Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Μητρὀπολη Αργολίδας’

Ιερά Μονή Αγίων Αναργύρων Ερμιόνης

 

  

Το προσκύνημα στους Αγίους Αναργύρους, το γραφικό Μοναστήρι της Ερμιόνης, για όλους τους πιστούς της περιοχής, μαζί με τη θρησκευτική του ιερότητα, πρόσφερε και τη θεραπευτική του ωφέλεια. Τα νερά της πηγής του φημίζονταν πάντα για ιαματικά. Γιατρεύουν την ψαμμίαση, τη λιθίαση, κάθε νόσημα του ήπατος, της σπλήνας και των νεφρών. Μια πολύτιμη ιδιότητα που εκπορεύεται μέσα από τα έγκατα της γης, χρόνια και χρόνια τώρα, από την ελληνική αρχαιότητα ακόμη. Δεν είναι δύσκολο να συνδέσει κανείς τα προσκυνήματα και τις εκατονταετίες, σε μια μακριά αλυσίδα ευλάβειας και πίστης προς την ιαματική δύναμη του Θεού. Από τον Ασκληπιό ως τους Αγίους Αναργύρους, μια ατέλειωτη σειρά ανθρώπινων καημών, που οδεύει προς τη μεγάλη ελπίδα της ζωής. Και δεν είναι αβάσιμη η υπόθεση, πως σε ναό του Ασκληπιού επάνω, θα πρωτοχτίστηκαν οι Άγιοι Ανάργυροι, που συνεχίζουν με την ιδιότητά τους των θεραπευτών την παράδοση. (Ο Παυσανίας το 2ο αι. μ.Χ. αναφέρει Ασκληπιείο της Αλίκης – Αλιείς ή Χώρα των Αλιέων – της αρχαίας πολιτείας της χτισμένης στη νότια πλευρά του λιμένα Πορτοχέλι).

 

Το μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων, πάνω από το γαλήνιο κόλπο της Ερμιόνης - Ντιάνα Αντωνακάτου.

 

Περιγράφοντας όμως ο Παυσανίας τα ιερά της Ερμιόνης δεν αναφέρει κοντά της δικό της ναό του Ασκληπιού. Ωστόσο η Ερμιόνη, η πιο κοντινή πόλη, ζωντανή εξακολουθεί να συνεχίζει την εθνική της θρησκεία, με τα πολλά της ιερά, τους ωραίους ναούς, τα τελετουργικά της μυστήρια εκεί μέσα στο ιερό της το περίφημο, της Χθόνιας Δήμητρας – κοντά το χάσμα της γης απ’ όπου ο Ηρακλής έφερε από τον Άδη τον Κέρβερο. Όπως την είδε ο περιηγητής τη νεότερη Ερμιόνη, πάνω στο λόφο του Πρωνός, και την αρχαιότερη στην άκρη προς το Ποσείδιο, εγκαταλειμένη πια. Χίλια εφτακόσια χρόνια από τότε, η Ερμιόνη συνέχισε αδιάκοπα τη ζωή της, ακολουθώντας τη μοίρα της Αργολίδας μ’ όλες τις ξένες κυριαρχίες. Τ’ όνομά της αλλάχτηκε ύστερα από τη Φραγκοκρατία σε Καστρί: από το κάστρο της που χτίστηκε κοντά στον Άγιο Νικόλα και από πέτρες αρχαίων τειχών και χτιρίων.

Σε καίριο σημείο πάντα έζησε και πρόσφερε στο Εικοσιένα με δικούς της οπλαρχηγούς (τους Μητσαίους). Κι’ αξιώθηκε να γίνει για λίγο έδρα της πρώτης Ελληνικής Κυβερνήσεως. Υπάρχει ακόμη το σπίτι που έγινε η έναρξη της Γ’ Εθνικής Συνελεύσεως (11.2.1827). Τώρα και πάλι με το αρχαίο της πελασγικό όνομα, είναι μια ευχάριστη μικρή πολιτεία, με 2500 ανθρώπους, με ζωή μικτή, αγροτική-ναυτική, και με τουριστική μοίρα. Γεμάτη μνήμες της αρχαιότητας και καθαρό νησιώτικο πρόσωπο, τριγυρισμένη από διπλές θάλασσες και περιβόλια, παραστέκει το ωραίο της μοναστήρι με μιαν ευλάβεια που δεν ξεθώριασε.

Άγνωστο πότε χτίστηκε το μοναστήρι. Δεν υπάρχει μαρτυρία γραφτή να βεβαιώνει το χρόνο. Λέγεται του 11ου αι. Σύμφωνα με την παράδοση ο Δημ. Γ. Βούλγαρης, πρωθυπουργός της Ελλάδος, διαβεβαίωνε ότι είχε δει διάφορες σημειώσεις πάνω σε μεμβράνη όπου αναγραφόταν ότι η μονή είχε χτισθεί τον 11ο αι. Τις σημειώσεις αυτές είχε δείξει στο Βούλγαρη ο ηγούμενος τότε των Αγ. Αναργύρων Χατζή Μακάριος Μπουφογγέλης (1809-1825).*

Το πιο παλιό τμήμα της Μονής είναι ο ίδιος ο βυζαντινός ναός  της, με όλες τις αλλαγές, τις μετατροπές και τις επιδιορθώσεις. Μερικοί χρονολογούν τη Μονή του 14ου αι., ενώ φέρουν τα χτίσματα της του 17ου, παρ’ όλο που αναγνωρίζουν ότι τμήματα των τοιχογραφιών της έχουν αγιογραφηθεί παλιότερα.** Παλαιοχριστιανικά διακοσμητικά θέματα, σε τεμάχια, ένθετα στο εξωτερικό του ναού κι’ αλλού, είναι μια μαρτυρία για τη σύνδεση των χτισμάτων με αρχαιότερα που προϋπήρξαν στον ίδιο χώρο.

Ό,τι γνωρίζουμε για τη ζωή και τη λειτουργία των Αγίων Αναργύρων, από γραφτά στοιχεία, αρχίζει από τον 17ο αι. και εδώ. Πολύτιμη η μικρή ιστορική μελέτη του Ιωαν. Βασιλείου, που αναφέραμε, για όλη την περιοχή, και για τη Μονή των Αγίων Αναργύρων ιδιαίτερα, γιατί ο συγγραφέας, στάθηκε κοντά στα γεγονότα του περασμένου αιώνα, τόσο από διηγήσεις συγχρόνων του όσο κι’ από προσωπική επαφή με το χώρο του μοναστηριού, που μελέτησε με αγάπη και γνώση – υπήρξε νομικός. Χρησιμεύει και εδώ, στον περίπατο αυτό προς το κοντινό παρελθόν, σε ότι μπόρεσε να διευκολύνει την ένωση των πιο σημαντικών γεγονότων της ζωής αυτού του Μοναστηριού.

Η Μονή των Αγίων Αναργύρων προσελκύει και σήμερα μέγα πλήθος στα πανηγύρια της: την πρώτη Ιουλίου, την πρώτη Νοεμβρίου και στις δεκατέσσερις του ίδιου μήνα (γιορτή του Αγ. Κωνσταντίνου του Νέου της Ύδρας). Προπαντός στο καλοκαιρινό της και κύριο πανηγύρι, έρχονται από όλη την Ερμιονίδα, από τις Σπέτσες και την Ύδρα, οι πανηγυριώτες. Είναι η εποχή, είναι η θαυμάσια διαδρομή – απ’ όλες τις αφετηρίες η φύση λυρική κι’ ανάλαφρη. Είναι η ίδια η ομορφιά του Μοναστηριού, η θέα που προσφέρει. Είναι και η ακτινοβολία του.

 

Το εσωτερικό του τρισυπόστατου ναού - Ντιάνα Αντωνακάτου

 

Σε καίριο σημείο, έχει γειτονικά του λιμάνια, μικρές πολιτείες και νησιά. Ναυτικός και καπεταναΐικος ο κόσμος του Κρανιδιού, της Ερμιόνης, του Πορτοχέλι, των Σπετσών και ιδιαίτερα της Ύδρας, που η ιστορία τους η εμπορική, η ναυτική, αλλά και η εθνική, είναι τόσο συνδεμένη με τη νότια άκρη της Αργολίδας, την Ερμιονίδα, σαν που είταν κομμάτια του ίδιου της του κορμιού.

