Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Επανάσταση 21’

Λόντος Σ. Ανδρέας (1786–1846)


 

Ο Ανδρέας Λόντος ήταν στρατιωτικός και πολιτικός, γεννημένος στο Αίγιο.[1] Ήταν γιος του Σωτηράκη Λόντου και καταγόταν από ισχυρή οικογένεια προυχόντων της Βοστίτσας. Σπούδασε στο σχολαρχείο της Βοστίτσας, το οποίο διεύθυνε ο Ευστάθιος Παλαμάς. Μετά τον αποκεφαλισμό του πατέρα του, το 1812, από τους Τούρκους, ο Ανδρέας Λόντος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη.

 

Ανδρέας Λόντος. Λιθογραφία του Giovani Boggi από το λεύκωμα με 24 πορτραίτα Ελλήνων και Οθωμανών αξιωματούχων που έδρασαν κατά την Ελληνική Επανάσταση με τίτλο: «Collection de portraits des personnages Turcs and Grecs les plus recommes soit par leur cruate soit par leur bravoure dans la guerre actuelle de la Grece», Παρίσι, 1826.

 

Ο Ανδρέας έζησε για ένα διάστημα στην πόλη και επανήλθε στην Πελοπόννησο το 1816. Σύναψε φιλία με τον νέο Μόρα Βαλεσή Σακήρ Αχμέτ και το 1818 αναγορεύτηκε επίσημα σε προεστό με έγγραφο των εκπροσώπων του καζά Βοστίτσας, επικυρωμένο από τον επίσκοπο Κερνίτσης, Προκόπιο.[2] Μυήθηκε στην Φιλική εταιρεία, από τον Πελοπίδα, και εργάστηκε για την προπαρασκευή της επανάστασης.

Μετείχε ενεργά στην Επανάσταση, όπως και οι αδελφοί του Αναστάσιος και Λουκάς. Στις 23 Μαρτίου κήρυξε την επανάσταση στο Αίγιο (Βοστίτσα), εκδίωξε τους Τούρκους χωρίς μάχη και ύψωσε την πρώτη ελληνική επαναστατική σημαία. Στη διάρκεια της επανάστασης διατηρούσε δικό του στρατιωτικό σώμα, με το οποίο πήρε μέρος στην πολιορκία της Πάτρας και του Μεσολογγίου και στις εκστρατείες στην ανατολική και δυτική Ελλάδα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Ιστορικόν αρχείον του στρατηγού Ανδρέου Λόντου (1789-1847) – Ακαδημία Αθηνών


 

Στο πλαίσιο των δράσεών της για την απότιση φόρου τιμής στα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, η Ακαδημία Αθηνών ανέθεσε στο Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισμού (ΚΕΙΝΕ) την επανέκδοση των δύο πρώτων τόμων του «Αρχείου Ανδρέα Λόντου». Έχοντας εκδοθεί το 1914 και το 1916 αντίστοιχα, με τη συνδρομή του Αλεξανδρινού επιχειρηματία και ευεργέτη Αντώνη Μπενάκη, οι τόμοι αυτοί αφορούν στον Αχαιό πρόκριτο και στρατιωτικό Ανδρέα Λόντο (1786-1846).

 

Ιστορικόν αρχείον του στρατηγού Ανδρέου Λόντου

Η επαναστατική δράση του Λόντου υπήρξε άμεσα συνυφασμένη με τη Βοστίτσα στον Κορινθιακό Κόλπο, άλλοτε μητρόπολη της Αχαϊκής Συμπολιτείας, με μακρά παράδοση αντιοθωμανικών κινημάτων, από το 1465 και το 1570 έως τα Ορλωφικά και την κίνηση του Λάμπρου Κατσώνη το 1790.

Από κοινού με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και τον Ανδρέα Ζαΐμη, ο Λόντος συναπάρτισε την «Αχαϊκή Τριανδρία», που εκπροσώπησε τη Βοστίτσα, την Πάτρα και τα Καλάβρυτα.

Στο αρχοντικό του έλαβε χώρα, τον Ιανουάριο του 1821, η πρώτη συνεδρίαση της Συνέλευσης της Βοστίτσας με τη συμμετοχή, του «απόστολου» του Αλέξανδρου Υψηλάντη, Γρηγορίου Δικαίου (Παπαφλέσσα).

Τον Μάρτιο κήρυξε την Επανάσταση και ηγήθηκε της εκδίωξης των Οθωμανών από την περιοχή ενώ συμμετείχε με το στρατιωτικό σώμα που διοικούσε στην πολιορκία του Μεσολογγίου και της Πάτρας. Μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους ο Λόντος κατέλαβε μια σειρά αξιωμάτων ενώ αργότερα διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Η οικογένεια των Νοταράδων στην Ελληνική Επανάσταση


 

Πανούτσος Νοταράς. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία, Adam Friedel, Λονδίνο – Παρίσι, 1827.

