Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Αναπλιώτες Κανταδόροι 1920 -1970 | Ιδεολόγοι ερασιτέχνες.  [Βασίλης Κορολής – Αλέξανδρος Φουκαράς. Απόφοιτοι του Τμήματος Λαϊκής & Παραδοσιακής Μουσικής, Μουσικού Τμήματος Πανεπιστημίου Ιωαννίνων]


       

Αστική Μουσική Κουλτούρα και Ερασιτεχνισμός (μπάντα, χορωδίες, καντάδα) – Καταγωγή των Κανταδόρων (συνοικίες, επαγγέλματα, γενιές κανταδόρων) – Πώς Μάθαιναν Μουσική (ο θεσμός της μουσικής παρέας) – Το Γλέντι (στέκια, μουσικά όργανα).

 

Πρόλογος

 

Ο μεγάλος Ναυπλιώτης ποιητής Νίκος Καρούζος το 1982 σε συνέντευξη που έδωσε στα πλαίσια τηλεοπτικής εκπομπής, μνημονεύοντας το φίλο του και έτερο μεγάλο Ναυπλιώτη λογοτέχνη Άγγελο Τερζάκη, ανέφερε μεταξύ άλλων:

 

«Tα χρόνια περνούν και φεύγουμε ένας ένας από τον κόσμο. Να! θυμάμαι τον Τερζάκη. Στη δεκαετία του ’70  ερχότανε και αυτός συχνότατα στ’ Ανάπλι για διακοπές. Συναντιόμασταν τα βράδια στη θερινή βαβούρα των καφενείων της παραλίας. Αυτό το Ναύπλιο όπως είναι πια τουριστικά διαμορφωμένο δεν είναι ούτε το δικό του πολύ παλιότερο Ναύπλιο ούτε το δικό μου λιγότερο παλιό. Είναι ένα Ναύπλιο σε σχετική παραμόρφωση. Κουβεντιάζαμε και νοσταλγούσαμε την παλιά φυσιογνωμία της πόλης. Θυμάμαι μια ωραία σκέψη του Τερζάκη σε αυτές τις πολύωρες καλοκαιρινές συζητήσεις. Το Ναύπλιο έχασε την δραματική του διάσταση.[1] Είναι η φράση του.[2]

 

Κομμάτι αυτής της δραματικής διάστασης που εκτόπισε η τουριστικοποίηση ήταν και οι κανταδόροι του Ναυπλίου.[3] Ο τουρισμός τους άφηνε πλέον χώρο μόνο ως διασκεδαστές των τουριστών. Σταδιακά, τα αυθόρμητα γλέντια στο δημόσιο χώρο του τουριστικού πλέον Ναυπλίου άρχισαν να εκλαμβάνονται ως ενόχληση. Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση ενός από τους παλιούς κανταδόρους:

 

«Να σας πω μια περίπτωση. Επί διχτατορίας ένα βράδυ παίζαμε με τον συχωρεμένο τον Κατσίγιαννη στο μαγαζί κάτω. Στο καφενείο εκεί μαζευόντουσαν όλοι οι αντιεισαγγελείς ‒ ο Καράπαυλος, ο Μητρομάρας‒[4] και μας ακούγανε … ένας Χρονόπουλος αντιεισαγγελέας που έμενε στην Παναγία. Και είχαμε πάει προς την θάλασσα κοντά εγώ, ο Δοροβίνης, ο Κατσίγιαννης, και ένας άλλος. Ξαφνικά έρχεται η αστυνομία με ένα αυτοκίνητο και μας βάζει μέσα. Μας βάζουν μέσα και μας πάνε στον Αγιώργη που ήτανε το τμήμα. Εκείνη την ώρα που μας πέρνανε τα στοιχεία χτυπάει το τηλέφωνο και είχανε πάρει από το Ξενία από τα δύο ξενοδοχεία εκεί πέρα απάνω. Μου λέει ο Κατσίγιαννης ″Πάρε το Δήμαρχο τηλέφωνο″.  Μόλις είχε φύγει ο Μητρομάρας από το μαγαζί.  Όταν ενημερώθηκε παίρνει τηλέφωνο την αστυνομία. ″Μην τολμήσετε και πειράξετε τους ανθρώπους αυτούς″, τους λέει, ″Το Ανάπλι έχει ιστορία. Σε όποιον δεν αρέσει να πάει να χτίσει σκηνή στις παλιές μπανιέρες κάτου να κοιμάται. Έχουμε παράδοση″».[5]

 

Αυτή την άγνωστη πλέον στις νεότερες γενιές παράδοση του Αναπλιού θέλουμε να τιμήσουμε μ’ αυτή την εργασία, μια παράδοση που, όπως φαίνεται από τις αφηγήσεις των παλιών, δε δημιουργήθηκε κάτω από ρόδινες συνθήκες. Αν δούμε πέρα από τη ματιά του λογοτέχνη, οι νέοι παλιότερων γενεών που ανατράφηκαν και μεγάλωσαν σ’ αυτό το προ-τουριστικό Ναύπλιο[6] με τη «δραματική διάσταση» που αναφέρει ο Άγγελος Τερζάκης στερούνταν ανέσεις και διεξόδους, ζώντας ουσιαστικά σε μια κλειστή και συντηρητική κοινωνία, όπου οι νέοι δεν είχαν την ελευθερία να φλερτάρουν και να εκφράσουν ελεύθερα το ερωτισμό τους.

Παρόλ’ αυτά, είναι αξιομνημόνευτο το γεγονός ότι, αντί να απομονωθούν ή να στραφούν στις ουσίες (μεγάλο πρόβλημα του σύγχρονου τουριστικού Ναυπλίου από τη δεκαετία του 1990 μέχρι σήμερα) και το μηδενισμό, κινητοποιούνταν συλλογικά, δημιουργώντας οι ίδιοι διεξόδους. Αυτοσχεδίαζαν γλέντια και μάθαιναν ερασιτεχνικά μουσική, ώστε να δημιουργήσουν συλλογικές εμπειρίες και να δώσουν νόημα στη συνύπαρξή τους. Σ’ αυτή την προ-τουριστική εποχή οι νέοι κυρίως από τις λαϊκές συνοικίες του Ναυπλίου, μαθητές, μαθητευόμενοι τεχνίτες, καλφάδες σε διάφορες τέχνες, υπάλληλοι[7] κατάφεραν να δημιουργήσουν μια δική τους πολιτισμική ταυτότητα με βασικό στοιχείο την έντονη κλίση προς τη μουσική. Δημιούργησαν δίκτυα προσώπων, που είχαν τα δικά τους στέκια και διοργάνωναν αυθόρμητα γλέντια, προσπαθώντας «να αποτινάξουν το ζυγό της καθημερινότητας».