Το Κρανίδι απέχει 10 χλμ. από την Ερμιόνη. Στην απόσταση αυτή, σχεδόν ανάμεσα, η Μονή των Αγίων Αναργύρων, έχει κοντά της και τα παράλια που οδηγούν στο Πορτοχέλι, το πιο ασφαλισμένο λιμάνι της Ερμιονίδας. Η Κόστα εκεί πλησίον, φέρνει εύκολα τους Σπετσιώτες. Μέχρι ακόμα και τις αρχές του 20ου αιώνα οι καπεταναίοι – προσκυνητές έφερναν τα καράβια τους, στο γειτονικό όρμο της Κουβέρτας, σαν ήθελαν να πάνε στη Μονή. Τα τάματα και τα δώρα τους πλούσια πάντα, παίρναν συχνά το δρόμο κατά κει. Στην επαφή τους με τη στεριά είχαν τους αγίους τους να καταφύγουν για κάθε φόβο και αγωνία που τους έδιναν τα ταξίδια, τόσο γεμάτα κινδύνους ιδίως πριν από το 1821. Κι’ είταν αδύνατο σ’ όλο εκείνο το γεμάτο περιπέτειες διάστημα του ξεσηκωμού, που τόσο πρόσφεραν έμποροι και ναυτικοί, Κρανιδιώτες, Ερμιονείς, Σπετσιώτες και Υδραί­οι, να μην είταν στην πρώτη χρεία το άσυλο των Αγίων Αναργύρων με την ιαματική του επί πλέον δύναμη… Στο νάρθηκα, και κάτω από την εικόνα των Αγίων Αναργύρων, πύκνωνε το πλήθος των πιστών κι’ άναβε τα καντήλια της δέησής του. Πριν από την Ερμιόνη, στη διαδρομή από Κρανίδι, μεταξύ του Προφήτη Ηλία και του λόφου των Μύλων (του Πρωνός στην αρχαιότητα), μια διακλάδωση δεξιά οδηγεί στη Μονή. Τρία χιλιόμετρα ανάμεσα από πορτοκαλιές, λεμονιές κι’ ελιές, σχεδόν κοντά στη θάλασσα, προδιαθέτουν τον επισκέ­πτη ευχάριστα. Γύρω η ανοιχτόκαρδη κι’ αρμονική φύση της Ερμιονίδας πλαισιώνει άλλωστε όλο το ταξίδι, από το Κρανίδι. Από την Ερμιόνη ένας άλλος χωματόδρομος, παραλιακός, περιτρέχει τον όρμο των Αγίων Αναργύρων (Κάπαρη) και φέρνει στη Μονή.

Το καλοζυγισμένο σύνολο που προσφέρουν όλα μαζί τα χτίριά της, καθώς αναπτύσσονται άνετα πάνω στα πρόποδα του κεδροφυτεμένου λόφου της των Αγίων Θεοδώρων, προσκαλεί χαρούμενο και φωτεινό, εναρμονισμένο στο φυσικό περιβάλλον.

Σοβαρή και καλαίσθητη η μορφή της: άσπρα ασβεστωμένα τα διώροφα χτίριά της, κεραμοσκέπαστα περιβάλλουν από νότο, δύση και βορά το ναό της, σε σχήμα Π, χωρίς από μακριά να προδίνουν σύγχρονης μορφής επεμβάσεις. Η κύρια είσοδος, στη βόρια πλευρά του περίβολου, υπόσχεται φιλοξενία και γαλήνη. Αδιατάραχτη ηρεμία γύρω της, αισιόδοξη η απομόνωσή της, γεμάτη ήχους χαρούμενους κοντινής ζωής: ήχοι των κοπαδιών, ήχοι του κάμπου, των περιβολιών κι’ οι μακρινότεροι της θάλασσας – κάπου στην απόσταση η σφυριξιά του πλοίου που φεύγει από την Ερμιόνη, για τη Μονεμβασία ή τον Πειραιά.

Ακόμη και το μικρό νεκροταφείο της Μονής βόρια, με το εκκλησάκι του Άη Βλάσση, μεταφερμένο πάνω σ’ ένα λοφίσκο, προσθέτει σε μιαν αίσθηση ασφάλειας και ηρεμίας που μεταδίδει ο χώρος των Αγίων Αναργύρων. Κάποτε ο χώρος αυτός λεγόταν Φερεμάς. «Των Αγίων Αναργύρων εις τόπον λεγόμενον Φερεμάν εις το Καστρί…» διαβάζεται σε ασημένιο παλιό Αρτοφόριο τής Μονής.

Η σιδερένια ξώπορτα ανοίγει μέσα σ’ ένα προαύλιο. Αριστερά στο διάδρομο υπάρχουν κελλιά και ξενώνες, δεξιά προς τη δύση, ένα κηπάκι και αποθήκες. Μια δεύτερη πύλη στο βάθος, η κύρια θύρα της μονής. Πάνω της υπάρχει μια μαρμάρινη πλάκα εντοιχισμένη (0,50×0,50 περίπου), με χαραγμένο σταυρό και αχρονολόγητη επιγραφή:

 ΧΡΙCΤΩ CΩΤΗΡΙ(Ω) ΚΑΙ ΤΟΙC

ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΙC ΑΝΑΡΓΥΡΟΙC ΕΚ

ΤΩΝ ΕΝΟΝΤΩΝ

ΕΙC CΤΑΥΡΟΠΗ

ΓΙΟΝ

Η χάραξή της έγινε πιθανόν μετά το 1700. Γνωρίζουμε από το Μεγάλο Κώδικα της Μονής Μεγίστης Λαύρας του Άθω ότι η Αγίων Αναργύρων Ερμιονίδος είναι μετόχι της κατά το 17ο αι. Στην επόμενη εκατονταετία γίνεται «Πατριαρχικόν Σταυροπήγιον». Το Φεβρουάριο του 1720 επί Πατριάρχου Ιερεμία (1716-1726), αυτό το σταυροπήγιο ανανεώνε­ται.***

Νέα ανανέωσή του, επειδή είχε χαθεί στο μεταξύ το σιγίλλιο, γίνεται από τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’, Μάρτη του 1798, με ιδιαίτερη μεταχείριση εξ’ αιτίας των πενιχρών οικονομικών της μονής. (Το σιγίλλιο αυτό βρίσκεται στα αρχεία της Μονής Προφήτη Ηλιού του Θεσβίτου της Ύδρας).

Μέσα από το διαβατικό, θολωτό πέρασμα (4 μέτρα περίπου) οδηγείται ο επισκέπτης στο αίθριο των Αγ. Αναργύρων. Ακριβώς πάνω από την εσωτερική πύλη του διαβατικού υπάρχει πλάκα δεύτερη εντοιχισμένη (0,30 Χ 0,50), με ωραίο διακοσμητικό σταυρό και τη συνήθη γραφή: ΙΧ—ΝΚ.

Η αυλή της Μονής, με όλη την τσιμεντόστρωσή της, κρατάει κόσμιο και σοβαρό χαρακτήρα -χωρίς στολίδια ψεύτικα και άνθη υπερβολικά. Γύρω αναπτύσσονται τα χτίρια άνετα. Τα διώροφα, βόρια και πάνω από το διαβατικό κελλιά, με χαγιάτια και κληματαριές γύρω από τις πεσσοστοιχίες των ισογείων τους, καθώς και τα αντίστοιχα της νότιας απέναντι πλευράς, με το καθαρό του ασβέστη πρόσωπό τους, ζεσταίνουν νοικοκυρίστικα τον εσωτερικό χώρο, χωρίς παράτονες επιδείξεις καλαισθησίας.

Στη δυτική πλευρά τα ενώνει ένα άλλο διώροφο χτίριο, χωρίς χαγιάτια, που στεγάζει τη Βιβλιοθήκη και το Ηγουμενείο. Στην ανατολική πλευρά του αίθριου, ο ναός και πίσω του ένας μικρός κήπος. Το πράσινό του ξεκουράζει καθώς έρχεται και ενώνεται προς την ανατολή με το ανοιχτό τοπίο: τα χωράφια, τις ελιές, τα περιβόλια και τη θάλασσα, που τη χαράζει με λευκή πινελιά η άκρη Μπίστι της Ερμιόνης – το Ποσείδιον των αρχαίων.

Δυο πηγάδια με τα ιαματικά νερά τους: το ένα κοντά στο ναό, το άλλο στη ΝΔ γωνία της αυλής. Εφτά σκαλοπάτια χαμηλότερα από το επίπεδό της, βρίσκεται ο ναός των Αγίων Αναργύρων. (Ύψος που θα πήρε η αυλή, με τις προσχώσεις από υλικά στις διάφορες επισκευές και ανοικοδομήσεις των χτιρίων, μέσα στα τόσα χρόνια της ζωής του Μοναστηριού). Όλο το χτίριο του τρισυπόστατου ναού φαίνεται να ξεφεύγει από την αυστηρή λευκότητα του περιβάλλοντος. Σε χρώμα κίτρινο πορτοκαλί βαμμένοι οι τοίχοι του και η αμμοκονία τους υπογραμμισμένη με κόκκινες γραμμές, που μιμούνται ισόδομο λιθοκατασκευή, ψευτίζουν το βυζαντινό οικοδόμημα χωρίς να το ομορφαίνουν.

Στα ΝΔ του νάρθηκα ένα τετράγωνο, οκτάλοβο και χοντροκαμωμένο καμπαναριό εξαφανίζει όλα τα ανισοϋψή επίπεδα της στέγης του σταυρεπίστεγου ναού. Εντοιχισμένη και ορθογραφικά ανεπίληπτη επιγραφή, «υπογράφει» την αδικία που έγινε πάνω στο ωραίο παλιό σχήμα το 1954:

ΕΠΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΚΑΡΑΜΑΝΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΗΣ
ΘΕΚΛΗΣ ΚΑΨΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ ΕΥΦΗΜΙΑΣ ΔΑΛΛΑ

 ΚΑΙ ΕΥΠΡΑΞΙΑΣ ΦΩΤΕΙΝΑΚΗ ΕΠΕΣΚΕΥΑΣΘΗ Ο ΝΑΟΣ

 ΚΑΙ ΕΣΤΕΡΕΩΘΗ ΠΡΟΛΗΦΘΕΙΣΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΕΩΣ ΤΩΝ

 ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΤΟ ΚΩΔΩΝΟΣΤΑΣΙΟΝ

Μια φωτογραφία του αρχείου της Μονής μαρτυράει δυστυχώς πόσο απλά ωραίος είταν ο παλιός ναός και πόσο απέριττο το δίλοβο καμπαναριό του. Τι κρίμα που δεν είταν πάνω του χαραγμένη τούτη η απλοϊκή και ανορθόγραφη φράση, γραμμένη από τον Παπα-Καλλίνικο (ηγούμενο της Μονής) μέσα στο σημειωματάριό του όπου κρατούσε τους λογαριασμούς.