Μία από τις κοινωνικές ομάδες που θα παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Επανάσταση, είναι αυτή των προκρίτων, αλλιώς κοτζαμπάσηδων. Σ’ αυτήν την κατηγορία ανήκει και η οικογένεια Νοταρά που κατάγεται από τα Τρίκαλα Κορινθίας.

Σύμφωνα με την παραδοσιακή προσέγγιση της Επανάστασης, όλοι οι πρωταγωνιστές της Επανάστασης, ο καθένας από τη θέση του και με βάση τις δυνατότητές του προσέφεραν στην Επανάσταση και τιμώνται εξίσου ως ήρωες του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Η αντίληψη αυτή αγνοεί τις υπαρκτές αντιθέσεις μεταξύ των κοινωνικών ομάδων που αποτελούσαν την ηγεσία των επαναστατημένων Ελλήνων κατασκευάζοντας μία μάλλον ειδυλλιακή εικόνα όπου το έθνος όταν πήρε τα όπλα κατά του κατακτητή διέθετε μία οικονομικά ισχυρή τάξη πρόθυμη να χρηματοδοτήσει τον Αγώνα, τους μεγαλοκαραβοκύρηδες των νησιών και τους προκρίτους, τους Φαναριώτες με υψηλή μόρφωση και διπλωματικές ικανότητες, έτοιμη να διαμορφώσει τη νέα πολιτική εξουσία και την ηγεσία των ενόπλων που την είχαν οι καπετάνιοι του στόλου, οι πρώην Κλέφτες και οι Αρματολοί με τα σώματά τους. Το σχήμα αυτό ισχύει βεβαίως, σ’ έναν βαθμό. Δεν μπορεί, ωστόσο να εξηγήσει το γεγονός ότι οι υπαρκτές αντιθέσεις μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων και των συμφερόντων τους, οι τοπικές διαφορές και οι προσωπικοί ανταγωνισμοί και φιλοδοξίες οδήγησαν σε οξύτατες διαμάχες και σε δύο εμφυλίους πολέμους στη διάρκεια της Επανάστασης κι ακόμη έναν μετά την έλευση του Καποδίστρια το 1828 στην Ελλάδα, στη δε περίπτωση της Κορινθίας είχαμε κι έναν ακόμη, αυτόν μεταξύ του Ιωάννη και του Παναγιωτάκη Νοταρά την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1826. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Αναγνώστης Γκελμπερής (; – 1821) – Από όργανο της εξουσίας μάρτυρας της Ελευθερίας


 

Σε ένα συνέδριο αφιερωμένο στο 1821, νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να παρουσιαστεί ο σχεδόν άγνωστος ήρωας από την Κυνουρία που φέρει το όνομα Αναγνώστης Γκελμπερής. [Ανακοίνωση του κυρίου  Ηλία Γιαννικόπουλου στο 9ο Τσακώνικο Συνέδριο, Λεωνίδιο 17-19 Μαρτίου 2023].

Ο πρωτοσύγκελος Χριστιανουπόλεως και ιστορικός της Επαναστάσεως Αμβρόσιος Φραντζής τον θεωρεί Τσάκωνα. H μελέτη όμως των υπαρχόντων στοιχείων αποδεικνύει ότι καταγόταν από την ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια της Τσακωνιάς, τα Λυμποχώρια. Λυμποχώρια, και κατά παρετυμολογίαν Ολυμποχώρια, ονομάζονταν τα χωριά Άγιος Βασίλειος, Πλατανάκι και Παλαιοχώρι, στις ανατολικές υπώρειες του Πάρνωνα και λίγα χιλιόμετρα δυτικά του Λεωνιδίου, από την ύπαρξη στην περιοχή αυτή της αρχαίας πόλεως Γλυππία, κατά τον περιηγητή Παυσανία, ή, Γλυμπείς, κατά τον ιστορικό Πολύβιο.

