Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for the ‘Ψηφιακές Συλλογές’ Category

Ο λόφος Ασπίδας στο Άργος – Κοινωνιολογία του Αστικού και Περιαστικού Χώρου. Σπουδάστριες: Τσαζή Γεωργία – Μπίζα Μαρίνα


 

Η σχέση μας με το εκάστοτε τοπίο στο οποίο βρισκόμαστε , καθώς επίσης και το νόημα που του δίνουμε, βασίζεται στην ανθρώπινη εμπειρία και την άμεση εμπλοκή μας με αυτό. Η παραδοχή αυτή βασίζεται σε φαινομενολογικές προσεγγίσεις οι οποίες δίνοντας σημασία στην κατανόηση και περιγραφή των πραγμάτων όπως αυτά βιώνονται και από το υποκείμενο ‘αντιμετωπίζουν το «τοπίο» (landscape), όχι ως κάτι συγκεκριμένο, αλλά σαν μια έννοια ανοιχτή που αναφέρεται στον κόσμο «εκεί έξω» όπως αυτός βιώνεται και γίνεται κατανοητός μέσω της ανθρώπινης συνείδησης και της ενεργής εμπλοκής με αυτόν.

Όπως κάθε τοπίο, έτσι και το τοπίο που θα μελετήσουμε, βρίσκεται συνεχώς υπό κατασκευή, σχηματίζεται και ανασχηματίζεται βάσει των διαφορετικών εμπειριών και δράσεων των υποκειμένων που έρχονται σε επαφή με αυτό. Ένα τοπίο δεν είναι ποτέ σταθερό και ομοιογενές, αλλά συνεχώς μεταβαλλόμενο, ζωντανό, πολυφωνικό και αντανακλά την δράση των υποκειμένων όπως την ίδια στιγμή αντανακλάται σε αυτήν.

Το τοπίο δηλαδή λειτουργεί παράλληλα ως το μέσον αλλά και το αποτέλεσμα της κοινωνικής δράσης. Το τοπίο αλλάζει καθώς παράγονται διαφορετικά νοήματα για τους τόπους, τόσο από τα διαφορετικά άτομα και ομάδες που ενσωματώνουν τους χώρους στην καθημερινή τους εμπειρία, όσο και ανάλογα με τις διαφορετικές ιστορικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, στις οποίες αυτά τα νοήματα αναπτύσσονται. Με βάση τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό πως αν η σχέση μας με το τοπίο είναι αφ’ ενός υποκειμενική και αφ’ ετέρου πολιτισμικά και ιστορικά προσδιορισμένη έχουμε σαν αποτέλεσμα να παράγονται από την σχέση αυτή διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους διαφορετικοί άνθρωποι και ομάδες, αλληλεπιδρούν με το αστικό τοπίο και ταυτόχρονα το κατανοούν και το νοηματοδοτούν. Έτσι, οι ομάδες που κατοικούν και βιώνουν τους χώρους της πόλης τους διεκδικούν, αποδίδοντάς τους νοήματα που πολλές φορές έρχονται σε σύγκρουση τόσο με τα κυρίαρχα, όσο και με τα νοήματα που άλλες ομάδες αποδίδουν στους ίδιους χώρους.

Στη μελέτη αυτή, προσεγγίζονται ο λόφος Ασπίδας ή λόφος Προφήτη Ηλία στο Άργος ως ένα βασικό μέρος του αστικού τοπίου και της ιστορίας του τόπου, το οποίο βρίσκεται συνεχώς υπό διαπραγμάτευση. Πώς επηρεάζει την εικόνα της πόλης και της ζωής, αντανακλώντας πολιτισμικές και αισθητικές επιλογές και ταυτόχρονα φέροντας επάνω του τα ίχνη της δράσης των υποκειμένων που τον χρησιμοποιούν.

Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένα σημεία της μελέτης και στο τέλος, σε μορφή Portable Document Format (PDF), επισυνάπτουμε ολόκληρη την έρευνα για όσους επιθυμούν να τη μελετήσουν.