 «1756 Ιουλίου 27 ετούτω το παρόν δευτέροι ήνε του Παπακαλλινίκου και ωπηος το αποξενόσι να έχη την κατάρα του Χριστού και της Παναγίας και των Αγίων Τριακοσίων δεκοχτώ Θεοφόρων Πατέρων και Πάντων των Αγίων». Τι κρίμα που δεν γράφτηκε κι’ αλλού αυτή η φράση του ηγούμενου, που έχει σημειώσει απλά και ταπεινά τον ερχομό του στη Μονή έτσι… «1756 Ιουλίου 13 ετούτο ήλθα εγώ ο ελάχιστος..»

Το καθολικό έχει διαστάσεις 15 Χ 12,50 μ. και είναι συγκροτημένο από τρεις ενωμένους ναούς. Τον μεσαίο κύριο ναό, αφιερωμένο στην Κοίμηση. Το Γεννέσιο του Τιμίου Προδρόμου προς τη νότια πλευρά. Και των Αγίων Αναργύρων στη βόρια: τον αρχαιότερο από τους τρεις. Όλοι είναι σταυρεπίστεγοι. Στον κεντρικό μπροστά υπάρχει νάρθηκας. Το ιερό είναι τρίκογχο. Στη μεσαία ημιεξάγωνη κόγχη του και πάνω από τη μονόλοβη φωτιστική θυρίδα υπάρχει εντοιχισμένο επίμηκες κομμάτι μαρμάρινο με διακοσμητικό, κλαδί με φύλλα. Η κύρια είσοδος, στραμένη προς τη δύση, έχει πόρτα σιδερένια τζαμωτή· είναι τοξωτή με δυο παράθυρα, επίσης τοξωτά, ένα από κάθε πλευρά της. Πάνω από το τόξο της ένα άλλο μαρμάρινο διακοσμητικό με σταυρουλάκια. Ακόμη 5-6 ένθετα τμήματα αρχαίου χτιρίου διακοσμούν τον τοίχο, καθώς και πλάκα με παλαιοχριστιανικό διάκοσμο: πουλιά που πίνουν νερό. Όλα όμως αυτά τα στολίδια δεν ενοποιούνται πια με την ψευτοτοιχοποιΐα, που περιγράψαμε πιο πάνω.

Στο εσωτερικό ο νάρθηκας έχει μήκος 4μέτρων. Εκεί στ’ αριστερά βρίσκεται ένα μεγάλο μαρμαρένιο εικονοστάσι και η παλιά δεσποτική εικόνα των Αγίων Αναργύρων. (Εδώ μαζευόταν το πλήθος των ασθενών και των πιστών). Ο ναός έχει εσωτερικά σχήμα ελεύθερου σταυρού με θόλο. Η κάθε κεραία έχει μήκος 4μ. περίπου. Φωτίζεται με δυο μικρά τοξωτά παράθυρα στο βόριο και νότιο τύμπανο της εγκάρσιας κεραίας του σταυρού και από τις τζαμωτές θύρες που υπάρχουν και στις τρεις πλευρές του.

Ο θόλος στηρίζεται σε κοντόχρονες κολόνες. Στις επιφάνειες όλων των τοίχων – έκτος από το νότιο παρεκκλήσιο – υπάρχουν τοιχογραφίες από το ύψος 1,60μ. και πάνω. Είναι έργα του 17ου αι., πιθανόν και του 16ου. Η αγιογράφηση των Αγίων Αναργύρων φαίνεται αρχαιότερη. Στην Πλατυτέρα π.χ. μπορούμε ίσως να διακρίνουμε – αν και δεν είναι καλά διατηρημένη – στοιχεία προγενέστερης τεχνικής. Μέσα στο τέμπλο παλιές δεσποτικές εικόνες – Κοίμηση, Αγία Τριάδα, Άγιος Ιωάννης – επιμελημένης τεχνικής, από τις πιο παλιές της Μονής.

 

Η Πλατυτέρα, 17ος αιώνας.

 

Επίχρυσο, καρυδένιο, καλοδουλεμένο το τέμπλο. Στο μέσον η επιγραφή: «1711 Ιουνίου 10 Ετελιόθι το παρόν ΗΓΌΥΜΕΝΕΥΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣΙΩΤΑΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΑΓΟΡΑΤΟΥ». Νεότερο απόκτημα ο πελώριος αγιορίτικου τύπου πολυέλαιος με τους δικέφαλους και τα χρωματιστά εικονί­δια των αγίων.

Η βιβλιοθήκη μέσα στο χτίριο της δυτικής πτέρυγας έχει στην είσοδό της εσωτερικά ένα ενετικό λιοντάρι, ξύλινο, επίχρυσο κι’ ολόγλυφο, καθώς και μια παλιά λιθογραφία του Μ. Σπηλαίου. Στην αίθουσα της εικόνες επισκόπων. Η βιβλιοθήκη, που υπήρξε έργο του ηγούμενου Δωρόθεου Δακουντρέ (1864-1888) και πλουτίσθηκε με την προσφορά του Μητροπολίτη Ύδρας Καραμάνου, έχει 1700 τόμους με θρησκευτικό και ιστορικό περιεχόμενο. (Υπάρχουν εκεί τα άμφια και το κανοκιάλι του Καραμάνου). Στ’ αρχεία της Μονής σώζεται το σημειωματάριο του Παπακαλλίνικου (1756-1764), σε χοντρό, σα μεμβράνη χαρτί.

Επίσης το σημειωματάριο του ηγούμενου Χατζή Γρηγόρη Μαρτσέλου (1829-1866), που γράφονται οι λογα­ριασμοί ως το 1856. Ακόμη ένα δισέλιδο χειρόγραφο σε μεμβράνη, με ερμηνεία περικοπών από το Ευαγγέλιο κ.ά. Και ο μεγάλος κώδικας της Μονής, δημιούργημα του Δακουντρέ, όπου καταγράφονται τα όρια της Μονής. Υπάρχει ακόμη η χημική ανάλυση του καθηγητή Ξ. Λάντερερ, του 1860, για το νερό της πηγής της.

Η δράση της Μονής και η άνθησή της υπήρξε έργο ορισμένων ηγουμένων, που η προσωπικότητά τους έδωσε ανάστημα στο ηθικό περιεχόμενο του πραγματικού προορισμού της. Η δραστηριότητά τους, δραστηριότητα και της Μονής, υπήρξε κοινωνική. Ειρηνική και φιλανθρωπική η ακτινοβολία, αλλά και η ενέργειά της. Γιατί αν οι άξιοι ηγούμενοι της Μονής δεν δόθηκαν σ’ ένα αγωνιστικό αγώνα, όπως άλλων μοναστηριών, προσφέρθηκαν στην πατρίδα τους αγαπώντας και βοηθώντας τον «πάσχοντα».

Μέσα από τα ίδια τα έργα τους – όσα μνημονεύονται – κι’ από την παράδοση, παρακολουθούμε πόσο δικαίωσαν την ίδια τη φήμη του Μοναστηριού. Το τέμπλο, στην ηγουμενία του Μακάριου Αγοράτου, έργο αξιομνημόνευτο, μαρτυράει και την άνθηση της Μονής, στις αρχές του 18ου αιώνα. Το 1756, ο γνωστός μας Παπακαλλίνικος λογαριάζει τα πλούσια βοσκήματά της και γράφει: 1756 απριλίου πρώτη. Θύμηση Γράφω πως επήγαμε και εμετρήσαμε τα γίδια και ευγήκανε του Μοναστηριού νέτο 1159 και κάνουν νόμιστρο μικρό ρλ.25.

Ο ηγούμενος ύστερα Χατζημακάριος Μπουφογγέλης, φίλος του Δ. Βούλγαρη και με την ένθερμη ενίσχυσή του, βοηθάει σε πολλά έργα και στην ανάπτυξη της Μονής, μεταξύ 1809 και 1825. Με το θάνατό του και ως το 1829 η Μονή ερήμωσε. Ο ερχομός όμως τότε του Χατζή Γρηγόρη, (ηγούμενος από το 1829 ως το 1862) έδωσε στη Μονή σχεδόν σαράντα χρόνια ζωντάνιας και ακμής: της χάρισε και τη φήμη του φιλάνθρωπου μοναστηριού.

