Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for the ‘Φιλἐλληνες’ Category

Χάνσεν Χριστιανός (Christian Hansen, 1803-1883)


 

Χάνσεν Χριστιανός (Christian Hansen, 1803-1883)

Ο Δανός Χριστιανός Χάνσεν σπούδασε στην Αρχιτεκτονική Σχολή της Ακαδημίας Κα­λών Τεχνών της Κοπεγχάγης. Το 1829, έπειτα από διαγωνισμό, κέρδισε μια υπο­τροφία, η οποία του παρείχε τη δυνατότητα να επισκεφτεί καλλιτεχνικά κέντρα της Γερμανίας και της Ιταλίας. Το 1831 έφτασε στη Ρώμη και αφιέρωσε δύο χρόνια στη μελέτη της αρχαίας ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής.

Το 1833, μετά από αίτηση προς την Ακαδημία Καλών Τεχνών, η υποτροφία του παρατάθηκε για λίγους μήνες με σκοπό να εκπληρώσει τη μεγάλη του επιθυμία, να επισκεφθεί την Ελλάδα αναζητώντας την τέχνη στο λίκνο της. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Fredrika Bremer (1801-1865)


 

Η Φρέντρικα Μπρέμερ γεννήθηκε στο Τούρκου της Φινλανδίας και ήταν γόνος εύπορης και καλλιεργημένης οικογένειας. Το 1804 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Στοκχόλμη της Σουηδίας, όπου και πέρασε τα παιδικά της χρόνια λαμβάνοντας μόρφωση σε διάφορους τομείς. Σπούδασε στην Γερμανία, την Ολλανδία και την Ελβετία και αργότερα στη Νορβηγία.

 

Fredrika Bremer (Φρέντρικα Μπρέμερ, 1801-1865)

 

Η Μπρέμερ έγραψε λογοτεχνικά έργα που έχουν σήμερα ιστορικό ενδιαφέρον, καθώς περιγράφουν τη Σουηδία των ημερών της. Ήταν ανήσυχο πνεύμα με πλούσια φιλανθρωπική δράση, ενώ υπήρξε πρωτοστάτης του γυναικείου κινήματος στη Σουηδία. Πεπεισμένη για τις ικανότητές της και για μια ιδιαίτερη αποστολή που θεωρούσε πως είχε να επιτελέσει, αποφάσισε να μείνει ανύπαντρη. Το 1849 επισκέφθηκε τις ΗΠΑ, όπου έμεινε για δύο χρόνια, στη διάρκεια των οποίων επισκέφθηκε και την Κούβα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Jean Nicolas Maquart (Ζαν Νικολά Μακάρ, 1786-1856)


 

Jean Nicolas Maquart (Ζαν Νικολά Μακάρ, 1786-1856)

O Ζαν Νικολά Μακάρ γεννήθηκε το 1786 στην Σαρλεβίλ των Αρδεννών (Charleville – Ardennes). Ο πατέρας του ήταν κατασκευαστής λαβών για μαστίγια. Το 1800 πηγαίνει στο Παρίσι και διαμένει στη γιαγιά του καθώς έχει εγγραφεί και φοιτά στη Σχολή Διοικήσεως των Στρατιωτικών Επιτρόπων (πρόκειται για την Υπηρεσία Διαχείρισης του Στρατού ή αλλιώς Επιμελητεία). Το 1805 λαμβάνει τη διαταγή να παρουσιαστεί στο Στρασβούργο υπό τις διαταγές του Πιερ Φρανσουά Ντιφρέσν (Pierre Francois Dufressne), που υπηρετεί στο Στρατηγείο της Α.Ε. του Πρίγκηπα του Νεσατέλ (Νeuchatel), στρατηγού Αλέξανδρου Μπερτιέ (Alexandre Berthier), Υπουργού Ενόπλων Δυνάμεων, Αρχιστράτηγου της μεγάλης στρατιάς του Αυτοκράτορα Ναπολέοντα Α΄. Λόγω αυτής της θέσης, συμμετέχει σε όλες τις ναπολεόντειες εκστρατείες για τις οποίες καταγράφει τα γεγονότα στις σημειώσεις του: 1805 (Ουλμ & Αούστερλιτζ), 1806 (Αυστρία), 1807-1808 Πρωσία & Πολωνία, 1809-1810 Γερμανία, 1812 Ρωσία, 1813 Σαξονία, 1814 Γαλλία. Στη συνέχεια και κατά τις περιόδους:

  • 1823-1824 υπηρετεί στη στρατιά των Πυρηναίων.
  • 1825-1827 υπηρετεί στο στρατό κατοχής της Ισπανίας.
  • 1828-1831 συμμετέχει στο Στρατιωτική Αποστολή στο Μοριά ως Διαχειριστής.
  • 1831-1832 βρίσκεται στο Βέλγιο.
  • Το 1835 παντρεύεται στη Μπουγιόν (Bullion) σε ηλικία 49 ετών την Φρανσουάζ Σχολαστίκ Φουκάρ (Francoise Scholastique Foucart) 24 ετών, με την οποία θα έχει δυο κόρες.
  • Τελειώνει τη στρατιωτική του καριέρα στη στρατιά του Βορρά, στη Ρουέν (Rouen) με το βαθμό του Συνταγματάρχη και στις 10 Απριλίου 1848 συνταξιοδοτείται.
  • Τιμήθηκε με τους τίτλους: Ιππότης (1823), Ιππότης του Βασιλικού Στρατιωτικού Τάγματος του Αγ. Φερδινάνδου (1827) με διαταγή του Βασιλιά της Ισπανίας Φερδινάνδου VII, Αξιωματικός της Λεγεώνας της Τιμής (1833).

(περισσότερα…)

Read Full Post »

Επίδαυρος, υδατογραφία του Ζαν Νικολά Μακάρ (Jean Nicolas Maquart), 1829. Δημοσιεύεται στο: «Το ταξίδι του Συνταγματάρχη Jean Nicolas Maquart στην επαναστατημένη Ελλάδα (Πελοπόννησος 1828-1831)» – Γεώργιος Η. Κόνδης – Yves Ollivier.

 Στην Επίδαυρο αποτυπώνει τη δεξαμενή στο Ιερό [του Απόλλωνα Μαλεάτα] και το λιμάνι της Επιδαύρου έχοντας στο βάθος τα βουνά των Μεθάνων. Το Μαύρο χρώμα των βουνών παραπέμπει στο ηφαίστειο των Μεθάνων.  

 

Επίδαυρος, υδατογραφία του Ζαν Νικολά Μακάρ (Jean Nicolas Maquart), 1829. Δημοσιεύεται στο: «Το ταξίδι του Συνταγματάρχη Jean Nicolas Maquart στην επαναστατημένη Ελλάδα (Πελοπόννησος 1828-1831)» – Γεώργιος Η. Κόνδης – Yves Ollivier. Στην Επίδαυρο αποτυπώνει τη δεξαμενή στο Ιερό [του Απόλλωνα Μαλεάτα] και το λιμάνι της Επιδαύρου έχοντας στο βάθος τα βουνά των Μεθάνων. Το Μαύρο χρώμα των βουνών παραπέμπει στο ηφαίστειο των Μεθάνων.

 

Ο Ζαν Νικολά Μακάρ, γεννημένος το 1786, ως στρατιωτικός συμμετέχει σε όλα τα μεγάλα στρατιωτικά γεγονότα και ιδιαίτερα στις εκστρατείες, το 1805-1814, του Μέγα Ναπολέοντα, για τις οποίες καταγράφει πολλές πληροφορίες στο ημερολόγιό του. Την περίοδο 1828-1831 συμμετέχει στην Στρατιωτική Αποστολή του Μοριά. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Η Προσφορά των Φιλελλήνων στην Οργάνωση του Ένοπλου Αγώνα – Υπό κ. Δημήτρη Μαλέση, διδάσκοντος της Ιστορίας στην ΣΣΕ


 

Η φιλελληνική στάση ως ιδεολογικό και πνευματι­κό ρεύμα, εμπνευσμένο από τα αισθητικά πρότυ­πα και την παιδεία του ελληνικού πολιτισμού, συ­νιστά ένα διαχρονικό φαινόμενο, αναγόμενο στην αρχαιότητα, περνά μέσα από τη ρωμαϊκή κατάκτηση, τους μέσους χρόνους και φτάνει έως τους νεότερους χρόνους της Αναγέννη­σης και του Διαφωτισμού. Ως αναπόδραστη απόληξη, κορυφώνεται κατά τη διάρκεια του αγώνα της ανεξαρτησίας (1821 -1830), με πολ­λαπλές συνέπειες κυρίως ωφέλιμες για την εθνική υπόθεση των επαναστατημένων Ελ­λήνων.

Προκειμένου να κατανοηθεί το κίνη­μα του φιλελληνισμού θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι περιστάσεις που επικρατούσαν στη Γηραιά Ήπειρο, συνεπώς τα αίτια που το κατέ­στησαν μια από τις πιο σημαντικές παραμέ­τρους της Επανάστασης. Αναφερόμαστε αφ’ ενός στο διάχυτο αισθητικό ρεύμα του κλα­σικισμού και του ρομαντισμού κι αφετέρου στην επαναστατική πλημμυρίδα του φιλελευθερισμού, η οποία κατέκλυσε την Ευρώπη μετά τη Γαλλική Επανάσταση, ως ανασχετικό αντίβαρο στην απολυταρχική άμπωτη της Ιεράς Συμμαχίας.

Ο αναστοχασμός της αρχαίας ελληνικής παιδείας οιστρηλατεί μέρος της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης – συνήθως της πνευ­ματικής πρωτοπορίας – και ο ελληνικός χώρος αντιμετωπίζεται ως η διαχρονική κοιτίδα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Από ένα σημείο και έπειτα, η εύκλεια των κλα­σικών χρόνων καθίσταται η άσβεστη πνευματική λαμπυρίδα και συνεπώς ο αγώνας των Ελλήνων εναντίον του Ασιάτη δυνάστη μετατρέπεται σε κοινή ευρωπαϊκή υπόθεση. [1] Έτσι παρατηρείται το διογκούμενο φαινόμενο της αρωγής των Ευρωπαίων είτε με την αποστολή βοήθειας στον μαχόμενο ελληνισμό είτε με τη φυσική παρουσία ως συμμαχη­τών στις στρατιωτικές αναμετρήσεις.