Θελήσαμε λοιπόν μέσα από προφορικές μαρτυρίες, φωτογραφικό υλικό αλλά και ηχογραφήσεις να συμβάλουμε κι εμείς στη διατήρηση της μνήμης γύρω από τη μουσική ιστορία του Ναυπλίου. Σε αντίθεση με τη σημερινή καταναλωτική κοινωνία, τα γλέντια αυτά ήταν αυτοσχέδια και στο κέντρο τους βρισκόταν πάντα η αγάπη των κατοίκων του Ναυπλίου για τη μουσική. Παρότι έχει γίνει ήδη προσπάθεια για την καταγραφή της μουσικής παράδοσης του Ναυπλίου, με σημαντικότερη και ευρέως γνωστή στους κατοίκους του Ναυπλίου την εργασία του Γεωργίου Χώρα,[8] εμείς, έχοντας τη διάθεση να προσθέσουμε ένα λιθαράκι σ’ αυτή την προσπάθεια, θεωρήσαμε απαραίτητο να συμπεριλάβουμε συνεντεύξεις και ηχογραφήσεις, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να αντλήσει γνώση για το παρελθόν απευθείας μέσα από τις διηγήσεις και τις φωνές των πρωταγωνιστών αυτής της περασμένης εποχής.[9]

 

Αστική μουσική κουλτούρα και  ερασιτεχνισμός

 

Στο Ναύπλιο ήδη από τη δεύτερη βενετοκρατία[10] δημιουργήθηκε ισχυρή αστική κοινότητα[11] στα πρότυπα των Ιονίων Νήσων, δεδομένου ότι ήταν έδρα της βενετσιάνικης διοίκησης[12] και σημαντικό λιμάνι της εποχής. Ο πληθυσμός της πόλης από εκείνα τα χρόνια αποτελούνταν από γαιοκτήμονες, εμπόρους, κρατικούς υπαλλήλους, στρατιωτικούς, ιερείς, δασκάλους, μικροεμπόρους, τεχνίτες και εργάτες.[13] Μέσα στα χρόνια της δεύτερης οθωμανικής περιόδου,[14] όπως αναφέρει ο ιστοριογράφος του Ναυπλίου Μιχαήλ Λαμπρυνίδης, «το Ναύπλιον από της εποχής ταύτης παρέμεινε καθαρώς στρατιωτική πόλη».[15]

Αυτός ο αστικός χαρακτήρας του Ναυπλίου παρέμεινε διαχρονικά ίδιος και μετά την Ελληνική Επανάσταση. Όπως καταγράφεται σε απογραφή του πληθυσμού της πόλης το 1861 σε σύνολο 6.024 ατόμων υπήρχαν 1.032  στρατιωτικοί, 363 βιομήχανοι (βιοτέχνες), 87 έμποροι, 103 δημόσιοι υπάλληλοι, 53 επιστήμονες, 12 κληρικοί και 32 δικηγόροι.[16]

Όπως γίνεται σαφές από τα παραπάνω, το  κυρίαρχο στοιχείο ήταν οι στρατιωτικοί. Ωστόσο, οι έμποροι αλλά και οι εξασκούντες ταπεινά επαγγέλματα, όπως αποκαλούνταν τότε (τεχνίτες, ταβερνιάρηδες και ψαράδες), είχαν εξίσου ισχυρή παρουσία. Σύμφωνα με τη μελέτη του ερευνητή Γιώργου Αντωνίου γύρω από το εμποροβιοτεχνικό παρελθόν του Ναυπλίου, μόνο στην Πρόνοια, μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, λειτουργούσαν 23 ταβέρνες και συνολικά στην πόλη 58 οινοπωλεία. Ενώ στο Ναύπλιο υπήρχαν μεταξύ άλλων 35 παντοπωλεία, 24 μανάβικα, 10 ραφεία, 13 σιδηρουργεία, 31 υποδηματοποιεία, 11 επιπλοποιεία κ.λπ.[17]

Ένα ακόμα στοιχείο που παρέμεινε σταθερό διαχρονικά[18] ήταν η εγκατάσταση προσφύγων και εποίκων στην πόλη, αλλάζοντας διαρκώς τη δημογραφική σύνθεση της.[19] Παρόλ’ αυτά, τα στατιστικά και δημογραφικά στοιχεία δεν είναι αρκετά για να μας φανερώσουν τι ακριβώς συνέβαινε με την κουλτούρα και την πολιτισμική ταυτότητα όλων αυτών των κατοίκων σε όλες αυτές τις διαφορετικές ιστορικές περιόδους. Για παράδειγμα, δε μας λένε τίποτα για το πώς και πού γλεντούσαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, ποια ήταν τα στέκια τους, ποιες μουσικές προτιμήσεις είχαν, ποια δίκτυα προσώπων οργάνωναν τα γλέντια κ.λπ. Δυστυχώς, ελάχιστα έως ανύπαρκτα είναι τα στοιχεία που  έχουμε για όλα αυτά τα ζητήματα. Λίγες αναφορές αρχίζουμε να βρίσκουμε καταγεγραμμένες μόνο από την Επανάσταση και έπειτα. Από αυτές τις πληροφορίες φαίνεται πως ο βασικός μουσικός θεσμός του μετεπαναστατικού  Ναυπλίου (από τον Καποδίστρια και έπειτα)  ήταν η μπάντα.[20] Αρχικά επρόκειτο για στρατιωτική μπάντα και πολύ αργότερα, μετά το 1890, για φιλαρμονική «αστική» μπάντα.[21]

 

Η Φιλαρμονική του Δήμου Ναυπλίου τη δεκαετία του 1950. Στο μέσο όρθιος ο αρχιμουσικός Β. Χαραμής. Φιλαρμονική Ναυπλίου, 1948. Φωτογραφία από το αρχείο Δέσποινας Θ. Κοΐνη.

