Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Πρωθυπουργοί’

Χαρίλαος Τρικούπης –  Ο πολιτικός του «Τις πταίει;» και του «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν» – Λύντια Τρίχα | Κρατικό Βραβείο Βιογραφίας


 

Το 1987 η νομικός Λύντια Τρίχα, η οποία ασχολείται με την έρευνα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, της διπλωματίας και της πολιτικής, αρχίζει την καταλογογράφηση και επεξεργασία του πολιτικού αρχείου του Χαρίλαου Τρικούπη στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ). Το 1991 εκδίδει την αλληλογραφία του Τρικούπη με τον Ιωάννη Γεννάδιο από το ίδιο αρχείο ενώ τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα για τον Χαρίλαο Τρικούπη εντείνονται.

Συμμετέχει σε συλλογικούς τόμους και αφιερώματα για τον έλληνα πρωθυπουργό και αρχίζει να αποκτά τη φήμη της ειδικής περί τον Τρικούπη. Το 1996, στα εκατόχρονα από τον θάνατο του Τρικούπη, ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος της ζητεί να γράψει την επετειακή ομιλία που θα εκφωνήσει στη Βουλή και ο Κωνσταντίνος Τρικούπης της εμπιστεύεται ένα μέρος του οικογενειακού αρχείου που έχει στην κατοχή του: αλληλογραφία, φωτογραφίες και αποκόμματα εφημερίδων, τα οποία εκείνη αξιοποιεί στην έκδοση ενός βιογραφικού λευκώματος για τον Χαρίλαο.

Η επιθυμία της να γράψει τη βιογραφία του Χαρίλαου έχει σκαλώσει από καιρό στην πρώτη γραμμή: Ο Χαρίλαος ήταν παιδί του Σπυρίδωνα και της Αικατερίνης Τρικούπη. Αναζητώντας λεπτομέρειες, αν ήταν το τρίτο ή το τέταρτο παιδί τους, καταλήγει σε μακρόχρονη έρευνα για την οικογένεια Τρικούπη σε δημόσια και ιδιωτικά αρχεία στην Ελλάδα και στην Αγγλία.

Επιστέγασμα αυτής της πολύχρονης ερευνητικής δραστηριότητας για τον Χαρίλαο Τρικούπη και το περιβάλλον του αλλά και τις κοινοβουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα είναι τώρα η ιστορικά εμπεριστατωμένη αλλά γλαφυρή και συναρπαστική βιογραφία που κυκλοφόρησε, από τις εκδόσεις «Πόλις» το 2016 [δεύτερη έκδοση 2018], με τον τίτλο Χαρίλαος Τρικούπης – Ο πολιτικός του «Τις πταίει;» και του «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν» και έλαβε το Κρατικό Βραβείο Βιογραφίας.  (Εφημερίδα το Βήμα, 25 Νοεμβρίου 2016).

 

 

[…] Η συγγραφέας του πολύπλευρου αυτού πονήματος μας επιφυλάσσει εκπλήξεις για τον ιστορούμενο. Μολονότι δεν αγαπούσε τις πολλές κοινωνικές εκδηλώσεις, ήταν καλά προετοιμασμένος για να τις αντιμετωπίζει επάξια. «Όταν χρειαζόταν ήταν ακούραστος χορευτής και οι κυρίες που τον πολιορκούσαν συνήθως κρέμονταν από τα χείλη του». Αυστηρός μεν έως και ψυχρός, όμως ομιλητικός και βέβαια εργένης πολιτικός. Στον πολυτάραχο πολιτικά βίο του γνώρισε λίγους σοβαρούς ερωτικούς δεσμούς, με πιο γνωστό και σημαντικό τη μακροχρόνια σχέση με τη σύζυγο ξένου διπλωμάτη. Η κυρία αυτή βρέθηκε στο πλάι του όταν πέθανε στις Κάννες… (Θάνος Βερέμης, Athens Review of Books, Σεπτέμβριος 2017).

 

Χαρίλαος Τρικούπης – Ο πολιτικός του «Τις πταίει;» και του «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν»

 

Ποιος ήταν ο Χαρίλαος Τρικούπης; Ο ανήσυχος αρθρογράφος του «Τις πταίει;», ο προβληματισμένος πρωθυπουργός του «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν», αλλά και ο αισιόδοξος πολιτικός του «Η Ελλάς προώρισται να ζήση και θα ζήση». Ο θεμελιωτής του ελληνικού κοινοβουλευτισμού, ο πρωθυπουργός του εκσυγχρονισμού και ο πατέρας των ελληνικών σιδηροδρόμων.

Το βιβλίο αυτό έρχεται να φωτίσει το πολιτικό προφίλ του Χαρίλαου Τρικούπη, τη σταδιοδρομία του, το έργο που άφησε και εκείνο που δεν πρόλαβε να κάνει, τα επιτεύγματά του και τα λάθη του. Τοποθετώντας τον μέσα στον πολιτικό και κοινωνικό περίγυρό του, περιγράφει την πραγματικότητα της εποχής του και την προσπάθειά του να την υπερκεράσει. Μέσα από την προσωπική του αλληλογραφία, τον Τύπο της εποχής και τις συζητήσεις στη Βουλή, αναδεικνύεται η στιβαρή του προσωπικότητα και η εκσυγχρονιστική του πολιτική. Συγχρόνως αναπλάθεται η καθημερινότητά του και εξερευνάται η ιδιωτική του ζωή, με στοιχεία που συχνά μας εκπλήσσουν.

Μέσα από την αφήγηση της ζωής του Χαρίλαου Τρικούπη, από τη γέννησή του το 1832 μέχρι τον θάνατό του το 1896, προβάλλουν ολοζώντανα οι εικόνες της ιστορίας της Ελλάδας, από την ανεξαρτησία της και τη μοναρχία του Όθωνα μέχρι τη συνταγματική βασιλεία του Γεωργίου Α’. Και έτσι εξιστορείται παράλληλα η σταδιακή ανάπτυξη και εξέλιξη της χώρας, που ο ίδιος πάσχισε να τη φέρει σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο Τρικούπης υπήρξε ένας από τους προνομιούχους της εποχής του, καθώς πέρασε πολλά χρόνια της νεότητάς του στο Παρίσι και στο Λονδίνο, αποκτώντας ευρωπαϊκή εμπειρία και κοσμοπολίτικη νοοτροπία, που τον έκανε να διαφέρει από τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς του 19ου αιώνα. Βουλευτής στα 33, υπουργός στα 34, αρχηγός κόμματος στα 40 και πρωθυπουργός στα 43, δέσποσε στην πολιτική ζωή της χώρας από το 1875 μέχρι το 1895, με χαρές, ικανοποιήσεις και αναγνωρίσεις, αλλά και με λύπες και απογοητεύσεις. Έζησε μια ζωή γεμάτη, που απεικονίζεται και ζωντανεύει στη βιογραφία αυτή. Πλαισιώνοντας την εξιστόρηση των σημαντικών γεγονότων με την αναγραφή μικρών λεπτομερειών, το βιβλίο υποβοηθά τον αναγνώστη να αναπλάσει στη φαντασία του όχι μόνο την εικόνα και την προσωπικότητα του Τρικούπη, αλλά και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής του. (Λ.Τ., από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)



Περιεχόμενα


 

Συντομογραφίες – Πρόλογος – Χρονολόγιο – Αντί Εισαγωγής: Ο Τρικούπης και η εποχή του.

Κεφάλαιο 1: Τα νεανικά χρόνια – Οικογενειακές καταβολές – Ο Σπυρίδων και η Αικατερίνη Τρικούπη – Ναύπλιο, Ιούλιος 1832 – Τα πρώτα παιδικά χρόνια – Μαθητής στην Αθήνα – Στο Οθώνειο Πανεπιστήμιο – Φοιτητής στο Παρίσι – «Ο Βενιαμίν του λόρδου Russell» – Η Ένωση των Επτανήσων.

Κεφάλαιο 2: Είσοδος στην πολιτική – Η πολιτική του σταδιοδρομία – Εκλογές με άλλον τρόπο – Πρώτη εκλογή, 1865 – Βουλευτής Μεσολογγίου – Υπουργός Εξωτερικών, 1866-1867 –
Εκτός Βουλής, 1868-1872 – Κοινωνικότητα και περισυλλογή – Αρχηγός του πέμπτου κόμματος, 1872 – Ο θάνατος των γονέων – Η Σοφία Τρικούπη – «Τις πταίει;», 1874.

Κεφάλαιο 3: Προς την εξουσία – Πρώτη κυβέρνηση, 1875 – Η αρχή της δεδηλωμένης – Η εφημερίδα «Ώρα» – Νομοθετική προπαρασκευή – Στην Οικουμενική Κυβέρνηση, 1877 – Το Συνέδριο του Βερολίνου, 1878 – Οι απαρχές του δικομματισμού, 1878-1879 – Κυβέρνηση Τρικούπη, 1880 -Η προσάρτηση της Θεσσαλίας και της Άρτας.

Κεφάλαιο 4: Οράματα και έργα – Πρώτη ισχυρή κυβέρνηση, 1882-1885 – Διοικητική αναδιοργάνωση -Μέριμνα για τον στρατό – Οργασμός δημοσίων έργων -Οικονομική πολιτική –
Αλύτρωτος Ελληνισμός και σύγκρουση με τον Πατριάρχη – Εξωτερικοί προσανατολισμοί –
Maria von Trautenberg.

Κεφάλαιο 5: Από «Πετρέλαιος», Σωτήρας του Έθνους – Θάνατος Κουμουνδούρου και ζυμώσεις στην αντιπολίτευση – Λαϊκή κόπωση και κυβερνητική αλλαγή – «Το ακριβώς αντίθετον του κυρίου Τρικούπη» – Ταξιδεύοντας, 1885-1886 – Ο ναυτικός αποκλεισμός –
Θριαμβευτική επάνοδος, 1886-1890 – Συνέχιση του εκσυγχρονιστικού έργου – «Σιδηροδρομική Βουλή» – Πτώχευση ή δανειοδότηση; – Άρτος και θεάματα, 1886-1889 –
Αιματηρός απόηχος εορτών – Προσωπικές συνήθειες.

Κεφάλαιο 6: Οράματα και προβλήματα – Ταξιδεύοντας και πάλι, 1891 – Στην αντιπολίτευση και υπόδικος, 1891-1892 – Νέα κυβέρνηση Τρικούπη, 1892-1893 – «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν» – Πανωλεθρία στις εκλογές, 1895 – Θάνατος στις Κάννες – Αποτίμηση του έργου του.

Γενεαλογικό Δένδρο: Οικογένεια Τρικούπη – Οικογένεια Μαυροκορδάτου

Παράρτημα: «Τις πταίει;», 1874 – Ο λόγος του Θρόνου, 1875 – Επικήδειος λόγος για τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο, 1883 – Σύνθεση κυβερνήσεων Τρικούπη.

Πηγές – Βιβλιογραφία – Ευρετήριο Προσώπων

 

Λύντια Τρίχα

Χαρίλαος Τρικούπης –  Ο πολιτικός του «Τις πταίει;» και του «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν»

Νοέμβριος 2016

Δεύτερη έκδοση: Ιανουάριος 208

Σχήμα 24Χ17

Σελίδες 626

ISBN 9789604355365

Εκδόσεις Πόλις, 2016 & 2018

 

Read Full Post »

Οι μοιραίες φράσεις του Χαρίλαου Τρικούπη


 

Μια κορυφαία πολιτική προσωπικότητα του 19ου αιώνα και από τους σημαντικότερους πολιτικούς της νεώτερης Ελλάδας, που διετέλεσε επτά φορές πρωθυπουργός και συνέδεσε το όνομά του με την προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας, έμεινε στην ιστορία για 3 φράσεις: «Τις πταίει», «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» και «ανθ’ ημών Γουλιμής». Ο Χαρίλαος Τρικούπης.

Γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1832 και ήταν γιος του πολιτικού και ιστορικού της επανάστασης του 1821 Σπυρίδωνα Τρικούπη και της Αικατερίνης Μαυροκορδάτου, αδελφής του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Το σπίτι των Τρικούπηδων παραμένει μέχρι σήμερα αναξιοποίητο στο Άργος στην οδό Δαναού, απέναντι από το Μπουσουλοπούλειο Γυμνάσιο.

Χαρίλαος Τρικούπης

Ο Τρικούπης υπηρέτησε στο Διπλωματικό Σώμα από το 1853 έως το 1864. Το 1863 ήταν επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας, που διαπραγματεύτηκε τη συνθήκη προσάρτησης των Ιονίων Νήσων στην Ελλάδα, η οποία υπογράφηκε στις 16 Μαρτίου 1864.

Το 1865 εξελέγη βουλευτής Μεσολογγίου και σε ηλικία μόλις 33 ετών ο πρωθυπουργός Κουμουνδούρος του εμπιστεύθηκε το κρίσιμο Υπουργείο Εξωτερικών σε μια δύσκολη περίοδο, καθώς είχε ξεσπάσει η Κρητική Επανάσταση. Ως νέος Υπουργός Εξωτερικών δεν επισκέφθηκε πρώτος τους ξένους πρεσβευτές στην Αθήνα, αλλά απαίτησε να τον επισκεφθούν αυτοί πρώτοι. Έτσι διαμόρφωσε μία εθιμοτυπία, που ισχύει μέχρι σήμερα. Η κυβέρνηση Κουμουνδούρου όμως κατέρρευσε, λόγω του Κρητικού Ζητήματος, και ο Τρικούπης προχώρησε στη δημιουργία νέου κόμματος, το «Πέμπτο Κόμμα».