Γεμάτος απλή καλοσύνη ο ηγούμενός της, με ένα μουλάρι που έφτασε σαράντα χρονών, ένα καλόγερο συμβουλάτορα και συνεργάτη του το γέρο Ιωσήφ Καλαρά, και οι τρεις μαζί τριγύριζαν και μοίραζαν στους φτωχούς της Ερμιόνης και του Κρανιδιού, όλα τα φιλέματα των προκρίτων και των καπεταναίων. Συγχρόνως ακούραστος, φρόντισε και την κτηματική περιουσία της Μονής, φυτεύοντας ελιές και τα φημισμένα στην περιοχή αμπέλια της.

Σε πίνακα των Μονών Αργολίδος (Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά – Σύμμικτα, φακ. 213, Κατάστιχος Πίναξ [1833], Ερμιονίς 2) καταγράφονται τούτα: Πατέρες 4, υπηρέτες 11, καλλιεργήσιμη γη στρεμ. 1280, αμπελώνες 32, ελαιόδενδρα 496, περιβόλι 1, κήποι 3, ελαιοτριβείο 1, γίδια 480, νομαδικά 50, φορτηγά 6, μελίσσια 39 και 200 οκ. χαλκό. Ετήσιον εισόδημα 11.000 δρχ. Η οικοδομή περιέχουσα 15 δωμάτια είναι σεσαθρωμένη και χρήζει επισκευών.

Φαίνεται έτσι η καλή της περιουσιακή κατάσταση, αλλά και ο μικρός αριθμός μοναχών. Το 1835 καταγράφεται στα διαλυθέντα μοναστήρια με ποσά 8411,92 και 3705,44 και τη σημείωση: « ο ελαιών ενοικιάσθη παρά του ηγουμένου αλλ’ έμεινε δια τον Αύγουστο». (Γ.Α.Κ., Μοναστηριακά – Σύμμικτα, φακ. 213, Πίναξ των συναχθέντων χρημάτων, [1835], αύξων αριθμός 11).

Φαίνεται όμως ότι η Μονή εξακολούθησε τη λειτουργία της πάντα με τον ίδιο αγαθό ηγούμενο Χατζηγρηγόρη, ως το 1862. Ένα χρόνο πριν πεθάνει ο ηγούμενος, με τις ενέργειες του Βούλγαρη η Μονή γίνεται μετόχι της Μονής Προφήτου Ηλία της Ύδρας. Αυτό δεν εμπόδισε να ερημωθεί ύστερα από το θάνατο του Χατζηγρηγόρη.

Διηγούνται ότι ο ίδιος ο Βούλγαρης – είχε κοντά στην Ερμιόνη την περίφημη Περιβόλα του, ακόμη διατηρείται η ονομασία – ένα βράδι Χρι­στουγέννων, πηγαίνοντας να προσκυνήσει στους Άγιους Ανάργυρους, τους βρήκε σκοτεινούς. Μέσα στα σκοτάδια ύστερα από ώρα, ήρθε να του ανοίξει τρέμοντας μια καλόγρια, με παρμένη τη μιλιά από το κρύο και την πείνα, που κρατούσε μια εξίσου πεινασμένη γάτα στα χέρια της, για να ζεσταθεί. Δεν είχε φωτιά ούτε κερί ν’ ανάψει.

Το 1863, με νέες ενέργειες του προστάτη της, ξαναλειτουργεί. Μοναχοί της μονής Προφήτη Ηλία της Ύδρας με το Δωρόθεο Μηδρινό, ήρθαν και ανακαίνισαν τη βόρια πλευρά του Μοναστηριού. Το 1864 αποσπάται από της Ύδρας τη Μονή και αποκτά τον αξιολογότερο ηγούμενό της. Το Δωρόθεο Δακουντρέ, που έρχεται μ’ όλη την οικογένειά του εκεί.

Ενάρετος και σεμνός, με πολλά διοικητικά προσόντα, της έδωσε ένα τέλειο προσωπικό – 16 μοναχούς. Της αύξησε με νέα κτήματα – Ποδάρας, Κινέττας, Αγίου Δημητρίου – την περιουσία. Και της ανέβασε τα βοσκήματα: 750 γίδια, 90 αγελάδες. Ακόμη 600 κυψέλες και άλογα πολλά. Της έχτισε ελαιοτριβείο, στάβλο, αχυρώνα, τον Άγιο Βλάσση και το κοιμητήρι, τις στέρνες. Ανανέωσε μέρος των αγιο­γραφιών, δημιούργησε τη βιβλιοθήκη. Πέθανε το 1888, αφήνοντας σε πλήρη άνθηση τη Μονή.

Ο αδελφός του Γρηγόριος τον συνέχισε τέσσερα χρόνια, προσπαθώντας να συμπληρώσει τα έργα του. Ανακαίνισε «εκ βάθρων» το 1891 τη νότια πλευρά της Μονής. Αλλά έπεσε σε δυστυχία ανομβρίας που κατάστρεψε τα πάντα. Ο Επίσκοπος Ύδρας τη βοηθεί.

Έτσι το 1893 η Μονή Κοιλάδας γίνεται μετόχι των Αναργύρων και έρχεται ο ηγούμενός της Νεόφυτος Ιωαννόπουλος για λίγο στη Μονή. Ύστερα ο Δωρόθεος Κιοσσές, Υδραίος, ξανάδωσε τη λάμψη στη Μονή, με τον ευπρεπισμό της και άλλα έργα. Το 1896 η Μονή Κοιλάδας αποσπάσθηκε και η Μονή Αγίων Αναργύρων ξανααπόχτησε ηγούμενο τον Γρηγόριο Δακουντρέ, ως το 1901. Από κει κι’ έπειτα ακολουθούν άλλοι, χωρίς ιδιαίτερο χαρακτήρα στη δράση. Το 1907 ακόμη η Μονή ακμάζει με δέκα οκτώ μοναχούς. (Ί. Βασιλείου, ο.π.)

Το 1946 ο Επίσκοπος Ύδρας Καραμάνος ενεργεί και μετατρέπεται η Μονή Αγίων Αναργύρων σε γυναικεία. Έτσι και λειτουργεί μέχρι σήμερα. Έχει 17 μοναχές που συντηρούν το Μοναστήρι με αγάπη και αξιοζήλευτη σύνεση. Κατάγονται οι περισσότερες από την Καλαμάτα. Μάθαμε μόνο το όνομα της ηγουμένης: Χαριτίνη. Οι άλλες αδελφές έμειναν μέσα στην ανωνυμία τους, πρόσωπα φιλικά και αλησμόνητα σε κείνη την πρώτη επίσκεψη το 1970.

Και δεν ήταν μόνο εκείνο το γευστικό σπιτίσιο φαγητό, το σερβιρισμένο από τα πρόθυμά τους χέρια, στη μεγάλη δροσερή τραπεζαρία της Μονής. Ούτε και τα κεράσματά τους: ο καφές, το δροσερό νερό με το γλυκό του κουταλιού, η γλύκα στην απάντηση… Είταν εκείνο το αντάμωμά μας με τη στάση τους στην αμετάκλητη ώρα του θανάτου… Τότε που τέλειωνε η καλοκαιρινή μέρα και τυλιγόταν η αυλή στο γαλάζιο ίσκιο του απογεύματος.

Τότε που η κραυγή διαπέρασε τη γαλήνη της ώρας με την τρομαχτική της οδύνη – κραυγή αβάσταχτου πόνου – κι’ ήρθε πάνω από τα κελλιά κι’ έσχισε τη μακαριότητά μας… Ο τρόμος έπεσε μέσα στην αυλή. Ο ίσκιος σκοτείνιασε, το φως σα να ρουφήχτηκε, τα πράσινα γίναν πικρά.

…Στη δεύτερη κραυγή, τρέξαμε προς εκείνο το κελλί… Η άρρωστη μοναχή, καθισμένη σε μια πολυθρόνα, μας κύτταζε με κάτι πελώρια μάτια, αναμμένα κάρβουνα: εκεί φώλιαζε ό,τι ζωντανό, ο τρόμος του επόμενου πόνου… Όλο το άλλο πρόσωπο – νέας γυναίκας ακόμη – άχρωμο, άδειο, φευγάτο.. Κι’ από γύρω της παράστεκαν οι αδελφές των Αγίων Αναργύρων, αλησμόνητες μέσα στη θλίψη τους και στην ανήμπορη συντριβή τους, μορφές αρχαίας επιτύμβιας στήλης… Άφατη οδύνη η ακινησία τους…

Στην επόμενη επίσκεψη στο Μοναστήρι, καλοκαίρι πάλι, η αυλή βούιζε χαρούμενα από μια παρέα νέων προσκυνητών… Μας είπαν… η αδελφή είχε πεθάνει από την «επάρατο νόσο»… κι’ έτρεξαν να κεράσουν τους ξένους καφέ και γλυκό… Σκεφθήκαμε πως τόνομα της νεκρής αδελφής μας έμεινε άγνωστο… Το σούρουπο γύρω είταν δοξαστικό, στο κατέβασμά μας η Ερμιόνη ολόασπρη, άστραφτε: το τελευταίο φως επάνω της… Μας ήρθε τότε ξαφνικά στη μνήμη μια αρχαία επιγραφή σε σπίτι της Ερμιόνης – από κείνες που είχε καταγράψει ο Γάλλος περιηγητής Πουκεβίλ το 1816:

ΑΒΡΑΜΑΡΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΑ

ΚΑΙ ΕΑΥΤΩΝ ΘΥΓΑΤΕΡΕΣ ΑΠΕΒΙΩΣΑΝ

Σχήμα καρδιάς, στην αρχή και στο τέλος της επιγραφής, πλαισίωνε την αιώνια θλίψη…

  

Ντιάνα Αντωνακάτου – Τάκης Μαύρος

Διατηρήθηκε η ορθογραφία των συγγραφέων.  

