Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Ξένοι Περιηγητές’

Άργος  – Φραγκίσκου  Πουκεβίλ (Pouqueville, François Charles Hugues Laurent)   


 

 

Ο  Φιλέλληνας Φραγκίσκος Πουκεβίλ (1770-1838) γνώρισε για πρώτη φορά την Ελλάδα ως αιχμάλωτος των Τούρκων, όταν επιστρέφοντας από την Αίγυπτο όπου είχε ακολουθήσει τον Ναπολέοντα, συνελήφθη από Αλγερινούς πειρατές οι οποίοι τον παρέδωσαν στους Τούρκους στην Πύλο.

 Στην συνέχεια μεταφέρθηκε στην Τρίπολη και το Ναύπλιο, όπου παρέμεινε έγκλειστος περίπου οκτώ μήνες.  Στο διάστημα αυτό ο Πουκεβίλ είχε την ευκαιρία να μάθει την νεοελληνική γλώσσα και να συγγράψει το πεντάτομο έργο του « Ταξίδι στο Μοριά, στην Κωνσταντινούπολη, στην Αλβανία και σε πολλά άλλα μέρη της οθωμανικής αυτοκρατορίας». (Voyage en Moree, a Constantinople, en Albanie et dans plusiers autres parties de l’ empire ottoman). Το έργο εκδόθηκε το 1805 στο Παρίσι. 

Το 1820 εκδίδει στο Παρίσι το νέο πεντάτομο έργο του, «Ταξίδι στην Ελλάδα» (Voyage dans la Grece),  το οποίο  γίνεται δεκτό με ενθουσιασμό. Το συναρπαστικό περιεχόμενο με αρχαιολογικό υλικό, με ιστορικά γεγονότα της εποχής εκείνης, με Δημοτικά τραγούδια και περιγραφές των εθίμων, με στοιχεία για τον πληθυσμό και την οικονομική ζωή του τόπου αλλά και έκθεση για την πανίδα της χώρας, τονώνουν τα αισθήματα συμπάθειας των αναγνωστών προς την δοκιμαζόμενη Ελλάδα.

Σ’ αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο αναφέρεται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας μεταξύ των οποίων και στην Αργολίδα, με αρκετές σημαντικές λεπτομέρειες.

 Στο κείμενο που ακολουθεί  ο Πουκεβίλ περιγράφει την επίσκεψή του στο Άργος. 

  

Οργισμένος όταν είδε τον Ίναχο να παραχωρεί την Αργολίδα στην Ήρα, ο Ποσειδώνας εκδικήθηκε στερώντας την περιοχή από τα νερά της. Κι έτσι, στην προσπάθεια τους να ερμηνεύσουν ένα φαινόμενο που επέρχεται κάθε χρόνο, οι άνθρωποι επινόησαν ένα θαύμα. 

Το φαινόμενο είναι απολύτως φυσιολογικό, αφού  ο ποταμός αυτός, που δεν είναι παρά ένας χείμαρρος, διακόπτει τη ροή του μόλις περάσει η εποχή των βροχών. Καθώς  όμως τα πάντα στην Ελλάδα περιβάλλονταν από ένα πέπλο  μυστήριου, η φαντασία των ποιητών, των πρώτων δηλαδή ιστοριογράφων της, άφησε να παρεισφρήσουν μέσα στις αφηγήσεις τους και ορισμένοι μύθοι, πίσω από τους οποίους κρύβονταν μερικά φαινόμενα απολύτως φυσιολογικά. 

Το γεγονός αυτό με κάνει να πιστεύω ότι, σε πολύ απώτερους χρόνους, η περιλαμβανομένη μεταξύ της Τίρυνθος και του στομίου του Ίναχου ακτή είχε κατακλυστεί απ’ αυτό τον ποταμό, κι ότι εκείνος, εκχειλίζοντας, είναι πιθανόν να διαμόρφωσε μια λίμνη, η στάθμη της οποίας ανήλθε ως το ύψος του Άργους. 

Ένα συγκεκριμένο φαινόμενο συνηγορεί υπέρ αυτού του γεγονότος, ότι δηλαδή (πληροφορία που μου παρείχαν οι ίδιοι οι κάτοικοι της περιοχής) παρατηρείται ένας εποχιακός κατακλυσμός, ο οποίος, αφού προκαλέσει επί πέντε χρόνια πλημμύρες στα περίχωρα της Μαντινείας, σταματά αιφνιδίως, και τότε τα νερά, περνώντας μέσα από υπόγειες διώρυγες, διοχετεύονται στην πεδιάδα του Άργους, κατακλύζοντας όλη την έκταση επί ένα χρόνο, όσο δηλαδή διάστημα απαιτείται για την απορροή τους στη θάλασσα. 

Αν η εκχείλιση των νερών από τις υψηλότερες κοιλάδες προς τη λεκάνη της Αργολίδας είχε πράγματι συμβεί κατά την προϊστορική εποχή, μια εποχή στην οποία επέστρεψε και πάλι η σύγχρονη Ελλάδα, εξαιτίας  του εκβαρβαρισμού της, θα ήταν επόμενο η δόνηση εκείνη ν’ αποδοθεί στον Ποσειδώνα, ένα θεό που ταρακουνά τη γη. Αποτέλεσμα της δόνησης εκείνης ήταν να αποτραβηχτούν από την Αργολίδα τα νερά, χωρίς ν’ απαλλαγεί μολαταύτα η περιοχή από τη νοσηρή ατμόσφαιρα, τη δημιουργούμενη και σήμερα ακόμη από τα έλη της. Ας μην ερμηνεύουμε όμως τους μύθους με εικασίες, και ας επανέλθουμε στην ιστορική και περιγραφική τροχιά μας. 

Το Άργος, η αγαπημένη πόλη  θεών και ηρώων, η γενέτειρα ωραίων γυναικών και καθαρόαιμων κελήτων, που καυχιόταν άλλοτε ότι είχε ηγεμόνες της το Φορωνέα, τον Πελασγό, τον Ιάσωνα, τον Αγήνορα και τον παντοδύναμο Αγαμέμνονα, αρκείται σήμερα στον απροσδιόριστο ρόλο της έδρας μιας επαρχίας. 

Είχε σε τέτοιο βαθμό ξεπέσει,  ώστε αδυνατούσε ήδη στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουλιανού ν’ αντεπεξέλθει τόσο στη συντήρηση των δημοσίων κτιρίων της, όσο και στα έξοδα των Ισθμίων. Από την εποχή εκείνη και μετέπειτα παρήκμαζε ολοένα και περισσότερο, εξαιτίας μάλιστα  και των αναταραχών που αφάνιζαν συνεχώς την Ελλάδα. Μολαταύτα, ο ανώνυμος δημιουργός του έπους για τον πόλεμο των Φράγκων στο Μοριά, παρομοιάζει το Άργος μ’ ένα στρατόπεδο σκηνών μέσα στην πεδιάδα, στους πρόποδες ενός όρους που στέφεται από ένα φρούριο. 

Φαίνεται ότι απότομα το Άργος περιέπεσε σε μαρασμό, αφού δεν ήταν πλέον  παρά ένας σκελετός όταν περιήλθε στον κλήρο του Θεοδώρου, αδελφού του αυτοκράτορα της Ανατολής Εμμανουήλ, ο οποίος και το εκχώρησε στη Βενετία. 

Κατόπιν, το Άργος λεηλατήθηκε από τον Βαγιαζήτ, και σύμφωνα  μ’ όσα αναφέρει κάποιος ιστορικός, έστω κι αν οι αριθμοί  είναι κάπως διογκωμένοι, ο κατακτητής αυτός απήγαγε τριάντα χιλιάδες αιχμαλώτους, με τους οποίους εποίκισε τη Μικρά Ασία. 

Τέλος το Άργος, έχοντας και πάλι περιέλθει, συνεπεία μιας περίπλοκης κληρονομιάς, στη Marie d’ Enghien, η τελευταία παραιτήθηκε εκχωρώντας την πόλη στους Βενετούς. Η πόλη δεν άργησε να περάσει στα χέρια των μωαμεθανών, οι οποίοι και  την απέσπασαν οριστικά από τους Βενετούς. 

Το όνομα του Άργους, το συνυφασμένο μ’ όλα τα ιστορικά γεγονότα, αναγράφηκε στα Εκκλησιαστικά Χρονικά την εποχή που ο πρώτος επίσκοπός της πόλης ο Άγιος Περιγένης, μαχόταν εναντίον των αιρετικών, επειδή εκείνοι ισχυρίζονταν ότι ο Χριστός, δηλαδή ο Μεσσίας, ήταν ο Σεθ. 

Στο μνημόνιο του Ιεροκλή, η έδρα του Άργους αναφέρεται ως η πεντηκοστή έδρα της Ελλάδας, ενώ ο  Λέων ο Σοφός τη σημειώνει ως τη δεύτερη επισκοπή, την υπαγόμενη στη μητρόπολη της  Κορίνθου. Κατά τη φραγκική κατοχή, η Ρώμη τοποθέτησε εκεί Λατίνους επισκόπους, οι οποίοι όμως αποχώρησαν μόλις το Άργος περιήλθε στην κατοχή των Τούρκων. 

Όταν ήμουν εγώ εκεί, την πόλη του Βασιλέα των Βασιλέων κυβερνούσε ο πρωτότοκος γιος του Αχμέτ, του πρώην πασά του Μοριά, στα χέρια του οποίου βρέθηκα ως αιχμάλωτος πολέμου το 1798. Μετά την επιστροφή μου στην Ελλάδα, είχα κάποτε την ευκαιρία να προσφέρω βοήθεια σ’ αυτό το σατράπη, όταν εκείνος κατέφυγε ως πρόσφυγας στη Λάρισα της Θεσσαλίας  (αν και το γεγονός αυτό δεν τον εμπόδισε να πεθάνει σε άθλια κατάσταση). 

Τώρα συναντούσα και πάλι, καθισμένο πάνω στο θρόνο των Πελοπιδών, ένα από τα παιδιά του, κι αυτό σήμαινε ότι είχε ευνοηθεί από την τύχη περισσότερο απ’ ό,τι θα περίμενα. Είχα μια ελπίδα ότι δεν θα με είχε ξεχάσει, επειδή όμως όταν εγώ τον πρωτοσυνάντησα, εκείνος κατείχε το ταπεινό αξίωμα του σταβλίτη του Βέλη Πασά, προσποιήθηκε πως τάχα δεν με αναγνώριζε, απαξιώντας να μου διαβιβάσει ακόμη και τους χαιρετισμούς του. Αλλά έτσι είναι η ζωή, οι τυχάρπαστοι αποδεικνύονται αχάριστοι. Δεν κατάφερα ωστόσο να εξηγήσω τη συμπεριφορά του δολερού Αβραμιώτη, που με εγκατέλειψε ξαφνικά στη γωνία του δρόμου, αν και μου είχε υποσχεθεί ότι θα με ξεναγούσε. 

Όταν επέστρεψα στο κατάλυμά μας, βρήκα να μας περιμένουν εκεί οι Έλληνες ιεράρχες που μας είχαν καλοδεχτεί την προηγούμενη μέρα. Έδειχναν κάπως συνοφρυωμένοι, και δεν άργησα να μάθω την αιτία. Ένας απ’ αυτούς είχε πληροφορήσει το δραγουμάνο μου, κάτω από απόλυτη εχεμύθεια, «ότι λόγω κάποιας αναταραχής, ο βασιλιάς  είχε εγκαταλείψει το Παρίσι κι υπήρχε κίνδυνος η φρίκη της αναρχίας να σαρώσει και πάλι τη Γαλλία!» Αν και ήμουν συνηθισμένος σε κάτι τέτοιες ειδήσεις, τις οποίες ορισμένοι σύμμαχοι  διασπείρουν για να μας κάνουν να ξεπληρώνουμε βίαια τα λάθη ενός και μόνο ανθρώπου, μολαταύτα τα μάτια μου βούρκωσαν κι είχα την αίσθηση ότι θα πέθαινα από τον καημό μου. 

Μόνο όποιος έζησε στην ξενιτιά γνωρίζει πόσο βαθιά σε πληγώνουν όλα όσα σχετίζονται με το καλό της πατρίδας σου. Για αρκετή ώρα βρισκόμουν σε κατάσταση απελπισίας και ένιωθα ότι μοναδική γιατρειά στο πόνο μου θα ήταν να επανέλθω στις ενασχολήσεις μου. 

 

 

Voyage dans la Grece

 

Άργος – Επισήμανση ορισμένων ερειπίων του 

 

Ο Fourmont μας κατέλιπε μια αρκετά ακριβή αν και κακοσχεδιασμένη άποψη του Άργους: τα ερείπια της πόλης εντοπίζονται στη σωστή τους θέση, αλλά η περιγραφή τους  περιέχει αοριστίες. 

Όταν αυτός ο περιηγητής πέρασε από το Άργος, ήταν ήδη πολύ δύσκολο να ταυτίσει κανείς όλα όσα απέμεναν από την πόλη: γι’ αυτό κι εκφράζεται πολύ επιφυλακτικά. Αφού ο ίδιος περιπλανηθεί  πρώτα στα λατομεία, τα οποία έχει επικρατήσει να θεωρούνται ως οι φυλακές της Δανάης , καταπιάνεται με την ερμηνεία του Παυσανία. 

Αλλά και ο Chandler δεν στάθηκε τυχερότερος, ενώ ήταν γραφτό ο κ. Gell να φέρει στο φως μια αρχαιοτάτη, σωζόμενη μέσα στην ακρόπολη της Λαρίσσης επιγραφή, την οποία δεν κρίνουμε απαραίτητο να μνημονεύσουμε εδώ. Όπως όμως μας λέει και ο βάρδος των Μαρτύρων, ούτε η ακρόπολη ούτε και ίδια πόλη ανταποκρίνονται πλέον  στο μεγαλείο του ονόματος του Άργους. Η εξαθλίωση της πόλης συναγωνίζεται σε μέγεθος την αλλοτινή της λάμψη. Πιο εύκολο, επομένως, είναι να εικάσουμε ποια θα ήταν η θέση των υδραγωγείων, του σταδίου και του ναού του Λυκίου Απόλλωνα, όπου διαβάζουμε και σήμερα ακόμη μια αφιέρωση, απ’ ό,τι να περιγράψουμε τα όσα έχουμε μπροστά στα μάτια μας. 

Στη σκιά των κυπαρισσιών, δίπλα σ’ ένα τζαμί που λέγεται ότι οικοδομήθηκε πάνω στα θεμέλια του ναού της Νικηφόρου Αφροδίτης, μου έδειξαν ένα υπέρθυρο το οποίο ένας Ιρλανδός είχε μεταφέρει εδώ από τις Μυκήνες, με την πρόθεση να το στείλει στη Αγγλία. 

Στους δρόμους, κοντά στο Μεντρεσέ (τουρκικό ιεροδιδασκαλείο) διέκρινα κίονες από μάρμαρο και γρανίτη. Ο Έλληνας που έκανε χρέη δραγουμάνου μου είχε μια τέτοια διαίσθηση, ώστε ήταν σε θέση να μου υποδείξει από ποιο ακριβώς οικοδόμημα προέρχονταν οι κίονες εκείνοι, καθότι απ’ ότι ίδιος έλεγε  μπορούσε να διαβάσει ως και μέσα από τη σκόνη. 

Ιδού, έλεγε ότι απέμεινε από το ανάκτορο του Αγαμέμνονα. Ο βασιλεύς  των ανθρώπων, όταν  εγκατέλειψε την οικογενειακή εστία για ν’ αναλάβει  την αρχηγεία των στρατευμάτων της συμπολιτείας κατά της Τροίας, δεν ανέθεσε την φύλαξη της γυναίκας του σ’ ένα από τα ποταπά εκείνα πλάσματα στα οποία οι Ανατολίτες εμπιστεύονται την αρετή των γυναικών τους. 

Η Κλυταιμνήστρα είχε στο πλευρό της έναν αοιδό,  που γνώριζε πώς ν’  αξιοποιεί σωστά τη μουσική και την ποίηση. Αυτή η λεπτομέρεια μας δίνει μια ιδέα του πώς ήταν η εποχή εκείνη, όταν τα ήθη ήταν  τέτοια,  ώστε εξυμνώντας  με τους στίχους του την αρετή, ο ποιητής  κατάφερνε να συγκρατήσει με τον καλύτερο τρόπο την ορμή των παθών. 

Ο Αίγισθος πέτυχε ν’ αποπλανήσει την Κλυταιμνήστρα μόνο αφού σκότωσε το θεϊκό αοιδό, τον επιφορτισμένο με την προστασία της αγνότητά της. Εδώ συνέχιζε ο δραγομάνος, ήταν ο τάφος του Δαναού, ενώ πιο πέρα υπήρχε ένας βωμός του Υέτιου Δία. Αναγνωρίζουμε τους ναούς της Ήρας, της Ανθείας και της Λητούς στο δρόμο προς την Τίρυνθα, όπου διακρίνονται επιπλέον και την  υπόγεια διέξοδο από την οποία διοχετεύονταν στη θάλασσα τα νερά που  πλημμύριζαν άλλοτε την Αργολίδα. 

Είχε αρχίσει να μου απαριθμεί το  γενεαλογικό δένδρο του Φορωνέως, μνημονεύοντας τον Παυσανία, το Μελέτιο και τον Απόστολο Παύλο, καθότι, ο Απόστολος Παύλος δεν απουσιάζει ποτέ από καμία αφήγηση των Ελλήνων, ώσπου εγώ τον παρακάλεσα, και κάπως απότομα μάλιστα, να σωπάσει. 