Στις αρχές της πολιτικής του σταδιοδρομίας, στις 29 Ιουνίου του 1874, έγραψε στην εφημερίδα «Καιροί» ένα σαρκαστικό άρθρο με τον τίτλο «Τις πταίει». Σε αυτό ο Τρικούπης καταγγέλλει το πολιτικό σύστημα της εποχής και δείχνει ως υπεύθυνο για την πολιτική κρίση του τόπου το βασιλιά Γεώργιο Α΄ για τον τρόπο που ασκεί τις εξουσίες του, παρακάμπτοντας το κοινοβούλιο, με το διορισμό Υπουργών από τη μειοψηφία. Προτείνει ο ανώτατος άρχοντας να διορίζει ως πρωθυπουργό τον αρχηγό του πλειοψηφούντος κόμματος, που θα έχει τη στήριξη της Βουλής. Ως τότε ίσχυε η λεγόμενη «θεωρία του κηπουρού»: Ο Βασιλιάς μπορούσε να διορίσει πρωθυπουργό όποιον ήθελε, ακόμα και τον κηπουρό του.

Έτσι καθιερώθηκε η αρχή της δεδηλωμένης, που είναι όρος του Συνταγματικού Δικαίου και ορίζει ότι η κυβέρνηση οφείλει να έχει τη «δεδηλωμένη» της Βουλής και να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, ενώ η τελευταία διατηρεί το δικαίωμά της να άρει την εμπιστοσύνη της με ψήφο δυσπιστίας ύστερα από πρόταση μομφής. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η δημοκρατική νομιμοποίηση της κυβέρνησης, η οποία  δεν εκλέγεται απευθείας από το λαό, αλλά διορίζεται από τον ανώτατο άρχοντα της χώρας.

Ο Χαρ. Τρικούπης κατέληγε στο συμπέρασμα πως «δεν πταίει το Έθνος» και ότι αλλού ήταν «το κακόν», υπονοώντας την κατάπτωση των θεσμών, την έλλειψη σεβασμού στη λαϊκή θέληση και τους διεφθαρμένους πολιτικούς.

Το άρθρο του Τρικούπη, που χαρακτήριζε τις εκλογές νόθες, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και υποδαύλιζε επαναστατική κινητοποίηση εναντίον του βασιλιά, οδήγησε στην ποινική του δίωξη και την προφυλάκισή του, αλλά αποφυλακίστηκε 4 μέρες αργότερα. Αυτό τον καθιέρωσε στη λαϊκή συνείδηση ως ηγέτη και του έδωσε τη δυνατότητα να κυβερνήσει τον τόπο. Στις 27 Απριλίου 1875, ο Χαρίλαος Τρικούπης γίνεται για πρώτη φορά πρωθυπουργός.

Τα επόμενα 20 χρόνια θα είναι ο κυρίαρχος στο πολιτικό σκηνικό, εκπροσωπώντας την ανερχόμενη αστική τάξη. Μεγάλοι του αντίπαλοι ήταν αρχικά ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος και στη συνέχεια ο «λαϊκιστής» Θεόδωρος Δηλιγιάννης, που εκπροσωπούσαν τα «παλιά τζάκια». Ο Χαρίλαος Τρικούπης θα παραμείνει στο τιμόνι της χώρας για περίπου 11 χρόνια, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους μακροβιότερους πρωθυπουργούς της Ελλάδας.

Κατά τη διάρκεια της εξουσίας του θα θέσει σε εφαρμογή ένα ευρύ μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα στους τομείς της γεωργίας, της φορολογίας και της άμυνας, καθώς και ένα πολυδάπανο πρόγραμμα έργων υποδομής, με το οποίο, μεταξύ άλλων, ο Τρικούπης πρόλαβε, πριν πτωχεύσει η χώρα, να διευρύνει τον πορθμό του Ευρίπου, να αποξηράνει τη λίμνη Κωπαΐδα, να γεμίσει την Αθήνα σημαντικά κτίρια υπό την επίβλεψη του Ερνέστου Τσίλερ, να κατασκευάσει 2.500 χιλιόμετρα εθνικών, επαρχιακών και δημοτικών οδών και να δημιουργήσει από το μηδέν ένα πλήρες σιδηροδρομικό δίκτυο σε όλη την Ελλάδα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ το 1882 υπήρχαν σε λειτουργία μόνο 9 περίπου χιλιόμετρα σιδηροδρομικής γραμμής, που συνέδεαν την Αθήνα (Θησείο) με τον Πειραιά, το 1893 λειτουργούσαν 914 χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών και άλλα 490 ήταν υπό κατασκευή. Κατάφερε επίσης να διανοίξει τη διώρυγα της Κορίνθου και να παραγγείλει τρία θωρηκτά πολεμικά πλοία (Ύδρα, Σπέτσαι και Ψαρά). Τέλος κατάργησε το φόρο της δεκάτης στα δημητριακά προϊόντα, αναδιοργάνωσε την αστυνομία, την αγροφυλακή και τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και θέσπισε τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων.

 

Διώρυγα της Κορίνθου, 1902. Library of Congress.

 

Ισθμός της Κορίνθου, 1906. Library of Congress.

 

Χαρακτηριστικό της προοδευτικότητάς του είναι το παράτολμο για την εποχή του όραμά του για τη ζεύξη του Ρίου-Αντιρρίου, ιδέα που υλοποιήθηκε πάνω από έναν αιώνα αργότερα με την κατασκευή της Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου, στην οποία δόθηκε το όνομά του στις 25 Μαΐου 2007.

Για το πρόγραμμα αυτό εκσυγχρονισμού της χώρας ο Τρικούπης θα συνάψει έξι συνολικά δάνεια:

  •   Το 1879 δάνειο ύψους 60 εκ. φράγκων με επιτόκιο 8,19%, για να καλυφθεί η αναγκαστική κυκλοφορία χρήματος.
  •   Το 1881 δάνειο ύψους 120 εκατ. φράγκων με επιτόκιο 7,35%, για να καλυφθούν οι επείγουσες ανάγκες της χώρας.
  •   Το 1884 δάνειο ύψους 100 εκατ. φράγκων με επιτόκιο 7,16%, για τη κατασκευή των σιδηροδρόμων.
  •   Το 1887 δάνειο ύψους 135 εκατ. Φράγκων με επιτόκιο 6%, για την αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού και την εξυπηρέτηση προηγούμενων δανείων.
  •   Το 1889 δάνειο ύψους 155 εκ. με επιτόκιο 5,75%, για την αποπληρωμή των σιδηροδρομικών εταιριών.
  •   Το 1890-91 δάνειο ύψους 89 εκατ. με επιτόκιο 5,7%, για τη κατασκευή του σιδηροδρόμου Πειραιά – Λάρισας.

Από το συνολικό ονομαστικό ποσό των 643.000.000 εκατ. χρυσών φράγκων θα εισπραχθούν μόνο 463 εκατ. Για τα νέα και τα παλαιά δάνεια θα καταβληθούν τη δεκαετία 1880-1890 τοκοχρεολύσια ύψους 455.000.000 χρυσών φράγκων!

Τα δάνεια επενδύθηκαν στα  σημαντικά έργα υποδομής, αλλά η οικονομική πολιτική του Τρικούπη ταυτίστηκε γρήγορα με τη διαφθορά. Οι απόψεις του υπέρ της παρέμβασης του ιδιωτικού κεφαλαίου και ο ρόλος των ομογενών στα οικονομικά του κράτους δημιούργησαν την έντονη δυσαρέσκεια της αντιπολίτευσης του Θ. Δηλιγιάννη. Η ανάθεση σε ξένη εταιρεία του έργου της αποξήρανσης της Κωπαΐδας και η συμμετοχή ελλήνων ομογενών σε αυτή την επιχείρηση ενίσχυσαν τη λαϊκή δυσαρέσκεια.

Στις εκλογές του 1890 ο Τρικούπης θα πληρώσει την πολιτική των φόρων. Θα τον διαδεχθεί ο Δηλιγιάννης και θα επιχειρηθεί η πολιτική εξόντωσή του με την παραπομπή σε Ειδικό Δικαστήριο «ως σπαταλήσαντα το δημόσιο χρήμα»! Η πρόταση θα απορριφθεί από την πλειοψηφία των βουλευτών, αλλά το έργο του θα διακοπεί και η Δηλιγιαννική φαυλοκρατία θα οδηγήσει τη χώρα από το κακό στο χειρότερο. Ο λαός θα διορθώσει το λάθος του 1890 και στις εκλογές του 1892 θα δώσει στον Τρικούπη ισχυρή πλειοψηφία. Τα δημόσια οικονομικά όμως είναι σε αδιέξοδο και τα ελληνικά χρεόγραφα σε κατρακύλα. Ο Τρικούπης καταφεύγει σε νέους φόρους, που αυξάνουν τη λαϊκή αντίδραση.

Οι ξένοι κεφαλαιούχοι είναι «πρόθυμοι» να προσφέρουν νέα δάνεια με στόχο να ελέγξουν απόλυτα την οικονομία και τη χώρα. Ανταγωνίζονται μάλιστα οι Άγγλοι, οι Γάλλοι και οι Αμερικανοί και στέλνουν, αντίστοιχα, στην Ελλάδα για έλεγχο των δημοσιονομικών τον λόρδο Εδουάρδο Λω, τον οικονομικό επιθεωρητή Ρου και τον τραπεζίτη Μόργκαν!

Ο Τρικούπης θα ζητήσει από τους Άγγλους δάνειο 3.500.000 στερλινών για να στηρίξει τα ελληνικά χρεόγραφα. Η συμφωνία προβλέπει την κύρωσή της με βασιλικό διάταγμα. Μετά την αντίδραση της αντιπολίτευσης και ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ αρνείται.

Η χρεοκοπία ουσιαστικά είχε επέλθει πριν Τρικούπης αναλάβει για τελευταία φορά την πρωθυπουργία στις 30 Οκτωβρίου του 1893. Εμφανιζόμενος στη Βουλή δε θα διστάσει να καταθέσει την αλήθεια και δεν θα τα παρατήσει. «Η Ελλάς προώρισται να ζήσει και θα ζήσει» θα πει και θα προσπαθήσει να πετύχει διακανονισμό με τους δανειστές. Εκείνοι θα ζητήσουν τον έλεγχο όλων των κρατικών εσόδων. Ο Τρικούπης αρνείται θεωρώντας ότι στην ουσία θα υποθηκευόταν η ανεξαρτησία της χώρας. Είχαν όμως συμμάχους τα Ανάκτορα και την αντιπολίτευση, που υποκίνησαν μεγάλες διαδηλώσεις με σύνθημα κατά της πληρωμής των φόρων! Στις διαδηλώσεις μάλιστα εμφανίστηκε έφιππος και ο διάδοχος του θρόνου!

Η πρωτόγονη οικονομία της εποχής δε θα αντέξει το φιλόδοξο πρόγραμμα του Τρικούπη. Ο ίδιος θα προκαλέσει μεγάλη δυσαρέσκεια στο λαό, λόγω της φορολογικής του πολιτικής. «Φορομπήκτης» και «Πετρέλαιος» ήταν δύο από τα προσωνύμια που του «κόλλησε» ο Τύπος. Τελικά, η χώρα δεν θα μπορέσει να αποπληρώσει τα δυσβάστακτα χρέη της. Η Βουλή κηρύσσει χρεοστάσιο το 1893 και ο Τρικούπης, συνοψίζοντας το οικονομικό δράμα της Ελλάδας, αναφωνεί στις 10 Δεκεμβρίου: «Δυστυχώς Επτωχεύσαμεν!»

Τα επόμενα χρόνια η χώρα θα τεθεί υπό Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, που θα εισπράττει για λογαριασμό των δανειστών τους φόρους των ειδών μονοπωλίου (αλάτι, σπίρτα, πετρέλαιο, παιγνιόχαρτα, τσιγαρόχαρτο και σμύριδα). Ο ΔΟΕ θα καταργηθεί ύστερα από 80 χρόνια, το 1978 με την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ!

Στις εκλογές της 16ης Απριλίου 1895 το κόμμα του Τρικούπη παθαίνει πανωλεθρία και ο ίδιος αποτυγχάνει να εκλεγεί βουλευτής Μεσολογγίου. Χάνει την έδρα για 4 ψήφους από τον άσημο γιατρό της περιοχής Μιλτιάδη Γουλιμή. Αποχωρεί από την πολιτική γεμάτος πίκρα, με την κλασσική φράση «Ανθ’ ημών Γουλιμής… Καληνύχτα σας!».

Αποφασίζει να εγκαταλείψει και την πολιτική και την Ελλάδα. Μια Ελλάδα, που πλέον έχει εισέλθει σε πολιτικό χάος. Σε κάποιον πολιτικό του φίλο είπε: «Αποχώρησα από την πολιτική και αποχωρώ και από την πατρίδα μου. Συνταξιούχος πια με μόνη σύνταξή μου τις αναμνήσεις μου. Δεν θα επανέλθω πλέον ποτέ».