 

Υποσημειώσεις


 * Ιωάννου Β. Π. Βασιλείου, «Η Ερμιονίς από των Αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς», Αθήναι 1907.

** Τάσος Αθαν. Γριτσόπουλος, «Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια» 1 (1963), σ. 550.

*** Δ. Α. Ζακυθηνού, «Ελληνικά», 2, σσ. 418-421.

 

Πηγή


  

 
  • Ντιάνα Αντωνακάτου – Τάκης Μαύρος, «Ελληνικά Μοναστήρια / Πελοπόννησος», τόμος 1ος, Αθήνα, 1976.

Read Full Post »

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με Συνθηματικό. Για να το δείτε, παρακαλώ εισάγετε το Συνθηματικό παρακάτω.

Read Full Post »

Ιερείς του Ναού Τιμίου Προδρόμου Καρυάς


 

Παλιά η ιστορία του πολιούχου αγίου του χωριού της Καρυάς Αργολίδας καθώς την συναντούμε από την εποχή της Ενετοκρατίας. Τα πρώτα στοιχεία έρχονται στην επιφάνεια το 1699 με την απογραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας δίνοντας την περιγραφή της κατάστασης στην οποία βρίσκεται η εκκλησία, και τον πληθυσμό του χωριού. Παραμένει όμως άγνωστη η ταυτότητα του λειτουργού της .

Παπαχρήστος Λάμπας με τις φουστανέλες πριν γίνει παπάς και ο πατέρας του Γεώργιος.

Η παράδοση και οι πληροφορίες που διαδόθηκαν από στόμα σε στόμα μας πληροφορούν για τον ιερέα παπά Προκόπη Καρώνη που σφαγιάσθηκε από τους Τούρκους στην επανάσταση του 1821, αρνούμενος να διακόψει την λειτουργία της εκκλησιάς στη μέση παρότι πληροφορήθηκε ότι τα στρατεύματα του Ιμπραήμ πασά είχαν φτάσει στο χωριό και κατέστρεφαν τον τόπο. Ήταν γαμπρός επ αδελφή του καπετάν Γιαννάκου Δαγρέ και καταγόταν από τα Τσιπιανά (Νεστάνη) του νομού Αρκαδίας.

Τα πρώτα γραπτά στοιχεία που εμφανίζονται για τον δεύτερο μαχόμενο υπέρ της πατρίδας ιερέα είναι το 1865 σε μια επιστολή των κατοίκων του χωριού και η  επιβεβαίωση του δημάρχου Λυρκείας Αναγνώστη Παπανικολάου, για τον ηρωικό θάνατο του πατρός Σταμάτιου Γεωργαντόπουλου τον Αύγουστο του 1821 στην μάχη της Γράνας μεταξύ Τσιπιανών και Λουκά της επαρχίας Τριπόλεως, και τον προβιβασμό του σε Υπαξιωματικό  Α τάξεως.

Το 1836 στον φάκελο του αγωνιστή Νικολάου Λάμπα (πρόγονο του γνωστού σε όλους παπά Χρήστου Λάμπα) λειτουργός του Αγιαννιού είναι ο Αθανάσιος Αναγνώστης Φλέσσας η Παπά- Θανασίου (1810-1878;) καταγόμενος από την Πολιανή Μεσσηνίας και απόγονος της μεγάλης οικογένειας των Φλεσσαίων.

Δύο χρόνια αργότερα το 1838 και από επιστολή* του ιδίου πληροφορούμαστε την χειροτονία του Γεωργίου η  Αναγνώστη Καραμούντζου σε ιερέα. Ένα ακόμη κληρικό που προσέφερε υπηρεσίες στην πατρίδα πλάι στον Γιαννάκο Δαγρέ και τον Δημήτρη Τσόκρη και τιμήθηκε με το ΣΙΔΗΡΟΥΝ ΑΡΙΣΤΕΙΟΝ στις 30 Μαΐου του 1841.

Ο γιός του προαναφερόμενου ιερέα Σταμάτιου Γεωργαντόπουλου Δημήτριος εμφανίζεται  το 1865 ως λειτουργός και υπογράφων ως Δημήτριος Παπά- Σταματίου.

Η μετονομασία των επιθέτων παρατηρείται έντονα εκείνη την εποχή διότι τα μικρά ονόματα των ιερέων έδιναν την θέση τους στα επίθετα των απογόνων τους και στη συνέχεια  πιστοποιούσαν την ταυτότητα τους. Ένας από τους απογόνους  του πατρός Γεωργίου Καραμούντζου ο πατέρας Σπυρίδωνας γεννήθηκε το 1830 περίπου, παντρεύτηκε την Κατερίνα Μούρτου και απέκτησαν 18 παιδιά.

Γεώργιος Καραμούντζος «Γερόπαπας» & Αλεξάνδρα Μαυροκορδοπούλου.

Από τα παιδιά του προέρχεται το επώνυμο Παπασπυρόπουλος. Είχε το παρατσούκλι «Μαυρουλάκης». Ο δεύτερος γιός Δημήτριος έγινε και εκείνος ιερέας και κάποια  από τα παιδιά του φέρουν το  επώνυμο Παπαδημητρίου. Ένας από τους γιούς του ο Γεώργιος ήταν ο τελευταίος Καραμούντζος παπάς. Είχε το προσωνύμιο «Γερόπαπας». Με την πρεσβυτέρα Αλεξάνδρα Δημ. Μαυροκορδοπούλου απέκτησαν τέσσερα κορίτσια. Μεταξύ αυτών και την πρώτη Καρυώτισα δασκάλα Ελένη Καραμούντζου ή Παπαγεωργίου συζ. Παναγιωτοπούλου. Η μεγάλη Καραμουντζαίικη  οικογένεια κυριάρχησε για 150 χρόνια περίπου στην διακονία του Αι Γιάννη.

Το 1866 η Καρυά απέκτησε τον πρώτο μη Καραμούντζο ιερέα τον  Σωτήριο Πασπαλιάρη. Έναν ιδιαίτερα θεοσεβούμενο γέροντα  που  κληροδότησε στους απογόνους του το επίθετο Παπασωτηρίου.

Εκείνη την εποχή η εκλογή του παπά μιας ενορίας γινόταν με ψηφοφορία και  δημοκρατικές διαδικασίες. Μαζευόταν το χωριό και ψήφιζε αυτόν που θεωρούσε καταλληλότερο για την θέση του ιερέα από τους υποψήφιους. Ο νικητής των εκλογών έπαιρνε τα αποτελέσματα και πήγαινε στον Μητροπολίτη. Εκείνος αξιολογούσε το ήθος, την προσωπικότητα του, τον εξομολογούσε και  αποφάσιζε εάν ήταν κατάλληλος για ιερέας. Εάν τον απέρριπτε την ίδια διαδικασία ακολουθούσε ο δεύτερος των εκλογών, ο τρίτος έως ότου βρισκόταν ο καταλληλότερος.

Από τους τελευταίους ιερείς ήταν ο πατέρας Χρήστος Γεωργίου Λάμπας που γεννήθηκε το 1899.Τον Απρίλιο του 1914 παντρεύετε την Γεωργία Αλεξάνδρου Μαυροκορδοπούλου με την οποία απέκτησε δέκα παιδιά. Λειτούργησε στην εκκλησία 52 χρόνια από το 1924 έως το 1976.  Απεβίωσε σε ηλικία ενενήντα ετών τον Αύγουστο του 1976.

 

Ο Παπαχρήστος Λάμπας με τη σύζυγό του Γεωργία Μαυροκορδοπούλου και τον εγγονό του Γιάννη Παπασωτηρίου (Μπουνάτσος).

 

Τέλος αξίζει να αναφερθούμε και στον τελευταίο ζώντα ιερέα τον πατέρα Παναγιώτη Φαρμάκη (1929-2019) που λειτουργεί τον Αι Γιάννη τα τελευταία τριάντα επτά χρόνια καθώς και στα χωριά Αγριλίτσα, Βρούστη, Μάζι και Μερκούρι. Μικρό χωριό η Καρυά αλλά με ιερείς μπροστάρηδες σε όλους τους αγώνες του έθνους για ελευθερία και που  σήμερα κατέχουν μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά όλων μας.

Σημείωση βιβλιοθήκης: Σε ηλικία 90 ετών έφυγε από τη ζωή και ο ιερέας Παναγιώτης Φαρμάκης, για δεκαετίες εφημέριος στον ναό του Τιμίου Προδρόμου Καρυάς αλλά και στα υπόλοιπα χωριά της περιοχής. Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε  την Τρίτη 17 Δεκεμβρίου, στις 3 μμ στον Ιερό Ναό Ευαγγελισμού Θεοτόκου Αγριλίτσας.

