ο πρωτογεωμετρικός ρυθμός του αργειακού εργαστηρίου διαμορφώθηκε υπό την επίδραση της αττικής κεραμικής. Στην Αττική, η ΠΓ περίοδος χρονολογείται μεταξύ 1050/20 και 900 π.Χ. Στην πρώιμη φάση της ΠΓ περιόδου (1050/1020-980 π.Χ.), επικρατούν τα κλειστού σχήματος αγγεία με υψηλό πόδι καθώς και ένας τύπος μικρής οινοχόης. Χαρακτηριστικό σχήμα της περιόδου είναι ο αμφορέας (εικ. 15).

 

Τυπικό σχήμα των ΥΕ χρόνων, που επιβιώνει στην ΠΓ αγγειοπλαστική παράδοση είναι ο σκύφος με ψηλό κωνικό πόδι και δακτυλιόσχημη λαβή (εικ. 14). Η κοιλιά διακοσμείται με μελανό γάνωμα, ενώ, στο ύψος των ώμων, γραμμικά κοσμήματα εξαίρονται πάνω σε εδαφόχρωμη επιφάνεια. Μιά παραλλαγή αυτού του αγγείου αποτελεί ο λεγόμενος Wellenbandskyphos, ο οποίος φέρει διακόσμηση από κυματοειδή ταινία στο ύψος των ώμων. Ορισμένα όστρακα από τέτοιου είδους σκύφους βρέθηκαν στην Τίρυνθα και έχουν ήδη μελετηθεί [17]. Αυτός ο τύπος διακόσμησης προϋπάρχει από την ΥΓ ΙΙΙ παράδοση (1200-1100 π. Χ.) στην Αργολίδα [18].

 

Εικ. 14: ΠΓ σκύφοι, ως κτερίσματα σε τάφους της οδού Περρούκα. (κατά: Κόκκου-Βυριδή 1979 πίν. 55δ-στ).

Εικ. 14: ΠΓ σκύφοι, ως κτερίσματα σε τάφους της οδού Περρούκα. (κατά: Κόκκου-Βυριδή 1979 πίν. 55δ-στ).

 

 

Eικ. 15: Πρώιμος ΠΓ αμφορέας από την Τίρυνθα, Τάφος 1974/3 (κατά: Lemos 2002 εικ. 20.1).

Eικ. 15: Πρώιμος ΠΓ αμφορέας από την Τίρυνθα, Τάφος 1974/3 (κατά: Lemos 2002 εικ. 20.1).

 

Την πληρέστερη μέχρι στιγμής εικόνα για την διαμόρφωση του ΠΓ ρυθμού στην Αργολίδα διαμορφώνουν τα ευρήματα των τάφων. Χαρακτηριστική είναι η κεραμική τεσσάρων ΠΓ τάφων (τάφοι Ι-IV), από την οδό Περρούκα 66 (Ιδιοκτησία Β. Κωνσταντοπούλου) [19]. Τα αγγεία (εικ. 16α-ιδ), που απόκεινται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους, είναι διακοσμημένα με την τεχνική darkonlight. Πρόκειται για δύο οινοχόες με τριφυλλόσχημο στόμιο (αρ. ευρ. Ε 1907 και Ε 1908), δύο υδρία (αρ. ευρ. Ε 1909 και Ε 1910), δύο αμφορείς (αρ. ευρ. Ε 1911 και Ε 1912), δύο ληκύθους (αρ. ευρ. Ε 1913 και Ε 1914), μία πρόχου (αρ. ευρ. Ε 1915), έναν πτηνόμορφο ασκό (αρ. ευρ. Ε 1919), έναν τριποδικό ασκό (αρ. ευρ. Ε 1920) και τρία κύπελλα (αρ. ευρ. Ε 1916, Ε 1917 και Ε 1918). Στα αγγεία, είναι εμφανείς οι ΥΕ και υπομυκηναϊκές καταβολές. Στους τάφους Ι, ΙΙΙ και IV βρέθηκαν επίσης χάλκινοι δακτύλιοοι και περόνες.

 

Εικ. 16: Ευρήματα από τις ΠΓ ταφές, στην οδό Περρούκα 66 (κατά: Κόκκου-Βυριδή 1979 πίν. 54 κ. εξ.).

Εικ. 16: Ευρήματα από τις ΠΓ ταφές, στην οδό Περρούκα 66 (κατά: Κόκκου-Βυριδή 1979 πίν. 54 κ. εξ.).

 

 

Ο ΠΓ ρυθμός έχει αναγνωριστεί σε σειρά αγγείων και οστράκων, που προέρχονται από τις ανασκαφικές έρευνες στην Τίρυνθα. Οι δυσκολίες που ανακύπτουν στον μελετητή της ΠΓ αργειακής κεραμικής οφείλονται στην διαταραχή των αρχαιολογικών στρωμάτων, τον αποσπασματικό χαρακτήρα των δημοσιεύσεων και την απουσία μίας συνολικής θεωρήσεως της κεραμικής, από τις αντίστοιχες θέσεις της Αργολίδας. Σε ορισμένα όστρακα, από την περιοχή νοτίως της Κάτω Ακροπόλεως, κυριαρχεί το διακοσμητικό μοτίβο της κυματοειδούς γραμμής (Wellenband).

 

Στην πρώιμη ΠΓ φάση, ανήκει ένας αμφορέας, με διακόσμηση από επάλληλες οριζόντιες ή κυματοειδείς, μελανές ταινίες επάνω σε εδαφόχρωμο επίχρισμα (εικ. 15). Το αγγείο βρέθηκε στον τάφο 1974/3, στην Τίρυνθα και έχει ύψος 43.2 εκ. Το σώμα είναι συμμετρικό, ωοειδές και ο λαιμός ψηλός. Στον ώμο, υπάρχει σειρά ομόκεντρων κύκλων, που ενώνονται με ευθείες γραμμές. Οι κύκλοι βαίνουν σε τρείς επάλληλες οριζόντιες ταινίες, εκ των οποίων η μεσαία είναι φαρδύτερη. Την επιφάνεια της κοιλιάς μεταξύ των λαβών διακοσμεί σειρά τριών επαλλήλων κυματοειδών γραμμών. Στο υπογάστριο, υπάρχει σειρά τριών επαλλήλων ταινιών.

 

Τόσο το σχήμα όσο και η διακόσμηση του αγγείου με ομόκεντρους κύκλους και οριζόντιες ταινίες παραπέμπουν σε έναν αμφορέα από το ΠΓ νεκροταφείο του Κεραμεικού (Εικ. 17). Αυτός ο αμφορέας βρέθηκε στο εσωτερικό ΠΓ τάφου και απόκειται στο Μουσείο Κεραμεικού (αρ. ευρ. 569) [20]. Στο αγγείο, κυριαρχεί η διακόσμηση με μελανό γάνωμα, επάνω σε εδαφόχρωμη επιφάνεια. Οι ομόκεντροι κύκλοι και τα ημικύκλια έχουν περιγραφεί με διαβήτη. Το σχήμα και η διακόσμηση του αγγείου είναι ενδεικτική για την χρονολόγηση στα μέσα του 10ου αι. π. Χ.

 

Εικ. 17: ΠΓ επιγάστριος αμφορέας (Bauchhenkelamphora) από τον Κεραμεικό (κατά: Schweitzer 1969 πιν. 3)

Εικ. 17: ΠΓ επιγάστριος αμφορέας (Bauchhenkelamphora) από τον Κεραμεικό (κατά: Schweitzer 1969 πιν. 3)

 

Γ.2 Πρώιμη Γεωμετρική περίοδος:

Η πρώιμη Γεωμετρική περίοδος στο Άργος είναι λιγότερο γνωστή, καθώς τα σχετικά αρχαιολογικά ευρήματα σπανίζουν, εν συγκρίσει με την Μέση και Ύστερη Γεωμετρική περίοδο. Κυρίαρχο σχήμα του Αργειακού εργαστηρίου κατά την πρώιμη Γεωμετρική περίοδο είναι ο αμφορέας και εκπροσωπείται από το αγγείο με αρ. ευρ. C 51, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους (εικ. 18) [21]. Το σώμα του είναι μελαμβαφές. Σε δύο εδαφόχρωμες ζώνες, γράφονται μελανές ταινίες που περισφίγγουν το σώμα του αμφορέα. Στον λαιμό, η εδαφόχρωμη ταινία φέρει ενάλληλα γραμμικά μοτίβα. Το σχήμα και η διακόσμηση θυμίζουν αντίστοιχα έργα του αττικού εργαστηρίου, όπως ένας γεωμετρικός αμφορέας από τον Κεραμεικό (εικ. 19).

 

Εικ.18: Πρώιμος Γεωμετρικός Αμφορέας από το Άργος (Κατά: Courbin 1966 εικ. Ια).

Εικ.18: Πρώιμος Γεωμετρικός Αμφορέας από το Άργος (Κατά: Courbin 1966 εικ. Ια).

 

Εικ. 19: Πρώιμος Γεωμετρικός Αμφορέας από τον Κεραμεικό  (Κατά: Σημαντώνη-Μπουρνιά 1997, 85 εικ. 49).

Εικ. 19: Πρώιμος Γεωμετρικός Αμφορέας από τον Κεραμεικό (Κατά: Σημαντώνη-Μπουρνιά 1997, 85 εικ. 49).

Γ.3 Μέση Γεωμετρική Ι: Με βάση την στρωματογραφική ακολουθία, έχει τεκμηριωθεί η ΜΓ Ι φάση στην Αργολίδα. Κύριο χαρακτηριστικό των ΜΓ αγγείων είναι η κάλυψη του σώματος τους με μελανό γάνωμα και η διακόσμηση του με την τεχνική darkonlight. Στο ύψος του λαιμού, ένα γραμμικό κόσμημα εξαίρεται σε ορθογώνια μετόπη.

Γ.4 Μέση Γεωμετρική ΙΙ: Οι πρώτες εικονιστικές ζωφόροι στο αργειακό εργαστήριο εμφανίζονται σε σειρά αγγείων, που χρονολογούνται στα τέλη της ΜΓ ΙΙ περιόδου. Στις παρυφές του προφήτη Ηλία, σε πάροδο της οδού Ηρακλέους, βρέθηκε μία οινοχόη, με εικονιστική παράσταση λατρευτού (εικ. 20) [22]. Η οινοχόη βρέθηκε στο εσωτερικό του κιβωτιόσχημου τάφου αρ. ΙΙΙ, στο οικόπεδο Δημητρίου Τότσικα, την άνοιξη του 1976. Έχει ύψος 15 και διάμετρο βάσης 3.8 εκ. Το στόμιο είναι τριφυλλόσχημο, ο λαιμός κοντός. Μαύρο χρώμα καλύπτει την επιφάνεια του χείλους και του λαιμού. Η λαβή φέρει διακόσμηση από γεωμετρικά μοτίβα. Μια μαύρη οριζόντια γραμμή βρίσκεται στην σύμφυση του λαιμού και κοιλιάς. Παράλληλες μελανές ταινίες σε οριζόντια διάταξη διακοσμούν το σώμα του αγγείου. Στο ύψος των ώμων, σκιαγραφούνται δύο ιστάμενες ανδρικές μορφές, με υψωμένα τα χέρια. Οι μορφές κοιτάζουν προς το κέντρο. Κατά τα πρώτα στάδια της αρχαίας ελληνικής εικονιστικής αγγειογραφίας, αξιοσημείωτος είναι ο στιλιζαρισμός (ιταλ. stilizzare), δηλ. η σχηματοποίηση των μορφών. Οι στιλιζαρισμένες μορφές εμφανίζονται και σε άλλα εργαστήρια κατ’ αυτήν την περίοδο, όπως το αττικό και το κορινθιακό.

 

Εικ. 20: Οινοχόη με τριφυλλόσχημο στόμιο, από τον κιβωτιόσχημο τάφο αρ. 3. Πάροδος Ηρακλέους (Ιδιοκτησία Δημ. Τότσικα). (Κατά: Paléologou 1980, 76 εικ. 1).

Εικ. 20: Οινοχόη με τριφυλλόσχημο στόμιο, από τον κιβωτιόσχημο τάφο αρ. 3. Πάροδος Ηρακλέους (Ιδιοκτησία Δημ. Τότσικα). (Κατά: Paléologou 1980, 76 εικ. 1).

 

 

Η σύγκριση με τα σύγχρονα έργα τορευτικής, όπως το χάλκινο ειδώλιο ιππηλάτου από το Ηραίο Αργους (εικ. 21), επιβεβαιώνει ασφαλώς την σχέση του εικονογραφικού τύπου στα αγγεία με τα χάλκινα ειδώλια. Κοινά στοιχεία και των δύο κατηγοριών είναι η ασύμμετρη κεφαλή, ο ψηλός λαιμός, το τριγωνικό περίγραμμα του άνω κορμού, η στενή μέση, τα επιμηκυσμένα άκρα, καθώς και η απουσία υποδήλωσης των ανατομικών λεπτομερειών.

 

Εικ. 21: Χάλκινο ΜΓ ειδώλιο ιππηλάτου, επιθέτου σε χάλκινο τριποδικό λέβητα. Από το Ηραίο. (κατά: Bol 2002 εικ. 33b).

Εικ. 21: Χάλκινο ΜΓ ειδώλιο ιππηλάτου, επιθέτου σε χάλκινο τριποδικό λέβητα. Από το Ηραίο. (κατά: Bol 2002 εικ. 33b).

 

 

Γ.4 Ὕστερη Γεωμετρικὴ περίοδος: Η Ύστερη Γεωμετρική περίοδος συνδέεται με δύο σημαντικά γεγονότα του ελληνικού πολιτισμού: την σύνθεση των ομηρικών επών και την εμφάνιση της αλφαβητικής γραφής. Κατά ευφυή σύμπτωση, η πρώτη γνωστή επιγραφή σε ελληνικό αλφάβητο χαράχτηκε επάνω σε μία ΥΓ οινοχόη, από την περιοχή του Διπύλου στον Κεραμεικό (εικ. 22) [23]. Στην επιγραφή, αναφέρεται ότι «ΗΟΣΝΥΝΟΡΧΕΣΤΟΝΠΑΝΤΟΝΑΤΑΛΟΤΑΤΑΠΑΙΖΕΙΤΟΤΟΔΕΚΛΜΙΝ – ὃς νῦν | ὀρχη|στῶν πάν|των ἀτα|λώτατα | παίζει τῶ τόδε καμιν)», που σημαίνει σήμερα, ότι «την κανάτα αυτή θα την πάρει ο χορευτής που θα χορέψει πιο χαριτωμένα». Ήταν δηλαδή έπαθλο χορευτικών αγώνων. Πρόκειται για την πρώτη έκφραση του λυρισμού σε ελληνική γλώσσα, καθώς μιλάει το ίδιο το αγγείο σε πρώτο πρόσωπο. Το στοιχείο αυτό έρχεται σε αντίθεση με τα ομηρικά έπη, που είναι γραμμένα σε αφηγηματικό (τρίτο) πρόσωπο.

 

Εικ. 22: Η λεγομένη «Οινοχόη του Διπύλου» (κατά: Simon 1981 πίν. 11).

Εικ. 22: Η λεγομένη «Οινοχόη του Διπύλου» (κατά: Simon 1981 πίν. 11).

 

 

Την εποχή αυτή, συμβαίνουν επίσης σημαντικές γεωπολιτικές αλλαγές στον ελλαδικό χώρο. Οι αλλαγές αυτές επισφραγίζονται με τον β΄ αποικισμό (εικ. 23), που ξεκινά κατά το α΄ ήμισυ του 8ου αι. π. Χ. Την περίοδο αυτή, οι διαπολιτισμικές επαφές στην Ανατολική Μεσόγειο είναι έντονες, ευνοώντας την ανταλλαγή πολιτισμικών στοιχείων. Δεν είναι γνωστό, αν αυτή η ανταλλαγή επηρέασε άμεσα το αργειακό εργαστήριο, καθώς η υποτιθέμενη συμμετοχή των Αργείων στον αποικισμό των Μεγάρων Υβλαίων αμφισβητείται. Ωστόσο, οι Αργείοι αγγειογράφοι γνώρισαν ασφαλώς τις εξωγενείς επιρροές μέσα από την σπουδή των Αθηναϊκών ΥΓ έργων τέχνης.

 

Εικ. 23: Χάρτης του Β΄ αποικισμού (κατά: Sweeney - Curry - Tzedakis 1988, 30 κ.εξ.).

Εικ. 23: Χάρτης του Β΄ αποικισμού (κατά: Sweeney – Curry – Tzedakis 1988, 30 κ.εξ.).

 

 

Κατά την ΥΓ περίοδο, κυριαρχεί η τεχνική της σκιαγραφίας, η απόδοση δηλ. της σκιάς μίας μορφής, με βάση την αρχή pars pro tottο (εικ. 24). Ο καλλιτέχνης αποδίδει περιληπτικά την μορφή, αποφεύγοντας τις ανατομικές λεπτομέρειες όπου δεν χρειάζεται. Στόχος του είναι η απόδοση της ανθρώπινης μορφής ως μετέχουσα σε μία κατάσταση, χωρίς καμία διάθεση φυσιογνωμικής προσέγγισης. Σε αυτό το σημείο, η αντίληψη του ζωγράφου της γεωμετρικής περιόδου διαφοροποιείται από την καλλιτεχνική προσέγγιση των ΥΕ χρόνων, όπου οι ανατομικές λεπτομέρειες περιγράφονται με το πινέλο. Η τεχνική της σκιαγραφίας αναφέρεται και στους αρχαϊκούς χρόνους, καθώς ο Σικυώνιος Παυσίας έγραψε την σκιά ενός ίππου [24].

 

Εικ. 24: Σκηνή προθέσεως, από τον λεγόμενο «αμφορέα του Διπύλου» Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα. Αρ. ευρ.: 804 (κατά: Demargne 1965, 291 εικ. 378).

Εικ. 24: Σκηνή προθέσεως, από τον λεγόμενο «αμφορέα του Διπύλου» Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα. Αρ. ευρ.: 804 (κατά: Demargne 1965, 291 εικ. 378).

 

 

Γ.5 Ύστερη Γεωμετρική ΙΙ φάση (735-700/680 π. Χ.): Ο εξαιρετικός ΥΓ ΙΙ κρατήρας που απόκειται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους (αρ. ευρ. ΜΑ 5661) [25] βρέθηκε στο οικόπεδο Ευστρατιάδη, στην οδό Θεάτρου (εικ. 25). Το αγγείο, μνημειακών διαστάσεων, αποδόθηκε, από τον P. Courbin, στον ζωγράφο του κρατήρα της Κορίνθου[26]. Η χαμηλή βάση είναι κωνική, το ωοειδές σώμα διαμορφώνεται συμμετρικά προς τα άνω, ενώ πλατιές ταινιόσχημες λαβές συνδέουν τους ώμους του αγγείου με το έξω νεύον χείλος. Το χείλος διακοσμείται με δύο μικρά κομβιόσχημα πλαστικά εξάρματα.