Υπάρχουν βάσιμοι λόγοι που μας κάνουν να πιστεύουμε  ότι  ο ναός της Ακραίας Ήρας, ήταν κτισμένος στην ανατολική γωνία του βράχου εκείνου που, στεφανωμένος από την ακρόπολη της Λάρισσας, ορθώνεται στο σημείο όπου οι χριστιανοί ίδρυσαν τη μονή της Κατηχουμένης, μια μονή αφιερωμένη στην Παρθένο του Άργους. 

Καθώς ήμουν εξουθενωμένος από την κόπωση και τις σκοτούρες, έκρινα φρόνιμο ν’ αναπαυτώ λίγη ώρα στο γυμνάσιο, όπου και θα είχα την ευκαιρία να συνδιαλεχτώ με τους δασκάλους. Ένας απ’ αυτούς, πιο ξύπνιος από τον ξεναγό μου, μάντεψε τι ήταν εκείνο που αναζητούσα, και με οδήγησε στα σπίτια οπού υπήρχαν επιγραφές, τις οποίες κι εγώ αντέγραψα. Αγόρασα από εκείνον και αρκετά  νομίσματα, και σ’ αυτά τελικώς περιορίστηκαν τα αρχαιολογικά μου ευρήματα στο Άργος. 

 

Ο πληθυσμός της πόλης και της επαρχίας της 

 

Η σύγχρονη πόλη του Άργους, κτισμένη σε μια  πεδιάδα στους πρόποδες των βουνών, δεσπόζει  πάνω από τον κόλπο του Ναυπλίου, καθώς και πάνω από έναν αχανή και απογυμνωμένο από  κάθε είδους βλάστηση κάμπο. Δεν είναι σπάνια εδώ τα πηγάδια, κι αν και το έδαφος του Άργους θεωρείται γενικά άγονο, δικαίως η πόλη εξακολουθεί να είναι ονομαστή για τις άφθονες πηγές της. 

Τα χαμηλά κι εξωτερικά ασπροασβεστωμένα σπίτια, δικαιολογούν προφανώς κι αυτά την ετυμολογία της, όμως οι κάτοικοι της δεν είναι πλέον οι απόγονοι των γενναιόψυχων  εκείνων Ελλήνων που πολέμησαν κάτω από τη σημαία των Ατρειδών στις όχθες του Σκαμάνδρου. 

Οι Σκυπετάροι, οι επονομαζόμενοι από τους ιστορικούς Ηπειρώτες, είναι οι σημερινοί κάτοικοι μιας ένδοξης όσο και η Σπάρτη πόλης. Προσκολλημένοι στους Βενετούς ως εφεδρικά τάγματα, πότε υπερασπιστές του Μοριά και πότε κατακτητές του, αλλά πάντοτε πιστοί στη χριστιανική θρησκεία, οι ξένοι αυτοί συγκροτούν έναν πληθυσμό δέκα χιλιάδων ανθρώπων, που χρόνο με το χρόνο αυξάνεται και προοδεύει. 

Χάρη στην καθαριότητα, τη γενναιότητα και την εργατικότητά τους, ξεχωρίζουν ανάμεσα σ’ όλους τους κάτοικους της χερσονήσου. Όπως κι οι αρχαίοι Αργείοι, έτσι κι αυτοί εκτρέφουν άτια, όχι πλέον καθαρόαιμα και προοριζόμενα για τους αγώνες του ιπποδρόμου, αλλά βαρβάτα και γεροδεμένα, κατάλληλα για τις αγνές γεωργικές εργασίες. 

Οι ασχολίες αυτές δεν είναι αρκετές για ν’ απορροφήσουν εξ ολοκλήρου την εργατικότητα εκείνων των  ανθρώπων, γι’ αυτό και τους συναντάμε σε κάθε γωνιά του Μοριά όπου υπάρχουν αγροί για εκχέρσωση. Η δραστηριότητα τους αυτή τους φέρνει, ανάλογα με τις εποχές, πότε στην Πάτρα, πότε στην Ήλιδα, ακόμη και στα νησιά του Ιονίου. Ωστόσο, παραμένουν πάντοτε Σκυπετάροι, ζουν σε μια κλειστή κοινωνία , συμπαρίστανται ο ένας στις ανάγκες του άλλου, και δεν παραλείπουν να προσκομίζουν κάθε χρόνο όλες τις οικονομίες τους στην οικογενειακή εστία. 

Άλλοτε, το κράτος του Άργους περιελάμβανε την Επιδαυρία, την Τροιζηνία, την Ερμιονίδα, την κυρίως Αργολίδα και την Κυνουρία. Συνόρευε επομένως προς βορρά με την Κορινθία, ενώ προς τα δυτικά και τη μεσημβρία με την Αρκαδία και τη Λακωνία. Η νεώτερη οροθέτησή του στέρησε από το Άργος την Επιδαυρία καθώς και την Τροιζηνία υπαγόμενες τώρα πλέον στην Κόρινθο, ενώ η επαρχία του Ναυπλίου αφαίρεσε  από το Άργος την Ερμιονίδα, αλλά και το ευρισκόμενο στην αριστερή όχθη του Ίναχου τμήμα της κοιλάδας. Ακρωτηριασμένο κατ’ αυτό τον τρόπο, το βιλαέτι του Άργους δεν αριθμεί παρά μόνο δώδεκα χωριά συγκεντρωμένα στα περίχωρα της πόλης. Αλλά όπως συμβαίνει με όλες τις διαμελισμένες αυτοκρατορίες, που η δικαιοδοσία τους επεκτείνεται και σε επαρχίες σχηματίζουσες θύλακες μέσα σε εδάφη τα οποία έπαψαν να τους ανήκουν, έτσι και η πόλη των βασιλέων εξακολουθεί να διατηρεί κυριαρχικά δικαιώματα πάνω σε ορισμένες εγκατασπαρμένες στην Αρκαδία και ως τα βάθη της Λακωνίας κώμες. 

Επειδή σ’ αυτή την επαρχία τα πάντα ενέχουν ιστορικό χαρακτήρα, έκρινα σκόπιμο να παραθέσω εδώ έναν αναλυτικό πίνακα όλων των εξαρτωμένων  απ’ αυτή κωμοπόλεων και χωριών, έτσι ώστε να είναι εφικτή η σύγκριση ανάμεσα στο άλλοτε βασίλειο του Αγαμέμνονα, και στη σημερινή κατάσταση αυτής της επαρχίας. Πώς όμως θα βρούμε στα σημερινά λιμάνια της Αργολίδας, τόσες νήες όσες κυβερνούσε ο Διομήδης και οι αρχηγοί που συμμάχησαν μαζί του στην ένδοξη εκστρατεία του; Τι απέγιναν όσοι λαοί τάχτηκαν κάτω από τη σημαία τους; Η Τίρυνθα, η Ερμιόνη, η Ασίνη, η Τροιζήνα, η Ειώνη, που ούτε τη σκόνη τους δεν αναγνωρίζουμε πλέον, μας δίνουν την απογοητευτική λύση σ’ αυτό το ερώτημα γιατί είναι φανερό ότι τα πάντα έχουν εκφυλιστεί κάτω από το σιδερένιο ρόπαλο που κυβερνά αυτή την ιστορική γη. 

Η αραιοκατοικημένη αυτή περιοχή καθώς κι ο πληθυσμός των άμεσα υπαγομένων στο Άργος χωριών, βρίσκεται στην ειδική δικαιοδοσία ενός πασά με δυο ουρές, διαμένοντος στο Ναύπλιο. 

Ο προκαθήμενος της εκκλησίας  είναι ένας μητροπολίτης, ο οποίος βρισκόταν άλλοτε υπό την σκέπην της μητρόπολης Μονεμβασίας, και φέρει τον τίτλο του Μητροπολίτη Αναπλίας και Άργους. Τα εισοδήματα του, σημαντικότερα απ’ ό,τι  θα περίμενε κανείς κρίνοντας  από το μέγεθος της επαρχίας, του επιτρέπουν να κατέχει μια αξιοπρεπή θέση ανάμεσα στους ιεράρχες της Πελοποννήσου, όπου η κληρονομιά του Κυρίου ποτίζεται τώρα πλέον μόνο με δάκρυα και με το αίμα των ένδοξων μαρτύρων. 

  

Πηγές 


 

  • Pouqueville, Francois Charles Hugues, «Voyage dans la Grece», Paris : Chez Firmin Didot, Pere et Fils,1820.
  • Φραγκίσκου  Πουκεβίλ, «Ταξίδι στην Ελλάδα / Πελοπόννησος», Εκδόσεις Αφων Τολίδη, Αθήνα, 1997. 

 

Διαβάστε ακόμη: 

Read Full Post »

Πουκεβίλ  Φραγκίσκος  – Pouqueville, François Charles Hugues Laurent  (1770-1838)


 

Ο Πουκεβίλ σε προσωπογραφία φιλοτεχνημένη από τον Ντεπρέ (Dupre Louis) 1827.

O Φιλέλληνας Φραγκίσκος Πουκεβίλ ήταν Γάλλος γιατρός, διπλωμάτης και ιστορικός. Έλαβε μέρος στην επιστημονική αποστολή που ακολούθησε τον Ναπολέοντα στην εκστρατεία του στην Αίγυπτο. Το 1798, επιστρέφοντας στην Γαλλία, πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με άλλους συνταξιδιώτες του, από Αλγερινούς πειρατές στα παράλια της Ιταλίας (Καλαβρία) οι οποίοι αντί να τους οδηγήσουν σε κάποια σκλαβοπάζαρα, τους αποβίβασαν στην Πύλο (Ναυαρίνο) κι από εκεί αλυσοδεμένους τους έστειλαν στην Τρίπολη ως αιχμαλώτους πολέμου.    

Μετά από διαταγή του Μουσταφά Πασά φυλακίστηκαν. Ύστερα από επτά μήνες, ο Πουκεβίλ μεταφέρθηκε στο Ναύπλιο. Χάρη στις υπηρεσίες που πρόσφερε ως γιατρός στους Τούρκους, κατόρθωσε να αποκτήσει κάποια σχετική ελευθερία κινήσεων ώστε να κάνει τις πρώτες του παρατηρήσεις αλλά και ένα προσχέδιο της μελέτης του περί του κοινωνικού γίγνεσθαι της Πελοποννήσου.

Παρά τις γνωριμίες του με Τούρκους αξιωματούχους, μετά από λίγο κι ενώ είχε συμπληρώσει δέκα μήνες στην Πελοπόννησο, οδηγήθηκε δέσμιος στην Κωνσταντινούπολη, όπου κρατήθηκε στις φυλακές Επταπυργίου για δυο χρόνια. Αποφυλακίστηκε το 1801.  Στο διάστημα αυτό ο Πουκεβίλ είχε την ευκαιρία να μάθει την νεοελληνική γλώσσα και να συγγράψει το πεντάτομο έργο του « Ταξίδι στο Μοριά, στην Κωνσταντινούπολη, στην Αλβανία και σε πολλά άλλα μέρη της οθωμανικής αυτοκρατορίας». (Voyage en Moree, a Constantinople, en Albanie et dans plusiers autres parties de l’ empire ottoman). Το έργο εκδόθηκε το 1805 στο Παρίσι.

Με το έργο του αυτό, έδωσε νέα δύναμη στο πνεύμα του Φιλελληνισμού που εκείνο τον καιρό είχε αναπτυχθεί σε όλη την Ευρώπη. Το γεγονός ότι στο κείμενό του δεν περιορίστηκε μόνο σε περιγραφές των χωρών αλλά αναφέρθηκε και σε πολιτικά ζητήματα της Ανατολής, στάθηκε η αφορμή να διοριστεί από τον Ναπολέοντα επίσημος διπλωματικός εκπρόσωπος της Γαλλίας στην αυλή του Αλή πασά των Ιωαννίνων.

Στα Ιωάννινα ο Πουκεβίλ έμεινε δέκα χρόνια (1805- 1815) και συνδέθηκε φιλικά με τον πασά της Ηπείρου. Γνώρισε καλά τα προβλήματα των Ελλήνων, την καταπίεση και τα δεινά τους από τους Τούρκους αλλά και τα πρώτα επαναστατικά σκιρτήματά τους. Μάλιστα, με επίσημη εξουσιοδότηση, ανέλαβε την μελέτη των ηθών και εθίμων των Ελλήνων και Τούρκων της βορειοδυτικής Ελλάδας και την συλλογή αρχαιολογικού υλικού.

Δυο χρόνια μετά την αναχώρησή του από τα Ιωάννινα, ο Πουκεβίλ διορίζεται πρόξενος της Γαλλίας στην Πάτρα. Το νέο πεντάτομο έργο του «Ταξίδι στην Ελλάδα» (Voyage dans la Grece) εκδίδεται στο Παρίσι το 1820 και γίνεται δεκτό με ενθουσιασμό. Το συναρπαστικό περιεχόμενο με αρχαιολογικό υλικό, με ιστορικά γεγονότα της εποχής εκείνης, με Δημοτικά τραγούδια και περιγραφές των εθίμων, με στοιχεία για τον πληθυσμό και την οικονομική ζωή του τόπου αλλά και έκθεση για την πανίδα της χώρας, τονώνουν τα αισθήματα συμπάθειας των αναγνωστών προς την δοκιμαζόμενη Ελλάδα.

Σ’ αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο αναφέρεται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας μεταξύ των οποίων και στην Αργολίδα, με αρκετές σημαντικές λεπτομέρειες.

Ο Πουκεβίλ δεν ακολουθεί στα έργα του την πεπατημένη πολλών άλλων περιηγητών που ασχολούνται  με την αρχαιολογία και την ιστορία της Ελλάδας αλλά εστιάζει κυρίως το ενδιαφέρον του και στην σύγχρονη πραγματικότητα. Επιδιώκει να γνωρίσει τους απογόνους των αρχαίων Ελλήνων – έστω κι αυτή την περίοδο της παρακμής και του μαρασμού- ώστε να προσφέρει στους Δυτικοευρωπαίους της εποχής μια γλαφυρή και σε πολλά σημεία γραφική περιγραφή του Έθνους των Ελλήνων, χωρίς να αμελεί να υπογραμμίσει τις προσπάθειες που καταβάλει για την επιβίωση του αλλά και το ρόλο που θα μπορούσε να παίξει ο ελλαδικός χώρος στην οικονομική ζωή της Ευρώπης.

« Αντιπαραθέτοντας το συγγραφικό έργο του Πουκεβίλ στις επικρατούσες τότε απόψεις ως προς το παρελθόν, το παρόν και το πολιτικό μέλλον του ελληνικού έθνους, βλέπουμε ότι ο Πουκεβίλ δεν αναλύει απλώς, όπως άλλοι σύγχρονοί του, όσα μόνο στοιχεία συνδέουν την κλασσική αρχαιότητα με την νεότερη Ελλάδα, αλλά επιχειρεί ν’ αποδείξει ότι η ίδια η νεότερη ελληνική πραγματικότητα περιέχει τα χαρακτηριστικά εκείνα που μας οδηγούν κατευθείαν στο κλασσικό παρελθόν της ». ( Εκδόσεις Αφών Τολίδη).

Ο Φιλέλληνας Πουκεβίλ άφησε ένα σπουδαίο και σημαντικό έργο. Μεταλαμπάδευσε τα δικά του συναισθήματα για τους αγαπημένους του Έλληνες αγωνιστές στους αναγνώστες του και επηρέασε καθοριστικά το ευρωπαϊκό Φιλελληνικό κίνημα.  

  

Πηγές 


  • Πουκεβίλ, «Ταξίδι στην Ελλάδα / Πελοπόννησος », Εκδόσεις Αφοί Τολίδη, Αθήνα, 1997.
  • Επτά Ημέρες, Καθημερινή, «Ο Φιλελληνισμός στην Ευρωπαϊκή λογοτεχνία», Κυριακή 17 Μαρτίου 2002.  
  • Μανόλης Βλάχος, «Louis Dupre / Ταξίδι στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη», Εκδόσεις Ολκός, Αθήνα, 1994.

  

Διαβάστε ακόμη:

 

 

Read Full Post »

Μπουασονά Φρέντ – Frederic Boissonnas (1858-1946) 


 

O Φιλέλληνας  Ελβετός Fred Boissonnas είναι ο πρώτος ξένος φωτογράφος που περιηγήθηκε τόσο πολύ στον ελληνικό χώρο, από το 1903 και για περίπου τρεις δεκαετίες αργότερα. Ταξίδεψε από την Πελοπόννησο ως την  Κρήτη και τον Όλυμπο και από την Ιθάκη ως το Άγιο Όρος. Περιηγήθηκε, φωτογράφισε, έγραψε. Το έργο του, πρωτοποριακό αλλά και καθοριστικό για την εξέλιξη της ελληνικής φωτογραφίας κατά τον 20ό αιώνα. Μέσα από τις φωτογραφίες και τα λευκώματά του παρουσιάζει ένα πανόραμα της Ελλάδας του μεσοπολέμου, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης για την Ελλάδα την ίδια περίοδο.