Η δεύτερη περίπτω­ση, εν προκειμένω, είναι αυτή που μας αφορά στο παρόν πονημάτιο, ήτοι: ποια ήταν η συνεισφορά των φιλελλήνων στην οργάνωση του ένοπλου αγώνα, στη συγκρότηση των εκάστοτε στρατιωτικών σωμάτων και στη διεξαγωγή των επιχειρήσεων. Αυτήν την πλευρά θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε και να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα.

Το κύριο πρόταγμα που τέθηκε ευθύς εξαρχής στην Επανάσταση ήταν ο τρόπος με τον οποίο θα διεξαγόταν ο πόλεμος. Οργάνωση τακτικού στρατού, δυτικοευρωπαϊκού τύπου, σήμαινε την προετοιμασία για δημιουργία ενός ενιαί­ου εθνικού κράτους με οριστικό παραμερι­σμό των προαστικού χαρακτήρα τοπικισμών, όπως είχαν παγιωθεί κατά την προεπαναστα­τική περίοδο. Το εγχείρημα ασφαλώς δεν ήταν εύκολο, διότι ερχόταν σε ευθεία ρήξη με την άλλη εκδοχή, τον κλεφτοπόλεμο, τουτέστιν με τις ριζωμένες πολιτικές πολιτιστικές και στρα­τιωτικές έξεις πολλών ετών. [2] Αυτονόητο ότι, όταν αναφερόμαστε σε Ευρωπαίους στρατι­ωτικούς η επιλογή ήταν ό,τι οι ίδιοι θεωρού­σαν ως φυσικό και ήξεραν: στρατός οργανω­μένος με κεντρικά οργανωμένη διοίκηση και συντονισμό.

Η πρώτη προσπάθεια για τη δημιουργία τακτικού στρατού οφείλεται πάντως σε έναν Έλληνα, προερχόμενο όμως από την Ευρώπη. Ο Δημήτριος Υψηλάντης αξιω­ματικός του ρωσικού στρατού, αφίχθηκε τον Ιούνιο του 1821 στην Πελοπόννησο, με οργα­νωμένο σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα σώμα εθελο­ντών. [3] Τη διοίκησή του την είχε αναθέσει σε δύο φιλέλλη­νες αξιωματικούς τον Baleste και τον Gubernatis.

Ο πρώτος, γνωστότερος με το εξελληνισμένο επώνυμο κατά τη συ­νήθεια της εποχής ως Βαλέστρας, ήταν Κορσικανός λοχαγός μέχρι την πτώση του Ναπολέοντα. Από την Τεργέστη αφίχθηκε μαζί με τον Δ. Υψηλάντη το 1821 στην επαναστατημένη Ελλάδα και με αυταπάρνηση αποδύθηκε σε μια σειρά επιχειρήσεων. Τον επόμενο χρόνο μετέβη στην Κρήτη και επιχειρώ­ντας στην κατάληψη του Ρεθύμνου, συνελήφθη και απο­κεφαλίστηκε.[4]

 

Joseph Baleste, επιζωγραφισμένη λιθογραφία, έργο του Adam Friedel, 1829. Ιωσήφ Βαλέστ ή Βαλέστρας ή Μπαλέστρας (Joseph Balestra, 1790-1822), Γάλλος φιλέλληνας αξιωματικός, κορσικανικής καταγωγής, που γεννήθηκε στην Κρήτη. Κατέχει εξέχουσα θέση στην Ελληνική Επανάσταση, καθώς θεωρείται ο πρώτος εκπαιδευτής και διοικητής των Ελλήνων στρατιωτικών. Γεννήθηκε το 1790 στα Χανιά της Κρήτης, αλλά πολιτογραφήθηκε Γάλλος και πέθανε το 1822, μαχόμενος ηρωικά για την απελευθέρωση της Ελλάδος.

 

Ο δεύτερος Ιταλός αξιωματικός, συμ­μετείχε στη μάχη του Πέτα (1822) όπου αιχμαλωτίστη­κε. Κατάφερε να διαφύγει  και συνέχισε ως αντισυνταγματάρχης στην Επανάσταση. Έλαβε μέρος στην κατάληψη του Ναυπλίου (1822), μετά την έναρξη όμως του εμφυλίου το 1823 αποτραβήχτηκε απογοητευμένος.[5]

Η πύκνωση των τάξεων των Φιλελ­λήνων πύκνωσε τους επόμενους μήνες με αποτέλεσμα να εκδοθεί σχετικό Ψήφισμα, με το οποίο ιδρυόταν σύνταγ­μα Πεζικού και επικεφαλής τον Ιταλό συνταγματάρχη Pietro Tarella, έναν αξιωματικό με υπηρεσία στη μεγάλη στρατιά του Ναπολέοντα και ο οποίος θα σκοτωθεί στη μάχη του Πέτα. (περισσότερα…)

Read Full Post »

Thomas Hope (Τόμας Χόουπ 1769-1831)


 

Ο Thomas Hope με τουρκική ενδυμασία, έργο του Sir William Beechey
λάδι σε καμβά, 1798. National Portrait Gallery, London.

O Thomas Hope (Τόμας Χόουπ) (1769-1831), από τις θεαματικότερες προσωπικότητες της αγγλικής κοινωνίας στις αρχές του 19ου αιώνα, αναμείχτηκε σε κάθε τομέα καλλιτεχνικής δραστηριότητας, στη ζωγραφική, την αρχιτεκτονική, την εσωτερική διακόσμηση, την ενδυματολογία και τη λογοτεχνία. Κάτοχος μίας σπουδαίας συλλογής ελληνικών αρχαιοτήτων υπήρξε από τους σημαντικότερους προπαγανδιστές του Greek Revival («Ελληνική Αναβίωση») στην Αγγλία και συνέβαλε ουσιαστικά στην εξοικείωση της αγγλικής καλαισθησίας με μία αυθεντικότερη ελληνική αισθητική.

Ο Hope ταξίδεψε στην Ευρώπη και την ανατολική Μεσόγειο. Επισκέφθηκε την Ελλάδα δύο φορές, μία για την προσωπική του περιήγηση, που κράτησε οκτώ χρόνια (1787-1795), και μία δεύτερη, κατά την οποία περιορίστηκε στην Πελοπόννησο. Εκπόνησε ο ίδιος σχέδια των τόπων που επισκέφθηκε, κάποια από τα οποία ωστόσο αντιγράφουν έργα του Fauvel. Κάποια άλλα τα έχει εκπονήσει ο Γάλλος ζωγράφος Michel-François Préault.

Τα σχέδια αυτά συγκεντρώθηκαν από τον ίδιο σε έξι τόμους. Η θεματική τους δεν περιορίζεται στην απεικόνιση αρχαιοτήτων, αλλά περιλαμβάνει και απόψεις των σύγχρονων πόλεων και κτηρίων, καθώς και απεικονίσεις προσώπων με παραδοσιακές ενδυμασίες. Υπάρχει και ένας τόμος με ενδυμασίες και δείγματα επίπλων της αρχαιότητας.

Ο Hope αποτελούσε τυπικό αρχαιόφιλο τουρίστα της εποχής. Από τα προϊστορικά μνημεία που ήταν γνωστά την εποχή αυτή ο Hope απεικόνισε αυτά των Μυκηνών. Υπάρχουν οκτώ εικόνες με σχετικά θέματα, από τις οποίες επτά είναι σχέδια. Η όγδοη είναι υδατογραφία, η οποία απεικονίζει μια γενική άποψη των Μυκηνών και ουσιαστικά αποτελεί διαφορετική εκδοχή ενός από τα σχέδια. Και στις δύο εικόνες απεικονίζονται σύγχρονες ανθρώπινες μορφές, ενώ η υδατογραφία διακρίνεται για τον ρομαντικό τόνο που της δίνει η φωτοσκίαση. Το προοπτικό σχέδιο της Πύλης των Λεόντων έχει επίσης σύγχρονες μορφές, οι οποίες απεικονίζονται να μετρούν τις διαστάσεις του μνημείου και να το σχεδιάζουν.

 

Μυκήνες, άποψη τής Ακρόπολης. Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. Χειρ, σημ.: «Mycenae-platform or esplanade of the citadel-gate of the lions-wall of the cyclops- wall of Agamemnon’s tomb-bed of the torrent at the bottom of the precipice wh. separates the esplanade of the citadel from the mountains behind it». «Μυκήνες-κρηπίδωμα ή esplanade της ακρόπολης – πύλη των λεόντων – τείχος των κυκλώπων – τοίχος του τάφου του Αγαμέμνονος – κοίτη του ποταμού στο βάθος του γκρεμού που χωρίζει την esplanade της ακρόπολης από τα πίσω βουνά». (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Μυκήνες, άποψη της Ακρόπολης – Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Υδατογραφία σε χαρτί.

 

Μυκήνες, ή Πύλη των Λεόντων, Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί.