Ο ακριβής τόπος καταγωγής του Γκελμπερή έχει αποτελέσει αντικείμενο διαφωνιών, ασφαλώς λόγω αγνοίας των πραγματικών δεδομένων. Έτσι, ο Νικόλαος Σπηλιάδης στον πρώτο τόμο του έργου του θεωρεί ότι ο Γκελμπερής κατάγεται από το Γεράκι, ενώ σε διορθωτική σημείωση στον δεύτερο τόμο του έργου του αναφέρει ότι καταγόταν «από τα Ολυμποχώρια, κατά την επαρχίαν του Αγίου Πέτρου», χωρίς όμως να διευκρινίζει από ποιο ακριβώς χωριό των Λυμποχωρίων. Γερακίτη θεωρεί τον Γκελμπερή και ο Μιχαήλ Λαμπρυνίδης στο γνωστό έργο του «Η Ναυπλία». Ο Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος έχει την άποψη ότι ο Γκελμπερής ήταν αξιωματικός του χωρίου Κοσμά. Το αξιοσημείωτο όμως είναι ότι ενώ για τον ηρωικό θάνατο του Γκελμπερή o Φωτάκος αναφέρει πολλές λεπτομέρειες στα «Απομνημονεύματά» του, δεν τον μνημονεύει καθόλου στο άλλο έργο του «Βίοι Πελοποννησίων ανδρών», όπου τόσοι και τόσοι άλλοι Πελοποννήσιοι ήρωες έχουν βρει την τιμητική θέση τους.

 

Το κάστρο του Γερακιού Λακωνίας.

 

Εξάλλου, τα λήμματα των διαφόρων εγκυκλοπαιδειών είναι τηλεγραφικά και ανεπαρκέστατα. Εξάλλου όλα, αντιγράφοντας προφανώς το ένα το άλλο, προσδιορίζουν ως ιδιαίτερη πατρίδα του το χωριό Άγιος Βασίλειος.

Από συνδυασμό αρχειακών ιστορικών στοιχείων, άγνωστων μέχρι τούδε, και από εσωτερικές μαρτυρίες εγγράφων του ίδιου του Γκελμπερή, αποδεικνύεται ότι ιδιαίτερη πατρίδα του δεν ήταν ούτε το Γεράκι ούτε ο Κοσμάς ούτε ο Άγιος Βασίλειος, αλλά το χωριό Πλατανάκι. Πρέπει όμως να παραδεχθούμε ότι από κάποιο χρονικό σημείο και μετά ο Γκελμπερής εγκαταστάθηκε στον Άγιο Βασίλειο, και αυτό ήταν φυσικό να δημιουργήσει την εντύπωση ότι από εκεί ήταν και η καταγωγή του.

Δυστυχώς, δεν γνωρίζουμε ούτε πότε γεννήθηκε ούτε πού έμαθε τα πρώτα γράμματα. Είναι βέβαιο πάντως ότι διέθετε αρκετή παιδεία, και αυτό αποδεικνύεται από τα 110 και πλέον ανέκδοτα γράμματά του που διασώζονται στο Αρχείο της οικογένειας Περρούκα του Άργους και αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τον άνθρωπο και τη δράση του, αλλά και για τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες στην Τουρκοκρατούμενη Κυνουρία και σε όλη την Πελοπόννησο κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Τα γράμματα αυτά χαρακτηρίζονται από ευχέρεια γραφής, ορθογραφική ακρίβεια και μεγάλη εκφραστική ικανότητα, και είναι όλα δείγματα υψηλού γραμματικού και μορφωτικού επιπέδου, σπάνιου για την τότε ελληνική κοινωνία. Εικάζουμε ότι λόγω των σχέσεών του με πολλούς Τούρκους εγνώριζε και μιλούσε άριστα και την τουρκική γλώσσα. Στο ίδιο Αρχείο της οικογένειας Περρούκα του Άργους διασώζονται επίσης διάφορα ταμειακά Κατάστιχα της επαρχίας Άργους με τη γραφή και υπογραφή του Γκελμπερή. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Βιβλιοπαρουσίαση – «Ραγιάς – Μέρες και Νύχτες 1821»


 

Το 1ο Γενικό Λύκειο Άργους και η Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Άργους – Μυκηνών παρουσιάζουν το μυθιστόρημα «Ραγιάς – Μέρες και Νύχτες 1821» του Γιάννη Καλπούζου την Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2022, στις 7 το βράδυ, στην αίθουσα Τέχνης και Πολιτισμού «Μέγας Αλέξανδρος», Αγ. Κωνσταντίνου 29, Άργος.

 

Ραγιάς – Μέρες και Νύχτες 1821

 

Προλογίζει η Λένα Παπαθανασίου, Διευθύντρια του 1ου Γενικού Λυκείου Άργους.  Μαθητές και μαθήτριες ζωντανεύουν την ιστορία με αναγνώσεις, μουσικές και τραγούδια.