Ο φωτογράφος Σόλωνας Βάθης, φωτογραφίζει τον Τρικούπη στο ατελιέ του στο Παρίσι.

Φεύγει αυτοεξόριστος και αρχίζει μια ζωή πόνου και μοναξιάς στα ξένα αρχικά σε μικρά χωριά της Νότιας Ιταλίας, άγνωστος και ξένος μεταξύ ξένων. Φτάνει στη Γένοβα, όπου τον αναγνωρίζουν και δέχεται επισκέψεις του Έλληνα Προξένου και αρκετών Ελλήνων της παροικίας. Όμως, γράφει στην αδελφή του Σοφία, …Με ενοχλούν αυτές οι επισκέψεις….Θα αναζητήσω την ηρεμία μου και πάλι στα μικρά χωριά…

Εγκαταλείπει τη Γένοβα και πάει στην κωμόπολη Νέρβι, ένα γραφικό χωριό με 800 κατοίκους, όπου αφιερώνει το χρόνο του σε μακρινούς περιπάτους και στη συγγραφή των απομνημονευμάτων του.  Εκεί μια γρίπη θα τον καθηλώσει στο κρεβάτι και ο Τρικούπης αναχωρεί με προορισμό τις Κάννες, που τις προτίμησε για το εύκρατο κλίμα τους και για τη δυνατότητα ικανοποιητικής ιατρικής περίθαλψης. Καταλύει στο ξενοδοχείο Gray et Albion, αλλά την επομένη προσβάλλεται από οξεία αρθριτική εκδήλωση και παραμένει στο κρεβάτι, από το οποίο δε θα σηκωθεί ποτέ. Το πρωί της 24ης Μαρτίου 1896 ξυπνάει με οιδήματα στα πόδια. Ο Χαρίλαος Τρικούπης προαισθάνεται το θάνατό του και την ίδια ημέρα δίνει εντολή να καταστρέψουν το αρχείο του. Έτσι χάθηκαν πολύτιμα στοιχεία από τη ζωή και την πολιτική δράση του. Το μεσημέρι της 28ης Μαρτίου θα φτάσουν στις Κάννες η αδελφή του Σοφία με τον ανιψιό του Κωνσταντίνο. Την επομένη 29η το οίδημα ανεβαίνει προς την καρδιά, η κατάστασή του επιδεινώνεται ώρα με την ώρα και το πρωί της 30ης Μαρτίου μόλις καταφέρνει να ψελλίσει στην αδελφή του. «Αισθάνομαι ότι αποθνήσκω. Αποθνήσκω εις ξένης γην». Και συμπληρώνει την τελευταία του επιθυμία. «Επιθυμώ να ταφώ εις την γην της πατρίδος μου. Εις την γην των Αθηνών. Θέλησίς μου είναι να μην αποδοθούν τιμαί. Δεν επιθυμώ λόγους».

Στις 30 Μαρτίου του 1896 ο μεγάλος πολιτικός της Ελλάδας, ένας άνθρωπος που άφησε τη σφραγίδα του στον ελληνικό πολιτικό χώρο, αφήνει στις Κάννες την τελευταία του πνοή. Από αυτή τη στιγμή θα αρχίσει η οδύσσεια του νεκρού Τρικούπη. Μια οδύσσεια με την οποία η πατρίδα του θέλησε να τον πληρώσει.

Ο Έλληνας πρόξενος στη Μασσαλία τηλεγραφεί στην Αθήνα τον θάνατό του. Ο πρωθυπουργός Θεοδ. Δηλιγιάννης βρίσκεται σε χοροεσπερίδα, όταν λαβαίνει το τηλεγράφημα, ενώ η Αθήνα και όλη η Ελλάδα ζει το παραλήρημα της προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896, οι οποίοι θα αρχίσουν σε λίγες μέρες. Έτσι ο Δηλιγιάννης θεωρεί σωστό να μην ανακοινώσει τίποτε και μόνο την επομένη 31 Μαρτίου θα δώσει στο δημοσιογραφικό όργανο του κόμματός του, την ΠΡΩΙΑ, λίγες  λέξεις. «Απεβίωσεν εν Κάνναις Γαλλίας ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδος Χαρ. Τρικούπης».

Το πένθος για τον αναμορφωτή της Ελλάδας ήταν ανύπαρκτο. Ο νεκρός του Χαρ. Τρικούπη ταριχευμένος περιμένει στις Κάνες την πατρίδα του να τον παραλάβει. Όμως η πατρίδα δεν δείχνει καμιά προθυμία. Στην Αθήνα τα στελέχη του κόμματός του συστήνουν μια Επιτροπή, η οποία ζητά από την κυβέρνηση του Δηλιγιάννη την αποστολή ενός πολεμικού σκάφους για τη μεταφορά του νεκρού. Η κυβέρνηση αρνείται πεισματικά με τη δικαιολογία ότι τα πλοία του στόλου δεν προορίζονται για τη μεταφορά νεκρών! Δέχεται μόνο να αναλάβει τα έξοδα για να μεταφερθεί ο νεκρός με το πλοίο της γραμμής. Στο νεκρό πρωθυπουργό, που έβγαλε από την αφάνεια το πολεμικό ναυτικό και το αναμόρφωσε, η πατρίδα αρνείται να  παραχωρήσει ένα πλοίο, για να επιστρέψει νεκρός και να ταφεί στα χώματά της.

Ο νεκρός του Τρικούπη μεταφέρεται από τις Κάνες στη Μασσαλία με μια θαλαμηγό, που προσέφερε κάποιος Γάλλος, και από εκεί με το πλοίο της γραμμής  στις 8 Απριλίου φτάνει στην Ελλάδα. Εν τω μεταξύ στην Αθήνα από την 6η Απριλίου του 1896 έχουν αρχίσει οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες και κανείς δεν δίνει σημασία σε μια άμαξα, που από τον Πειραιά ανεβαίνει προς την Αθήνα φορτωμένη με ένα φέρετρο. Η σωρός του Έλληνα πολιτικού μεταφέρεται και τοποθετείται στο ιστορικό οίκημα των Τρικούπηδων, στην οδό Ακαδημίας. Η ταφή του θα γίνει το απόγευμα της 11ης Απριλίου, χωρίς να ακουστεί κανένας επικήδειος. Η τελευταία επιθυμία του Τρικούπη έγινε σεβαστή.

Μετά το θάνατο του Χ. Τρικούπη ακολούθησε ο καταστροφικός ελληνο-τουρκικός πόλεμος του 1897. Η κατάληξη αυτού του πολέμου ήταν ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος (ΔΟΕ), που επέβαλαν με το δάνειο 150 εκατ. φράγκων το 1897 οι ξένοι και ντόπιοι πιστωτές της Ελλάδας, οι λεγόμενοι «ομολογιούχοι», τις συνέπειες του οποίου πληρώνουμε ακόμη σήμερα.

Οι ιστορικές φράσεις του Τρικούπη παραμένουν δυστυχώς επίκαιρες και μπορούν σήμερα να συνοψίσουν το πρόβλημα της χώρας: «Η Ελλάς προώρισται να ζήσει και θα ζήσει», παρότι «δυστυχώς επτωχεύσαμεν», αλλά «Τις πταίει»;

 

Αλέξης Τότσικας

Δεύτερη Ανάγνωση, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Άργος, Απρίλιος 2013.

 

Διαβάστε ακόμη:

Read Full Post »

Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, αποδεχόμενη τις εκατοντάδες προτάσεις των επισκεπτών της και επιθυμώντας να συμβάλλει στην επίκαιρη ενημέρωσή τους, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Διαβάστε στο «Ελεύθερο Βήμα», άρθρο του Φιλόλογου – Συγγραφέα, Αλέξη Τότσικα, που δημοσιεύεται στο βιβλίο του «Δεύτερη Ανάγνωση» με θέμα:

«Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας»

 

Στα 167 χρόνια των ελληνικών εκλογικών αναμετρήσεων, από το 1844 ως σήμερα, ογδόντα τέσσερις άνδρες έγιναν πρωθυπουργοί αυτού του τόπου. Οι 30 είχαν την τιμή να εκλεγούν με την ψήφο του λαού. Οι πέντε ήταν δικτάτορες ή εκπρόσωποι δικτατόρων και οι υπόλοιποι διορίστηκαν από τους βασιλιάδες ή ανέλαβαν προσωρινά ως υπηρεσιακοί ή με την υπόδειξη κάποιας εθνοσυνέλευσης.

Πολλοί από αυτούς είχαν τη χαρά να πανηγυρίσουν περισσότερες από μια εκλογικές νίκες. Μοναχά επτά όμως μπόρεσαν να πείσουν τον ελληνικό λαό να τους ψηφίσει από τρεις και πάνω φορές.

Ελευθέριος Βενιζέλος (Ποικίλη Στοά)

Ελευθέριος Βενιζέλος (Ποικίλη Στοά)

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος κατέχει το μεγαλύτερο και αξεπέραστο ρεκόρ: Κέρδισε την ψήφο του λαού σε 6 εκλογικές αναμετρήσεις από το 1910 ως το 1933. Ακολουθεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με 5 εκλογικές νίκες για την κατάκτηση της πρωθυπουργίας, την οποία εγκατέλειψε για να συνεχίσει ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, θέση στην οποία το ελληνικό κοινοβούλιο τον εξέλεξε δυο φορές.

Δυο άνδρες ισοψηφούν στην τρίτη θέση με 4 εκλογικές νίκες, ο Δημήτριος Βούλγαρης και ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος και ο Χαρίλαος Τρικούπης κέρδισαν από τρεις φορές την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού.

Ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος είναι ο πολιτικός, που ορκίστηκε πρωθυπουργός τις περισσότερες φορές, συνολικά 10, αλλά μόνον οι 3 ήταν με την ψήφο του λαού. Ακολουθεί ο Δημήτριος Βούλγαρης με 8 θητείες, από τις οποίες οι μισές με την ψήφο του λαού. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Χαρίλαος Τρικούπης ορκίστηκαν πρωθυπουργοί από 7 φορές ο καθένας (από μια φορά και οι δυο χωρίς την ψήφο του λαού).

Πάντως ο Ελευθέριος Βενιζέλος προπολεμικά και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μεταπολεμικά είναι οι πρωταθλητές της πολιτικής ζωής του τόπου. Καθένας ξεπέρασε τα 14 χρόνια συνολικής άσκησης της πρωθυπουργίας, με τον Ελ. Βενιζέλο να έχει ξεπεράσει κατά λίγες ημέρες τα 14,5 και τον Κ. Καραμανλή να υπολείπεται μερικά εικοσιτετράωρα.

Πίσω τους έρχεται ο Χαρίλαος Τρικούπης με περίπου 13 χρόνια συνολικά στην πρωθυπουργική καρέκλα, ενώ τον ακολουθούν, με 11 χρόνια ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος. Στην έκτη θέση ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης έμεινε πρωθυπουργός συνολικά 9 χρόνια.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στο Ναύπλιο, αρχές 1959. Αρχείο: Κυριάκος Καλκάνης.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στο Ναύπλιο, αρχές 1959. Αρχείο: Κυριάκος Καλκάνης.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κατέχει ένα αξεπέραστο ρεκόρ, που δύσκολα στο μέλλον μπορεί να καταρριφθεί: Από την ημέρα που ορκίστηκε για πρώτη φορά πρωθυπουργός (5.10.1955) ως την ημέρα που παραιτήθηκε για τελευταία φορά, το 1980, για να αναλάβει την προεδρία της Δημοκρατίας, κύλησαν περίπου 25 χρόνια. Είναι ο Μαθουσάλας της πολιτικής ζωής του τόπου, καθώς αν προσθέσουμε και τα 15 χρόνια, από την πρώτη ορκωμοσία του ως Προέδρου της Δημοκρατίας έως την άνοιξη του 1995, οπότε έληξε η δεύτερη θητεία του, είναι ο μοναδικός ηγέτης, που κυριάρχησε στην πολιτική ζωή του τόπου επί 40 χρόνια.

Δεύτερος Μαθουσάλας της πολιτικής μας ζωής είναι ο Α. Ζαΐμης, που ορκίστηκε πρωθυπουργός συνολικά 6 φορές, απασχόλησε την πολιτική ζωή του τόπου για 32 χρόνια, αλλά μονάχα το 1926, που ήταν και η τελευταία του θητεία, εκλέχτηκε από τον ελληνικό λαό.

Οι επόμενοι απέχουν πολύ. Ο Δ. Ράλλης κάλυψε 24 χρόνια ως πρωθυπουργός, ο Ελευθέριος Βενιζέλος 23 χρόνια, ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Χαρίλαος Τρικούπης από 21 χρόνια και ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης 20 χρόνια.

Τα 8 χρόνια, 1 μήνας και 17 ημέρες της συνεχούς πρωθυπουργίας του Κώστα Σημίτη (από 18 Ιανουαρίου 1996 ως 7 Μαρτίου 2004) αποτελούν αξεπέραστο ρεκόρ για τα ελληνικά δεδομένα. Για να καταρριφθεί, θα πρέπει κάποιος πρωθυπουργός να εξαντλήσει δυο τετραετίες και μέρος τρίτης.