Η Ιερά Μητρόπολη Αργολίδος αναφέρει για το θάνατό του:

Ο αοίδιμος Πρεσβύτερος Παναγιώτης Φαρμάκης γεννήθηκε στην Καρυά το 1929. Τα εγκύκλια γράμματα παρακολούθησε στη γενέτειρά του και αποφοίτησε από την Μέση Νυχτερινή Ιερατική Σχολή Αθηνών το 1973. Υπηρέτησε κατά τα έτη 1951-1953 την πατρίδα ως στρατιώτης του Πεζικού.

Νυμφεύθηκε την Λεμονιά Ταραντίλη με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά. Χειροτονήθηκε Διάκονος την 6η Αυγούστου 1973 και Πρεσβύτερος την 12ην Αυγούστου 1973 στον Ιερό Ναό Τιμίου Προδρόμου Καρυάς, υπό του μακαριστού Μητροπολίτου Αργολίδος Χρυσοστόμου του Β’ (Δεληγιαννοπούλου), συμμαρτυρούντος του μακαριστού επίσης Πρωτοπρεσβυτέρου Κων/νου Σχοινοχωρίτου.

Υπηρέτησε ως τακτικός Εφημέριος του Ιερού Ναού Τιμίου Προδρόμου Καρυάς επί 38 συναπτά έτη. Παράλληλα διηκόνησε την ενορία Αγίου Αθανασίου Βρουστίου και τους οικισμούς Αγριλίτσας, Μερκουρίου και Μαζίου.  Υπήρξε δόκιμος εργάτης του Ευαγγελίου του Χριστού και διηκόνησε το κατηχητικό έργο επί πολλά έτη.

Ο εκλιπών υπήρξε σεμνός Κληρικός, δόκιμος εργάτης του Ευαγγελίου του Χριστού, αφοσιωμένος στην αποστολή του, διακόνησε με ευσυνειδησία, συνέπεια και σύνεση πάντοτε με υπακοή προς την Εκκλησία.

 

Υποσημείωση 


 

* Προς την επί των Στρατιωτικών Β. Γραμματείαν της Επικρατίας.

Ο υποφαινόμενος οδεύων το 34 έτος της ηλικίας του μου, γεννημένος είς το χωρίον Καρυά του Δήμου Οινόης της Επαρχίας Άργους όπου και σταθερώς διαμένω, υπηρετήσας την Πατρίδα κατά το διάστημα του αγώνος, έδωσα κατά το 1835 & 1836 έτος τα υπέρ Πατρίδος των εκδουλεύσεων μου ενδεικτικά εις την των επί των Αριστείων Εξεταστικήν Επιτροπήν υπογεγραμμένα παρά του Αντισυνταγματάρχου κ. Δ. Τζιόκρη και υπό λοχαγού Ιωάννου Δαγρέ υπό των οποίων τας διαταγάς διέπρεψα κατά το διάστημα του πολέμου, και επερίμενα ανυπομόνως να λάβω το ανήκον μοι εθνόσημον.

Αλλ’ επειδή και μέχρι σήμερον δεν το έλαβον, κατά δυστυχίαν αγνοώ πως. Όθεν ήδη οδηγούμενος από την υπ’ αρ. 204 Δηλοποίησιν της Σ. ταύτης Γραμματείας, επαναλαμβάνω την αιτησίν μου δια το ως είρηται εθνόσημον. Και τολμώ να κάμω την παρατήρησιν εις την Σεβ. ταύτην Γραμματείαν, ότι όταν έδωσα την περί εθνοσήμου αναφοράν μου ονομαζόμουν ΓΕΩΡΓΙΟΣ ή ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ. Και επειδή ήδη χειροτονηθείς κατά το 1838 έτος Ιερεύς, υποσημειούμαι ήδη ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ιερεύς. Και παρακαλώ την Σ. ταύτην Γραμματείαν, ίνα ευαρεστηθή και διατάξη όπως μοι δοθή το ανήκον εθνόσημον, ως και εδόθη και είς τους ……….. συναγωνιστάς μου, πλήρης ελπίδων της αιτήσεώς μου ταύτης.

Υποσημειούμαι με σέβας (Τ.Υ) Γεώργιος Ιερεύς.

Εν Καρύα την 16 Νοεμβρίου 1839

Ελένη Φλέσσα

 

Πηγές


  •  Χ.Ε.Β  Αρχείο Αγωνιστών
  • ΓΑΚ Αριστεία
  • Κωνσταντίνος Δ. Κατσένης, «Καρυά 1810-2005», 2007.
  • Ημερολόγια 2007 & 2009. Προοδευτικού & Μορφωτικού Συλλόγου Καρυάς «ΤΟ ΑΡΤΕΜΙΣΙΟ».

Read Full Post »

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με Συνθηματικό. Για να το δείτε, παρακαλώ εισάγετε το Συνθηματικό παρακάτω.

Read Full Post »

Χώρας Αθ. Γεώργιος Αρχιμανδρίτης (1934-2005)


 

Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Αθ. Χώρας

Ο Γεώργιος Αθ. Χώρας γεννήθηκε στο Λυγουριό Αργολίδας στις 27 Σεπτεμβρίου 1934 όπου και διδάχθηκε τα πρώτα του γράμματα. Στη συνέχεια φοίτησε στο Γυμνάσιο Ναυπλίου απ’ όπου απεφοίτησε το έτος 1952 με βαθμό «Άριστα». Από το 1953 έως το 1957 σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από το 1957 έως το 1959 υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως ανθυπολοχαγός.

Στη συνέχεια διορίστηκε στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας ενώ παράλληλα υπηρέτησε επί επταετία ως καθηγητής του μαθήματος των Θρησκευτικών στο νυκτερινό παράρτημα των Γυμνασίων Αθηνών – 10ο αρένων και 9ο θηλέων. Κατά τα έτη 1963 έως 1966 αφού έλαβε από το Υπουργείο Παιδείας εκπαιδευτική άδεια πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Λουβαίν στο Βέλγιο και κατόπιν στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, όπου παρακολούθησε μαθήματα Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Ρωμαϊκού και Εκκλησιαστικού Δικαίου και συνέγραψε 4 φροντιστηριακές μελέτες στα Γαλλικά και Γερμανικά, για τον Καρδινάλιο I.B. Pitra, τους Πατριάρχες Νικόλαο Μυστικό, Φώτιο κ.ά.

Γενικώτερα κατά τα έτη 1966 έως 1991 ο Γεώργιος Χώρας αφιερώθηκε στο Υπουργείο Παιδείας όπου έφθασε στο βαθμό του Προϊσταμένου του Τμήματος Θρησκευμάτων και των Διευθύνσεων Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως και Διεθνών Εκπαιδευτικών Σχέσεων. Το έτος 1975 αναγορεύτηκε διδάκτορας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με βαθμό «Άριστα». Το θέμα της εναισίμου διδακτορικής διατριβής του ήταν «Η Αγία Μονή Αρείας Ναυπλίου εν τη εκκλησιαστική και πολιτική ιστορία Ναυπλίου και Άργους». Κατά την περίοδο 1966 έως 1991 δημοσίευσε 15 αυτοτελείς μελέτες και μεγάλο αριθμό άρθρων σε έγκριτα περιοδικά και εφημερίδες, ενώ συμμετείχε σε συμβούλια Επιστημονικών Εταιρειών, όπως στον «Παρνασσό» και Συλλόγων («Ναύπλιος» κ.ά.).

Από το 1991 έως το 1995 φιλοξενήθηκε επτά φορές και προσέφερε υπηρεσίες στο Φανάρι, την Έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Από το 1995 έως το 2002 κήρυσσε το θείο λόγο τις Κυριακές και εορτές στην Ιερά Μονή του Οσίου Εφραίμ στη Νέα Μάκρη Αττικής.

Στις 20 Απριλίου 2002 χειροτονήθηκε διάκονος και την επομένη πρεσβύτερος από τον Μητροπολίτη Γυθείου Χρυσόστομο και υπηρέτησε ως εφημέριος στον Ιερό Ναό Τριών Ιεραρχών Μαυροβουνίου – Γυθείου. Από το 2003 υπηρέτησε ως εφημέριος στην ενορία του Αγίου Δημητρίου Ψυρρή στην Αθήνα, του οποίου δημοσίευσε σύντομο ιστορικό, έως τις 4 Αυγούστου 2005, οπότε απεβίωσε λόγω μεταστατικού καρκίνου του προστάτη. Ετάφη στον οικογενειακό του τάφο στο Λυγουριό.

