Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for the ‘Πρόσωπα & γεγονότα του΄21’ Category

Λόντος Σ. Ανδρέας (1786–1846)


 

Ο Ανδρέας Λόντος ήταν στρατιωτικός και πολιτικός, γεννημένος στο Αίγιο.[1] Ήταν γιος του Σωτηράκη Λόντου και καταγόταν από ισχυρή οικογένεια προυχόντων της Βοστίτσας. Σπούδασε στο σχολαρχείο της Βοστίτσας, το οποίο διεύθυνε ο Ευστάθιος Παλαμάς. Μετά τον αποκεφαλισμό του πατέρα του, το 1812, από τους Τούρκους, ο Ανδρέας Λόντος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη.

 

Ανδρέας Λόντος. Λιθογραφία του Giovani Boggi από το λεύκωμα με 24 πορτραίτα Ελλήνων και Οθωμανών αξιωματούχων που έδρασαν κατά την Ελληνική Επανάσταση με τίτλο: «Collection de portraits des personnages Turcs and Grecs les plus recommes soit par leur cruate soit par leur bravoure dans la guerre actuelle de la Grece», Παρίσι, 1826.

 

Ο Ανδρέας έζησε για ένα διάστημα στην πόλη και επανήλθε στην Πελοπόννησο το 1816. Σύναψε φιλία με τον νέο Μόρα Βαλεσή Σακήρ Αχμέτ και το 1818 αναγορεύτηκε επίσημα σε προεστό με έγγραφο των εκπροσώπων του καζά Βοστίτσας, επικυρωμένο από τον επίσκοπο Κερνίτσης, Προκόπιο.[2] Μυήθηκε στην Φιλική εταιρεία, από τον Πελοπίδα, και εργάστηκε για την προπαρασκευή της επανάστασης.

Μετείχε ενεργά στην Επανάσταση, όπως και οι αδελφοί του Αναστάσιος και Λουκάς. Στις 23 Μαρτίου κήρυξε την επανάσταση στο Αίγιο (Βοστίτσα), εκδίωξε τους Τούρκους χωρίς μάχη και ύψωσε την πρώτη ελληνική επαναστατική σημαία. Στη διάρκεια της επανάστασης διατηρούσε δικό του στρατιωτικό σώμα, με το οποίο πήρε μέρος στην πολιορκία της Πάτρας και του Μεσολογγίου και στις εκστρατείες στην ανατολική και δυτική Ελλάδα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Η οικογένεια των Νοταράδων στην Ελληνική Επανάσταση


 

Πανούτσος Νοταράς. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία, Adam Friedel, Λονδίνο – Παρίσι, 1827.

Μία από τις κοινωνικές ομάδες που θα παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Επανάσταση, είναι αυτή των προκρίτων, αλλιώς κοτζαμπάσηδων. Σ’ αυτήν την κατηγορία ανήκει και η οικογένεια Νοταρά που κατάγεται από τα Τρίκαλα Κορινθίας.

Σύμφωνα με την παραδοσιακή προσέγγιση της Επανάστασης, όλοι οι πρωταγωνιστές της Επανάστασης, ο καθένας από τη θέση του και με βάση τις δυνατότητές του προσέφεραν στην Επανάσταση και τιμώνται εξίσου ως ήρωες του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Η αντίληψη αυτή αγνοεί τις υπαρκτές αντιθέσεις μεταξύ των κοινωνικών ομάδων που αποτελούσαν την ηγεσία των επαναστατημένων Ελλήνων κατασκευάζοντας μία μάλλον ειδυλλιακή εικόνα όπου το έθνος όταν πήρε τα όπλα κατά του κατακτητή διέθετε μία οικονομικά ισχυρή τάξη πρόθυμη να χρηματοδοτήσει τον Αγώνα, τους μεγαλοκαραβοκύρηδες των νησιών και τους προκρίτους, τους Φαναριώτες με υψηλή μόρφωση και διπλωματικές ικανότητες, έτοιμη να διαμορφώσει τη νέα πολιτική εξουσία και την ηγεσία των ενόπλων που την είχαν οι καπετάνιοι του στόλου, οι πρώην Κλέφτες και οι Αρματολοί με τα σώματά τους. Το σχήμα αυτό ισχύει βεβαίως, σ’ έναν βαθμό. Δεν μπορεί, ωστόσο να εξηγήσει το γεγονός ότι οι υπαρκτές αντιθέσεις μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων και των συμφερόντων τους, οι τοπικές διαφορές και οι προσωπικοί ανταγωνισμοί και φιλοδοξίες οδήγησαν σε οξύτατες διαμάχες και σε δύο εμφυλίους πολέμους στη διάρκεια της Επανάστασης κι ακόμη έναν μετά την έλευση του Καποδίστρια το 1828 στην Ελλάδα, στη δε περίπτωση της Κορινθίας είχαμε κι έναν ακόμη, αυτόν μεταξύ του Ιωάννη και του Παναγιωτάκη Νοταρά την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1826. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Αναγνώστης Γκελμπερής (; – 1821) – Από όργανο της εξουσίας μάρτυρας της Ελευθερίας