[…]  Ο λόφος του Προφήτη Ηλία ή λόφος Ασπίδας βρίσκεται στο Άργος Αργολίδας, βορειοδυτικά της σημερινής πόλης (Εικ. 1). Ο αστικός ιστός κυκλώνει τον λόφο, ενώ η πόλη ορίζεται από τις νότιες/νοτιοανατολικές υπώρειες του λόφου του Προφήτη Ηλία και τις ανατολικές υπώρειες του ψηλότερου λόφου της Λάρισας, όπου βρίσκεται και η ομώνυμη ακρόπολη του Άργους. Ο χώρος ανάμεσα στους δύο αυτούς λόφους ονομάζεται Δειράδα. (Εικ. 2)

 

Εικ. 1. Αρχείο Γεωργία Τσαζή

 

Εικ. 2. Αρχείο Γεωργία Τσαζή

 

Και οι δύο αυτοί λόφοι, οι οποίοι σηματοδοτούν το τοπίο της πόλης, έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στην ιστορία της, ως τόποι κατοίκησης και λατρείας, κυρίως όμως ως χώροι στρατηγικής και συμβολικής σημασίας.

(περισσότερα…)

Read Full Post »

Περί της Πύλης των Μυκηνών – Ευαγγελία Πρωτονοταρίου-Δεϊλάκη (1931-2002),  Αρχαιολογική Εφημερίς 1965


 

Η κυρία πύλη των Μυκηνών, ως γνωστόν, ήλθε πλήρως εις φως κατά τους νεωτέρους χρόνους μετά τον κατά τα έτη 1840 – 1841 δια του Πιττάκη γενόμενον καθαρισμόν της δαπάναις της νεοσυστάτου τότε εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, ήτις ως πρώτον μέλημα έσχε τον καθαρισμόν και την αποκάλυψιν των σημαντικωτέρων διά τον Ελληνισμόν μνημείων της αρχαιότητος, εν οις και το τείχος των Μυκηνών. Εις πολύ παλαιοτέρους χρόνους όμως ήρχισεν η περί την πύλην επιστημονική έρευνα και ενασχόλησις, ιδία περί την ερμηνείαν της επ’ αυτής παραστάσεως και την σημασίαν αυτής, αλλά και την σχέσιν της, λόγω του επιφανούς της τοποθετήσεώς της, προς την πόλιν των Μυκηνών.

 

Το επί της πύλης των Μυκηνών ανάγλυφον. Αρχαιολογική Εφημερίς 1965.

 

Αν και η περιγραφή της επί της αναγλύφου πλακός παραστάσεως έχει πλειστάκις παρατεθή υπό πάντων των ειδικώς ενδιατριψάντων περί τας Μυκήνας και των γενικώς περί τα Μυκηναϊκά γραψάντων, νομίζω ότι θα μού συγχωρηθή να επανέλθω δια μιαν ακόμη φοράν παρέχουσα όσα και δι’ αυτοψίας διεπίστωσα και επεβεβαίωσα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Έγγραφα Επιστράτευσης της Επαρχίας Ναυπλίου το 1825 και η θυσία στο Μανιάκι  – Αντώνης Δ. Ξυπολιάς, Ιστοριοδίφης, Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών, τόμος ΛΒ’ – 2022.


 

Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας). Έργο του Διονυσίου Τσόκου, Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Το καλοκαίρι του 1824 κυκλοφορούσαν έντονα οι φήμες ότι ο αιγυπτιακός στόλος του Μεχμέτ Αλή με 200 πλοία και 12.000 οπλίτες ήταν έτοιμα να αποπλεύσουν από την Αλεξάνδρεια με προορισμό τα νησιά των Σπετσών και της Ύδρας. Αρχές Ιουλίου 1824 η Διοίκηση εν μέσω εμφυλίων διαιρέσεων και συγκρούσεων υποχρεώθηκε να λάβει μέτρα ασφαλείας των Σπετσών και ο Υπουργός Εσωτερικών Γρηγόριος Δικαίος διέταξε στρατιωτικά σώματα από τις επαρχίες Άργους και Κυνουρίας με αρχηγούς τους Δημήτρη Τσώκρη και Παναγή Ζαφειρόπουλο, αντίστοιχα με 200 οπλίτες ο καθένας, να κινήσουν προς το νησί των Σπετσών.

Διατάχθηκε επίσης και η επαρχία Ναυπλίου με 200 στρατιώτες υπό την ηγεσία των Μήτρου Λυγουριάτη, Αναγνώστη Κακάνη και Αναγνώστη Τασόπουλου να κινήσουν για τις Σπέτσες και υπό τις οδηγίες του Νικηταρά να προκαταλάβουν κατάλληλες θέσεις, που θα εμπόδιζαν την αναμενόμενη εχθρική απόβαση στο νησί. Ανάλογες διαταγές εκδόθηκαν και για την Ύδρα. Οι διαταγές όμως της Διοίκησης συνάντησαν δυσκολίες στην υλοποίησή τους και δεν εκτελέσθηκαν. Οι εμφύλιες διαιρέσεις είχαν δηλητηριάσει την υπακοή και την συνοχή στις τάξεις των στρατιωτικών.