 

Όσον αφορά τις αντιλήψεις ενός μέρους του πληθυσμού γνωρίζουμε ότι μέσα στην πολυπληθή κοινότητα των δικηγόρων του Ναυπλίου υπήρχε μια ισχυρή ομάδα που διαπνεόταν από δημοκρατικές αντιλήψεις και ήταν επηρεασμένη από τα δημοκρατικά κινήματα της Ευρώπης με αποτέλεσμα το 1862 να πρωτοστατήσει στην εξέγερση κατά του Όθωνα. Τουλάχιστον 10 από τους 32 δικηγόρους της εποχής εκείνης συμμετείχαν ως ηγέτες σ’ αυτή την εξέγερση.[22] Σύμφωνα με μια περιγραφή της κατάστασης την περίοδο της εξέγερσης: Διαβάστε τη συνέχεια »

Οι μεταφράσεις του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και η ιστορία του Thomas Gordon


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα», την πραγματικά ενδιαφέρουσα ανακοίνωση της κυρίας Λαμπρινής Τριανταφυλλοπούλου, φιλολόγου, και φιλολογικής επιμελήτριας της «Ιστορίας» του Γκόρντον, στην ημερίδα-αφιέρωμα στον μεγάλο Σκώτο στρατηγό, μεγαλοκτηματία και περιηγητή, Τόμας Γκόρντον που πραγματοποιήθηκε, το Σάββατο, 5 Απριλίου 2025, στην αίθουσα εκδηλώσεων του Βυζαντινού Μουσείου, στους Στρατώνες του Καποδίστρια, στο κέντρο του Άργους, με θέμα «Η ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του Σκώτου Στρατηγού Τόμας Γκόρντον», και σκοπό να αναδείξει την ιστορική σημασία του έργου, την προσφορά του Γκόρντον στον ελληνικό Αγώνα, καθώς και τη σπουδαία συμβολή του Παπαδιαμάντη στη διατήρηση και διάδοσή του.

Από τους πρώτους φιλέλληνες ο Γκόρντον συμμετείχε ενεργά και ποικιλότροπα στον ελληνικό αγώνα. Επιστρέφοντας το 1831 στη Σκωτία άρχισε ως αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων τη συγγραφή εκτεταμένης, δίτομης εντέλει, ιστορίας: την «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» από την οποία μεταφρασμένη το 1840 στη Λειψία άντλησε πληροφορίες ο Πέτερ Φον Ες, όταν στο Μόναχο δούλευε τον κύκλο έργων γύρω από την Επανάσταση.

Στο Άργος έκτισε την περίφημη οικία Γόρδωνος το 1829 και γι’ αυτό μερικά χρόνια αργότερα η γειτονιά ονομαζόταν συνοικία Γόρδωνος, πρώην Αρβανιτιά επί τουρκοκρατίας.

Το πλήρες έργο του μεταφράστηκε με ιδιαίτερη λογοτεχνική δεξιότητα από τον κορυφαίο Έλληνα πεζογράφο Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη το 1904 και παρέμεινε ανέκδοτο για περισσότερο από έναν αιώνα, έως ότου κυκλοφορήσει σε έκδοση το 2015.

Στην ημερίδα μίλησαν και οι κύριοι Πασχάλης Κιτρομηλίδης, καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και ακαδημαϊκός, με θέμα: «Η συμβολή του έργου του Γκόρντον στην Επανάσταση του 1821», και Βασίλης Δωροβίνης, πολιτικός επιστήμονας και ιστορικός, με θέμα: «Το αρχείο του Γκόρντον και το σπίτι του στο Άργος».

 

«Οι μεταφράσεις του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και η ιστορία του Thomas Gordon»

 

Στη μνήμη του Άγγελου Μαντά  και της Αγλαΐας Κάσδαγλη

 

Ο Αλεξάνδρος Παπαδιαμάντης εργαζόταν ως μεταφραστής σε εφημερίδες, από τα γαλλικά και τα αγγλικά. Ήταν αυτοδίδακτος, ως επί το πλείστον, στις ξένες γλώσσες (είχε διδαχθεί μόνο λίγα γαλλικά στο Ελληνικό Σχολείο και το  Γυμνάσιο). Παρακολούθησε τις πρώτες σχολικές τάξεις στη Σκιάθο, την τελευταία τάξη του Ελληνικού Σχολείου στη Σκόπελο, τις γυμνασιακές τάξεις στη Χαλκίδα, τον Πειραιά και την Αθήνα. Η σχολική εκπαίδευσή του ήταν άτακτη, με δύο τριετείς παύσεις και άλλες μικρότερες διακοπές, που οφείλονταν κυρίως σε οικονομικές δυσχέρειες.

 

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης το 1908. Κάτω δεξιά η υπογραφή του. Συλλογή Δ. Φιλάρετου.

 

Πήρε το  απολυτήριό του  από το Βαρβάκειο  Γυμνάσιο τον Σεπτέμβριο του 1874, σε ηλικία 23 ετών. Το ίδιο έτος γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, όπου  παρακολούθησε μερικά μαθήματα. Είχε φιλικές σχέσεις με τον εκδότη και βιβλιοπώλη Σπυρίδωνα Κουσουλίνο  και στο βιβλιοπωλείο του είχε την ευκαιρία να μελετήσει και ξενόγλωσσα βιβλία και να γνωρίσει τα έργα ξένων συγγραφέων από το πρωτότυπο. Συντηρήθηκε κατά τα φοιτητικά του χρόνια στην Αθήνα με οικονομική βοήθεια από την οικογένειά του και με παραδόσεις μαθημάτων. Πτυχίο δεν πήρε, καθώς δεν προσήλθε ποτέ στις εξετάσεις του Πανεπιστημίου. Κλήθηκε στο στρατό σχεδόν τριαντάχρονος, κατά την επιστράτευση του 1880 και υπηρέτησε μέχρι το καλοκαίρι του 1881.