 

Εικ. 25: ΥΓ κρατήρας. Μουσείο Άργους. Αρ. ευρ. 5661. (κατά: Κrystalli-Votsi 1980, 86 εικ. 2).

Εικ. 25: ΥΓ κρατήρας. Μουσείο Άργους. Αρ. ευρ. 5661. (κατά: Κrystalli-Votsi 1980, 86 εικ. 2).

 

Η γραπτή διακόσμηση του αγγείου διατείνεται σε τρεις ζώνες: στην ανώτερη ζώνη, τα κοσμήματα ξεκινούν από τον λαιμό και γεμίζουν όλη την επιφάνεια των ώμων, μεταξύ των λαβών και επεκτείνεται στο κάτω μέρος, μέχρι την κύρτωση της κοιλιάς. Σε αυτήν την περιοχή, βρίσκεται το κυρίως εικονιστικό θέμα του αγγείου: στις μετόπες με εικονιστική παράσταση, εγγράφεται σκηνή γυναικείου χορού. Οι μορφές κρατούν κλαδιά. Η παράσταση θυμίζει αντιστοίχους κυκλίους χορούς, που εκτελούνται σήμερα στην ορεινή Αρκαδία (εικ. 26), κατά τους οποίους οι χορευτές και χορεύτριες κρατούν κλαδιά [27]. Στις υπόλοιπες μετόπες, διακρίνονται τα γεωμετρικά μοτίβα του τρέχοντος μαιάνδρου και της τεθλασμένης γραμμής.

 

Εικ. 26: Κύκλιος χορός, στην Νεστάνη (κατά: Krystalli-Votsi 1980 εικ. 5).

Εικ. 26: Κύκλιος χορός, στην Νεστάνη (κατά: Krystalli-Votsi 1980 εικ. 5).

 

 

Η μεσαία ζώνη, στην κοιλιά του αγγείου, διακοσμείται με οριζόντιες ταινίες: στο ανώτερο τμήμα, διακρίνεται ζωφόρος με επάλληλα πτηνά. Στην συνέχεια, δύο διαζώματα με το κόσμημα των συνεχών επάλξεων περικλείουν ένα διάζωμα με συνεχείς ρόμβους, στο κέντρο των οποίων υπάρχει στιγμή εν είδει οφθαλμού. Τα διαζώματα οριοθετούνται από επάλληλες μελανές ταινίες.

 

Το κατώτερο τμήμα της κοιλιάς είναι μελαμβαφές και διακοσμείται με σειρά επαλλήλων μελανών ταινιών σε οριζόντια διάταξη ανά δύο, πού εξαίρονται επάνω στο χρώμα του πηλού. Η χρονολόγηση του αγγείου στην ΥΓ ΙΙ φάση [28] αποτελεί ένα terminus post quem για την χρονολόγηση του τάφου και υποδηλώνει την κατασκευή του στα τέλη των ΥΓ χρόνων. Ένα από τα αγαπημένα μοτίβα του αργειακού εργαστηρίου κατά την Ύστερη Γεωμετρική περίοδο, είναι ο πεζός πολεμιστής που κρατά δύο εραλδικά τοποθετημένους ίππους από τους χαλινούς. Η ποικιλία των σχετικών παραστάσεων (εικ.27) επιβεβαιώνει τον χαρακτηρισμό «Άργος ιπποβότοιο (: ιππότροφο Άργος)» του Ομήρου [29]. Στους ομηρικούς χρόνους, ο ίππος αποτελεί ένδειξη πλούτου και αφορμή κοινωνικής προβολής, ενώ παρέμενε ο πιστός σύντροφος του πολεμιστή:

 

Ξάνθέ τε καὶ σὺ Πόδαργε καὶ Αἴθων Λάμπέ τε δῖε

νῦν μοι τὴν κομιδὴν ἀποτίνετον, ἣν μάλα πολλὴν

Ἀνδρομάχη θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἠετίωνος

ὑμῖν πὰρ προτέροισι μελίφρονα πυρὸν ἔθηκεν

οἶνόν τ’ ἐγκεράσασα πιεῖν, ὅτε θυμὸς ἀνώγοι,

ἢ ἐμοί, ὅς πέρ οἱ θαλερὸς πόσις εὔχομαι εἶναι.

Θ 185-90

 Μετάφραση:

“Αίθωνα, Λάμπε αρχοντογέννητε, και Πόδαργε και Ξάνθε,

καιρός σας τώρα να πληρώσετε την τρισμεγάλη έγνοια

που’ χει η Ανδρομάχη, του Ηετίωνα του ψυχωμένου η κόρη,

που πρώτα εσάς ακριβοτάγιζε το στάρι το μελένιο,

για σας κρασί καθώς διψούσατε, πιο πρώτα συγκερνούσε,

παρά για μένα , λεβεντόκορμο που ταίρι της λογιέμαι.”

(μετ, Ν. Καζαντζάκη- Ι.Θ. Κακριδή)

 

Εικ. 27: ΥΓ κάνθαρος από το Άργος, με παράσταση πεζού ιππηλάτη εν μέσω αντωπών ίππων. Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους, αρ. ευρ. C1. Ύ.: 0.31 μ. (κατά: Coldstream 1977, 192 εικ. 46α).

Εικ. 27: ΥΓ κάνθαρος από το Άργος, με παράσταση πεζού ιππηλάτη εν μέσω αντωπών ίππων. Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους, αρ. ευρ. C1. Ύ.: 0.31 μ. (κατά: Coldstream 1977, 192 εικ. 46α).

 


Δ. Επίλογος – Συμπεράσματα

 

Στην σύντομη αυτή παρουσίαση του αργειακού εργαστηρίου, παρουσιάσαμε την εξελικτική πορεία του ΠΓ και Γ ρυθμού, με βάση τα διαθέσιμα αρχαιολογικά δεδομένα. Στα πλαίσια αυτά εξετάστηκαν αντιπροσωπευτικά δείγματα των διαφόρων φάσεων, από τις κύριες ανεσκαμμένες θέσεις.

 

Όπως έγινε σαφές, τόσο το σχηματολόγιο όσο και η διακόσμηση της αργειακής ΠΓ και Γ κεραμικής έχουν επηρεαστεί από την Αττική. Στην άποψη αυτή συναινούν η χρονολογική και τεχνοτροπική συσχέτιση δειγμάτων των δύο εργαστηρίων, όσο και η υιοθέτηση από τους Αργείους αγγειογράφους, των διακοσμητικών μοτίβων και των εικονογραφικών θεμάτων του Αττικού εργαστηρίου. Οι όποιες επιρροές εξασφαλίστηκαν κυρίως μέσω του εμπορίου, καθώς έχουν βρεθεί αθηναϊκά αγγεία στην Αργολίδα, αλλά και μέσω τις μετακίνησης των καλλιτεχνών. Η τελευταία αυτή άποψη ενισχύεται από την παρουσία αγγείων καθαρά αθηναϊκής τεχνοτροπίας κατασκευασμένα από αργειακό πηλό. Αυτό σημαίνει ότι οι Αθηναίοι αγγειογράφοι, που ήταν ίσως και οι κεραμείς, κατασκεύαζαν αγγεία στο Άργος και τα διακοσμούσαν εκεί, με βάση τον αθηναϊκό ρυθμό.

 

Παράλληλα, πρέπει να επισημανθεί ότι ορισμένα σχήματα αγγείων, που ευδοκιμούν στο αθηναϊκό εργαστήριο, όπως ο επιγάστριος αμφορέας, εμφανίζονται και στην Αργολίδα ήδη από την ΠΓ περίοδο. Kύριες θέσεις: Άργος, Τίρυνθα, Ασίνη, Μυκήνες. Συνεπώς, αναγνωρίζεται μία διαλογική σχέση ανάμεσα των διαφόρων εργαστηρίων κεραμικής. Αυτό το στοιχείο διευκολύνει την αναγνώριση των εξελικτικών φάσεων, στον αργειακό ρυθμό διακόσμησης. Όπως επισημάνθηκε, αυτή η αναγνώριση διευκολύνεται από τα αιγυπτιακά συνευρήματα, στα στρωματογραφημένα ανασκαφικά σύνολα του Άργους.

 

Πρέπει τέλος να αποσαφηνιστεί, ότι στην ΠΓ και γεωμετρική αργειακή αγγειογραφία εμφανίζονται ορισμένα χαρακτηριστικά κοσμήματα, όπως η κυματοειδής γραμμή (Wellenband) και ο πεζός οπλίτης που κρατά άλογα από χαλινούς. Αυτά αποτελούν ίδιο γνώρισμα του αργειακού ρυθμού. Η ανεύρεση αργειακών ΠΓ και Γεωμετρικών οστράκων σε θέσεις εκτός Αργολίδας υποδηλώνει ότι τα αργειακά κεραμικά προϊόντα ήταν ιδιαιτέρως αγαπητά ως ανταλλάξιμο προϊόν.

 

Υποσημειώσεις


 

 

[1] Ο όρος «εργαστηρίο» (αγγλ. Workshop, γερμ. Werkstatt) χρησιμοποιείται ευρέως, περιγράφοντας όχι μία συγκεκριμένη βιοτεχνική εγκατάσταση, αλλά τον καλλιτεχνικό ρυθμό που επικρατεί σε μία περιοχή, κατά ορισμένη χρονική περίοδο.

[2] Για τον Μυκηναϊκό πολιτισμό, θεμελιώδεις είναι οι μελέτες των Sp. Marinatos – M. Hirmer, Kreta und das mykenische Hellas (Μόναχο 1959) και Ο. T. P. K. Dickinson, The Οrigins of the Mycenaean civilisation (Göteborg 1977). Πρβλ. επίσης Bequignon 1960, 87 κ. εξ.; Chamoux 1963, 161-75; Ακαδημία Αθηνών 1970, 232-93.

[3] Για τον Μινωϊκό πολιτισμό, βλ. Ακαδημία Αθηνών 1970, 108-120, 166-218 και 221-31.

[4] Η λέξη «ἄναξ», εκ της οποίας ετυμολογείται η λέξη «ανάκτορο», είναι γνωστή ήδη από τις πινακίδες της Γραμμικής Β΄ γραφής. Βλ. Hooker 1979, 100-11; Kilian 1988, 291-302; Palaima 1995, 119-39; Yamagata 1997, 1-14; Willms 2010, 232-271.

[5] Ventris – Chadwick 1953, 84–103.

[6] Ακαδημία Αθηνών 1970, 330. Με τον όρο αναφέρονται συνεκδοχικά όλοι οι αιγαιακοί πληθυσμοί που ήταν φορείς του μυκηναϊκού πολιτισμού.

[7] Kelder 2010, 125-37.

[8] Βλ. Μαρινάτος 1968, 198-216; Furumark 1978, 667-74.

[9] Για τον εικονιστικό ρυθμό, βλ. Immerwahr 1993, 217-23; Crouwel – Morris 1996, 197-219; Steel 1999, 803-11; Karageorgis 2001, 91-3; Crouwel – Morris 2006, 15-22; Dakoronia 2006, 171-5; Rystedt 2006, 123-9.

[10] Ραψ. Δ, 427-33.

[11] Mountjoy 1994, 162.

[12] Courbin 1966, 25.

[13] Vollgraff 1930, 480; Courbin 1966, 25 υποσ. 2.

[14] Roes 1953, 90-104.

[15] Courbin 1957, 322-86.

[16] Papadimitriou 1988, 227-43.

[17] Βλ. Kardamaki 2009, 221 κ. εξ. (με σχετική βιβλιογραφία).

[18] Papadimitriou 1988, 228 κ. εξ. εικ. 1.

[19] Κόκκου-Βυρίδη 1979, 179-88.

[20] [Kraiker – Kübler 1939 πιν. 55; Schweitzer 1969 πιν. 3; Tiverios 1996, 49. 239 εικ. 1.

[21] Courbin 1966 εικ. Ιa.

[22] Paléologou 1980, 75.

[23] Coulié 2013, 64 εικ. 32.

[24] Πλίνιος, Nat. Hist. 35. 123-7. 137.

[25] Krystalli-Votsi 1980, 85.

[26] Courbin 1966, 449; Krystalli-Votsi 1980, 85 υποσ. 1.

[27] Krystalli-Votsi 1980, 91 εικ. 5.

[28] Krystalli-Votsi 1980, 92.

[29] Βλ. ενδεικτικά ραψ. Β, 286-8: «οὐδέ τοι ἐκτελέουσιν ὑπόσχεσιν ἥν περ ὑπέσταν / ἐνθάδἔτι στείχοντες ἀπἌργεος ἱπποβότοιο / Ἴλιον ἐκπέρσαντεὐτείχεον ἀπονέεσθαι….» (Μτφρ.: …..το λόγο δεν κρατούν που σου’δωκαν, ακόμα ως ξεκινούσαν / πέρα από το Άργος το αλογόθροφο στα μέρη εδώ, πριν πάρεις / την Τροία την ωριοτείχιστη, να μην διαγείρουν πίσω).

 

Κατάλογος συντομογραφιών


 

 

  • Ακαδημία Αθηνών, εκδ., 1970= Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Α (Αθήνα).
  • Badisches Landesmuseum Karlsruhe (Hrsg.), 2008= Zeit der Helden. Die dunklen Jahrhunderte Griechenlands 1200-700 v. Chr. Ausstellungskatalog Badisches Landesmuseum Karlsruhe (Darmstadt).
  • Bequignon, Υ. 1960= Recherches sur la civilisation mycénienne en Péloponnèse, RA, 87 κ. εξ.
  • Betancourt et al. 1999= Ph. Betancourt – V. Karageorghis – R. Laffineur – W.-D. Niemeier, Aegeum 3. Annales d’archéologie égéenne de l’Université de Liège 20 (Λιέγη).
  • Bol 2002= P. C. Bol, εκδ., Die Geschichte der antiken Bildhauerkunst, Bd. 1. Frühgriechische Plastik (Mainz).
  • Borbein, Α. Η. 1995= Das alte Griechenland. Geschichte und Kultur der Hellenen (Μόναχο).
  • Chamoux, F. 1963= La Civilisation Grecque a l’ Époque archaique et classique (Παρίσι).
  • Coldstream, J. N. 1977= Geometric Greece (Λονδίνο).
  • Coulié, Α. 2013= La céramique grecque aux époques géométrique et orientalisante. XIe – VIe siècle av. J.-C., Les manuels d’art et d’archéologie antiques. La céramique grecque 1 (Παρίσι).
  • Courbin, P. 1966= La céramique géométrique de l’Argolide, I-II (Παρίσι).
  • Crouwel, J. H. – Morris, C.E. 1996= The Beginnings of Mycenaean Pictorial Vase Painting, AA, 197-219.
  • Crouwel, J. H. – Morris, C.E. 2006= Late Mycenaean Pictorial Pottery. A Brief Review, in: Rystedt – Wells 2006, 15-22.
  • Dakorōnia, Ph. 2006= Bronze Age pictorial tradition on Geometric pottery, in: Rystedt – Wells 2006, 171-5.
  • Deger-Jalkotzy, S. – Lemos, I. S. eds., 2006= Ancient Greece from the Mycenaean palaces to the age of Homer, Edinburgh Leventis studies 3 (Edinburgh),
  • Demargne, P. 1965= Die Geburt der griechischen Kunst. Die Kunst im ägäischen Raum von vorgeschichtlicher Zeit bis zum Anfang des 6. vorchristlichen Jahrhunderts, Universum der Kunst (μτφ., Μόωαχο).
  • Desborough, V.R. d’A. 1972= The Greek dark ages (London).
  • Dickinson, O. T. P. K. 1977= The Origins of Mycenaean Civilisation, SIMA 49 (Göteborg).
  • Eder, B. 1998= Argolis, Lakonien, Messenien. Vom Ende der mykenischen Palastzeit bis zur Einwanderung der Dorier (Wien).
  • Furumark, A. 1978= The Thera catastrophe. Consequences for European civilisation, in: Doumas, Chr., εκδ., Thera and the Aegean world, 1. Papers presented at the Second International Scientific Congress, Santorini, Greece, August 1978 (Λονδίνο), 667-674.
  • Hooker, J. T. 1979= The Wanax in Linear B Texts. Kadmos 18 (2): 100–111. 
  • Immerwahr, S. A. 1993= The Mycenaean pictorial style 50 years later, in: Zerner et al. 1993, 217-3.
  • Karageorgis, V. 2001= The Mycenaean pottery of the pictorial style. Achievements and Perspectives, OpAth 25: 91-3.
  • Kardamaki 2009= Ein neuer Keramikfund aus dem Bereich der Westtreppe von Tiryns. Bemalte mykenische Keramik aus dem auf der Westtreppenanlage deponierten Palastschutt, τόμ. 1-2 (Ph. D. Diss. Ruprecht-Karls-University of Heidelberg).
  • Kelder, J. M. 2010= The kingdom of Mycenae. A great Kingdom in the Late Bronze Age Aegean (Bethesda, Md).
  • Kilian, K. 1988= The Emergence of Wanax Ideology in the Mycenaean Palaces». OxfJA 7: 291–302. 
  • Knigge, U. 1988= Der Kerameikos von Athen. Führung durch Ausgrabungen und Geschichte (Athen).
  • Κόκκου-Βυριδή, K. 1979= Τέσσερις Πρωτογεωμετρικοί Τάφοι στο Άργος, ΑΕ 1977, 171-94.
  • Kraiker, W. – Kübler, W. 1939= Die Nekropolen des 12. bis 10. Jahrhunderts. Kerameikos I (Βερολίνο).
  • Kruse 1999= P. Kruse, Hrsg., Götter und Helden der Bronzezeit. Europa im Zeitalter des Odysseus. Ausstellungskatalog Kopenhagen (Bonn 1999).
  • Krystalli-Votsi, Κ. 1980= Cratère géométrique d’Argos, BCH Suppl. 6, 85-92.
  • Lemos 2002= The Protogeometric Aegean. Τhe archaeology of the late eleventh and tenth centuries BC, Oxford monographs on classical archaeology (Οξφόρδη).
  • Marinatos, S. – Hirmer, L. 1959= Kreta und das mykenische Hellas (Μόναχο).
  • Μαρινάτος, Σπ. 1968= To ηφαίστειoν της Θήρας και oι πoλιτισμoί τoυ Aιγαίoυ, Πεπραγμένα τoυ B’ Διεθνoύς Kρητoλoγικoύ Συνεδρίoυ, τόμ. Α (Χανιά), 198-216.
  • Mountjoy, P. A. 1994= Μυκηναϊκή Γραπτή Κεραμική. Οδηγός Ταύτισης (Αθήνα).
  • Palaima, Th. G. 1995= The Nature of the Mycenaean Wanax: Non-Indo-European Origins and Priestly Functions. In: Rehak 1995, 119–39.
  • Paléologou, H. 1980= Un vase géométrique figuratif d’Argos, BCH Suppl. 6, 75-84.
  • Papadimitriou, A. 1988= Bericht zur früheisenzeitlichen Keramik aus der Unterburg von Tiryns. Ausgrabungen in Tiryns, 1982-8, AA, 227-43.
  • Papadimitriou, A. 2006= The Early Iron Age in the Argolid. Some New Aspects, in: Deger-Jalkotzy – Lemos 2006, 531-47.
  • Pulak, C. – Slotta, R. – Yalcin, U., Hrsg., 2005= Das Schiff von Uluburun. Welthandel vor 3000 Jahren. Ausstellungskatalog (Bochum).
  • Rehak, P. 1995= The Role of the Ruler in the Prehistoric Aegean. Aegaeum 11 (Λιέγη).
  • Roes, Α. 1953= Fragments de poterie géométrique trouvés sur les citadelles d’Argos, BCH 77, 90-104.
  • Rystedt, E. 2006= Tracing Stylistic Evolution in Mycenaean Pictorial Vase Painting, in: Rystedt – Wells 2006, 123-9.
  • Rystedt, E. – Wells, B., eds. 2006= Pictorial Pursuits. Figurative Painting on Mycenaean and Geometric Pottery. Papers from two Seminars at the Swedish Institute at Athens in 1999 and 2001 (Stockholm)
  • Schweitzer, B. 1969= Die geometrische Kunst Griechenlands (Kολωνία).
  • Simon 1981= E. Simon, Die griechischen Vasen 2(Μόναχο).
  • Σημαντώνη-Μπουρνιά, Ε. 1997= Αρχαιολογία των πρώιμων ελληνικών χρόνων. Οι αιώνες της διαμόρφωσης 1050-600 π.Χ. (Αθήνα).
  • Snodgrass, A. 1971= The Dark Age of Greece. An Archaeological Survey of the 11th to the 8th Centuries BC. (Edinburgh).
  • Steel, L. 1999= Wine Kraters and Chariots. The Mycenaean pictorial style reconsidered, in: Betancourt et al. 1999, 803-11.
  • Sweeney, J. – Curry, T. – Tzedakis, Y. 1988= The human figure in early Greek art. Catalogue of an Exhibition (Athens – Washington).
  • Tιβέριος, Μ. 1996= Αρχαία αγγεία, Ελληνική Τέχνη (Αθήνα).
  • Ventris, M. – Chadwick, J. 1953= Evidence for Greek Dialect in the Mycenaean Archives, JHS 73, 84–103.
  • Willms, L. 2010= On the IE Etymology of Greek (w)anax, Glotta 86: 232–271.
  • Yamagata, N. 1997= ἄναξ and βασιλεύς in Homer, CQ 47 (1): 1–14.
  • Zerner, P. et al. 1993= Zerner, P. – Winder, J. – Zerner, C., Wace and Blegen. Pottery as evidence for trade in the Aegean Bronze Age, 1939-1989. Proceedings of the International Conference held at the American School of Classical Studies at Athens, december 2-3, 1989 (Amsterdam).