[…] Ο αναμενόμενος στόλος των Αιγυπτίων υπό τον Ιμπραήμ πασά – γιό του Μεχμέτ Αλή – είχε φθάσει ανενόχλητος στον Μεσσηνιακό κόλπο και ξημερώματα της 10ης Φεβρουαρίου 1825 εμφανίσθηκε ανοικτά της Σαπιέντζας, απέναντι από τα φρούρια της Μεθώνης και Κορώνης. Ένα ψαροκάικο από την Κορώνη μέτρησε πενήντα δύο εχθρικά πλοία και ενημέρωσε τις αρχές. Οι πληροφορίες έφθασαν αμέσως και στην Διοίκηση στο Ναύπλιο, που έστειλε ταχέως σειρά διαταγών για να κινηθούν κατάλληλα στρατεύματα προς τον Μεσσηνιακό κόλπο.

Την 12η Φεβρουαρίου το Εκτελεστικό έγραφε στο Υπουργείο Πολέμου ότι ο εχθρικός στόλος έφθασε στον Μοθοκόρωνα και ήταν ενδεχόμενο η απόβαση να γίνει στα εκεί παράλια η ακόμη και στην περιοχή της Πάτρας, αφού δεν υπήρχε κάποια σίγουρη πληροφορία. Το Υπουργείο έπρεπε να διαβιβάσει αμέσως ανάλογες διαταγές στους αρχηγούς των στρατευμάτων, που θα έπρεπε να αποτρέψουν την απόβαση του εχθρού, προκαταλαμβάνοντας τις αναγκαίες θέσεις.

Προσωπογραφία του αγωνιστή Βάσου Μαυροβουνιώτη (1797-1847). Λάδι σε μουσαμά, έργο του Νικηφόρου Λύτρα, Μουσείο Μπενάκη.

Διαταγές των πρώτων ημερών στάλθηκαν από τον Πρόεδρο του Εκτελεστικού Γεώργιο Κουντουριώτη στους στρατηγούς αδελφούς Νικόλαο και Παναγιώτη Γιατράκο και στον Βάσο Μαυροβουνιώτη στα Κοντοβούνια, οι οποίοι έπρεπε να αποτρέψουν την εχθρική απόβαση στα παράλια του Μοθοκόρωνα. Στους στρατηγούς αυτούς έγραφε ότι είχαν ήδη ενημερωθεί και οι πρόκριτοι Ύδρας και Σπετσών να βάλουν στα πανιά των πολεμικών «τις προσδιορισθείσες μοίρες» και να κινήσουν αμέσως με κατεύθυνση τον Μεσσηνιακό κόλπο.

Έγγραφα στάλθηκαν τις ίδιες ημέρες και στους δημογέροντες του Νεοκάστρου με σκοπό να τους καθησυχάσουν από την παρουσία των εχθρικών δυνάμεων, υπογραμμίζοντάς τους το αξιόμαχο των πελοποννησιακών στρατευμάτων και ιδιαίτερα των 12.000 Ρουμελιωτών, που θα ματαίωναν τα σχεδια του εχθρού.

Επιστολή επίσης του Προέδρου Κουντουριώτη τους έγραφε ότι 4.000 στρατιώτες «από την αρμάδα της Κυβερνήσεως» υπό την οδηγία των έμπειρων στρατηγών Βάσου Μαυροβουνιώτη, Κίτσου Τζαβέλα και Γιατράκου είναι έτοιμοι να κινηθούν προς την περιοχή, όπως και τα ελληνικά πλοία, που «θέλει εξολοθρευθούν καθώς και άλλοτε αυτοί οι αράπηδες καθότι ετόλμησαν να πατήσουν τα ιερά εδάφη…».