Το 1882 προσλαμβάνεται στην Εφημερίδα και μέχρι το 1908 που επιστρέφει οριστικά στο νησί του, βιοπορίζεται ως μεταφραστής στα αθηναϊκά δημοσιογραφικά γραφεία. Σ᾽ ένα όψιμο διήγημά του, με τίτλο «Το γράμμα στην Αμερική», γράφει:

 

«[…] ὅπως κυβερνᾶται, ἢ μᾶλλον ὅπως φέρεται ὁ κόσμος, μὲ τὴν ψευδομανίαν, μὲ τὴν τυφλὴν πρόληψιν, μὲ τὴν κωφὴν φήμην, εἶχε διαδοθῆ καὶ πιστευθῆ εἰς τὸ χωρίον ὅτι τάχα ἐγὼ ἤξευρα πολλὲς γλῶσσες.“ Ὅλες μὲ τὰ γράμματά τους καὶ τὶς μιλιὲς φαρσί”.

Κ᾿ ἐγὼ πράγματι δὲν ἤξευρα οὔτε μισὴν γλῶσσαν νὰ μιλήσω, εἶχα δὲ ἐκμελετήσει κατ᾿ ἰδίαν ὅ,τι ἐκ τῶν ξένων γλωσσῶν εἶχα μάθει, χάριν φιλολογικῆς ἀπολαύσεως, εἶτα ἐξ ἀνάγκης καὶ πρὸς βιοπορισμόν, καὶ εἰργαζόμην ὡς μεταφραστὴς εἰς τὰς ἐφημερίδας, οὐδέποτε ὡς κουριέρης εἰς τὰ ξενοδοχεῖα ἀλλ᾿ οὔτε εἶχον ἀνατραφῆ μὲ γκουβερνάνταν διὰ νὰ ὁμιλῶ ξένας γλώσσας».

 

Στις εφημερίδες μετέφραζε κάθε λογής κείμενα, ό,τι του ανέθεταν κάθε φορά οι εργοδότες. Άλλοτε τηλεγραφήματα, ειδήσεις και άρθρα, άλλοτε μυθιστορήματα που δημοσιεύονταν σε συνέχειες. Οι μεταφράσεις του δημοσιεύονταν ανυπόγραφες στις εφημερίδες, αλλά ορισμένα μυθιστορήματα κυκλοφόρησαν  έπειτα σε τομίδια και αναφέρεται  εκεί το όνομά του. Με τον Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλο (τον πατέρα μου) είχαμε πραγματοποιήσει παλαιότερα έρευνα στις ανυπόγραφες μεταφράσεις των εντύπων που συνεργάστηκε. Συνδυάζοντας τις εξωτερικές μαρτυρίες που συγκεντρώσαμε με τα εσωτερικά τεκμήρια που μας παρέχει το ίδιο το κείμενο των μεταφράσεων, έχουμε σε μεγάλο μέρος ιχνηλατήσει  τη μεταφραστική του διαδρομή, επιβεβαιώνοντας την πατρότητα πολλών ανυπόγραφων μεταφρασμάτων. Διαβάστε τη συνέχεια »

Ο Στρατηγός Guillaume Henri Dufour και ο κόμης  Ιωάννης Καποδίστριας στην Ευρώπη του 19ου αιώνα – Δρ Σοφία Κ. Μωραΐτη


 

Τον 19ο αιώνα ο γεωπολιτικός χάρτης της Ευρώπης διαμορφώθηκε από τους πολέμους του Ναπολέοντα και τους πολυάριθμους άλλους επιμέρους πολέμους. Η αφύπνιση των εθνικών συνειδήσεων και των πολύ δυνατών πατριωτικών συναισθημάτων, η ενοποίηση της Ιταλίας και η απελευθέρωση βαλκανικών περιοχών καθώς και οι βιομηχανικές επαναστάσεις έδωσαν το έναυσμα για συζητήσεις σχετικές με το νέο πρόσωπο της Ευρώπης. Από το 1815 έως το 1871 η Ευρώπη των Εθνών κυριαρχεί στην πολιτική ζωή της εποχής: από το συνέδριο της Βιέννης και την Ιερά Συμμαχία στην ενοποίηση της Ιταλίας και της Γερμανίας, οι λαοί προσδοκούσαν την δημιουργία εθνικών Κρατών υπό το ανεκτικό ή εχθρικό βλέμμα των μεγάλων δυνάμεων.

Ο 19ος αιώνας ήταν επίσης ο αιώνας κατά την διάρκεια του οποίου οι πνευματικές ελίτ μετέτρεψαν την γηραιά ήπειρο σε έναν τεράστιο λέβητα μέσα στον οποίο σφυρηλατήθηκαν και διαμορφώθηκαν όλες οι ιδέες και όλες οι τέχνες. Οι σοφοί του, οι καλλιτέχνες του, οι διανοούμενοί του στήριξαν την τεχνολογική έρευνα, την επιστημονική έρευνα, την αναζήτηση ιδεών σε επίπεδο που ποτέ πριν δεν είχαν αγγίξει.

Ο Ναπολέων, που θεωρείται στρατηγική και πολιτική ιδιοφυΐα, ιδρυτής βασιλικής δυναστείας, καταλύτης αλλά και οικοδόμος ευρωπαϊκών βασιλείων και εθνών, πάνω στα οποία άφησε το βαθύ αποτύπωμα της προσωπικότητάς του, κυριάρχησε τόσο στη γαλλική όσο και στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Μετά την πτώση της Γαληνοτάτης και την διανομή των εδαφών της με την Αυστρία, ο Ναπολέων στράφηκε προς τα Επτάνησα. Στις 16 Αυγούστου 1797 έγραφε στο Διευθυντήριο ότι τα νησιά της Κέρκυρας, της Ζακύνθου και της Κεφαλονιάς ήταν πιο ενδιαφέροντα από όλη την Ιταλία, καθώς τα θεωρούσε πηγή πλούτου και ευημερίας για το γαλλικό εμπόριο. Με την Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο της 17ης Οκτωβρίου 1797, τα Επτάνησα «και όλα τα μέχρι πρότινος ενετικά εδάφη στην Αλβανία» έγιναν γαλλικά. Αργότερα, με τα δύο μυστικά άρθρα της ειρηνευτικής συνθήκης του Τιλσίτ, που υπογράφηκε στις 8 Ιουλίου 1807 και επικυρώθηκε την επόμενη μέρα, τα ρωσικά στρατεύματα θα παρέδιδαν στα γαλλικά στρατεύματα «την χώρα που είναι γνωστή ως Kόλποι του Κοτόρ» και «τα επτά Ιόνια νησιά θα ανήκουν πλήρως και κυριαρχικά στη Α.Μ. τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα». Έτσι ο Βοναπάρτης εκδίωξε τους Ρώσους από την Μεσόγειο. Χωρίς να εγκαταλείψει την ανατολική του πολιτική, ο Βοναπάρτης θεωρούσε την Κέρκυρα ως «το κλειδί της Αδριατικής».