 

Σε ένα συνέδριο αφιερωμένο στο 1821, νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να παρουσιαστεί ο σχεδόν άγνωστος ήρωας από την Κυνουρία που φέρει το όνομα Αναγνώστης Γκελμπερής. [Ανακοίνωση του κυρίου  Ηλία Γιαννικόπουλου στο 9ο Τσακώνικο Συνέδριο, Λεωνίδιο 17-19 Μαρτίου 2023].

Ο πρωτοσύγκελος Χριστιανουπόλεως και ιστορικός της Επαναστάσεως Αμβρόσιος Φραντζής τον θεωρεί Τσάκωνα. H μελέτη όμως των υπαρχόντων στοιχείων αποδεικνύει ότι καταγόταν από την ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια της Τσακωνιάς, τα Λυμποχώρια. Λυμποχώρια, και κατά παρετυμολογίαν Ολυμποχώρια, ονομάζονταν τα χωριά Άγιος Βασίλειος, Πλατανάκι και Παλαιοχώρι, στις ανατολικές υπώρειες του Πάρνωνα και λίγα χιλιόμετρα δυτικά του Λεωνιδίου, από την ύπαρξη στην περιοχή αυτή της αρχαίας πόλεως Γλυππία, κατά τον περιηγητή Παυσανία, ή, Γλυμπείς, κατά τον ιστορικό Πολύβιο.

Ο ακριβής τόπος καταγωγής του Γκελμπερή έχει αποτελέσει αντικείμενο διαφωνιών, ασφαλώς λόγω αγνοίας των πραγματικών δεδομένων. Έτσι, ο Νικόλαος Σπηλιάδης στον πρώτο τόμο του έργου του θεωρεί ότι ο Γκελμπερής κατάγεται από το Γεράκι, ενώ σε διορθωτική σημείωση στον δεύτερο τόμο του έργου του αναφέρει ότι καταγόταν «από τα Ολυμποχώρια, κατά την επαρχίαν του Αγίου Πέτρου», χωρίς όμως να διευκρινίζει από ποιο ακριβώς χωριό των Λυμποχωρίων. Γερακίτη θεωρεί τον Γκελμπερή και ο Μιχαήλ Λαμπρυνίδης στο γνωστό έργο του «Η Ναυπλία». Ο Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος έχει την άποψη ότι ο Γκελμπερής ήταν αξιωματικός του χωρίου Κοσμά. Το αξιοσημείωτο όμως είναι ότι ενώ για τον ηρωικό θάνατο του Γκελμπερή o Φωτάκος αναφέρει πολλές λεπτομέρειες στα «Απομνημονεύματά» του, δεν τον μνημονεύει καθόλου στο άλλο έργο του «Βίοι Πελοποννησίων ανδρών», όπου τόσοι και τόσοι άλλοι Πελοποννήσιοι ήρωες έχουν βρει την τιμητική θέση τους.

 

Το κάστρο του Γερακιού Λακωνίας.

 

Εξάλλου, τα λήμματα των διαφόρων εγκυκλοπαιδειών είναι τηλεγραφικά και ανεπαρκέστατα. Εξάλλου όλα, αντιγράφοντας προφανώς το ένα το άλλο, προσδιορίζουν ως ιδιαίτερη πατρίδα του το χωριό Άγιος Βασίλειος.

Από συνδυασμό αρχειακών ιστορικών στοιχείων, άγνωστων μέχρι τούδε, και από εσωτερικές μαρτυρίες εγγράφων του ίδιου του Γκελμπερή, αποδεικνύεται ότι ιδιαίτερη πατρίδα του δεν ήταν ούτε το Γεράκι ούτε ο Κοσμάς ούτε ο Άγιος Βασίλειος, αλλά το χωριό Πλατανάκι. Πρέπει όμως να παραδεχθούμε ότι από κάποιο χρονικό σημείο και μετά ο Γκελμπερής εγκαταστάθηκε στον Άγιο Βασίλειο, και αυτό ήταν φυσικό να δημιουργήσει την εντύπωση ότι από εκεί ήταν και η καταγωγή του.