Ο Κώστας Σημίτης κατέρριψε το ρεκόρ του προκατόχου του, Ανδρέα Παπανδρέου, που είχε συμπληρώσει συνεχή παραμονή στην πρωθυπουργία 7 χρόνια και 8 μήνες ακριβώς. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συμπλήρωσε ως πρωθυπουργός συνεχώς 7 χρόνια, 8 μήνες και 12 ημέρες (από τις 5.10.1955 έως τις 17.6.1963), αλλά τις πρώτες 136 ημέρες θήτευσε ως διορισμένος, ενώ το 1961 παραχώρησε για ένα μήνα την πρωθυπουργία στον Κ. Δόβα ως υπηρεσιακό πρωθυπουργό. Ως εκλεγμένος (από τις 19 Φεβρουαρίου 1956), παρέμεινε πρωθυπουργός 7 χρόνια και 4 μήνες. Πίσω τους με αρκετή διαφορά έρχονται ο Χαρίλαος Τρικούπης και ο Ελευθέριος Βενιζέλος με περίπου 6 χρόνια συνεχούς θητείας ο καθένας.

Στην απέναντι όχθη ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου Αριστείδης Μωραϊτίνης είναι ο άνθρωπος, που έγινε πρωθυπουργός για το πιο σύντομο διάστημα στην ελληνική ιστορία: Μόλις 2 ημέρες, από τις 9 έως τις 10 Φεβρουαρίου 1863. Διαδέχτηκε το Δημήτριο Βούλγαρη και παραχώρησε την πρωθυπουργία στον Κ. Βάλβη. Και οι τρεις είχαν επιλεγεί από την εθνοσυνέλευση, που ενέκρινε τον Γεώργιο Γλίξμπουργκ ως βασιλιά των Ελλήνων.

Επαμεινώνδας Δεληγιώργης (1829-1879)

Επαμεινώνδας Δεληγιώργης (1829-1879)

Σπουδαίο ρεκόρ κατέχει και ο επαναστάτης Μεσολογγίτης πολιτικός Επαμεινώνδας Δεληγιώργης: Είναι ο πιο νεαρός πρωθυπουργός όλων των εποχών. Ορκίστηκε στις 20 Οκτωβρίου 1865 σε ηλικία 36 χρόνων. Όμως παραιτήθηκε δέκα μέρες αργότερα. Ξανάγινε πρωθυπουργός άλλες πέντε φορές, τη μια με την ψήφο του ελληνικού λαού. Στον αντίποδα ο Κώστας Μητσοτάκης ήταν 72 χρόνων (ακριβώς τα διπλά του Δεληγιώργη), όταν εκλέχτηκε πρωθυπουργός.

Πέρα από τους αριθμούς ο Επαμεινώνδας Δεληγιώργης είχε την τύχη να συγκαταλέγεται στους Μεσολογγίτες: Από ένα καπρίτσιο της τύχης η ιερή πόλη γέννησε πολιτικούς άνδρες, που συνδέονται με τα πιο σημαντικά πολιτικά γεγονότα του 19ου αιώνα, αυτά που έχουν να κάνουν με την πολιτική πορεία του ελληνικού λαού προς την κατάκτηση της ελευθερίας και την κατοχύρωση της κυριαρχίας του.

Πρώτος ήταν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (1791 – 1865). Ξεκινώντας από το Μεσολόγγι αναδείχτηκε πρόεδρος της πρώτης εθνοσυνέλευσης στην Επίδαυρο (1821), η οποία διακήρυξε την ελληνική ανεξαρτησία. Ο ίδιος εκλέχτηκε «αρχιγραμματέας εκτελεστικού» (πρωθυπουργός) το 1825 και διεξήγε τις διαπραγματεύσεις με την Αγγλία δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια διεθνή παρέμβαση υπέρ της χώρας μας. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος είναι και ο άνθρωπος, που κατηύθυνε τις εργασίες για την ψήφιση του πρώτου Συντάγματος της χώρας μας, αυτού που προέκυψε μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Και είναι ο ίδιος που οδήγησε τη χώρα στις πρώτες της εκλογές, το 1844, για την ανάδειξη κοινοβουλίου.

Ο Σπυρίδων Τρικούπης γύρω στα 1860.

Ο Σπυρίδων Τρικούπης γύρω στα 1860.

Γέννημα θρέμμα του Μεσολογγίου ήταν ο ιστορικός της επανάστασης Σπυρίδων Τρικούπης (1788-1873), που υπήρξε «γενικός γραμματέας επικρατείας» (πρωθυπουργός) επί Καποδίστρια και είναι αυτός που διεξήγε τις διαπραγματεύσεις για την εκλογή του Όθωνα ως βασιλιά της Ελλάδας.

Από το Μεσολόγγι, όπου πρωτοεκλέχτηκε βουλευτής το 1859, ξεκίνησε ο Επαμεινώνδας Δεληγιώργης (1829 – 1879), που έγινε ο πολιτικός εκφραστής της αντιδυναστικής πολιτικής και πρωτεργάτης όλων των πολιτικών γεγονότων, τα οποία οδήγησαν στην έξωση του Όθωνα.

Γεννημένος στο Ναύπλιο, αλλά Μεσολογγίτης και εκεί εκλεγόμενος, είναι και ο Χαρίλαος Τρικούπης (1832 – 1896), που το 1875 υποχρέωσε τον βασιλιά Γεώργιο να δεχτεί την «αρχή της δεδηλωμένης», τη μεγαλύτερη κατάκτηση στην πορεία για την εδραίωση της λαϊκής κυριαρχίας.

Δυο αρχηγοί κόμματος γνώρισαν τον εκπληκτικό θρίαμβο να κατακτήσουν πάνω από το 80% των εδρών της Βουλής. Και οι δυο, ήρθε η ώρα να γνωρίσουν και την πίκρα να μην εκλεγούν ούτε οι ίδιοι! Στις εκλογές της 3ης Μαΐου 1892, ο Χαρίλαος Τρικούπης έβγαλε 180 από τους συνολικά 207 βουλευτές: Ποσοστό 86,95%! Στις αμέσως επόμενες (16 Απριλίου 1895), έπαθε πανωλεθρία: Το κόμμα του ανέδειξε 15 βουλευτές (7,2%), ανάμεσα στους οποίους δεν ήταν ο ίδιος! Την έδρα του κέρδισε ο Μιλτιάδης Γουλιμής. Είναι τότε που, γεμάτος πικρία, είπε «Ανθ’ ημών, Γουλιμής!».

Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, στις εκλογές του 1910, ο Ελευθέριος Βενιζέλος είδε το κόμμα του (των Φιλελευθέρων) να κατακτά τις 307 από τις 362 έδρες του κοινοβουλίου: Ποσοστό 84,80%! Στα 1920, θριαμβευτής με τη συνθήκη των Σεβρών στην τσέπη, πανίσχυρος και σωτήρας του τόπου, καταποντίστηκε: Το κόμμα του έπεσε στο 29,73% και ο ίδιος έφυγε στο Παρίσι, ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο που, 25 χρόνια πριν, είχε πάρει ο Χαρίλαος Τρικούπης. Και οι δυο πέθαναν αυτοεξόριστοι!

 

Αλέξης Τότσικας

Δεύτερη Ανάγνωση, σελ. 27-33, Έκδοση: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Άργος, Απρίλιος 2013.

 

Διαβάστε ακόμη:

 

 

Read Full Post »

Ελευθέριος K. Βενιζέλος (Μουρνιές Χανίων, 23 Αυγούστου 1864 – Παρίσι, 18 Μαρτίου 1936)


 

 Ο Ελευθέριος Βενιζέλος είναι αναμφισβήτητα η σημαντικότερη πολιτική προσωπικότητα της νεότερης Ελλάδας, ηγέτης διεθνούς ακτινοβολίας, εκτιμήσεως σεβασμού και θαυμασμού. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ουίλσον τον θαύμαζε και τον θεωρούσε ως τον ικανότερο Ευρωπαίο πολιτικό, ο Τσώρτσιλ έλεγε ότι «ο Βενιζέλος είναι ο μεγαλύτερος άνθρωπος του κόσμου», ο Λόυδ Τζωρτζ εκτιμούσε ότι «ο Βενιζέλος είναι ο μεγαλύτερος πολιτικός άνδρας που έβγαλε η ελληνική φυλή από την εποχή του Περικλή». Ανάλογα εγκωμιαστικά σχόλια διατύπωσαν και άλλοι σύγχρονοι ηγέτες, ενώ η παγκόσμια ιστοριογραφία τον κατατάσσει στους κορυφαίους πολιτικούς ηγέτες του 20ου αιώνα. Ο ηγέτης αυτός ένωσε και οδήγησε το ελληνικό έθνος στη λαμπρότερη εξόρμησή του μετά το 1821, διαμόρφωσε το χάρτη της νεώτερης Ελλάδας, έβαλε τις βάσεις ενός σύγχρονου πολιτισμένου, δημοκρατικού και ισχυρού κράτους και σφράγισε με το έργο του τη νεότερη ελληνική ιστορία.

 

Πορτραίτο Ελευθερίου Βενιζέλου στις αρχές του 20ου αιώνα. Αρχείο: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών & Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος».

Πορτραίτο Ελευθερίου Βενιζέλου στις αρχές του 20ου αιώνα. Αρχείο: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών & Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος».

Πρωθυπουργός της Κρητικής Πολιτείας και επτά φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας. Γεννήθηκε στην Τουρκοκρατούμενη Κρήτη, στις Μουρνιές Χανίων, τον Αύγουστο του 1864. Στα νεανικά του χρόνια η οικογένειά του κατέφυγε στη Σύρο για να αποφύγει τις συνέπειες της επαναστατικής δράσης του πατέρα του. Φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1881-1886) και όταν επέστρεψε στα Χανιά άσκησε με επιτυχία τη δικηγορία. Το 1891 παντρεύτηκε την Μαρία Κατελούζου (Ελευθερίου) της οποίας ο θάνατος το 1894 σημάδεψε τη ζωή του. Απέκτησαν δύο παιδιά, τον Κυριάκο και τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Ο Βενιζέλος παντρεύτηκε ξανά το 1921 στο Λονδίνο με την Έλενα Σκυλίτση, γόνο πλούσιας οικογένειας ομογενών της Αγγλίας.

Η πολιτική τον απορρόφησε και το 1889 εκλέχτηκε πρώτη φορά βουλευτής Κυδωνίας με τη φιλελεύθερη παράταξη. Οι ηγετικές πολιτικές και διπλωματικές του ικανότητες αναδείχτηκαν κατά την επανάσταση του 1897, που οδήγησε στην αυτονομία της Κρήτης και στη δημιουργία της Κρητικής Πολιτείας. Την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας (1898-1912) συνέβαλε στη διαμόρφωση του Κρητικού Συντάγματος, στην οργάνωση της χωροφυλακής και πρόσφερε στο νησί ένα άρτιο δικαστικό σύστημα. Οι φιλελεύθερες αρχές του σύντομα τον οδήγησαν σε σύγκρουση με τον Ύπατο Αρμοστή, Πρίγκιπα Γεώργιο της Ελλάδας και στην επανάσταση του Θερίσου το 1905 που κατέληξε στην απομάκρυνση του Γεώργιου και στην αντικατάστασή του από τον Αλέξανδρο Ζαΐμη.

Η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα ήταν ο κύριος στόχος του και στις μετέπειτα προσπάθειές του ισορροπούσε με ευελιξία ανάμεσα στην τόλμη και στην μετριοπάθεια. Το επιθυμητό αποτέλεσμα πραγματοποιήθηκε την 1η Δεκεμβρίου 1913 μετά την αίσια έκβαση των Βαλκανικών Πολέμων. Στα τέλη του 1909 βρέθηκε στην Αθήνα υστέρα από πρόσκληση του Στρατιωτικού Συνδέσμου και στο σημείο αυτό φτάνει στο τέλος της η πολιτική του δραστηριότητα στην Κρήτη. Αφού υπέβαλλε την παραίτησή του από την πρωθυπουργία της Κρητικής Πολιτείας ήρθε ξανά στην Αθήνα και με το «Κόμμα των Φιλελευθέρων» ανέλαβε ενεργό δράση στην πολιτική της Ελλάδας και έγινε πρωθυπουργός. Υπήρξε ο πρωτεργάτης της πολιτικής και οικονομικής ανόρθωσης της Ελλάδας και της νικηφόρας έκβασης των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1913) που είχαν σαν αποτέλεσμα τον διπλασιασμό των εδαφών της Ελλάδας.

Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ήρθε σε ρήξη με το γερμανόφιλο βασιλιά Κωνσταντίνο για την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Η σύγκρουση αυτή είχε ως αποτέλεσμα τον Εθνικό Διχασμό, μία από τις μελανότερες στιγμές της ιστορίας του Ελληνικού έθνους.

 

Στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, 1918. Αρχείο: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών & Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος».

Στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, 1918.
Αρχείο: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών & Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος».