 

Λίγα λόγια για το βιβλίο

 

1816-1829. Πάτρα, Τριπολιτσά, Ναύπλιο, Μεσολόγγι… Αφότου ο Αγγελής βρέθηκε φυλακισμένος στο κοτέτσι του Σαχίν Αγά, το μίσος φώλιασε στην ψυχή του σαν φαρμακερό φίδι. Κατά την εκρηκτική και συγχρόνως σαγηνευτική πορεία του μπαίνει στη δούλεψη ενός στρυφνού και τσιγκούνη πραματευτή, που σου πουλά κωλοφωτιά για καντήλι.

Τον ζώνει το μολυβένιο σύγνεφο της σκλαβιάς και του εξευτελισμού των ραγιάδων. Σμίγει με την Κερασία, όπου στο πρόσωπό της βουτάνε και κολυμπούν τα όνειρα. Απαντιέται με κοτζαμπάσηδες, κολίγους και συμπολεμιστές, που είναι πιότερο από αδέρφια και γυναίκα την ώρα της μάχης, ενώ ένα τρομαγμένο Τουρκόπουλο γαντζώνεται πάνω του.

Στον δρόμο του και δύο γέροντες, οι οποίοι ξεψαχνίζουν το κίνητρο για καθετί μα και τη γλυκιά και φαρμακερή ουσία του «εγώ», η πλανεύτρα Ασπασία, διαβολικοί ξένοι, ντόπιοι τυχοδιώκτες, ο επί τριάντα έξι χρόνια αμίλητος Συμεών, ένας καβαλάρης που σώζει αιχμάλωτες Τουρκοπούλες και ο τρανότερος οχτρός του λεύτερου ανθρώπου, ο φόβος.

Ο Αγγελής βιώνει το μεγαλείο και τη σκοτεινή πλευρά του ματοβαμμένου Εικοσιένα, γκρεμίζοντας μυθεύματα και φανερώνοντας καταχωνιασμένες αλήθειες. Σφιχταγκαλιάζεται με τη φωτιά του ξεσηκωμού, μεταβολίζει την αγριότητα σε ελπίδα, λύτρωση και γλυκασμό, και βροντοφωνάζει: «Θέλω να μην είμαι ραγιάς σε κανέναν. Ραγιάς σε τίποτα!»

 

Γιάννης Καλπούζος

 

Γιάννης Καλπούζος

Ο Γιάννης Καλπούζος γεννήθηκε το 1960 στο χωριό Μελάτες της Άρτας και ζει μόνιμα από το 1983 στην Αθήνα. Στα ελληνικά γράμματα εμφανίζεται το 2000 με την ποιητική συλλογή «Το νερό των ονείρων» και το μυθιστόρημα «Μεθυσμένος δρόμος». Ακολουθεί η συλλογή διηγημάτων «Μόνο να τους άγγιζα», η οποία επανεκδόθηκε εμπλουτισμένη το 2017 με τον νέο τίτλο: «Κάποιοι δεν ξεχνούν ποτέ», καθώς και οι ποιητικές του συλλογές: «Το παραμιλητό των σκοτεινών Θεών» και «Έρωτας νυν και αεί». Με τη δεύτερη ήταν υποψήφιος στη βραχεία λίστα για το κρατικό βραβείο ποίησης, ενώ η παραλογή «Ο λύκος» που εμπεριέχεται στη συλλογή διηγημάτων βραβεύτηκε στον Διεθνή Διαγωνισμό Ποίησης και Διηγήματος «Γιώργος Σεφέρης» του πανεπιστημίου του Παλέρμο Ιταλίας.

Όλες οι ποιητικές του συλλογές κυκλοφόρησαν μαζί με πενήντα ανέκδοτα ποιήματα σε έναν τόμο το 2107 με τίτλο «Ποίηση 2000-2017». Ευρύτερα γνωστός στο αναγνωστικό κοινό έγινε με το μυθιστόρημά του «Ιμαρέτ», το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου.

Το «Ιμαρέτ» μεταφράστηκε στα πολωνικά, στα τουρκικά, στα αραβικά και στα αγγλικά. Επίσης, έχει γράψει τα μυθιστορήματα: «Σάος-Παντομίμα Φαντασμάτων», «Άγιοι και δαίμονες-Εις ταν Πόλιν», «Ουρανόπετρα – Όπου πατώ είναι δικός μου δρόμος», «Ό,τι αγαπώ είναι δικό σου», «Σέρρα – Η ψυχή του Πόντου», το οποίο μεταφράστηκε στα αλβανικά και έχει τιμηθεί με το πρώτο βραβείο μυθιστορήματος Μικρασιατικού περιεχομένου για τα έτη 2016-2018, και «Γινάτι-Ο σοφός της λίμνης», το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Βιβλιοπωλείων Public 2019”. Ο Γιάννης Καλπούζος συμμετείχε σε συλλογικά έργα, διασκεύασε σε θεατρικό σενάριο το μυθιστόρημά του «Σέρρα-Η ψυχή του Πόντου» και έχει γράψει τους στίχους 80 τραγουδιών, όπως τα: «Ό,τι αγαπώ είναι δικό σου», «Δέκα μάγισσες», «Να ‘σουν θάλασσα», «Γιατί πολύ σ’ αγάπησα» και άλλα.