Ακολούθησε η απόβαση των Αιγυπτίων στη Μεθώνη, όπου και εκτός του φρουρίου στήθηκαν τουλάχιστον εξακόσιες σκηνές. Οι πρώτες πληροφορίες από τον Γενικό Αστυνόμο Νεοκάστρου και Μεθώνης Ν. Τζικλητήρα ανέφεραν ότι αποβιβάστηκαν «4.000 στρατιώτες, από τους οποίους τετρακόσιοι ιππείς» με 18 κανόνια μπρούτζινα του κάμπου και 3 η 4 «μουρτάρια», ενώ τα καράβια του Ιμπραήμ κίνησαν για την Κρήτη για να φέρουν 12.000 ακόμη στρατιώτες. Ο ίδιος ο Ιμπραήμ φώναξε έναν Κεφαλλονίτη καραβοκύρη και τον ρώτησε που είναι ο Κολοκοτρώνης, ο Οδυσσέας και άλλοι και απόρησε όταν έμαθε ότι είναι στο Ναύπλιο. Την 3η ώρα της ίδιας ημέρας και υπό ραγδαία βροχή μονάδα του εχθρικού ιππικού κινήθηκε προς διερεύνηση της περιοχής μέχρι τον Άγιο Ηλία στα Χίλια Χωριά, όπου προέβη και στην αρπαγή τροφίμων, «επήραν μία στάνην και δύο βόδια…». Τα χωριά άδειασαν, ο κόσμος έφυγε. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Έλληνες ναυτικοί στην Εθνική Αντίσταση 1941-1945. Οι μυστικές οργανώσεις, οι αγώνες και οι θυσίες για την ελευθερία της πατρίδας – Έρευνα & κείμενο: Τίτος Αθανασιάδης & Ιωάννης Μαραγκουδάκης


 

Μία από τις λιγότερο γνωστές στο ευρύ κοινό σελίδες της Ελληνικής Ιστορίας αφορά στους αγώνες και στις θυσίες σε αίμα στελεχών του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, του Λιμενικού Σώματος και του Εμπορικού Ναυτικού στα πλαίσια της Εθνικής Αντίστασης των Ελλήνων, κατά των Γερμανών και Ιταλών κατακτητών της περιόδου 1941-1945.

Κοντόπουλος Ιωάννης. Υποπλοίαρχος Π.Ν στα υποβρύχια, 48 ετών. Συνελήφθη από τους Ιταλούς την 8η Σεπτεμβρίου 1942. Καταδικάστηκε σε θάνατο από ιταλικό στρατοδικείο. Εκτελέστηκε την 4η Ιανουαρίου 1943.

Αναφέρεται ως καταληκτική ημερομηνία της συμμετοχής των Ελλήνων ναυτικών στον αντιστασιακό αγώνα κατά του Άξονα ο Μάιος του 1945 και όχι Οκτώβριος του 1944 που οι Γερμανοί ναζί απεχώρησαν από την Ελλάδα, διότι μέχρι την ήττα της Γερμανίας από τους συμμάχους, Έλληνες αντιστασιακοί αξιωματικοί και υπαξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού κυρίως, αλλά και του Λιμενικού Σώματος και του Εμπορικού Ναυτικού μετείχαν σε συμμαχικές ναυτικές αντιστασιακές επιχειρήσεις ή βρίσκονταν αιχμάλωτοι ή όμηροι σε γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, στην Αυστρία και το Γ’ Ράιχ.

Η εντός της ελληνικής επικράτειας αντίσταση των στελεχών του Ελληνικού Π.Ν, αναπτύχθηκε παράλληλα με τη δράση των 210 αξιωματικών, 434 υπαξιωματικών και 2.944 ναυτών που επιβαίνοντες 16 πολεμικών σκαφών του ελληνικού στόλου, ανεχώρησαν κατά το τρίτο δεκαήμερο του Απριλίου 1941 για την Αίγυπτο, από όπου συνέχισαν τον αγώνα κατά του Γ’ Ράιχ και της φασιστικής Ιταλίας, στη Μεσόγειο, τον Ατλαντικό και τον Ινδικό ωκεανό.

Η μετάβαση του ελληνικού στόλου στη Μέση Ανατολή, μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα και τη συνθηκολόγηση ελαχίστων επίορκων αξιωματικών, παρά την απόφαση της ελληνικήςκυβέρνησης να μην συνθηκολογήσουν αλλά να συνεχίσουν τον πόλεμο, απετέλεσε μέγα ιστορικό γεγονός του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Καμία άλλη χώρα – σύμμαχος της Αγγλίας – δεν έμεινε τόσο καιρόσταθερή στην υπόθεση της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας όσο ηΕλλάδα, κατά την κρίσιμη εκείνη περίοδο.

Η έρευνά μας αναφέρεται στους αξιωματικούς και βαθμοφόρους του Π.Ν και Λ.Σ αλλά και στους απλούς ανθρώπους της θάλασσας που ίδρυσαν ή συμμετείχαν στις αντιστασιακές οργανώσεις στην κατεχόμενη Ελλάδα και που οι περισσότεροι πλήρωσαν με τη ζωή τους τον αγώνα αυτόν για την ελευθερία μας. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Γεράσιμος Παγώνης Αρχιεπίσκοπος Αργολίδος (1790-1867) – Πτυχιακή εργασία του  Γεωργίου Καραμπάτσου υποβληθείσα στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη, 2020. 