 

Το 1916 ο Βενιζέλος συγκρότησε μαζί με το ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και το στρατηγό Παναγιώτη Δαγκλή την Επιτροπή Εθνικής Αμύνης η οποία δημιούργησε δεύτερο Ελληνικό Κράτος με έδρα τη Θεσσαλονίκη και οδήγησε τις στρατιωτικές μονάδες της βόρειας Ελλάδας και των νησιών σε παράταξη στο πλευρό των συμμαχικών στρατευμάτων.  Έτσι η Ελλάδα χωρίστηκε σε δύο κράτη με συγκρουόμενους προσανατολισμούς σε εσωτερικά και εξωτερικά ζητήματα και με αντίθετη ιδεολογία. Η νικηφόρα για τους συμμάχους λήξη του πολέμου και μάλιστα με τη συμβολή του ελληνικού στρατού αποτέλεσε τη δικαίωση της πολιτικής του Βενιζέλου και του εξασφάλισε διεθνές κύρος και γόητρο, στοιχεία που τον βοήθησαν σημαντικά στους διπλωματικούς του αγώνες μετά τον πόλεμο.

Ελευθέριος Βενιζέλος (Ποικίλη Στοά)

Ελευθέριος Βενιζέλος (Ποικίλη Στοά)

Το 1920, με τη συνθήκη των Σεβρών, ο Βενιζέλος έκανε πράξη τη Μεγάλη Ιδέα, την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, με την παραχώρηση στην Ελλάδα της Ανατολικής και της Δυτικής Θράκης, των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, της Ίμβρου και της Τενέδου, των Δωδεκανήσων και της περιοχής της Σμύρνης. Κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, στο σταθμό της Λυών στο Παρίσι, πραγματοποιήθηκε δολοφονική απόπειρα εναντίον του στην οποία τραυματίστηκε ελαφρά.

Ελευθέριος Βενιζέλος. Αρχείο: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών & Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος».

Ελευθέριος Βενιζέλος. Αρχείο: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών & Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος».

 

Στις κρίσιμες εκλογές που ακολούθησαν το Νοέμβριο του 1920, ο Βενιζέλος ηττήθηκε και απο­σύρθηκε από την πολιτική για να επιστρέψει μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Με δύο ριζοσπαστικές πρωτοβουλίες του (1923), την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα σε Έλληνες και Τούρκους και τη Συνθήκη της Λωζάννης, που καθόρισε τα σύνορα ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, άλλαξε τον προσανατολισμό της ελληνικής πολιτικής και έθεσε τα θεμέλια της ειρηνικής ανάπτυξης.

Η τελευταία τετραετία διακυβέρνησής του (1928-1932) ήταν περίοδος σταθερότητας και δημιουργίας. Κορυφαία επιτυχία το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας του 1930. Το τέλος της σταδιοδρομίας του σημαδεύτηκε από μία ακόμα απόπειρα κατά της ζωής του (Ιούνιος 1933). Μετά το κίνημα του Μαρτίου 1935, το οποίο υιοθέτησε, αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι όπου πέθανε τον Μάρτιο του 1936. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε σε κλίμα πανελλήνιας συγκίνησης στα Χανιά, στις 29 Μαρτίου 1936 και τάφηκε στο Ακρωτήρι Χανίων.   

 

Πηγή


 

  • Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών & Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος»

Διαβάστε ακόμη: Η προσωπικότητα, το έργο και η εποχή του Βενιζέλου. Μια σκιαγράφηση.

 

Read Full Post »

Κανάρης Κωνσταντίνος (περ. 1790 – 1877)


 

Ο Κωνσταντίνος Κανάρης σε νεαρή ηλικία, λιθογραφία, 1828.

Θρυλικός Ψαριανός πυρπολητής και πρωθυπουργός. Από μικρός εργαζόταν σε πλοία της οικογένειάς του και διακρινόταν για τη γενναιότητα και τη φιλοπατρία του. Παντρεύτηκε το 1817 την Ψαριανή Δέσποινα Μανιάτη, με την οποία απέκτησαν εφτά παιδιά. Πήρε από την πρώτη στιγμή μέρος στην Επανάσταση και ειδικεύτηκε στα πυρπολικά. Στις 7 Ιουνίου του 1822 πυρπόλησε τη ναυαρχίδα του καπουδάν πασά Καρά Αλή, που ήταν αγκυροβολημένη στη Χίο, με αποτέλεσμα να χαθούν μαζί της 2.000 ναύτες και ο ίδιος ο Καρά Αλής. Το γεγονός αυτό έδωσε κουράγιο στο αγωνιζόμενο έθνος και ταυτόχρονα έκανε μεγάλη εντύπωση στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, της οποίας ο θαυμασμός για το κατόρθωμα του Κανάρη εξελίχθηκε σε ενεργό φιλελληνισμό.

Στις 28 Οκτωβρίου 1822 ο θρυλικός Κανάρης ανατίναξε τουρκικό δίκροτο, στο στενό μεταξύ Τενέδου και Τρωάδος, μαζί με 800 ναύτες. Τα κατορθώματα του Κανάρη σκόρπισαν πανικό στους Οθωμανούς και επηρέασαν αποφασιστικά την πορεία του Αγώνα. Το 1824 ο Κανάρης βύθισε τουρκική φρεγάτα με 600 ναύτες κοντά στη Σάμο, ενώ σχεδίασε και την πυρπόληση του αιγυπτιακού στόλου μέσα στην Αλεξάνδρεια. Ο Κανάρης ενέπνευσε μεγάλους Ευρωπαίους καλλιτέχνες και συγγραφείς, όπως ο Ουγκό, ο Μπερανζέ, ο Φον Χες. Ο σώφρων και σεμνός αγωνιστής ανήλθε στα ανώτατα αξιώματα της πολιτείας, διετέλεσε ναύαρχος, γερουσιαστής, υπουργός και πρωθυπουργός (1848, 1864-65, 1877) και έγινε σύμβολο φιλοπατρίας και γενναιότητας.

 

Γενικά

 

Μέσα στη δίνη των Ορλοφικών, των γεγονότων που συντάραξαν τον Ελληνισμό δημιουργώντας στους υπόδουλους Έλληνες πρόσκαιρες ελπίδες απελευ­θέρωσης από τον οθωμανικό ζυγό με τη βοήθεια των ομόθρησκων Ρώσων, καταφεύγει στα άγονα και δυσπρόσιτα Ψαρά, γύρω στα 1770, η οικογένεια Κανάρη προερχόμενη από τα μέρη της Ηπείρου. Εκεί, είκοσι χρόνια μετά, στα 1790,[1] θα γεννηθεί ο Κωνσταντίνος Μ. Κανάρης, μία από τις μείζο­νες προσωπικότητες του ναυτικού Αγώνα του 1821, γιος του Μιχάλη (Μικέ) Κανάρη και της Μαρίας Μπουρέκα.[2] Το μικρό νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου, στο οποίο έζησε τα πρώτα νεανικά του χρόνια και συνέχισε τη δράση του, αρχικά ως ναυτέμπορος και αργότερα ως περιώνυμος πυρπολητής ο Κωνσταντής Κανάρης, αποτελούσε γνώριμο τόπο για χους πειρατές περίπου μέχρι τα τέλη του 17ου αιώνα.

Το 18ο αιώνα και ιδιαίτερα από τα μέσα του και εξής, οι Ψαριανοί, οδηγημένοι από τις σκληρές, περιο­ρισμένων δυνατοτήτων συνθήκες διαβίωσης στο ά­φορο νησί τους, αvαφάvnκαv στο αιγαιοπελαγίτικο ναυτικό προσκήνιο με υποτυπώδη – αρχικά – περιο­ρισμένη ναυτιλιακή δράση, που τους εξασφάλιζε απλώς τα προς το ζην. Η πολύχρονη ωστόσο θαλασσινή τους εμπειρία τους έδωσε αργότερα τη δυ­νατότητα κατασκευής μεγάλων σκαριών με τα οποία πρωταγωνίστησαν στα ναυτικά δρώμενα του πρώτου ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-1774), ενώ διέπρε­ψαν και ως καταδρομείς ιδιαίτερα κατά την περίο­δο των Ορλοφικών, δυσκολεύοντας συστηματικά σε κάθε περίπτωση τον επισιτισμό των Τούρκων.

Αυτή η έντονη σε όλους τους τομείς ναυτική δρά­ση των Ψαριανών στάθηκε και η βασική αιτία δη­μιουργίας του έμπειρου, ετοιμοπόλεμου στόλου τους που πρωταγωνίστησε μαζί με τους στόλους των άλλων νησιών στον Αγώνα, ενώ η αξιόλογη οικο­νομική δραστηριότητά τους ως ναυτιλλομένων ε­μπόρων και ο γρήγορος πλουτισμός τους δημιούρ­γησε ιδανικές συνθήκες ανάπτυξης κοινοτικών θε­σμών αυτοδιοίκησης που κατέληξαν στην ίδρυση του Κοινού των Ψαρών.

Σχέσεις καταγωγής της οικογένειας Κανάρη με την περιοχή της Κορσικής και συγγένεια με το γέ­νος Βοναπάρτη θεωρούνται σχεδόν βέβαιες, ενώ το επώνυμό της πιθανότατα προέρχεται από ελληνικές παραφράσεις του επωνύμου «Καναρίσι», του ομώ­νυμου ιταλικού γένους. Αργότερα το επώνυμο πε­ριέπεσε σε Κανάργιος, συναντάται δε και ως Κα­νάριος και τέλος κατέληξε με τη μορφή Κανάρης. [3]

 

Τα πρώτα χρόνια

 

Κωνσταντίνος Κανάρης

Γύρω στα 1800 και από την τρυφερή ηλικία πε­ρίπου των δέκα χρόνων ο Κανάρης υπηρετούσε σαν τζόβενο (μούτσος) στο εμπορικό σκαρί του θείου του Δημήτρη Μπουρέκα, το οποίο κληρονόμησε μετά το θάνατό του, αναλαμβάνοντας την πλοιαρχία του και συνεχίζοντας μακρινά εμπορικά ταξίδια. Κατά τη διάρκειά τους, ο λιγόλογος, σοβαρός και μοναχικός νεαρός από τα Ψαρά, που προτιμούσε να διαβάζει τη «φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου, πούχε μισολειώσει από το πολύ ξεφύλισμα και το σάλιο…»[4] καθόλου δεν προοιωνιζόταν τον κα­τοπινό μεγάλο ναυμάχο, το φημισμένο μπουρλοτιέ­ρη της περιόδου του Αγώνα και τη στιβαρή πολιτι­κή φυσιογνωμία της συνέχειας.

Στα 1817 παντρεύτηκε από σφοδρό έρωτα τη Δέ­σποινα Μανιάτη (κόρη του Ψαριανού πλοιοκτήτη και κατοπινού ένθερμου αγωνιστή της Επανάστα­σης Ανδρέα Μανιάτη), με την οποία απέκτησε ε­πτά παιδιά, κατά σειρά τους: Νικόλαο, Θεμιστο­κλή, Θρασύβουλο, Μιλτιάδη, Λυκούργο, Μαρία και Αριστείδη. Λάτρης της αρχαιότητας και των προγόνων ο Κανάρης, έδωσε ονόματα κατά το πλεί­στον αρχαιοελληνικά στα παιδιά του σύμφωνα με το έθος της εποχής, ένα φαινόμενο έντονα διελληνικό, τα βαθύτερα μηνύματα του οποίου διατύπωσε πολύ εύστοχα ο Κοραής σε σχετικό σχόλιό του: «Ο Ελληνισμός αισθάνεται ώριμος για τα μεγάλα έργα, ικανός να ακολουθήσει τον δρόμο τον ο­ποίο χάραξαν οι πρόγονοί του. Ο Αγώνας είναι «επί θύραις»!..».  

Τα ταξίδια του Κωνσταντίνου Κανάρη και τα προσποριζόμενα από αυτά κέρδη συνεχίστηκαν με αμείωτο ρυθμό σε όλους τους μεγάλους εμπορικούς σταθμούς της εποχής, από Μάλτα και Μασσαλία μέχρι τα μέρη του Βοσπόρου και της Μαύρης θά­λασσας, ως και αυτή την Οδησσό της Ρωσίας, όπου κυβερνήτης ιδιόκτητου μικρού εμπορικού σκαριού έφθασε για πρώτη φορά στα 1820.[5]

 

Ο Κανάρης και η Επανάσταση

 

Σχέση μεταξύ Κανάρη και Φιλικής Εταιρεί­ας δεν αποδείχθηκε ποτέ και το πιθανότε­ρο είναι ο κατοπινός μεγάλος αγωνιστής να μην εντάχθηκε ποτέ στους κόλπους της, παρά το γεγονός ότι η δράση της Φιλικής είχε ήδη δημιουργήσει στην καρδιά πολλών Ψαριανών άσβεστες εστίες επαναστατικού πόθου, αφού και ο αρχηγός της, Δημήτριος Υψηλάντης, είχε διορίσει από το 1818 εφόρους της στο νησί τους Νι­κολή Αποστόλη και Δημήτρη Μαμούνη και όπου, εξάλλου, στη διάρκεια του 1821 ο Φιλικός Δημήτρης Θέμελης είχε κατηχήσει ήδη πολλούς Ψαριανούς.[6] Η ημέρα του Πάσχα, 20 Απριλίου 1821, βρήκε την ψαριανή επαναστατική σημαία να ανεμίζει κατάκορφα στο νησί και το στόλο των Ψαρών, υπό την αρχηγία του Νικολή Αποστόλη, ενωμένο με τον υδραϊκό και το σπετσιώτικο, σε μια κοινή προσπά­θεια δημιουργίας της πρώτης μάχιμης θαλασσινής δύναμης του Αγώνα. Το ξέσπασμα της Επανάστασης και η δημιουργία του πρώτου αυτού ψαριανού στόλου προσείλκυσαν το νου και την καρδιά του Κανάρη, που, φλογισμέ­νος από τον πόθο της ελευθερίας, δεν δίστασε να ενταχθεί σ’ αυτόν ως απλός, αρχικά, ναύτης.