Read Full Post »

Επιστημονικό Συνέδριο – «Τα Συντάγματα του Αγώνα: Ιδεολογικές, πολιτικές και θεσμικές καταβολές και επιδράσεις». Βουλευτικό Ναυπλίου, 19-20 Νοεμβρίου 2022


 

Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τα 200 χρόνια από την απελευθέρωση του Ναυπλίου, ο Δήμος Ναυπλιέων, ο ΔΟΠΠΑΤ Δήμου Ναυπλιέων, το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Αργολίδας διοργανώνουν Επιστημονικό Συνέδριο με τίτλο «Τα Συντάγματα του Αγώνα: Ιδεολογικές, πολιτικές και θεσμικές καταβολές και επιδράσεις», καθώς η Αργολίδα είναι σε σημαντικό βαθμό η μήτρα (και) αυτής της πλευράς της Ελληνικής Επανάστασης.

Το Συνέδριο θα λάβει χώρα στο Βουλευτικό Ναυπλίου το Σαββατοκύριακο 19-20 Νοεμβρίου 2022.

Η συμμετοχή στο Συνέδριο είναι δωρεάν και δεν απαιτείται εγγραφή εκ των προτέρων.

 

Ludwig Michael von Schwanthaler. Η Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο. Απεικονίζεται η στιγμή της ορκωμοσίας των πληρεξουσίων μπροστά στο «Προσωρινόν πολίτευμα της Ελλάδος» (1η Ιανουαρίου 1822). Τοιχογραφίες του Μεγάρου της Βουλής, αίθουσα των Υπασπιστών, βόρειος τοίχος.

(περισσότερα…)

Read Full Post »

Διεπιστημονικές προσεγγίσεις – Αποκατάσταση και Ανάδειξη ναϊδρίου Αγίων Θεοδώρων Ναυπλίου


 

Ο Ιερός Ναός Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης Ναυπλίου, το τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και ο Δήμος Ναυπλιέων οργανώνουν ημερίδα με τίτλο «Αποκατάσταση και Ανάδειξη ναϊδρίου Αγίων Θεοδώρων Ναυπλίου – Διεπιστημονικές προσεγγίσεις», την Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2022 στο Βουλευτικό Ναυπλίου (16:00-21:00).

Σκοπός της ημερίδας είναι η ενημέρωση, η ανταλλαγή τεκμηριωμένων απόψεων, η αλληλεπίδραση μεταξύ διαφορετικών ειδικοτήτων επιστημόνων και της τοπικής κοινωνίας σε επίκαιρα θέματα αποκατάστασης και ανάδειξης με επίκεντρο το συγκεκριμένο έργο.

 

Το εκκλησάκι των Αγίων Θεοδώρων, πριν το 1960, όταν η περιοχή ήταν ανοικοδόμητη.

 

Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων βρίσκεται βόρεια της νέας πόλης του Ναυπλίου, στην περιοχή «Νέο Βυζάντιο» ή «Κιουλτεπέ», πλησίον της κεντρικής οδού Ναυπλίου- Άργους, στην οδό Καλαμάτας. Πρόκειται για μικρών διαστάσεων μονόχωρο, δρομικό ναό με δίρριχτη κερμοσκεπή στέγη και ημικυκλική αψίδα ιερού. Το ναΐδριο δεν είναι κηρυγμένο μνημείο, όμως αποτελεί σημαντικό ιστορικό τεκμήριο της νεότερης ιστορίας της πόλης του Ναυπλίου αλλά και της Ελλάδας γενικότερα δεδομένου ότι τεκμηριωμένα συνδέεται με έναν από τους πρωταγωνιστές της Επανάστασης του 1821, τον Θ. Κολοκοτρώνη, επομένως είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη συλλογική ιστορική μνήμη. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Τα υπαγόμενα στο Άργος χωριά άλλων Βιλαετίων κατά την τελευταία φάση της Β’ Τουρκοκρατίας – Ηλίας Γιαννικόπουλος*


 