 

Μυκήνες, ή Πύλη των Λεόντων, Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. Χειρ, σημ.: «Gate of the Cyclops at Mycenae – n.b. the top stone with the Lions measures 10 1/2 ft 5 in height in the center». «Πύλη των Κυκλώπων στις Μυκήνες – ή ανώτατη πέτρα με τούς λέοντες έχει διαστάσεις 10 1/2 πόδια ύψος, στο κέντρο». (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Μυκήνες, θολωτός τάφος ό λεγόμενος Θησαυρός ή Τάφος του Άτρέως, εξωτερική άποψη, Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. Χειρ, σημ.: «Treasury of Atreus, Mycenae – Lowest visible tier of stone». «Θησαυρός του Ατρέως, Μυκήνες – Η κατώτατη ορατή σειρά από πέτρες». (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Μυκήνες, θολωτός τάφος ό λεγόμενος Θησαυρός ή Τάφος του Άτρέως, εξωτερική άποψη, Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. Χειρ, σημ.: «Treasury of Atreus, Mycenae – Lowest visible tier of stone». «Θησαυρός του Ατρέως, Μυκήνες – Η κατώτατη ορατή σειρά από πέτρες». (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Μυκήνες, τμήμα τής εισόδου του λεγόμενου Τάφου τής Κλυταιμνήστρας – Thomas Hope, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με σέπια σε χαρτί. «Entrance of the Treasury of Atreus, Mycenae». «Είσοδος τού Θησαυρού τού Ατρέως, Μυκήνες».
Ο Hope παρεννόησε το μνημείο και το αναφέρει ως «ο Τάφος του Ατρέως». Στην πραγματικότητα πρόκειται για τον άλλο θολωτό τάφο, πού βρίσκεται δυτικά της Πύλης των Λεόντων και πού είναι γνωστός ως «ο Τάφος της Κλυταιμνήστρας». Ο τάφος αυτός ήταν ελάχιστα γνωστός στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, πράγμα που εξηγεί την παρανόηση του Hope. Ο Γ. Ε. Μυλωνάς στο βιβλίο του «Πολύχρυσοι Μυκήνες», Αθήνα, 1983, αναφέρει (σελ. 175): «Κατά την τοπική παράδοση ο τάφος απεκαλύφθη από χωρικούς που κατασκεύασαν την αύλακα του παλιού των υδραγωγείου, είτε το 1808 είτε το 1812. Κατά τύχην η αύλαξ αυτή περνούσε επάνω από την κορυφή της θόλου του τάφου και κατά την κατασκευή του ευρέθη η λίθινη κορυφή τού θαλάμου». Στο σχέδιο του Hope διακρίνεται – στο πρώτο επίπεδο – ένα είδος αυλακιού που φθάνει έως το τύμπανο. Η παράσταση αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί από τις πρωιμότερες απεικονίσεις του μνημείου. (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

 

Στο ταξίδι του αυτό απεικόνισε και το Ναύπλιο και την Κρήνη του Χασάν Πασά.

 

Thomas Hope – Ναύπλιο, μερική άποψη τής πόλης από δυτικά. Σχέδιο με μελάνι και υδρόχρωμα σε χαρτί, τέλος 18ου αιώνα.

 

Thomas Hope – Ναύπλιο, γενική άποψη τής πόλης από τη θάλασσα, τέλος 18ου αιώνα. Σχέδιο με μελάνι σε χαρτί. Η άποψη αυτή θα πρέπει να σχεδιάστηκε από το Μπούρτζι, διότι όχι μόνο είναι αρκετά κοντινή, άλλα επιπλέον απεικονίζεται ολόκληρο το αριστερό τμήμα της πόλης το όποιο συνήθως καλύπτει ο όγκος του φρουρίου. Η άποψη αποτελεί μία εξαιρετικής σημασίας οπτική μαρτυρία για το προεπαναστατικό Ναύπλιο, δεδομένου ότι διασώζει παραδοσιακούς αρχιτεκτονικούς τύπους, αποκαλύπτοντας και την παραμικρή λεπτομέρεια.
Στην επάνω εικόνα (λεπτομέρεια) απεικονίζεται και το τουρκικό περίπτερο (τουρμπές) στην αποβάθρα του Ναυπλίου. (Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope…)

 

Η Κρήνη του Χασάν Πασά στο Ναύπλιο, τέλος 18ου αιώνα. (Thomas Hope ή Michel-François Préault).

 

O Thomas Hope (Τόμας Χόουπ) γεννήθηκε στο Άμστερνταμ το 1769 από εύπορη οικογένεια Σκοτσέζων τραπεζιτών που, από τα τέλη του 17ου αιώνα, ήταν εγκατεστημένοι στην Ολλανδία. Ο πατέρας του, John Hope (1737-84), είχε παντρευτεί το 1764 την κόρη τού δημάρχου του Ρότερνταμ, Philipinna van der Hoeven (1738-90) και είχαν αποκτήσει τρία παιδιά: τον Thomas, τον Adrian-Elias και τον Henry-Philip. Oι  Hope έχοντας διασφαλίσει την κοινωνική παραδοχή ως αριστοκράτες του εμπορίου καταξιώθηκαν και στο χώρο της καλλιτεχνίας ως διακεκριμένοι συλλέκτες και μαικήνες της τέχνης.

Μόλις έκλεισε τα 18 του χρόνια ο Thomas, όπως όλοι οι νέοι τής τάξης του, ξεκίνησε για το καθιερωμένο Grand Tour· αλλά η δική του περιοδεία στην Ευρώπη κράτησε περισσότερο από το συνηθισμένο, οκτώ χρόνια, από το 1787 έως το 1795. Πριν από το τέλος του 18ου αιώνα ο Tomas Hope είχε πραγματοποιήσει επανειλημμένες επισκέψεις στην Ιταλία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ελλάδα, την Αίγυπτο και τη Μ. Ασία.

Η επέλαση της Ναπολεόντειας στρατιάς στην Ευρώπη ανάγκασε τους Hope να εγκαταλείψουν την Ολλανδία και να εγκατασταθούν, το 1795, στο Λονδίνο. Ο Thomas, που ο θάνατος των γονιών του τον είχε καταστήσει κληρονόμο ενός τεράστιου μέρους της οικογενειακής περιουσίας, επιδίωξε τότε να προβληθεί στην υψηλή αγγλική κοινωνία.

Το 1799 απέκτησε ένα πολυτελές μέγαρο στο κέντρο του Λονδίνου (Duchess street) έργο του αρχιτέκτονα Robert Adam, και το 1807, ένα χρόνο μετά το γάμο του με την Louisa Beresford, αγόρασε την εξοχική έπαυλη και το κτήμα του Deepdene στο Surray. Τα δύο κτίρια δεν υπηρετούσαν απλώς την ανάγκη του ιδιοκτήτη τους να φιλοξενεί με τον πιο φανταχτερό τρόπο την κοσμική αγγλική κοινωνία· παράλληλα, σκοπός τους ήταν να στεγάσουν τις πολυπληθείς συλλογές του μέσα σε ένα αρκετά ιδιόρρυθμο και εκθαμβωτικό περιβάλλον, πού αποτελούσε την έκφραση των αισθητικών αντιλήψεων του ιδιοκτήτη, δηλαδή του λεγόμενου «στυλ Hope».

 

Το πολυτελές μέγαρο στο κέντρο του Λονδίνου (Duchess street), έργο του αρχιτέκτονα Robert Adam.

 

Οι συλλογές Hope ήταν αναμφίβολα μουσειακού επιπέδου ως προς την ποιότητα άλλα και ως προς την ποικιλία των ειδών. Ήδη σε ηλικία είκοσι ετών ο Hope είχε δείξει δείγματα του ώριμου καλλιτεχνικού του αισθητηρίου με την αγορά δύο εξαιρετικών ρωμαϊκών γλυπτών, πού είχε δει στη Ρώμη. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια η συλλογή του με αρχαιότητες αυξήθηκε θεαματικά. Το 1801 απόκτησε τα δύο τρίτα από τα αγγεία της συλλογής Hamilton, που δημοπρατήθηκαν στο Ghristie’s ενώ, τρία χρόνια αργότερα, η συλλογή του περιλάμβανε συνολικά 1500 αγγεία. Οι διάφορες συλλογές από ελληνικές, ρωμαϊκές και αιγυπτιακές αρχαιότητες είχαν τοποθετηθεί στις νέες πτέρυγες, πού είχαν προστεθεί στο μέγαρο της οδού Duchess, ενώ αριστουργηματικοί πίνακες των Παλαιών Δασκάλων ήταν εκτεθειμένοι σε ειδικά διαρρυθμισμένες αίθουσες του μεγάρου, όπως «Η Πινακοθήκη» και «Η Φλαμανδική Πινακοθήκη».

Δεκτικός σε σύγχρονα καλλιτεχνικά ερεθίσματα, ο Hope κατόρθωσε – πριν ακόμα συμπληρώσει τα τριάντα του χρόνια – να ξεχωρίσει πρωτοποριακούς καλλιτέχνες όπως τον John Flaxman, για τα έργα του όποιου δημιουργήθηκαν ειδικές αίθουσες στο μέγαρο της οδού Duchess, και τον Bertel Thorvaldsen ο όποιος φιλοτέχνησε μία πλήρη σειρά από προτομές των μελών της οικογένειας του. Αυτός αγόρασε τον πρώτο πίνακα του Benjamin Haydon, που παρουσιάστηκε στη Βασιλική Ακαδημία το 1807. Και το 1804 δημοσίευσε το μαχητικό φυλλάδιο με τον τίτλο Παρατηρήσεις σχετικά με τα σχέδια του Dowing College, υπέρ της επαναστατικής πρότασης του άσημου – τότε – αρχιτέκτονα, William Wilkins, που τον έφερε αντιμέτωπο με το σύνολο των μελών της Βασιλικής Ακαδημίας.

Παρόλο που οι αφορισμοί του Hope, πάνω σε θέματα αρχιτεκτονικής και τέχνης δεν διευκόλυναν τις σχέσεις του με τις αυθεντίες του καλλιτεχνικού κατεστημένου της εποχής, κατάφερε ωστόσο να γίνει αποδεκτός ως ένας παράγοντας τού δημόσιου βίου και μία προσωπικότητα ικανή να ασκεί επιρροή πάνω στην πνευματική ζωή τού τόπου.

Η δραστήρια ανάμιξή του σε μία σειρά καλλιτεχνικών εταιριών είναι χαρακτηριστική· παράλληλα, αυτή ακριβώς η σχέση του με υψηλούς φορείς επιρροής ισχυροποιούσε τη δυνατότητά του να προωθεί τις προσωπικές του αισθητικές αντιλήψεις.

Πραγματικά, το «στυλ Hope», δηλαδή μία σύνθεση από πρότυπα που είχαν σαν πηγή έμπνευσης ένα σύνθετο όραμα αρχαίων πολιτισμών, βοήθησε στη διαμόρφωση της αγγλικής καλαισθησίας της περιόδου Regency. Επιπλέον η ανοιχτή επιδοκιμασία του Hope για την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική και ο ενθουσιασμός του για τα αρχαιοελληνικά ιδεώδη συνέβαλαν ουσιαστικά στη δημιουργία ενός ευνοϊκού κλίματος για την ανάπτυξη του Greek Revival («Ελληνική Αναβίωση»).