Το τολμηρό και ριψοκίνδυνο του χαρακτήρα του σύντομα τον οδήγησαν σε έντονη επαναστατική δράση, αν και η πρώτη του μαχητική παρουσία εί­χε σημειωθεί αρκετά νωρίτερα, ήδη από το 1807, στην περιοχή της Λευκάδας, όπου την περίοδο ε­κείνη κατέφευγαν Έλληνες της Στερεάς κυνηγη­μένοι από τον Αλή πασά των Ιωαννίνων και όπου «ότε ο Αλή πασάς επεχείρησε να την καταλάβη, Κωνσταντής ο Ψαριανός ήτο ο κυβερνήτης του πλοίου το οποίον από Πάργας εις Λευκάδαν με­τέφερε στρατεύματα Σουλιωτών και άλλων Ηπει­ρωτών προς καταπολέμησιν του πολιορκούντος την νήσον Αλή».[7]

 

Κωνσταντίνος Κανάρης, λιθογραφία, A. Friedel, London, 1825.

 

Στις 27 Απριλίου 1821, έπειτα από πολλές δια­πραγματεύσεις που αφορούσαν κυρίως το δυσεπί­λυτο οικονομικό πρόβλημα εξοπλισμού και συντή­ρησης του νεοσύστατου ελληνικού στόλου, οι τρεις ενωμένες ναυτικές μοίρες συγκεντρώθηκαν τελικά στα Ψαρά, όπου, κατά τον Νικόδημο, «ώπλιζε τότε έκαστος πλοίαρχος το πλοίον του εις πολεμικόν και επρόβλεπεν έκαστος Ψαριανός τα αναγκαία προς οπλισμόν του».[8] Εκτός των άλλων, μεταξύ των πέντε πυρπολικών που συνόδευαν το στόλο συμμετείχε και εκείνο του Κωνσταντίνου Κανάρη.

Στη μεγάλη καταστροφή της Χίου το Μάρτιο του 1822, κατά την οποία 30.000 Χιώτες σκοτώθηκαν ή σύρθηκαν στην αιχμαλωσία από το στόλο του Κα­ρά Αλή Πεπέ, «…ένας από εκείνους που ήρκουνταν με πιο μεγάλη προθυμία για να παίρνουν τους ανθρώπους ήταν, λέει, κι εκείνος που ήκαψεν ύστερα των τούρκων φεργάδα μέσα στο λι­μάνι της Χώρας, ο Κανάρης μαθές…»[9] σταλμένος με απόφαση της Βουλής των Ψαρών μαζί με τον Κωνσταντίνο Νικόδημο, ως μέλη πληρώματος του μίστικου του Αναγνώστη Παπά, με σκοπό τη διά­σωση των επιζώντων Χιωτών και Σαμίων του Λυ­κούργου Λογοθέτη.

 

Ο Μπουρλοτιέρης

 

Αφορμή ωστόσο της πρώτης θριαμβευτικής του εμφάνισης στον Αγώνα στάθηκε η επιλογή του α­πό το Κοινό των Ψαρών ως ενός από τους πυρπο­λητές που θα αναλάμβαναν το ρόλο του «εκδικητή» της καταστροφής της Χίου. Στο πλαίσιο αυτό ο Ψαριανός, τριαντάχρονος τό­τε, Κανάρης και ο Υδραίος Ανδρέας Πιπίνος τη νύχτα της 6ης προς 7η Ιουνίου, κι ενώ τα τουρκικά πληρώματα εόρταζαν αμέριμνα το ραμαζάνι, επι­τέθηκαν με τα πυρπολικά τους εναντίον της ναυαρ­χίδας και της υποναυαρχίδας του τουρκικού στόλου αντίστοιχα.

Ο Κανάρης με έξοχο ελιγμό κόλλησε εύστοχα το πυρπολικό του στο εχθρικό τρίκροτο, το οποίο σε διάστημα λίγων ωρών έγινε παρανάλωμα του πυρός παρασύροντας στο θάνατο 2.300 ανθρώ­πους, μεταξύ των οποίων και τον ίδιο τον Καρά Αλή.

«Εις τας 3 ώρας να ξημερώσει», έγραφε στο ημερολόγιο του «Αγαμέμνονα» ο Τσαμαδός, «εί­μεθα κοντά εις την Χίον και ευθύς βλέπομεν φωτιαίς όπου έκαιον τα μπουρλότα και κανονιαίς έ­πεφταν πολλαίς, έπειτα μετά τρία τέταρτα της ώ­ρας είδομεν μίαν μεγάλην λάμψιν έως τον ουρανόν και έπειτα ακούσαμεν ένα μέγαν βρόντον εν είδος κανονίου εξερχόμενον από την πυριτιδαποθήκην και εβεβαιωθήκαμεν ότι να ήτο ντελίνι καϋμένο. Μετά μίαν ώραν της ημέρας αράξαμεν εις τα Ψαρά…».[10]

Το πυρπολικό του Πιπίνου, παρ’ ότι έδρασε σύντονα και εύστοχα εναντίον της τουρκικής υποναυαρχίδας, δεν είχε το ίδιο α­ποτέλεσμα αφού το εχθρικό πλήρωμα κατάφερε έ­γκαιρα να κατασβέσει τη φωτιά.

 

Ο Κανάρης πυρπολεί τούρκικο πλοίο, λιθογραφία, 1901.

 

Το εξαιρετικό κατόρθωμα του Κανάρη, το οποίο ο ίδιος «διηγείτο έπειτα εις κύκλους αφελών η­ρώων χωρίς να δεικνύη καμμίαν υπερηφάνειαν δι’ αυτό…», υμνήθηκε σε όλη την Ευρώπη όπου ποιητές, ζωγράφοι και γλύπτες, ο Ουγκό (Hugo), ο Βύρωνας (Byron), ο Β. Μίλερ (W. Müller), ο Νταβίντ ντ’ Ανζέρ (David d’Angers), ο Δουμάς, ο Αϊβαζόφσκι (Aivasofski) και πολλοί άλλοι καλ­λιτέχνες, εμπνεύσθηκαν δημιουργικά από τον η­ρωισμό του ανθρώπου ο οποίος, εκτός της επιδε­ξιότητάς του στους ναυτικούς ελιγμούς και της ευφυΐας του ως προς τις μεθόδους εξαπάτησης του αντιπάλου, είχε επιδείξει και μία καταπληκτική ε­ξοικείωση με τη δύσκολη όσο και επικίνδυνη τε­χνική της πυρπόλησης του εχθρικού στόχου. Στα Ψαρά πανηγυρική υπήρξε η υποδοχή του, ό­που «εις τον αιγιαλόν ο λαός, ο κλήρος και οι ιε­ρείς ενδεδυμένοι τας ιεράς στολάς, τους συνώδευσαν εν παρατάξει εις τον ναόν του Αγίου Νικο­λάου ένθα έψαλαν δοξολογίαν…».

 

Ο πυρπολητής Κωνσταντίνος Κανάρης, επιχρωματισμένη λιθογραφία, A. Friedel.

 

Η δράση του ως μπουρλοτιέρη συνεχίστηκε τη νύχτα της 28ης προς 29η Οκτωβρίου 1822, όταν ο Κανάρης πυρπόλησε επιτυ­χώς το δίκροτο του νεοδιορισθέντος Τούρκου ναυάρχου Κακλαμάν Μεχμέτ πασά, στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Τενέδου και Τρωάδος. Ο Ψαριανός Γεώργιος Βρατσάνος, που συνόδευε την αποστολή, με δεύτερο πυρπολικό δεν κατόρθωσε να κατακαύσει εχθρικό πλοίο, αφού το μπουρλότο του έγινε αντιληπτό από τους Τούρ­κους και αναγκάστηκε να απομακρυνθεί άμεσα. Μέσω της Σκύρου οι Κανάρης και Βρατσάνος επιστρέφουν στα Ψαρά όπου τους επιφυλάχθηκε νέα πανηγυρική υποδοχή, ενώ ο πλοίαρχος της αγγλι­κής κορβέτας «Περσεύς» που παρέπλεε στο νησί «ιδών τον Κανάρην, έβγαλε την σπάθην του από την μέσην του οπού εφορούσε και την εχάρισε εις τον ρηθέντα εις σημείον της αυτού επιδεξιότητος…».

 

Κωνσταντίνος Κανάρης. Ο Κανάρης πυρπολεί περί τη Χίον την ναυαρχίδα του Καρά Αλή. Peter Von Hess.

 

Στα 1824 οι Ψαριανοί πληροφορούνται ότι η τουρκική αρμάδα πρόκειται να επιτεθεί στο νησί τους, που ως προχωρημένη ναυτική βάση στο Αι­γαίο ήταν για τους Οθωμανούς λίαν ελκυστική πε­ρίπτωση κτήσης. Η απόφασή τους να αφαιρέσουν τα πηδάλια από τα πλοία τους και να αμυνθούν στην ξηρά, καθώς και η αδυναμία της κυβέρνησης Κουντουριώτη -που τότε, στις κρισιμότερες για τον Αγώνα στιγμές, ήταν απασχολημένη με τον εμφύ­λιο πόλεμο- να ενισχύσει την άμυνα του νησιού, ε­πιφέρουν πραγματικό όλεθρο.

Η φοβερή καταστροφή των Ψαρών από τους Τούρκους του Χοσρέφ πασά, τον Ιούνιο του ίδιου έ­τους, γεννά στην ψυχή του Κανάρη, που τότε α­πουσίαζε στη Σύρο, συναισθήματα άσβεστου μίσους και αιώνιας εκδίκησης. Οι προσπάθειές του εναντίον του εχθρικού στό­λου, έντονα τροφοδοτούμενες από τα συναισθήματα αυτά, συνεχίζονται, με άνεση πλέον του επαγγελματία-πολεμιστή, με την απόπειρα πυρπόλησης εχθρικής φρεγάτας στις 4 Αυγούστου 1824, κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας της Σάμου, γεγονός που, παρά την ανεπιτυχή έκβασή του, στάθηκε καθοριστικό για τις κατοπινές πολεμικές εξελίξεις και πέτυχε να ματαιώσει την έφοδο του τουρκικού στόλου εναντίον της Σάμου.

 

Από τη βιογραφία του Κανάρη στα γαλλικά. Παρίσι, 1825.

 

Την ίδια χρονιά ο Κανάρης πυρπολεί με επιτυχία τουρκική κορβέτα στη Μυτιλήνη. Στα 1825, στις 10 Αυγούστου, ο Κωνσταντίνος Κα­νάρης φθάνει στο απόγειο τόλμης και πατριωτι­σμού, όταν, ζώντας στην Ύδρα και ενταγμένος στην υδραίικη ναυτική μοίρα, επιχείρησε να πυρπολή­σει τον αιγυπτιακό στόλο μέσα στο ίδιο το λιμάνι της Αλεξάνδρειας.

Η φιλόδοξη όσο και παράτολμη αποστολή του Ψαριανού πυρπολητή, την οποία κα­τόρθωσε να επιβάλει και να υλοποιήσει με τη βοή­θεια του Άγγλου ναυάρχου Τζ. Χάμιλτον (G. Hamilton), θα αποτελούσε τον αντιπερισπασμό στον πολεμικό καταιγισμό του Ιμπραήμ στην Πε­λοπόννησο. Κι ενώ τα πλοία της αποστολής υπό τις εντολές των Κ. Κανάρη, Αντωνίου Κριεζή και Εμμανουήλ Τομπάζη φθάνουν σε απόσταση ανα­πνοής από το αιγυπτιακό λιμάνι, ενώ ο Κανάρης με το πυρπολικό του βρίσκεται ήδη ανάμεσα στο ε­χθρικό περιβάλλον, η κακοτυχία του αντίθετου ανέμου και κάποια λανθασμένη κίνηση των ελλη­νικών πληρωμάτων ματαιώνουν την απελπισμένη απόπειρα και αναγκάζουν τον τολμηρό μπουρλοτιέρη σε άκαρπη απομάκρυνση.

 

Κανάρης και Καποδίστριας

 

Στα 1826 τοποθετήθηκε επιστάτης, εν είδει κυβερνήτου, του ημιδικρότου «Ελλάς», αμέσως μετά τον κατάπλου του πλοίου στην Ελλάδα, ενώ την ί­δια χρονιά εξελέγη αντιπρόσωπος των Ψαρών στην Εθνοσυνέλευση του Άργους και αργότερα και της Τροιζήνας. Στα 1828 διορίζεται φρούραρχος στη Μονεμβασία και στα 1831 με την κατάρτιση του Ναυτικού Μη­τρώου των αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού του απονέμεται ο βαθμός του πλοιάρχου Α τάξεως.