Καταγράφουμε κατά χρονολογική σειρά τα εξής έργα του, εκ των οποίων ορισμένα είναι αυτοτελή, ενώ άλλα αποτελούν άρθρα – συμμετοχές σε συλλογικούς Τόμους και Περιοδικά:

 

  1. «Η Αγία Μονή Αρείας Ναυπλίου εν τη εκκλησιαστική και πολιτική ιστορία Ναυπλίου και Άργους» (1975)
  2. «Τα Απομνημονεύματα του Παλαιών Πατρών Γερμανού» (1976)
  3. «Κωνσταντινούπολις, η βυζαντινή και σημερινή Πόλη» (1977)
  4. «Αθανάσιος Σολιώτης [1784-1841], εκκλησιαστικός Τοποτηρητής Ναυπλίου και Άργους (1986)
  5. «Σύντομη βιογραφία και τα κατά την κηδείαν της ηγουμένης της Αγίας Μονής (Αρείας) Κυπριανής Κρίγκα» (1986)
  6. «Ιστορία της Μονής Καλαμίου – Αδάμι Ναυπλίας (1988)
  7. «Πελοποννησιακά μετόχια του Παναγίου Τάφου» (1988)
  8. «Ιστορία της Μονής Ταξιαρχών Επιδαύρου» (1991)
  9. «Ιστορία ανεγέρσεως Ναών επί Τουρκοκρατίας» (1991)
  10. «Κανών εις τον Άγιον Θεοδόσιον Άργους, τον νέον και ιαματικόν» (1992)
  11. «Η μουσική παιδεία και ζωή στο Ναύπλιο από το 18ο ως τον 20ο αιώνα» (1994)
  12. «Οι ξένοι στο Ναύπλιο κατά την εθνικήν Παλιγγενεσίαν [1821-1831]» (1995)
  13. «Ειρηνική πορεία του Οικουμενικού Πατριάρχου στο Αιγαίο» (1995)
  14. «Ο Άγιος Αθανάσιος Χριστιανουπόλεως [1681-1708] στο Ναύπλιο και οι Βενετοί αξιωματούχοι» (1998)
  15. «Άγνωστο αυτοβιογραφικό στιχούργημα από Ναυπλιώτη και τα δεινοπαθήματά του στο Ναύπλιο και στο Άργος [1451]» (1998)
  16. «Το Αρχείο του Στάικου Σταϊκόπουλου, ελευθερωτή του Ναυπλίου» (2000)
  17. «Το μαρτύριον του Νεομάρτυρος Αγίου Αναστασίου του Ναυπλιέως [1655] και το εκκλησιαστικοπολιτικον πλαίσιον της εποχής του» (2000).

  

Πηγές


  • Πάνος Λιαλιάτσης, «Γεώργιος Αθ. Χώρας (Λυγουριό 1934 – Αθήνα 2005)», εις «Ναυπλιακά Ανάλεκτα», τόμ. VII (2009)
  • Δρ Μάρκος Ν. Ρούσσος – Μηλιδώνης, «Αφιέρωμα στον π. Γεώργιο Χώρα (27.9.1934 – 4.8.2005), εις «Ναυπλιακά Ανάλεκτα», τόμ. VII (2009)

 

Read Full Post »

Ιάκωβος ο Αργείος – Σχολάρχης της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής


Η Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή

 

Σημαντική προσωπικότητα  των ελληνικών γραμμάτων του τέλους του 17ου και του πρώτου τρίτου του 18ου αιώνα. Καταγόταν από το Άργος από οικογένεια που ζούσε εδώ από τριακόσια χρόνια πριν. Το όνομά του ήταν Ιάκωβος ή Γιακουμής Μάν(ν)ας. Πρέπει να γεννήθηκε μεταξύ των ετών 1645-1650. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο Άργος. Στην Κωνσταντινούπολη ίσως φοίτησε στην Μεγάλη του Γένους Σχολή. Για κάποιο διάστημα άσκησε ως βιοποριστικό επάγγελμα αυτό του Γραμματικού ή του αντιγραφέα κωδίκων.

Περί το 1692 ή 1693 ανέλαβε ιδιωτικός διδάσκαλος των παιδιών του διδασκάλου του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου του εξ Απορρήτων, Ιωάννου και Νικολάου. Χρημάτισε μάλιστα και διδάσκαλος του γιου του Νικολάου, Κωνσταντίνου.

Στα 1707 ή 1708 «καλύπτει κενόν» Σχολάρχη στην Πατριαρχική Μεγάλη του γένους Σχολή, μετά την πρώτη αποχώρηση του Σπαντωνή από τη Σχολαρχία. Πριν αναλάβει τη Σχολαρχία υπήρξε στη Σχολή διακεκριμένος καθηγητής των φιλοσοφικών μαθημάτων. Στα χρόνια της υπηρεσίας του στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, του δόθηκε από το Πατριαρχείο ο τιμητικός τίτλος του «Υπάτου των Φιλοσόφων της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας». Σχολάρχης παρέμεινε τουλάχιστον μέχρι το 1714-15.

Δείγμα γραφής του Ιάκωβου του Αργείου από τον κώδικα ΜΠΤ 679.

Στα 1715 έως 1719 βρίσκεται στη Μολδαβία και συγκεκριμένα στο Ιάσιο κοντά στο φίλο του ηγεμόνα (βοεβόδα) Νικόλαο Μαυροκορδάτο. Επιστρέφοντας γύρω στα 1719 ο Ιάκωβος στην Κωνσταντινούπολη διηύθυνε για κάποιο μικρό διάστημα τη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Πρώτος γνωστός διάδοχός του φέρεται ο Δωρόθεος ο Λέσβιος κατά το 1726.

Ο Ιάκωβος είχε σημαντικούς μαθητές που αργότερα διακρίθηκαν για τις σπουδαίες υπηρεσίες τους στην Εκκλησία και στα γράμματα. Μαθητές μεταξύ άλλων υπήρξαν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Παρθένιος, ο Δωρόθεος ο Λέσβιος, ο Αντώνιος Βυζάντιος, ο Κριτίας, ο Δημήτριος Προκοπίου, ο Διαμαντής Ρύσιος, ο Αλέξανδρος Ελλάδιος, ο Ιερόθεος Ιβηρίτης, ο Δημήτριος Νοταράς, ο Μακάριος Καλογεράς.

Έπασχε από «οφθαλμίαν» και έχασε το φως του. Απεβίωσε μετά το 1730 στην Κωνσταντινούπολη λόγω γήρατος σε ηλικία περίπου 80-85 ετών. Δεν ήταν νυμφευμένος ούτε είχε παιδιά. Διατηρούσε επαφές με τους Βενετούς της Κωνσταντινούπολης, από τους οποίους ζητούσε εξυπηρετήσεις για τον αδελφό του Γιάννη που είχε τέσσερα παιδιά και ο οποίος έμενε στην Πελοπόννησο.

Το γνωστό συγγραφικό του έργο αποτελείται από εγκωμιαστικούς λόγους, ένα επίγραμμα και επιστολές:

Α. Εγκωμιαστικοί λόγοι

α.«Λόγος συντεθείς παρά του Εντιμοτάτου και Λογιωτάτου, Υπάτου των Φιλοσόφων της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας κυρ Ιακώβου του Αργείου».

β.«Προσφώνησις τον Οικουμενικόν Πατριάρχην Καλλίνικον Β΄ τον Ακαρνάνα».

γ.«Λόγος εγκωμιαστικός εις Ιωάννην Κωνσταντίνον Μπασαράμπαν, ηγεμόνα της Ουγγροβλαχίας».

Β. Επίγραμμα

«Επίγραμμα εις τον Κωνσταντίνον Ραφαήλ».

Γ. Επιστολές

Σώζονται ή μαρτυρούνται γύρω στις 35 επιστολές.

 

Πηγές


 

  • Σοφοκλής Γ. Δημητρακόπουλος, «Ο Σχολάρχης της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής Ιάκωβος ο Αργείος», Πρακτικά Γ΄ Τοπικού Συνεδρίου Αργολικών Σπουδών (Ναύπλιο 18-20 Φεβρουαρίου 2005), Αθήναι, 2006.
  • Αγαμέμνων Τσελίκας, «Νέα στοιχεία για την προσωπικότητα του διδασκάλου Ιακώβου του Αργείου, σύμφωνα με άγνωστες επιστολές του», Πρακτικά Β΄ Τοπικού Συνεδρίου Αργολικών Σπουδών (Άργος 30 Μαΐου – 1 Ιουνίου 1986), Αθήναι, 1989.

Read Full Post »

Ποιμήν θαυμαστός και θείον καταφύγιον και λίχνος του Άργους εχρημάτισας


  

Με ιδιαίτερη λαμπρότητα εορτάστηκε κι εφέτος η Μνήμη του Φρουρού και προστάτη της πόλης του Άργους, Αγίου Πέτρου, Επισκόπου Άργους, του Σημειοφόρου και Θαυματουργού.

Με την εντυπωσιακή παρουσία χιλιάδων πιστών, που προσήλθαν για να τιμήσουν τον «Μέγα εις την ταπείνωσιν, μέγα εις την αρετήν και την αγιότητα, μέγα εις την γραφίδα και τον λόγον, μέγα ως επίσκοπο της επαρχίας μας και αστέρα ολόκληρης της Ορθοδοξίας» και παρουσία τοπικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, την παραμονή (2α Μαΐου) τελέστηκε μέγας πολυαρχιερατικός εσπερινός υπό την χοροστασία του Μητροπολίτη Πατρών κ. Χρυσοστόμου και αμέσως μετά ακολούθησε η λιτάνευση των Αγίων Λειψάνων και της Αγίας εικόνας Του, ενώ το φιλόχρηστο πλήθος παρακολούθησε με θρησκευτική κατάνυξη την πομπή.  