Δυστυχώς, δεν γνωρίζουμε ούτε πότε γεννήθηκε ούτε πού έμαθε τα πρώτα γράμματα. Είναι βέβαιο πάντως ότι διέθετε αρκετή παιδεία, και αυτό αποδεικνύεται από τα 110 και πλέον ανέκδοτα γράμματά του που διασώζονται στο Αρχείο της οικογένειας Περρούκα του Άργους και αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τον άνθρωπο και τη δράση του, αλλά και για τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες στην Τουρκοκρατούμενη Κυνουρία και σε όλη την Πελοπόννησο κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Τα γράμματα αυτά χαρακτηρίζονται από ευχέρεια γραφής, ορθογραφική ακρίβεια και μεγάλη εκφραστική ικανότητα, και είναι όλα δείγματα υψηλού γραμματικού και μορφωτικού επιπέδου, σπάνιου για την τότε ελληνική κοινωνία. Εικάζουμε ότι λόγω των σχέσεών του με πολλούς Τούρκους εγνώριζε και μιλούσε άριστα και την τουρκική γλώσσα. Στο ίδιο Αρχείο της οικογένειας Περρούκα του Άργους διασώζονται επίσης διάφορα ταμειακά Κατάστιχα της επαρχίας Άργους με τη γραφή και υπογραφή του Γκελμπερή. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Πελοποννήσιοι πρόκριτοι στην Επανάσταση του 1821: Από τον Βελή Πασά στον Ιωάννη Καποδίστρια – Δημήτρης Μπαχάρας


 

Η ιστορία των πελοποννησίων προκρίτων στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 αποτελεί ακόμη και σήμερα σημείο τριβής τόσο για τους ιστορικούς όσο και για τη δημόσια ιστορία. Τελικά οι πρόκριτοι ήταν πράγματι οι «κακοί»; Ήταν οι απεχθείς συμφεροντολόγοι που εμπόδιζαν τον ηρωικό Παπαφλέσσα να ξεκινήσει την Επανά­σταση; Ήταν αυτοί που μισούσαν τον Κολοκοτρώνη και τους άλλους οπλαρχηγούς, και διεκδικούσαν αποκλειστική νομή της εξουσίας; Αυτοί που, όταν κινδύνεψαν, αλλαξοπίστησαν ή έτρεξαν να σώσουν το τομάρι τους;

Παπαφλέσσας. Επιζωγραφισμένη λιθογραφία. Adam Friedel.

Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα, που ανακύπτουν εύλογα, αν ανοίξει κανείς ένα σχολικό εγχειρίδιο ή αν διαβάσει τα πάμπολλα αφιερώματα για το 1821 στον Τύπο κατά τη διάρκεια αυτού του έτους (2021), δεν είναι απλή ούτε μπορεί να απαντηθεί καταφατικά ή αρνητικά με ένα ναι ή ένα όχι. Αλλά προτού ξεκινήσει κανείς μια προ­σπάθεια πραγματικής και ειλικρινούς παρουσίασης των προκρίτων, πριν και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, θα έπρεπε να αρχίσει από την απλή, αλλά όπως φαίνεται καθόλου δεδομένη, παραδοχή ότι οι πρόκριτοι δεν αποτελούσαν ποτέ ενιαία ομάδα κοινών συμφερόντων λόγω κοινής κοινωνικής τάξης / στρώματος / κατηγορίας.[1] Αντιθέτως, τα πολλά και αντικρουόμενα συμφέροντα τους οδηγούσαν πολλές φορές σε έντονες διαμάχες που έφταναν έως και τις δολοφονίες, με απίστευτους μηχανισμούς δολοπλοκιών, που ξεκινούσαν από μικρότερης εμβέλειας προκρίτους, επεκτείνονταν στην πρωτεύουσα του πασά, την Τρίπολη, και κατέληγαν πολλές φορές στην πρωτεύ­ουσα Κωνσταντινούπολη, και στους ακόμη πιο περίπλοκους μηχανισμούς διαπλοκής, μηχανορραφιών και κέντρων επιρροής της Υψηλής Πύλης και του ίδιου του σουλτάνου. Έτσι, θα ήταν ανώφελο να εξετάσουμε τους προκρίτους ως ενιαίο σώμα απέναντι π.χ. στους οπλαρχηγούς ή τους ετερόχθονες, καθώς ποτέ δεν αποτέλεσαν κάτι τέτοιο, παρά την περί του αντιθέτου κυρίαρχη εικόνα που επικρατεί έως σήμερα.