 

Η πόλη και το λιμάνι της Κέρκυρας από το νησί Βίδο. Χαλκογραφία, έργο του Άγγλου ζωγράφου Joseph Cartwright (Τζόζεφ Κάρτραϊτ 1789;-1829), Λονδίνο, 1821.

 

Στις 7 Φεβρουαρίου 1808, σε επιστολή του προς τον βασιλιά της Νάπολης, ο Ναπολέων έγραφε ότι η Κέρκυρα ήταν τόσο σημαντική για εκείνον, ώστε η απώλειά της θα έδινε ένα μοιραίο πλήγμα στα σχέδιά του. Πρόσθετε ότι η Αδριατική θα έκλεινε και ότι το βασίλειο του βασιλιά της Νάπολης θα είχε στα αριστερά του  ένα λιμάνι απ’ όπου ο εχθρός θα στρατολογούσε Αλβανούς και άλλες δυνάμεις για να τους επιτεθεί. Ο Ναπολέων κατέληγε λέγοντας πως ο βασιλιάς της Νάπολης όφειλε να θεωρεί την Κέρκυρα πιο σημαντική και από την Σικελία, και ότι, με βάση την τότε κατάσταση της Ευρώπης, η μεγαλύτερη συμφορά που θα μπορούσε να του συμβεί ήταν η απώλεια της Κέρκυρας.

 

Το πορθμείο στο Πέραμα της Κέρκυρας. Χαλκογραφία, έργο του Άγγλου ζωγράφου Joseph Cartwright (Τζόζεφ Κάρτραϊτ 1789;-1829), Λονδίνο, 1821.

 

Ο Γάλλος Αυτοκράτορας ενδιαφέρθηκε να μετατρέψει την Κέρκυρα σε στρατιωτική βάση, ικανή να ελέγχει την Αδριατική – την οποία θεωρούσε «γαλλική λίμνη» – και να ανταγωνιστεί αυτήν που κατείχαν οι Άγγλοι στην Μάλτα. Για να το επιτύχει, έστειλε στο νησί στρατιώτες, κανόνια και όλμους, πυρομαχικά, τρόφιμα, χρήματα, και στρατιωτικούς μηχανικούς, μαζί με φρουρά 13.000 ανδρών υπό την ηγεσία του στρατηγού Donzelot. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η αποστολή του Ντυφούρ. Αλλά πώς θα ξεπερνούσαν τις δυσκολίες και θα απέφευγαν τα αγγλικά πλοία, που ήταν πιο γρήγορα και περιπολούσαν στο Ιόνιο; Διαβάστε τη συνέχεια »

Η ερμιονίτικη οικογένεια του Γιάννη Φασιλή – Τουτούνη | Ήρα Φραγκούλη – Βελλέ


 

Στην Κωνσταντινούπολη

 

Ήταν περίπου τη 10ετία του 1850, όταν δυο ερμιονίτικα ιστιοφόρα άραξαν στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης. Οι δυο καραβοκύρηδες έτρεξαν αμέσως στο τελωνείο να δηλώσουν την άφιξή τους και να αναζητήσουν γράμματα και τηλεγραφήματα από την πατρίδα. Και οι δυο έχουν την ίδια αγωνία: Έχουν αφήσει τις γυναίκες τους στην Ερμιόνη σε κατάσταση εγκυμοσύνης και περιμένουν την έκβασή της.

Η χαρά ήταν και για τους δυο: Ο καπεταν – Γιάννης Φασιλής – Τουτούνης απέκτησε τον πρωτότοκο γιο του και ο καπεταν – Βασίλης Μπούρλας ένα κοριτσάκι. Μετά τα αμοιβαία κεράσματα οι δυο άνδρες υποσχέθηκαν ή ονειρεύτηκαν τα νεογέννητα παιδιά τους να ζευγαρώσουν. Η ζωή πραγματοποίησε την επιθυμία τους. Ο Πάνος Γιάννη Φασιλής παντρεύτηκε – από έρωτα – την Θεοδωρούλα Βασιλείου Μπούρλα.[1]

 

Αργυρώ και Κατίνα Φασιλή, Πειραιάς περ. 1890. Φωτογραφείο: Γαζιάδη. Αρχείο: Ανθούλα Λαζαρίδου-Δουρούκου.

 

Τον Ιωάννη Φασιλή, τον επονομαζόμενο Τουτούνη, συναντάμε στον εκλογικό κατάλογο ψηφοφόρων Ερμιόνης του 1906, πλοίαρχο, ετών 86 συμπεραίνοντας ότι γεννήθηκε το 1820. Εκτός από τον πρωτότοκο Πάνο απέκτησε δύο ακόμα αγόρια, τον Αγγελή και τον Σπύρο και δύο κορίτσια την Κατερίνα και την Αργυρώ. Αναγνωρίζουμε ακόμα τον Ιωάννη Φασιλή σε ναυλοσύμφωνο του 1874[2] με το οποίο το καΐκι «Πανωραία» των Νικολάου και Ιωάννου Φασιλή μεταφέρει 61000 οκάδες λεμόνια προς Κωνσταντινούπολη. Ο καπεταν-Γιάννης έκτισε το σπίτι του στο νότιο λιμάνι της Ερμιόνης και κατασκεύασε μπροστά του δικό του μαντράκι, που άραζε το πλεούμενό του. Τα εμπορικά του ταξίδια που μετέφεραν αγαθά από την Ερμιόνη και τον Πειραιά σε όλα τα λιμάνια της Μεσογείου, τον έφεραν και στην Αλεξάνδρεια, γι’ αυτό βρίσκουμε τους απογόνους του να σταδιοδρομούν στην Αίγυπτο, ωραίοι και καλοζωισμένοι. Διαβάστε τη συνέχεια »