 

Γεράσιμος Παγώνης Αρχιεπίσκοπος Αργολίδος (1790-1867)

Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε στο πλαίσιο της φοίτησής μου στο Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης για τη λήψη του πτυχίου και πραγματεύεται τα του βίου και της δράσης του Γερασίμου Παγώνη κληρικού – αγωνιστή, Πρωτοσυγκέλλου της Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Καλαμάτας και της Επισκοπής Μεσσήνης και αποβιώσαντος ως Αρχιεπισκόπου Αργολίδος.

Η επιλογή του θέματός μου συνδέεται με την προσεχή επέτειο συμπλήρωσης 200 ετών από τη Μεγάλη Επανάσταση του 1821, για την οποία η συμβολή της Μεσσηνίας ήταν σημαντική. Στο πλαίσιο αυτό θεώρησα υποχρέωσή μου να αναδείξω τον τόπο καταγωγής μου μέσα από μια σπουδαία μορφή της Μεσσηνίας που αγωνίστηκε για τη μεγάλη ιδέα της απελευθέρωσης της πατρίδας κατά την Επανάσταση του 1821, για τη διαμόρφωση του νέου ελληνικού κράτους και για τη συγκρότηση της δομής της Εκκλησίας, της οποίας η δυναμική προσωπικότητα, ο βίος και το έργο δεν έχει ακόμη προβληθεί και αξιολογηθεί όσο θα έπρεπε. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Ο Μάρκος Ρενιέρης και ο «Spectateur de l’Orient» – Οι απόψεις του για τον ελληνισμό | Ρωξάνη Δ. Αργυροπούλου, «Ο Ερανιστής», τόμος 30, Αθήνα, 2021


 

Μάρκος Ρενιέρης (1815 – 1897) Νομικός, λόγιος του 19ου αιώνα, Πανεπιστημιακός καθηγητής, διπλωμάτης που διατέλεσε πρέσβης της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη, υποδιοικητής και διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, πρώτος πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, γεννήθηκε το Νοέμβριο του 1815 στην Τεργέστη και πέθανε στις 8 Απριλίου 1897 στην Αθήνα. Η προσωπογραφία προέρχεται από το «Πανόραμα Νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας 1828-1862», εκδόσεις Κ. Κουμουνδουρέας, Αθήνα, 1995.

Πνεύμα προικισμένο καί γόνιμο, ὁ Μάρκος Ρενιέρης (Τεργέστη 1815 – Ἀθήνα 1897) διαδραμάτισε σημαντικὸ ρόλο στὴ διάπλαση τῆς νεοελληνικῆς ἐθνικῆς ἰδεολογίας καθὼς ἀποδείχθηκε δεινὸς γνώστης τῶν πολιτικῶν καὶ φιλοσοφικῶν ζητημάτων τοῦ καιροῦ του. Ἡ διαδρομή του διακρίνεται γιὰ τὴν ἰδιοτυπία της καθὼς ἡ ἐξοικείωσή του μὲ τὸ φαινόμενο τῆς ἰδεολογικῆς οἰκοδόμησης ἑνὸς ἔθνους ξεκίνησε ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια στὴ Βενετία. Μὲ τὸ ὅραμα τῆς πολιτικῆς ἑνοποίησης τοῦ κατακερματισμένου ἰταλικοῦ ἔθνους ζυμώθηκε μὲ τὶς ἰδέες τοῦ ρομαντισμοῦ καὶ τοῦ φιλελευθερισμοῦ.

Ἔχοντας τὸ πνευματικὸ αὐτὸ ὑπόβαθρο ἐγκαθίσταται τὸ καλοκαίρι τοῦ 1835 στὴν Ἀθήνα καὶ ἡ πορεία τῆς ἐνσωμάτωσής του στὴν ἑλληνικὴ πραγματικότητα ἀποτελεῖ ἕνα ἐξαιρετικὰ ἐνδιαφέρον κεφάλαιο.