Τη συστηματικά αποτελεσματική του δράση συ­νέχισε ο Κωνσταντίνος Κανάρης και τα επόμενα χρόνια σε διάφορους, εκτός των ναυτικών αγώνων, τομείς. Ο Κυβερνήτης I. Καποδίστριας, της ανορθωτι­κής πολιτικής του οποίου υπήρξε ένθερμος θιασώ­της ο Κανάρης, του ανέθεσε την αρχηγία στολίσκου πυρπολικών, υπό τις εντολές του Α. Μιαούλη, με σκοπό την εξάλειψη της πειρατείας από το Αιγαίο.

 

Ο Κωνσταντίνος Κανάρης σε λιθογραφία του Karl Krazeisen, 1828.

 

Στον τομέα αυτό συνετέλεσε τα μέγιστα ο Κανάρης με τη συντονισμένη του δράση ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του 1839. Στα 1831 καθοριστική στάθηκε η ενεργός φιλο­κυβερνητική συμμετοχή του στα θλιβερά γεγονότα της ανταρσίας που ξέσπασε στον Πόρο εναντίον του Καποδίστρια με επίκεντρο την Ύδρα. Παρά τις σύ­ντονες προσπάθειές του, ως αρχηγός των επιχειρή­σεων του εθνικού στόλου, δεν κατόρθωσε να μαται­ώσει την καταστροφή του την αποφράδα ημέρα της 31ης Ιουνίου 1831, στην οποία ατυχώς πρωτοστάτη­σε ο Α. Μιαούλης.[11]

Τον ίδιο χρόνο, αμέσως μετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη, ο Κανάρης παραιτείται από το Ναυτι­κό και καταφεύγει για να ιδιωτεύσει στην Ερμού­πολη της Σύρου, τόπο εγκατάστασης πολλών Ψαριανών μετά την καταστροφή του νησιού τους στα 1824.

 

Ο Κανάρης Πολιτικός

 

Στο προσκήνιο του δημόσιου βίου δεν θα εμφα­νιστεί παρά αρκετά χρόνια αργότερα, στα 1843, με τη συμμετοχή του στο κίνημα του Ρωσικού κόμμα­τος. Ήταν η περίοδος κατά την οποία τα συγκρουό­μενα συμφέροντα, οι κομματικές αντιπαραθέσεις, οι αλληλοσυγκρουόμενες φιλοτιμίες των Ελλή­νων αγωνιστών είχαν δημιουργήσει πραγματικό αδιέξοδο στη διοίκηση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Την ίδια χρονιά, μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου και την παραχώρηση Συντάγματος α­πό τον Όθωνα, έγινε υπουργός των Ναυτικών στη νέα κυβέρνηση υπό τον Ανδρέα Μεταξά και αρ­γότερα -όταν ο τελευταίος παραιτήθηκε- και προσωρινός πρόεδρός της μέχρι τις 30 Μαρτίου 1844. Έκτοτε και μέχρι το τέλος της ζωής του αναμιγνύε­ται ενεργά στα πολιτικά πράγματα της χώρας.

Επί κυβερνήσεως I. Κωλέττη ανέλαβε το υπουρ­γείο των Ναυτικών, ενώ στα 1848 γίνεται πρωθυ­πουργός και υπουργός των Ναυτικών μέχρι το Δε­κέμβριο του 1849. Στα 1854, στη διάρκεια της αγγλογαλλικής κατο­χής της Αθήνας και του Πειραιά, τον συναντάμε και πάλι υπουργό των Ναυτικών στην κυβέρνηση Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Αργότερα στα 1858 θα αποσύρει την υποστήριξή του από το Ρωσικό κόμμα, στο οποίο ήταν ενταγμένος ήδη από την ε­ποχή Καποδίστρια, ενώ στα 1861 η πολιτεία θα του απονείμει το βαθμό του αντιναυάρχου και την αντί­στοιχη σύνταξη «εκ δρχ. 12.000», πράγματα τα ο­ποία θα αρνηθεί για λόγους αρχών.

Στα 1862 ο Όθωνας του αναθέτει την εντολή σχη­ματισμού κυβέρνησης την οποία ο Κανάρης δεν θα σχηματίσει ποτέ, με κύρια αιτία την άρνηση του Όθωνα να αποδεχθεί τον κατάλογο των υπουργών που ο ίδιος του πρότεινε. Λίγο αργότερα, εξαιτίας της αντιπαράθεσης αυτής, θα ενταχθεί στην αντιοθωνική τριανδρία (Δημητρίου Βούλγαρη-Κωνσταντίνου Κανάρη-Μπενιζέλου Ρούφου) και θα εξελιχθεί σε σφοδρό πολέμιο της πολιτικής του Όθωνα, την οποία ήδη θεωρούσε ιδιαίτερα αυταρχική και επιβλαβή για τα ελληνικά πράγματα. Οι εν γένει κινήσεις του μάλιστα συνέβαλαν ουσιαστικά στην έξωση του τε­λευταίου στα 1862, αμέσως μετά την οποία ο Κανά­ρης ανέλαβε προσωρινά την Αντιβασιλεία.

 

Λαϊκή απεικόνιση της τριανδρίας (Ρούφος – Βούλγαρης- Κανάρης) που ανέλαβε την εξουσία μετά την έξοδο του Όθωνα.

 

Την ίδια χρονιά, ως Έλληνας εκπρόσωπος, με­τέβη στην Κοπεγχάγη όπου και πρόσφερε το στέμ­μα του ελληνικού θρόνου στο δευτερότοκο γιο του Δανού βασιλέα Χριστιανού Α’, τον Γεώργιο Α’. Κατά τη διάρκεια των εργασιών της Εθνοσυνέ­λευσης που ψήφισε το Σύνταγμα του 1864, ανέλαβε την ηγεσία της προοδευτικής παράταξης των Ορει­νών, μαζί με τον Δημήτριο Γρίβα.

Τον ίδιο χρόνο, στις 5 Μαρτίου, γίνεται πρωθυπουργός, αναγκάζεται όμως να πα­ραιτηθεί σε διάστημα λίγων εβδομάδων. Οι αλλεπάλληλοι θάνατοι ήδη πέντε εκ των παιδιών του έχουν συγκλονίσει το μεγαλόκαρδο μπουρλοτιέρη, ο ίδιος ωστόσο εξακο­λουθεί να δίνει το παρών όπου και όποτε η ανάγκη της πατρίδας το επιβάλλει.

Ο Κωνσταντίνος Κανάρης σε μεγάλη ηλικία.

Στο πλαίσιο αυτό θα αναλάβει ακόμη δύο φορές την πρωθυπουργία σε καταστάσεις κρίσιμες για τα ελληνικά πράγματα, αρχικά από Ιούλιο-Μάρτιο 1865, απ’ όπου όμως θα παραιτηθεί δυσαρεστημέ­νος με την εκλογή του Επαμεινώνδα Δεληγιώργη ως προέδρου της Εθνοσυνέλευσης και θα ιδιωτεύ­σει για πολύ καιρό στο σπίτι του στην περιοχή της Κυψέλης. Είναι το ίδιο σπίτι στο οποίο ο ποιητής Αριστο­τέλης Βαλαωρίτης είχε, στα 1876, την τύχη, σε μία επίσκεψή του, να ακούσει για ώρες πολλές τον ίδιο τον Κανάρη να του διηγείται «μετά παιδικής σχε­δόν αφέλειας…» τα φοβερά του κατορθώματα.[12]

Δώδεκα χρόνια αργότερα, ευθύς μετά το ξέσπα­σμα του Ρωσοτουρκικού πολέμου, στη διάρκεια της Βαλκανικής κρίσης την οποία είχε προκαλέσει ο πόλεμος αυτός, αναλαμβάνει στις 26 Μαΐου 1877, έπειτα από πανελλήνια απαίτηση -δείγμα σεβα­σμού και εκτίμησης στο πρόσωπό του- την πρωθυπουργία της Οικουμενικής Κυβέρνησης που σχηματίστηκε.

Την κυβέρνηση αυτή, η οποία έδρασε καίρια και ποικιλότροπα, στήριξαν ως υπουργοί οι Αλέξαν­δρος Κουμουνδούρος, Θρασύβουλος Ζαΐμης, Επαμεινώνδας Δεληγιώργης, Χαρίλαος Τρικού­πης, Θεόδωρος Δηλιγιάννης κ.ά. Η πρωθυπουρ­γία του ωστόσο ήταν βραχύτατης διάρκειας, αφού στις 2 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, χτυπημένος από ημιπληγία, πεθαίνει από ανακοπή καρδιάς στο σπίτι του στην Κυψέλη. «…Ο ένδοξος ναύαρχος και Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Κανάρης προσβληβείς υπό ημιπληγίας την χθεσινήν πρωίαν απεβίωσε την 11 ώρ. και 45 μ.μ…»[13] ανήγγειλαν οι εφημερίδες της εποχής και στο πρόσωπο της Οι­κουμενικής Κυβέρνησης η Ελλάδα ολόκληρη κήδευσε, δημοσία δαπάνη στο Α’ Νεκροταφείο, τον μπουρλοτιέρη, τον ήρωα, τον πρωθυπουργό της.

 

 Κωνσταντίνα Αδαμοπούλου

Αρχειονόμος, ιστορικός, προϊσταμένη Ιστορικού

Αρχείου – Μουσείου Ύδρας

Υποσημειώσεις


[1] Δημήτρης Φωτιάδης, Κανάρης, Αθήνα 1981, σ. 17-21.

[2] Κατ’ άλλους στα 1792 ή 1793, βλ. σχετ. Δημήτρης Α. Μαυριδερός, «Γενεαλογικά στοιχεία δύο Ναυάρχων, Θρύλος και Ιστορική Αλήθεια Κωνσταντίνος Μ. Κανάρης (1790-1877), Γουλιέλμος – Φραγκίσκος Κ. Κανάρης (1887-1945)», ανάτυπο από το Δελτίο Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρίας της Ελλάδος, αρ. 10, Αθήναι 1996, σ. 4.

[3] Μαυριδερός, ό.π., σ. 20-21.

[4] Γεώργιος Τερτσέτης, Άπαντα, Αθήνα 1953, τ. β’, σ. 275.

[5] Μαυριδερός, ό.π., σ. 4.

[6] Κωνσταντίνος Νικόδημος, Υπόμνημα της νήσου Ψαρών, Αθήναι 1862, τ. ά, σ. 99-100.

[7] Διονύσιος Π. Καλογερόπουλος, Ο Κανάρης, Εν Αθήναις 1947, σ. 12. Επίσης βλ. σχετ. Δημήτριος Γ. Σπανός, Η συμβολή εις την επιτυχίαν της Επαναστάσεως του 1821, Αθήναι 1958, σ. 191.

[8] Νικόδημος, ό.π.

[9] Στ. Βίος, Η σφαγή της Χίου εις το στόμα του χιακού λαού, Χίος 1921, σ. 75.

[10] Αναστάσιος Τσαμαδός, Ιστορικά ημερολόγια των ελληνικών ναυμαχιών του 1821, Αθήναι 1886, σ. 74.

[11] Καλογερόπουλος, ό.π., σ. 16.

[12] Ο.π., σ. 17.

[13] Κωνσταντίνος Άμαντος, «Λόγος πανηγυρικός κατά τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Κ. Κανάρη εν Χίω τη 19η Ιουνίου 1927», Εκατονταετηρίς Κωνσταντίνου Κανάρη, Εν Αθήναις, σ. 32.

 

Πηγή


  • Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, « Οι ναυμάχοι του 1821», τεύχος 178, 27 Μαρτίου 2003.

 

Σχετικά θέματα:

Read Full Post »

Μιαούλης Αθανάσιος (1815- 1867)


 

Αθανάσιος Μιαούλης

Αθανάσιος Μιαούλης: Στρατιωτικός και πολιτικός. Ήταν πέμπτος γιος του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη (1815-1867). Γεννήθηκε στην Ύδρα το 1815 και ως υπότροφος του βασιλιά Λουδοβίκου της Βαυαρίας σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή του Μονάχου. Υπηρέτησε στο αγγλικό ναυτικό, μετά στο ελληνικό και αργότερα διορίστηκε υπασπιστής του Όθωνα. Εισήρθε στην πολιτική και εκλέχθηκε βουλευτής Ύδρας το Σεπτέμβριο του 1855.

Στην Κυβέρνηση Δημητρίου Βούλγαρη, ανέλαβε το υπουργείο των Ναυτικών το 1855. Μετά την παραίτηση του Βούλγαρη ανέλαβε ως πρωθυπουργός. Ήταν αφοσιωμένος στο θρόνο αλλά επί της πρωθυπουργίας του (13 Νοεμβρίου 1857 – 26 Μαΐου 1862), άρχισαν να πυκνώνουν οι λαϊκές εκδηλώσεις κατά του Όθωνα, των οποίων αποκορύφωμα υπήρξε η Ναυπλιακή επανάσταση.