Ας δούμε, λοιπόν, πρώτα τα διαφορετικά δίκτυα των προκρίτων, προεπαναστα­τικά, για να κατανοήσουμε και τις κυρίαρχες ομάδες. Το 1806 πασάς στην Πελοπόν­νησο είχε διοριστεί ο Βελής, γιος του Αλή πασά, ο οποίος είχε εξαιρετικές σχέσεις με την οικογένεια Λόντου της Βοστίτσας. Έτσι, όσοι πρόκριτοι βρέθηκαν στο πλευρό του Λόντου ευνοήθηκαν σε όλη τη διάρκεια της διοίκησης του Βελή (δηλαδή έως το 1812). Αντιθέτως, όσοι βρέθηκαν στο αντίπαλο στρατόπεδο (η πανίσχυρη την εποχή εκείνη οικογένεια Δεληγιάννη, της Καρύταινας, αλλά και άλλοι ισχυροί πρόκριτοι όπως ο Κανακάρης, ο Χαραλάμπης ή ο Περρούκας) δυσανασχετούσαν υπό το βάρος της εξουσίας του Βελή. Η σύσταση κοινής συμμαχίας των δυσαρεστημένων με τους Τούρκους αγιάνηδες και αγάδες δεν άργησε να έρθει, όταν τα κοινά συμφέροντα οδήγησαν τις συγκεκριμένες ομάδες προκρίτων να συνεργαστούν, προκειμένου να φύγει ο Βελής, κάτι που τελικά πέτυχαν με τη βοήθεια πολλών και διαφορετικών μέ­σων πίεσης, που διέθετε κάθε ομάδα στην Κωνσταντινούπολη και στους εκεί υψηλά ιστάμενους αξιωματούχους (όπως ο Χαλέτ εφέντης).

Η έλευση του Ιντσελί Σεγίντ Αχμέτ πασά στην Πελοπόννησο, τον Σεπτέμβριο του 1812, σήμανε την έναρξη μιας περιόδου κυριαρχίας για την οικογένεια Δεληγιάννη και τους συμμάχους της. Έτσι, όπως θα γράψει και ο Βλαχογιάννης, «όσο έμεινε ο Ιντζελή-Αχμέτ Πασσάς, χάρηκε κι ο «Γέρος του Μωριά» τη δύναμή του»,[2] ενώ ταυτοχρόνως ευνοήθηκαν και οι τούρκοι αγιάνηδες και αγάδες που συμμαχούσαν με τον γέρο Δεληγιάννη.[3]

Από τις πρώτες κινήσεις του Ιντσελή Σεγίντ Αχμέτ πασά ήταν να κόψει το κεφάλι του Σωτηράκη Λόντου και λίγο αργότερα να καθαιρέσει τους προεστούς του Λόντου, που είχαν δολοφονήσει στην επαρχία Εμπλακίων τον δεληγιαννικό Αναγνώστη Παπατσώνη, και στη θέση τους να διορίσει προεστούς τον γιο του Παπατσώνη, Δημήτρη, καθώς και τους Αναγνώστη Κωστόπουλο και Βεργή Αναστασόπουλο.[4] Έτσι, οι πρόκριτοι γύρω από τον Λόντο θα οπισθοχωρήσουν αυτό το διάστημα διωκόμενοι, αλλά παράλληλα θα αρχίσουν και να προετοιμάζονται για την επόμενη αλλαγή πασά.[5] (περισσότερα…)

Read Full Post »

Georges Jarvis (1798 Altona -1828 Άργος) – Ένας  λησμονημένος σπουδαίος Αμερικανός Φιλέλληνας


 

Ένα απροσδόκητο εύρημα τον Αύγουστο του 1982 στην οικία Ζωγράφου στην Ερμιόνη, πού συνδέεται πολύ στενά με τον πύργο των Βούλγαρη (Βουλγαρέικα), μας θυμίζει έναν από τους ηρωικότερους Φιλέλληνες στον αγώ­να για την ανεξαρτησία του 1821, τον Αμερικανό (από πατέρα) Georges Jarvis, που άφησε πατρίδα, οικο­γένεια και σπουδές στην Γερμανία και σε ηλικία 24 ετών ήλθε την άνοιξη του 1822 στην Ύδρα για να εντα­χθεί στον αγώνα των Ελλήνων κατά του Τουρκικού ζυγού και να δώσει και την ζωή του για την Ελλάδα.