Το ενδιαφέρον του για την καθιέρωση μιας κλασικής αρχιτεκτονικής με αφετηρία αυθεντικότερα ελληνικά πρότυπα – το όποιο είχε εκδηλωθεί το 1804 με τη δημοσίευση τού φυλλαδίου για το Dowing College – συνοδεύτηκε από μία περαιτέρω διάδοση αρχαιοελληνικών διακοσμητικών στοιχείων στη σύγχρονη ζωή με μία σειρά εκδόσεων όπως: Οικιακή Επίπλωση και Εσωτερική Διακόσμηση (Household Furniture and Interior Deco­ration, 1807), Η ενδυμασία των Αρχαίων (Costume of the Ancients, 2 τόμοι, 1812) και Σχέδια για τη Σύγχρονη Ενδυμασία (Designs of Modern Costume, 1812). Οι πίνακες των εκδόσεων χαράχτηκαν με βάση τα σχέδια πού φιλοτέχνησε ο ίδιος μελετώντας σχολαστικά και αντιγράφοντας παραστάσεις αρχαίων αγγείων όπως αυτά που είχε στην ιδιωτική του συλλογή.

Η εικονογράφηση των εκδόσεων, που συχνά περιλαμβάνει αντικείμενα που μπορούσε να τα δει κανείς στο σπίτι του Hope, ενίσχυσε το αρχαιοπρεπές ύψος πού χαρακτήριζε την εσωτερική διακόσμηση της εποχής Regency. Επιπλέον οι συνδυασμοί μορφολογικών λεπτομερειών από κλασικές ενδυμασίες και έπιπλα πρόσφεραν ένα απλουστευμένο αρχαιοελληνικό ρεπερτόριο, κατάλληλο για την επιτυχή διακόσμηση ενός εσωτερικού χώρου σε στυλ «antique». Με τον τρόπο αυτό δεν κατόρθωσε μόνο να υλοποιήσει τις θεωρίες του, δημιουργώντας μεγαλοπρεπείς χώρους διακοσμημένους με πρωτότυπα έπιπλα, αλλά χάρη στις εικονογραφημένες εκδόσεις, που αποτελούν τα εγχειρίδια του στυλ Hope, συνέβαλε στην εξοικείωση της αγγλικής καλαισθησίας με μία νέα αισθητική.

Το ταλέντο του να αναπλάθει την ατμόσφαιρα μακρινών πολιτισμών και τόπων χάρισε στον Hope έναν ακόμη τίτλο, του συγγραφέα ενός δημοφιλέστατου μυθιστορήματος, πού δημοσιεύτηκε ανώνυμα το 1819 με τον τίτλο: Αναστάσιος ή οι Αναμνήσεις ενός σύγχρονου Έλληνα γραμμένες στο κλείσιμο του 18ον αιώνα (Αηαstasius or the Memoirs of a Modern Greek, written at the close of the 18th Century). Σε μία τρίτομη δραματική ιστορία ενός νεαρού Χιώτη, που αναγκάζεται να καταφύγει στη θάλασσα επειδή αποπλάνησε την ανήλικη κόρη του αφεντικού του πατέρα του, και μέχρι το τέλος της ζωής του δοκιμάζει θρυλικές περιπέτειες σε εξωτικές χώρες γύρω από τη Μεσόγειο και τη Μ. Ασία, ο Hope ζωντανεύει το σκηνικό, τα ήθη και τα έθιμα των ανθρώπων που ο ίδιος είχε γνωρίσει στη διάρκεια των ταξιδιών του. «Πήγα σε κάθε ένα από τα μέρη που περιγράφω λεπτομερειακά στον ’Αναστάσιο» εξομολογείται και πραγματικά δεν είναι δύσκολο να τον πιστέψει κανείς, κυρίως αφοί ξεφυλλίσει τούς τόμους με τά σχέ­διά του που φυλάγονται σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη.

Ο Hope επισκέφτηκε την Ελλάδα, δύο φορές: τη μία στη διάρκεια του Grand Tour της περιόδου 1787 – 95 και τη δεύτερη γύρω στα τέλη τού 1799. Κατά τη δεύτερη επίσκεψή του περιηγήθηκε την Πελοπόννησο, τον συνόδευε ο Προκόπιος Μακρής, Αντιπρόσωπος της Εταιρείας της Μέσης Ανατολής (Levant Company) στην Αθήνα και ο πατέρας της Τερέζας Μακρή, της «Κόρης των Αθηνών» του Byron.

Φαίνεται πώς προκειμένου να αποκτήσει ένα πληρέστερο λεύκωμα με ελληνικές απόψεις ο Hope αγόρασε ελληνικά έργα και από άλλους καλλιτέχνες. Γνωρίζουμε ότι προσέλαβε το Γάλλο ζωγράφο MichelFrançois Préault, ο όποιος προηγουμένως είχε εργαστεί για τον Προκόπιο Μακρή καθώς και για τον Άγγλο περιηγητή JohnTweddel. Χρησιμοποίησε επίσης και μερικά έργα του Γάλλου Προξένου Louis Sebastien Fauvel. Στις παραστάσεις του Μνημείου της Σαλαμίνας και της Κορίνθου ο Hope σημειώνει ότι τις έχει αντιγράψει από τον Fauvel.

Ο Hope κάνει αναφορές σε παλιότερους περιηγητές σχολιάζοντας – και συχνά αντικρούοντας – τις απόψεις τους. Ο κάπως υπεροπτικός τόνος και η αυτοπεποίθηση με την όποια διατυπώνει τις σκέψεις του πάνω σε προβλήματα ταύτισης των μνημείων ή διαφόρων κλασικών τοποθεσιών είναι χαρακτηριστικά του «πεφωτισμένου» αρχαιόφιλου τουρίστα.

Φανή-Μαρία Τσιγκάκου «Thomas Hope (1769-1831) – Εικόνες από την Ελλάδα του 18ου αιώνα». Μουσείο Μπενάκη, Βρετανικό Συμβούλιο,  Εκδοτικός οίκος «Μέλισσα», Αθήνα, 1985.

 

Read Full Post »

Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα – Η Αγαπημένη του Ιωάννη Καποδίστρια


 

«Ιωάννη, δεν ξέχασα ποτέ τον όρκο που κάναμε μαζί εκείνη την οδυνηρή ώρα της ζωής μας… Τον τήρησα, στην ουσία. Η αθέτησή μου ήταν αναγκαστική. Το ξέρεις. Ήταν ακόμη μια θυσία για σένα. Αν δεν δεχόμουν να παντρευτώ τον εξάδελφο της αυτοκράτειρας, θα σου προκαλούσα προβλήματα στο ύψιστο και υπεύθυνο αξίωμα που σου προσέφερε ο τσάρος. Ήταν μια αναγνώριση της αξίας σου. Η τιμή ήταν για εκείνον, που την αξιοποίησε για το καλό της χώρας του… Για μένα όμως ήταν μεγάλη θυσία!..», έγραφε η Ρωξάνδρα σε ένα από τα «σκόρπια φύλλα» του ημερολογίου της. Ο όρκος που είχαν πάρει, τη στιγμή που αποφάσιζαν να μη δικαιώσουν την αγάπη και την απέραντη εκτίμηση που τους συνέδεε με ένα γάμο, γιατί εκείνος είχε αποφασίσει να αφιερώσει όλες του τις ενέργειες για την απελευθέρωση και την ανοικοδόμηση της Ελλάδας, ήταν να αφιερώσουν τη ζωή τους «στη μόρφωση των Ελληνοπαίδων και στην απελευθέρωση της Πατρίδας». [1]

Ρωξάνδρα Στούρτζα.

Κόρη του Σκαρλάτου Στούρτζα, πάμπλουτου Έλληνα από το Ιάσιο της Μολδαβίας, και της Σουλτάνας Μουρούζη, κόρης του ηγεμόνα της Μολδαβίας, πρίγκιπα Κωνσταντίνου Μουρούζη, η Ρωξάνδρα γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 22 Οκτωβρίου 1786. Σύντομα ο Σκαρλάτος Στούρτζας αποφάσισε να εγκαταλείψει το Ιάσιο και να εγκατασταθεί στη Λευκορωσία, σε πύργο που έκτισε για την πολυμελή οικογένειά του, μέσα σε τεράστια εδαφική έκταση. Όταν τα πέντε του παιδιά μεγάλωσαν αρκετά, εγκαταστάθηκε οριστικά στην Πετρούπολη, ώστε να μπορέσουν να τελειοποιήσουν τις σπουδές τους. Ο ίδιος διορίστηκε στη θέση του συμβούλου Επικράτειας στην Αυλή του αυτοκράτορα Αλεξάνδρου Α’. Όταν η Ρωξάνδρα έκλεισε τα 19 της χρόνια, ο πατέρας της τη σύστησε στην αυτοκρατορική Αυλή του Αλεξάνδρου και της Γερμανίδας συζύγου του Ελισάβετ. Η συγκροτημένη προσωπικότητά της και η ευγένεια του χαρακτήρα της κέρδισαν αμέσως την εκτίμηση όλων των αυλικών. «Στους υψηλούς κύκλους της Αυτοκρατορικής Αυλής… Πρίγκιπες και Δούκες και αξιωματούχοι και σοφοί ζητούσαν τη γνώμη της και τη φιλία της… Έλεγαν ότι κατείχε ένα μυστηριώδες κλειδί, που άνοιγε όλων τις καρδιές και ότι η εμπιστοσύνη που ενέπνεε επάξια τη δικαίωνε στην εκτίμηση όλων…», έγραφε ο κατά πέντε χρόνια νεότερος αδελφός της Αλέξανδρος στις αναμνήσεις του για την αδελφή του Ρωξάνδρα. Η κόμισσα Λίβεν (Lieven) επισήμανε αμέσως την αξία της Ρωξάνδρας και εισηγήθηκε να προσληφθεί ως κυρία επί των τιμών στα ανάκτορα.