Κατέστειλε μεν την επανάσταση αλλά αμέσως μετά υπέβαλε την παραίτησή του και παρέδωσε την εξουσία στον τελευταίο πρωθυπουργό του Όθωνα, τον Γενναίο Κολοκοτρώνη. Έκτοτε δεν διαδραμάτισε κανένα πολιτικό ρόλο. Με την εκθρόνιση του Όθωνα αναγκάστηκε να εκπατρισθεί και επανήλθε μετά την άνοδο του Γεωργίου Α΄ στον Ελληνικό θρόνο.  Πέθανε το 1867 στο Παρίσι.

 

Πηγή


  • Σπύρος Β. Μαρκεζίνης, «Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος 1828-1964», τόμος 1ος,  Εκδόσεις «Πάπυρος», Αθήνα, 1966.

 

Σχετικά θέματα:

Read Full Post »

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με κωδικό. Για να το δείτε εισάγετε τον κωδικό σας παρακάτω:

Read Full Post »

Προσωπογραφίες

Γούναρης Δημήτριος – Πρωθυπουργός (1866-1922)

Δύο φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδας, δικηγόρος και δεινός ρήτωρ. Γεννήθηκε στην Πάτρα και ήταν γιος του εμπόρου σταφίδας Παναγιώτη Γούναρη  από το Άργος και της Μαρίας το γένος Αλεξοπούλου.

  

 

Δημήτριος Γούναρης, ελαιογραφία του Επαμεινώνδα Θωμόπουλου. Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων.

 

Ο Πατρινός ζωγράφος, καθηγητής Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών και Ακαδημαϊκός Επαμεινώνδας Θωμόπουλος, (Πάτρα, 1878 – Αθήνα, 4 Ιανουαρίου 1976) κινήθηκε ανάμεσα στον ακαδημαϊσμό και τον πρώιμο ελληνικό ιμπρεσιονισμό. Σπούδασε ζωγραφική στην Ιταλία. Ήταν για χρόνια καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και διετέλεσε διευθυντής της σχολής την περίοδο 1948–1949. Το 1945 εκλέχθηκε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1962 διετέλεσε πρόεδρος του ίδιου ιδρύματος. Έργα του φιλοξενούνται στο Δημαρχείο Πατρών και στην Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδας.

 

Διαβάστε ακόμη:

 

Read Full Post »

Μεταξάς Π. Ανδρέας (1790–1860)


 

 Αγωνιστής του 1821, διπλωμάτης, πολιτικός και Πρωθυπουργός, (3 Σεπτεμβρίου 1843 – 16 Φεβρουαρίου 1844).

 

Μεταξάς Π. Ανδρέας

Μεταξάς Π. Ανδρέας

Κεφαλλονίτης αγωνιστής της Επανάστασης του 1821, διπλωμάτης και πολιτικός. Γεννήθηκε στο Αργοστόλι ήταν γιος του Πέτρου Μεταξά, της ιστορικής οικογένειας των Μεταξάδων.* Έφερε τον τίτλο του Κόμη. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και, όταν κηρύχθηκε η Επανάσταση, μαζί με τον αδερφό του Αναστάσιο και τον ξάδελφό του Κωνσταντίνο, πέρασε στην Πελοπόννησο με δύναμη 400 ανδρών από την Κεφαλονιά.** Στις 25 Μαΐου του 1822 με ομόφωνη απόφαση εγκρίθηκε πράξη του Εκτελεστικού με την οποία ο Ανδρέας Μεταξάς, για τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει μέχρι τότε προς την πατρίδα, πολιτογραφήθηκε Έλληνας κάτοικος Πελοποννήσου. Κατά τη διάρκεια του Αγώνα εκλέχθηκε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και αντιπρόσωπος στην Εθνοσυνέλευση του Άργους, ενώ χρημάτισε και υπουργός Αστυνομίας.

Το 1827 ο Ανδρέας Μεταξάς πρωτοστάτησε για την εκλογή του Καποδίστρια στη θέση του κυβερνήτη και υπήρξε μέλος του Γενικού Φροντιστηρίου, από το 1828 έως το 1831. Μετά το θάνατο του Καποδίστρια αντιτάχθηκε στην εκλογή του Αυγουστίνου Καποδίστρια, αλλά παρ’ όλα αυτά κρατήθηκε μακριά από τις διασπαστικές τάσεις του Κωλέττη. Παρά ταύτα διετέλεσε όμως μέλος της προσωρινής κυβέρνησης μέχρι την έλευση του Όθωνα.

Το 1833 συνελήφθη – ως ύποπτος για τις φιλελεύθερες αρχές του – μαζί με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και φυλακίστηκε στη Σύρο, απ’ όπου δραπέτευσε και κατέφυγε στη Μασσαλία.

Το 1839, μετά την ανάκληση της δίωξής του, επέστρεψε στην Ελλάδα, διορίστηκε Σύμβουλος Επικρατείας και κατόπιν υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Μαυροκορδάτου το 1841.

Μετά τον θάνατο του Κολοκοτρώνη, ο Ανδρέας Μεταξάς έγινε αρχηγός του Ρωσικού Κόμματος και μαζί με τον Ανδρέα Λόντο τον Μακρυγιάννη και τον Καλλέργη, πρωτοστάτησε στο κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843.

Μετά την επικράτηση του κινήματος, σχημάτισε κυβέρνηση και ήταν ο πρώτος που πήρε τον τίτλο του πρωθυπουργού. Στη συνέχεια χρημάτισε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Κωλέττη, για να παραιτηθεί το 1845, ύστερα από απόπειρα του τελευταίου για ανατροπή του Συντάγματος.

Το 1850 και ενώ ο Όθωνας είχε αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τη Ρωσία, ο Μεταξάς εκλέχθηκε γερουσιαστής και Βουλευτής. Το 1850 προάχθηκε στο βαθμό του αντιστρατήγου όπου και παρασημοφορήθηκε από τον Βασιλέα Όθωνα με τον Μεγαλόσταυρο  και αργότερα διορίστηκε πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου (1853 – 56) παραιτήθηκε από τη θέση του και οργάνωσε ένοπλα τμήματα, προκειμένου να συμμετάσχουν στην εξέγερση της Θεσσαλίας και της Ηπείρου.

Μετά την καταστολή της τελευταίας, ο Ανδρέας Μεταξάς αποσύρθηκε από την ενεργό πολιτική, παρά την πρόταση του Όθωνα να αναλάβει εκ νέου την πρωθυπουργία. 

Ο Ανδρέας Μεταξάς διετέλεσε επίσης και πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρίας καθώς και πολλών φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Σε όλο τον βίο του υπήρξε γενναίος, ειλικρινής και φιλόπατρις με ακέραιο χαρακτήρα. Πέθανε στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1860.

 

Υποσημειώσεις


* Με το όνομα Μεταξάς  φέρεται μεγάλη ιστορική βυζαντινή οικογένεια της οποίας πρώτη ιστορική αναφορά έγινε το 1081. Αρχηγός της οικογένειας στη πτώση της Κωνσταντινούπολης ήταν ο Μάρκος Αντώνιος Μεταξάς ο οποίος συμπολεμιστής του τελευταίου Αυτοκράτορα του Βυζαντίου διασωθείς την αποφράδα ημέρα κατέφυγε με τους δύο αδελφούς του στη Χίο, μετά στη Κρήτη, όπου παρέμεινε λίγο καιρό και στη συνέχεια στη Κεφαλονιά όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα στη περιοχή Φραντζάτα που έκτοτε μετονομάσθηκαν σε Μεταξάτα. Από τη πολυμελή αυτή οικογένεια πολλά μέλη διακρίθηκαν στο στρατό, στο κλήρο, καθώς και στα γράμματα και τις επιστήμες.

Το οικόσημο του οίκου των Μεταξάδων.

Το οικόσημο του οίκου των Μεταξάδων.

** Η καταστροφή των Λαλαίων (13-6-1821). Το Λάλα είναι κωμόπολη του νομού Ηλείας, χτισμένο πάνω σε οροπέδιο συνεχόμενο με το όρος Φολόη, σε υψόμετρο 620 μέτρων. Είχε χτιστεί από Τουρκαλβανούς, που είχαν αναλάβει την είσπραξη των φόρων της Πελοποννήσου. Αργότερα εγκαταστάθηκαν εκεί επιφανείς Τούρκοι και ασκούσαν επιρροή σε όλη την Ηλεία.

Ο Ανδρέας Μεταξάς νικά τους Τούρκους περί τον Λάλα. Peter Von Hess.

Ο Ανδρέας Μεταξάς νικά τους Τούρκους περί τον Λάλα. Peter Von Hess.

Ήσαν οι περίφημοι Τουρκαλβανοί Λαλαίοι, γενναίοι πολεμιστές, και οι περισσότεροι πλούσιοι από αρπαγές και λεηλασίες που έκαναν. Καύχημά τους ήταν ότι δεν είχαν νικηθεί ποτέ σε μάχη. Όταν κηρύχτηκε η Επανάσταση, ενώ οι άλλοι Τούρκοι της Πελοποννήσου φοβήθηκαν και κλείστηκαν στα φρούρια, οι Λαλαίοι έμειναν στο χωριό τους και ενεργούσαν επιδρομές, κατά τις οποίες λεηλατούσαν τα πάντα. Γι’ αυτό, το συνέδριο των προκρίτων, που συνήλθε στο Αίγιο, αποφάσισε να σταλεί εκεί εκστρατευτικό σώμα, για να εξουδετερώσει τον κίνδυνο. Άρχισαν λοιπόν να συγκεντρώνονται: Ηλείοι, με αρχηγούς το Σισίνη και το Βιλαέτη. Καλαβρυτινοί, με τους Φωτήλα και Λεχουρίτη. Τριφύλιοι (από την επ. Ολυμπίας) με το Χριστόπουλο. Γορτύνιοι, με τους Πλαπουταίους. Ζακυνθινοί και Κεφαλλήνες, με τους Ανδρέα και Κώστα Μεταξά και Ανδρέα Πανά. Όλοι αυτοί, 2.500 περίπου, με δύο κανόνια που είχαν οι Κεφαλλήνες, συγκεντρώθηκαν και στρατοπέδευσαν στη θέση Πούσι, μια ώρα μακριά από το Λάλα. Οι πολεμιστές Λαλαίοι ήταν περίπου 1.000.

Στις πρώτες μικροσυμπλοκές που έγιναν νικήθηκαν οι Ολύμπιοι και οι Γορτύνιοι και υποχώρησαν. Σημειώθηκε τότε λιποψυχία στο στρατόπεδο και άρχισαν και λιποταξίες. Τότε ρίχτηκε η ιδέα να λυθεί η πολιορκία. Την κατάσταση έσωσε ο Ανδρέας Μεταξάς και οι άλλοι αρχηγοί των Επτανησίων, που δήλωσαν ότι, και αν ακόμη όλοι οι άλλοι έφευγαν, αυτοί θα έμεναν στις θέσεις τους και θα πολεμούσαν.

Στο μεταξύ και οι Λαλαίοι καταλάβαιναν ότι ήταν δύσκολη η θέση τους και ζήτησαν βοήθεια από το Γιουσούφ πασά της Πάτρας. Εκείνος έστειλε 500 Τούρκους και όλοι μαζί επιτέθηκαν στο στρατόπεδο των Ελλήνων στις 13 Ιουνίου 1821. Ακολούθησε σφοδρότατη μάχη, στην αρχή της οποίας νικούσαν οι Τούρκοι, αλλά στη συνέχεια έπαθαν μεγάλη φθορά από τα δύο κανόνια των Επτανησίων και υποχώρησαν. Ξαναγύρισαν πάλι στο χωριό καταντροπιασμένοι, γιατί πρώτη φορά δε νικούσαν σε μάχη. Δεν έμειναν όμως ούτε στιγμή στο χωριό οι Λαλαίοι. Καταλάβαιναν ότι η θέση τους θα γινόταν όλο και πιο δύσκολη με τον καιρό και την ίδια νύχτα το εγκατέλειψαν και έφυγαν με τα γυναικόπαιδα για την Πάτρα.  Φεύγοντας  έκαψαν το χωριό, αλλά αργότερα οι Έλληνες το ξανάχτισαν. Η νίκη στο Λάλα, εκτός του ότι απάλλαξε την περιοχή από τους τρομερούς Λαλαίους Τουρκαλβανούς, αναπτέρωσε και το επαναστατικό φρόνημα των Ελλήνων της Πελοποννήσου.  

  

Πηγές


  • Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, « Η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου», τεύχος 47, 7 Σεπτεμβρίου 2000.
  • Peter Von Hess, «1821 η Ελληνική Επανάσταση», Εκδόσεις Δέλτα, Αθήνα, 1996.
  • K. N. Σάθας, «Nεοελληνική φιλολογία. Bιογραφίαι των εν γράμμασι διαλαμψάντων Eλλήνων (1453-1821)», Aθήνα 1868.
  • Μακρής Γεράσιμος, «Η μάχη του Λάλα»», ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΚΑΙ ΙΘΑΚΗΣ,  επανέκδοση της «Μονογραφίας της εν Λάλα μάχης», πρώτη έκδοση, 1921.

 

 

Read Full Post »