Κατά την διάρκεια κτιριακών επι­σκευών στην οικία Ζωγράφου βρέ­θηκε λοιπόν από τον εργολάβο (και Πρόεδρο της Κοινότητος τότε) Μόδεστο Καρακατσάνη ένα μεγάλο άθινο κιβώτιο, που εύκολα διαπιστώ­θηκε ότι περιείχε μεγάλο μέρος του αρχείου της Οικογένειας Εμμανου­ήλ Βούλγαρη, αδελφού του Δημητρίου και του Νικολάου Βούλγαρη, και είχε μεταφερθεί αρχικά στο κτή­μα και στον πύργο του από την Ύδρα για φύλαξη. ο αείμνηστος Καρακατσάνης είχε την διορατικότητα να αντιληφθεί την αξία του και να ειδο­ποιήσει αμέσως τον Πρόεδρο του «Ερμιονικού Συνδέσμου» κ. Από­στολο Γκάτσο, ο οποίος φρόντισε για μια πρώτη ταξινόμηση, κατα­γραφή και κατάθεση του «αρχείου Βούλγαρη» στην παρακείμενη στον πύργο Βούλγαρη και καλά φυλασ­σόμενη Βιβλιοθήκη της I. Μονής των Αγίων Αναργύρων.

 

Άποψη της Ύδρας στα τέλη του 18ου αιώνα. Castellan “Lettres sur la Morée”, Paris 1808.

 

Το σημαντικότερο τώρα: μέσα στο κιβώτιο του «αρχείου Βούλγαρη» καλά συσκευα­σμένοι βρέθηκαν μερικοί φάκελοι με πλούσια αλληλογραφία και άλλα έγγραφα στο όνομα του Georges Jarvis. Η εξήγηση είναι απλή. Ο Jarvis έγινε πολύ πρόθυμα δεκτός και έδρασε με την φροντίδα, στορ­γή και φιλοξενία της οικογένειας του συνομηλίκου του Δημητρίου Βούλγαρη, του μετέπειτα πρωθυ­πουργού κλπ, κλπ. Στο αρχοντικό τους στην Ύδρα εναπέθετε τα προσωπικά του είδη και το αρχείο του (μαρτυρία του ίδιου σε επιστολή του από 28.4.1823, ότι άφησε πράγματά του στο αρχοντικό Βούλ­γαρη), κι εδώ κατέληξε ό,τι άφη­σε πεθαίνοντας αδόκητα στα 1828 στο Άργος από τύφο! (περισσότερα…)

Read Full Post »

George Jarvis – Από την Αλτόνα στην Ερμιόνη | Ο πρώτος Αμερικανός εθελοντής στην Επανάσταση του 1821


 

Πρόλογος[1]

 

Αντιλαμβανόμαστε γενικά ότι είναι δύσκολο να αποτιμηθεί συνολικά η προσφορά των ξένων εθελοντών στην ελληνική υπόθεση. Η ιστορία του Φιλελληνισμού κινείται ουσιαστικά μέσα στα πλαίσια του θρύλου. Το κοινό αίσθημα, η σχολική διδασκαλία της ιστορίας του Εικοσιένα και οι προφορικές διηγήσεις από γενιά σε γενιά, υποβαθμίζουν την προσπάθεια για εμβάθυν­ση στην αντικειμενική κριτική θεώρηση της ιστορίας μας. Ποιές οι θετικές και ποιές οι αρνητικές πλευρές στο σύνολο των ξένων συμπολεμιστών; Ποιοί ήσαν οι γνήσιοι φιλέλληνες, ποιοί οι τυχοδιώκτες και ποι­οι οι πράκτορες των Μεγάλων Δυνάμεων; Ωφέλησαν την υπόθεση της ελληνικής ανεξαρτησίας οι ξένοι που κατέβηκαν στην Ελλάδα και σε ποιό βαθμό; Πολλές φορές αγνοήθηκαν ξένοι εθελοντές, που έδειξαν ηρω­ισμό, ήθος, ανιδιοτέλεια και συνέπεια, όπως συμβαί­νει εν πολλοίς στη περίπτωση του George Jarvis, κα­θώς και αυτών που έπεσαν στη μάχη του Πέτα και σε άλλα πεδία μαχών και αντίθετα, τιμήθηκαν εκείνοι οι εθελοντές με αποδεδειγμένη αρνητική παρουσία στην Επανάσταση. Για να βγάζουμε την αλήθεια σε κάθε πε­ρίπτωση πρέπει να την εξετάζουμε ιδιαίτερα.

Στις υπάρχουσες ιστορικές πηγές ο Αμερικανός εθελοντής George Jarvis είναι ο πιο χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του ξένου αγωνιστή και φιλέλληνα, που πολέμησε και πρόσφερε τη ζωή του στον ιερό και ηρω­ικό αγώνα των Ελλήνων με τις πιο ειλικρινείς προθέσεις του  χωρίς υστεροβουλίες. Εγκατέλειψε τα πάντα, σπουδές, πατρίδα, γονείς και μέλλον και ήρθε πρώτος από τους Αμερικανούς στην επαναστατημένη Ελλάδα, τη νέα πατρίδα του, όπως την αποκαλούσε. Άγνωστος μέσα σε αγνώστους, μόνο με την αγάπη του για την ελευθερία και την Ελλάδα, αγωνίστηκε κοντά στους θαλασσινούς και στεριανούς επαναστάτες, Υδραίους και Ερμιονίτες, και διακρίθηκε παίρνοντας σταθερά με την αξία του τα αξιώματα του ναυτικού και του στρα­τού, ούτως ώστε να φτάσει μέχρι τον βαθμό του Αντιστρατήγου.