Ο Κωνσταντίνος Μουρούζης, ηγεμόνας της Μολδοβλαχίας και παππούς της Ρωξάνδρας Στούρτζα. Ελαιογραφία, έργο της Ελένης Προσαλέντη, 1904. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Κατόπιν προσκλήσεως του αυτοκράτορα Αλεξάνδρου, ο οποίος εκτιμούσε τις σπάνιες διπλωματικές του ικανότητες, έφτασε το 1809, για πρώτη φορά στην Πετρούπολη, ο Κερκυραίος κόμης Ιωάννης Καποδίστριας. Ο τσάρος τον διόρισε αμέσως στο υπουργείο Εξωτερικών. Την ίδια χρονιά, ο Καποδίστριας γνώρισε τη Ρωξάνδρα. Η οικογένεια Στούρτζα παρέθετε, στο μέγαρό τους στην Πετρούπολη, δύο επίσημα γεύματα την εβδομάδα, στα οποία συχνά παραβρισκόταν και ο Καποδίστριας. Το ίδιο συχνά φιλοξενούνταν και στους ξενώνες του μεγάρου μαζί με άλλους φιλοξενούμενους. Η Ρω­ξάνδρα ερωτεύθηκε αμέσως το νεαρό Έλληνα διπλωμάτη με τη μελαγχολική έκφραση και την απόμακρη συμπεριφορά. Τον θεωρούσε όμως τόσο ανώτερό της, ώστε δεν τόλμησε ποτέ να του εκφράσει τα συναισθήματά της. «Ο κόμης Καποδίστριας», έγραφε στα Απομνημονεύματά της, [2] «ανήκει στους σπάνιους ανθρώπους, των οποίων η γνωριμία σημειώνει σταθμό στη ζωή εκείνων που τον γνωρίζουν». [3] Επί τρία ολόκληρα χρόνια οι δύο νέοι έκαναν μακρές συζητήσεις και γνωρίζονταν όλο και καλύτερα. Η σχέση τους όμως δεν ξεπέρασε τα όρια μιας βαθιάς φιλίας και μιας ακόμη βαθύτερης αλληλοεκτίμησης. Ο νεαρός Καποδίστριας είχε αποφασίσει να αφιερώσει τη ζωή του στην Ελλάδα, όπως φαίνεται από ένα γράμμα προς τον πατέρα του, όπου γράφει ότι δεν θα ήθελε να ζήσει και να πεθάνει στη Ρωσία, αλλά να υπηρετήσει τα συμφέροντα της πατρίδας του. Το Σεπτέμβριο του 1811 ο Καποδίστριας διορίστηκε στη ρωσική πρεσβεία στη Βιέννη και το Μάρτιο του 1812 διευθυντής της Γραμματείας του Διπλωματικού Τμήματος στο Βουκουρέστι. Μετά τη μάχη της Λιψίας τον Οκτώβριο του 1813, ο τσάρος τον διόρισε υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας και του ανέθεσε να λύσει το πρόβλημα της πολιτικής ενοποίησης της Ελβετίας, ένα πρόβλημα που δεν είχαν κατορθώσει να λύσουν όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι διπλωμάτες. [4]

Ρωξάνδρα Στούρτζα – Edling Λιθογραφία. Από την συλλογή του Πρίγκιπος Anatole Gagarine

Μετά την αναχώρηση του Καποδίστρια από την Πετρούπολη, η Ρωξάνδρα ένιωθε «απέραντη μοναξιά… Εκείνος, ο Ένας, ο Μόνος είναι τόσο μακριά μου…» έγραφε στα Απομνημονεύματά της. Ένιωθε την ανάγκη να φύγει από την πνιγηρή ατμόσφαιρα της Αυλής, να ταξιδέψει στην Ευρώπη, να Βρεθεί κοντύτερα στον αγαπημένο της, να τον ιδεί ακόμη μία φορά. Σύντομα ο πόθος της πραγματοποιήθηκε, όταν συνόδευσε την αυτοκράτειρα Ελισάβετ στο ταξίδι της στη Γερμανία για να συναντήσει την οικογένειά της. Στην πόλη Brouchsal η Ρωξάνδρα έλαβε το πρώτο γράμμα από τον Καποδίστρια, έπειτα από το μακρόχρονο χωρισμό τους, θα ακολουθούσαν και άλλα. Το φθινόπωρο του 1814 θα άρχιζε στη Βιέννη το Συνέδριο για την τύχη της μεταναπολεόντειας Ευρώπης. Εκεί, της είχε γράψει, θα τη συναντούσε. Η Ρω­ξάνδρα έφτασε πρώτη στη Βιέννη, όπου συναντήθηκε με τους γονείς της. Στο μέγαρο της οικογένειας Στούρτζα τη συνάντησε ο Καποδίστριας. Εκεί γράφτηκε ο δραματικός επίλογος της ανεκπλήρωτης αγάπης τους: η συμφωνία τους να μείνουν πάντα φίλοι, να συνεχίσουν τους αγώνες τους για την απελευθέρωση της πατρίδας και για τη μόρφωση των Ελληνοπαίδων, να προετοιμάσουν το μορφωμένο ανθρώπινο δυναμικό που θα επάνδρωνε το ελληνικό κράτος μετά την απελευθέρωση. Εκείνος τη βεβαίωσε ότι δεν θα παντρευόταν ποτέ καμία άλλη γυναίκα, γιατί πίστευε ότι έπρεπε μόνος να βαδίσει το δρόμο «της προσφοράς και της θυσίας προς την Πατρίδα», έγραφε η Ρωξάνδρα στα Απο­μνημονεύματά της. [5] Εκείνη όμως έπρεπε να παντρευτεί. «Απόφαση αβάσταχτης θυσίας» από τη δική της πλευρά. Παντρεύτηκε τον κόμητα Εντλινγκ (Edling), εξάδελφο της τσαρίνας, υπουργό των Εξωτερικών στην Αυλή της Βαϊμάρης, έναν άνθρωπο που δεν αγάπησε ποτέ της. Έπεισε το σύζυ­γό της να εγκατασταθούν στη Λευκορωσία, όπου βρίσκονταν τα πατρικά της κτήματα, μακριά από την Πετρούπολη, τη γεμάτη με τις αναμνήσεις του αγαπημένου της Ιωάννη.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας, μεγάλος πλατωνικός έρωτας της Ρωξάνδρας. Προσωπογραφία από το Ρώσο ζωγράφο Orest . A. Kiprenski (1782-1836), Ρώμη 1819.

Όσο διάστημα έμενε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, η Ρωξάνδρα συνεργάστηκε με τον Καποδίστρια, δημιουργικά και αποτελεσματικά, για την πραγμάτωση του όρκου τους που αφορούσε την εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων. Η Ρωξάνδρα έγινε από τα ενεργά και δραστήρια μέλη της «Φιλομούσου Εταιρείας» της Βιέννης, την οποία είχε ιδρύσει ο Καποδίστριας το 1815, με κύριο στόχο την εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων και την απελευθέρωση της πατρίδας με τη διεθνοποίηση του ελληνικού προβλήματος, που οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες προσπαθούσαν να παραμερίσουν για να μη συγκρουστούν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Ρωξάνδρα έγινε η στοργική μητέρα όλων των Ελλήνων που σπούδαζαν με χορηγίες του Καποδίστρια και της «Φιλομούσου Εταιρείας» σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Το μέγαρό της στη Βαϊμάρη έγινε κέντρο συγκέντρωσης των Ελλήνων σπουδαστών. Φρόντιζε για τη διαμονή τους και τις σπουδές τους, για την υγεία τους και τη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους. Ενδεικτικό παράδειγμα της δραστηριότητας αυτής είναι η ιστορία του σπουδαστή Ιωάννη Παπαδόπουλου. Όταν ο νέος μετέφρασε από τα γερμανικά στα ελληνικά το έργο του Γκέτε Ιφιγένεια η εν Ταύροις, το 1818, η Ρωξάνδρα χορήγησε την έκδο­σή του, και όταν τον επόμενο χρόνο ο νέος αρρώστησε από φυματίωση, τον φρόντισε και του παρείχε όλα τα μέσα θεραπείας. Ο θάνατός του τη συγκλόνισε σαν μητέρα, εκείνη που δεν βίωσε ποτέ τη μητρότητα σε προσωπικό επίπεδο. [6]

 

Στούρτζα Ρωξάνδρα (1786-1844)

 

Μετά το γάμο της, με εισήγηση του Ιωάννη Καποδίστρια, ο τσάρος Αλέξανδρος παραχώρησε στη Ρωξάνδρα Στούρτζα – Εντλινγκ δέκα χιλιάδες ρωσικές δεκατίνες (100 χιλιάδες στρέμματα) «ερήμου και ακάρπου» γης, πέρα από τις κοιλάδες του Δνείπερου ποταμού, στη Βεσσαραβία, όπου κατοικούσαν νομάδες λαοί και σκηνίτες Τάρταροι σε πρωτόγονες συνθήκες ζωής, ως «ανταμοιβήν των υψηλών υπηρεσιών της στην αυτοκρατορικήν Αυλήν». Σε αυτή την άγονη έκταση, στην οποία προστέθηκαν ακόμη 60 χιλιάδες στρέμματα, τα οποία ο τσάρος είχε παραχωρήσει στον αδελφό της Αλέξανδρο και τα οποία η ίδια είχε αγοράσει, αφιέρωσε η Ρωξάνδρα τις ενέργειές της και μετέτρεψε «τον πόνο της καρδιάς της… σε έργο αγάπης για τους συνανθρώπους της…», έγραφε ο αδελφός της. Πράγματι, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, «η μεγαλεπήβολος εκείνη ψυχή» μετέτρεψε την άγονη εκείνη γη σε ένα εύφορο και προσοδοφόρο κτήμα, γνωστό με το όνομα Μανζύριο. Τεράστιες φυτείες με οπωροφόρα δένδρα, αμπελώνες, λαχανόκηποι, καλλιέργειες με σιτάρια και όσπρια, μελισσοκομεία, λιβάδια, όπου έβοσκαν χιλιάδες αιγοπρόβατα και αγελάδες, άλλαξαν το πρόσωπο της έρημης εκείνης γης. «Εκχέρσωσε ακαλλιέργητες εκτάσεις, έφερε νερό στην ακατοίκητη περιοχή, έκτισε κατοικίες στις κοιλάδες, ανάμεσα στους λόφους, και εγκατέστησε στις εκτάσεις αυτές πλήθος από οικογένειες εργατών, που τους πλήρωνε, γεωργούς, κτηνοτρόφους, φυτοκόμους, ποιμένες, εργάτες, οικοδόμους, τεχνίτες και άλλους παντοίας φυλής και γλώσσης κατοίκους και την ανέδειξεν καλήν αποικία», έγραφε για τη Ρωξάνδρα ο βιογράφος του αδελφού της Κωνσταντίνος ο εξ Οικονόμων. [7] Μέσα σ’ αυτή την αποικία, η Ρωξάνδρα έκτισε ορθόδοξο ναό για τον εκκλησιασμό των οικογενειών του κτήματος και των κατοίκων από τα γύρω χωριά της Βεσσαραβίας. Νοσοκομείο με γιατρούς και φαρμακείο, στο οποίο νοσηλεύονταν δωρεάν οι ένοικοι του Μανζυρίου και οι περίοικοι, σχολείο, όπου φοιτούσαν δωρεάν αγόρια και κορίτσια, ξενώνα, πτωχοκομείο και γηροκομείο, όλα ανοικτά για ασθενείς, ανάπηρους και πτωχούς.