1. Η Πελοπόννησος μετά την επανάκτησή της από τους Τούρκους (1715) απετέλεσε ξεχωριστή διοικητική περιφέρεια, καλουμένη «εγιαλέτι» ή «πασαλίκι», που εδιοικείτο από τον Μόρα βαλεσή. Η περιφέρεια αυτή είχε υποδιαιρεθή σε μικρότερα τμήματα, που εκαλούντο από μεν διοικητικής απόψεως βιλαέτια, από στρατιωτικής σαντζάκια και από δικαστικής καζάδες.[1] Πρωταρχικός σκοπός αυτής της υποδιαιρέσεως ήταν η καλύτερη άσκηση της εξουσίας εκ μέρους των κατακτητών, κυρίως η καλύτερη κατανομή και η ευκολότερη είσπραξη των φόρων.

Στην παρούσα μελέτη θα ερευνήσουμε τη σχέση ορισμένων χωριών της Πελοποννήσου με το βιλαέτι του Άργους κατά την Β’ Τουρκοκρατία, και δη κατά την τελευταία δεκαετία πριν από την Επανάσταση του 1821. Το αξιοπερίεργο με τα χωριά αυτά είναι ότι παρόλο που ανήκαν γεωγραφικά σε άλλα βιλαέτια, εν τούτοις διοικητικά και φορολογικά υπήγοντο στο βιλαέτι του Άργους με το οποίο δεν είχαν καμμία σχέση γειτνιάσεως.

Αποκλειστική πηγή μας είναι το πλούσιο σε ανέκδοτο υλικό Αρχείο της οικογένειας Περρούκα του Άργους, το οποίο απόκειται στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος.[2] Τα έγγραφα που αναφέρονται στο θέμα μας, είναι λίγα και ιδιωτικά, δηλ. κυρίως επιστολές που αντήλλαξαν οι πρόκριτοι των χωριών αυτών, ή άλλα σημαίνοντα πρόσωπα, με τους προεστούς του Άργους. Τα έγγραφα αυτά φωτίζουν πολλές πτυχές του ζητήματος, χωρίς όμως να δίνουν οριστικές απαντήσεις.

2. Δεν υπάρχει ομοφωνία για τον ακριβή αριθμό των βιλαετίων της Πελοποννήσου κατά τη Β’ Τουρκοκρατία. Γίνεται γενικότερα δεκτό ότι αυτά μέχρι τα Ορλωφικά ήσαν 24, ενώ λίγο πριν από την Επανάσταση με διάφορες αυξομειώσεις έγιναν 25.[3] Ένα από αυτά ήταν το βιλαέτι του Άργους, με έδρα την ομώνυμη πόλη, το οποίο συνόρευε με τα βιλαέτια Ναυπλίου, Κορίνθου, Τριπολιτσάς και Αγ. Πέτρου και εδαφικά συνέπιπτε σχεδόν με τη σύγχρονη επαρχία Άργους.[4] Στο βιλαέτι αυτό, όπως είπαμε, υπήγοντο και διάφορα άλλα χωριά άλλων βιλαετίων της Πελοποννήσου, σε μεγάλη απόσταση από το Άργος, συγκεκριμένα η Άλβαινα από το βιλαέτι της Αρκαδιάς,[5] η Δουμενά και τα Χαλκιάνικα από το βιλαέτι των Καλαβρύτων[6] και τα Κάτω Χωριά ή Πέντε Χωριά ή (Ο, Ε)λυμποχώρια από το βιλαέτι του Μυστρά.[7]

 

Άλβαινα – Μίνθη Ηλείας (Ημερομηνία μετονομασίας, 4 Νοεμβρίου 1927).

 

Δυστυχώς, ούτε οι ιστορικοί συγγραφείς, ούτε οι έχοντες προσωπική αντίληψη ιστοριογράφοι και απομνημονευτές του Αγώνα έχουν αναφερθεί διεξοδικά στο ιστορικό αυτό «παράδοξο» και έχουν δώσει επαρκείς και λεπτομερείς εξηγήσεις για την αρχή του, τη σκοπιμότητά του και τη λειτουργία του στην πράξη. Μερικοί μόνο, και εντελώς παρεμπιπτόντως, έχουν αναφερθεί στο φαινόμενο αυτό.[8]