Read Full Post »

Ομιλία στο Δαναό με θέμα: «Το Αργειακό εργαστήριο κεραμικής, κατά την πρωτογεωμετρική και γεωμετρική περίοδο»


 

 

ΣΗΜΑ ΔΑΝΑΟΥO Σύλλογος Αργείων «O Δαναός» έχει την τιμή και την ευχαρίστηση να σας αναγγείλει, ότι  την Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014   και ώρα 6.30 μ.μ. στην αίθουσα διαλέξεων του Συλλόγου Αργείων «ο Δαναός» θα μιλήσει:

ο κ. Δημήτριος Κούσουλας

Αρχαιολόγος με θέμα:

«Το Αργειακό εργαστήριο κεραμικής,

κατά την πρωτογεωμετρική και γεωμετρική περίοδο».

Θα προβληθούν σχετικές διαφάνειες και θα ακολουθήσει συζήτηση.

 

Δημήτριος Κούσουλας

 

 

Δημήτρης Κούσουλας

Δημήτρης Κούσουλας

Γεννήθηκε στην Αθήνα. Μεγάλωσε στο Άργος, όπου και ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές, φοιτώντας στα Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Σχολεία της περιοχής. Κατά τα μαθητικά του χρόνια, έλαβε τιμητική διάκριση από τον Σύλλογο Φιλολόγων Αργολίδας, για την συμμετοχή του σε γραπτό διαγωνισμό, για τον Ιωάννη Καποδίστρια. Το 2000 παίρνει το Εθνικό Απολυτήριο Ενιαίου Λυκείου, από το 1ο Λύκειο Άργους, και εγγράφεται στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, ακολουθώντας την κατεύθυνση της Αρχαιολογίας.

Κατά την διάρκεια των σπουδών του, παρακολούθησε σεμιναριακά μαθήματα προϊστορικής και Κλασικής Αρχαιολογίας, Επιγραφικής, Νομισματικής και Παπυρολογίας και συμμετείχε σε πανεπιστημιακές έρευνες, στα Κύθηρα και την Αμοργό, υπό την Διεύθυνση των καθηγητών Λίλας Μαραγκού και Ιωάννη Πετρόχειλου. Το 2004 ορκίστηκε την πιστή θεραπεία της επιστήμης της Αρχαιολογίας και έλαβε το πτυχίο του.

Το 2005, κατατάσσεται στον Ελληνικό Στρατό, υπηρετώντας 12μηνη θητεία με ειδικότητα οδηγού – διαβιβαστή, ως τον Αύγουστο του 2006. Μεταξύ των ετών 2006- 2011, εργάστηκε σε σωστικές και συστηματικές ανασκαφικές έρευνες της Δ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και της ΚΕ΄ Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, ως επιμελητής αρχαιοτήτων, στην Αργολίδα και την Αρκαδία.

Το έτος 2011, γίνεται δεκτός από το τμήμα μεταπτυχιακών σπουδών Κλασσικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Βόννης, για συνέχιση των σπουδών, υπό την εποπτεία του καθηγητού Frank Rumscheid. Κατά την διάρκεια των σπουδών, ειδικεύεται σε ζητήματα πλαστικής και εικονογραφίας, εκπονώντας σχετικές σεμιναριακές εργασίες, τις οποίες και υποστήριξε προφορικά στα μαθήματα. Τον Ιανουάριο του 2014, παρουσίασε την διπλωματική του εργασία, με θέμα: «Σχέση Επιγραφών και Παραστάσεων στις Αττικές Επιτύμβιες Στήλες του 4ου π.Χ. αι.», ολοκληρώνοντας τον κύκλο των μεταπτυχιακών του σπουδών.

Έχει συμμετάσχει σε Διεθνή Συνέδρια Αρχαιολογίας, παρουσιάζοντας εργασίες σχετικά με την αρχαία ελληνική πλαστική και αρχιτεκτονική και την νομισματοκοπία. Τον Μάιο του 2013, έγιναν δεκτές τρεις εργασίες του – σε γερμανική γλώσσα – στο Διεθνές Συνέδριο Κλασικής Αρχαιολογίας, στην Merida της Ισπανίας. Μέρος των δημοσιεύσεων του επικεντρώνεται στην ακρόπολη της Αλέας (σημ. Μπουγιάτι), η οποία έχει παραμείνει άγνωστη στην διεθνή βιβλιογραφία, από το 1938, οπότε ο καθηγητής της Ζυρίχης Ernst Meyer μελέτησε και αποτύπωσε συστηματικά τα τείχη της πόλης.    

 

Read Full Post »

Το Αρχαίο Στάδιο και η «Ασπίδα» στο Άργος: Η άλλη άποψη.  Δρ. Όλγα Ψυχογυιού, Αρχαιολόγος. Αργειακή Γη, τεύχος 3, Δεκέμβριος 2005.


Από τον Παυσανία αντλούμε τη μοναδική πληροφορία που μας παρέχουν οι αρχαίες γραπτές πηγές σχετικά με τη θέση του Σταδίου, όπου τελούνταν τα Νέμεια και τα Ηραία. Βρίσκεται, μας λέει ο περιηγητής, στην περιοχή του ιερού του Απόλλωνος Δειραδιώτη, όπου το είδε κατά την ανοδική του πορεία προς την Ακρόπολη της Λάρισας, στην κορυφή του λόφου του Κάστρου.

Ο «κιθαρωδός» Απόλλωνας. Τοιχογραφία στον οίκο του Αυγούστου στη Ρώμη, περ. 20 π.Χ.

Ο «κιθαρωδός» Απόλλωνας. Τοιχογραφία στον οίκο του Αυγούστου στη Ρώμη, περ. 20 π.Χ.

Κατά το πέρας των αιώνων τα ίχνη του ιερού αυτού χάθηκαν. Ξεχάστηκε και πού βρισκόταν η Δειράδα. Έτσι, οι περισσότεροι από τους ταξιδιώτες που επι­σκέφτηκαν το Άργος – κυρίως από τα μέσα του 18ου αιώνα- με τον Παυσανία στο χέρι, αναζητώντας τα μνημεία της φημισμένης πόλης, είδαν τα κατάλοιπα του «Κριτηρίου» – Νυμφαίου της Λάρισας στην ανατολική κλιτή του λόφου, κο­ντά στο μεγάλο Θέατρο, και τα ταύτισαν με αυτό το ιερό και συνεπώς τη γύρω του περιοχή με τη Δειράδα. Λίγοι βάδισαν πέρα από τα βορειοδυτικά όρια της πόλης, κάτω από το βράχο της Παναγίας της Κατακεκρυμμένης και πιο πέρα στο διάσελο μεταξύ των δύο λόφων, που ονομάζουμε σήμερα «Πορτίτσες». Θα αναφέρουμε παρακάτω αναλυτικά τις πληροφορίες που μας παρέχουν οι περιη­γήσεις τους.

Μετά τον εντοπισμό του ιερού του Απόλλωνος Δειραδιώτη στη βορειοδυτι­κή κλιτή του λόφου του Προφήτη Ηλία, ο ίδιος ο Wilhelm Vollgraff που το είχε αποκαλύψει, αναζήτησε το Στάδιο στα βορειοδυτικά του ιερού. Ένας αιώνας κλείνει φέτος από τη δημοσίευση της άποψής του. Και χωρίς να είναι αποδεκτή από όλους, η άποψη αυτή παρέμεινε χωρίς παραλλαγή έως το 1986, οπότε ο συνάδελφος Χρήστος Πιτερός τάραξε τα νερά, παρουσιάζοντας μία νέα, δική του άποψη.

Όταν άρχισα να ασχολούμαι επί τόπου με τις αρχαιότητες του Άργους το 1989, δεν είχα λόγο να αμφισβητήσω τη μία ή την άλλη από τις δύο αυτές από­ψεις. Όμως, η αποκάλυψη ενός μεγάλου τμήματος πώρινου μνημειώδους αναλήμματος στην περιοχή «Πορτίτσες» στο βόρειο άκρο της οδού Καρατζά, κατά την ανασκαφική έρευνα που διεξήχθη το 1993 πριν από την τοποθέτηση αγωγού λυμάτων στην οδό αυτή, με οδήγησε στην επανεξέταση των δεδομένων που αφορούσαν στον εντοπισμό του σταδίου όπου τελούνταν οι πανελλήνιοι αγώνες […]

Για τη συνέχεια της ανακοίνωσης της κας Όλγας Ψυχογυιού, πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Το Αρχαίο Στάδιο και η Ασπίδα στο Άργος – Η άλλη άποψη

Read Full Post »

Η μυκηναϊκή Ακρόπολη της Μιδέας


 

 

 Κυκλοφορεί από το Υπουργείο Πολιτισμού – Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, το ενδιαφέρον βιβλίο των Καίτης Δημακοπούλου και Νικολέττας  Διβάρη-Βαλάκου, «Η μυκηναϊκή Ακρόπολη της Μιδέας». Έτος έκδοσης 2010, σελίδες 44.

  

Η μυκηναϊκή Ακρόπολη της Μιδέας

Η μυκηναϊκή Ακρόπολη της Μιδέας

Η Ακρόπολη της Μιδέας αποτελεί το τρίτο σε σπουδαιότητα ισχυρό κέντρο της Μυκηναϊκής Αργολίδας μετά τις δυο άλλες κυκλώπειες ακροπόλεις, τις Μυκήνες και την Τίρυνθα. Η σημασία της ως μεγάλου Μυκηναϊκού κέντρου μαρτυρείται από την κυκλώπεια οχύρωσή της, τα ευρήματα των ανασκαφών, τη θέση της στη μυθολογία και τη σύνδεσή της με το πλούσιο Μυκηναϊκό νεκροταφείο στα γειτονικά Δενδρά.

Η Μιδέα, εκτός από την αρχαία γραμματεία, αναφέρεται και από περιηγητές και ερευνητές του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, που περιέγραψαν τα ορατά ανά τους αιώνες ερείπια της οχύρωσης.

Μικρή έρευνα στην ακρόπολη πραγματοποιήθηκε το 1907 από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο. Ωστόσο, οι πρώτες δοκιμαστικές ανασκαφές στη Μιδέα άρχισαν το 1939 από τον Σουηδό αρχαιολόγο Axel Persson, τον ανασκαφέα των Δενδρών και της Ασίνης. Περιορισμένη έρευνα έγινε και το 1963 από τους Νικόλαο Βερδελή και Paul Astrom, ενώ οι συστηματικές ανασκαφές στην ακρόπολη, ως κοινό Ελληνοσουηδικό πρόγραμμα, άρχισαν το 1983, αρκετά πρόσφατα σε σύγκριση με τις έρευνες στις Μυκήνες και την Τίρυνθα, που ξεκίνησαν έναν αιώνα ενωρίτερα.

Η ακρόπολη ιδρύθηκε σε λόφο με υψόμετρο 268 μ., που δεσπόζει στο βορειοανατολικό μυχό της Αργολικής πεδιάδας. Η στρατηγική της θέση με την απεριόριστη θέα προς όλες τις κατευθύνσεις παρείχε τη δυνατότητα ελέγχου ολόκληρης της πεδιάδας και του Αργολικού κόλπου, πράγμα που συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην εξέλιξη και την ακμή της Μιδέας κατά τη Μυκηναϊκή εποχή. Όπως δείχνουν τα σωζόμενα ίχνη του Μυκηναϊκού οδικού δικτύου στην περιοχή, η ακρόπολη συνδεόταν με τα άλλα μεγάλα κέντρα της Αργολίδας…

Read Full Post »

Διάλεξη: Χρήστος Πιτερός « Ανάγλυφη αρχαϊκή στήλη από το Άργος»


 

O Σύλλογος Αργείων « O Δαναός» έχει την τιμή και την ευχαρίστηση να σας αναγγείλει, ότι  την  Κυριακή  6  Νοεμβρίου 2011  και ώρα 6.30 μ.μ. θα φιλοξενήσει στο Βήμα του, τον Αρχαιολόγο Χρήστο Πιτερό με θέμα: « Ανάγλυφη αρχαϊκή στήλη από το Άργος». Θα προβληθούν σχετικές διαφάνειες και θα ακολουθήσει συζήτηση.

 

Χρήστος Πιτερός

 

Κατάγεται από το Αρκαδικό Ναυπλίας. Σπούδασε Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας και Αρχαιολογία και Τέχνη στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ως αρχαιολόγος του Υπουργείου Πολιτισμού, υπηρέτησε αρχικά στη Βοιωτία   (Θ΄ ΕΠΚΑ)  και στη συνέχεια στην Δ΄ΕΠΚΑ στην Αργολίδα, μέχρι την αφυπηρέτησή του το 2010.

Έχει διενεργήσει μεγάλο αριθμό σωστικών ανασκαφών στη Θήβα, τη Λεβαδιά, το Δήλεσι, τη Σαλαμίνα, στον τύμβο των Σαλαμινομάχων, την Ερέτρεια, την Επίδαυρο, την Ασίνη, το Ναύπλιο, την Τίρυνθα, το Τημένιο και κυρίως στην αιώνια πόλη του Άργους, όπου επικεντρώθηκαν εξ αρχής τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα, όπως η οχύρωση, η πολεοδομική οργάνωση, η τοπογραφία της πόλης και της ευρύτερης περιοχής  και η αργειακή πλαστική.

Έχει λάβει μέρος με ανακοινώσεις σε πολλά διεθνή συνέδρια και έχει δημοσιεύσει πολλές και σημαντικές  επιστημονικές εργασίες, αλλά και εκλαϊκευτικά άρθρα στον αθηναϊκό και τοπικό τύπο. Αρκετές από αυτές, αναφέρονται στο Άργος, όπως: «Το Αρχαίο Στάδιο του Άργους», «Οι Πυραμίδες της Αργολίδας», «Συμβολή στην Αργειακή Τοπογραφία», «Προτάσεις για την ανέγερση ενός νέου Μουσείου στο Άργος», «Η Μυκηναϊκή Ακρόπολη της  Λάρισας του Άργους», «Η Ακρόπολη της Λάρισας και τα τείχη της πόλης του Άργους»,  «Η  λατρεία των Διοσκούρων στο Άργος», «Το Άργος και ο Χάραδρος», « Υστεροαρχαϊκή  επιτύμβια στήλη από το Άργος», «Το Μυκηναϊκό Άργος», «Ηραία τα εν Άργει», «Θέρμες του Άργους, ένας τεκές και ένα καφενείο στα χρόνια της Επανάστασης και της Ανεξαρτησίας», καθώς άρθρα στον αθηναϊκό και τοπικό τύπο, για αρχαιολογικά και γενικότερα θέματα.

Διετέλεσε Διευθυντής της συστηματικής ανασκαφής Ελληνογαλλικής Συνεργασίας στην Αρχαία Αγορά του Άργους, Αναπληρωτής Διευθυντής της Δ΄ ΕΠΚΑ και Πρόεδρος της Επιτροπής έκδοσης του περιοδικού «Ναυπλιακά Ανάλεκτα» (VII, 2009).

 

Read Full Post »

Αρπαγή αρχαιοτήτων από την προεπαναστατική Πελοπόννησο


 

« Αρπαγή αρχαιοτήτων από την προεπαναστατική Πελοπόννησο, περιοχή  Άργους,  1809-1810 »

 (μαρτυρία από ανέκδοτο έγγραφο του 1810)

 

Το θέμα της εισηγήσεως αυτής αναφέρεται σε αρπαγή αρχαιοτήτων από την περιοχή του Άργους κατά το 1809-1810 και στηρίζεται στη μαρτυρία ενός ανέκδοτου εγγράφου που φυλάσσεται στα ιστορικά αρχεία της Ιστο­ρικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος και συγκεκριμένα στο Φά­κελο που περιέχει το αρχείο Ζυγαλάκη. Ο κωδικός αριθμός του εγγράφου είναι 18.875. Το ανωτέρω έγγραφο το είχα εντοπίσει εδώ και δέκα περίπου χρόνια, στο πλαίσιο έρευνάς μου για την περίοδο της διακυβερνήσεως της Πελοποννήσου από τον δευτερότοκο γιο του Αλή πασά των Ιωαννίνων, Βελή πασά (1807-1812).