 

«Ο Θεμιστοκλής», υδατογραφία, έργο του Αντωνίου Ε. Κριεζή (1872-1944). Αντίγραφο από έργο του Antoine Roux που φιλοτεχνήθηκε στη Μασσαλία το 1811. Ο πίνακας απεικονίζει το μπρίκι Θεμιστοκλής της νήσου Ύδρας με ρωσική σημαία. Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας.

 

Η πρωτοφανής, βέβαια, συρροή των εθελοντών στην υπόδουλη Ελλάδα δεν ήταν διόλου ανυστερό­βουλη. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι εθελοντές απέβλεπαν σε αξιώματα, βαθμούς και απόκτηση πε­ριουσίας, διότι σε αρκετές περιπτώσεις ορέγονταν τα τουρκικά κτήματα, τα σπίτια, τους θησαυρούς και τις περιουσίες τους, ενώ ήταν απαιτητικοί και αξίωναν μεγάλους μισθούς, αξιώματα στο στρατό και στη δη­μόσια διοίκηση καθ’ ην στιγμή δεν υπήρχε τακτικός στρατός και δημόσιο Ταμείο. Ο Τζωρτζ Τζάρβις βρισκό­ταν στην άλλη άκρη. Ήταν ο πιο αγνός ήρωας που αγα­πούσε την ελευθερία και γι’ αυτό κατέβηκε στην Ελλάδα. Στόχος της ιστορίας δεν είναι να στηλιτεύσει ή να καταδικάσει, αλλά να αναζητήσει την αλήθεια και τα αίτια των γεγονότων. Και αυτό προσπαθούμε… (περισσότερα…)

Read Full Post »

Γεράσιμος Παγώνης Αρχιεπίσκοπος Αργολίδος (1790-1867) – Πτυχιακή εργασία του  Γεωργίου Καραμπάτσου υποβληθείσα στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη, 2020. 


 

Γεράσιμος Παγώνης Αρχιεπίσκοπος Αργολίδος (1790-1867)

Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε στο πλαίσιο της φοίτησής μου στο Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης για τη λήψη του πτυχίου και πραγματεύεται τα του βίου και της δράσης του Γερασίμου Παγώνη κληρικού – αγωνιστή, Πρωτοσυγκέλλου της Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Καλαμάτας και της Επισκοπής Μεσσήνης και αποβιώσαντος ως Αρχιεπισκόπου Αργολίδος.

Η επιλογή του θέματός μου συνδέεται με την προσεχή επέτειο συμπλήρωσης 200 ετών από τη Μεγάλη Επανάσταση του 1821, για την οποία η συμβολή της Μεσσηνίας ήταν σημαντική. Στο πλαίσιο αυτό θεώρησα υποχρέωσή μου να αναδείξω τον τόπο καταγωγής μου μέσα από μια σπουδαία μορφή της Μεσσηνίας που αγωνίστηκε για τη μεγάλη ιδέα της απελευθέρωσης της πατρίδας κατά την Επανάσταση του 1821, για τη διαμόρφωση του νέου ελληνικού κράτους και για τη συγκρότηση της δομής της Εκκλησίας, της οποίας η δυναμική προσωπικότητα, ο βίος και το έργο δεν έχει ακόμη προβληθεί και αξιολογηθεί όσο θα έπρεπε. (περισσότερα…)

Read Full Post »

«Έλληνες Στρατιώτες κατά τη διάρκεια των Εξεγέρσεων του 1829», έργου του Γάλλου ζωγράφου Théodore Leblanc (Τεοντόρ Λεμπλάν, 1800 – 1837). Brown University Library.

 

Théodore Leblanc – «Έλληνες Στρατιώτες κατά τη διάρκεια των Εξεγέρσεων του 1829»

 

Ο Γάλλος στρατιωτικός και ζωγράφος Théodore Leblanc (1800;-1837) παρέμεινε στην Ελλάδα και την Ανατολή περίπου τρία χρόνια, πιθανότατα μεταξύ των ετών 1828 και 1831. Αν και βρέθηκε την ίδια περίπου περίοδο και στους χώρους όπου δραστηριοποιήθηκε η Γαλλική Επιστημονική Αποστολή του Μωριά (1829-1830), εντούτοις ο ίδιος κινήθηκε ανεξάρτητα. Αργότερα έλαβε μέρος στη Γαλλική Εκστρατεία στην Αλγερία (1833) και πέθανε από τα τραύματά του κατά την πολιορκία της πόλης Constantine, όπου υπηρετούσε ως λοχαγός του γαλλικού στρατού το 1837.