Ἐνστερνιζόμενος τὶς προσδοκίες τοῦ νέου κράτους, ἐντάσσεται στὴν τροχιὰ τῶν πνευματικῶν δυνάμεων τοῦ τόπου καὶ ἐξελίσσεται σ’ ἕναν ἀπὸ τοὺς βασικοὺς πρωταγωνιστές. Ἀποκτᾶ ἐπιπρόσθετο κοινωνικὸ κύρος νυμφευόμενος τὴν Ἀνδρομάχη Ζαΐμη, κόρη τοῦ πρόκριτου Ἀνδρέα Ζαΐμη καὶ τῆς Ἑλένης Δεληγιάννη καὶ ἀδελφὴ τοῦ μετέπειτα πρωθυπουργοῦ τῆς Ἑλλάδας Θρασύβουλου Ζαΐμη, προπάππου τῆς Λουκίας Δρούλια. Γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ Μ. Ρενιέρη ἡ Λουκία πάντοτε ἔδειχνε ἕνα εὐδιάκριτο ἐνδιαφέρον. Ἡ ἐνασχόλησή μου ἐδῶ μὲ τὴ δημοσιογραφική του δραστηριότητα ἂς θεωρηθεῖ ὅτι συμβολίζει μία ἀπότιση τιμῆς στὴν ἀγαπητὴ συνάδελφο καὶ φίλη.

Tὸ 1853, ἐνῶ ὁ Ρωσοτουρκικὸς πόλεμος βρισκόταν σὲ ἐξέλιξη, στοὺς κόλπους τῆς ἀθηναϊκῆς κοινωνίας ἐκδηλώνονται πολιτικὲς ζυμώσεις καὶ διχαστικὲς ἐντάσεις. Μὲ τὰ πύρινα ἄρθρα τῆς ἐφημερίδας Αἰών, ἡ ρωσόφιλη παράταξη κέρδιζε τὶς ἐντυπώσεις. Eὕρισκε ἀνταπόκριση σὲ ὅσους θεωροῦσαν τὴ Ρωσία προστάτιδα τῆς ὀρθόδοξης πίστης προσλαμβάνοντας ἀκόμη καὶ συναισθηματικὲς διαστάσεις. Μέσα σ’ αὐτὸ τὸ τεταμένο πολιτικὸ κλίμα πρωτοκυκλοφόρησε στὶς 26 Αὐγούστου/7 Σεπτεμβρίου 1853 τὸ γαλλόφωνο περιοδικὸ Le Spectateur de l’Orient (Ὁ Θεατὴς τῆς Ἀνατολῆς).

Γιὰ τὸ ἐκδοτικὸ αὐτὸ ἐγχείρημα ἀποφασιστικὰ κινητοποιήθηκε μία ὁμάδα ἔγκριτων διανοητῶν καὶ πανεπιστημιακῶν μὲ πολύπλευρη δράση. Στενὰ συνδεδεμένοι μεταξύ τους, πρόκειται γιὰ πρόσωπα ὁρισμένα ἐκ τῶν ὁποίων εἶχαν ὡς ἑτερόχθονες βιώσει λίγα χρόνια πρωτύτερα τὴν ἀπόλυση ἀπὸ δημόσιες θέσεις. Διαμορφωμένοι πνευματικὰ στὴν εὐρυχωρία τῆς ἑλληνικῆς διασπορᾶς, μετεβλήθησαν στὴν κρίσιμη αὐτὴ στιγμὴ σὲ στρατευμένους διανοούμενους τοὺς ὁποίους διακρίνει μία συλλογικὴ πολιτικὴ ταυτότητα. Εἶναι οἱ Κ. Παπαρρηγόπουλος, Ἀλ. Ρίζος Ραγκαβής, Ἰ. Σοῦτσος, Γ. Α. Βασιλείου, Ν. Δραγούμης καὶ Μ. Ρενιέρης.

Ἀπὸ αὐτούς, οἱ Κ. Παπαρρηγόπουλος, Ν. Δραγούμης καὶ Ἀλ. Ρίζος Ραγκαβὴς εἶχαν τὸ 1850 κυκλοφορήσει τὸ περιοδικὸ Πανδώρα, γεγονὸς ποὺ δικαιολογεῖ τὴν παρατηρούμενη συνάφεια τῶν δύο ἐντύπων. Ἡ χρονικὴ σύμπτωση τῆς κυκλοφορίας τοῦ περιοδικοῦ μὲ τὸ ξέσπασμα τοῦ Κριμαϊκοῦ πολέμου δὲν εἶναι τυχαία, καθόσον κίνητρο τῶν ἐκδοτῶν του ἦταν νὰ μὴν παραμείνουν ἀμέτοχοι σὲ οὐσιώδεις πολιτικὲς ἐξελίξεις καὶ ν’ ἀκουστεῖ ἡ φωνή τους σχετικὰ μὲ τὴ διαμόρφωση τοῦ ἐξωτερικοῦ προσανατολισμοῦ τῆς χώρας. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με Συνθηματικό. Για να το δείτε, παρακαλώ εισάγετε το Συνθηματικό παρακάτω.