Πρόκειται για επιστολή ενός Έλληνα, ο οποίος υπογράφεται Μπάκας, (σε άλλο έγγραφο της ίδιας συλλογής διαβάζουμε και το βαπτιστικό του όνο­μα: Αναστάσης [1]) και απευθύνεται σε Οθωμανό μπέη στην Τριπολιτσά. Το όνομα του παραλήπτη της επιστολής δεν αναφέρεται στο έγγραφο, αλλά μπο­ρεί με ασφάλεια να θεωρηθή ότι πρόκειται για τον στενό συνεργάτη, προσω­πικό φίλο και σύμβουλο του Βελή πασά, τον Ισμαήλ Πασόμπεη [2]. Η επιστολή φέρει ημερομηνία 20 Αυγούστου 1810 και συντάχθηκε στο Άργος.

Tο περιεχόμενο της επιστολής σχετίζεται με τη δράση ενός Άγγλου ευγενούς, «μιλόρδο» τον αποκαλεί, του οποίου επίσης δεν αναφέρεται ρητά το όνομα αλλά μετά βεβαιότητος μπορεί να ταυτιστή με τον λόρδο Sligo, γό­νο ισχυρής ιρλανδικής οικογένειας, συμφοιτητή στο Καίμπριτζ και προσω­πικό φίλο του λόρδου Byron.

Όπως προκύπτει από την επιστολή, ο συντάκτης της, ο οποίος συνό­δευε τον λόρδο Sligo στις αρχαιοθηρικές του εξορμήσεις, είχε επιφορτισθή από τον Πασόμπεη να κατασκοπεύη τις κινήσεις του και να τον ενημερώνη σχετικά. Το έγγραφο αυτό έχει, κατά την άποψή μας, πολλαπλό ιστορικό ενδια­φέρον και μπορεί να φώτιση πολλές πλευρές της ιστορίας της προεπανα­στατικής Πελοποννήσου, θα εστιάσουμε όμως την προσοχή μας στα ακό­λουθα σημεία που θεωρούμε ως κατεξοχήν ενδιαφέροντα για τον μελετητή της Ιστορίας αυτής:

 

Άποψη του Άργους (View of Αrgos), 1829 - Guillaume Abel Blouet (Γκιγιώμ Μπλουέ).

 

Είναι γνωστό ότι κατά την πρώτη εικοσαετία του 19ου αιώνα, εποχή ιδιαιτέρως κρίσιμη για το χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και για τις βαλ­κανικές επαρχίες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι ελληνικές περιοχές δέχθηκαν περισσότερους ξένους επισκέπτες, από ό,τι σε ολόκληρο το 18° αιώνα [3].

Το ενδιαφέρον για τις ελληνικές κλασικές αρχαιότητες, που κορυφώθηκε κατά την περίοδο αυτή, είχε αρχίσει να εκδηλώνεται έντονα από τον προηγούμενο (18°) αιώνα, ιδιαίτερα μετά την έκδοση (1764) της Ιστορίας της τέχνης της Αρχαιότητας από τον Βίνκελμαν και την ανάπτυξη του κι­νήματος του κλασικισμού, στο πλαίσιο του οποίου «η λέξη ελληνικό» χρη­σιμοποιήθηκε «για να περιγράψη έργα που έφταναν το ύψιστο ιδανικό της τελειότητας»[4].

Κορυφαίες πνευματικές μορφές, όπως ο Γκαίτε, έθεσαν σκο­πό της ζωής τους την αναζήτηση του ελληνικού ιδεώδους, ενώ στη Βρετα­νία λαμπρά δημόσια και ιδιωτικά οικοδομήματα άρχισαν να κατασκευάζονται κατά τα πρότυπα των κτηρίων της κλασικής Αθήνας. Η απόκτηση ελλη­νικών αρχαιολογικών ευρημάτων έγινε τότε έκφραση ενός συρμού που τον τροφοδοτούσαν οι περιηγητές του ελληνικού χώρου.

Οι μαρτυρίες όμως που έχουμε για το βίο, την πολιτεία και τη δράση των περιηγητών αυτών προ­έρχονται σχεδόν αποκλειστικά από τα απομνημονεύματα και τις ταξιδιω­τικές περιγραφές που δημοσίευσαν οι ίδιοι ή από τις επιστολές τους. Είναι, επομένως, μονόπλευρη και γι’ αυτό έντονα υποκειμενική η πληροφόρηση που διαθέτουμε.

Το έγγραφο 18.875 της IEEE μας επιτρέπει να προσεγγίσουμε μια άλλη οπτική του θέματος, εκείνη της ελληνικής πλευράς, η οποία σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις έχει διασωθεί. Εξάλλου, η διεθνής ιστορική συγκυρία της περιόδου κατά την οποία η Γαλλία του Ναπολέοντα Βοναπάρτη ανέτρεψε με τις σαρωτικές της νίκες επί των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών το διεθνές εδαφικό status quo και προκάλεσε αναδιάταξη των συμμαχιών ανάμεσα στις ευρωπαϊκές δυνάμεις, είχε σημαντικό αντίκτυπο και στην εξωτερική πολιτική της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και ειδικότερα, προκειμένου για τον ελληνικό χώρο, στην πολιτική που άσκησαν τόσο ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων, όσο και ο γιος του Βελής στο Μοριά. Στο έγγραφο αυτό παρέχεται η δυνατότητα να εντοπιστούν και να διερευνηθούν πλευρές της πολιτικής αυτής όχι μόνο στον τομέα των εξωτερικών τους σχέσεων αλλά και της εσωτερικής διακυβερνήσεως των πασαλικίων τους.

Ένα ακόμη σημείο, στο οποίο έμμεσα μόνο θα αναφερθούμε, αλλά πι­στεύουμε ότι διαφωτίζεται από το περιεχόμενο του εγγράφου είναι ο υλικός πολιτισμός στην προεπαναστατική Πελοπόννησο (διατροφή, κατοικίες, πλοία), καθώς και γενικότερα οι συνθήκες της ζωής των Ελλήνων υπό την οθωμανική κατοχή.

Αφετηρία και άξονα, όμως, της εισηγήσεως, με τον οποίο συνδέονται όλα τα προηγούμενα, θα αποτελέση το μεγάλο ζήτημα της αρπαγής αρχαιο­τήτων από την Ελλάδα, στο οποίο αναφέρεται η επιστολή του Μπάκα, καθώς και η στάση του επιστολογράφου απέναντι στο ζήτημα αυτό.

Ο Browne Howe Peter, δεύτερος μαρκήσιος του Sligo (1788-1845), κο­μητείας της δυτικής Ιρλανδίας, υπήρξε ένας από τους πολλούς επώνυμους Ευρωπαίους που επισκέφθηκαν την Ελλάδα λίγα μόλις χρόνια πριν από την Επανάσταση και που επωφελήθηκαν από τις δυνατότητες που τους πα­ρείχαν η εθνικότητα, η κοινωνική θέση, ο πλούτος και η επιτηδειότητά τους για να συναποκομίσουν, επιστρέφοντας στην πατρίδα τους, ελληνικές αρχαιότητες. Ο φίλος και συμφοιτητής του, λόρδος Byron κάνει λόγο στις επι­στολές του [5] για ένα ολόκληρο φορτίο από αγγεία, προερχόμενα από την Αθήνα που είχε πάρει ο Sligo, ενώ, όπως προκύπτει από το έγγραφο της IEEE, αρκετές αρχαιότητες αφαίρεσε και από την ευρύτερη περιοχή της Αργολίδας.

Πύλη Λεόντων.

Το πιο σημαντικό όμως από τα αρχαιολογικά του αποκτήματα υπήρξαν οι κίονες που πλαισίωναν την είσοδο του θολωτού τάφου των Μυ­κηνών, που είναι γνωστός ως «Θησαυρός του Ατρέως». Για τους κίονες αυτούς γίνεται λόγος και στο έγγραφο, γνωρίζουμε όμως και από τη σχε­τική αρχαιολογική βιβλιογραφία [6] ότι παραχωρήθηκαν ως δώρο από τον Βελή πασά στον Sligo, μεταφέρθηκαν στη συνέχεια από αυτόν στην έπαυλή του στο Westport της Ιρλανδίας, όπου και παρέμειναν ξεχασμένοι στα κε­λάρια του κτηρίου επί περίπου 100 χρόνια, ως το 1904, όταν αναγνωρίστη­καν από τον λόρδο Almont και δόθηκαν από τους κληρονόμους του Sligo στο Βρετανικό Μουσείο, όπου και αναστηλώθηκαν [7]. Ως αντάλλαγμα για τη δωρεά των κιόνων στο Βρετανικό Μουσείο οι απόγονοι του λόρδου πήραν από το Μουσείο ακριβή αντίγραφα με τα οποία κόσμησαν την είσοδο του μεγάρου τους, το οποίο από τη δεκαετία του 1960 και εξής είναι ανοικτό στο κοινό ως ιδιωτικό μουσείο κατά τους θερινούς μήνες [8].

Στη λεηλασία της διακοσμήσεως της εισόδου του «Θησαυρού του Ατρέως» από τον Βελή και τον Sligo αναφέρεται και ο Πουκεβίλ, αλλά λό­γω ελλιπούς πληροφορήσεως κάνει λόγο για το υπέρθυρο της εισόδου [9].

Ο λόρδος Sligo εμφανίζεται στο έγγραφο: να διακατέχεται κυριολεκτικά από μανία για την απόκτηση αρχαιοτήτων («Σήμερον πάλιν κατά την συνήθειάν του το μεσημέρι με πήγεν εις τους Μύλους[10] και τον εβούρλισαν [11] οι πλάκες από τα μνήματα· είπε και εις ποίους οδάδες [12] του είχε να τις βάλη και εις ποίον τόπον»), να επείγεται για να εξασφάλιση την κυριότητά τους («του άρεσαν οι κο­λόνες και βιάζει το κατέβασμά τους εις Μύλους») και να επιδίδεται σ’ ένα πραγματικό κυνήγι για την ανεύρεσή τους: μετά από ένα κοπιαστικό ταξίδι από την Τριπολιτσά προς το Άργος δεν στέκεται ούτε να ξαποστάση άλλά, όπως μαρτυρεί ο συντάκτης της επιστολής, «…εις το χάνι δεν εστάθη τρόπος να τον καταπείσω να μείνη έως να γί­νουν τα κοτοπούλια και το αρνί, αλλ’ από την άβραστη γίδα του χανιτζή έφαγε ορθός και με όλον το κάμα εκαβαλίκευσεν χωρίς να σταθή….φθά­νοντας εδώ επήγεν ευθύς εις το σπίτι του Μπερούκα και ανέβη επάνω και είδεν τρία είδωλα εις πλάκες ωσάν εκείνη η μια όπου άρεσε του Νόρτ[13], όπου είχεν μια γυναίκα και έναν άνδρα, έτσι είναι και αυτές οι τρεις όπου ευρέθησαν. Και ένα κεφάλι εύμορφο».

Από το περιεχόμενο του εγγράφου προκύπτει ότι ο Sligo είχε περίπου εν λευκώ τη δυνατότητα να οικειώνεται όσα αρχαιολογικά ευρήματα ήθελε. Με τι αντάλλαγμα άραγε; είναι γνωστό ότι ο Βελή πασάς εμπορευόταν τις αρχαιότητες του Μοριά [14], πρακτική όχι άγνωστη και σε άλλους Οθωμανούς αξιωματούχους.

«Πελάτες» του Βελή πασά υπήρξαν κατά καιρούς οι Βρε­τανοί Gally-Knight και Fazakerley [15], καθώς και η ομάδα από Βρετανούς, Γάλλους και Γερμανούς αρχαιολόγους που διεξήγαγαν το 1812 ανασκαφές στο ναό του Επικούρειου Απόλλωνος στις Βάσσες της Φιγαλείας. Για να είναι μάλιστα σε θέση να εκτιμά την αξία των αρχαιολογικών ευρημάτων και να παζαρεύη ανάλογα το ποσοστό του κέρδους του, αναφέρεται ότι ο Βελή είχε μελετήσει τον Παυσανία, κατά πάσα πιθανότητα από ιταλική μετάφραση. Ενώ όμως ο Βελή κατά κανόνα εμπορεύεται τις αρχαιότητες, στην περίπτωση του Sligo τις δωρίζει και μάλιστα χωρίς να επιμένη ιδιαί­τερα στην ανταπόδοση των συνηθιζόμενων ευχαριστηρίων δώρων εκ μέρους του επισκέπτη του.

 

Ο ναός του Επικούριου Απόλλωνα, Edward Dodwell, 1834.

 

Η τελευταία αυτή παράλειψη [16], αδιανόητη για τις πρα­κτικές της οθωμανικής διοικήσεως, προκαλεί απορία στον συντάκτη της επι­στολής, ο οποίος σπεύδει να ενημέρωση τον Πασόμπεη ότι ο Sligo παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς του, «…έχει μιαν ταμπακέλαν (:εννοεί ταμπακέρα) μέσα εις το καράβι πολλά αξιόλογην και ο μιλόρδος λέγει ότι του κακοφάνηκε οπού δεν είχεν αξιόλογα πράγματα δια να χαρίση του βελιγιουνιάμ [17] αφεντός μας, αλλ’ ευθύς όπου πάγει εις Μάλταν θέλει γράψει αμέσως εις την Εγγλετέραν δια να του έρθουν. Εις την παλιόπολη [18] άκου­σα ο σκλάβος σου από το στόμα του μιλόρδου ότι είχε μιαν ώραν καλήν [19]εις το καράβι και εδώ εις το Άργος είπε ότι είχε και δυο όμορφα μικρά κυάλια…».

Είναι επομένως απαράδεκτο, κατά τον Μπάκα, το γεγονός ότι ο Sligo αποφεύγει να προσφέρη δώρα στον πασά. Φαίνεται ότι η καταγγελία του Μπάκα έπιασε τόπο, γιατί σε επιστολή προερχόμενη από το ίδιο αρχείο [20], που συντάχθηκε στα ελληνικά από τον δραγουμάνο πιθανώς του Sligo και υπογράφεται από τον ίδιο τον λόρδο, απευθύνεται δε στον ίδιο τον μόρα βαλεσί (:τον πασά της Πελοποννήσου) αναφέρεται επί λέξει ότι: «ειδοποιώ ότι από τον τατάρην (:έφιππο αγγελιοφόρο) οπού μαξούς (:ειδικά, επίτηδες) σήμερον ήλθεν δια να λάβη το ωρολόγιον, θέλετε το λάβει αμέ­σως εις την θέλησίν σας».

Στη συνέχεια της επιστολής του αυτής ο λόρδος Sligo δικαιολογείται για την καθυστέρηση της αποστολής του δώρου ισχυριζόμενος ότι «επειδή είναι ολίγον χαλασμένον είχα απόφασιν, αφού το φτιάσω, να το στείλω τη υψηλότητι σας». Ακόμη υπόσχεται ο Sligo ότι θα στείλη στον Βελή και «άλλα μεγαλύτερα και καλλιώτερα πεσχέσια (:δώρα) από την Εγγλετέ­ραν», διότι, κατά τους ισχυρισμούς του, όλα αυτά τα δώρα μπροστά στην «φιλίαν μας δεν είναι τίποτε». Είναι πολύ πιθανόν να ασκήθηκε πίεση στον Sligo από το περιβάλλον του Βελή μετά την επιστολή του Μπάκα προς τον Πασόμπεη, υπενθυμίζοντάς του την εκπλήρωση των κοινωνικών υποχρεώσεών του ως φιλοξενουμένου του πασά.

Πρέπει εδώ να επισημανθή ότι τα ωρολόγια εθεωρούντο πολύ αξιόλογα δώρα κατά την εποχή εκείνη στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, όπως γνωρίζουμε και από άλλες περιπτώσεις ξένων περιηγητών [21]. Αλλά ο Βελή πασάς δεν θα παραχωρούσε αρχαιολογικό θησαυρό, της αξίας των κιόνων του «θολωτού τάφου του Ατρέως», για να εξασφάλιση ένα «ωρολόγιον» και μάλιστα «ολίγον χαλασμένον», έστω και προσδοκών­τας σε μελλοντικές πλουσιότερες προσφορές δώρων από την «Εγγλετέρα». Το ουσιαστικό αντάλλαγμα που ζητούσε ο μόρα βαλεσί από τον Sligo ήταν κυρίως πολιτικό και διπλωματικό, όπως ρητά δηλώνεται και στην προανα­φερθείσα επιστολή του τελευταίου: «χωριστά από τούτα [22] είμαι έτοιμος αν και η υψηλότης σου έχει τίποτε χρείαν από το γκοβέρνο της Εγγλετέρας, όπου αμέσως να τη τελειώσω κάθε της ζήτημα». Ο Sligo, δηλαδή, υπόσχεται πολιτική και διπλωματική υποστήριξη προς τον Βελή από την πλευρά της βρεταννικής κυβερνήσεως.

Είναι φυσικό να γεννηθή η εύλογη απορία, σε ποιο βαθμό θα μπορούσε να είναι αξιόπιστη μια παρόμοια μεγαλεπήβολη υπόσχεση. Πρέπει εδώ να επισημανθή ότι η πολιτική επιρροή της οικογένειας του Sligo, ιδιαίτερα από την πλευρά της μητέρας του, ήταν πολύ μεγάλη. Οι διασυνδέσεις της έφθα­ναν ως τα βασιλικά ανάκτορα της Μ. Βρετανίας και ο λόρδος Sligo εθεω­ρείτο από τους συγχρόνους του ως ένας από τους πιο στενούς προσωπικούς φίλους του μετέπειτα βασιλιά Γεωργίου IV. Η πολιτική δύναμή του ενι­σχυόταν επίσης από την αμύθητη περιουσία της οικογένειάς του, η οποία, μεταξύ άλλων περιλάμβανε εκτεταμένες φυτείες ζαχαροκάλαμου στην Τζαμάϊκα [23] (2.301 εκτάρια ήτοι 23.010 στρέμματα).

Η έκταση της επιρροής του Sligo υποδηλώνεται και από την αλληλογραφία του Byron, όπου γίνεται λό­γος για μεσολάβηση του πρώτου ώστε να απελευθερωθούν εγκάθειρκτοι φί­λοι του [24], καθώς και από την αλαζονεία με την οποία αντιμετώπισε το 1816 το δικαστήριο στο οποίο παραπέμφθηκε μετά την επάνοδό του στην πατρί­δα του με την κατηγορία ότι εξώθησε ή και εξανάγκασε σε λιποταξία άνδρες του βασιλικού βρετανικού ναυτικού, αδίκημα που εθεωρείτο βαρύτατο [25]. Μπορούμε εξ αυτού να εικάσουμε, ότι παρά τη γενικότερη αναξιοπιστία του χαρακτήρα του, ο Sligo ήταν σε θέση να ασκήση την επιρροή του υπέρ του Βελή πασά στην αγγλική αυλή, σε μια εποχή κατά την οποία η εύνοια της τελευταίας ήταν κυριολεκτικά πολύτιμη για την οικογένεια Αλή.