Ειδικότερα, ο πρωτοσύγκελος Χριστιανουπόλεως και ιστοριογράφος Αμβρ. Φραντζής, αναφερόμενος στην «Άλβαινα», σημειώνει: «Το χωρίον αυτό κείται μεν εις τα όρια της επαρχίας Αρκαδίας (Τριφυλίας), απέδιδε δε τας προσόδους αυτού επί Τουρκοκρατίας εις την επαρχίαν Άργους. Τοιαύτα χωρία ήσαν και άλλα πολλά, τα οποία έκειντο εις άλλας επαρχίας, τας δε προσόδους αυτών απέδιδον εις άλλας».[9] Στο απόσπασμα αυτό ο Φραντζής φαίνεται να ομιλή μόνον περί φορολογικής εξαρτήσεως, δηλ. περί της υποχρεώσεως μερικών χωριών να αποδίδουν τις προσόδους τους στο Άργος, δεν δίνει όμως καμμία εξήγηση για τους λόγους αυτής της ρυθμίσεως, ούτε για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε ή για τα προβλήματα που τυχόν δημιουργούσε στην διοίκηση, τοπική και κεντρική. Επίσης, ομιλεί και για άλλα χωριά σε άλλες επαρχίες, χωρίς να τα κατονομάζει. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Πελοποννήσιοι πρόκριτοι στην Επανάσταση του 1821: Από τον Βελή Πασά στον Ιωάννη Καποδίστρια – Δημήτρης Μπαχάρας


 

Η ιστορία των πελοποννησίων προκρίτων στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 αποτελεί ακόμη και σήμερα σημείο τριβής τόσο για τους ιστορικούς όσο και για τη δημόσια ιστορία. Τελικά οι πρόκριτοι ήταν πράγματι οι «κακοί»; Ήταν οι απεχθείς συμφεροντολόγοι που εμπόδιζαν τον ηρωικό Παπαφλέσσα να ξεκινήσει την Επανά­σταση; Ήταν αυτοί που μισούσαν τον Κολοκοτρώνη και τους άλλους οπλαρχηγούς, και διεκδικούσαν αποκλειστική νομή της εξουσίας; Αυτοί που, όταν κινδύνεψαν, αλλαξοπίστησαν ή έτρεξαν να σώσουν το τομάρι τους;

Παπαφλέσσας. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία. Adam Friedel.

Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα, που ανακύπτουν εύλογα, αν ανοίξει κανείς ένα σχολικό εγχειρίδιο ή αν διαβάσει τα πάμπολλα αφιερώματα για το 1821 στον Τύπο κατά τη διάρκεια αυτού του έτους (2021), δεν είναι απλή ούτε μπορεί να απαντηθεί καταφατικά ή αρνητικά με ένα ναι ή ένα όχι. Αλλά προτού ξεκινήσει κανείς μια προ­σπάθεια πραγματικής και ειλικρινούς παρουσίασης των προκρίτων, πριν και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, θα έπρεπε να αρχίσει από την απλή, αλλά όπως φαίνεται καθόλου δεδομένη, παραδοχή ότι οι πρόκριτοι δεν αποτελούσαν ποτέ ενιαία ομάδα κοινών συμφερόντων λόγω κοινής κοινωνικής τάξης / στρώματος / κατηγορίας.[1] Αντιθέτως, τα πολλά και αντικρουόμενα συμφέροντα τους οδηγούσαν πολλές φορές σε έντονες διαμάχες που έφταναν έως και τις δολοφονίες, με απίστευτους μηχανισμούς δολοπλοκιών, που ξεκινούσαν από μικρότερης εμβέλειας προκρίτους, επεκτείνονταν στην πρωτεύουσα του πασά, την Τρίπολη, και κατέληγαν πολλές φορές στην πρωτεύ­ουσα Κωνσταντινούπολη, και στους ακόμη πιο περίπλοκους μηχανισμούς διαπλοκής, μηχανορραφιών και κέντρων επιρροής της Υψηλής Πύλης και του ίδιου του σουλτάνου. Έτσι, θα ήταν ανώφελο να εξετάσουμε τους προκρίτους ως ενιαίο σώμα απέναντι π.χ. στους οπλαρχηγούς ή τους ετερόχθονες, καθώς ποτέ δεν αποτέλεσαν κάτι τέτοιο, παρά την περί του αντιθέτου κυρίαρχη εικόνα που επικρατεί έως σήμερα.