Read Full Post »

Οικονομικοκοινωνικοί μηχανισμοί και το προυχοντικό φαινόμενο στην Οθωμανική Πελοπόννησο του 18ου αιώνα: Η περίπτωση του Παναγιώτη Μπενάκη – Παπασταματίου Δημήτριος, Διδακτορικό. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ). Σχολή Φιλοσοφική. Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας 2009.


 

Παναγιώτης Μπενάκης, έργο του αρχιτέκτονα και ζωγράφου Γεράσιμου Πιτσαμάνου (1787-1825). Εθνική Πινακοθήκη.

Θέμα της διατριβής αποτελεί η διερεύνηση, καταγραφή και ανασυγκρότηση των στρατηγικών συσσώρευσης οικονομικού κεφαλαίου και κοινωνικής επιρροής του γνωστότερου κοτζαμπάση της Πελοποννήσου κατά τη διάρκεια της περιόδου 1715­1770, του Παναγιώτη Μπενάκη, πρωταγωνιστή των Ορλωφικών και περίπτωσης par excellence χριστιανού μέλους της νέας περιφερειακής οθωμανικής ελίτ του 18ου αιώνα.

Είναι γνωστό ότι το σημαντικότερο γνώρισμα του οθωμανικού 18ου αιώνα ήταν η ανάδυση και εδραίωση των προυχοντικών εξουσιαστικών δομών. Η δράση αυτής της ελίτ, χριστιανικής και μουσουλμανικής, στο ημίφως της οθωμανικής θεσμικής και δικαιικής πρακτικής, οι στρατηγικές με τις οποίες κατέστησαν τον εαυτό τους αναγκαίο για τη βιωσιμότητα των δημοσιονομικών, αστυνομικών, οικονομικών και αργότερα και στρατιωτικών λειτουργιών του κράτους, οι διαθρησκευτικές σχέσεις και συγκροτήσεις πολιτικών σχηματισμών και ο ρόλος τους στη δυναμική των κοινοτήτων αποτελούν σημαντικά ζητήματα προς διερεύνηση.

Καθώς ο πολυσύνθετος χαρακτήρας των φαινομένων και οι περιορισμοί που θέτουν τα τεκμήρια καθιστούν τη σκιαγράφηση του κοινωνικοοικονομικού τοπίου δυσχερή, αυτές οι κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές μπορούν να γίνουν καλύτερα κατανοητές μέσα από τη μελέτη επιμέρους εκδηλώσεων των γενικών φαινομένων (case studies) και την ανάδειξη των νέων θεσμικών, οικονομικών και κοινωνικών συγκροτήσεων στο χαμηλό επίπεδο των τοπικών εξελίξεων, όπου οι ποικίλες παράμετροι που ορίζουν τα φαινόμενα μπορούν να αναπαρασταθούν και να προσληφθούν με μεγαλύτερη ενάργεια. Αυτό δε σημαίνει ότι ο τοπικός χαρακτήρας των γεγονότων τα αποστασιοποιεί από την αλληλοσύνδεση και εξάρτησή τους από τις επικαλύπτουσες δομές ή ότι ο συγκυριακός χρόνος αποτελεί per se ερμηνευτικό εργαλείο σε βάρος των μέσων διαρκειών. Παρ’ όλα αυτά, η περιπτωσιολογική προσέγγιση μπορεί να φέρει στην επιφάνεια της ιστορικής ανασυγκρότησης ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με Συνθηματικό. Για να το δείτε, παρακαλώ εισάγετε το Συνθηματικό παρακάτω.

Read Full Post »

Αργείτικες Κώμες – Άννα Μπανάκα-Δημάκη, «Αρχαιολογικόν δελτίον», τόμος 54, 1999: Μελέτες, 91-102.


 

Η εμμονή των μελετητών στην αναφορά του Άργους, μιας από τις σημαντικότερες περιοχές της αρχαιότητας στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Πελοποννήσου, είναι δικαιολογημένη, καθώς τεκμηριώνεται από αποδείξεις που έρχονται στην επιφάνεια. Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως και με τους αρχαίους οικισμούς που αναπτύχθηκαν κατά περιόδους γύρω από το Άργος. Πρόκειται για θέσεις, όπου τα αρχαιολογικά ευρήματα δηλώνουν την παρουσία μικρών ή μεγαλύτερων οργανωμένων εγκαταστάσεων, από τις οποίες κάποιες επιβιώνουν μέχρι τους νεότερους χρόνους.