Η οικογένεια των Boissonnas κατάγεται από τη νότια Γαλλία, από το  Livron, ένα χωριό κοντά στη Μασσαλία.  Όταν στη Γαλλία το κλίμα για τους προτεστάντες έγινε εχθρικό οι πρόγονοι του Fred – μαζί με πολλές άλλες οικογένειες- αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη Γενεύη. Η καταγωγή της οικογένειας έκανε τον Fred να πιστεύει πως ήταν απόγονος γενναίων Ελλήνων θαλασσοπόρων που είχαν εγκατασταθεί εκεί, κοντά στις εκβολές του Ροδανού.[i]

Ο Henri-Antoine Boissonnas,  ο πατέρας του Fred,  ιδρυτής  της φωτογραφικής δυναστείας, άσκησε στην αρχή το επάγγελμα του χαράκτη στο ωρολογοποιείο του πατέρα του, η αδυναμία του , όμως, ήταν η φωτογραφία. Αυτή η αγάπη – που την κληρονόμησαν οι γιοι του- ήταν η αιτία που, αργότερα,  άνοιξε  στούντιο στη Γενεύη.

Frederic Boissonnas (1858-1946)

Frederic Boissonnas (1858-1946)

Ο Fred(eric) Boissonnas γεννήθηκε στις 18-6-1858. Ήταν το πρώτο από τα  τέσσερα παιδιά του Henri-Antoine και της  Sophie, (Fred, Edmond-Victor, Caroline, Eva).[ii]  Πολύπλευρο ταλέντο, ο Fred κατάφερνε να συνδυάζει τα σπορ – ο αλπινισμός ήταν η μεγάλη του αγάπη- με τις σπουδές – παρακολουθούσε μαθήματα σχεδίου στη Σχολή Καλών Τεχνών- και τη μουσική- ήταν θαυμάσιος πιανίστας. Μια καρδιακή κρίση του πατέρα του τον υποχρέωσε, πριν   τελειώσει το γυμνάσιο, να αναλάβει για μερικούς μήνες το εργαστήριο. Παρά την απειρία του κατάφερε να τα βγάλει πέρα. Μετά από αυτό, ο πατέρας του αποφάσισε να τον στείλει να βελτιώσει τις γνώσεις του, πρώτα στη Στουτγάρδη, στο στούντιο του Brandseph, και αργότερα στον Ούγγρο Kohler. Ο τελευταίος  επηρέασε αποφασιστικά τον Fred. Ο Fred επέστρεψε από την Ουγγαρία το 1880. Γρήγορα, μεταμόρφωσε το ατελιέ του πατέρα του σε μαγικό σκηνικό, χρησιμοποιώντας έπιπλα, διακοσμητικές συνθέσεις και σκηνογραφικά υπόβαθρα με απόλυτα νεωτεριστικό πνεύμα και ιδιαίτερα ελκυστικό αποτέλεσμα. Οι  φωτογραφίες  του χαρακτηρίζονταν για τη  ζωντάνια  τους και χάρισαν στον Fred διεθνή αναγνώριση. Το ατελιέ του ήταν διαρκώς γεμάτο. Από το 1896 και μετά κέρδισε, πολλά βραβεία στη Γενεύη, το Παρίσι, τη  Βέρνη, τη Βιέννη, το Σικάγο.

Τα επόμενα χρόνια πολλαπλασίασε τις μελέτες του γύρω από το φως.  Μελέτησε τον καλπασμό ενός αλόγου, χωρίζοντάς τον  σε πολύ μικρά  διαστήματα, της τάξης του  1/100 του δευτερολέπτου (αντίστοιχα με τη σχετική μελέτη του Maybridge)[iii]. Ανέλαβε φωτορεπορτάζ, διαφημίσεις  κλπ.

Στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού του 1900 κέρδισε το πρώτο βραβείο. Μετά και από αυτό το θρίαμβό του, ο Fred άρχισε να εγκαινιάζει ατελιέ στο Παρίσι, τη Λυών και τη Μασσαλία. Το 1902 – μαζί με τον Γερμανό Eggler- αγόρασε το ατελιέ του Ιταλού Passeta, στην πλατεία Niefski της  Μόσχας. Ο Eggler κατάφερε γρήγορα να προσελκύσει όλη την καλή κοινωνία της πόλης στο κατάστημα τους. Κυρίες επί των τιμών, δούκες, δούκισσες, βοεβόδες, πρίγκιπες και πριγκίπισσες άρχισαν συρρέουν για  ένα πορτρέτο.

Πριν φύγει για την Αμερική ο Edmond-Victor Boissonnas[iv] είχε ετοιμάσει για τον αδερφό του μερικές μεγάλες  φωτογραφικές πλάκες. Είχε καταφέρει να απομονώσει ένα φωτοευαίσθητο υλικό, την εωσίνη, και τη χρησιμοποίησε καθαρή, σε μεγάλες ποσότητες, με θεαματικά αποτελέσματα[v].

Τον ίδιο καιρό ο Fred φωτογράφησε από μακριά το Mont-Blanc, με τηλεφακό που κατασκευάστηκε στην Αγγλία. Για πρώτη φορά στην ιστορία της φωτογραφίας ξεχώρισε το μπλέ (ουρανός) από το άσπρο (χιόνι). Η κορυφή από μόνη της κάλυψε μία πλάκα 15×16 εκ. Η φωτογραφία αυτή έκανε  το γύρο του κόσμου.

 

Ο Fred Boissonnas  στην Ελλάδα


 

Άργος, σε πρώτο πλάνο Γεωργοί στις καθημερινές  ασχολίες τους, στο βάθος το φρούριο Λάρισα του Άργους και κάτω η Ιερά Μονή Παναγίας της Κατακεκρυμμένης ή Πορτοκαλούσας. Φωτογραφία του Ελβετού Φρεντερίκ Μπουασονά (Frederic Boissonnas), περίπου το 1903.

Άργος, σε πρώτο πλάνο Γεωργοί στις καθημερινές ασχολίες τους, στο βάθος το
φρούριο Λάρισα του Άργους και κάτω η Ιερά Μονή Παναγίας της Κατακεκρυμμένης ή Πορτοκαλούσας. Φωτογραφία του Ελβετού Φρεντερίκ Μπουασονά (Frederic Boissonnas), περίπου το 1903.

Πρώτος σταθμός τους στην Ελλάδα η Κέρκυρα.  Η παρέα θαμπώθηκε από τον πολιτισμό των Ιονίων. Εντυπωσιάστηκε πιο πολύ από τα πασχαλιάτικα έθιμα  του νησιού.  Έφτασαν τελικά στην Αθήνα και από εκεί στον Παρνασσό. Σχεδόν δυο  μήνες πήρε η προσπάθεια του Fred να τραβήξει ένα πλάνο αυτού του τιμημένου βουνού, που να  τον ικανοποιεί.

Τελικά, ο Fred κι ο Daniel εγκαταστάθηκαν στο Ζεμενό Κορινθίας  απ’ όπου μπορούσαν να έχουν πανοραμική άποψη του Παρνασσού. Στο  χωριό, που  δεν είχε ξαναφανεί   φωτογράφος,  διοργανώθηκε γιορτή. Ο παπάς του χωριού τούς παραχώρησε το δωμάτιό του. Ο ίδιος αρκέστηκε στο στάβλο που έβαζε το γάιδαρό του.

Όταν ο καιρός δεν επέτρεπε τη φωτογράφηση του Παρνασσού, ο Fred φωτογράφιζε τους χωρικούς στις καθημερινές  ασχολίες τους. Πέρασαν από την Επίδαυρο, τις Μυκήνες, την Τίρυνθα, το Άργος, την Τρίπολη, τη Σπάρτη.

Από το πρώτο κιόλας ταξίδι του στην Ελλάδα, ο Fred  σκέφτηκε να συνδέσει τη δουλειά του με την τουριστική προβολή της χώρας.[vii] Με  διαδοχικά υπομνήματά του πρότεινε στην  ελληνική κυβέρνηση τη χρηματοδότησή του για τη φωτογράφηση της Ελλάδας, αλλά και των περιοχών που επρόκειτο να ενσωματωθούν σ‘ αυτήν (Κρήτη, Μικρασιατικά παράλια, Ήπειρος, Μακεδονία).

Έθεσε τις υπηρεσίες του στην προβολή των ελληνικών θέσεων στο εξωτερικό με τη δύναμη της φωτογραφικής εικόνας. (Δυστυχώς η πρωτοποριακή αυτή πρόταση δεν έγινε δεκτή παρά αργότερα όπως θα δούμε παρακάτω για την περίπτωση της Ηπείρου και της Μακεδονίας)[viii].

Τον Οκτώβριο του 1907 ο Fred,  γυρίζοντας από την Αίγυπτο, βρέθηκε στην Ακρόπολη. Είχε πολλά να κάνει εκεί: χρειαζόταν πλάνα για το βιβλίο που ετοίμαζε με τον Daniel καθώς και για την καταγραφή των μνημείων της Αθήνας που του είχε ζητήσει ο εκδότης Eggimann από την Ευρώπη. Ο φωτισμός ήταν αξιοθαύμαστος, η θέα καταπληκτική, ο Παρθενώνας αποκλειστικότητά του[ix]: «…πραγματοποιώ ένα όνειρο, είμαι ολομόναχος… Είναι ωραίο να απολαμβάνω τέτοιο θαύμα…», έγραφε ο ίδιος .

Αργότερα, ανεβασμένος στην κορυφή μιας σκάλας 12 μ. που είχε παραγγείλει σε ένα ντόπιο ξυλουργό, φωτογράφισε την ζωφόρο  του Παρθενώνα. Κάποιοι θεώρησαν βλασφημία αυτή τη φωτογράφηση. Τα γλυπτά, έλεγαν, είχαν φτιαχτεί για να τα βλέπει κανείς από το έδαφος. Όλοι όμως επαίνεσαν τις φωτογραφίες που τράβηξε στον  Παρθενώνα μετά από μια δυνατή νεροποντή[x].

Το 1908 ο Fred ταξίδεψε και πάλι στην Ελλάδα. Αποβιβάστηκαν στην Αίγινα από όπου πέρασαν στην Επίδαυρο, στην Αττική και  κατέληξαν  στα Μετέωρα. Τον Αύγουστο του 1910 κυκλοφόρησε το  λεύκωμα «En Grèce par monts et par vaux» (Στην Ελλάδα μέσα από τα βουνά και τα λαγκάδια), με τις υπογραφές των Fred και Daniel. Παρά το γεγονός ότι ήταν πανάκριβο, το λεύκωμα, σύντομα  εξαντλήθηκε. Οι κριτικές ήταν διθυραμβικές.

Ο Daniel έγραψε: «εκεί όπου οι άλλοι δεν ψάχνουν παρά μόνο για ερείπια εμείς ανακαλύψαμε μια φύση και ένα λαό». Από παντού έφθαναν συγχαρητήρια γράμματα.  Όλοι, από τον πιο ασήμαντο νεαρό Έλληνα φοιτητή ως τον  Ελευθέριο Βενιζέλο, έγραφαν για να εκφράσουν το θαυμασμό τους.

Στο «En Grèce par monts et par vaux», διαβάζουμε για το Ναύπλιο, τη φυλακή και τους δήμιους. 

 

  

 

Το λιμάνι του Ναυπλίου - Frederic Boissonnas 1903

« Στο Ναύπλιο συνυπάρχουν η Δύση (Ιταλία) και η Ανατολή. Οι Βενετοί ονόμαζαν την πόλη Νάπολη της Ρωμανίας. Το κάστρο Ιτς Καλέ που δεσπόζει στο λιμάνι είναι χτισμένο στη θέση της αρχαίας ακρόπολης. Ο μόλος πάνω στον οποίο βρίσκεται μοιάζει με προέκταση του βράχου του Παλαμηδίου αγκυροβολημένη στη θάλασσα. Το ύψος του βράχου που φαίνεται απ’ όλη την αργολική πεδιάδα ξεπερνάει τα διακόσια μέτρα, πράγμα που δίνει την εντύπωση πως το Παλαμήδι βγαίνει από τη θάλασσα και φτάνει ίσαμε τον ουρανό. Χίλια σκαλοπάτια πάνω στον βράχο οδηγούν ίσαμε το οχυρό που βρίσκεται στην κορυφή του και είναι διαμορφωμένο σε φυλακή.

Οι κρατούμενοι περνούν την ημέρα τους όλοι μαζί, στις τοιχισμένες χαμηλές αυλές, όμοιες με γούβες, ενώ οι φρουροί με το τουφέκι τους στον ώμο τους επιβλέπουν από ψηλά. Η πύρα του καλοκαιρινού ήλιου εισβάλει στα πέτρινα αυτά πηγάδια και επιδεινώνει την αφόρητη δυσωδία που βασιλεύει. Οι δυστυχισμένοι που ζουν εκεί δένουν σε μακριά κοντάρια τα μικροαντικείμενα που κατασκευάζουν και τα επιδεικνύουν στους επισκέπτες μέσα από τους άθλιους λάκκους που περνούν τις μέρες τους. Πρόκειται για μικροτεχνήματα από ξύλο ή μέταλλο στα οποία βάζουν όλη τους τη δεξιοτεχνία.

Στο οχυρό Μιλτιάδης έχουν συγκεντρώσει τους ισοβίτες και τους καταδικασμένους σε θάνατο. Η αυλή του είναι πολύ πιο βαθιά σκαμμένη, τα πρόσωπα που περιφέρονται πιο θλιμμένα και τα χειροτεχνήματα πιο λεπτοδουλεμένα. Από εκεί αγόρασα ένα δαχτυλίδι πάνω στο οποίο ήταν σκαλισμένη η λέξη Ελπίδα και μια ξυλόγλυπτη εικόνα του Ευαγγελισμού η οποία είχε κάτι το αληθινά συγκινητικό!

Πέντε θανατοποινίτες – μεταξύ των οποίων και ένας Αρκάδας που ξεχώριζε λόγω της κορμοστασιάς του, της ευγενικής φυσιογνωμίας του και του ιδιαίτερα περιποιημένου χτενίσματός του – περίμεναν ήρεμοι και σοβαροί, σαν άλλοι Σπαρτιάτες του Λεωνίδα, την τελευταία ημέρα τους˙ έκαναν υπομονή μέχρι να εμφανισθεί ο δήμιος!

Στην Ελλάδα, ο δήμιος είναι ο επονείδιστος, ο καταραμένος, αυτός που κουβαλάει πάνω του όλο το μίσος. Πρώην θανατοποινίτης – ο εδώ εκτελεστής – τον οποίο επέλεξαν και έθεσαν ενώπιον του διλήμματος: Ή θα δώσεις ή θα λάβεις θάνατο. Μεταξύ θανάτου και άθλιας ζωής που θα τον καθιστούσε, επιπλέον, αποδέκτη του μίσους και της περιφρόνησης ενός ολόκληρου λαού, επέλεξε να ζήσει.

Περνά τις μέρες του μέσα στο σιδερόφρακτο κελί του στο Μπούρτζι, στη θλιβερή νησίδα στην είσοδο του λιμανιού. Όταν πρόκειται να εκτελέσουν κάποιον κατάδικο, βγάζουν έξω τον δήμιο νύκτωρ και πάντα με φρουρά, για να μην αποδράσει, και τον συνοδεύουν ως το Παλαμήδι όπου πέφτουν τα κεφάλια˙ είκοσι πέντε περίπου εκτελέσεις γίνονται κάθε χρόνο.

Κατεβαίνοντας από το κάστρο πήραμε μια βάρκα που μας οδήγησε στη νησίδα χορεύοντας, κυριολεκτικά, πάνω στα κύματα. Ένας λοχίας μας πέρασε μέσα από τα ετοιμόρροπα τειχίσματα του παλαιού οχυρού και μας πήγε μέχρι το κατάλυμα του δημίου. Ήταν ένα κελί χαμηλοτάβανο, καθαρό, με ένα σιδερένιο κρεβάτι και μια λάμπα αναμμένη κάτω από μια εικόνα. Το πρόσωπο του δημίου, με λεπτά χαρακτηριστικά, δεν είχε τίποτα το απάνθρωπο ή το χαμερπές, μόνο μια έκφραση γεμάτη θλίψη και ντροπή που θα μου μείνει αξέχαστη.

Μας πρόσφερε τις καρέκλες που είχε στο κελί του κι εκείνος κάθισε στο πρεβάζι του παραθύρου. Επί οκτώ συνεχή χρόνια εκτελεί (ναι εκτελεί!) το καθήκον του (και τι καθήκον!) και επί οκτώ  χρόνια κάνει είκοσι με τριάντα περίπου φορές τον χρόνο τη μοιραία διαδρομή Μπούρτζι – Παλαμήδι». (Η Ελλάδα μέσα από τα βουνά και τα λαγκάδια, Εκδόσεις Μίλητος, Αθήνα, 2007).

  

Τίρυνθα - Frederic Boissonnas 1903

 

Τον Οκτώβριο του 1911 ο Fred και ο Daniel ξανάρθαν στην Ελλάδα. Αυτή τη φορά  προορισμός τους ήταν τα νησιά του Αιγαίου.  Περιόδευσαν στη Σκύρο, την Τήνο, τη Μύκονο, τη Δήλο, τη Νάξο, την Αμοργό, τη Σαντορίνη, τη Σίκινο, τη Σίφνο, την Πάρο και την  Ίο και κατέληξαν στην Κρήτη. Ο Βενιζέλος τους άνοιξε όλες τις πόρτες.

Το 1912 ο Fred συνόδεψε  στο σκάφος «Καληδονία» τον ελληνιστή Victor Berard[xi] στο ταξίδι αναζήτησης της πορείας του ομηρικού ήρωα Οδυσσέα σ’ όλη τη Μεσόγειο. Η «Καληδονία», πέρασε και από την Πάργα. Οι  τουρκικές αρχές δεν επέτρεψαν  τη φωτογράφηση κι έτσι ο Fred αρκέστηκε να τη φωτογραφίσει από τη θάλασσα. Λίγο καιρό μετά, όταν  ελευθερώθηκε η Πάργα, ο Fred πανηγύριζε που θα  μπορούσε, επιτέλους, να τη φωτογραφίσει από κοντά.[xii] Καρπός αυτής της προσπάθειας υπήρξε το βιβλίο «Dans le sillage dUlysse», που εκδόθηκε στο Παρίσι στα 1932, με κείμενα του Victor Berard και φωτογραφίες του Fred.

