Η επιδημία της πανώλης στην Ερμιονίδα (1824, 1828) |Γιάννης Σπετσιώτης – Τζένη Ντεστάκου
Σε όλη τη διάρκεια του 18ου αιώνα, μόνο για δώδεκα χρόνια δεν αναφέρονται θάνατοι από κάποια επιδημία στον ελληνικό κόσμο. Η πανώλη (πανούκλα, θανατικό ή λοιμός) ήταν συχνότερη και φονικότερη, συνοδευόμενη όμως από τον τύφο, την ευλογιά, τη χολέρα, τη λέπρα… Μια εξίσου φονική έξαρσή της θα εκδηλωθεί στην Κωνσταντινούπολη, το 1778, ενώ, λίγο πριν την Επανάσταση, η πανούκλα του 1812-1819 ήταν η πιο θανατηφόρα.
Η πρώτη καταγεγραμμένη επιδημία μετά την κήρυξη της Επανάστασης εκδηλώθηκε στην Τρίπολη, είχε ως αιτία τον εξανθηματικό τύφο που προκάλεσε περίπου 3.000 θανάτους, ενώ επιδημία τύφου εκδηλώθηκε αργότερα, στο Ναύπλιο και σε άλλες πόλεις που τελούσαν υπό πολιορκία. Στο Μεσολόγγι ίσως οι θάνατοι από δυσεντερία να ξεπέρασαν εκείνους της ηρωικής Εξόδου.
Όμως, η τελευταία μεγάλη επιδημία την οποία αντιμετώπισαν οι αγωνιζόμενοι Έλληνες ήταν στα 1828 και αντιμετωπίστηκε από τον Καποδίστρια, που μόλις πριν τρεις μήνες είχε φθάσει στην Ελλάδα…
Στις 12 Φεβρουαρίου του 1824 το Υπουργείο Αστυνομίας απέστειλε έγγραφο στην προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας που είχε εγκατασταθεί, για δεύτερη φορά, στην Ερμιονίδα,[1] προκειμένου να ενημερωθεί για την εμφάνιση της θανατηφόρας επιδημίας της πανώλης στην Ερμιόνη.
Η ηγεσία του Υπουργείου Αστυνομίας ανατέθηκε προσωρινά στον τότε Υπουργό Εσωτερικών Γρηγόριο Δικαίο (Παπαφλέσσα), ο οποίος έλαβε άμεσα «προφυλακτικά», καθώς ανέφερε, μέτρα, όπως είχε υποχρέωση. Επειδή όμως «η απαιτουμένη εντελώς προφύλαξις είναι αδύνατος και επομένως είναι ενδεχόμενο να διαδοθή το μίασμα και να μεταδοθή το κακό», είναι σκόπιμο όλα αυτά να τα σκεφθεί η Διοίκηση και να αποφασίσει σχετικά με την παραμονή της ή μη στην πόλη. Τελικά, στις 6 Μαρτίου 1824, η Διοίκηση (Βουλευτικό και Εκτελεστικό) αποχώρησε από το Κρανίδι και παρέμεινε για τρεις ημέρες στα πλοία, που ήσαν αγκυροβολημένα στον Αργολικό Κόλπο.
Πέντε μήνες αργότερα, στις 11 Ιουλίου 1824, «Ο φίλος του Νόμου – Εφημερίς της Διοικήσεως και της Νήσου Ύδρας», αρ.φ.34, δημοσίευσε επιστολές της τοπικής Διοίκησης (Δημογεροντίας της Ερμιόνης), όπου βεβαιώνεται ότι η πανώλη «έπαυσε» προ 2 μηνών. Ωστόσο, προ δωδεκαημέρου, απεβίωσε «εις άνθρωπος το οποίον έδωκεν υποψίαν» αλλά τελικώς εφάνη ότι ουδόλως σχετίζεται με την επιδημία της πανώλης, καθώς στο σπίτι που διέμενε ουδείς άλλος νόσησε. Επισημαίνεται, μάλιστα, στην επιστολή τους ότι η πόλη ζητεί να αποκατασταθεί η συγκοινωνία, αφού κίνδυνος πλέον δεν υφίσταται.
Στα μέσα Απριλίου 1828 νέα επιδημία πανώλης που φαίνεται να ξεκίνησε από την Ύδρα, έπληξε τον Πειραιά, τα νησιά του Σαρωνικού και απείλησε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Λέγεται πως τη μετέδωσαν τα αιγυπτιακά στρατεύματα του Ιμπραήμ. Σύμφωνα, όμως, με την εφημερίδα «La Gazzette de France», No 168/17 Ιουλίου 1828, την πανώλη «έφεραν» στην Ύδρα και τις Σπέτσες Έλληνες αιχμάλωτοι που είχαν επιστρέψει στα νησιά από το στρατόπεδο του Ιμπραήμ. (περισσότερα…)