 Οι πίνακές του είναι εξαιρετικά σπάνιοι και εκτός από προσωπογραφίες περιλαμβάνουν και σκηνές με αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης και στιγμιότυπα από τον καθημερινό βίο στις περιοχές όπου βρέθηκε και σχεδίασε. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Οικονομίδης Ιωάννης Τρ. (; – 1861) – Αγωνιστής στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, Συμβολαιογράφος Ναυπλίας (Φθινόπωρο 1858 – Μάιος 1861)


 

Ο Ιωάννης Τρύφωνος Οικονομίδης, με καταγωγή από τη Βυτίνα του δήμου Νυμφασίας  της επαρχίας Γορτυνίας, αποτελεί την πλέον αντιπροσωπευτική μορφή του συμβολαιογράφου – αγωνιστή,  που συμμετείχε σε μία εκτεταμένη σειρά από μάχες για τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, από την έκρηξη αυτού έως το τέλος. Σχετικά έγγραφα υπάρχουν τόσο στα Γενικά Αρχεία του Κράτους όσο και στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών.

Ειδικότερα στα Γ.Α.Κ.  εντοπίζεται ένας φάκελος  που περιέχει μια σειρά  επτά εγγράφων που αφορούν το αίτημα του Ιωάννη Τρ. Οικονομίδη  να λάβει το αργυρό μετάλλιο και το σχετικό αριστείο αντί του χάλκινου για τη συμμετοχή του στον Αγώνα. Ο φάκελος περιέχει:

α) μία  αίτηση που απευθύνεται προς τον επί των στρατιωτικών Β’ γραμματέα της Επικρατείας (υπουργό Εθνικής Άμυνας, σύμφωνα με τη σημερινή ορολογία), με θέμα περί αριστείου, από τον διοικητή Γορτυνίας. Η αίτηση συντάσσεται τον Οκτώβριο του 1839.

β) Μία τρισέλιδη επιστολή, με ημερομηνία 22 Σεπτεμβρίου 1839, στην οποία ο Ιωάννης Τρ. Οικονομίδης περιγράφει τι έκανε στον Αγώνα, μιλά για τον θανόντα πατέρα του και τα αδέλφια του και αναπτύσσει το αίτημά του. Αναφέρει ότι γεννήθηκε και είναι δημότης του δήμου Νυμφασίας και ότι υπηρέτησε τον Αγώνα από την αρχή, υπό τις διαταγές του Βασιλείου Πετιμεζά, με βαθμό υποχιλιάρχου. Το 1833 έλαβε  δίπλωμα με τον βαθμό του από την κυβέρνηση. Επίσης, ενημερώνει ότι η δράση του επιβεβαιώνεται από τον Βασίλειο Πετιμεζά και από σχετική βεβαίωση του Θ. Κολοκοτρώνη, υπογεγραμμένη στις 20 Ιουνίου.

γ) Την από 20 Ιουνίου 1839, συνταχθείσα στα Καλάβρυτα βεβαίωση του Βασιλείου Πετιμεζά, που βεβαιώνει τη δράση του Οικονομίδη δίπλα του.

δ) Την από 22 Φεβρουαρίου 1839, συνταχθείσα στην Βυτίνα, βεβαίωση του δημάρχου Νυμφασίας,  ένα είδος πιστοποιητικού ποινικού μητρώου, που βεβαιώνει ότι ο Οικονομίδης δεν έχει κατηγορηθεί ή καταδικαστεί ποτέ και ότι η διαγωγή του ήταν πάντα άριστη.

ε) Τέλος, την από 25 Φεβρουαρίου  1840  επιστολή της Γραμματείας Εσωτερικών, υπογεγραμμένη από τον Μαυροκορδάτο, δια της οποίας εντέλλεται η διοίκηση Γορτυνίας να χορηγήσει στον Οικονομίδη το χάλκινο αριστείο.[1]

 

Βεβαίωση αγωνιστών με τις μάχες στις οποίες συμμετείχε ο Ιωάννης Τρ. Οικονομίδης. Πηγή: Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος.