Τον Ιούνιο  του 1913 επέστρεψε στην Ελλάδα με τον Daniel. Αυτή τη φορά  ήρθαν  «να περιηγηθούν στο Βορρά», με σκοπό τη δημιουργία ενός άλμπουμ.  Η ελληνική κυβέρνηση ανταποκρίθηκε, τελικά,  στο αίτημα του Fred να χρηματοδοτήσει τη φωτογραφική αποτύπωση των περιοχών της Ηπείρου και της Μακεδονίας, που είχαν περιέλθει στο ελληνικό κράτος με τις νίκες στους βαλκανικούς  πολέμους[xiii].

Από αυτή την περιπλάνηση στην Ήπειρο προέκυψε το λεύκωμα «L’ Épire berceau des Grècs» ( Ήπειρος, το λίκνο της Ελλάδας), ενταγμένη στη σειρά  «L’ image de la Grècs».

Με το λεύκωμα γινόταν φανερό πως , παρά τη μακραίωνη δουλεία της,  η περιοχή είχε ακατάλυτους δεσμούς με την αρχαία Ελλάδα. Έντονη ήταν η παρουσία και του βυζαντινού παρελθόντος, συνυφασμένου με τη θρησκευτική συνείδηση των κατοίκων της περιοχής. Η παρουσία του ελληνικού στρατού στα πλάνα ήταν διακριτική.

Τέλος,  η έξοχη ιδέα να επιλεγεί για το εξώφυλλο η φωτογραφία της Δωδώνης  με τις ιερές βελανιδιές σφράγισε την έκδοση αυτή, που αποτέλεσε τον πιο αυθεντικό εκφραστή των ελληνικών θέσεων  στο εξωτερικό! Μετά την Ήπειρο, ο Fred και ο Daniel ακολούθησαν τα βήματα του νικηφόρου ελληνικού στρατού και έφτασαν ως τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα φωτογραφίζοντας τις «νέες χώρες» που απελευθερώθηκαν.

Στις 2 Αυγούστου 1913, με οδηγό το Χρήστο Κάκκαλο, κατέκτησαν την ψηλότερη κορυφή του Ολύμπου το Μύτικα (2918μ.), που μέχρι τότε παρέμενε απάτητη. (Στον Όλυμπο  ανέβηκαν άλλες δύο φορές:  το 1919  και το 1927.)

Στις 23 Αυγούστου ο Fred  και ο Daniel απέστειλαν μακροσκελή επιστολή στο Γενικό πρόξενο της Ελλάδας στη Γενεύη Πέτρο Καψαμπέλη, στην οποία πρότειναν την ίδρυση εκδοτικού καλλιτεχνικού οίκου για την εκτύπωση εικονογραφικών λευκωμάτων και «…εν γένει επιχείρησιν πάσης καλλιτεχνικής εργασίας, ήτις θα ηδύνατο να αναπαραστήση φωτογραφικώς και καταστήσει γνωστάς τας καλλονάς των ελληνικών χωρών ανά την υφήλιον…»[xiv]

Στις 14 Δεκεμβρίου 1918 υπογράφτηκε συμφωνία  μεταξύ του Fred  και του υπουργού των Εξωτερικών Νικολάου Πολίτη για τη διοργάνωση μιας έκθεσης στο Παρίσι με θέμα την Ελλάδα. Το οριστικό συμβόλαιο, που υπογράφτηκε στις 27 Μαρτίου 1919, προέβλεπε την έκδοση μιας σειράς λευκωμάτων (Smyrne, La Thrace, Constantinople και L’ Hellénisme d’ Asie Mineure).[xv] Οι εκδόσεις που θα ακολουθήσουν πιστοποιούν την ελληνική παρουσία στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων  και – ταυτόχρονα – προλειαίνουν το έδαφος και για  τα επόμενα βήματα στην πραγματοποίηση της  «Μεγάλης Ιδέας».

Με την αμέριστη αρωγή του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος γνώριζε και θαύμαζε το έργο του Fred Boissonnas, ο «προπαγανδιστικός μηχανισμός της εικόνας» έφθασε στο απόγειο του μέσα από εκδόσεις και εκθέσεις.

Το Μάιο του 1919, λίγες μέρες μετά την απόβαση των ελληνικών στρατευμάτων, ο Fred στέλνει στη Σμύρνη τον πρωτότοκο γιο του Edmond να φωτογραφίσει την πόλη για την έκδοση του ομώνυμου λευκώματος. Ο ίδιος, μαζί με τον τρίτο του γιο τον Henri πήγε στη Θεσσαλονίκη και τις υπόλοιπες περιοχές της Μακεδονίας, να εξασφαλίσει  υλικό για  την έκδοση των άλλων λευκωμάτων[xvi].

Μέσα στο 1919 κυκλοφόρησαν τα λευκώματα «Smyrne» και «Salonique, la ville des belles églises». Το 1920-21 εκδόθηκαν δύο τόμοι για την εκστρατεία στη Μακεδονία,  «La campagne de Macédoine, 1916-17» και «La campagne de Macédoine, 1917-18». Οι εκδόσεις αυτές στάλθηκαν σε όλες τις ελληνικές πρεσβείες και σε κάθε σημαντικό πολιτικό πρόσωπο της εποχής.

Στις 5 Ιουνίου του 1921 κατέφθασε στη Σμύρνη ο HenriPaul με σκοπό να καλύψει ως φωτορεπόρτερ την εκστρατεία του ελληνικού στρατού μαζί με τον έμπειρο συνταγματάρχη Fernand Feyler, που θα έγραφε τις ανταποκρίσεις από το μέτωπο. Ο Fred είχε καταφέρει να πείσει τη νέα ελληνική κυβέρνηση να συνεχίσει την πολιτική του Βενιζέλου ως προς το έργο που είχε αναλάβει, και την ομαλή ροή των συμφωνηθέντων ποσών[xvii].

Η Μικρασιατική Καταστροφή σηματοδότησε την οικονομική κατάρρευση των εκδόσεων Boissonnas.  Λίγο μετά το 1922  εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου αγόρασε το ατελιέ Cherry-Rousseau.    Στην  πελατεία  συγκαταλέγονταν εκλεκτά ονόματα της διανόησης και των τεχνών αλλά οι καλές εποχές είχαν περάσει ανεπιστρεπτί.

Ο ακούραστος Fred όμως, συνέχισε τα ταξίδια με τον ενθουσιασμό ενός εφήβου. Μαζί με τον μηχανικό Paul Trembley επισκέφτηκε την Αίγυπτο (1929) και τον επόμενο χρόνο το Φθινόπωρο φωτογράφισε το Άγιον Όρος[xviii]. Ένα χρόνο αργότερα εξέδωσε το βιβλίο «Le Tourisme en Grèce» με πλούσιο φωτογραφικό υλικό απ’ όλη τη δουλειά του στην Ελλάδα και  δικά του κείμενα.

Τα οικονομικά του προβλήματα τον οδήγησαν στην πώληση, ανάμεσα στα άλλα, του ιστορικού ατελιέ της Γενεύης στο Quai de la Poste καθώς και του σπιτιού του. Από δω και στο εξής ο Fred ζούσε με τις  οικογένειες των παιδιών του. Η Augusta, η γυναίκα του Fred, δεν άντεξε τον ανεξήγητο θάνατο της κόρης τους Lilette. Έπαθε σοβαρό νευρικό κλονισμό και πέθανε,  το 1940. Ο Fred την ακολούθησε έξι χρόνια αργότερα. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του τις πέρασε  σε ένα μικρό δωμάτιο κοντά στη μικρή του κόρη Daniele.

Από τα γραπτά των  δύο τελευταίων χρόνων της ζωής του, που περιγράφουν παράξενα γεγονότα, φαίνεται ότι ο Fred έφτασε  στα όρια μεταξύ διαυγούς διάνοιας και τρέλας: πίστευε ότι βρισκόταν σε ένα πορφυρένιο παλάτι, άκουγε παράξενες μουσικές και τραγουδούσε αποσπάσματα από το Μαγεμένο Αυλό…

Υποσημειώσεις

 


[i] Gad Borel, ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, BOISSONNAS, Ριζάρειο Ίδρυμα Αθήνα 2001  σ. 18.

[ii] Τα στοιχεία για τη ζωή του F. Boissonnas λήφθηκαν κυρίως από το έργο του NICOLAS BOUVIER, BOISSONNAS UNE DYNASTIE DE PHOTOGRAPHES 1864-1983, PAYOT LAUSANNE 1983.

[iii] βλ. Άλκης Ξανθάκης, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ 1839-1975, ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ Αθήνα 1994-99 σ. 59-60.

[iv]  O Edmond Boissonnas πέθανε στην Αμερική από τύφο. Μετά το θάνατο του  αδελφού του, ο Fred εργάστηκε  σκληρά μόνος του αυτή τη φορά, γύρω από τη οπτική και τη χημεία της φωτογραφίας.

[v]  O Edmond Boissonnas  δεν ανακάλυψε την εωσίνη.  Μερικοί φωτογράφοι  τη χρησιμοποιούσαν, ήδη. Η επιτυχία του ήταν  ότι τη χρησιμοποίησε σε καθαρή μορφή.

[vi] Ο Daniel BaudBovy ήταν κατά 12 χρόνια νεότερος από το  Fred. Γιος ζωγράφου, μεγάλωσε σε καλλιτεχνικό περιβάλλον. Είχαν  συνεργαστεί με τον Fred στις εκδόσεις: «Οι ζωγράφοι της Γενεύης»  και «Το ημερολόγιο της Γενεύης» και τους συνέδεε βαθιά φιλία και κοινή καλλιτεχνική αίσθηση.

[vii] Βλ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΘΑΣ, ΤΟΠΙΑ και ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΠΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ του FRED.BOISSONNAS, μια έκδοση του περιοδικού «Συλλογές» Αθήνα χ.χ.

[viii] βλ. HENRI-PAUL BOISSONNAS Μικρά Ασία 1921,Ειρήνη Μπουντούρη, Η Μικρά Ασία του H.P. Boissonnas, Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα.

[ix] Την ίδια εποχή  τα μνημεία της Ελλάδας  τα φωτογράφιζε και ο συμπατριώτης του Boissonnas αρχαιολόγος Waldemar Deonna, που αργότερα θα συνεργαστεί μαζί του  (Δύο Ελβετοί αρχαιολόγοι φωτογραφίζουν την Ελλάδα Waldemar Deonna και Paul Collart 1904-1939, Αθήνα 2001).

[x] Ο Σπύρος Μελετζής, ακολουθώντας τα βήματα του Fred, μας έδωσε το «δικό του Παρθενώνα» (όπως και τον Όλυμπο και πολλές από τις «αγροτικές» σκηνές). Συνέντευξη στον Μ. Πασιάκο 2002.

[xi] Διάσημος Γάλλος ελληνιστής, ο οποίος μετέφρασε την «Οδύσσεια» στα γαλλικά.

[xii] βλ. ημερολόγιο F. Boissonnas.

[xiii] Το 1913-14 ο Fred έλαβε από τον τότε έλληνα πρέσβη στο Παρίσι και πρώην υπουργό των Εξωτερικών Άθω Ρωμάνο και το πενιχρό ποσό των 5.000 δρχ. που είχε εγκρίνει το 1907 ο Γεώργιος ο Α΄. βλ. Ειρήνη Μπουντούρη. Η οικογένεια Boissonnas και η «προβολή των ελληνικών θέσεων», Μικρά Ασία ο.π. σ. 35.

[xiv] Αποκαλυπτική για τις προθέσεις της ελληνικής πλευράς, αλλά και των προθέσεων του Fred είναι η επιστολή του Καψαμπέλη προς τον υπουργό των εξωτερικών: «…ότι η επιχείρησις αύτη καλώς οργανουμένη ηδύνατο να αποδώση ημίν ανεκτιμήτους υπηρεσίας από πολιτικής, οικονομικής και πάσης άλλης απόψεως, είνε αναμφισβήτητον. Οι αναλαμβάνοντες ταύτην δεν αποβλέπουσι κυρίως εις αυτήν ως εις κερδοσκοπικήν επιχείρησιν. Αναμφιβόλως δεν ρίπτονται εις αυτήν εξ απλής μόνον αισθηματολογίας αλλά κυρίως επιθυμούσι να συμπληρώσωσιν έργον, εις ό αφιερώθησαν ήδη από 15ετίας…».

Υπηρεσία Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του Υπουργείου Εξωτερικών, (Αρχείο Κεντρικής Υπηρεσίας 1922, φάκελος 98, υποφάκελος 4 (φάκελος Boissonnas ) Νο 553.

[xv] Το συμβόλαιο αυτό φυλάσσεται στην Υπηρεσία Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του Υπουργείου Εξωτερικών.  (Αρχείο Κεντρικής Υπηρεσίας 1922, φάκελος 98, υποφάκελος 4 (φάκελος Boissonnas ) Αριθ. Πρωτ. 2907.

[xvi] …Συγκροτούν το ιδεολογικό και το εικονογραφικό έρεισμα της «προβολής των ελληνικών θέσεων» και το τεκμήριο της ελληνικότητας των περιοχών μέσω της φωτογραφίας και των επιλεγμένων κειμένων…γράφει εύστοχα η Ειρήνη Μπουντούρη ο.π. σ. 37.

[xvii] Στο σημείο αυτό ο N. Bouvier γράφει λανθασμένα ότι: «…Τα σχέδια τους  ακυρώθηκαν από τα γεγονότα: ο Βενιζέλος έχασε την εξουσία..» Όπως βλέπoυμε όμως το εμπορικό δαιμόνιο του Fred τα είχε καταφέρει για τελευταία φορά, αν και οι καθυστερήσεις των συμφωνηθέντων ποσών από την ελληνική κυβέρνηση ήταν αφόρητες. Στις επιστολές του πρεσβευτή της Ελλάδας στη Γενεύη προς το υπουργείο του περιγράφεται με μελανά χρώματα η κατάσταση: «…Ευρισκόμεθα δ’ εν δυσχερεστάτη θέσει, διότι ο κ. Boissonnas δεν παύει απευθυνόμενος προς τε το Προξενείον και ημάς, αιτούμενος την  ταχίστην αποστολήν της ληξιπροθέσμου απαιτήσεώς του…» 24-12-1921 και «…ευαρεστούμενοι χορηγήση μοι σχετικάς οδηγίας, δυναμένας ίσως να λυτρώσωσι την Βασιλικήν Πρεσβείαν των απαύστων οχλήσεων του αναφερομένου καλλιτέχνου…» 19-6-1922,  Αρχείο Κεντρικής Υπηρεσίας 1922, φάκελος 98, υποφάκελος 4 (φάκελος Boissonnas) .

[xviii] FRED BOISSONNAS, ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΕΝ ΕΤΕΙ 1930, κείμενα BETRAND BOUVIÉR, ΑΜΜΟΣ, 1994.

Read Full Post »

Ναύπλιο, υδατογραφία, πρώτο μισό 19ου αιώνα   


 

Ναύπλιο, υδατογραφία, πρώτο μισό 19ου αιώνα

Ναύπλιο, υδατογραφία, πρώτο μισό 19ου αιώνα

 

Μερική άποψη του Ναυπλίου και το Παλαμήδι, αγνώστου, υδατογραφία. 

Read Full Post »

Otto Magnus von Stackelberg, «Ερείπιον πυραμίδος παρά το Άργος», 1834.  


 Ερείπιον πυραμίδος παρά το Άργος – Η πυραμίδα του Ελληνικού, όπως είναι ευρύτερα γνωστή, έργο του   Otto Magnus von Stackelberg – (Όττο Μάγκνους Φον Στάκελμπεργκ), από το βιβλίο του, «La Grèce.Vues pittoresques et topographiques, dessinées par O.M. Baron de Stackelberg. Paris, chez I.F. dOstervald, Editeur 1834».

 

 

 

Otto Magnus von Stackelberg, «Ερείπιον πυραμίδος παρά το Άργος», 1834.

Otto Magnus von Stackelberg, «Ερείπιον πυραμίδος παρά το Άργος», 1834.

 

 

  

   Ο κόμης ‘Οττο Μάγκνους Φον Στάκελμπεργκ (Ταλίν, 25 Ιουλίου 1786 – Αγία Πετρούπολη, 27 Μαρτίου 1837) υπήρξε ένας από τους πρώτους αρχαιολόγους καθώς επίσης και συγγραφέας, ζωγράφος και ιστορικός της τέχνης. Περιηγήθηκε την Ελλάδα και την Ιταλία και αποτύπωσε την αντίληψη της εποχής για τα μνημεία και τις σύγχρονες ανθρώπινες μορφές, για τις οποίες αποσκοπούσε να παραδώσει την πιο παραστατική εικόνα της πραγματικότητας: την ιστορική στιγμή που θα χαθεί. Εμπεριστατωμένα σχόλια συνόδευαν τις χαλκογραφίες του. Δημοσίευσε εντυπωσιακά έργα, κυρίως με τοπία και ανθρώπινους τύπους. Τα σχέδιά του, που είχαν μεγάλη απήχηση, αντιγράφηκαν και επανεκδόθηκαν επανειλημμένως προκειμένου να κοσμήσουν άλλα περιηγητικά έργα.