Μερικές φορές η ύπαρξή τους βεβαιώνεται από επιγραφικό υλικό. Σύγχρονα τοπωνύμια και ιστορικές αναδρομές στην πεδινή και ορεινή Αργολίδα είναι μια πρώτη αναζήτηση, καταγραφή και σύνδεση των δεδομένων. Μαζί με τις ανασκαφικές μαρτυρίες των τελευταίων ετών γίνεται προσπάθεια ανάπλασης της εικόνας δύο οικισμών.

Δυστυχώς βασικές πηγές της αρχαίας γραμματείας, που αποτελούσαν μέρος της εργογραφίας αργείων ιστορικών, όπου πιθανότατα θα περιλαμβάνονταν στοιχεία για τις αργείτικες κώμες, έχουν διασωθεί εντελώς αποσπασματικά. Έκπληξη τουλάχιστον προκαλεί το γεγονός ότι ο Παυσανίας στην περιγραφή της αργείας χώρας χρησιμοποιεί τον όρο αυτούσιο μία μόνο φορά αναφέροντας την κώμη Λήσσα, ενώ υπονοεί την ύπαρξη περισσοτέρων, καθώς γνωρίζει ότι: «Φορωνεύς δε ο Ινάχου τους ανθρώπους συνήγαγε πρώτον ες κοινόν, σποράδας τέως και εφ’ εαυτών εκάστοτε οικούντας· και το χωρίον ες ο πρώτον ηθροίσθησαν άστυ ωνομάσθη Φορωνικόν». [Ο Φορωνεύς ο γιος του Ινάχου είναι εκείνος που πρώτος συγκέντρωσε τους ανθρώπους σε κοινότητες, ενώ πριν κατοικούσαν διασκορπισμένοι σε δάση και σε όρη. Και γι αυτό το μέρος που για πρώτη φορά συγκεντρώθηκαν ονομάσθηκε «Φορωνικόν άστυ»]. Φαίνεται δε ότι προτιμά το χαρακτηρισμό πόλις εστίν ου μεγάλη αναφερόμενος σε κάποιο πόλισμα.

Σε όλες δε σχεδόν τις περιπτώσεις με άμεσο ή έμμεσο λόγο ακολουθεί η σχέση τους με το Άργος, που ποικίλλει από γεωγραφική, μυθολογική ή ιστορική άποψη. Η σχέση αυτή επιζεί και στα κείμενα άλλων ιστορικών και συγγραφέων, όπως στους Στράβωνα, Ησύχιο, Απολλώνιο Ρόδιο, Στέφανο Βυζάντιο.

Από αυτούς ο Στράβων αποδίδει με μεγαλύτερη ευχέρεια τους οικιστικούς όρους πόλισμα, πολίχνη, κώμη. Τους δυο δε τελευταίους χρησιμοποιεί αδιακρίτως, όταν αναφέρεται στην Ασίνη.

Από επιγραφικές μαρτυρίες, που είναι γνωστές βιβλιογραφικά μέχρι σήμερα, προκύπτει ότι οι αργείτικες κώμες των ιστορικών χρόνων είναι περισσότερες από είκοσι. Αν βασισθουμε σε εξωτερικά κριτήρια, όπως κάποια σωζόμενη μέχρι τις μέρες μας ονοματολογική ομοιότητα, τότε θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε τη Λιμναία π.χ. στην ευρύτερη περιοχή του σημερινού χωριού Λίμνες στα ανατολικά της Πρόσυμνας. Το ξεπέρασμα όμως δυσκολιών, όπως της ακριβούς ταύτισης, είναι μεγάλο και εναπόκειται στα αποτελέσματα των μελλοντικών ανασκαφικών ερευνών.

Από τα στοιχεία απογραφής της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας αποδεικνύεται ότι οι θέσεις έχουν δεχθεί κατά καιρούς διαφορετικές ονομασίες, που σε μία τουλάχιστον από τις περιπτώσεις που θα μας απασχολήσουν το θέμα συνδέεται με σημαντική ιστορική και πολιτική φυσιογνωμία του νεοσύστατου μετά την Επανάσταση του 1821 Ελληνικού Κράτους. Στις μέρες μας είναι γνωστή με το όνομα Σπηλιωτάκη κοιλάδα αγροτική ανάμεσα στα βουνά Ζάβιτσα και Ψωριάρης δίπλα στο ποτάμι Ξοβριάς, που πηγάζει από τα ορεινά του Αχλαδόκαμπου, απέχει 7 χλμ. από τις πηγές της Λέρνας στους Μύλους και 5 χλμ, νοτιοδυτικά από το Κιβέρι. Το τοπωνύμιο συνδέεται με νεότερους ιστορικούς χρόνους και είναι άξιο μνείας. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Older Posts »