Την επομένη, κυριώνυμον (3η Μαΐου) τελέστηκε πανηγυρική πολυαρχιερατική θεία λειτουργία, χοροστατούντος του Μητροπολίτου Μονεμβασίας και Σπάρτης κ. Ευσταθίου και με την παρουσία των Μητροπολιτών: Αργολίδος κ. Ιακώβου, Άρτης κ. Ιγνατίου, Περιστερίου κ. Χρυσοστόμου, Πατρών κ.  Χρυσοστόμου, Κορίνθου κ. Διονυσίου  και των Θεοφιλεστάτων Επισκόπων Επιδαύρου κ. Καλλινίκου και Ανδρούσης κ. Θεοκτίστου.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, πραγματοποιήθηκε στο Σύλλογο Αργείων ο «ΔΑΝΑΟΣ» εορταστική Συνεδρία με θέμα: «Άγιος Πέτρος – Επίσκοπος Άργους, Σημειοφόρος και θαυματουργός» που οργάνωσε για δεύτερη χρονιά ο καθεδρικός Ιερός Ναός Αγίου Πέτρου, με την οργανωτική ευθύνη του Πρωτοπρεσβύτερου και Προϊσταμένου του Ναού π. Γεωργίου Σελλή και με ομιλητές εξέχοντες επιστήμονες.

Το πρόγραμμα είχε ως εξής:

Μουσική εισαγωγή. Ένα πιάνο και μια κιθάρα, κράτησαν μελωδική συντροφιά στο πολυπληθές ακροατήριο ενώ στη συνέχεια εψάλησαν Εορταστικοί Ύμνοι από την Χορωδία του Καθεδρικού Ιερού Ναού  Αγίου Πέτρου υπό  την διεύθυνση του κ. Γιάννη Χαβιαρλή.               

Την εκδήλωση χαιρέτισαν ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Επιδαύρου κ. Καλλίνικος και ο Αντιδήμαρχος Άργους κ. Παναγιώτης Κωνσταντινόπουλος.   Την έναρξη των εργασιών κήρυξε ο Πρωτ/ρος π. Γεώργιος Σελλής.    Το πρώτο μέρος συντόνισε ο κος Γεώργιος Στείρης, Λέκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής   Πανεπιστημίου Αθηνών.                   

           

Η πρώτη ομιλήτρια κα Ειρήνη Χριστινάκη- Γλάρου. Διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην γλαφυρή και μεστή ομιλία της, ανέπτυξε το θέμα: “Η σύννομος ψηλάφηση του Ιερού Προσώπου και η κανονική ανακήρυξη της Αγιοσύνης Του κατά την Ορθόδοξη παράδοση’’.

Στην συνέχεια ο λόγος εδόθη στον κ. Παναγιώτη Πανταζάκο. Επίκουρο Καθηγητή του       Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος στην μεθοδική και τεκμηριωμένη ομιλία του ανέπτυξε το θέμα:‘‘Ιωακείμ και Άννα, ονειδισμού ατεκνίας. Παιδιά θαύματα του Θεού. Άγιος Πέτρος Επίσκοπος Άργους και η Παντοδυναμία του Θεού’’.

O Συντονιστής κ. Στείρης, έκλεισε το πρώτο μέρος της Συνεδρίας με σύντομη  αναφορά του στα συμπεράσματα που προέκυψαν.

Μετά το πέρας του πρώτου μέρους, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Επιδαύρου κ. Καλλίνικος απένειμε αναμνηστική πλάκα, σε ένδειξη αγάπης και εκτιμήσεως της τοπικής εκκλησίας, στους τρεις εκλεκτούς επισκέπτες – ομιλητές.

Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε, με την απονομή επαίνων σε μαθητές της Α΄βάθμιας και Β΄βάθμιας Εκπαίδευσης Αργολίδος που συμμετείχαν και διακρίθηκαν στον μαθητικό διαγωνισμό με θέμα « Ο ναός στη ζωή μας ». Την πρωτοβουλία αυτή χαιρέτισε μα θερμούς λόγους ο Διευθυντής της Α΄βάθμιας Εκπαίδευσης κ. Αγγελόπουλος, ενώ την διαδικασία συντόνισε με μεγάλη επιτυχία η κα Δήμητρα Μποζιονέλου.  

Είθε η μυροβόλος και ιαματική αύρα του Αγίου, μας περιβάλλει και μας προστατεύει σε ολόκληρη την ζωή μας.

Read Full Post »

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με Συνθηματικό. Για να το δείτε, παρακαλώ εισάγετε το Συνθηματικό παρακάτω.

Read Full Post »

ΕΟΡΤΗ ΑΓΙΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΠΟΛΙΟΥΧΟΥ ΑΡΓΟΥΣ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΙΣ

 

Άγιος Πέτρος Επίσκοπος Άργους

Την Δευτέρα 3ην  Μαΐου 2010 τελούμε την εορτήν του Πολιούχου και Προστάτου μας Αγίου Πέτρου επισκόπου Άργους του Θαυματουργού.

Το εσπέρας της παραμονής Κυριακή 2αν  Μαΐου και ώρα 7.30 μ.μ. εις τον Καθεδρικόν Ιερόν Ναόν Αγίου Πέτρου θα ψαλεί Μέγας Αρχιερατικός Εσπερινός και την 9.15 μ.μ. θα γίνει η λιτάνευσις των Ιερών Λειψάνων και  της Ιεράς Εικόνος διά των κεντρικών  οδών, παιανιζούσης της Δημοτικής Φιλαρμονικής  Άργους.

Την ημέρα της εορτής θα τελεσθή Πολυαρχιερατική  Θεία Λειτουργία, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αργολίδος κ. Ιακώβου  μετά των ευγενώς αποδεχθέντων την πρόσκλησιν  του, Σεβασμιωτάτων Αρχιερέων.

Προσκαλείσθε όπως προσέλθετε, ίνα τιμήσωμεν μετά του οφειλομένου σεβασμού την Ιεράν μνήμην του Φρουρού και Προστάτου των Αργείων και αντιλήπτορος πάσης Αργολίδος, ΑΓΙΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ.

                                          

 ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΝ

ΤΟΥ ΚΑΘΕΔΡΙΚΟΥ  Ι. Ν. ΑΓΙΟΥ ΠΕΤΡΟΥ

 

Read Full Post »

Αναγνωστόπουλος Κωνσταντίνος (Παπακωνσταντής 1770; – 1829;)


Ο παπά – Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος, αγνώστων άλλων οικογενειακών στοιχείων, πλην ίσως αδελφός ή συγγενής του δραστήριου προεστού του Αχλαδοκάμπου, κατά τους χρόνους της Επανάστασης (1821-1825), Αναγνώστη Αναγνωστόπουλου, φαίνεται ότι είναι ο πρώτος γνωστός Αγωνιστής εφημέριος του Αχλαδοκάμπου Άργους.

Το 1819 ήταν ήδη εφημέριος του Αχλαδοκάμπου, και μαζί με άλλους κληρικούς και λαϊκούς, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, από τον τότε μητροπολίτη Άργους και Ναυπλίας Γρηγόριο Καλαμαρά, όπως φαίνεται και από το έργο του μητροπολίτη Αργολίδας  Χρυσοστόμου του Β’, Η Εκκλησία Άργους και Ναυπλίας, τεύχος Α’, Άργος 1957, σ. 34 και 42.

Ούτε τον ακριβή χρόνο της γέννησής του γνωρίζουμε, ούτε τη δράση του, ούτε ακόμη και τον ακριβή χρόνο του θανάτου του. Πάντως πρέπει να είναι, αν όχι ο πρώτος, ένας από τους πρώτους εφημερίους του ναού της Αγίας Κυριακής.

Πέθανε από φυσιολογικό θάνατο, μετά το τέλος της Επανάστασης, δηλ. μετά το 1827, και αν υποθέσουμε ότι θα ήταν 60 χρόνων, μπορούμε να τοποθετήσουμε το χρόνο της γέννησής του γύρω στο 1770. Ότι πέθανε με φυσιολογικό θάνατο και ακόμη ότι ήταν ένας από τους πολλούς Αχλαδοκαμπίτες Αγωνιστές του 1821, φαίνεται από την Απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Υσιών, της 23ης Μαΐου 1865, επί του Δημάρχου Αντωνίου Δημητρίου Αντωνόπουλου, στην οποία μνημονεύονται όλοι όσοι έλαβαν μέρος στις διάφορες μάχες κατά των Τούρκων, κατά τους χρόνους της Επανάστασης.

Η σχετική φράση της Απόφασης, στο τέλος της παράθεσης των φονευθέντων, έχει ως εξής: «…Ο δε παπά-Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος απεβίωσε μετά το τέλος της Επαναστάσεως». Έτσι επιβεβαιώνεται η δράση του, σαν Αγωνιστή, και η ιδιότητά του, σαν ιερέα του Αχλαδοκάμπου.  

  

Ιωάννης Σπ. Αναγνωστόπουλος

Φιλόλογος – Θεολόγος

Δρ. Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών

   

Πηγή  


  • Ιωάννης Σπ. Αναγνωστόπουλος, « Αχλαδοκαμπίτες Αγωνιστές του 1821 / Συμβολή του Αχλαδοκάμπου στην Επανάσταση του 1821», Αθήνα, 1989.

Read Full Post »

« Newer Posts - Older Posts »