 

 

Read Full Post »

Coronelli Vincenzo Maria, Napoli Di Romania, 1686


 Napoli Di Romania assediato e presso dall’Armi alla Serenissima Republica di Venezia, sotto il comando dellEccellenza del Cap: Gen: Francesco Morosini Cavelier e Procur: di S. Marco 20 ag: 1686

H Napoli di Romagna πολιορκήθηκε και κατακτήθηκε με τα όπλα της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, υπό την διοίκηση της Εξοχότητας του Γενικού Καπετάνιου Ιππότη και Δημόσιου Επιτρόπου Francesco Morosini. Ημέρα 20 Αυγούστου 1686.

Coronelli Vincenzo Maria, Napoli Di Romania, 1686

Coronelli Vincenzo Maria, Napoli Di Romania, 1686

Η σκηνή της μάχης στο Napoli di Romania (Ναύπλιο) τον Αύγουστο του 1686 κάτω από την αρχηγία του Γενικού Λοχαγού Francesco MorοsiniΑυτό το λιμάνι του Μοριά στο κόλπο του Άργους ήταν σημαντικός σταθμός στον εμπορικό δρόμο ανάμεσα στη Βενετία και την Κωνσταντινούπολη και θα γινόταν αργότερα η πρώτη πρωτεύουσα του Βασιλείου της Ελλάδας.

Το σχέδιο έδειχνε τη Βενετική υπεροχή του κάστρου της θάλασσας (Μπούρτζι) και της οχυρωμένης πόλης από τους βομβαρδισμούς του Παλαμηδίου καταμήκος με τις Τουρκικές δυνάμεις στη μακρινή πλευρά του βουνού και διάφορες άλλες συμπλοκές. Η θέα ήταν κυκλωμένη από σύμβολα, συμπεριλαμβανομένου του Λέοντα του San Marco.

Το Ναύπλιο αρχικά έπεσε στους Βενετούς στα τέλη του 14ου αιώνα. Αργότερα είχαν τον έλεγχο οι Τούρκοι από το 1540 μέχρι 1686. Το σχλεδιο δείχνει τους Βενετούς να ξαναπαίρνουν το Ναύπλιο, το οποίο κράτησαν μέχρι το 1715, όπου και το ξαναπήραν οι Τούρκοι. Τελικά οι Έλληνες πήραν τον έλεγχο της πόλης το 1822, κατά τη στιγμή την οποία έγινε η πρώτη πρωτεύουσα του Βασιλείου της Ελλάδας. (Βενετία 1686).

 

Read Full Post »

Coronelli Maria Vincenzo (16 Αυγούστου 1650 – 9 Δεκεμβρίου 1718)


 

Ιερωμένος, κοσμογράφος, πρόεδρος της υδροδυναμικής, με εκατόν σαράντα εκδόσεις, ο Coronelli ήταν υπεύθυνος, ως το 1707, για την παραγωγή, από το πολυπληθές εργαστήριό του, πλούσιων χαρτογραφικών εκδόσεων που επηρέασαν την εξέλιξη των έντυπων γεωγραφικών εκδόσεων. Τα σχέδιά του συνοδεύουν έκτοτε πάμπολλες επανεκδόσεις ή μεταφράσεις των έργων του, είτε εικονογραφούν μεταγενέστερα ταξιδιωτικά χρονικά, ιστορικά συγγράμματα και γεωγραφικά έργα.

Ιδρυτής της Γεωγραφικής Ακαδημίας των Αργοναυτών στη Βενετία, ανέλαβε να απεικονίσει τις νικηφόρες μάχες των συμπατριωτών του κατά τον Ενετοτουρκικό πόλεμο (1684-87).

Στην  Ελλάδα έρχεται  την ίδια  εποχή και επισκέπτεται πολλές περιοχές μεταξύ αυτών και την Αργολίδα, όπου και κάνει καταγραφή  περιοχών της σε σχέδια και χάρτες.  Το 1688 εκδίδει  στην Βενετία το βιβλίο, « Memorie Istoriografiche deRegni della Morea, Negroponte e Littorali fina Salonichi Accresciute in questa seconda edizione», στο οποίο αφιερώνει αρκετές σελίδες στο Άργοςκαι τοΝαύπλιο.

 

Βιογραφία


  

Vincenzo Coronelli

Vincenzo Coronelli

Ο Vincenzo Coronelli γεννήθηκε  στη Βενετία στις 15 Αυγούστου 1650 και ήταν το πέμπτο παιδί ενός Βενετού ράφτη που λεγόταν Μaffio Coronelli. Στα δέκα του χρόνια, ο νεαρός Vincenzo εστάλη στην πόλη της Ravenna και μαθήτευσε δίπλα σ’ ένα ξυλογράφο. Το 1663 τον αποδέχτηκαν στο Μοναστικό Τάγμα των Φραγκισκανών, και έγινε δόκιμος μοναχός το 1665. Στην ηλικία των 16 εξέδωσε την πρώτη από τις 140 διαφορετικές δουλειές του. Το 1671 μπήκε στο μοναστικό τάγμα της Santa Maria Gloriosa dei Frari στη Βενετία και το 1672 ο Coronelli εστάλη στο Κολέγιο του Saint Apostoli στη Ρώμη όπου έκανε το διδακτορικό του στη Θεολογία το 1674. Υπερείχε επίσης στη μελέτη της Αστρονομίας και στην Ευκλείδεια Γεωμετρία. Λίγο πριν το 1678 ο Coronelli άρχισε να δουλεύει ως Γεωγράφος και ήταν επιφορτισμένος να δημιουργήσει ένα σετ από γήινες και ουράνιες σφαίρες για τον Ranuccio II Farnese, Δούκα της Πάρμα. Κάθε μια από τις κατασκευασμένες σφαίρες ήταν πέντε πόδια σε διάμετρο και τόσο εντυπωσίασαν το Δούκα, που έκανε τον Coronelli  Θεολόγο του. Η φήμη του Coronelli σαν θεολόγου μεγάλωνε και το 1699 διορίστηκε Γενικός Πατέρας ( Father General) στο Τάγμα των Φραγκισκανών.

 

Σφαίρες για το Λουδοβίκο XIV 


 

Vincenzo Coronelli, terrestrial globe Ø 110 cm. Vienna, Österreichische Nationalbibliothek.

Vincenzo Coronelli, terrestrial globe Ø 110 cm. Vienna, Österreichische Nationalbibliothek.

O Καρδινάλιος Cesar dEstrees, φίλος και σύμβουλος του Λουδοβίκου XIV και πρεσβευτής στη Ρώμη, έδειξε στο Δούκα της Πάρμα τις σφαίρες και κάλεσε τον Coronelli στο Παρίσι το 1681 να κατασκευάσει ένα ζευγάρι σφαίρες για το Most Christian King. O Coronelli μετακόμισε στη Γαλλική πρωτεύουσα το 1681, όπου έζησε για 2 χρόνια. Κάθε σφαίρα αποτελούνταν από άξονες με κυρτό ξύλινο σκελετό περίπου δέκα πόδια ύψος και τέσσερες ίντσες πλάτος στον ισημερινό. Το ξύλο ήταν επικαλυμμένο με στρώση από ασβεστοκονίαμα περίπου 1 ίντσα πάχος και καλυμμένο με στρώση από σκληρό μη επεξεργασμένο ύφασμα (υλικό). Αυτό μετά περιτυλίγεται σε στρώμα ¼ της ίντσας δύο πολύ λεπτών (φίνων, κομψών) υφασμάτων το οποίο εξασφαλίζει υποστήριξη για τις ζωγραφισμένες πληροφορίες των σφαιρών. Αυτές οι σφαίρες είναι 384 cm στη διάμετρο και ζυγίζουν περίπου 2 τόνους, βρίσκονται εκτεθειμένες στην Εθνική Βιβλιοθήκη Francois Mitterramd στο Παρίσι.

  

Napoli Di Romania assediato e presso dall’Armi alla Serenissima Republica di Venezia, sotto il comando dellEccellenza del Cap: Gen: Francesco Morosini Cavelier e Procur: di S. Marco 20 ag: 1686

H Napoli di Romagna πολιορκήθηκε και κατακτήθηκε με τα όπλα της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, υπό την διοίκηση της Εξοχότητας του Γενικού Καπετάνιου Ιππότη και Δημόσιου Επιτρόπου Francesco Morosini. Ημέρα 20 Αυγούστου 1686.

 

 
Vincenzo Maria Coronelli. Napoli Di Romania, 1686.

Vincenzo Maria Coronelli. Napoli Di Romania, 1686.

  

Η σκηνή της μάχης στο Napoli di Romania (Ναύπλιο) τον Αύγουστο του 1686 κάτω από την αρχηγία του Γενικού Λοχαγού Francesco Morοsini.  Αυτό το λιμάνι του Μοριά στο κόλπο του Άργους ήταν σημαντικός σταθμός στον εμπορικό δρόμο ανάμεσα στη Βενετία και την Κωνσταντινούπολη και θα γινόταν αργότερα η πρώτη πρωτεύουσα του Βασιλείου της Ελλάδας.

Το σχέδιο έδειχνε τη Βενετική υπεροχή του κάστρου της θάλασσας (Μπούρτζι) και της οχυρωμένης πόλης από τους βομβαρδισμούς του Παλαμηδίου καταμήκος με τις Τουρκικές δυνάμεις στη μακρινή πλευρά του βουνού και διάφορες άλλες συμπλοκές. Η θέα ήταν κυκλωμένη από σύμβολα, συμπεριλαμβανομένου του Λέοντα του San Marco.

Το Ναύπλιο αρχικά έπεσε στους Βενετούς στα τέλη του 14ου αιώνα. Αργότερα είχαν τον έλεγχο οι Τούρκοι από το 1540 μέχρι 1686. Το σχέδιο δείχνει τους Βενετούς να ξαναπαίρνουν το Ναύπλιο, το οποίο κράτησαν μέχρι το 1715, όπου και το ξαναπήραν οι Τούρκοι. Τελικά οι Έλληνες πήραν τον έλεγχο της πόλης το 1822, κατά τη στιγμή την οποία έγινε η πρώτη πρωτεύουσα του Βασιλείου της Ελλάδας. (Βενετία 1686).

  

Μετέπειτα Ζωή


 

Λόγω της φήμης του δούλεψε σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες τα χρόνια που ακολούθησαν, και επέστρεψε μόνιμα  στη Βενετία το 1705. Στη Βενετία άρχισε το δικό του κοσμογραφικό σχέδιο και εξέδωσε τους τόμους του Atlante Veneto. Στην πατρίδα του ίδρυσε την πρώτη γεωγραφική κοινωνία, την Accademia Cosmografica degli Argonauti. Κατείχε τη θέση του Κοσμογράφου της Δημοκρατίας της Βενετίας. Οι τελευταίοι έξι τόμοι από τη Biblioteca SarcoProfana εκδόθηκαν από τον Coronelli. Ήταν ένα είδος εγκυκλοπαίδειας όπου οι καταχωρήσεις ήταν αλφαβητικά.

Ο Coronelli πέθανε στην ηλικία των 68 ετών στη Βενετία έχοντας δημιουργήσει εκατοντάδες χάρτες στη ζωή του. Ανθεκτικές σφαίρες του Coronelli είναι σήμερα εγκατεστημένες σε διάφορες συλλογές. Ζεύγη από τις πιο φημισμένες πλατιές (110cm διάμετρο) σφαίρες είναι για παράδειγμα στη Biblioteca Marciana στην Βενετία, στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστρίας και στο Clobe Museum (Μουσείο της Υδρογείου) στη Βιέννη, στη βιβλιοθήκη του Stift Melk, όπως επίσης στα Trier, Πράγα, Παρίσι, Λονδίνο, Ουάσιγκτον. Το Ransom Center στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Austin έχει ζεύγος σφαιρών του Coronelli μια γήινη και μια ουράνια σφαίρα. Το 1952 ιδρύθηκε στη Βιέννη το,  The International Coronelli Society for the Study of Globes, και πήρε το όνομα του Coronelli προς τιμή του.

 

Επιλεγμένοι χάρτες

1690-91 Atlante Veneto

1696-97 Isolario dell’ Atlante Veneto

1692 Corso geografico universale

1695 Re-issued

1693 Epitome Cosmografica

1693 Libro dei Globi

1701 Re-issued

1695 World Map

1696 Pacific Ocean

 

Μερική Βιβλιογραφία

 

Morea, Negroponte & Adiacenze (1688).

Atlante Veneto (1691 – 1696).

Ritratti de celebri Personaggi (1697).

Lo Specchio del Mare (1698).

Singolarità di Venezia (1708-1709).

Roma antico-moderna (1716).

Η μετάφραση από τα Αγγλικά έγινε από την  Άνσα Καραχάλιου, ενώ τα Ιταλικά κείμενα απέδωσε στα Ελληνικά ο Δημήτρης Αργυράκης.

   

Πηγές


  • Accademia Cosmografica degli Argonauti.
  • The International Coronelli Society for the Study of Globes.
  • National Maritime Museum, Greenwich, London.
  • Epitome cosmografica. 

  

Read Full Post »

Τίρυνθα, Άργος, Μυκήνες –  Buchon, J. A. C.

  

Το 1840 – 1841 είχε επισκεφθεί την Αργολίδα ο Γάλλος συγγραφέας και ιστορικός Ιωάννης -Αλέξανδρος Mπυσόν (J.-A. Buchon). Αποτέλεσμα του ταξιδιού του και των μελετών του στην Ελλάδα υπήρξε το βιβλίο του Ηπειρωτική Ελλάς και ο Mοριάς, που εκδόθηκε το 1843.

Ας δούμε τι γράφει για την Τίρυνθα, το Άργος και τις Μυκήνες.

 

[…] Η Τίρυνθα βρίσκεται μόλις μισή λεύγα από το Ναύπλιο.  Είχε κτιστεί πάνω σ΄ ένα μικρό λόφο στην άκρη του Ναυπλιακού Κόλπου και από εκεί, μπορούσε κανείς να παρακολουθήσει την πεδιάδα του Άργους και τα κομμάτια γης που περιβάλλουν τον Κόλπο από τις δυο πλευρές, περίπου μέχρι το έλος της Λέρνης και να δει από μακριά να μετακινούνται οι βάρκες και τα καράβια που κατευθύνονταν προς το λιμάνι του Ναυπλίου.  Τα ελληνικά του τείχη, ήδη παλαιά την εποχή του Ομήρου, αποτελούνται από τεράστιους ασμίλευτους ογκόλιθους ενωμένους ενίοτε με πολύ μικρές πέτρες, αλλά χωρίς τη βοήθεια τσιμέντου.

Τα τείχη της Τίρυνθας

Τα τείχη της Τίρυνθας

 

Περιβάλλουν όλο το λόφο και πρόκειται για επιβλητική κατασκευή.  Εκείνη την εποχή των μη ακριβή μεγάλων πολεμικών μηχανών αυτά τα τείχη ήταν σε θέση να αντισταθούν όχι μόνο στην όποια επίθεση πειρατών που θα έφθαναν από τον Κόλπο, αλλά και στην όποια αιφνιδιαστική επίθεση μεγαλύτερου στρατού.  Όσο για κάποια τακτική πολιορκία, ο εσωτερικός του πληθυσμός ήταν πολύ λίγος και η κλίση του λόφου του ήταν πολύ μικρή και λίγη, για να την  φοβηθεί κάποιος πιο ισχυρός εχθρός.  Τα εσωτερικό της Ακρόπολης της Τίρυνθας είναι σήμερα ένα χωράφι με εξαιρετικό καπνό, και πάνω στις πλαγιές και ακόμα και στον κάμπο, αναπτύσσονται αμπέλια που παράγουν, λέγεται, πολύ καλό κρασί.

Ο ποταμός Ίναχος

Ο ποταμός Ίναχος

Σε άλλη μισή ώρα με σταθερό καλπασμό ενός καλού αλόγου άμαξας, φθάνουμε από τα ερείπια της  Τίρυνθας στη σύγχρονη πόλη του Άργους.  Πρόκειται για ένα είδος μεγάλης κωμόπολης κτισμένη σε πεδιάδα και που έχει περίπου 6000 κατοίκους.  Δυο ή τρία από τα σπίτια είναι αρκετά καλά κτισμένα και περίπου όλα έχουν έναν μικρό κήπο.  Το δημόσιο σχολείο και ο στρατώνας είναι επίσης καλά κτίρια.  Όλα τα σπίτια δείχνουν κάποια άνεση λόγω της καλλιέργειας του καπνού, του οποίου η ανωτερὀτητα της ποιότητας  είναι αναγνωρισμένη σε όλη την Ελλάδα .  Μερικά κομμάτια από αρχαία μάρμαρα εμφανίζονται που και που ανάμεσα στους τοίχους και πάνω στις εξωτερικές πόρτες των σπιτιών.  Σε μια οδό που οδηγεί στο βουνό, σταμάτησα μπροστά σε ένα πολύ όμορφο μαρμάρινο ανάγλυφο, ύψους έξι ποδιών, που  απεικονίζει την Αφροδίτη και τον   Έρωτα.