«Ανακτορική, Βασιλική, Προεδρική Φρουρά. Πολιτειακοί συμβολισμοί»[1]MSc Μαρίνα Σπ. Τσιρτσίκου, Ιστορικός ΓΕΣ/Δ4 (ΔΙΣ), Υπ. Διδακτόρισσα Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων


 

Η ιστορία της Προεδρικής Φρουράς, καθώς και οι συνεχείς μετονομασίες της από το 1868 έως το 1974, αντανακλά την εξέλιξή της σε συνάρτηση με τις πολιτειακές αλλαγές της Ελλάδας, και ιδιαίτερα τις μεταβολές του πολιτεύματος, από τη Βασιλευομένη Δημοκρατία μέχρι την Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία.

Το Στρατόπεδο της Προεδρικής Φρουράς «Γεώργιος Τζαβέλας» έχει σημαντική ιστορική αξία, καθώς συνδέεται με την ελληνική πολιτειακή και στρατιωτική – πολεμική ιστορία της χώρας. Το γεγονός ότι το όνομά του τιμά έναν ήρωα της Επανάστασης, τον Σουλιώτη οπλαρχηγό Γεώργιο Τζαβέλα, δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στον χαρακτήρα του στρατοπέδου. Ενώ, η θέση του κοντά στο Προεδρικό Μέγαρο, υποδηλώνει τη συμβολική του σχέση με την κεντρική εξουσία της χώρας.

 

Εύζωνες της Βασιλικής Φρουράς παρουσιάζουν όπλα στο στρατόπεδό τους, 1948. Φωτογραφία: Chris Ware.

 

Η Προεδρική Φρουρά ιδρύθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 1868, με την αρχική ονομασία «Άγημα», ως στράτευμα αυθύπαρκτο. Από την ίδρυσή της είχε έναν ιδιαίτερο και ξεχωριστό ρόλο, ως τμήμα του μόνιμου στρατού με αποστολή την προστασία του βασιλιά.

Η πρόθεση του βασιλιά Γεώργιου Α’ να εξασφαλίσει την άριστη εκπαίδευση των υπαξιωματικών και να δημιουργήσει ένα πρότυπο στρατιωτικής αρετής για τον υπόλοιπο στρατό ήταν καθοριστική για τον σχηματισμό και τη λειτουργία της Φρουράς. Από την αρχή της ίδρυσής της, η δομή και η εκπαίδευση των ευζώνων προσανατολίζονταν στην ανάπτυξη της στρατιωτικής αριστείας. Ειδικότερα, η θέσπιση ειδικών κανονισμών για τη λειτουργία της και την εκπαίδευση των μελών της, αλλά και η καθιέρωση ξεχωριστής στολής, προσδίδουν στην Προεδρική Φρουρά έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, συνδυάζοντας τη στρατιωτική πειθαρχία με την αυστηρότητα και την αριστεία. Διαβάστε τη συνέχεια »

Παρουσίαση του βιβλίου της Βιβής Σκούρτη, «Με Το Βελόνι Της Μνήμης  – Η υφαντική, η κεντητική και η ραπτική τέχνη στην Ερμιόνη του χθες»


 

Την Κυριακή 27 Ιουλίου, στις 7.30 το βράδυ, στο Σχολείο Συγγρού της Ερμιόνης, θα παρουσιαστεί το νέο βιβλίο της Βιβής Σκούρτη, «Με Το Βελόνι Της Μνήμης  – Η υφαντική, η κεντητική και η ραπτική τέχνη στην Ερμιόνη του χθες». Το βιβλίο σε σχήμα φωτογραφικού λευκώματος χωρίζεται σε ένδεκα μέρη τα οποία αναφέρονται στη ραπτική-μοδιστρική, στην ύφανση και στο κέντημα, στην Ερμιόνη, ενώ τα δυο τελευταία περιλαμβάνουν ένα φωτογραφικό λεύκωμα και προσωπικές αφηγήσεις.

 

«Με Το Βελόνι Της Μνήμης…»

 

Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε: Δεν υπάρχει ελληνικό σπίτι που να μην έχει έστω κι ένα κέντημα, ένα πλεκτό ή ένα υφαντό από τα χέρια της γιαγιάς ή της μάνας. Διαβάστε τη συνέχεια »

Οι αρπαγές του Θεόδωρου Γρίβα στην Ερμιονίδα


 

Θεοδωράκης Γρίβας, ελαιογραφία του Ιωάννη Δούκα (1838–1916).

Ο Θεόδωρος Γρίβας, γνωστός και ως Θεοδωράκης Γρίβας (1797-1862), ήταν αγωνιστής του 1821 στρατηγός και πολιτικός. Γεννήθηκε στην Πρέβεζα και καταγόταν από τη σπουδαία οικογένεια Γρίβα της Ακαρνανίας από την Περατιά (χωριό που βρίσκεται κοντά στην είσοδο της γέφυρας που συνδέει την Λευκάδα με την Ακαρνανία).

Συμμετείχε στην επανάσταση με δικό του στρατιωτικό σώμα ενώ την περίοδο της ανεξαρτησίας διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο. Το 1836 κατέστειλε την εξέγερση της Στερεάς Ελλάδας εναντίον του Όθωνα, ενώ το 1847 οργάνωσε ο ίδιος επανάσταση, με σκοπό να καταργήσει την κυβέρνηση του Μαυροκορδάτου. Το κάστρο του Τεκέ στην Ακαρνανία, πρώην μοναστήρι, σύμφωνα με τις πηγές παραχωρήθηκε στον Γρίβα, αφότου το κατέλαβε.