Μια διαφορετική απεικόνιση του Ιωάννη Καποδίστρια. Από τις σπάνιες φορές που εικονίζεται ολόσωμος. Δημοσιεύεται στο έντυπο της έκθεσης της Βουλής των Ελλήνων, με τίτλο «Ιωάννης Καποδίστριας, η πορεία του στο χρόνο», 2016.

Όταν η ελληνική Επανάσταση κηρύχθηκε, η Ρωξάνδρα περίμενε με αγωνία τα γράμματα του Ιωάννη και του αδελφού της που την πληροφορούσαν για τις εξελίξεις. Όταν, περί τα μέσα του 1822, η είδηση ότι πρόσφυγες από την Ελλάδα είχαν αρχίσει να καταφθάνουν στην Οδησσό έφτασε στο Μανζύριο, η Ρωξάνδρα δεν δίστασε στιγμή. Εγκαταστάθηκε στην Οδησσό και οργάνωσε την περίθαλψη των προσφύγων. Με τη βοήθεια του αδελφού της Αλεξάνδρου, η Ρωξάνδρα μεθόδευσε το γιγάντιο έργο της διατροφής των προσφύγων με κρέατα και τρόφιμα που έρχονταν από το κτήμα της. Φρόντιζε για τη διαμονή τους, την εξεύρεση εργασίας για τους δυναμένους να εργαστούν, την περίθαλψη των γερόντων και την εκπαίδευση των παιδιών. Με φλογερά γράμματα επιχειρούσε να κινητοποιήσει τις υψηλές γνωριμίες της για συμπαράσταση στον αγώνα των Ελλήνων. Με την πρωτοβουλία του υπουργού της Παιδείας διενεργήθη έρανος, ο οποίος απέδωσε ένα εκατομμύριο ρούβλια για τη μονιμότερη περίθαλψη των προσφύγων και την εξαγορά από τη φοβερή αιχμαλωσία στην Αίγυπτο χιλιάδων Ελλήνων, κυρίως Χιωτών και Κρητικών. Με την προτροπή της Ρωξάνδρας, οι κυρίες της ανώτερης τάξης στη Μόσχα ίδρυσαν την «Ευεργετικήν Εταιρείαν», την προεδρία της οποίας ανέλαβε η ίδια. Η Εταιρεία συγκέντρωσε σημαντικά ποσά, με χα οποία έκτισαν ορφανοτροφείο για τα ορφανά Ελληνόπουλα σε προάστιο της Μόσχας. Μέσα στο χώρο του ορφανοτροφείου λειτουργούσε σχολείο για την εκπαίδευση των ορφανών. [8] Με δική της χορηγία και τη συμπαράσταση της «Ευεργετικής Εταιρείας» χτίσθηκε γυναικείο μοναστήρι, κοντά στον ελληνορθόδοξο ναό του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στη Μόσχα, μέσα στο οποίο λειτουργούσε παρθεναγωγείο για τις κόρες των ορθοδόξων ιερέων, Ελλήνων και Ρώσων. Τα κορίτσια αυτά θα παντρεύονταν όσους από τους σπουδαστές των Εκκλησιαστικών Φροντιστηρίων της Οδησσού θα ακολουθούσαν το ιερατικό στάδιο. Με δική της πρωτοβουλία χτίστηκε σε προάστιο της Οδησσού, σε έκταση 100 στρεμμάτων, που η ίδια είχε αγοράσει, κοιμητήριο, στο οποίο ενταφιάστηκε και η ίδια, όταν πέθανε στις 16 Ιανουάριου 1844.

Εμπνευσμένη από το θάρρος του Καποδίστρια, ο οποίος τον προηγούμενο χρόνο είχε συμπαρασταθεί στα θύματα της πανούκλας, που τα στρατεύματα του Ιμπραήμ είχαν μεταδώσει στην Πελοπόννησο και τα νησιά του Σαρωνικού, η Ρωξάνδρα έμεινε κοντά στους κατοίκους του Μανζυρίου, όταν ξέσπασε και εκεί πανούκλα το 1829. Την ίδια γενναία στάση έδειξε και όταν ξέσπασε επιδημία χολέρας στην Οδησσό. Με την παρουσία της και την ενθάρρυν­σή της, μα πάνω απ’ όλα με την οργάνωση συνεργείου περιθάλψεως των ασθενών και την ενημέρωση, η Ρωξάνδρα κατάφερε να εμψυχώσει τον κόσμο να αντιμετωπίσει την επιδημία. «Σε ολόκληρη την περιοχή του Μανζυρίου και σε όλη την επαρχία της Οδησσού, το όνομα της κόμισσας Ρωξάνδρας Στούρτζα – Εντλινγκ βρισκόταν στα χείλη όλων των ανθρώπων. Το πρόφεραν με αγάπη αληθινή, με σεβασμό και με το αίσθημα της εμπιστοσύνης και της ασφάλειας» γράφουν οι βιογράφοι της. [9]

Λίγους μήνες πριν από το θάνατό της, που διαισθανόταν να έρχεται, η Ρωξάνδρα έγραψε μια σύντομη βιογραφία της μητέρας της (Vie de ma mere) και ελάχιστα σκόρπια σημειώματα. Σε κάποιο από αυτά σημείωσε με τρεμάμενο χέρι: «Ιωάννη! Δεν υπήρξες ποτέ εραστής μου!.. Τώρα, όμως, που η ζωή μου τελειώνει, μπορώ να σου ειπώ: Είσαι ο μοναδικός Άνδρας, που αγάπησα βαθιά και αιώνια. Ποτέ δεν αγάπησα άλλον, σε όλη μου τη ζωή!..». [10]

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Ελένη Ε. Κούκου, Ιωάννης Α. Καποδίστριας Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα. Ιστορική Βιογραφία, Εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2002, σ. 404.

[2] Memoires de la Comtesse R. Edling, Μόσχα 1888.

[3] Περισσότερα για τα όσα γράφει η Ρωξ. Στούρτζα για τον Καποδίστρια, Βλ. Ελένης Κούκου, Ιωάννης Α. Καποδίστριας- Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα, Ιστορική Βιογραφία, ό.π., σ. 82 κ.ε.

[4] Για 10 τεράστιο διπλωματικό έργο του Καποδίστρια στη Βιέννη, στο Βουκουρέστι και στην Ελβετία, βλ. Ελένης Ε. Κούκου, Ιωάννης Καποδίστριας, ο Άνθρωπος- ο Διπλωμάτης (1800-1828), Αθήνα 2001, σ. 39 κ.ε.

[5] Για λεπτομέρειες, βλ. Ελένης Ε. Κούκου, Ιωάννης Α. Καποδίστριας – Ρωξάνδρα Σ. Στούρτζα, ό.π., σ. 130-180.

[6] Για την τεράστια προσφορά του Καποδίστρια και της Ρωζάνδρας Στούρτζα προς τους Έλληνες σπουδαστές, βλ. Ελένης Ε. Κούκου, Ο Καποδίστριας και η Παιδεία, Α’ : Η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης, Αθήνα 1958.

[7] Ελένη Ε. Κούκου, Ιωάννης Α. Καποδίστριας-Ρωξάνδρα Σ. Στρούτζα, ό.π., σ. 403.

[8] Όσα από αυτά τα παιδιά είχαν έφεση στα γράμματα αποστέλλονταν αργότερα στην Ελληνοεμπορική Σχολή Οδησσού.

[9] Βλ. Ελένη Ε. Κούκου, Ιωάννης Α. Καποδίστριας – Ρωξάνδρα Σ. Στρούτζα, ό.π., σ. 411.

[10] Στο ίδιο, σ. 628.

 

Δρ. Μαρία Αναστασοπούλου

Καθηγήτρια Αγγλικής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας

Πανεπιστημίου Αθηνών και Μέριλαντ.

 

Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, «Γυναίκες φιλέλληνες», τεύχος 228, 18 Μαρτίου 2004.

 

Read Full Post »

Μάγερ Ιωάννης Ιάκωβος (17981826)


 

Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ. Συλλεκτική σειρά γραμματοσήμων των ΕΛΤΑ, αφιερωμένων σε επιφανείς δημοσιογράφους, 2015.

Ο Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ (Johann Jacob Meyer) ήταν Ελβετός φιλέλληνας, ήρωας της Επανάστασης του 1821 και πρωτοπόρος του ελληνικού Τύπου. Γεννήθηκε στη Ζυρίχη, σπούδασε φαρμακευτική και κατόπιν ιατρική στο Φράιμπουργκ αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Με τη βοήθεια του Φιλελληνικού Κομιτάτου της Βέρνης έφτασε στην επαναστατημένη Ελλάδα. Τον Μάρτιο του 1822 έλαβε μέρος στη ναυμαχία του Κορινθιακού. Εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι, έγινε ορθόδοξος και παντρεύτηκε την Αλτάνα Ιγγλέση.   Συνδέθηκε στενά με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο όταν ήταν εκεί (1824) ως «γενικός διευθυντής» της Δυτικής Χέρσου Ελλάδας. Για ένα διάστημα υπήρξε μέλος της τριμελούς επιτροπής του Μεσολογγίου.