Η κόμμωση της Αφροδίτης έχει ωραίο σχήμα.  Αυτό το ανάγλυφο αποτελεί ένα εκ των δύο στύλων που στηρίζουν το υπέρθυρο  μιας αυλόπορτας τοποθετημένης στο δρόμο.  Πηγαίνοντας από την καινούργια πόλη προς το βουνό πάνω στο οποίο στέκονταν η ακρόπολη του Άργους και  το μεσαιωνικό κάστρο, βρίσκουμε πρώτα απομεινάρια ρωμαϊκών κατασκευών. Ἐπειτα, λίγο πιο πέρα, τα ερείπια ενός μεγάλου θεάτρου, σκαλισμένου όπως συνηθιζόταν, στις ίδιες τις πλαγιές του βουνού.  Οι κερκίδες διατηρούνται αρκετά καλά μέχρι και το πιο ψηλό σημείο.  Πρέπει ν΄ ανέβεις άλλη μια ώρα για να φτάσεις στην κορυφή του βουνού πάνω στο οποίο ήταν κτισμένα η ακρόπολη και το φράγκικο κάστρο.

Σ΄ όλη την έκταση του βουνού βρίσκουμε  όγκους από τούβλα, που αποδεικνύουν ότι  όλος αυτός ο χώρος καλυπτόταν από οικίες.  Φτάνοντας στη μέση βρίσκουμε ένα πρώτο τείχος του κάστρου, που αποτελείται από επάλξεις φράγκικης κατασκευής.  Πέρα από αυτό το πρώτο τείχος βλέπουμε εδώ και εκεί, περίπου παντού μέσα στην εσωτερική περίβολο, μερικά ερείπια των ελληνικών τειχών από φαρδιές τετράπλευρες πέτρες ομοιόμορφα σκαλισμένες και τοποθετημένες η μια πάνω στην άλλη χωρίς να ενώνονται με τσιμέντο.  Βλέπουμε ότι οι Φράγκοι αρκέστηκαν  να προσαρμόσουν τις κατασκευές τους στις αρχαίες κατασκευές και να υψώσουν πιο ψηλά τείχη πάνω από εκείνα που υπήρχαν ήδη, διατηρημένα εν μέρει.

Πολύ συχνά μάλιστα, χρησιμοποίησαν υλικά από αρχαία ερείπια που βρίσκονταν εκτός από τα τείχη, αφού στο εξωτερικό τείχος παρατηρούμε μία κολόνα με αυλακώσεις τοποθετημένη με υπέροπτο τρόπο  ως πλαϊνό παραθύρου ενώ κοντά της, πάνω στο ίδιο τείχος, πολλές κολόνες είναι ξαπλωμένες στο βάθος του τείχους σαν να ήταν αποθηκευμένες.  Το φράγκικο κάστρο είναι τέλεια διατηρημένο·  στρογγυλοί πύργοι, ορθογώνιοι πύργοι, επάλξεις, βρίσκουμε τα πάντα.  Όταν το βλέπεις από τη μεριά της δύσης, κάνει πολύ όμορφη εντύπωση.

Την εποχή του πολέμου της Τροίας τα στρατεύματα του Άργους και της χερσονήσου των Μεθάνων τα οδηγούσε στον πόλεμο ο Διομήδης, μεγάλος υποτελής του βασιλιά Αγαμέμνονα, ηγεμόνα της Αργολίδας.  Μετά την κατάκτηση του Μοριά από τους Φράγκους, η φεουδαρχία αυτού του κράτους δόθηκε σ΄ έναν Γάλλο, που ήταν υποτελής των πριγκίπων ντ΄ Ασέιγ της οικογένειας Βίλλε-Αρντουέν.  Το δέκατο τέταρτο αιώνα ο Γκι ντ΄ Ανγκιέν,  μη μπορώντας να κατακτήσει ξανά την Αθήνα, που είχε αποκτήσει ο παππούς του Γκοτιέ ντε Μπριέν, δούκας της Αθήνας, έγινε ηγεμόνας του Άργους· αλλά  είχε μόνο μια διάδοχο, και οι Βενετοί, οι οποίοι καιροφυλακτούσαν αυτή την διαδοχή, κατάφεραν να παντρέψουν τη Μαρία, την κόρη του, με έναν δικό τους, της οικογένειας Κορνάρο·  μετά, του εξαγόρασαν τα δικαιώματά του, και μετά το θάνατο της Μαρίας ντ Άνγκιέν και του Πέτρου Κορνάρο, κληρονόμησαν τα φέουδα του Άργους και του Ναυπλίου*· αλλά δεν μπόρεσαν να γίνουν κάτοχοι αυτών.  Αφού ο Κάρολος του Τόκκο, δεσπότης της Ρωμανίας και της Άρτας, Δούκας της Λευκάδος, κόμης του παλατιού της Κεφαλονιάς και γαμπρός του Νέρι Ατσιαγιούλι, δούκας της Αθήνας, τις είχε κατακτήσει με όπλα στο χέρι, και χρειάστηκαν χρόνια για να τελειώσουν διαπραγματεύσεις προς όφελός τους.

Πάμε από το Άργος προς το Χαρβάτι, τους πρόποδες των λόφων των Μυκηνών, σε μια ώρα.  Εκεί, άφησα την άμαξά μου διότι σταματάει κάθε δρόμος, και ανέβηκα με τα πόδια αυτές τις άγονες πλαγιές.  Το πρώτο αρχαίο μνημείο που συναντάμε είναι ο θησαυρός των Ατρειδών, γνωστός και ως τάφος του Αγαμέμνονα.  Ένας ευρύς προθάλαμος με φαρδιές τετράπλευρες πέτρες οδηγεί σε μια φαρδιά και όμορφη πύλη με ύψος δέκα οκτώ πόδια·  τρεις τεράστιες πέτρες σχηματίζουν τα δυο στηρικτικά πίλαστρα και το υπέρθυρο της πυραμιδοειδούς πύλης που οδηγεί σ΄ ένα δωμάτιο, διαμέτρου  περίπου σαράντα οκτώ ποδιών, κατασκευασμένο με θόλο κωνικού σχήματος.  Μέσα στο πέρασμα που οδηγεί στο εσωτερικό, παρατηρούμε ακόμα από κάτω προς τα πάνω δυο σειρές από πρόκες που προορίζονταν να στηρίξουν μια δίφυλλη πόρτα.  Αυτό το δωμάτιο είναι κτισμένο όλο με τετράπλευρες πέτρες μέχρι το πάνω μέρος του κώνου ή του ακροσφήνιου, που φθάνει στο πάνω μέρος του λόφου, περίπου στην επιφάνειά του. 

Θησαυρός του Ατρέα ( Χαλκογραφία C. Wordsworth, 1841)

Θησαυρός του Ατρέα ( Χαλκογραφία C. Wordsworth, 1841)

Η πέτρα που είναι τοποθετημένη στο υψηλότερο σημείο αυτού του κώνου σηκώθηκε λένε, μετά από διαταγή του Βελί πασά, λόγω των έντονων φημών ότι θα έβρισκε εκεί ανεκτίμητους θησαυρούς.  Όλες οι πλάκες έχουν φαρδιές πρόκες που μάλλον στήριζαν σκαλιστές μπρούντζινες πλάκες, όμοιες με την επικάλυψη της στήλης της Πλατείας Βαντόμ.  Από αυτό το κυκλικό δωμάτιο περνάμε, μέσω μιας πόρτας και ενός περάσματος πιο μικρού, σ΄ ένα άλλο δωμάτιο ορθογώνιου σχήματος, σκαλισμένο στο βράχο.  Εκεί, λέγεται, οι Ατρείδες φύλαγαν τα πολύτιμα όπλα τους, τα ποτήρια που τους είχαν κάνει δώρο, και άλλα παράξενα αντικείμενα που αποτελούσαν την οικογενειακή τους κληρονομιά.  Σκεπάστε την Σιταραγορά του Παρισιού μ΄ έναν θόλο από μεγάλες πέτρες αντί ενός σιδερένιου θόλου, και θα έχετε μια αρκετά πιστή αναπαράσταση του επιβλητικού θησαυρού των Ατρειδών.  Αυτό το μνημείο φαίνεται ότι ήταν έξω από τον περίβολο της πόλης, και βλέπουμε κάποιους τάφους  στην επιφάνεια του εδάφους λίγα βήματα από εκεί που οδηγούν στα τείχη των Μυκηνών που αποτελούνται από μεγάλες σκαλισμένες πολυγωνικές πέτρες που σκεπάζουν όλες τις πλαγιές του βουνού.  Στο πιο χαμηλό σημείο, βρίσκεται η φημισμένη πύλη των Λεόντων που είναι τόσο αρχαία .

Είναι ημιπυραμιδικού  σχήματος, και τα λιοντάρια που είναι τοποθετημένα στην κάθε πλευρά  φαίνονται να στηρίζουν τον κολοσσιαίο θυρεό μιας πύλης του μεσαίωνα. 

Πιο πάνω, στο μέρος των βουνών και της πηγής, βρίσκεται μια άλλη πύλη μικρότερη, και πιο πέρα παρατηρούμε στην άκρη ενός τοίχου έναν τετράγωνο πύργο.  Ανάμεσα σ΄ αυτά τα εκτενή ερείπια δεν υπάρχει πια ούτε μια κατοικία, και ο καπνός αναπτύσσεται σε ύψος ανθρώπου στα καλύτερα χώματα.  Παρά τη τωρινή ξεραΐλα αυτών των βραχωδών βουνών, το νερό δεν πρέπει να έλειπε στην αρχαία πόλη των Μυκηνών.  Οι εξαιρετικές πηγές που βλέπουμε εκεί ακόμα  χρησιμοποιούνται και με τη βοήθεια αγωγών  τροφοδοτούν ακόμα τα πηγάδια του Χαρβατιού.  Η πόλη των Μυκηνών, κτισμένη πάνω σε απόκρημνα βουνά, περικυκλωμένη με ένα τείχος από βουνά ακόμα πιο σκληρά, είναι το πιο τέλειο είδος μιας μεγάλης και δυνατής πόλης των ημιμυθικών χρόνων, χωρίς κανένα ανακάτεμα με τα χρονικά των ιστορικών εποχών και τους αιώνες του μεσαίωνα να έχουν αλλοιώσει τη φυσιογνωμία της· πρόκειται ακόμα για την καλοκτισμένη πόλη των Μυκηνών, για τις Μυκήνες με τους φαρδιούς δρόμους, την εύπορη πόλη των Μυκηνών, που αγάπησε η Ήρα, που περιγράφει ο Όμηρος, αλλά που μετά από εκείνον, δεν είχε ζωή πια παρά κατά κάποιο τρόπο μόνο μέσα στα αθάνατα ποιήματά του[…]

 

* Βλ. στα Χρονικά του Αντρέα Ντάντολο, σελ. 482, το κεφάλαιο:  Acquisitio Argos et Neapolis. (Συλλογές του Μουρατόρι, τ. 12)

Μετάφραση από τα γαλλικά: Κυπαρισσία Ηλιοπούλου

 

Πηγή

  • Buchon, J. A. C. (Jean Alexandre C.), « La Grece continentale et la Moree 1840-1841», Paris, 1843.

 

 


Read Full Post »

Ναύπλιο –  Buchon, J. A. C.


 

 Το 1840 – 1841 είχε επισκεφθεί την Αργολίδα ο Γάλλος συγγραφέας και ιστορικός Ιωάννης -Αλέξανδρος Mπυσόν (J.-A. Buchon). Αποτέλεσμα του ταξιδιού του και των μελετών του στην Ελλάδα υπήρξε το βιβλίο του Ηπειρωτική Ελλάς και ο Mοριάς, που εκδόθηκε το 1843.

Ας δούμε τι γράφει για το Ναύπλιο εκείνης της εποχής.

 

Ναύπλιο, το παλιό τζαμί – Υδατογραφία

Ναύπλιο, το παλιό τζαμί – Υδατογραφία

Το Ναύπλιο είναι μια μικρή πόλη ομοιόμορφα και καλά κτισμένη ανάμεσα στους πρόποδες του οχυρωμένου βουνού, που φέρει ακόμα το όνομα του άτυχου Παλαμήδη, γιου του βασιλιά Ναύπλιου και τη θάλασσα.  Έχει την όψη μιας από της δυτικές μας πόλεις, με τα καλά και τα κακά της, την τάξη, αλλά και ενίοτε την ταλαιπωρία . Οι δρόμοι της είναι στενοί και αρκετά καλά πλακοστρωμένοι. Τα σπίτια της, έχουν το ύψος που πρέπει. Οι δύο πλατείες της είναι δεντροφυτεμένες. Τα μεγάλα καταστήματα, που είχαν χτίσει παλιά οι Βενετοί στους πρόποδες του κάστρου, και το κυβερνείο, που είχε χτίσει ο Καποδίστριας την εποχή που κατοικούσε στο Ναύπλιο, θυμίζουν τα καλύτερα αν όχι τα πιο κομψά κτίσματα των μεγάλων πόλεών μας, και για τελευταία και ολοκληρωτική απόδειξη δυτικού πολιτισμού, βρίσκουμε εδώ, ό, τι υπάρχει μόνο στην Αθήνα με πρόσφορο τρόπο, στην Πάτρα με ικανοποιητικό τρόπο, και στην Κόρινθο περιορισμένα: ένα πανδοχείο δηλαδή, ίσως η πιο χρήσιμη των ευρωπαϊκών εισαγωγών στην ανατολή, ένα πανδοχείο, δηλαδή ένα άσυλο όπου κάθε άνθρωπος, αναγκασμένος από τις δουλειές του, τα γούστα του ή τα πάθη του, να ταξιδεύει σ΄ όλο τον κόσμο, μπορεί να ελπίσει ότι θα βρει στοιχεία που του θυμίζουν τις οικιακές του ανέσεις: φως, φωτιά, ένα τραπέζι, καρέκλες, τα απαραίτητα για να   καθαρίσει και να δροσίσει το κουρασμένο του κορμί, ένα κρεβάτι για να ξεκουραστεί, ένα γεύμα για ν΄ ανακτήσει δυνάμεις, και πάνω απ΄ όλα, ένα αναπαυτήριο όπου, μόνος με τον εαυτό του, μπορεί ν΄ αναλογιστεί τι είδε και μύρισε, να σκεφτεί τους απόντες φίλους του χωρίς να φοβάται μήπως προσβάλει τους οικοδεσπότες του, και να συζητήσει μαζί τους μέσω της τρυφερής οικειότητας της ανταλλαγής αλληλογραφίας.

Εμείς, οι μπαφιασμένοι άντρες της Δύσης, απολαμβάνουμε όλα αυτά τα αγαθά, χωρίς να φανταζόμαστε το πόσο αξίζουν, όπως ένας άνθρωπος καλά στην υγεία του χαίρει άκρας υγείας, όπως ένας άνθρωπος σβέλτος απολαμβάνει την λειτουργία των άκρων του, χωρίς να σκέφτεται σε όλους τους συνδυασμούς κινήσεων που χρειάζονται για να επιτευχτεί η ισορροπία και για να τεθεί σε κίνηση η ανθρώπινη μηχανή.  Δεν εκτιμούμε την αξία αυτών των θησαυρών παρά μόνο όταν τους στερηθούμε για λίγο· και δυστυχώς, λίγο να ταξιδέψεις στην Ανατολή, πάντα είμαστε καταδικασμένοι να στερηθούμε τα πάντα, πλην την καθαρότητα του αέρα, την ομορφιά του ουρανού, τη λάμψη του ηλίου, τη γοητεία των νυχτών, τη μεγαλοπρέπεια της φύσης.

Το Ναύπλιο ήταν, μέχρι το τέλος του 1834, η έδρα της κεντρικής κυβέρνησης του νέου Ελληνικού κράτους.  Αυτή η προσωρινή κατάκτηση όλων των πλεονεκτημάτων μιας πρωτεύουσας ήταν αρκετή για ν΄ αλλάξει έναν πληθυσμό τόσο ικανό στον πιο εκλεκτικό πολιτισμό όπως είναι ο ελληνικός πληθυσμός.  Οι γυναίκες υιοθέτησαν τις συνήθειες της Γαλλίας· πολλές μιλούν τη γλώσσα μας με κομψό τρόπο, και μερικές δεν θα πέρναγαν απαρατήρητες ακόμα και στις πιο λαμπρές μας δεξιώσεις, όχι μόνο χάρις αυτού του είδους ομορφιάς έντονης και αγνής που έλαβαν από την προγιαγιά τους Ελένη, αλλά λόγω της άνεσης και της τελειότητας των τρόπων τους, που μοιάζουν τόσο φυσικοί εδώ σε σχέση με τις γυναίκες της Γαλλίας.  Πέρασα στο Ναύπλιο κάποιες βραδιές με κουβεντούλες όπου θα μπορούσα να αισθανθώ ότι βρίσκομαι ακόμα στους δρόμους του Ανζού, του Βιλ-Λεβέκ και του Αστόργκ. Μαζί μ΄ αυτά τα πλεονεκτήματα του πολιτισμού, πρέπει να δέχεσαι και τα κάποια μειονεκτήματά του.  Το Ναύπλιο είναι οχυρό.