Πιο συγκεκριμένα: η ανάθεση της διοικήσεως της Πελοποννήσου στο Βελή δεν είναι άμοιρη της διεθνούς ιστορικής συγκυρίας στη Νοτιοανατο­λική Ευρώπη: συνδέεται αναπόσπαστα με την έκρηξη του ρωσοτουρκικού πολέμου του 1806-1812. Σύμμαχοι των Γάλλων οι Ρώσοι από το 1807 (δυ­νάμει της συνθήκης του Τίλσιτ που συνήφθη ανάμεσα στον τσάρο Αλέξαν­δρο Α’ και τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη) έθεσαν τότε για μια ακόμη φο­ρά, σε κίνδυνο την ακεραιότητα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Ο κίνδυνος αυτός θορύβησε την Υψηλή Πύλη η οποία αποφάσισε να ενίσχυση περαιτέρω την άμυνα των επαρχιών που είχαν σημαντική στρατηγική θέση και ύποπτο επαναστατικό παρελθόν, όπως ο Μοριάς.  Απέστειλαν λοιπόν στην Πελοπόννησο τον Βελή, επικεφαλής ισχυρού στρατού, για να διασφάλιση την τάξη και την πειθαρχία των κατοίκων. Η ρωσική επίθεση θο­ρύβησε όμως και τη Μεγάλη Βρετανία, η οποία έσπευσε να σύσφιγξη τις σχέσεις της με τους Οθωμανούς και ειδικότερα με τους πιο ισχυρούς πα­σάδες των δυτικών βαλκανικών περιοχών [26]. Ισχυρότερος ανάμεσα σ’ αυτούς ο Αλής είχε ήδη εδραιώσει την εξουσία του στη Νότιο Αλβανία και την Ήπειρο, όταν το 1809 άρχισαν οι Άγγλοι να επιδίδωνται στην κατάληψη των Ιόνιων νησιών.

Η τριετία 1809-1811 χαρακτηρίζεται από τόσο θερμές φιλικές σχέσεις ανάμεσα στον Αλή και τους Άγγλους, ώστε ο Γάλλος πρόξενος στα Γιάν­νενα Φρανσουά Πουκεβίλ θα γράψη αγανακτισμένος ότι «ο Μοριάς και το πασαλίκι των Γιαννίνων αποτελούν τώρα βρετανικές επαρχίες» [27].

Η φιλοβρετανική αυτή πολιτική του Αλή και του Βελή πασά εγγράφεται ασφαλώς στη συνολική εξωτερική πολιτική της Κωνσταντινουπόλεως κατά το ίδιο διάστημα. Αλλά οι ισχυροί αυτοί πασάδες καλλιεργούν υπό το πρόσχημα της νομιμοφροσύνης προς τις εντολές της κεντρικής εξουσίας μια δική τους προσωπική πολιτική τόσο στο εσωτερικό των επαρχιών τους όσο και στις διπλωματικές σχέσεις τους με εκπροσώπους των δυνάμεων.

Οι Άγγλοι εξα­σφαλίζουν μέσω του Αλή απρόσκοπτο ανεφοδιασμό για το στόλο τους που προσπαθεί εκείνη την εποχή να κυριάρχηση στο Ιόνιο. Η σημασία της πα­ρεχόμενης στους Βρετανούς δυνατότητας ανεφοδιασμού στα λιμάνια της επικράτειας του Αλή και του Βελή πασά ήταν πολύ μεγάλη, αν λάβουμε υπόψη τον ηπειρωτικό αποκλεισμό κατά των Άγγλων τον οποίο είχε επι­βάλει από το 1806-1807 [28] ο Ναπολέων σε όλα τα λιμάνια της αυτοκρατορίας του ή των συμμάχων της. Ως αντάλλαγμα για την υποστήριξη αυτή ο Αλής και οι γιοι του δέχονται μεγάλη οικονομική ενίσχυση από την Αγγλία [29] και χρησιμοποιούν ένα μέρος της για να ενισχύσουν την αγγλόφιλη μερίδα στην Κωνσταντι­νούπολη.

Η Βρετανία παρεμβαίνει τότε διπλωματικά υπέρ των συμμάχων της και ο Αλή επιτυγχάνει την άρση μιας σειράς μέτρων που είχε λάβει η Υψηλή Πύλη εναντίον του, θορυβημένη από τις υπερβολικές ηγετικές του τάσεις, τις οποίες εκδήλωνε ήδη φανερά. Η ευνοϊκή αυτή παρέμβαση της Αγγλίας υπέρ του Αλή πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 1810 και σχεδόν αμέσως, τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, ακριβώς δηλαδή κατά την εποχή που ο λόρδος Sligo βρισκόταν στο Άργος και επιδιδόταν στην αφαίρεση όσων αρχαιοτήτων υπέπιπταν στην αντίληψή του, σημειώνεται δραστική αύξηση της αγγλικής οικονομικής βοήθειας προς τον Αλή και τους γιους του.

 

Αρχαίο Θέατρο Άργους, E. Rey 1843

 

Στο μεταξύ ο οθωμανικός στρατός αντιμετωπίζει διαρκώς μεγαλύτερες δυσχέρειες στο μέτωπο του Δούναβη και η Υψηλή Πύλη αποφασίζει να επιστρατεύση τον Βελή, ο οποίος, με μεγάλη απροθυμία, αναχωρεί τελικά από το Μοριά το επόμενο φθινόπωρο επικεφαλής ισχυρού εκστρατευτικού σώ­ματος. Κατά τον Byron [30] ο Sligo είχε προσφερθή να συνοδέψη τον Βελή στο μέτωπο, πράγμα που φαίνεται ότι τελικά δεν συνέβη. Πάντως στις 2 Οκτωβρίου 1810 ο Βελή βρίσκεται ήδη στην πρώτη γραμμή, στο μέτωπο, ενώ ο Sligo εξακολουθεί να παραμένη στο Άργος.

Η απουσία του Βελή από το Μοριά δρομολόγησε, όπως κι ο ίδιος φο­βόταν, μια σειρά από εξελίξεις που επρόκειτο να καταλήξουν στην απομά­κρυνσή του από το αξίωμα του μόρα βαλεσί. Οι πολιτικοί του εχθροί, Τούρκοι και Έλληνες, εκμεταλλεύθηκαν τη δυσαρέσκεια που είχαν προκα­λέσει αφενός στο λαό της Πελοποννήσου οι ληστρικές φορολογικές του πρακτικές και αφετέρου στους ισχυρούς ντόπιους οθωμανούς αγιάνηδες (:οι μουσουλμάνοι πρόκριτοι) ο παραγκωνισμός τους από την ουσιαστική συμ­μετοχή στη διακυβέρνηση της Πελοποννήσου, για να υποβάλουν στην Πύλη το αίτημα της αντικαταστάσεώς του, που έγινε τελικά δεκτό [31].

Σε ό,τι αφορά τον παραλήπτη της επιστολής, τον Ισμαήλ Πασόμπεη, που ο Βελή θεωρούσε συνεργάτη της απόλυτης εμπιστοσύνης του, δεν είναι απόλυτα σαφείς οι πραγματικές του διαθέσεις απέναντι στο Βελή, είναι όμως βέβαιη η κακή του σχέση με τον Αλή, ο οποίος επανειλημμένα επι­δίωξε την απομάκρυνσή του και την εξόντωσή του ακόμη, θεωρώντας ότι υπονομεύει το σεβασμό του Βελή προς τον πατέρα του και τον παρασύρει σε αντίθετη πολιτική προς τη δική του. Είναι πιθανόν, στο πλαίσιο της τα­κτικής του αυτής, ως προς την οποία ο Αλή είχε μάλλον δίκιο, να επιδίω­κε ο Πασόμπεης τον περιορισμό της απροκάλυπτα αγγλόφιλης στάσεως του Βελή και, ενδεχομένως, για το λόγο αυτό ανέθεσε στον Μπάκα την απο­στολή να κατασκοπεύη τις κινήσεις του Sligo.

Η αρνητική διάθεση του Πα­σόμπεη απέναντι των Βρετανών, την οποία συμμεριζόταν, άλλωστε, και το ντόπιο τουρκικό στοιχείο του Μοριά, μπορεί να ανιχνευθή ήδη από το Νοέμβριο του 1809, δέκα περίπου μήνες πριν από τη σύνταξη της επιστολής 18.875, όταν ο ίδιος επιστολογράφος είχε αποστείλει μιαν άλλη επιστολή [32] και πάλι προς τον Πασόμπεη, από τη Ζάκυνθο αυτή τη φορά, με θέμα την παρακολούθηση των Άγγλων που επιχειρούσαν την επέκτασή τους στα Επτάνησα.

Το γεγονός μάλιστα ότι στο λεξιλόγιο του Μπάκα υπεισέρχον­ται και λέξεις επτανησιακές (π.χ. το ρήμα βουρλίζομαι) καθώς και αρκετές ιταλικές υποδηλώνει ότι ενδεχομένως δεν ήταν ντόπιος Αργείος αλλά κατα­γόταν από τη δυτική Ελλάδα, πιθανόν από τα Ιόνια νησιά· ίσως είχε έλθει στο Μοριά, ως άνθρωπος της απόλυτης εμπιστοσύνης του Πασόμπεη, για να διεκπεραιώνη εμπιστευτικές αποστολές. Γενικότερα, πάντως, πρέπει να σημειωθή ότι η ύπαρξη ενός πολύπλοκου δικτύου αλληλοκατασκοπεύσεως ανάμεσα στους ανώτερους αξιωματούχους της αποτελούσε μια από τις συ­νηθέστερες πρακτικές στην οθωμανική επαρχιακή διοίκηση κατά το 18° και το 19° αιώνα. Έτσι, ενώ ο Πασόμπεης κατασκοπεύει τον Sligo, έμμεσα κατασκοπεύει και τον ίδιο το Βελή σε ό,τι άφορα τις πολιτικές και διπλω­ματικές του διασυνδέσεις.

Η θέση των Άγγλων στο Μοριά κλονίζεται όταν το φθινόπωρο του 1810 ο Βελή επιστρατεύεται και αναχωρεί για το μέτωπο, οπότε οι «μιλόρδοι» βρίσκονται αντιμέτωποι με μια νέα, δυσάρεστη γι’ αυτούς πραγματικότητα. Πολύ παραστατικά αποδίδει την εικόνα του νέου σκηνικού που διαμορφώθηκε τότε στην Πελοπόννησο ο Byron [33] με την έντονη διαμαρτυρία του προς τον Άγγλο πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη Στρ. Κάννιγκ, με μια επιστολή του την οποία μάλιστα ανέλαβε να εγχειρίση στον πρεσβευτή ο ίδιος ο Sligo.

Στην επιστολή του καταγγέλλει την απροθυμία του βοεβόδα και του κοτζαμπάση της Κορίνθου να τον φιλοξενήσουν, όπως είχε συνηθίσει από τον καιρό της εξουσίας του Βελή «δεν γνωρίζω κανένα ελαφρυντικό, γιατί μια λέξη από τον μπέη ή τον κοτζαμπάση θ’ αρκούσε για να γίνω δεκτός σε οποιοδήποτε σπίτι του χωριού, όπου παλιότερα (τον καιρό του Βελή πασά) είχα βρει πολύ καλύτερη φιλοξενία». Η καταγγελία αυτή του Byron για έλλειψη διάθεσης φιλοξενίας από την πλευρά των τοπικών αρχών της Κορίνθου θέτει όμως και ένα ακόμη ζή­τημα: αυτό της συμπεριφοράς των φιλοξενουμένων ξένων και ειδικότερα όσων είχαν την εύνοια του πασά.

Στην οθωμανική επικράτεια η πλουσιοπάροχη φιλοξενία των επίσημων επισκεπτών, καθώς και των περιοδευόντων κρατικών αξιωματούχων ήταν δι­οικητικά θεσμοθετημένη. Σε πολλές περιπτώσεις είχε αποκτήσει τη μορφή αναγκαστικής έκτακτης ή και τακτικής φορολογήσεως του τοπικού πληθυ­σμού μιας περιοχής, όπως προκύπτει από τη μελέτη των αντίστοιχων φορο­λογικών καταστίχων [34].

Πολλές περιοχές όμως απαλλάσσονταν από τις υπο­χρεώσεις αυτές και στην κατηγορία αυτή υπαγόταν η πόλη και η ευρύτερη πε­ριοχή του Άργους, που τελούσε υπό την προστασία της Μαριέμ σουλτάνας. Βέβαια, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Λήκ (1805) η απαλλαγή αυτή είχε σε πολλές περιπτώσεις καταστρατηγηθή, με αποτέλεσμα το Άργος να υφί­σταται, όπως και η Κόρινθος, όλες τις συνέπειες της γεωγραφικής του θέ­σεως στο δρόμο που συνέδεε την πρωτεύουσα της Πελοποννήσου Τριπολιτσά με τη Στερεά Ελλάδα. Η υποχρεωτική αυτή φιλοξενία αποτελούσε μια επαχθή υποχρέωση, την οποία επωμιζόταν όλη η κοινότητα, έστω κι αν ως χώρος επιλεγόταν η οικία του κοτζαμπάση ως η πλέον ευπρόσωπη της πόλεως ή του χωριού.

Φαίνεται όμως, όπως τουλάχιστον μπορούμε να συμπεράνουμε από την επιστολή του Μπάκα, ότι μεγάλο πρόβλημα προκαλούσε και η απρεπής, απαιτητική και αλαζονική στάση κάποιων από τους φιλοξενουμένους. Ο Sligo αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση αγενούς φιλοξενουμένου:

 

«Τα μπερουκόπουλα όμως τραβούν περισσότερο διάβολο ότι είναι στο μέσα και ο σκλάβος σου είμαι στο έξω κονάκι, διατί εμπήκεν η αρχόντισσα μέσα στον οδά να ανοίξη το δουλάπι της, είπεν ο μιλόρδος ότι του εκλάπησαν τρεις βελόνες, δια τις οποίες άκουσαν βρισιές και φοβερισμούς όσους στοχασθούν… ο ιμσαξής του διατί έχει νερόν το κρασί εβάρεσεν του μικρού μπερουκόπουλου δυο καλούς μπάτζους και με όλον όπου είναι παιδιά δια την αφεντικήν προσταγήν τα υποφέρουν χωρίς κακοφανισμόν και χωρίς να του λείψη τίποτες».

 

Η περιγραφή αυτή αποτελεί μαρτυρία για το χαρακτήρα και τη νοο­τροπία του μαρκήσιου Sligo, για τον οποίο κάνει άλλωστε διακριτικά αλλά ευδιάγνωστα σχόλια ο Byron «με λύπη μου λέω ότι ο μαρκήσιος έχει κάνει αρκετές επιπολαιότητες, γιατί πιστεύω πως είναι έξυπνος και δεν αμφιβάλ­λω καθόλου πως είναι καλός άνθρωπος» [35]. Εκείνο που ταλανίζει πάντως τους Έλληνες αμφιτρύονες αυτού του αγενούς φιλοξενουμένου δεν είναι τόσο ο επιπόλαιος χαρακτήρας του αλλά, όπως σαφώς τονίζεται στην επι­στολή, «η αφεντική προσταγή», δηλαδή το καθεστώς της υποδουλώσεως.

Η επιστολή που αποτελεί το αντικείμενο αυτού του άρθρου βεβαίως συντάχθηκε ως είδος υπηρεσιακής αναφοράς σε προϊσταμένη αρχή και, όπως είναι φυσικό, δεν μας επιτρέπει να διεισδύσουμε με ασφάλεια στις μύχιες σκέψεις του συντάκτη της. Παρά ταύτα, για τον προσεκτικό ανα­γνώστη είναι σαφής η δυσφορία που αισθάνεται ο Μπάκας τόσο για τη συμπεριφορά και την αναξιοπιστία του Sligo, όσο και για την αφαίρεση των αρχαιοτήτων.

Ενδεικτικά παραθέτουμε κάποιες φράσεις από το κείμενό του που θεωρούμε ότι στηρίζουν τη διαπίστωση αυτή:

 «….αυτά (σημ: τα αρχαία) τα είχεν εις τον οντά και (ο Sligo) τα είδεν τα εσήκωσα ο σκλάβος σου από αυτού και τα πήγα εις άλλο σπίτι….» ή αλλού «αύριο στοχάζομαι θα με πάγη εκεί οπού σκάφτει ο Δημήτρης και ο Περούκας και εις το Ανάπλι, όπου αν δεν ημπορέσω να τον αποκόψω, μόνον εις το βαρούσι (=εξοχή) τον εμπάζω».

Ο τρόπος με τον οποίο αναφέρεται στην αγενή στάση του Sligo απέ­ναντι στα μέλη της σεβαστής για τους Αργείους της προεπαναστατικής πε­ριόδου οικογένειας Περούκα, στην κρυψίνοια και τις αντιφάσεις του «οπού εις Τριπολιτσάν είπεν ότι το καράβι είναι εδικό του και εδώ λέγει ότι αυτός είναι οπού το αρμάτωσεν αυτό το καράβι και εύγαλεν εις τον κούρσο και άλλην φοράν είπεν ότι το έχει ναυλωμένο δια να σεργιανίση την Ελλάδα. Τον ερώτησα ο σκλάβος σου πόσους ανθρώπους έχει εις το καράβι και μου απεκρίθη ότι δεν ηξεύρει, επειδή μιαν φοράν τους κάνει ογδόντα και άλλην φοράν σαράντα διατί έως τώρα είχε τρεις φορές οπού τους έδιωξεν» [36] · τέ­λος η διατύπωση των προσωπικών του παραπόνων στον Πασόμπεη «τι να κάμω τα έχασα, λόγον δεν δέχεται να του ειπή άνθρωπος- στέκομαι ορθός μπροστά του και πηγαίνω νηστικός κονδά του δια να τον ευχαριστήσω» υποδηλώνουν ότι παρά τη ρητή εντολή που του έχει δοθή να ικανοποιή τις αξιώσεις του Sligo, η συνείδησή του επαναστατεί. Καταλήγει να χαρακτηρίση την όλη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει με την παροιμιακή έκφρα­ση «μπρος βαθύ και πίσω ρέμα».