(περισσότερα…)

Read Full Post »

Είχε σημασία η διαφορετική γλώσσα; Οι αλβανόφωνοι ορθόδοξοι (Αρβανίτες) στην Ελληνική Επανάσταση – Λάμπρος Μπαλτσιώτης[1]


 

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μία προσπάθεια προσέγγισης του πώς βίωναν τη διαφορετική γλώσσα και εθνότητα ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού αυτοί που «πήραν τα όπλα» κατά την Επανάσταση του 1821. Τα έγγραφα και τα κείμενα που χρησιμοποιήσαμε περιορίζονται ουσιαστικά σε όσα γράφτηκαν μέχρι και τη δεκα­ετία του 1840, καθώς όσο προχωράμε στον 19° αιώνα φαίνεται ότι μεταβάλλονται οι προσλήψεις για τις διαφορετικές γλωσσοπολιτισμικές ομάδες, κάτι που αντανακλάται και σε όσους έγραφαν για τις προηγηθείσες χρονικές περιόδους. Καθώς από ένα χρονικό σημείο και πέρα τα εδάφη που διεξάγονταν οι ένοπλες συγκρούσεις, τουλάχιστον οι χερσαίες, περιορίστηκαν στη σημερινή νοτιότερη Ελλάδα, το πληθυσμιακό βάρος όσων αναφέρονταν ως Αλβανοί σε λόγιες μορφές της γλώσσας και Αρβανίτες στις καθομιλούμενες αυξήθηκε.[2]

Ένα σημαντικό τμήμα του πληθυ­σμού των περιοχών που συμπεριλήφθηκαν στον πρώτο ελληνικό κράτος είχε ως μητρική γλώσσα τα αρβανίτικα, δηλαδή μία αλβανική γλώσσα που είχε εξελιχθεί για αρκετούς αιώνες χωρίς σημαντική επίδραση από τις εξελίξεις της γλώσσας στις συμπαγείς περιοχές αλβανοφωνίας των Δυτικών Βαλκανίων. Πρόκειται για εξέλιξη τοσκικών ιδιωμάτων που είναι αρκετά κοντά στην τσάμικη υποδιάλεκτο.[3] Είναι μάλλον αδύνατον να υπολογίσουμε με σχετική ακρίβεια το πόσοι ακριβώς ήταν οι αλβανόφωνοι και τι ποσοστό του πληθυσμού αποτελούσαν. Οι υπολογισμοί δεν σχετίζονται μόνο με τα μειωμένης αξιοπιστίας στατιστικά δεδομένα, αλλά και με τις πληθυσμιακές ανακατατάξεις που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της περιόδου 1821-1830, αλλά και στη συνέχεια. Οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί είτε σφαγιάζονται είτε αποχωρούν,[4] νέοι πληθυσμοί ορθοδόξων εγκαθίστανται ως πρόσφυγες, και αργότερα ως μετανάστες, ενώ την επαύριον της παύσης των εχθροπραξιών ένα νέο κύμα μετανάστευσης ξεκινά από το νέο κράτος κυρίως προς την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι υπολογισμοί δυσχεραίνονται ακόμη περισσότερο από το γε­γονός ότι ήδη στις αρχές του 19ου αιώνα σε κάποιες περιοχές, ειδικά στη δυτική Πελοπόννησο αλλά και αλλού, είχε αρχίσει η γλωσσική μετατόπιση από τα αρβανίτικα στα ελληνικά. Ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα πρώιμης γλωσσικής μετατόπισης συνιστούν οι μουσουλμάνοι Λαλιώτες.

 

Γλωσσικός χάρτης της Πελοποννήσου – 1890 – του Γερμανού γεωλόγου και γεωγράφου Alfred Philippson (1864-1953). Η αλβανοφωνία σημειώνεται με κόκκινο.

 

Παρόλα αυτά, στις αρχές του 19ου αιώνα αρκετές από τις περιοχές αλβανοφωνίας παραμένουν ιδιαίτερα συμπαγείς και καλύπτουν μεγάλες περιοχές του μετέπειτα κράτους. Σε μερικές από αυτές αρκετοί άρρενες ενήλικες εξακολουθούν να αγνοούν τα ελληνικά όχι μόνο τις δε­καετίες που εξετάζουμε αλλά σε ορισμένους οικισμούς μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα.[5] Τα αρβανίτικα άλλωστε θα συνεχίσουν να αποτελούν τη lingua franca [Κοινή γλώσσα ή διάλεκτο] (langue vehiculaire) σε πολλές περιοχές της χώρας ή τη γλώσσα που εξακολουθούσε να έχει ειδική λειτουργία στους ενόπλους και στο ναυτικό.[6] Οι αλβανόφωνοι κάτοικοι των περιοχών που συμπεριλήφθηκαν στον νέο κράτος υπερβαίνουν το ένα πέμπτο του πληθυσμού, αλλά δύσκολα θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αγγίζουν το ένα τέταρτο. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Older Posts »