Ναύπλιο - Η Πύλη της Ξηράς

Ναύπλιο - Η Πύλη της Ξηράς

Έχει τα πρανή του, τις κινητές του γέφυρες, τα τείχη του, τη στρατιωτική του μονάδα, τον στρατιωτικό του διοικητή, τις πύλες του που κλείνουν και τα παραγγέλματά του.  Στη δύση του ηλίου, οι πύλες της πόλης κλείνουν και τα κλειδιά παραδίδονται στον ταγματάρχη·  τόσο το χειρότερο για σας αν  μείνατε παραπάνω χρόνο για να θαυμάσετε τα παλαιά ομηρικά τείχη  της καλά οχυρωμένης Τίρυνθας, τον τόπο όπου είναι το Άργος, και τα μεγαλοπρεπή ερείπια της παλαιάς πόλης των Μυκηνών, της καλοκτισμένης πόλης των Μυκηνών, της πόλης των Μυκηνών με τους φαρδιούς δρόμους, της πόλης των Μυκηνών που αγάπησε η Ήρα. Ο ήλιος έπεσε, δεν πρόκειται να μπείτε στο Ναύπλιο πια· και θ΄ αναγκαστείτε να ξεπληρώσετε τις απολαύσεις  της ημερήσιας σας εκδρομής πηγαίνοντας να βρείτε στέγη σε κάποιο βρώμικο χάνι ή καραβανσεράι του προαστίου της Πρόνοιας, εκτός κι αν προτιμάτε, όπως το έκανα πολλές φορές όταν ταξίδευα, να κοιμηθείτε υπαίθρια στα γόνιμα χωράφια του Αργολικού κάμπου.   Παρά λίγο αυτό να πάθω και εγώ στο Ναύπλιο· ευτυχώς όμως είχα μια εξαιρετική άμαξα, και προβλέποντας κάποια καθυστέρηση, είχα προνοήσει να ενημερώσω τον Στρατηγό Αλμέϊδα, στρατηγό του Ναυπλίου, ο οποίος μου είχε κάνει τη χάρη να χαλαρώσει κάπως για μένα το σύνηθες παράγγελμα.  Οι απολαύσεις του χανιού της Πρόνοιας δεν είχαν καμία γοητεία για μένα σε σύγκριση με τη δελεαστική προοπτική ενός πανδοχείου.  Εξάλλου, η εκδρομή στην Τίρυνθα, στο Άργος και στις Μυκήνες, αξίζει να κινδυνέψεις να κοιμηθείς πολλά βράδια στην ύπαιθρο· πρόκειται για μια συνήθεια που αργά ή γρήγορα θα αποκτήσεις στην Ελλάδα.

Τα αρχαία χρόνια το Ναύπλιο ήταν το λιμάνι της μεγάλης πόλης του Άργους, με τον ίδιο τρόπο που ο Πειραιάς ήταν το λιμάνι της μεγάλης πόλης της Αθήνας.  Η πρώτη μου σκέψη ήταν λοιπόν να πάω πρώτα απ΄ όλα να επισκεφθώ την Τίρυνθα, το Άργος και τις Μυκήνες μαζί.  Ένας αμαξιτός δρόμος φθάνει από το Ναύπλιο ως τους πρόποδες των λόφων όπου ήταν κτισμένη η πόλη των Μυκηνών, περνώντας από την Τίρυνθα και το Άργος.  Οι άμαξες πολιτογραφούνται  στο Ναύπλιο.  Μου έστειλαν μία και πήρα το δρόμο. 

Ζήτησα να κάνει μια μικρή στάση μέσα στην πόλη για να επισκεφτώ την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος όπου είχε δολοφονηθεί ο Καποδίστριας, τον οποίο είχα γνωρίσει και συμπαθήσει· και λίγο έξω από την πόλη, έξω από το προάστιο Πρόνοια, πήγα επίσης και επισκέφτηκα το βράχο πάνω στο οποίο οι  Βαυαροί  βάζουν να σκαλίσουν, σε μίμηση του Λιονταριού της Λουσέρνας αφιερωμένο στη μνήμη των Ελβετών πεσόντων στη Γαλλία στις 10 Αυγούστου, ένα ξαπλωμένο λιοντάρι για να τιμήσει τους Βαυαρούς που πέθαναν υπηρετώντας την Ελλάδα.  Αυτό το μνημείο, που ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια, δεν έχει προχωρήσει πολύ.  Λίγα μέτρα από εκεί βρίσκεται η πειραματική φάρμα που άρχισε την εποχή του Καποδίστρια και που έχει πολύ παραμεληθεί σήμερα.

[…] Επέστρεψα στο Ναύπλιο γοητευμένος από την εκδρομή μου στο κράτος του βασιλιά Αγαμέμνονα, και άρχισα να διασχίζω στην πόλη για να μελετήσω, τη μια μετά την άλλη, τα σημάδια των διαφόρων αρχαιοτήτων που είναι συγκεντρωμένες εκεί.  Δεν βρήκα πια ίχνος του φημισμένου σιντριβανιού στα νερά του οποίου η Ήρα έβρισκε ξανά κάθε χρόνο την παρθενιά της.  Επίσης δεν βρίσκουμε και πολλά απομεινάρια του μεσαίωνα.  Μόνο το 1247, υπό την αιγίδα του Γκιγιόμ ντε Βιλ-Χαρντουέν, οι Γάλλοι πρίγκιπες του Μοριά κατάφεραν ν΄ αρπάξουν την πόλη του Ναυπλίου με την βοήθεια των Βενετών συμμάχων τους, που απέκλειαν την τοποθεσία αυτή από θαλάσσης, ενώ ο πρίγκιπας  Γκιγιόμ ντε Βιλ-Χαρντουέν την περικύκλωνε από στεριά.  Δύο κάστρα προστάτευαν τότε την πόλη: το κάστρο του Παλαμηδιού, τοποθετημένο πάνω από το βουνό που δεσπόζει στο Ναύπλιο, και ένα δεύτερο κάστρο μέσα στην ίδια την πόλη, πάνω στο βράχο, που παρακολουθεί την είσοδο του λιμανιού.  Οι Γάλλοι κατέκτησαν το πρώτο, που πήρε την ονομασία Φράγκικο, και άφησαν στους Έλληνες το άλλο, που ονομάστηκε ρωμαϊκό κάστρο.  Αυτό το τελευταίο έχει κτιστεί στην τοποθεσία ενός αρχαίου ελληνικού κάστρου.  Βρίσκουμε μέσα στον τοίχο, σε αρκετά μεγάλο ύψος, τις μεγάλες τετράπλευρες πέτρινες βάσεις που αποτελούν και το πιστοποιητικό της προέλευσής τους.  Ανεβαίνουμε στο Παλαμήδι από έναν δρόμο μακρύ αλλά ευκολοδιάβατο, από τη μεριά της εξοχής, ή από γρήγορα σκαλιά, από τη μεριά της πόλης.  Τα σκαλιά κατασκευάστηκαν ξανά προσφάτως από τους φυλακισμένους που κρατούνται στο κάστρο.

Κατά τη διάρκεια όλου του δέκατου τρίτου αιώνα και των πρώτων χρόνων του δέκατου τέταρτου αιώνα, το Ναύπλιο και το Άργος έμειναν στα χέρια των Βιλ-Χαρντουέν·  αλλά μετά το θάνατο του Λουδοβίκου της Βουργουνδίας, πρίγκιπα της Αχαΐας και σύζυγο της Μαρίας ντε Αινώ, εγγονής του Γκιγιόμ ντε Βιλ-Χαρντουέν, η αναρχία εξαπλώθηκε σ΄ όλο το Μοριά, και ο καθένας προσπάθησε να σφετεριστεί τις φεουδαρχίες που του ήταν πιο αρεστές.  Τέσσερα χρόνια περίπου πριν το θάνατο του Λουδοβίκου της Βουργουνδίας, ο πιο ισχυρός εκ των φεουδαρχών του, ο Γκοτιέ ντε Μπριέν, Δούκας της Αθήνας, είχε υποκύψει το 1310 στη μάχη κατά των Καταλανών· ο γιος του, που ονομαζόταν Γκοτιέ όπως και εκείνος, προσπάθησε το 1336, να κατακτήσει ξανά το δουκάτο της οικογένειάς του, αλλά μάταια, και θέλησε αργότερα ν΄ αποζημιωθεί αρπάζοντας τη φεουδαρχία της Φλωρεντίας. Πέθανε στο Πουατιέ χωρίς να  έχει αφήσει διάδοχο.

Η Ισαβέλλα, η αδερφή του, άφησε αντιθέτως έξι παιδιά με το σύζυγό της Γκοτιέ ντ΄Ανγκιέν.  Ο ένας πήρε τον τίτλο του Δούκα της Αθήνας, ένας άλλος πήγε και κατέκτησε την κομητεία του Λέτσε στην Ιταλία· ο τελευταίος, ονόματι Γκι ντ΄ Ανγκιέν, πήγε να βρει την τύχη του στην Ελλάδα, και κατάφερε να εγκατασταθεί στη φεουδαρχία του Ναυπλίου και του Άργους.  Ο Γκι ντ΄ Ανγκιέν απέκτησε μόνο μια κόρη, τη Μαρία, που άφησε, όπως το είπα πιο πάνω, ως κληρονόμο των δυο αυτών ισχυρών φεουδαρχιών.  Η Μαρία παντρεύτηκε έναν ευγενή βενετό, τον Πέτρο Κορνάρο, που πέθανε πριν προλάβει ν΄ αποκτήσει παιδιά.  Οι βενετοί εποφθαλμιούσαν εδώ και καιρό το Ναύπλιο. 

Το έτος 1388, την 2α  Σεπτεμβρίου, για να αποτρέψουν, δήθεν, τα φεουδαρχία να πέσουν στα χέρια είτε των Τούρκων, είτε των Ελλήνων, οι οποίοι τα εποφθαλμιούσαν, σε βάρος της Μαρίας ντ΄ Ανγκιέν, της τα αγόρασαν με αντίτιμο ένα ετήσιο εισόδημα ύψους πεντακοσίων χρυσών δουκάτων.  Από τη μεριά της, η Μαρία ντ΄ Ανγκιέν υποσχέθηκε να μην παντρευτεί ξανά, τόσο με ευγενή βενετό όσο με οποιονδήποτε άλλον.  Αλλά ο Νέριο Ατσιαγιουόλι, άρχοντας της Κορινθίας, αντιστάθηκε με επιτυχία στην κατάκτηση από του Βενετούς, και πήρε το Άργος και το Ναύπλιο στα χέρια του.  Αφού χρίστηκε Δούκας της Αθήνας το 1394, συνέταξε την διαθήκη του στο τέλος εκείνης της χρονιάς· βρίσκουμε σ΄ αυτή κάποιους όρους που αφορούν το Άργος και το Ναύπλιο:

  « Θέλουμε, λέει, ο χρυσός σταυρός διακοσμημένος με  σμαράγδια και άλλες πολύτιμες πέτρες, να δοθεί, για τη σωτηρία της ψυχής μας, στον Επίσκοπο του Άργους.

 Θέλουμε να δοθούν στον Αιδεσιμότατο Επίσκοπο του Άργους τα διακόσια πενήντα χρυσά δουκάτα που παρακρατήσαμε από τα έσοδα της εκκλησίας της Αθήνας τη χρονιά που ο εν λόγω Επίσκοπος ήταν βικάριος της εκκλησίας της Αθήνας.

 Θέλουμε και διατάζουμε στο Νάπολι ντι Ρομάνια να κατασκευαστεί ένα νοσοκομείο για τους φτωχούς, και κληροδοτούμε σ΄ αυτό το νοσοκομείο όλα τα κινητά και ακίνητα του Άργους για την κατασκευή του εν λόγω νοσοκομείου· εκτός από 100 … το χρόνο που θα πρέπει να δοθούν στην εκκλησία του Άργους ώστε να γίνεται κάθε Δευτέρα μια νεκρώσιμη ακολουθία (ρέκβιεμ) για την ψυχή μας.

 Θέλουμε αυτό το νοσοκομείο να κατασκευαστεί και να διοικείται από τους κληρονόμους μας, από τους αξιωματικούς του Άργους και του Ναυπλίου και από τον αιδεσιμότατο Επίσκοπο του Άργους, και ό, τι από τα τρία τέταρτα αυτών των διοικητών θα αποφασίζουν να γίνεται.

 Θέλουμε ο εν λόγω Επίσκοπος του Άργους να πάρει τη διοίκηση του μοναστηρίου μας με τις μοναχές του Ναυπλίου και να μπορεί να τοποθετεί και να μεταθέτει την ηγουμένη και τις άλλες επικεφαλείς αυτού του μοναστηριού, όπως καλύτερα θα του φαίνεται · όμως οτιδήποτε θα πρέπει να πληρώσει το εν λόγω μοναστήρι θα το πληρώνει στο εν λόγω νοσοκομείο και όχι σε άλλα.»

Κατά τη διάρκεια που ο Νέριο Ατσιαγιουόλι ήταν, το 1394, κρατούμενος των Γασκώνων και Καταλανών της Αθήνας, ένας εκ των γαμπρών του, ο Κάρολος Τόκκο, κόμης της Κεφαλονιάς και δεσπότης της Άρτας, άρπαξε αυτά τα δυο φεουδαρχία που απαιτούσαν μάταια οι Βενετοί. Η Βενετία ωστόσο κατέκτησε το Ναύπλιο στα πρώτα χρόνια του δέκατου πέμπτου αιώνα, αλλά το έχασε μετά τη μάχη του 1538. Ο Μοροσίνι την κατέκτησε ξανά μαζί με όλη τη Μορέα το 1586.  Οι Βενετοί την έχασαν πάλι τον Ιούλιο του 1714.

Κατά τη διάρκεια της κατάκτησή τους, κατασκεύασαν πάνω σ΄ ένα βράχο μεμονωμένο ανάμεσα στα νερά, απέναντι από το λιμάνι του Ναυπλίου, ένα τρίτο κάστρο, με σκοπό την προστασία της πόλης, με την οποία συνδεόταν μ΄ έναν λιμενοβραχίονα και του έδωσαν το όνομα, φρούριο του Περάσματος.  Πάνω σ΄ αυτό το βράχο και σ΄ ό, τι είχε απομείνει από αυτό το κάστρο έκτισαν οι Τούρκοι το κάστρο Μπούρτζι για την είσπραξη των διοδίων.  Βλέπουμε ακόμα, στο σημείο της θάλασσας με το μικρότερο βάθος, απομεινάρια των πιλοτών που συνέδεαν παλιά αυτό το κάστρο με την πόλη.  Πάνω στην πύλη της πόλης που βρίσκεται πλησιέστερα του κάστρου, υψώνεται επίσης το λιοντάρι του Αγίου Μάρκου, σκαλισμένο πάνω σ΄ ένα θυρεό και δίπλα του, βρίσκονται δύο οικόσημα βενετικών οικογενειών, με το σκούφο του δουκάτου ως έμβλημα.

Διαβάζουμε ακόμα την ακόλουθη επιγραφή:

 

POST URBES ARCESQUE EXPUGNATAS VALIDEQUE MUNITAS

POST SEXIES FUGATOS HOSTES, HOC REGNUM PATRIAE RESTITUIT

FRANCISCUS MAURECENUS C. SUPus  ARMus MODERATOR,

ET ALEXANDER BONO, MAXIME TRIREMIS GUBERNATOR,

HOC AETERNITATIS MONUMENTUM POSUIT.

A. D. MDCLXXXVII.

 

Πάνω σε κομμάτια από τα τείχη που οδηγούσαν από εκεί προς το Παλαμήδι, βλέπουμε άλλα οικόσημα σκαλισμένα στο μάρμαρο με το φράγκικο έμβλημα.  Άλλα δυο μνημεία της τελευταίας εποχής της βενετικής κατοχής στέκονται ακόμα.  Το ένα είναι ένα μεγάλο και όμορφο κτίριο που χρησιμοποιείται σήμερα ως στρατώνας και είναι τοποθετημένο στο κάτω μέρος του παλιού Ελληνικού κάστρου·  περιείχε παλαιά όλα τα γραφεία και μαγαζιά της βενέτικης κυβερνήσεως. 

Το άλλο είναι η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου,  που είναι καθόλα βενετική ως προς την αρχιτεκτονική και τις διακοσμήσεις.  Οι καμάρες των θόλων είναι επικαλυμμένες με τοιχογραφίες στον ιταλικό ρυθμό του τέλους του δέκατου έβδομου αιώνα, και μερικές από αυτές τις τοιχογραφίες είναι αρκετά μέτριες.  Στην είσοδο πάνω από το κλίτος, σε ένα φαρδύ κομμάτι τοίχου που δεσπόζει ανάμεσα στις δυο στήλες, βρίσκεται μια κόπια αρκετά καλή, επίσης τοιχογραφία, του Μυστικού Δείπνου του Λεονάρντο ντα Βίντσι.

Στο μεγάλο θόλο του κέντρου είναι ζωγραφισμένος ο Χριστός· στις τέσσερες γωνίες είναι οι τέσσερεις ευαγγελιστές με τα ζώα που χρησιμοποιούν ως έμβλημά τους, όλο αυτό ζωγραφισμένο με τρόπο αρκετά ευρύ και όχι με τα κλισέ που χρησιμοποιούσαν για πολλούς αιώνες οι Έλληνες ζωγράφοι για τους πίνακες των εκκλησιών τους.  Οι ζωγραφιές των θόλων είναι μυστικιστικές.  Αφθονούν εκεί τα φτερά των χερουβείμ και τους βλέπουμε μαζεμένους γύρω από το μυστικό κηροπήγιο.

Κοντά στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που γκρεμίστηκε την εποχή του Καποδίστρια για ν΄ ανοίξει ο μεγάλος δρόμος, βρισκόταν η ακόλουθη επιγραφή:

 

FRANCISCO GRIMANO

SUPREMO CLASSIS MODERATORI,

QUI URBEM EXTRA MUXIMENTIS FIRMAVIT,

INTUS HAC CONSILII EDE EXORNAVIT,

ANNONA PROVIDIT,

LECIBUS ORDINAVIT,

NAUPLIA VOVET.

ANNO DOMINI MDCCVIII.