Η δυσφορία του Μπάκα για τη συμπεριφορά και τις αρχαιοθηρικές αξιώσεις των ξένων δεν είναι μεμονωμένη. Αντίθετα από την άποψη που συχνά διατυπώνουν οι ξένοι περιηγητές για δήθεν αδιαφορία των Ελλήνων προς τα έργα των προγόνων τους δεν λείπουν από τις ελληνικές πηγές της περιόδου εκείνης παρόμοια παραδείγματα [37]. Το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η επιστολή του Μπάκα τόσο για την εσωτερική διοίκηση του πασαλικίου της Πελοποννήσου, όσο και για την εξωτερική πολιτική του οθωμανικού κράτους στα ταραγμένα χρόνια της να­πολεόντειας περιόδου, είναι, πιστεύουμε, μεγάλο.

Εξίσου μεγάλη είναι, κατά την άποψή μας, και η σημασία της συγκεκαλυμμένης αλλά δραματικής κραυγής διαμαρτυρίας που αρθρώνει ένας απλός, άσημος Έλληνας της προεπαναστατικής περιόδου για την περιφρόνηση της προσωπικής αξιοπρέ­πειας και το σφετερισμό της πολιτισμικής κληρονομιάς του γένους του στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Η κραυγή αυτή αποτελεί μια ενδιαφέρουσα μαρ­τυρία για την ιδεολογική προετοιμασία της Επαναστάσεως του 1821.

 

Αναστασία Κυρκίνη – Κούτουλα

Δρ. Ιστορίας Πανεπιστημίου Αθηνών, Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.

Τα κείμενο αποδόθηκε στο μονοτονικό, διατηρήθηκε όμως η ορθογραφία της συγγραφέως.

Πρακτικά του ς΄ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών σπουδών (Τρίπολις 24-29 Σεπτενβρίου 2000), ανάτυπον, Αθήναι, 2001-2002.  

 

Σχετικά θέματα:

 

 

Υποσημειώσεις


 

[1] IEEE 18790.

[2] Πρόκειται για τον γνωστό στρατηγό στον οποίο ανατέθηκε αρχικά η διεξαγωγή του πολέμου της Πύλης κατά του Αλή πασά το 1821. Ο λόγος για τον οποίο θεωρούμε ότι αυτός είναι ο άγνωστος παραλήπτης της επιστολής είναι η ύπαρξη και άλλης επι­στολής του Μπάκα στο ίδιο αρχείο, η οποία απευθύνεται στον Πασόμπεη με την ίδια ακριβώς διατύπωση ως προς το χαιρετισμό (αναφέρονται οικογενειακές πληροφορίες π.χ. ευχές για μακροημέρευση του γιου του μπέη) και με παρόμοιο περιεχόμενο, σχετι­ζόμενο με παρακολούθηση της δραστηριότητος Άγγλων στο χώρο της ευρύτερης πε­ριοχής του Ιονίου.

[3] Γ. Τόλια, Ο πυρετός των Μαρμάρων 1800-1820, Ολκός, Αθήνα 1996, σ. 8-9.

[4] Richard Stoneman, Αναζητώντας την κλασική Ελλάδα, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1996, σ. 177.

[5] Λόρδου Μπάυρον, Επιστολές από την Ελλάδα 1809-1811 και 1823-1824, μετάφραση Δημ. Κούρτοβικ, Ιδεόγραμμα, Αθήνα 1996.

[6] βλ. Α. Η. Smith, Lord Elgin and his collection, JHS, τ. 36 (106), σ. 281-293 «Veli pasa of the Morea has had various fragments of sculpture which he has sold to Messrs Knight and Fazakerly and some columns which he has given to Lord Sligo». Παρακάτω ο Σμίθ αναφέρει ότι οι κίονες αυτοί ήταν από το «Θησαυρό του Ατρέα», και παρέμειναν σχεδόν 100 χρόνια στο Westport της Ιρλανδίας.

[7] Βλ. σχετικά και Catherina Philippa Bracken, Κυνηγοί Αρχαιοτήτων στην Ελλάδα 1800-1830, (μετάφραση Λίζας Λάμπρου, επιμ. Κ. Δεμερτζή), έκδ. οίκ. Π. Δ. Γεωργίου και Υιοί Ο.Ε., Θεσσαλονίκη χ.χ., σ. 195, όπου αναφέρεται ότι ο Βελή «το μόνο σίγουρο είναι ότι έδωσε στον μαρκήσιο Sligo δυο θραύσματα κιόνων από την πρό­σοψη της εισόδου του Θησαυρού, που ο Φωβέλ – αγνοώντας τη μυκηναϊκή τεχνοτροπία- τα χαρακτήρισε περσικά ή φοινικικά. Ο Σλίγκο ανταπέδωσε το δώρο με δυο κανόνια και μετέφερε τα θραύσματα στον πύργο του στο Co Mayo του Westport. Το 1904 ο τότε μαρκήσιος έστειλε μια περιγραφή των δυο τεμαχίων στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο. Όταν καθόρισαν εκεί την ταυτότητά τους, τα χάρισε στο Μουσείο. Δυο άλλα τεμάχια είχαν ήδη δωρηθή στο Μουσείο το 1843 και άλλο ένα ακολούθησε το 1900. Όλα μαζί είναι εκτεθειμένα μαζί με τα γλυπτά του Έλγιν. Και άλλα θραύσματα του Θησαυ­ρού βρίσκονταν στην Αθήνα και σ’ άλλα Μουσεία».

[8] Σήμερα έχουν ιδρύσει και ζωολογικό κήπο δίπλα στην είσοδο του Westport, για να αυξήσουν τα έσοδά τους.

[9] Στο Voyage, 1826, IV, 468. Τη μαρτυρία αυτή αναφέρει ο I. Γεννάδειος στο «Ο λόρδος Έλγιν και οι προ αυτού ανά την Ελλάδα αρχαιολογήσαντες επιδρομείς», Αθήναι 1930, σ. 103.

[10] Εννοεί τους Μύλους της Λέρνας, παραθαλάσσιο οικισμό στη δυτική ακτή του αργολικού κόλπου, που χρησίμευε ως λιμάνι του Άργους. Στην περιοχή έγινε σημαντική μάχη το 1825 κατά την οποία οι Έλληνες νίκησαν το στρατό του Ιμπραήμ.

[11] Το ρήμα παραπέμπει σε πιθανή επτανησιακή καταγωγή του συντάκτη της επι­στολής.

[12] Οιά = δωμάτιο, εσωτερικός χώρος σπιτιού (τουρκική λέξη).

[13] Εννοεί τον Fr.North Guilford.

[14] Βλ. σχετικά Αναστασία Κυρκίνη – Κουτουλά, η οθωμανική διοίκη­ση στην Ελλάδα, η περίπτωση της Πελοποννήσου 1715-1821, Αθήνα 1996, σ. 111.

[15] Βλ. Bracken, όπ.π. σ. 199.

[16] Κατά την Bracken, βλ. παραπάνω σημ. 7, το αντάλλαγμα ήταν δυο κανόνια. Εκτός όμως από αυτά οι Οθωμανοί αξιωματούχοι ζητούσαν συνήθως και προσωπικά δώρα, τιμαλφή ή προϊόντα της ευρωπαϊκής τεχνολογίας της εποχής.

[17] Η λέξη βελιγιουνιάμ είναι παλαιά οθωμανική, συνόδευε ως τίτλος τους διοι­κητές επαρχιών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και σήμαινε «αυτόν που παρέχει τα αγαθά» στους υπηκόους.

[18] Δεν μπόρεσα να ταυτίσω το τοπωνύμιο. Ο κ. Δ. Βαγιακάκος μου είπε ότι ήταν σύνηθες να ονομάζουν έτσι παλιούς οικισμούς, εγκαταλελειμμένους, σε αντιδιαστολή με άλλους νεότερους. Αν λοιπόν βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή της Αργολίδας, ίσως αναφέρεται σε κάποιο παλιό οικισμό.

[19] Εννοεί ωρολόγι καλό.

[20] IEEE 18844.

[21] Γνωρίζουμε ότι ο Έλγιν πρόσφερε ωρολόγιο στο λαό της Αθήνας ως αντάλ­λαγμα για τα μάρμαρα του Παρθενώνα. Ο Luisieri συμφώνησε με τον Σαΐδ Αχμέτ, το διάδοχο του Βελή στο αξίωμα του Μόρα βαλεσί, να κάνη ανασκαφές στην Ολυμπία με αντάλλαγμα 500 φλωριά και 1 χρυσό ωρολόγι (Γεννάδιος, δπ.π. σ. 40).

[22] Εννοεί τα δώρα στα οποία αναφέρθηκε προηγουμένως.

[23] Στη Τζαμάϊκα ο Sligo διετέλεσε αργότερα (1834-36) διοικητής και συνέδεσε τη διαχείριση αυτού του αξιώματος με μεγάλες κοινωνικοπολιτικές μεταβολές στην ιστορία του νησιού, όπου έχει ιδρυθή και πόλη με το όνομά του (Sligoville).

[24] Δείγμα της πολιτικής επιρροής του Sligo αποτελεί και η μαρτυρία του Μπάϋρον κατά την οποία ο κοινός γνωστός τους Wallace που ήταν εγκάθειρκτος ζητούσε, να εγγυηθεί ο Sligo γι’ αυτόν. Επίσης το γεγονός ότι ο Μπάϋρον σε αρκετές περιπτώσεις, όπως προκύπτει από τις επιστολές του, αξιοποιεί τις διασυνδέσεις του Silgo με εκδότες, διπλωμάτες κλπ.

[25] Τα επίσημα Πρακτικά της εξαιρετικά ενδιαφέρουσας αυτής δίκης, όπου γίνε­ται λόγος για τις δραστηριότητες γενικά του αγγλικού στόλου στην Ανατολική Μεσό­γειο κατά την προεπαναστατική περίοδο, είναι διαθέσιμα στο Διαδίκτυο, στην Ιστοσελίδα της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Τέξας (http://www.law.utexas.edu/lpop/ etext/newgate5/sligo.htm)

[26] Βλ. Γκριγκόρι Άρς, Η Αλβανία και η Ήπειρος στα τέλη του IΗ’και στις αρχές του ΙΘ’ αιώνα, τα Δυτικοβαλκανικά πασαλίκια της Οθωμανικής Αυτοκρα­τορίας, (μετάφραση Αντ. Διάλλα, Εισαγωγή και σχόλια Βασίλης Παναγιωτόπουλος) Gutenberg, Αθήνα, 1994, σ. 243.

[27] Βλ. Γιώργος Α. Σιορόκας, Η εξωτερική πολιτική του Αλή πασά των Ιωαννίνων, από το Τίλσιτ στη Βιέννη (1807-1815), Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 1999, σ. 153.

[28] Διατάγματα Βερολίνου (1806) και Μιλάνου (1807). Βλ. Σχετικά Berstein-Milza, Ιστορία της Ευρώπης, τ. 1, από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στα Ευρωπαϊκά κράτη, (με­τάφραση Αν. Δημητρακόπουλος), έκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1997, σ. 518.

[29] Με τα χρήματα των Άγγλων μισθοδοτούνται αυτήν την περίοδο οι στρατιώτες του Βελή και του Μουχτάρ.

[30] Μπάϋρον, Επιστολές, όπ.π., σ. 88.

[31] Οι σχέσεις του Βελή με τους ντόπιους Τούρκους αγιάνηδες της Πελοποννή­σου ήταν πράγματι ψυχρές. Ο Βελή ασκούσε προσωπική πολιτική, υπαγορευμένη από τις προσωπικές του φιλοδοξίες και τις γενικότερες αντιπαλότητες ανάμεσα στους αγιάνηδες και στην κεντρική εξουσία, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις φαινόταν να εμπιστεύεται περισσότερο ορισμένους χριστιανούς κοτζαμπάσηδες, όπως π.χ. ο Σωτηράκης Λόντος από ό,τι τους Τούρκους τοπάρχες του Μοριά. Απόλυτη όμως εμπι­στοσύνη έδειχνε σε ένα μόνο πρόσωπο: τον συμπατριώτη και παλαιό φίλο και συν­εργάτη του Ισμαήλ Πασόμπεη, τον παραλήπτη της επιστολής για την οποία γίνεται λόγος.

[32] IEEE 18790.

[33] Ο Byron διαμαρτύρεται έντονα στον Άγγλο πρέσβη Στρ. Κάννιγκ στις 13 Οκτωβρίου 1810 για την απροθυμία του βοεβόδα και του κοτζαμπάση της Κορίνθου να τον φιλοξενήσουν όπως του άρμοζε και όπως είχε συνηθίσει επί Βελή (Μπάϋρον, Επι­στολές, όπ.π., σ. 96).

[34] Δεδομένη ήταν επίσης η υποχρέωσις εξυπηρετήσεως των περιηγητών στις εκδρομές τους. Και σ’ αυτό το σημείο ο Sligo υπήρξε απαράδεκτα απαιτητικός σε ση­μείο που οι αξιώσεις του ξεπερνούν τα όρια του θράσους: «μου λέγει να στείλω μενζήλ καΐκι (: ταχυδρομικό καΐκι) δια να φέρω το τζιαντίρ (: αντίσκηνο) και πάλιν μου λέγει να στείλω τατάρη (έφιππο ταχυδρόμο) και με όλον οπού δεν είναι κανένα εις το χέρι του σκλάβου σου…»

[35] Μπάϋρον, όπ.π., σ. 84. Επιστολή της 23 Αυγούστου 1810.

[36] Η απροθυμία του Sligo να αναφερθή με λεπτομέρειες στο πλήρωμα του καραβιού του, σχετίζεται και με μια άλλη πλευρά της δραστηριότητάς του, για την οποία μας διαφωτίζουν τα πρακτικά της δίκης στην οποία παραπέμφθηκε το 1813, μετά την επιστροφή του στην πατρίδα του, όπου αποδείχθηκε ότι είχε συγκαταλέξει στο πλήρω­μά του και λιποτάκτες του βρετανικού πολεμικού ναυτικού, τους οποίους χρησιμο­ποιούσε ως δικούς του υπαλλήλους. Για την πράξη του αυτή καταδικάστηκε σε τέσσερις μήνες φυλάκιση και σε υψηλό πρόστιμο. Βλ. παραπάνω σημ. 25.

[37] Βλ. σχετικά και Αναστασία Κυρκίνη – Κούτουλα, ο ελληνικός λαός και οι Αρχαιότητες στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, Επιθεώρηση Επιστημονικών και Εκπαιδευτικών Θεμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, τόμος Α2, Αθήνα 1999, σσ. 121-131.

 

 

 

Read Full Post »

Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών, «Η ζωή γύρω από μια ανασκαφή». Ασίνη, Μιδέα, Δενδρά, Μπερμάντι, (Αργολίδα, 1922 – 1959)


 

Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών

Το Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών είναι ένα ιδιωτικό ίδρυμα με έδρα τη Στοκχόλμη που χρηματοδοτείται από το Υπουργείο Παιδείας της Σουηδίας. Στεγάζεται από το 1976 σε ένα διατηρητέο νεοκλασικό κτίριο στην νότια πλαγιά της Ακρόπολης στην περιοχή Μακρυγιάννη. Ιδρύθηκε το 1948 ως αποτέλεσμα των εκτεταμένων ανασκαφών που πραγματοποίησαν Σουηδοί ερευνητές στην Ελλάδα από το 1922 έως το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέχρι το 1948 αιτήσεις για τις άδειες των Σουηδών αρχαιολόγων γίνονταν μέσω άλλων ξένων σχολών στην Ελλάδα. Από τότε και μέχρι σήμερα έχει αναπτύξει ένα σημαντικό αρχείο της εργασίας υπαίθριου (ανασκαφή και έρευνα) στην Κρήτη, καθώς και αρχαιολογικά προγράμματα που περιλαμβάνουν ανασκαφές στην Αφίδνα (Αττική), Ασίνη, Μιδέα, Δενδρά και Μπερμάντι (Αργολίδα), Χανιά, Μάλθι (Μεσσηνία), Παράδεισος (Δυτική Θράκη), Ασέα (Αρκαδία) και Καλαυρεία (Πόρος).

 

Η ζωή γύρω από μια ανασκαφή

 

Το πρώτο ευρύ σουηδικό ανασκαφικό πρόγραμμα στην Ελλάδα έλαβε χώρα στη δεκαετία του 1920 στην αρχαία Ασίνη, σημερινό Καστράκι, που βρίσκεται στην Αργολίδα, κοντά στο Τολό, νοτιοανατολικά του Ναυπλίου. Σύντομα ακολούθησαν και άλλα προγράμματα στην ίδια περιοχή, στα Δενδρά / Μιδέα και στο Μπερμπάτι (σημερινή Πρόσυμνα).

 

Το λιμάνι της Αρχαίας Ασίνης. Διακρίνεται το Τολό δεξιά και η νησίδα Ρόμβη αριστερά. Άφιξη των εφοδίων για τις ανασκαφές. 1922 (Αρχείο Ασίνης).

 

Κύριος ανασκαφεύς σε όλες τις τοποθεσίες πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν ο Axel W. Persson. Τα επιστημονικά αποτελέσματα δημοσιεύτηκαν σε πολλά βιβλία και άρθρα και ο Persson έγραψε επίσης εκλαϊκευμένα έργα, τόσο για την Ασίνη όσο και για τα Δενδρά. Τα τελευ­ταία είναι γραμμένα στη σουηδική γλώσσα και δεν είναι ευπρόσιτα. Τόσο στις επιστημονικές εκδόσεις, όσο και στις εκλαϊκευμένες, γίνονται συχνά εμφανή και όσα συνέβαιναν πέρα από τις ανασκαφές. Στα ημερολόγια αναφέρεται πόσοι εργάτες είχαν απασχοληθεί και στα φωτογραφικά αρχεία έχουν αποτυπωθεί την ώρα της δουλειάς αλλά μερικές φορές και σε άλλες καταστάσεις.

 

Ασίνη. Άνδρες και αγόρια στον προμαχώνα της ανατολικής πλευράς του κυκλικού οχυρώματος της ακροπόλεως. 1922 (© Βασιλικές Συλλογές).

 

Εκείνη την εποχή μια ανασκαφή απασχολούσε γενικώς όλο το χωριό. Άνδρες, γυναίκες και έφηβοι έπαιρναν μέρος στις δραστηριό­τητες γύρω από το πρόγραμμα. Η αναλογία εργατών και αρχαιολόγων ήταν διαφορετική από σήμερα. Οι πρώτοι ήταν πάντα περισσότεροι. Με εξαίρεση την άνοιξη του 1922, όλοι οι εργάτες στο πρόγραμμα της Ασίνης ήταν από την περιοχή. Στο βιβλίο του Asine. De svenska utgràvningarna (Ασίνη, οι σουηδικές ανασκαφές), Ουψάλα 1931, ο Axel W. Persson αναφέρει ότι την άνοιξη του 1922 προσελήφθησαν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, Αρμένιοι, Άραβες και λίγοι Έλληνες, οι οποίοι μιλούσαν όλοι τουρκικά και ο Χρίστος ήταν ο μοναδικός που γνώριζε ελληνικά.