Το 1824 τυπώνει την εφημερίδα «Ελληνικά Χρονικά» στο πιεστήριο που έφερε ο Στάνχοπ από την Αγγλία, με τυπογράφο τον Θεσσαλονικέα Δημήτριο Μεστανέ ή Μεσθενέα.  Η εφημερίδα εκδιδόταν μέχρι το 1826, οπότε και καταστράφηκε από βομβαρδισμό κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Μεσολογγίου. Στο ίδιο πιεστήριο είχε τυπωθεί το 1825 ο Ύμνος εις την Ελευθερίαν του Διονυσίου Σολωμού.

 

Προσωπογραφία του Ιωάννη Ιακώβου Μάγερ, με φόντο την εφημερίδα «Ελληνικά Χρονικά».

 

Διορίστηκε το 1824 μέλος της Τριμελούς Διευθύνουσας Επιτροπής του Μεσολογγίου, αγωνιζόμενος μέχρι τέλους για τη σωτηρία της πόλης και των προσφύγων που είχαν καταφύγει εκεί. Οι ανταποκρίσεις του Μάγερ που δημοσιεύθηκαν στις ευρωπαϊκές εφημερίδες προσέφεραν τα μέγιστα στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων.

Πολέμησε γενναία και έπεσε κατά την Έξοδο του Μεσολογγίου κοντά στη θέση Αρμυράκι. Μαζί του σφαγιάστηκαν η γυναίκα και τα δύο παιδιά τους. Το πτώμα μετέφεραν στην πόλη Μεσολογγίτες αιχμάλωτοι και ο τάφος του βρίσκεται στο Μεσολόγγι στον «Κήπο των Ηρώων».

Πηγή


  • Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, «Η έξοδος του Μεσολογγίου», τεύχος 180, 10 Απριλίου 2003.

Read Full Post »

Η στρατιωτική δράση των Φιλελλήνων στη μάχη του Πέτα: Ξαναδιαβάζοντας τον DanielJohann Elster και τις άλλες πηγές | Νίκος Κανελλόπουλος – Νίκος Τόμπρος, Πρακτικά Ε’ Διεθνούς Συνεδρίου με θέμα: «Ο διεθνής περίγυρος και ο Φιλελληνισμός κατά την Ελληνική Επανάσταση», Αθήνα, 14-15 Οκτωβρίου 2016.


 

Ο στρατηγός Normann (Karl Friedrich Leberecht Graf von Normann-Ehrenfels 1784–1822), διοικητής του τακτικού στρατεύματος (Σύνταγμα, Τάγμα Φιλελλήνων, Επτανήσιοι).

Την εντονότερη έκφραση του Φιλελληνισμού, που αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του αγώνα των Ελλήνων για την απελευθέρωσή τους από τους Οθωμανούς, απετέλεσε η πολεμική δράση που ανέπτυξαν Ευρωπαίοι εθελοντές – κυρίως αξιωματικοί – στο πλευρό των επαναστατών. Στο πλαίσιο της δράσης αυτής συγκροτήθηκε τάγμα Φιλελλήνων, που ακολούθησε – τον Ιούνιο του 1822- τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο στην εκστρατεία του στην Ήπειρο προς ενίσχυση των Σουλιωτών. Στις 4 Ιουλίου 1822 το εν λόγω τάγμα συγκρούστηκε στο χωριό Πέτα με υπέρτερες αριθμητικά εχθρικές δυνάμεις. Στη μάχη που ακολούθησε οι περισσότεροι από τους Φιλέλληνες περικυκλώθηκαν από τους Οθωμανούς με αποτέλεσμα να φονευθούν όλοι πλην ενός.

Η παρούσα ανακοίνωση σκοπό έχει να αναλύσει τη στρατιωτική επιχείρηση των Φιλελλήνων στη μάχη του Πέτα, μέσα από τα στοιχεία που παραθέτει στο ημερολόγιό του ένας από τους ελάχιστους επιζώντες Φιλέλληνες, ο ιατρός του τάγματος Daniel–Johann Elster. Παράλληλα συγκρίνονται οι πληροφορίες του Elster με ό,τι αναφέρουν για τη συγκεκριμένη μάχη οι ελληνικές πηγές (π.χ. απομνημονεύματα), προκειμένου να ελεγχθεί η αξιοπιστία τους. Με βάση τέλος τις πηγές αποτιμώνται εκ νέου τόσο οι συνθήκες της εκστρατείας στην Ήπειρο και η πολιτική που ακολούθησε η ελληνική ηγεσία, όσο και οι συνθήκες που οδήγησαν τους Φιλέλληνες στην ήττα.

Για την ανάγνωση της ανακοίνωσης πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Η στρατιωτική δράση των Φιλελλήνων στη μάχη του Πέτα

Read Full Post »

Φόλγκραφ Βίλχελμ (Carl Wilhelm Vollgraff 1876-1967)


 

Carl Wilhelm Vollgraff (1876-1967). Φωτογραφία: Antonius van der Stok (Leiden) (1862-1941).

Ο Carl Wilhelm Vollgraff γεννήθηκε στο Χάαρλεμ (Haarlem) στις 5/6/1876 και πέθανε στο Zeist της Ολλανδίας στις 20/10/1967, είναι Ολλανδός ελληνιστής και αρχαιολόγος. Ήταν γιος του λατινιστή Jean- Christophe Vollgraff. Άρχισε τις σπουδές του στα κλασσικά γράμματα στις Βρυξέλλες και συνέχισε διαδοχικά στην Ουτρέχτη, στο Γκέντινγκεν και το Βερολίνο υπό την επίβλεψη του κορυφαίου ερμηνευτή του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και έναν από τους κυριότερους εκπροσώπους του «ιστορικού θετικισμού» Ούλριχ Μέλεντορφ Βιλαμόβιτς (Ulrich von Wilamowitz-Mðllendorff). Υποστήριξε τη διδακτορική διατριβή του το 1901 με ένα δοκίμιο αφιερωμένο στον Οβίδιο.

Οι αρχαιολογικές έρευνες του όμως, ήταν αυτές που τον έκαναν γνωστό τόσο στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όσο και στην Ελλάδα. Σε ηλικία 25 ετών γίνεται δεκτός στη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή στην Ελλάδα και αμέσως αρχίζει τις ανασκαφές του, το 1902, στο Άργος όπου ανακαλύπτει σπουδαία αρχαιολογικά ευρήματα.

Η πρώτη περίοδος των ανασκαφών αρχίζει στις 15 Μαΐου 1902 (κατά την εφημερίδα Ίναχος της 06.07.1902) και εκτείνονται μέχρι το τέλος του 1912.   Διασταυρώνοντας δημοσιεύματα του W. Vollgraff και πληροφορίες του τοπικού Τύπου, διαπιστώνεται ότι επιχειρεί μία καταρχήν καταγραφή των αντικειμένων που υπάρχουν στο μουσείο του Άργους  και στην πόλη, δηλαδή εκθεμάτων, σπαραγμάτων και επιγραφών, και αναλαμβάνει και περαιώνει ανασκαφές στους λόφους της Ασπίδας και της Λάρισας, όπως και σε χώρους που τους περιβάλλουν. Κατά τη διετία 1928-30 ο W. Vollgraff επανέρχεται στο Άργος, συνεχίζει τις έρευνές του και προβαίνει σε νέες ανασκαφές, ιδίως στον λόφο της Λάρισας και στον χώρο της αγοράς. Ιστορικά είναι ο πρώτος αρχαιολόγος που προβαίνει σε συστηματικές αρχαιολογικές ανασκαφές στο Άργος.

Σε συνέντευξη του W. Vollgraff στην τοπική εφημερίδα «Αγροτική Αργολίς» της 7-9-1930, διαβάζουμε:

«Εἶνε ἤδη 54 ἐτῶν, τό δέ ἐκτάκτως ἀνθηρόν πρόσωπόν του δέν φανερώνει ὅτι φέρει τό βάρος πλέον τοῦ  ἠμισεως αἰῶνος. Τό πρῶτον φῶς εἶδεν εἷς τήν πόλιν Χάρλαντ τῆς Ὀλλανδίας τό 1876, κειμένην πλησίον της μεγαλιτέρας πόλεως τῆς Ὀλλανδίας, τοῦ Ἀμστερδάμ.

Τάς σπουδᾶς τοῦ ἐπεράτωσεν εἷς τήν πρωτεύουσαν τοῦ Βελγίου, τάς Βρυξέλλας, καί μετά πάροδον ὀλίγου χρόνου, εἷς ἡλικίαν 32 ἐτῶν, ἀνηγορεύθη καθηγητής εἷς τό Πανεπιστήμιον τῆς Οὐτρέχτης (Ὀλλανδίας). 

Τάς ἀρχαιολογικᾶς τοῦ ἔρευνας ὅμως, αἴτινες τόν κατέστησαν διάσημον τόσον εἷς τήν ἰδιαιτέραν τοῦ πατρίδα, ὅσον καί εἷς τήν Ἑλλάδα. Εἷς ἡλικίαν 25 ἐτῶν γίνεται δεκτός ‘ὡς ἑταῖρος εἷς τήν ἕν Ἀθήναις ἑδρεύουσαν Γαλλικήν Ἀρχαολογικήν Σχολήν, καί ἀμέσως ἀπό τοῦ ἑπομένου ἔτους 1902, ἀρχίζει τάς ἱστορικᾶς τοῦ ἀνασκαφᾶς εἷς τους γύρωθεν τῆς πολεῶς μᾶς ἀρχαιλογικούς τόπους του, γέμοντας ἀπό πλουσιώτατα λείψανα τοῦ ἀρχαίου Ἐλλινικοῦ πολιτισμοῦ. 

Καί πρίν ἤ ἄρχισω τάς ἀνασκαφᾶς εἷς τήν πόλιν τοῦ Ἄργους, μᾶς λέγει ὅ κ. Βολλγκράφ εἰσερχόμενος εἰς τό θέμα, προηγουμένως περιηγήθην καί ἐμελέτησα τάς ἀρχαιότητας τῆς Ἰταλίας καί ὁλόκληρού της ὑπολοίπου Ἑλλάδος, διά νά καταλήξω εἷς τό Ἄργος ὅπου καί ἐσχημάτισα  τήν πεποίθησιν ὅτι κρύπτονται εἷς τους κόλπους τοῦ ἄπειρα λείψανα τῆς ἀρχαίας πόλεως τοῦ Ἄργους, κτισθείσης κατά τήν Β’ Ἑλλαδικήν, λεγομένην, ἔποχην, περίπου δήλ. κατά τό 2000, π.Χ.