Ας δούμε, λοιπόν, πρώτα τα διαφορετικά δίκτυα των προκρίτων, προεπαναστα­τικά, για να κατανοήσουμε και τις κυρίαρχες ομάδες. Το 1806 πασάς στην Πελοπόν­νησο είχε διοριστεί ο Βελής, γιος του Αλή πασά, ο οποίος είχε εξαιρετικές σχέσεις με την οικογένεια Λόντου της Βοστίτσας. Έτσι, όσοι πρόκριτοι βρέθηκαν στο πλευρό του Λόντου ευνοήθηκαν σε όλη τη διάρκεια της διοίκησης του Βελή (δηλαδή έως το 1812). Αντιθέτως, όσοι βρέθηκαν στο αντίπαλο στρατόπεδο (η πανίσχυρη την εποχή εκείνη οικογένεια Δεληγιάννη, της Καρύταινας, αλλά και άλλοι ισχυροί πρόκριτοι όπως ο Κανακάρης, ο Χαραλάμπης ή ο Περρούκας) δυσανασχετούσαν υπό το βάρος της εξουσίας του Βελή. Η σύσταση κοινής συμμαχίας των δυσαρεστημένων με τους Τούρκους αγιάνηδες και αγάδες δεν άργησε να έρθει, όταν τα κοινά συμφέροντα οδήγησαν τις συγκεκριμένες ομάδες προκρίτων να συνεργαστούν, προκειμένου να φύγει ο Βελής, κάτι που τελικά πέτυχαν με τη βοήθεια πολλών και διαφορετικών μέ­σων πίεσης, που διέθετε κάθε ομάδα στην Κωνσταντινούπολη και στους εκεί υψηλά ιστάμενους αξιωματούχους (όπως ο Χαλέτ εφέντης).

Η έλευση του Ιντσελί Σεγίντ Αχμέτ πασά στην Πελοπόννησο, τον Σεπτέμβριο του 1812, σήμανε την έναρξη μιας περιόδου κυριαρχίας για την οικογένεια Δεληγιάννη και τους συμμάχους της. Έτσι, όπως θα γράψει και ο Βλαχογιάννης, «όσο έμεινε ο Ιντζελή-Αχμέτ Πασσάς, χάρηκε κι ο «Γέρος του Μωριά» τη δύναμή του»,[2] ενώ ταυτοχρόνως ευνοήθηκαν και οι τούρκοι αγιάνηδες και αγάδες που συμμαχούσαν με τον γέρο Δεληγιάννη.[3]

Από τις πρώτες κινήσεις του Ιντσελή Σεγίντ Αχμέτ πασά ήταν να κόψει το κεφάλι του Σωτηράκη Λόντου και λίγο αργότερα να καθαιρέσει τους προεστούς του Λόντου, που είχαν δολοφονήσει στην επαρχία Εμπλακίων τον δεληγιαννικό Αναγνώστη Παπατσώνη, και στη θέση τους να διορίσει προεστούς τον γιο του Παπατσώνη, Δημήτρη, καθώς και τους Αναγνώστη Κωστόπουλο και Βεργή Αναστασόπουλο.[4] Έτσι, οι πρόκριτοι γύρω από τον Λόντο θα οπισθοχωρήσουν αυτό το διάστημα διωκόμενοι, αλλά παράλληλα θα αρχίσουν και να προετοιμάζονται για την επόμενη αλλαγή πασά.[5] (περισσότερα…)

Read Full Post »

Σκηνή στο απελευθερωμένο Ναύπλιο, 1831. Karl Wilhelm Freiherr von Heideck ή Heidegger (Εϊδεκ Κάρολος Γουλιέλμος, 1788-1861). Ελαιογραφία σε μουσαμά, 45 εκ. x 57 εκ. © Συλλογή Θανάση και Μαρίνας Μαρτίνου.

 

Σκηνή στο απελευθερωμένο Ναύπλιο, 1831. Karl Wilhelm Freiherr von Heideck ή Heidegger (Εϊδεκ Κάρολος Γουλιέλμος, 1788-1861). Ελαιογραφία σε μουσαμά.

 

Ο Γερμανός στρατιωτικός, μέλος της Αντιβασιλείας και ζωγράφος της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, Karl von Heideck, δημιούργησε μια σκηνογραφημένη παράσταση, σε μια υπαίθρια κρήνη με ενσωματωμένες αρχαιότητες. Μάλιστα η προσοχή όλων, και του ιερέα, είναι στραμμένη στον τυφλό λυράρη και τον πιστό του σκύλο. Μια σαφέστατη αναφορά στον Όμηρο. Στον πίνακα βλέπουμε πως αρχαιολατρεία και φιλελληνισμός συνομιλούν και διαμορφώνουν όλες τις διαστρωματώσεις του τελικού έργου… Επίσης στον πίνακα συνυπάρχουν άνθρωποι από διαφορετικά περιβάλλοντα. Παρατηρώντας τα ρούχα που φοράνε, καταλαβαίνουμε τη διαφορετική προέλευσή τους: Μια Αρβανίτισσα – Μια γυναίκα από την Ύδρα – Ένας ηλικιωμένος Τούρκος -Ένας φτωχός Έλληνας λυράρης – Ένας ορθόδοξος ιερέας. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Older Posts »