Στην Ασίνη ο αριθμός των εργατών ποίκιλε από είκοσι ως τριάντα κατά την άνοιξη του 1922 και από τριάντα ως σαράντα στο τέλος του ίδιου χρόνου. Το 1924 απασχολήθηκαν δεκαπέντε με είκοσι εργάτες, το 1926 από είκοσι ως πενήντα και το 1930 μόνο πέντε ως δέκα. Οι αριθμοί βεβαίως αντανακλούν την έκταση των εργασιών κατά τα αντίστοιχα χρόνια. Συγκριτικά ο αριθμός των αρχαιολόγων και των βοηθών τους ποτέ δεν έφτασε τους δεκαπέντε και κάποιοι από αυτούς έρχονταν για μικρό χρονικό διάστημα.

 

Ασίνη. Εργασίες δίπλα στα οχυρώματα έγιναν το 1922 και το 1926. Οι άνδρες έσκαβαν και έκαναν μεταφορές με τις χειράμαξες, ενώ οι γυναίκες φτυάριζαν χώμα. Το καλοχτισμένο τείχος αριστερά υποστηρίζει τις σκάλες που ανεβαίνουν στην ακρόπολη από την ανατολική πλευρά. Ίσως το 1926 (Αρχείο Ασίνης).

 

Ο Persson μας πληροφορεί επίσης ότι στις ανασκαφές του θολω­τού τάφου στα Δενδρά το 1926 είχαν απασχοληθεί δέκα άνδρες στην ανασκαφή και αργότερα μερικά κορίτσια για το κοσκίνισμα. Υπήρχε σαφής διαχωρισμός των εργασιών, πράγμα που φαίνεται καθαρά στις φωτογραφίες από την Ασίνη. Οι άνδρες χρησιμοποιούσαν αξίνα, οι γυναίκες και οι έφηβοι φτυάρι και τα κορίτσια κοσκίνιζαν. Το πλύσιμο των οστράκων το είχαν αναλάβει οι γυναίκες, οι έφηβοι και, στο Μπερμπάτι, ακόμα και τα παιδιά.

 

Μπερμπάτι. Η Κωνσταντίνα Μπελεσιώτη του Γεωργίου και ο Axel Persson στην Παναγία. 1937 (Αρχείο Μπερμπάτι).

 

Οι φωτογραφίες δείχνουν τις γυναίκες από την Ασίνη να εργάζονται μαζί με τους άνδρες στη γη, ενώ στα Δενδρά/Μιδέα και στο Μπερμπάτι φαίνεται πως δεν συνέβαινε το ίδιο. Δεν γνωρίζουμε το γιατί, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε πως οι αγρό­τες από τα Δενδρά/Μιδέα και το Μπερμπάτι ήταν σε καλύτερη οικο­νομική κατάσταση απ’ ότι οι ψαράδες στο Τολό. Το εισόδημα από τις ανασκαφές μπορεί να ήταν καλοδεχούμενο στην οικογένεια, αλλά στην Ασίνη ίσως περισσότερο απ’ ότι στα άλλα χωριά. Ο Ορέστης από τις Μυκήνες εργάστηκε στα Δενδρά ως μάγειρας για την ομάδα. Είχε ζητήσει να εργαστεί, καθώς ήταν αυτός που, ως οδηγός, είχε συνοδέψει την αμερικανίδα αρχαιολόγο Dorothy Burr στην ανακάλυψη του θολωτού τάφου. Ο Ορέστης, που πήρε μέρος επίσης στις ανασκαφές στο Μπερμπάτι, ήταν γιος του ιδιοκτήτη της «Ωραίας Ελένης» στις Μυκήνες, ταβέρνα γνωστή για την εξαίρετη κουζίνα της.

 

Δενδρά. Οι αρχαιολόγοι (από αριστερά Erik Knudtzon, Νικόλαος Μπέρτος – έφορος της Αργολίδας – Axel W. Persson και Lie Lindback) λούζουν τα μαλλιά τους στο χωριό, υπό την επιτήρηση του νεαρού Ορέστη από τις Μυκήνες, γιου του ιδιοκτήτη της «Ωραίας Ελένης». (The Persson Papers, Βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου της Ουψάλα).

 

Για τα έτη 1936 και 1937 δεν υπάρχουν πληροφορίες για το εργα­τικό δυναμικό. Από την άλλη μεριά, ο κατάλογος του 1938 είναι μακρύς: Αντώνης Κρεμμύδας, Γιάννης Αλωνιστιώτης, Γεώργιος Πανούσης, Παναγιώτης Χρόνης, Παναγιώτης Κουτσούρης, Παναγιώτης Κρεμμύδας, Γιώργης Παπαϊωάννου, Ευθύμιος Αλωνιστιώτης, Δημήτριος Τέντζερης, Νικόλαος Κλώπας, Ιωάννης Αλωνιστιώτης, Μπάρμπας Γιώργος, Δημήτριος Τρίκκας, Δημήτριος Κοσμόπουλος, Κωνσταντίνα και Κώστας. Η Κωνσταντίνα Μπελεσιώτη του Γεωργίου ήταν η μοναδική γυναίκα, και από τις φωτογραφίες φαίνεται πως μαγείρευε για την ομάδα.

 

Μπερμπάτι. Ο ναός της Παναγίας από τα βορειοδυτικά. (Αρχείο Μπερμπάτι).

 

Ο Κώστας ήταν ο Κωνσταντίνος Ντάσσης (Μπακακάς) από τις Μυκήνες. Πρόκειται αναμφίβολα για τον ίδιο Κώστα που ήταν προϊστάμενος το 1953, αλλά δεν αναφέ­ρεται στον κατάλογο αυτού του έτους που ακολουθεί. Όταν συγκρί­νουμε αυτόν τον κατάλογο με εκείνον του 1953, είναι φανερό πως τα πρόσωπα που αναφέρονται δεν προέρχονται όλα από το Μπερμπάτι, αλλά και από τις Μυκήνες.

Ο κατάλογος του 1953 περιλαμβάνει τους Αθανάσιο Κολιζέρα, Ευάγγελο Κολιζέρα, Δημήτριο Τέντζερη, Γιάννη Αλωνιστιώτη, Γιάννη Χριστόπουλο, Παναγιώτη Κολιζέρα, Νικόλαο Χριστόπουλο από τις Μυκήνες και τους Δημήτρη Γκότση, Νικόλαο Κλώπα, Αναστάσιο Κλώπα, Μιλτιάδη Μπελεσιώτη και Σπύρο Δήμα από το Μπερμπάτι, αν και οι Μπερμπατιώτες δεν εργάστηκαν τόσες μέρες, όσες οι Μυκηναίοι. Αυτή τη χρονιά εμφανίζεται ξανά το όνομα Κωνσταντίνα και υποθέτω πως πρόκειται για την ίδια Κωνσταντίνα Μπελεσιώτη του Γεωργίου που εργαζόταν στις ανασκαφές από το 1938. Πληρωνόταν με 20.000 δραχμές την ημέρα το 1953, όταν οι άνδρες έπαιρναν 30.000. Για το έτος 1959 δυστυχώς έχουμε μόνο τα μικρά ονόματα αυτών που εργάστηκαν στις ανασκαφές: Θάνος, Νίκος, Παναγιώτης, Τάκης, Γιώργος, Άγγελος κι ακόμη ένας Θάνος, του οποίου ο πατέρας είχε πεθάνει. Μερικοί απ’ αυτούς τους άνδρες έχουν ταυτιστεί με κάποι­ους από τον κατάλογο των ανασκαφών του 1953.

 

Ασίνη. Όλοι έβαλαν τα καλά τους για την ομαδική φωτογραφία. Αριστερά ο κύριος Νικόλας Γριμάνης, που ήταν φύλακας στο Μουσείο του Ναυπλίου και εργάστηκε ως προϊστάμενος των εργατών σε όλες τις ανασκαφικές περιόδους. 1922 (Αρχείο Ασίνης).

 

Στα Δενδρά και στο Μπερμπάτι οι ανασκαφές γινόταν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, ενώ στην Ασίνη άρχιζαν γενικώς τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο και μερικές φορές κρατούσαν ως το τέλος Ιουνίου (1924) και μια φορά, το 1926, ως τις 10 Ιουλίου. Η ανασκαφική περίοδος το 1924 διήρκεσε δυόμισι μήνες και το 1926 τρεις. Στην Ασίνη έγιναν ανασκαφές και το φθινόπωρο του 1922. Η διαφορετική χρονική έκτα­ση κάθε ανασκαφικής περιόδου εξηγεί ίσως τον μεγαλύτερο ή μικρό­τερο αριθμό εργατών που χρησιμοποιήθηκαν.

Στα τέλη του 1922, συμμετείχε στις ανασκαφές και ο  Βασιλιάς Γουσταύος VI Αδόλφος, ένθερμος ερασιτέχνης αρχαιολόγος. Ήταν τότε Διάδοχος της Σουηδίας και το ενδιαφέρον του για την αρχαιολογία τον έκανε να πάρει την πρωτοβουλία για τις ανασκαφές στην Ασίνη και τον ώθησε να γίνει ένας από τους ιδρυτές του Σουηδικού Ινστιτούτου Αθηνών. Εδώ πρέπει να προσθέσω ότι ο Διάδοχος πήρε ενεργό μέρος σε όλα τα προγράμματα στην Αργολίδα.

 

Ασίνη (Καστράκι) 1922-1930

 

Η αρχαία Ασίνη προσδιορίζεται από ένα βραχώδες ακρωτήριο, που σήμερα ονομάζεται Καστράκι, κοντά στο Τολό. Μια ομάδα Γάλλων είχε αρχίσει τις έρευνες εδώ, όταν, το 1920, επισκέφθηκε το μέρος ο Διά­δοχος της Σουηδίας Γουσταύος Αδόλφος. Η ομορφιά του τοπίου τον προσέλκυσε.

 

Ασίνη. Οι αρχαιολόγοι γευμάτιζαν κοντά στο ναό της Παναγίας. Εδώ ο Διάδοχος Γουσταύος Αδόλφος. Συχνά το μεσημεριανό αποτελείτο από σαρδέλες και αβγά, όπως εδώ. 1922 (© Βασιλικές Συλλογές).

 

Οι Γάλλοι εγκατέλειψαν τις προσπάθειές τους, όταν άκου­σαν πως ο Διάδοχος ενδιαφερόταν να ξεκινήσουν ανασκαφές από Σουηδούς. Συστάθηκε τότε στη Σουηδία μια επιτροπή με τον Διάδοχο πρόεδρό της. Ο Διάδοχος παρακολούθησε το πρόγραμμα των ανασκαφών από το 1922, που άρχισε, ως το 1930, που τελείωσε, και πήρε μέρος ο ίδιος για έξι εβδομάδες το φθινόπωρο του 1922. Με δική του μάλιστα παρέμβαση εκδόθηκε το 1938 η μελέτη των Ο. Frödin και A.W. Persson, Asine. Results of the Swedish excavations 1922-1930.

Ο Frödin και ο Person ήταν οι διευθυντές των ανασκαφών. Ερεύνησαν όχι μόνο την Ακρόπολη και την ελαφρώς επικλινή βόρειο κλιτύ της, αλλά επίσης μέρος της νοτίου και της ανατολικής κλιτύος του λόφου Μπαρμπούνα, απέναντι. Ανακάλυψαν περισσότερο ή λιγό­τερο συνεχή ίχνη ανθρώπινης παρουσίας από την πρώιμη εποχή του χαλκού ή την αρχή της τρίτης χιλιετηρίδας π.Χ. ως την ύστερη αρχαιό­τητα, σχεδόν τον 4ο αιώνα μ.Χ.

 

Ο Διάδοχος της Σουηδίας Γουσταύος Αδόλφος στις ανασκαφές μαζί με τους αρχαιολόγους. Ο Διάδοχος παρακολούθησε το πρόγραμμα των ανασκαφών από το 1922, που άρχισε, ως το 1930, που τελείωσε, και πήρε μέρος ο ίδιος για έξι εβδομάδες το φθινόπωρο του 1922.

 

Η Ασίνη δεν υπήρξε ποτέ πολύ σημα­ντική τοποθεσία στην Αργολίδα, έπαιξε όμως σπουδαίο ρόλο στην ιστορία ως ασφαλές και καλά προστατευμένο λιμάνι. Η στρατηγική της σπουδαιότητα μαρτυρείται από την τοποθεσία, όπου σήμερα διασώ­ζονται κυρίως τα ελληνιστικά οχυρώματα.

Στα οχυρώματα αυτά έγι­ναν προσθετικά έργα την περίοδο της τουρκοκρατίας και ξαναχρησιμο­ποιήθηκαν από τις ιταλικές κατοχικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι ανασκαφές στην Ασίνη ξανάρχισαν στη δεκαετία του 1970 από το Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών. Πρόσφατα κυκλοφόρησε στα σουη­δικά και στα αγγλικά μια ευρεία μελέτη για την περιοχή του Carl Gustaf Styrenius, Asine. A Swedish excavation site in Greece (Medelhavsmuseet, Skrifter 22) Stockholm 1998, στην οποία περιλαμβάνεται και χρήσιμη βιβλιογραφία.

 

Δενδρά – Μιδέα

 

Ενώ εργαζόταν στην Ασίνη, στα 1926, ο Axel W. Persson προσεκλήθη να ανασκάψει τον θολωτό τάφο στα Δενδρά, στα ανατολικά του Αργολικού Κάμπου. Ο τάφος περιείχε εκπληκτικά ευρήματα, για παράδειγμα το χρυσό κύπελλο με το χταπόδι που σήμερα φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Ο Persson συνέχισε την έρευνα και σε άλλους θαλαμοειδείς τάφους το επόμενο έτος και ξανά το 1937 και το 1939. Κατά την τελευταία ανασκαφική περίοδο ενδιαφέρθηκε κυρίως για την ακρόπολη κοντά στη Μιδέα με τα καλοδιατηρημένα οχυρώματά της από τον 13ο αιώνα π.Χ.

 

Δενδρά. Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής του θολωτού τάφου το 1926, οι αρχαιολόγοι κοιμόνταν στον δρόμο του τάφου κάθε βράδυ από το φόβο των αρχαιοκαπήλων. (The Person Papers, Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Ουψάλα).

 

Ο Persson ανακάλυψε πως ήδη στα μέσα της εποχής του χαλκού ή στο πρώτο μισό της δεύτερης χιλιετηρίδας, η ακρόπολη είχε κατοικηθεί και ξανακατοικήθηκε κατά τη διάρκεια της ακμής του μυκηναϊκού πολιτισμού, τον 13ο και τον 14ο αιώνα π.Χ. Ο Axel W. Persson εξέδωσε τα αποτελέσματα των ερευ­νών του στους τόμους The royal tombs at Dendra near Midea, Lund 1931 και New tombs at Dendra near Midea, Lund 1942. Οι ανασκαφές στη Μιδέα συνεχίζονται με τη συνεργασία ελλή­νων αρχαιολόγων και του Σουηδικού Ινστιτούτου Αθηνών.

 

Μπερμπάτι 1935-1939, 1953 και 1959

 

Ουσιαστικά θεωρούμε ότι οι παλιές ανασκαφές στο Μπερμπάτι περι­λαμβάνουν και τις ανασκαφικές περιόδους της δεκαετίας του 1950, καθώς οι έρευνες της περιόδου 1935-1939 δεν ολοκληρώθηκαν εξ αιτίας του πολέμου. Οι εργασίες που έγιναν κατά τη μεταπολεμική περίοδο συμπληρώνουν αυτές που έγιναν πριν τον πόλεμο.

 

Μπερμπάτι. Ανασκαφή του εργαστηρίου αγγειοπλαστικής στην ανατολική κλιτύ του Μαστού. Τρεις από τους άνδρες έχουν αναγνωριστεί. Αριστερά ο Παναγιώτης Κρεμμύδας ο άνδρας με το μαντήλι στο κεφάλι είναι ο πατέρας του Αντώνιος Κρεμμύδας αριστερά του ο Γεώργιος Πανούσης (;). (Αρχείο Μερμπατιού).

 

Ο Axel W. Persson ξεκίνησε τις έρευνες στο Μπερμπάτι, ανασκάπτοντας πρώτα το θολωτό τάφο, το 1935, ο οποίος είναι γνωστός στην περιοχή ως – Ο Τάφος του Δασκάλου – στοχεύοντας μετά στο Μαστό, το λόφο από ασβεστόλιθο, αυτό το τόσο χαρακτηριστικό πέτρωμα στην δυτική πλευρά της κοιλάδας του Μπερμπατιού. Στο Μαστό υπάρχουν ίχνη ανθρώπινης παρουσίας από την πρώι­μη νεολιθική εποχή, την έκτη χιλιετηρίδα π.Χ. Υπάρχει επίσης ένας μικρός οικισμός της πρώιμης εποχής του χαλκού, την τρίτη χιλιετηρίδα π.Χ., αλλά η δεύτερη χιλιετηρίδα έχει περισσότερο ενδιαφέρον για τον επιστημονικό κόσμο. Στο πρώτο μισό αυτής της χιλιετηρίδας υπάρχει σαφής μαρτυρία παραγωγής κεραμικών, που συνεχίζεται για περίπου εξακόσια χρόνια.

 

Ο Κώστας Ντάσσης (Μπακακάς) από τις Μυκήνες ήταν προϊστάμενος. Εδώ καθώς ανασκάπτει το εργαστήριο αγγειοπλαστικής. 1938 (φωτ. Βο Ηellman, Αρχείο Μπερμπάτι).

 

Μεταγενέστερες έρευνες έδειξαν ότι στην κοιλάδα υπήρχαν εργαστήρια κεραμικής καθ’ όλη την διάρκεια της ιστορίας της. Ο Persson δεν δημοσίευσε τίποτα ο ίδιος, αλλά οι συνεργάτες του, που ήταν υπεύθυνοι για τα διάφορα μέρη της ανασκαφής. Δεν χρειά­ζεται να αναφερθεί πως υπήρξε μεγάλη καθυστέρηση εξ αιτίας του πολέμου.

 

Μουσείο Ναυπλίου. Η Σουηδική Αίθουσα στο μουσείο, πιθανόν κατά τα εγκαίνια μετά το 1930. Οι βιτρίνες αγοράστηκαν από την Επιτροπή για την Ασίνη. Στο βάθος της αίθουσας υπάρχει η σουηδική σημαία. Ο κύριος Νικόλαος Γριμάνης, η σύζυγός του και δυο από τα παιδιά τους ήταν παρόντες. Το αντικείμενο μπροστά στο δάπεδο προέρχεται από τον θαλαμοειδή τάφο στα Δενδρά και βρέθηκε το 1927. (© Βασιλικές Συλλογές).