Το 1827 η κατάσταση στην περιοχή της Αργοναυπλίας χειροτέρευε καθημερινά μετά τη φυγή και την εγκατάσταση της Αντικυβερνητικής Επιτροπής στην Αίγινα. Ο Γρίβας ήταν ο ουσιαστικός κυρίαρχος στο Ναύπλιο. Δεν του έφτανε που έδειξε μεγάλη αδιαφορία για την πατρίδα του τη Ρούμελη και τον κίνδυνο να υποδουλωθεί η Πελοπόννησος με το προσκύνημα που ζητούσε  ο Ιμπραήμ, αλλά φρόντιζε να εξουσιάζει όχι μόνο το Ναύπλιο αλλά και όλη την περιοχή μέχρι και την Ερμιονίδα, σαν να ήταν χωριστή δική του ηγεμονία. Έστελνε τα παλληκάρια του να εισπράττουν τις προσόδους του και καταδυνάστευε όσους τολμούσαν να αντισταθούν στις διαρπαγές του.

Ιδιαίτερα ο Γρίβας με την αχόρταγη πλεονεξία του, κατά το Δεκέμβρη του 1827, δημιούργησε σοβαρότατη κατάσταση με την απαίτησή του να πάρει από τους κατοίκους της Ερμιονίδας (τότε Κάτω Ναχαγιέ), το εισόδημα του αλατιού από τις αλυκές στη Θερμησία.

Είναι αλήθεια, ότι η Αντικυβερνητική Επιτροπή, για να ενισχύσει τον φίλο της Γρίβα, κατά του Κολοκοτρώνη, του είχε παραχωρήσει, το Μάρτη του 1827, όπως φαίνεται από γράμμα του ίδιου του Γρίβα, μερίδιο 25 χιλ. γρόσια από την αλυκή που είχε πουλήσει το αλάτι και να πάρει αυτό το μερίδιο παράνομα. Του είχε στείλει ομόλογο χρεωστικό για το δασμολόγο των προσόδων της αλυκής, να το προεξοφλήσει.

Οι τοπικές αρχές του Κρανιδίου, που ήταν στην περιοχή τους οι αλυκές του αλατιού, φρόντιζαν να εξασφαλίσουν τα παλιά και τοπικά δικαιώματά τους και για αυτό είχαν στείλει ανθρώπους τους στο Ναύπλιο. Αυτό εξαγρίωσε τον αχόρταγο Γρίβα, που είχε την αξίωση να εισπράττει αυτός όλα τα εισοδήματα της αλυκής, ενώ n διαταγή της Αντικ. Επιτροπής ήταν για μερίδιο των 25 χιλ. μόνο. Και, όπως γράφει ο Κασομούλης, «ο Γρίβας διεύθυνεν δύναμιν κατά του Κρανιδίου, και εσύναξεν όλα τα ζωντανά των εις το Παλαμήδι διά να τους υποχρεώσει να τραβηχτούν. Οι στρατιώται δεν περιορίσθησαν εις ταύτην μόνην την ποινήν αλλά εκτάνθησαν εις περισσοτέρας καταχρήσεις και εχθροπραξίας βλάψαντες και πολλούς αθώους. Οι Κρανιδιώται εζήτησαν και την βοήθειαν των Σπετζιωτών και Υδραίων ακόμη, και ενώ επικαλούντο την βοήθειαν της Διοικήσεως κατά του Γρίβα, προετοίμαζον και δύναμιν να κινηθούν κατ’ αυτού». Διαβάστε τη συνέχεια »

Μερεμέτης Αθανάσιος (Κρανίδι 1911-Αθήνα 1994)


 

Ο Αθανάσιος Μερεμέτης γεννήθηκε στο Κρανίδι το 1911. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1931-1934) και εγγράφηκε στη Νομική Σχολή το 1935. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του διετέλεσε πρόεδρος του Ομίλου Φοιτητών Πανεπιστημίου Αθηνών και του Συλλόγου Φοιτητών Φιλοσοφικής Σχολής. Το 1937-1940 μετέβη στο Βερολίνο. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, εργάζεται στον Δήμο Αθηναίων, ως ιδιαίτερος γραμματέας του Δήμου το 1941 και ως έφορος της Δημοτικής Βιβλιοθήκης την επόμενη χρονιά.

Αθανάσιος Μερεμέτης.

Στο Βερολίνο βρέθηκε με υποτροφία του γερμανικού κράτους, ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα τις «Γενικές αρχές του ποινικού και δημοσίου δικαίου σύμφωνα με τον Πλάτωνα» στο ομώνυμο Πανεπιστήμιο, ενώ είχε εκλεγεί και πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών Βερολίνου. Παράλληλα έκανε και σπουδές βιβλιοθηκονομίας, ως υπότροφος του Δήμου Αθηναίων.

Πριν από την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με πρωτοβουλία του αρχηγού της γερμανικής αντικατασκοπίας ναυάρχου Φον Κανάρη λαμβάνει χώρα μια σύσκεψη. Η σύσκεψη αυτή συγκλήθηκε με εισήγηση του Ιωάννη Βουλπιώτη, ενός αμφιλεγόμενου ατόμου της εποχής.[1]

Στη σύσκεψη εκείνη παραβρέθηκαν ο πρέσβης Ραγκαβής και διάφοροι νέοι Έλληνες επιστήμονες θετικών επιστημών με λαμπρές σπουδές αλλά και ο φιλόλογος Αθανάσιος Μερεμέτης, ως Πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών Βερολίνου. Ο σκοπός της σύσκεψης ήταν η δημιουργία μιας λέσχης από Έλληνες επιστήμονες που διέπρεπαν στους κλάδους των θετικών επιστημών στη Γερμανία, σε άλλες χώρες και στην Ελλάδα, που στον κατάλληλο χρόνο θα μπορούσε να γίνει εμποροβιομηχανική εταιρεία καινοτομιών, η οποία θα χρησιμοποιούσε στη βιομηχανία εφευρέσεις των Ελλήνων επιστημόνων. Ο μόνος που δεν φαινόταν να συγκινείται με την ιδέα ήταν ο Μερεμέτης. Διαβάστε τη συνέχεια »

«Περίτεχνοι και περίβλεπτοι συμβολισμοί για τις στολές των Ευζώνων στην Προεδρική Φρουρά»,[1]  – MSc Μαρίνα Σπ. Τσιρτσίκου, Ιστορικός ΓΕΣ/Δ4 (ΔΙΣ) – Υπ. Διδακτόρισσα Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων


 

Η παραδοσιακή ευζωνική ενδυμασία, με κύρια χαρακτηριστικά: τη ζώνη, που δηλώνει τον «καλά – ζωσμένο» μαχητή και τη φουστανέλα, αποτελεί σημείο ταύτισης του άτακτου και του τακτικού στρατού, καθώς χρησιμοποιήθηκε από τα άτακτα σώματα κατά τα επαναστατικά χρόνια του 1821 και διατηρήθηκε και στις πρώτες προσπάθειες συγκρότησης τακτικού στρατού.