 

Από το Ναύπλιο, θα έκανα μια εκδρομή με άλογο στο λιμάνι του Τολού, όπου οι Ενετοί είχαν εγκαταστήσει το οπλοστάσιο τους και την αποθήκη κατασκευής τους. Πολλά από τα πολεμικά τους πλοία βυθίστηκαν από τους Τούρκους όταν ξαναπήραν το Μοριά στα χέρια τους το 1715. Δεν είχε παραμείνει σ’ αυτό τον τόπο κανένα ίχνος αρχαίας κατασκευής, εκτός εάν υπάρχουν τα ερείπια ενός Ελληνικού παλατιού στο βουνό μπροστά στο λιμάνι του Τολού. Η Ελληνική Κυβέρνηση παρείχε καλλιεργήσιμα εδάφη σε κάποιους μετανάστες από την Κρήτη, δίνοντας τους κάποια χρήματα για να κτίσουν και κάποια σιτηρά για να σπείρουν.

Πενήντα οικογένειες έχουν εγκατασταθεί εκεί και τα σπίτια τους περιβάλλονται απ’ όλες τις πλευρές από ωραία δέντρα λεμονιάς δημιουργώντας ένα μικρό χωριό τοποθετημένο στην άκρη της θάλασσας. Τη στιγμή που το επισκέφτηκα δεν κατοικούνταν πλέον, παρά μόνο από γυναίκες. Όλοι οι άνδρες είχαν φύγει κρυφά για να πολεμήσουν στην Κρήτη.

Έμεινα κατά τη διάρκεια των στιγμών της μεγάλης ζέστης καθισμένος κάτω από τις λεμονιές, απολαμβάνοντας το φρέσκο αέρα της θάλασσας, και γυρνούσα στο Ναύπλιο πριν το δειλινό διότι ο Κυβερνήτης Almeide φρόντιζε να κλείνουν οι πόρτες στις 8 το βράδυ, όπως μέσα σε μια πόλη η οποία οχυρώνεται για τις επιθέσεις των εχθρών. Στρατιωτική προφύλαξη άχρηστη και δυσάρεστη για όλους τους κατοίκους και για μικρό αριθμό ξένων που φτάνουν εκεί.

  

Μετάφραση από τα γαλλικά: Κυπαρισσία Ηλιοπούλου

  

Πηγή

  •  Buchon, J. A. C. (Jean Alexandre C.), « La Grece continentale et la Moree 1840-1841», Paris, 1843.

 

 

Read Full Post »

Γεωγραφία Μεθοδική – Αρχιμανδρίτης Διονύσιος Πύρρος 1834


  « Διατρίβων δια τρεις χρόνους σχεδόν εις τας Αθήνας ερανίσθην και έκαμα την μεθοδικήν μου Γεωγραφίαν, την οποίαν εξηγήσας εις τους μαθητάς μου έπεμψα και ετυπώθη εις Βενετίαν…».

 

Αυτά γράφει ο ίδιος ο Αρχιμανδρίτης Διονύσιος Πύρρος στην βιογραφία του, σχετικά με την συγγραφή και έκδοση του συγκεκριμένου βιβλίου του. Αναφέρεται βέβαια στην πρώτη έκδοση η οποία πραγματοποιήθηκε το 1818 στην Βενετία.

Υπάρχει και η δεύτερη έκδοση ( την οποία παραθέτουμε), διορθωμένη και βελτιωμένη του 1834, η οποία τυπώθηκε στο Ναύπλιο.

 

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΕΘΟΔΙΚΗ

ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ

ΑΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΗΣ

 

ΕΚ ΠΑΛΑΙΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΝΕΩΤΕΡΩΝ ΣΟΦΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ

ΣΥΝΕΡΑΝΙΣΘΕΙΣΑ ΚΑΙ ΣΥΝΤΕΘΕΙΣΑ

 

Παρά του

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΚΑΙ ΙΑΤΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ

ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΠΥΡΡΟΥ

ΤΟΥ ΘΕΤΤΑΛΟΥ.

 

ΝΕΩΣΤΙ ΔΕ

ΔΙΟΡΘΩΘΕΙΣΑ ΚΑΙ ΕΠΑΥΞΗΘΕΙΣΑ ΜΕ ΤΑ ΔΙΑΤΡΕΞΑΝΤΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ

ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ.

 

Εκδίδεται το δεύτερον

 

Προς όφελος των αυτού φίλων Μαθητών και του

Ελληνικού Γένους.

 

ΕΝ ΝΑΥΠΛΙΩ.

 

ΕΚ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ

Α. ΚΑΙ Ν. ΑΓΓΕΛΙΔΩΝ.

1834.

 

 

Σε αυτή την έκδοση, διαβάζουμε σχετικά με τον Νομό Αργολίδας και τις Επαρχίες της:

 

Ν ο μ α ρ χ ί α  η  Α ρ γ ο λ ί ς


 

Πύρρος,-Διονύσιος,-αρχιμανδρίτης,-Γεωγραφία-μεθοδική-και-καταγραφή-απάσης-της-οικουμένης--1834-5Η Αργολίς είναι μία Νομαρχία εκτεταμένη εις πλάτος και μήκος. πρωτεύουσα πόλις της Νομαρχίας ταύτης είναι η αρχαία Ναυπλία, όπου κατά το παρόν είναι ο Βασιλικός θρόνος του Βασιλέως της Ελλάδος, και η διανομή του επάρχου. η Ναυπλία εκτίσθη υπό Ναυπλίου του υιού του Ποσειδώνος καί της Αμυμώνης νύμφης, τά θεμέλια της αρχαίας Ναυπλίας σώζονται εδώ και εκεί, εις την αρχαίαν Ναυπλίαν, η αρχαία Ναυπλία κείται εις θέσιν καλήν και ωραίαν, είς τι ακτρωτήριον πετρώδες, τό κάτωθεν Ναύπλιον είναι κτίσμα των Βενετών πρό τεσσάρων αιώνων, οι Βενετοί γεμίσαντες τήν θάλασσαν έκτισαν την πόλιν ταύτην καθόν καιρόν εκυρίευον την Πελοπόννησον οι τούρκοι. άνωθεν της Ναυπλίας κείται το περίφημον Παλαμίδι συγκείμενον από επτά δυνατώτατα οχυρώματα, τό εν μέ το άλλον διαφεντεύεται. Επήραν οι Έλληνες το Παλαμίδιον με προδοσίαν μάλλον, παρά μέ έφοδον εν έτει 1822 τη 30 του Νοεμβρίου μηνός. Η πόλις Ναυπλία είναι καλώς κατοικημένη με οικοδομάς μεγάλας και ωραίας, πλήν τα ενοίκια των οικιών της Ναυπλίας διά την πλεονεξίαν υπερβαίνουσι τά των Παρισίων και Λόνδρας, ή Ναυπλία έχει κατοίκους κατά τό παρόν έως έγγιστα 25,000, μήκος γεωγραφικόν 40˚, 57’, καί πλάτος 37˚,32’.

Δευτέρα επαρχία είναι ή κυρίως Αργολίς, πρωτεύουσα της οποίας είναι το Άργος, κτίσμα του Ινάχου του Βασιλέως, πρό Χριστού έτη 1783, όπου διατρίβει ο κατά καιρόν έπαρχος. την Ακρόπολιν ταύτην έκτισεν ο Δαναός ο υιός του Βόλου του Βασιλέως της Αιγύπτου, κατά το 1572 έτος. Η Αργολίς εγέννησε τους μεγαλητέρους και ανδρειοτέρους άνδρας του κόσμου, Περσέα, Ηρακλέα, Διομήδην, Αγαμέμνονα καί τους λοιπούς, πλήν αθλίους κατά την τύχην τους. τόσον τό Άργος, όσον και η λοιπή Αργολίς κατοικείται από περισσοτέρους αλβανούς. Όλοι οι κάτοικοι της Αργολίδας και Ναυπλίας είναι έως 34810. εκτός των της Ναυπλίας. Παράγει προϊόντα επέκεινα των 1’,000,000 δραχμών. Απέχει το Άργος από την Ναυπλίαν μίλια 4. από Τρίπολιν 22 και από Κόρινθον 18 από το μεσημβρινόν 40˚, 18’ και Ισημερινόν 37˚ 32’. πρός άρκτον του Άργους 4 μίλια είναι τα ερείπια των Μυκηνών πόλεως, και ο τάφος του Αγαμέμνονος Βασιλέως αυτών. προς ανατολάς ταύτης 4 μίλια είναι τα ερείπια του ναού της Αργείας λεγομένης Ήρας Ηραίον καλούμενον.

Τρίτη επαρχία είναι η Κορινθία, την κλήσιν λαβούσα από του Κορίνθου του υιού του Μαραθώνος αυτή πρότερον ελέγετο καί Εφύρα, και πόλις Ηλίου κτλ’. Αύτη συνορεύει προς άρκτον με το Κρισαίον κόλπον, πρός  νότον με την Αργολίδα καί πρός δυσμάς με την Αρκαδίαν. πρωτεύουσα πόλις της επαρχίας ταύτης είναι η ομώνυμος Κόρινθος, η ακρόπολις της οποίας κείται εις υψηλοτάτην τινά πέτραν, όλη περιτειχισμένη καλώς και οπλισμένη με πολλότατα κανόνια, επήραν την ακρόπολιν ταύτην οι Έλληνες με πολιορκίαν εν έτει 1822. η πόλις αύτη το πάλαι ήτον ευδαίμων και πλουσία εξ αιτίας, ότι τα εμπορικά πλοία εξεφόρτωναν ενταύθα καί πάλιν εφόρτωναν εις τον άλλον λιμένα. προς ανατολάς της πόλεως ήτον ο ναός της ωραίας Αφροδίτης, της οποίας Ιέρεσσαι και εταίραι ήσαν έως χίλιαι. εις αυτό το Κράνειον μέρος διέτριβεν ενίοτε και Διογένης ο Κυνηκός φιλόσοφος. η Κορινθία έχει κατοίκους 23,760 και προϊόντα 1’,000,000 δραχμάς, μήκος 40˚,50’ και πλάτος 37˚,38΄.

Τετάρτη επαρχία είναι η Τροιζηνία, πρωτεύουσα της οποίας είναι η Καλαυρία νήσος των παλαιών, ήτις τά νυν Πόρος καλείται. Τροιζηνία ωνομάσθη από την Τροιζήνην ποτέ πόλιν την νυν Δαμαλάν, η πόλις Τροιζήν είναι αρχαιοτάτη, κειμένη άνωθεν του Σαρωνικού κόλπου 2 μίλια. ο τόπος αυτός είναι καρποφόρος και ωραίος, πλήν νοσώδης. εις την Τροιζηνίαν εγενήθη ο Θησεύς ο Βασιλεύς των Αθηνών, εις την Τροιζήνα εις έτι ευρίσκονται πολλοί Ελληνικοί ναοί, και μάρμαρα διάφορα με γράμματα και επιγραφάς. αυτού προλαβόντως έγινε και εθνική Συνέλευσις των Ελλήνων.

Η Πόρος νήσος γυρίζει 18 μίλια γεωγραφικά εις την μέσην αυτής ήτον το πάλαι ο ναός του Ποσειδώνος, όπου ο Δημοσθένης πιών το κώνιον απέθανε. κάτωθεν εις την σφαιρίαν νήσον είναι η πόλις Πόρος, όπου είναι ο Ναύσταθμος ο Βασιλικός. η Καλαυρία νήσος,  έχει κατοίκους έως 6000 και πλοία της δευτέρας κλάσεως 165. παράγει δε και λεμόνια εις πλήθος. όλοι οι Ποριώται είναι ναύται έμπειροι, τίμιοι και καλοί, επί Καποδίστρια και αυτοί εδοκίμασαν τα κακά της τύχης των. εις τον Λιμένα του Πόρου έκαυσαν το μεγαλήτερον πλοίον των Ελλήνων Ελλάς καλούμενον.

Πέμπτη επαρχία είναι η Ερμιονίς, η οποία πρότερον ελέγετο Κάτω Ναχαές. αύτη κείται προς μεσημβρίαν της Ναυπλίας, την κλήσιν λαβούσα από την Ερμιόνην ποτέ πόλιν, την νυν Καστρί καλουμένην, εις την οποίαν σώζονται εις έτι μερικοί αρχαίοι ναοί και το Ολυμπιακόν Θέατρον χαλασμένον, η επαρχία αύτη σύγγειται από το Κρανίδι και Πέτσαν, απέχει το Κρανίδι προς δυσμάς μίλια 7 και από την θάλασσαν μίλια 2. οι αρχαίοι κάτοικοι της παραλίας ταύτης αλιείς ελέγοντο˙ δηλ. ψαράδες, οίτινες και μέχρι την σήμερον ψαρεύουσιν οψάρια και σπόγγους θαλασσίνους. οι Κρανιδιώται είναι ναύται κάλλιστοι, μάλιστα εις τα μικρά πλοιάριά των.

Η Πέτσα νήσος το πάλαι Τιπάρινος ελέγετο. αύτη γυρίζει μίλια 1.3. είναι καλώς κατοικημένη με 7000 κατοίκους. Έχει πλοία της πρώτης κλάσεως 79˙ και της δευτέρας 120. όλοι οι Πετσιώται είναι ναύτοι εμπειρότατοι, οι οποίοι εις τον Ελληνικόν αγώνα επολέμησαν γενναίως με τα πλοία των εναντίον των εχθρών της Ελλάδος, ηνδραγάθησαν και εις διαφόρους μάχας. εις την νήσον ταύτην διατρίβει και ο κατά καιρόν έπαρχος αυτής.

Έκτη επαρχία της Αργολίδος είναι η Ύδρα, ήτις  και Υδραία το πάλαι ελέγετο, ίσως την κλήσιν λαβούσα εκ της Ύδρας αρχαίας πόλις, τα ερείπια της οποίας φαίνονται εις την μέσην της νήσου, Επισκοπήν τα νυν λεγομένην. διότι μόνον αυτού φαίνεται ότι ήτον νερόν πηγαίον, και πότιμον ως μέχρι την σήμερον εκεί σώζεται. η νήσος αύτη είναι επί μήκη και στενή, γυρίζει μίλια γεωγραφικά 20. Η πόλις Ύδρα είναι καλώς κατοικημένη με καλάς και ωραίας οικοδομάς. είς άναντες τόπον κτισμένε. αύτη πρότερον είχε 30,000 κατοίκους και πλοία  μεγάλα 120. και την σήμερον μόλις έχει 15,000. και πλοία της πρώτης κλάσεως 95, και της Β᾿. 301. οι Υδριώται είναι ναύται εμπειρότατοι, αξιώτατοι, ως και οι Πετσιώται. Αυτοί διαπλέουσιν όλα σχεδόν τα μέρη του Κόσμου, ώστε εμπορούν να φιλονεικήσωσιν με όλα σχεδόν τα έθνη του Κόσμου διά την θαλασσοπορίαν. η φύσις ως φαίνεται, εσυνερίσθη να τους πλάτη ευκινήτους, μεγαθύμους και επιτηδείους εις την Ναυτικήν και πολεμικήν.

Όλοι οι γενναίοι Υδριώται εις την επανάστασιν των Ελλήνων έχοντες αρχιναύαρχον της Ελλάδος τον αγαθόν πατριώτην  τους Ανδρέα Μιαούλην, άνω κάτω έφερον  την θάλασσαν, πολεμώντες γενναίως με τους Τούρκους των τριών δυνάμεων της Τουρκίας και καίοντες τα πλοία και τους αρχιγούς αυτών. Κατά τούτον τον αιώνα οι Υδριώται εφάνησαν οι πλέον άξιοι πολεμιστάί ναύται της Ελλάδος και οι τιμιώτεροι, ούτοι ενίκησαν μέν τους εχθρούς των εις διαφόρους μάχας πλην εχάθησαν οι περισσότεροι από τον πόλεμον, εδυστύχησην και επτώχηναν εις άκρον από τάς αδράς δαπάνας των τοσούτων χρόνων της επαναστάσεως και παράβλεψιν των κατά καιρών Διοικήσεων.

Ο άξιος και ενάρετος Λάζαρος Κουντουριώτης ως ένας εύσπλαχνος και αγαθός πατήρ των τέκνων εβοήθησε τα μέγιστα την πατρίδα του, πολλούς πτωχούς Υδριώτας έθρεψε και πολλάς χήρας και ορφανά των φονευθέντων ηλέησεν και εβοήθησε με τα ελέη του, το όνομα του εναρέτου τούτου ανδρός θέλει μείνειν αθάνατον εις τας επερχομένας γεννεάς, ως του Δικαίου Αριστίδου του Αθηναίου. Η περίμετρος της Ύδρας είναι μίλια 20. 

  

Πηγές

  •  Γεωγραφία μεθοδική και καταγραφή απάσης της οικουμένης / Εκ παλαιών τε και νεωτέρων σοφών συγγραφέων Συνερανισθείσα και συντεθείσα παρά του Αρχιμανδρίτου και Ιατροδιδασκάλου Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού. Νεωστί δε διορθωθείσα και επαυξηθείσα με τα διατρέξαντα του νέου Βασιλείου της Ελλάδος και λοιπών Βασιλείων. Εκδίδεται το δεύτερον προς όφελος των αυτού φίλων Μαθητών και του Ελληνικού Γένους. 1834
  •  Επιστολή του Αρχιμανδρίτου και Ιατροδιδασκάλου Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού προς τον Ευγενέστατον άρχοντα των Θεσσαλων κύριον Αθανάσιον Παπα Πολυμέρου του Θετταλού. Αθήνηθεν :Εκ της Τυπογραφίας Αγγέλου Αγγελίδου,1837.

 

 

   

Read Full Post »

« Newer Posts - Older Posts »