 

Τα ακόλουθα δημοσιεύματα πραγματεύονται το παλιό υλικό που ανευρέθη: Gοsta Saflund, Excavations at Berbati 1936-1937, Stockholm 1965. Πραγματεύεται τον οικισμό από την τρίτη χιλιετηρί­δα π.Χ. και τους θαλαμοειδείς τάφους που ανακαλύφθηκαν στις χαμηλότερες πλαγιές του Φυτεσούμι, βόρεια του Μαστού.

 

Ναύπλιο, ο δρόμος προς την πλατεία Συντάγματος με το Τριανόν, που τότε ήταν καφενείο. 28 Οκτωβρίου 1922 (© Βασιλικές Συλλογές).

 

Ο Erik J. Holmberg ανέσκαψε και δημοσίευσε έναν θαλαμοειδή τάφο δυτικά του ναού του Αγίου Γεωργίου, A Mycenaean champer tomb near Berbati in Argolis, Goteborg 1983. H Barbro Santillo Frizell δημοσίευσε «The Tholos tomb at Berbati» στο Opuscula Atheniensia 15, 1984. H μελέτη του Ake Akerstrom για την μυκηναϊκή εικονιστική κεραμική που παραγόταν στον Μαστό εκδόθηκε το 1987 στην εκδοτική σειρά του Σουηδικού Ινστιτούτου Αθηνών (Berbati. Vol. 2. The pictorial pottery.) Τα τελευταία δέκα χρόνια έχει γίνει επιφανειακή έρευνα στην κοιλάδα και οι ανασκαφές συνεχίζονται από το Σουηδικό Ινστιτούτο Αθηνών.

 

Αθήνα, Σεπτέμβρης 1998

Berit Wells

Σημείωμα του Berit Wells, στον κατάλογο της Έκθεσης, «Η ζωή γύρω από μια ανασκαφή», που πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα Τέχνης Ναυπλίου, από τις  24 Οκτωβρίου, έως τις  14 Νοεμβρίου 1998, στα πλαίσια των εορτασμών των 50 χρόνων από την ίδρυση του Σουηδικού Ινστιτούτου Αθηνών.   

Read Full Post »

Ηραίον Άργους 


 

 Το Ηραίο του Άργους βρίσκεται ανάμεσα στο Άργος και τις Μυκήνες, στις πλαγιές του λόφου που λεγόταν Αετόβουνο ή Εύβοια. Θεωρείται το κέντρο της λατρείας της Ήρας, της θεάς »Αργείας», όπως την ονομάζει ο Όμηρος. Ας δούμε παρακάτω πως περιγράφει το Ηραίον του Άργους, η ζωγράφος και συγγραφέας Ντιάνα Αντωνακάτου στο βιβλίο της ¨Αργολίδα¨.

 

Ο ιερός τόπος του Ηραίου, νότια από τις Μυκήνες κι’ αυτός στ’ ανατολικά ριζωμένος, αντίκρυ στον κάμπο. Μια ξέφραχτη απλωσύνη πάνω σ’ ένα περή­φανο ύψωμα. Δεν έχει επιβλητικά μυστικά, δεν έχει ερείπια συναρπαστικά, δεν έχει ούτε σύγχρονους πιστούς — δεν έχει ακόμη ούτε εποχές πλαίσιά του. Σ’ όλες τις εποχές κρατάει αυτήν την ίδια ανοιχτή, άσκεπη ευλάβεια, απλω­μένη παλάμη, προσφορά ιερή στην πίστη της μεγάλης θηλυκής θεότητας των Αρχαίων.

Μια Παναγία, χωρίς καλοσύνη, αλλά αυστηρή στην παρθενικότητά της, αλύγιστη στην πίστη του ενός άντρα: η Ήρα. Σ’ όλους τους μήνες το σύγ­χρονο προσκύνημα αποπνέει την ίδια ιερότητα. Δεν υπάρχουν κοντά δέντρα να ορίζουν τις αλλαγές του χρόνου. Μόνον η χλόη ανάμεσα στα λιγοστά ερείπια σημειώνει τη μεταβολή, έχοντας να προσφέρει την ίδια συντροφικότητα με κεί­νη των χορταριών πάνω σε ξεχασμένα κοιμητήρια. Τ’ ανατρίχιασμα του αέρα μόνο τη χλόη διαπερνάει. Διάφορο σαν είναι ξερή το φθινόπωρο κι’ αλλιώτικο σαν είναι δροσερή την άνοιξη.

 

Ηραίον, πίνακας Ντιάνα Αντωνακάτου.

 

Το τοπίο είναι μοναχικό. Το τυλίγει μια μοναξιά χωρίς αλαζονεία, χωρίς σκληρότητα, χωρίς άγχος, μια μοναξιά που απλώνεται με μια θηλυκή γλυκύ­τητα, με ανεπαίσθητη θλίψη καρτερίας, κι’ ενώνεται με ό,τι γύρω εξακολουθεί να είναι ζωή, πάνω στο πιο ζωντανό κομμάτι της Αργολίδας. Μέσα σ’ αυτή τη μοναξιά επικοινωνείς με το Ηραίο. Σιωπή σε συνοδεύει περνώντας από το φυλάκιο στις μεγαλόπρεπες πρώτες σκάλες, πλατειές 81 μέτρα να σε οδηγήσουν από το πρώτο ύψωμα στο δεύτερο του νέου Ναού. Σ’ αυτό το μεσαίο ύψωμα θ’ ακολουθήσεις συγκεντρωμένα τα σπουδαιότερα χνά­ρια των ιστορικών χρόνων να πλαισιώνουν τον Ναό.

Κατά τ’ ανατολικά ένα κτίριο 28X17 μπορεί να χρησίμευε για τελεστήριο, αίθουσα μυστηρίων, όπως στην Ελευσίνα. Κατά τα βόρεια, πίσω από μια δεύτερη κλίμακα 45 μ. πλάτος αναπτύσσονται τρία κτίρια-στοές, 22 Χ 7 μ. πλάτος, με διπλές κολόνες η μικρή και η μεγάλη 63 Χ 10,50 μ. Και μια τρίτη στοά στα βορειοδυτικά. Στα νότια και δυτικά άλλο κτίριο, από τα αρχαιότερα στο είδος του, μ’ αυλή και περιστύ­λιο του 4ου αιώνα ίσως, οίκος για τις ιέρειες της Θεάς που αγγίζει με τη μια γωνία του μια τέταρτη στοά, αυτήν της εισόδου με την πιο τέλεια κατασκευή απ’ όλα τα κτίσματα του Ηραίου. Πιο μακριά, δυτικά, ανακαλύπτεις ρωμαϊκές θέρμες κι’ άλλες στοές.

Στο μέσον αυτών των κτιρίων ο νέος ναός, εφάμιλλος των ωραιοτέρων ιστορικών, κτισμένος από τον Ευπόλεμο σ’ αντικατάσταση του αρχαϊκού που κάηκε. Η βάση του 39 Χ 20 μέτρα, με έξη δωρικές κολόνες περιστύλιο και δώδεκα στα πλάγια. Στο εσωτερικό το υπόβαθρο των τοίχων του σηκού και τα θεμέλια των εσωτερικών κιόνων. Μέσα εκεί το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Θεάς καθισμένης στο θρόνο, έργο του Πολυκλείτου. Και κοντά ένα ξύλινο άγαλμα της Ήρας κλεμμένο από την Τίρυνθα το 468 π.Χ.

Στο Εθνικό Μουσείο λίγα κομμάτια από τα αετώματα υπάρχουν μόνο. (Ο Παυσανίας ιστορεί πως το ένα έδινε τη γέννηση του Δία και τη μάχη των Γιγάντων, το άλλο την άλωση της Τροίας). Στα προπύλαια υπήρχαν αγάλματα ιερειών, ηρώων και του Ορέστη. Στο τρίτο ύψωμα ο αρχαίος ναός της Ήρας – κάηκε το 423 π.Χ. – δεσπόζει ακόμη με μια μεγαλοπρέπεια κυριαρχική από το ύψος των 252 μέτρων, ενώ πίσω το βουνό της Εύβοιας ανεβαίνει ως τα 700 μέτρα. Ανάμεσα σε δυο μικρά ποτάμια, τον Αστερίονα και τον Ελευθέριο –  τα νερά τους ιερά για την κάθαρση της ιέρειας κατάξερα τώρα – ο χώρος θα είχε αιώνων λατρεία στη θεά ή σε μια θεότητα προκάτοχό της και στις Μυκηναϊ­κές εποχές. Ο θρύλος εδώ ορίζει το μέρος οπού ο Αγαμέμνων όρκισε τους Α­χαιούς πριν από την Τροία.

Κατά τις ανασκαφές του 1926 βρέθηκαν πάνω από τον αρχαϊκό ναό κεραμικά Νεολιθικά και τάφοι της Προελλαδικής εποχής, ακό­μη και Μυκηναϊκής και Γεωμετρικής. Όλα αυτά μας βεβαιώνουν πόσο μακρό­χρονα ιερός ήταν αυτός ο τόπος της θεάς των φυσικών στοιχείων που έγινε το ιερό τέμενος του Άργους, το μέγα προσκύνημα, το καταφύγιο στις κακές ώρες, αλλά και της γιορταστικής χαράς τους η μεγάλη ρίζα.

Η έκφραση της υπέρτατης ευλάβειας δίνεται μέσα από την αρχαιότητα με τα δυο αγάλματα των Δελφών, των Αργείων αδελφών Κλέοβι και Βίτωνα. Αφιερώματα στην υψίστη ευσέβεια. Γιοι της Ιέρειας της Ήρας έσυραν με τους ώμους τους το λατρευτικό άρμα φέρνοντας οι ίδιοι τη μητέρα τους στο Ηραίο, για νάρθουν να κοιμηθούν εξαντλημένοι βρίσκοντας τον αιώνιο ύπνο – δώρο της θεϊκής εύ­νοιας – την ίδια νύχτα. Δεν υπάρχει κανένα γεγονός πολεμικό που να μην είναι επίσης συνδεδεμένο μ’ αύτη την ευλάβεια προς την Μητέρα Θεών και Ανθρώπων, τιμημένη από ντόπιους και ξένους, φίλους και εχθρούς.

Ο Κλεομένης αφού σκότωσε 7000 εχθρούς του Αργείους μέσα στο ιερό Άλσος της Σηπείας, κοντά στην Τίρυνθα ήρθε, κατά την παράδοση, στο Η­ραίο για θυσίες και εξιλασμό με χίλιους στρατιώτες, μπαίνοντας με τη βία στον Ναό. Όμως στο πλησίασμά του το άγαλμα της πολιούχου του Άργους, βγάζοντας φλόγες από το στήθος, του έδειξε την οργή της Θεάς για την κατα­στροφή της αγαπημένης της πολιτείας.

Η μεγάλη γιορτή της τα «Ηραία» γίνονταν τον δεύτερο χρόνο κάθε Ολυμπιάδος κι’ ήταν η επισημότερη γιορτή των Αργείων, θρησκευτική και εθνι­κή μαζί. Με θυσίες – ήταν πολλές κι’ ονομάσθηκαν γι’ αυτό Εκατόμβαια – με αγώνες – το έπαθλό τους μια χάλκινη ασπίδα, «Χαλκείος Αγών» – με πομπές και παρελάσεις από νέους και νέες. Και τέλος με ξεφαντώματα.

Οι Ιέρειες λογαριάζονταν υψηλά πρόσωπα – τα ονόματά τους κρατούσαν από βασιλικά γένη. Καταγραμμένα μαζί με τις ημερομηνίες της υπηρεσίας τους στο ναό, σήμαιναν για τους Αργείους μέτρο ημερομηνίας. Η γιορτή άρχιζε μόνον όταν η Ιέρεια ερχόταν πάνω στο άρμα, το οδηγημένο από δυο άσπρα βόδια. Όταν το Θέατρο της πόλεως μπορούσε να χωρέσει είκοσι χιλιάδες θεα­τές, είναι εύκολο να φαντασθεί κανείς πόσες χιλιάδες πιστούς και προσκυνη­τές μπορούσε να συγκεντρώσει τέτοια μεγαλόπρεπη και πολυήμερη γιορτή σ’ έναν ανοιχτό υπαίθριο χώρο.

Κι’ είναι εύκολο να φαντασθεί κανείς τα πλήθη των αιώνιων γυναικείων πόθων και καημών, καθώς θ’ ανέβαιναν τις πλατειές σκάλες, με τ’ αναθήματά τους, ικέτιδες της δικιάς τους Θεάς. Όμοιες με τα παντοτινά χιλιόπυκνα γυναικεία πλήθη που σέρνονται, κάποτε γονατιστά, τάζουν και ολονυχτούν εμπρός σ’ όλες τις Παναγίες με τα μύρια χαϊδευτικά της τοπικής ευλάβειας, ως σήμερα. (Του Άργους η Ήρα είχε διάφορα υποκοριστι­κά λατρευτικά: Ανθεία, Ακραία, Ειλειθυΐα).

Αν γινόταν ξαφνικά οι ίσκιοι των νεκρών πιστών όλων των εποχών, να πορεύονταν μαζί σε τούτο το Ιερό, ο Αργείος χώρος θα γέμιζε, θα ξεχείλιζε. Η ανάσα τους λιβανωτό ευλάβειας μιας χιλιετηρίδας, θα πύκνωνε τότε σ’ ένα μεγάλο σύννεφο γκρίζο, ταξιδιάρικο προς τα βόρεια, προς τον Όλυμπο. Γύρω όμως μόνον η άνοιξη προβάλλει ποικιλόχρωμο μωσαϊκό μιας γης πολυδουλεμένης. Ένα άσπρο σύννεφο ταξιδεύει κατά τη θάλασσα. Το σημαδεύει μια μονά­χα κολόνα μισογκρέμιστη, σ’ όλο το χώρο της αλλοτινής μεγαλοπρέπειας. Εδώ, ούτε τον ίσκιο της Θεάς δεν κράτησαν οι ανελέητοι αιώνες.

  

Πηγή

 
  • Ντιάνα Αντωνακάτου, «Αργολίδα», Αθήνα, Δεκέμβριος 1967.

 

Διαβάστε ακόμη:

Read Full Post »

Καποδίστριας Βιάρος (1774-1842)


 

 

 

Καποδίστριας Βιάρος

Νομικός, πολιτικός, γερουσιαστής και μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Γεννήθηκε στην Κέρκυρα και ήταν γιος του κόμη Αντώνιου Μαρία Καποδίστρια, γόνου αρχοντικής οικογένειας της Κέρκυρας και αδελ­φός του Ιωάννη και του Αυγουστίνου. Σπούδασε νομικά στην Πάντοβα και αναμείχθηκε στην πολι­τική ζωή των Επτανήσων. Διατέλεσε γερουσια­στής Κέρκυρας, μέλος της Εθνικής Ιατρικής Εται­ρείας, ενώ το 1818 μυήθηκε και στη Φιλική Εται­ρεία.

 

 

Όταν ο αδελφός του Ιωάννης ήλθε στην Ελ­λάδα, ο Βιάρος χρημάτισε μέλος του Πανελληνίου με αρμοδιότητα τα οικονομικά θέματα του στρατεύματος, διοικητής Σποράδων και γραμμα­τέας της Γραμματείας Ναυτικών. Επίσης, σημα­ντική ήταν η προσφορά του στην ίδρυση του Αρχαιολογικού Μουσείου στην Αίγινα, ενώ διατέλεσε και πρόεδρος της διοικητικής επιτροπής του ορ­φανοτροφείου του νησιού. Λόγω της όξυνσης της πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα επέστρεψε το 1831 στην Κέρκυρα, όπου και πέθανε το 1842.

 

 

Πηγές


 

  • Παύλος Δρανδάκης, «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια», Εκδοτικός Οργανισμός «Ο Φοίνιξ», Αθήναι, χ.χ.  
  • Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τόμος 21, Εκδόσεις National Geographic, Αθήνα, 2010.   

 

 

Σχετικά θέματα:

 

Read Full Post »

William Shakespeare, Οθέλλος, 6 & 7 Αυγούστου 2010, 21:00 / Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου – Schaubühne am lehniner platz – Thomas Ostermeier 


 

Οθέλλος - Μicromosaic

Ο Τόμας Οστερμάιερ, διευθυντής της διάσημης Σαουμπύνε του Βερολίνου έρχεται στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου για να παρουσιάσει σε παγκόσμια πρεμιέρα τον «Οθέλλο» του Σαίξπηρ.

Η τραγωδία του Οθέλλου (1604), του «μαύρου της Βενετίας», έχει μείνει γνωστή ως η τραγωδία της ζήλιας. Ο Οθέλλος, Μαυριτανός αξιωματικός της Βενετίας, έχει παντρευτεί κρυφά με τη νεαρή Δυσδαιμόνα. Όταν όμως αδικεί τον φιλόδοξο στρατιώτη Ιάγο και δεν τον προάγει στη στρατιωτική ιεραρχία, ο τελευταίος θέτει σε εφαρμογή ένα σχέδιο εκδίκησης, με σκοπό να ξυπνήσει στον Οθέλλο την καταστροφική ζήλια.

Δυσδαιμόνα - Frederic Leighton c. 1888

Έτσι, ο Οθέλλος δεν θα αργήσει να παραπλανηθεί και να πέσει στην παγίδα και πιστεύοντας ότι η Δυσδαιμόνα τον απατά την δολοφονεί και αυτοκτονεί. Και βέβαια, ο Οστερμάιερ με τη γνωστή ανατρεπτική του ματιά πάνω στους κλασικούς, επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις για το κοινό, κρατώντας μυστικό το χρώμα του ήρωα και τοποθετώντας στο μέσο της ορχήστρας μία πισίνα με μαύρο πετρέλαιο. Απ’ την άλλη, κάμερες από την επί σκηνής βίντεο εγκατάσταση, κάνουν κοντινά πλάνα στους ηθοποιούς και προβάλλουν την εικόνα τους, ώστε οι θεατές να μπορούν να τους βλέπουν όπου κι αν κάθονται.

 

Title page of the first quarto (1622)

Ο Οθέλλος, ο Μαύρος της Βενετίας,  θεατρικό έργο του μεγάλου άγγλου συγγραφέα Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (1564-1616), γράφτηκε γύρω στο 1604. Η πρεμιέρα του Οθέλλου ανέβηκε στις 1 Νοεμβρίου 1604 στο Palace of Whitehall.

Σκηνοθεσία: Thomas Ostermeier
Σκηνικά: Jan Pappelbaum
Κοστούμια: Nina Wetzel  Μουσική: Nils Ostendorf
Βίντεο: Sebastien Dupouey
Φωτισμοί: Erich Schneider

Παγκόσμια πρεμιέρα.
Παραγωγή: Schaubühne am Lehniner Platz, σε συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ Αθηνών.
Στα γερμανικά με ελληνικούς υπέρτιτλους.

Για πληροφορίες & τηλεφωνικές κρατήσεις, καλέστε τα εκδοτήρια του Ελληνικού Φεστιβάλ :  210 32 72 000.

Read Full Post »

« Newer Posts - Older Posts »