 

Έμβλημα Προεδρικής Φρουράς. Παράσταση: Εύζωνας με επίσημη Ευζωνική στολή ο οποίος προβάλλεται μεταξύ του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη και της Ακρόπολης, καθώς και μπροστά από την Ελληνική Σημαία. Περιβάλλονται όλα από κυκλικό πλαίσιο με μαιάνδρους, από το εθνόσημο με δάφνες και από τις επιγραφές «ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ» – «ΠΡΟΕΔΡΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ».
Ο Εύζωνας μέσα στο πλαίσιο σεβασμού και διατήρησης της εθνικής μας παράδοσης συμβολίζει τη συνέχιση της ζωντανής παρουσίας των Ευζώνων, οι οποίοι πρωτοστάτησαν σ’ όλους τους εθνικούς αγώνες από το 1821 μέχρι το 1940 και με τις ηρωικές τους πράξεις κατέστησαν σύμβολα ηρωισμού, θυσίας και νίκης. Μαζί με τη Σημαία, την Ακρόπολη και το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη αποτελούν ενιαίο σύμβολο της πατρίδας μας.

 

Παρέλαση Ευζώνων στα Γιάννενα. Φωτογραφία Χατζηαδάμ Δήμητρα, «Εύζων», Λεύκωμα φωτογραφιών, Λυχνία, Αθήνα (υπό έκδοση).

 

Στις 12 Δεκεμβρίου του 1868, συστήθηκε ανεξάρτητη μονάδα ευζώνων με την ονομασία «Άγημα», όπως ήταν η αρχική ονομασία της Προεδρικής Φρουράς, και τέθηκε στην αποκλειστική υπηρεσία του βασιλιά Γεώργιου Α’. Έφερε τη «λευκή στολή» των ευζωνικών ταγμάτων του τακτικού στρατού – φάριο (φέσι), φέρμελη, φουστανέλα, ζώνη, κάπα περικνημίδες, καλτσοδέτες, τσαρούχια. Η συγκρότησή του στόχευε στη δημιουργία ενός στρατιωτικού σώματος, πρότυπο στρατιωτικής εκπαίδευσης και αρετής για τον υπόλοιπο στρατό.

 

Βασιλικό Διάταγμα Άγημα ΦΕΚ 63, 19.12.1868. Δημοσιεύεται στο: Γενικό Επιτελείο Στρατού, «Στρατιωτική Επιθεώρηση», τ. Ιαν – Απρ 2016.

Διαβάστε τη συνέχεια »

Αφιέρωμα στο Σωτήρη  Πέτρουλα – 60 Χρόνια μετά (21/07/1965 – 21/07/ 2025)


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Αφιέρωμα του Οικονομολόγου και  Προέδρου της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας και Πολιτισμού, Γιώργου Γιαννούση,  στη μνήμη του φοιτητή της Ανωτάτης Εμπορικής Σχολής (Α.Σ.Ο.Ε.Ε.) Σωτήρη Πέτρουλα, ηγετικού στελέχους της «Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη», ο οποίος δολοφονήθηκε στα γεγονότα της 21ης Ιουλίου 1965.

 

«Αφιέρωμα στο Σωτήρη  Πέτρουλα – 60 Χρόνια μετά (21/07/1965 – 21/07/ 2025)»

 

Εισαγωγικά

 

Τα γεγονότα πλάθουν την Ιστορία και η Ιστορία γράφεται για να θυμίζει και να διδάσκει. Το αφιέρωμα που ακολουθεί αποτελεί ένα μνημόσυνο τιμής στη μνήμη του φοιτητή της Ανωτάτης Εμπορικής Σχολής (Α.Σ.Ο.Ε.Ε.) Σωτήρη Πέτρουλα, ηγετικού στελέχους της «Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη», ο οποίος δολοφονήθηκε στα γεγονότα της 21ης Ιουλίου 1965.

Το αφιέρωμα στηρίζεται σε βιωματικά στοιχεία καθώς είμαστε τότε μια ομάδα φοιτητών πολύ δεμένοι συναισθηματικά, ιδεολογικά και πολιτικά μεταξύ μας. Αυτό το εισαγωγικό σημείωμα απευθύνεται κυρίως σ’ εκείνες και εκείνους τους αναγνώστες που είναι νεότεροι ή δεν γνώρισαν τα γεγονότα αυτά. Θεώρησα επομένως αναγκαία μια σύντομη αναφορά στα γεγονότα που οδήγησαν την Ελλάδα στα λεγόμενα «Ιουλιανά», στη δολοφονία του Σωτήρη Πέτρουλα και στην επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας «των συνταγματαρχών» στις 21 Απριλίου 1967.

 

Σωτήρης Πέτρουλας.

 

Θυμίζω πως η ταραγμένη περίοδος του 1965 ονομάστηκε περίοδος του «βασιλικού πραξικοπήματος και της αποστασίας» καθώς η συνεχείς παρεμβάσεις του Βασιλιά Κωνσταντίνου στην πολιτική ζωή της χώρας οδήγησαν στην αποπομπή (15 Ιουλίου 1965) της νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου. Ακολούθησε μια περίοδος μεγάλης πολιτικής αστάθειας και κοινωνικής σύγκρουσης με το διαδοχικό σχηματισμό τριών κυβερνήσεων που στηρίχτηκαν στην ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις, αξιωματική αντιπολίτευση τότε) και σε βουλευτές της Ένωσης Κέντρου οι οποίοι ονομάστηκαν, για το λόγο αυτό, αποστάτες. Την περίοδο εκείνη έγιναν μεγάλες λαϊκές διαδηλώσεις στις οποίες συμμετείχαν και οι φοιτητές. Διαβάστε τη συνέχεια »