Καί πράγματι, συνεχίζει ὅ κ. Βολλγκράφ, δέν ἤπατηδην εἷς τάς προβλέψεις μου καί τάς πεποιθήσεις μου.

Κατά τά ἑπτά ἔτη καθ’ ἅ  περιοδικῶς παρέμεινα εἷς τό Ἄργος καί ἐνήργησα ἀνασκαφᾶς (1902, 1903, 1904, 1906, 1912, 1928, 1930),  ἐκ τῆς ἀνακαλύψεως πλουσίων κειμηλίων τοῦ μοναδικοῦ εἷς κάλλος ἀρχαίου πολιτισμοῦ τῆς Ἑλλάδος, ἤσθανθην τάς ὥραιοτερας συγκινήσεις ποῦ εἶνε δυνατόν νά δοκιμάση ἕνας ἀρχαιοδίφης. Δί’ ἠμᾶς, τούς ἀρχαιολόγους, ἤ ἀνακάλυψις ἕνος οἱουδήποτε ἀγάλματος δέν ἔχει τήν ἀξίαν ἔκεινην ποῦ ἀποδίδει τό κοινόν, διότι ἕξ αὐτῶν βρίθουν τά μουσεῖα – μεγαλυτέραν, μεγίστην  δέ  σπουδαιότητα ἔχει δί ἠμᾶς  ἤ εὕρεσις τῶν στοιχείων ἐκείνων, ἐπιγραφῶν κ.λ.π. – ποῦ θά μᾶς καθοδηγήσουν εἷς  τήν μελέτην τῆς Ἱστορίας τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς Ἱστορίας τῆς τέχνης – τῆς τέχνης ἐκείνης τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος ποῦ παρέδωσεν εἰς τόν αἰώνιον θαυμασμόν ὁλοκλήρου του κόσμου καλλιτεχνήματα ἀνυπερβλήτου κάλλους καί ἀφθάστου ὡραιότητος, ἀκριβείας, λεπτότητος καί κομψότητος… Καί πράγματι, τοιαῦτα στοιχεῖο εὕρηκα ἄφθονα εἷς τό Ἄργος, πολύ περισσότερα  ἄφ’ ὅσα ἠδυνάμην νά φαντασθῶ».

Βίλχελμ Φόλγκραφ

Το 1903 έγινε δεκτός ως λέκτορας στο πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης. Από το 1905 ως το 1908 άσκησε τα καθήκοντα του επιμελητή στο Ιστορικό μουσείο γεγονός που αποτέλεσε την πρώτη επαφή του με τη ρωμαϊκή αρχαιολογία. Το 1908 έλαβε την έδρα της Αρχαίας ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Groningue (Γκρόνινγκεν) θέση που κατείχε μέχρι το 1917.

Ο Vollgraff ασχολήθηκε με την «πινακίδα Τολσουμ», ένα κομμάτι ξύλου που έφερε μια επιγραφή της ρωμαϊκής εποχής που ανακαλύφθηκε το 1914 και το  1917 δημοσίευσε την έρευνά του πάνω σε αυτό που μέχρι σήμερα θεωρείται η αρχαιότερη αλφαβητική επιγραφή των Κάτω Χωρών. Το 1917 επέστρεψε στην Ουτρέχτη μετά την προαγωγή του στο τοπικό πανεπιστήμιο και ολοκλήρωσε την καριέρα του φθάνοντας στο βαθμό του ομότιμου καθηγητή το 1946. Κατά την περίοδο μεταξύ του 1917 και 1923 έγινε μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας των τεχνών και των επιστημών της Ολλανδίας.

Το 1929 ανακάλυψε κάτω από τον καθεδρικό της Ουτρέχτης θραύσματα ψαμμόλιθου που σκέπαζαν έναν μεσαιωνικό τάφο. Ο Vollgraff αποκρυπτογράφησε τις επιγραφές που υπήρχαν σ’ αυτά τα θραύσματα και οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι το όνομα Ουτρέχτη, κατά τη ρωμαϊκή εποχή, ήταν Albiola , αλλά αυτή η ερμηνεία δέχθηκε αρκετή κριτική που εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι τις μέρες μας. Διεξήγε ανασκαφές αρχαιολογικές ανασκαφές στην πλατεία του καθεδρικού της Ουτρέχτης μεταξύ του 1933 και του 1935 και βρήκε ίχνη του ρωμαϊκού κάστρου και μιας εκκλησίας της Καρολίνειας περιόδου.

Παντρεύτηκε πρώτη φορά το 1904 την Marie von Hoblin και  δεύτερη φορά την αρχαιολόγο Anna Roes το 1947.

 

Αναφορές του Vollgraff για το Άργος (μορφή pdf):

  1.  Vollgraff Carl Wilhelm. Inhumation en terre sacrée dans l’Antiquité grecque (à propos d’une inscription d’Argos). In: Mémoires présentés par divers savants à l’Académie des inscriptions et belles-lettres de l’Institut de France. Première série, Sujets divers d’érudition. Tome 14, 2e partie, 1951. pp. 315-396. Inhumation en terre sacrée dans l_Antiquité grecque (à propos d_une inscription d_Argos)
  2. Vollgraff W. Argos dans la dépendance de Corinthe au IVe s. In: L’antiquité classique, Tome 14, fasc. 1, 1945. pp. 5-28. Argos dans la dépendance de Corinthe au IVe s
  3. Vollgraff Wilhelm. Rapport sur la campagne de fouilles à Argos en 1904. In: Comptes rendus des séances de l’Académie des Inscriptions et Belles-Lettres, 49 année, N. 1, 1905. pp. 10-11. Rapport sur la campagne de fouilles à Argos en 1904
  4. Vollgraff Wilhelm. Les fouilles d’Argos. In: Comptes rendus des séances de l’Académie des Inscriptions et Belles-Lettres, 50 année, N. 8, 1906. pp. 493-495. Les fouilles d’Argos
  5. Vollgraff Wilhelm. Un pavement en mosaïque découvert à Argos en 1930. In: Comptes rendus des séances de l’Académie des Inscriptions et Belles-Lettres, 76 année, N. 2, 1932. p. 154. Un pavement en mosaïque découvert à Argos en 1930
  6. Vollgraff Wilhelm. Fouilles et sondages sur le flanc oriental de la Larissa à Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 82, 1958. pp. 516-570. Fouilles et sondages sur le flanc oriental de la Larissa à Argos
  7. Vollgraff Wilhelm. Note sur une inscription de l’Aspis (Argos). In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 81, 1957. pp. 475-477. Note sur une inscription de l’Aspis (Argos)
  8. Vollgraff Wilhelm. Inscriptions d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 68-69, 1944. pp. 391-403. Vollgraff Wilhelm. Inscriptions d’Argos. In – Bulletin de correspondance hellénique. Volume 68-69, 1944. pp. 391-403.
  9. Vollgraff Wilhelm. Fouilles d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 44, 1920. pp. 219-226. Fouilles d’Argos
  10. Vollgraff Wilhelm. Inscription d’Argos (Traité entre Knossos et Tylissos). In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 37, 1913. pp. 279-308. Inscription d’Argos (Traité entre Knossos et Tylissos)
  11. Vollgraff Wilhelm. Inscriptions d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 34, 1910. pp. 330-354. Inscriptions d’Argos
  12. Vollgraff Wilhelm. Inscriptions d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 33, 1909. pp. 445-466. Inscriptions d’Argos
  13. Vollgraff Wilhelm. Inscriptions d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 33, 1909. pp. 171-200. Inscriptions d’Argos
  14. Vollgraff Wilhelm. Fouilles d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 31, 1907. pp. 139-184. Fouilles d’Argos.
  15. Vollgraff Wilhelm. Fouilles d’Argos. B. Les établissements préhistoriques de l’Aspis. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 30, 1906. pp. 5-45. Fouilles d’Argos. B. Les établissements préhistoriques de l’Aspis
  16. Vollgraff Wilhelm. Note sur une inscription d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 29, 1905. p. 318. Note sur une inscription d’Argos
  17. Vollgraff Wilhelm. Inscriptions d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 28, 1904. pp. 420-429. Inscriptions d’Argos
  18. Vollgraff Wilhelm. Fouilles d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 28, 1904. pp. 364-399. Fouilles d’Argos
  19. Vollgraff Wilhelm. Inscriptions d’Argos. In: Bulletin de correspondance hellénique. Volume 27, 1903. pp. 260-279. Inscriptions d’Argos

Βιογραφία του Vollgraff (Ολλανδικά): J.C. Kamerbeek, «biographie de C.W. Vollgraff».

 

Πηγές


 

  • Jan Coenraad Kamerbeek et J.C. Kamerbeek, « biographie de C.W. Vollgraff », Jaarboek van de KNAW, 1967-1968, Amsterdam,‎ 1968, p. 346-354.
  • «Γαλλικές ανασκαφές στο Άργος και η αντίδραση του κοινού. Η περίπτωση του Wilhelm Vollgraff», Βασίλης Κ. Δωροβίνης. «Στα βήματα του  Wilhelm Vollgraff – Εκατό χρόνια αρχαιολογικής δραστηριότητας στο Άργος». Πρακτικά του διεθνούς συνεδρίου του διοργανώθηκε από την Δ’ ΕΠΚΑ και από  τη Γαλλική Σχολή  Αθηνών, 25-28 Σεπτεμβρίου 2003. Γαλλική Σχολή  Αθηνών, 2013.
  • Εφημερίδα «Αγροτική Αργολίς» της 7-9-1930.
  • http://www.persee.fr – Υπηρεσία υποστήριξης έρευνας η αποστολή της οποίας είναι η ψηφιακή αξιοποίηση της επιστημονικής κληρονομιάς. Υπουργείο Εθνικής Παιδείας, Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας.

Read Full Post »

Older Posts »